Εργατικός Αγώνας

Η ιστορική θέση της Κυπριακής Αριστεράς και το σημερινό ΚΚΕ

Του Στέλιου Στυλιανού για τον Εργατικό Αγώνα.

Το «θάψιμο» της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) που έχει συμφωνηθεί από το 1977 από τις δύο πλευρές και έχει ενσωματωθεί πρακτικά στο διεθνές δίκαιο, το έχουν αναλάβει πολλοί κατά καιρούς και με διάφορες προσεγγίσεις ή ελατήρια.

Εσχάτως, σ’ αυτή την ετερόκλητη «παρέα» βρίσκεται και η ηγεσία του ΚΚΕ. Η συμπόρευσή της με τους εθνικιστές σε Ελλάδα και Κύπρο που έπιασαν εκ νέου τα φτυάρια για να θάψουν την μοναδική προσφερόμενη διέξοδο για τον κυπριακό λαό στο σύνολό του, αφήνει έκπληκτη την κυπριακή Αριστερά, μέσα και έξω από το ΑΚΕΛ.

Στελέχη του ΚΚΕ κατηγορούν ανοιχτά το εργατικό κίνημα της Κύπρου πως συμμαχεί δήθεν με τους Αμερικάνους και την άρχουσα τάξη για μια «ιμπεριαλιστική λύση» του Κυπριακού. Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται ίσως οι σύντροφοι, είναι πως η ιμπεριαλιστική αυτή «λύση» δόθηκε το 1974 και θα παραμείνει ως έχει επισείοντας ακόμα περισσότερα δεινά στον τόπο και το λαό, αν αφεθεί να συνεχίσει με αυτή τη μορφή.

Η Αριστερά της Κύπρου, κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική, επιζητεί μια λύση στα πλαίσια του ΟΗΕ, χωρίς ξένα στρατεύματα και εγγυήσεις επέμβασης. Το ζητούμενο είναι να επιστρέψει ολόκληρη η χώρα σε συνθήκες διεθνούς νομιμότητας και αναγνώρισης, με την κάθε μια από τις κοινότητες της Κύπρου να μπορεί να δει το μέλλον της με αίσθημα σιγουριάς, αποδοχής και δικαιοσύνης.

Κλειδί για την ειρήνη στην Κύπρο είναι η πορεία εκδημοκρατισμού της κυπριακής κοινωνίας. Ενός λαού που έχει εμποτιστεί με το εθνικιστικό δηλητήριο των «μητέρων πατρίδων», έχοντας υποστεί παράλληλα για δεκαετίες το βαθύ ακροδεξιό μιλιταριστικό παρακράτος που της επέβαλαν στα πλαίσια του ψυχρού πολέμου και των ΝΑΤΟϊκών μεθόδων καταστολής των εργατικών κινημάτων.

Η Κύπρος μοιράστηκε σε σφαίρες τουρκικής και ελληνικής-δυτικοευρωπαϊκής επιρροής, ως αποτέλεσμα της συμμαχίας Ελλάδας και Τουρκίας μέσα στο ΝΑΤΟ. Τόσο το κίνημα της ΕΟΚΑ του 55-59, όσο και η ΕΟΚΑ Β’ της περιόδου 71-74, συνέπεσαν, χρηματοδοτήθηκαν και εξοπλίστηκαν από ελληνικές κυβερνήσεις που υπάγονταν κατευθείαν στην αμερικάνικη πρεσβεία και τη CIA.

Η εικοσαετής πορεία της διχοτόμησης της Κύπρου απαιτούσε μια κοινωνία διχασμένη φυλετικά και θρησκευτικά. Απαιτούσε όμως παράλληλα και μια Αριστερά υπό βίαιο διωγμό και «λεπίδι», κατά τον Γρίβα της πρώτης ακόμα ΕΟΚΑ, επειδή ακριβώς λειτουργούσε εκ της φύσης της ενοποιητικά.

Η ελληνική χούντα, σε συνεργασία με το ελληνοκυπριακό φασιστικό κίνημα του οποίου ηγήθηκε στρατιωτικά ο Γρίβας, ανέτρεψαν τελικά τον Ιούλιο του 1974 και μετά από αλλεπάλληλες προσπάθειες τη νομιμότητα στην Κύπρο. Σύμφωνα με το Πόρισμα της Κυπριακής Βουλής για το Φάκελο της Κύπρου που εγκρίθηκε από την ολομέλεια το 2011, καταδεικνύεται από μαρτυρίες συμμετεχόντων πως όλες οι ενέργειες χρηματοδοτήθηκαν από ταμεία εκτός Κύπρου και πως ο σχεδιασμός και η εποπτεία της αποσταθεροποίησης προκειμένου να επιτευχθεί η τούρκικη εισβολή, γίνονταν από την Αθήνα και τις αμερικάνικες υπηρεσίες.

Η σημερινή αντίσταση στον φασισμό που προκάλεσε τη διχοτόμηση, διοχετεύεται στην έμπρακτη στήριξη της διαδικασίας συμφιλίωσης και αναγνώρισης των εγκλημάτων και από τις δύο πλευρές. Η Αριστερά όχι μόνο δεν συμμετείχε στα εθνικιστικά αίσχη του Γρίβα και του Ντενκτάς αλλά ήταν το «προνομιακό» θύμα τους.

Με το αίμα των Αριστερών των δύο κοινοτήτων έβαψαν οι φασίστες τη γραμμή της διχοτόμησης της Κύπρου. Και η δικαίωση αυτών των ανθρώπων και των δημοκρατικών αγώνων του τόπου μας, δεν μπορεί παρά να εκφράζεται μέσα από μια ειλικρινή θέση απέναντι στη λύση του Κυπριακού: Έξω από το ΝΑΤΟ, χωρίς στρατούς και «εγγυητές», στα πλαίσια του ΟΗΕ και με την ευθύνη όλων των μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας για την εφαρμογή μιας τελικής συμφωνίας για ομοσπονδιακή μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στη βάση των ψηφισμάτων.

Βόλεμα με την «ελληνική» και «τούρκικη» Κύπρο στην πλάτη του λαού

Η επανένωση των Κυπρίων δεν επιτυγχάνεται γιατί τα συμφέροντα που κρατούν διαχωρισμένο το λαό και κατ’ επέκταση το δικοινοτικό ταξικό κίνημα του τόπου, εξυπηρετούνται καλύτερα με τη διαιώνιση της κατάστασης και την ντε φάκτο δημιουργία δύο εντελώς ξεχωριστών ή χαλαρά συνδεδεμένων ανεξάρτητων κρατών.

Η ελληνοκυπριακή Δεξιά, ομοίως και αντίστοιχα με την τ/κυπριακή, «δεν πετά και τη σκούφια» της για μια λύση κατά την οποία το δικοινοτικό πολιτικό και συνδικαλιστικό κίνημα της Αριστεράς θα μπορεί να παρουσιάζεται με κοινές θέσεις, σε ένα σύστημα μάλιστα που θα προϋποθέτει και θα ενθαρρύνει τη δικοινοτική συνεργασία. Ως εκ τούτου και σε συμμαχία με κύκλους σε Ελλάδα, Τουρκία και ΝΑΤΟ που βολεύτηκαν για τα καλά με την «ελληνική» και «τούρκικη» Κύπρο, τείνουν να υποστηρίζουν την απεμπλοκή από τα συμφωνηθέντα και τη ΔΔΟ.

Οι έλληνες κομμουνιστές θα πρέπει να συνυπολογίζουν αυτές τις παραμέτρους στις εκτιμήσεις και τις αναλύσεις τους και να είναι ιδιαίτερα προσεχτικοί στο διαχωρισμό ανάμεσα στην Κυπριακή δικοινοτική Αριστερά που με ειλικρίνεια προσπαθεί να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια για επανένωση του τόπου και του λαού, και την άρχουσα τάξη που σέρνεται απρόθυμα από καιρού εις καιρό σε διαδικασίες συνομιλιών.

Καθόλου τυχαία, οι θέσεις της σημερινής ηγεσίας του ΚΚΕ για το Κυπριακό δεν έχουν βρει ούτε και την ελάχιστη απήχηση στην ε/κυπριακή και την τουρκοκυπριακή Αριστερά. Βρισκόμενοι μόνιμα υπό καθεστώς λογοκρισίας και καταστολής, παρά την επίσημη υποτίθεται πολιτική του κράτους υπέρ της λύσης και της επανένωσης μετά από το 1974, το λιγότερο που χρειαζόμασταν εδώ κάτω ήταν να δούμε και το επίσημο ΚΚΕ «στους απέναντι».

Το δικοινοτικό εργατικό κίνημα του τόπου έχει στις πλάτες του χρόνια εμπειρίας. Ξέρει και εξηγεί με όλους τους όρους που θα μπορούσε να συνυπολογίσει το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα, την Τουρκία και τον κόσμο, πως ο μοναδικός δρόμος για την ειρήνη στην Κύπρο είναι οι συνομιλίες στη βάση των συμφωνιών που έχουν συνομολογηθεί.

Η Κύπρος, ενωμένη, θα μπορεί να παίξει αυτόνομο και διακριτό ρόλο, σαφώς πιο υπολογίσιμο και ανεξάρτητο από όσο είναι σήμερα. Οι ενιαίες δομές και οι ενοποιητικοί θεσμοί του νέου κράτους θα ενίσχυαν την εμπέδωση κουλτούρας συνεργασίας και θα αποτελούσαν πόλο έλξης επενδύσεων και προοπτικών.

Η απορριπτική στάση ενάντια στην πορεία προς την Ομοσπονδία, δεν έχει να προτείνει τίποτα για το πώς επανενώνεται επιτέλους ο τόπος και ο λαός, πως φεύγει ο στρατός κατοχής και πως αλλάζουν προς το θετικότερο τα δεδομένα στην Κύπρο. Υπόσχεται όμως, με μαθηματική ακρίβεια, την καταστροφή.

Όταν ξεκίνησε τη δράση του ο Γρίβας στο νησί, η πλειοψηφία των τουρκοκύπριων μιλούσε την Κυπριακή Ελληνική, τα «Ρωμαίικα», ενώ πολλοί δεν μιλούσαν καθόλου την Τουρκική. Οι εθνικιστικές εξάρσεις των ελληνοκυπρίων και η «αποκλειστικότητα» που προβάλλουν, στρέφουν διαχρονικά την τουρκοκυπριακή κοινότητα όλο και βαθύτερα στον μηχανισμό και τον απόλυτο έλεγχο της Τουρκίας.  

Ως εκ τούτου, η άποψη της ηγεσίας του ΚΚΕ περί εγκατάλειψη του στόχου για Διζωνική Ομοσπονδία εκ μέρους των ε/κυπρίων, θα είχε αναμφίβολα για την τουρκοκυπριακή κοινότητα τον ίδιο αντίχτυπο που προκάλεσε το αίτημα για ένωση με την Ελλάδα τη δεκαετία του ‘50. Θα εμβάθυνε τη διχοτόμηση και θα απομάκρυνε ακόμα περισσότερο το λαό και τις πιθανότητες για ειρήνευση και αποστρατικοποίηση.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας