Εργατικός Αγώνας

Πώς η χούντα βεβήλωσε τον τάφο του Λαμπράκη

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης, ουσιαστικά, δολοφονήθηκε από τα όργανα του παρακράτους -τα οποία ενεργούσαν σε συνεργασία με τα επίσημα κρατικά όργανα- στη Θεσσαλονίκη την Τετάρτη 22 Μαΐου του 1963, μεταξύ 9.40 με 10 μ.μ., στη διασταύρωση των οδών Βενιζέλου και Ερμού.

Τη δολοφονία πραγματοποίησαν δύο άνθρωποι του υποκόσμου, μέλη παρακρατικών οργανώσεων και συνεργάτες της ασφάλειας: ο Σπ. Γκοτζαμάνης και ο Εμ. Εμμανουηλίδης με τη βοήθεια ενός τρίκυκλου κι ενός κλομπ ή σιδερολοστού (το εργαλείο του φόνου εξαφανίστηκε). Πίσω τους βρισκόταν ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός, τουλάχιστον, της συμπρωτεύουσας.

Τυπικά, ο Λαμπράκης εξέπνευσε τέσσερις ημέρες αργότερα δίνοντας άνιση μάχη με τον θάνατο. Στις 28 Μαΐου του 1963 πραγματοποιήθηκε η κηδεία του.

Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσαν στην τελευταία κατοικία του. Ηταν πραγματική λαοθάλασσα. Η «Αυγή», την επομένη, έκανε λόγο για 700 χιλιάδες λαού. Οι φωτογραφίες που κοσμούσαν την πρώτη και τις άλλες σελίδες της ήταν συγκλονιστικές.

Αλλά τι απέγιναν οι δολοφόνοι του πρωτοπόρου αγωνιστή της ειρήνης; Οι περισσότεροι από τους εμπλεκομένους στη δολοφονία του Λαμπράκη στο τέλος βγήκαν λάδι.

Η δίκη που έγινε στο διάστημα Οκτώβρη-Δεκέμβρη 1966 κατέληξε στο… συμπέρασμα ότι, ουσιαστικά, δεν υπήρχε δολοφονία!!! Και ο Γκοτζαμάνης με τον Εμμανουηλίδη που καταδικάστηκαν κατά συγχώνευση σε 11 και 8,5 χρόνια αντίστοιχα για πρόκληση «βαριών σωματικών κακώσεων» (Γκοτζαμάνης) και για «συνεργία» (Εμμανουηλίδης) αποφυλακίστηκαν επί χούντας.

Είναι κι αυτό ένα από τα σημαντικά διδάγματα της Ιστορίας για μια εποχή, την εποχή μετά τον Εμφύλιο, που ο ελληνικός λαός την πλήρωσε ακριβά -ακριβότερα δεν γινόταν- καθώς εκείνο το καθεστώς των εκτελέσεων, των φυλακίσεων, των εξορισμών, της ασύδοτης δράσης του παρακράτους με την πλήρη κάλυψη του επίσημου κράτους, το καθεστώς των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων, της φακελοποίησης, των πολιτικών δολοφονιών, το καθεστώς του τρόμου και της μισαλλοδοξίας, οδήγησε στην πιο γνήσια έκφρασή του, στη δικτατορία των συνταγματαρχών.

Η «Εφημερίδα των Συντακτών» τίμησε πέρσι τη μνήμη του Γρηγόρη Λαμπράκη φέρνοντας στη δημοσιότητα τον φάκελό του που κρατούσε η Ασφάλεια.

Το περσινό αφιέρωμα στον Λαμπράκη τελείωνε με ένα έγγραφο της Ασφάλειας στην αρχική περίοδο της δικτατορίας που αφορούσε τον τάφο του και την πρόθεση των οργάνων της χούντας να τον βεβηλώσουν.

Η έρευνά μας πάνω σε αυτό το θέμα συνεχίστηκε. Κι έτσι, είμαστε σήμερα σε θέση να δώσουμε ολόκληρη τη συνέχεια εκείνης της ιστορίας.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Ο Γρ. Λαμπράκης συνέχιζε να ζει μετά τον θάνατό του και να αποτελεί έναν ζωντανό θρύλο και μια πηγή αμείωτου φρονηματισμού αναφορικά με τις αρχές, τις αξίες και τα ιδανικά για τα οποία αγωνίστηκε και έδωσε τη ζωή του.

Το γεγονός αυτό προκαλούσε φόβο και ενίοτε τρόμο στους αντιπάλους του. Πολλά ήταν τα σημεία που κρατούσαν ζωντανή τη μνήμη και το έργο του. Κατ’ αρχάς η Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης που εκείνος πρώτος ξεκίνησε και η οποία συνεχίστηκε μετά τη δολοφονία του με συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.

Το σημείο της δολοφονίας του στη Θεσσαλονίκη ήταν επίσης χώρος λαϊκού προσκυνήματος, μνήμης και αναστοχασμού πάνω στις ιδέες, τη ζωή και το έργο του μεγάλου αγωνιστή.

Τέλος, ο τάφος του ήταν ένα από τα σημεία που συγκέντρωνε πολλούς επισκέπτες, Έλληνες και ξένους. Εν τούτοις, πριν από τη δικτατορία κανείς δεν τολμούσε να πράξει κάτι ενάντια στη μνήμη του Λαμπράκη, αν και δεν ήσαν λίγοι εκείνοι που θα προτιμούσαν να υπήρχε ένας τρόπος να μην τον συναντούν συνέχεια μπροστά τους.

Η δικτατορία κατήργησε τις πολιτικές ελευθερίες και κατά συνέπεια κάθε εκδήλωση στη μνήμη του Λαμπράκη. Ο τάφος του όμως είχε μείνει εκεί με αποτέλεσμα το καθεστώς να φοβάται ότι μπορούσε να αποτελέσει τόπο προσκυνήματος και εκδήλωσης, με έμμεσο τρόπο, αντιδικτατορικών διαθέσεων και συναισθημάτων εχθρικών προς την ιδεολογία, τις αντιλήψεις και τις πρακτικές της χούντας.

Το γεγονός αυτό απασχόλησε σοβαρά τα κρατικά όργανα καταστολής και ειδικότερα την Ασφάλεια.

Έτσι δύο μήνες μετά το πραξικόπημα, στις 30 Ιουνίου 1967, η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Αθηνών (ΥΓΑ) στέλνει αναφορά στην Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών όπου αναφέρει τα παρακάτω:

«‘‘Περί του εις το Α’ Νεκροταφείον τάφου του Γρηγορίου Λαμπράκη’’

Λαμβάνομεν την τιμήν να αναφέρομεν ότι, επί του τάφου του ενταφιασθέντος εις Α’ Νεκροταφείον Αθηνών, τ. Βουλευτού της ΕΔΑ ΛΑΜΠΡΑΚΗ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, εξόδοις και επιμελεία της ΕΔΑ έχει ανεγερθή από του έτους 1963 πλαξ εκ τσιμέντου ορθία, επί της οποίας έχει φιλοτεχνηθή το σύμβολον του ‘‘Συνδέσμου Μ. ΡΑΣΣΕΛ’’, ήτοι ο αντεστραμμένος πύραυλος.
Η εν λόγω πλαξ πέραν του ότι αντικαθιστά το σύμβολον του Σταυρού, πράγμα όπερ αντίκειται εις τα θρησκευτικά δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητος, έλκει την περιέργειαν των επισκεπτών του Νεκροταφείου και το μεν γίνεται αντικείμενον προπαγάνδας και προβολή των, υφ’ ων ενεφορείτο ο αποθανών, κομμουνιστικών ιδεών, το δε σχολιάζεται δυσμενώς παρά των εθνικοφρόνων.
Εξ ετέρου τελευταίως έχουν σημειωθή ένιοι εκδηλώσεις ατόμων όπως ρίψις άνθεων κ.λπ. επί του τάφου, πράγμα όπερ επιτείνει την υπέρ του κομμουνισμού προπαγάνδαν.
Κατόπιν τούτου παρακαλούμεν όπως, ευαρεστούμενοι, λάβητε γνώσιν και ενεργήσητε ό,τι δει αρμοδίως διά την αφαίρεσιν της ενδεικτικής των πολιτικών πεποιθήσεων του θανόντος πλάκας και προς αποκατάστασιν της τιτρωσκόμενης θρησκευτικής συνειδήσεως.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Βασίλειος Σακελλαρίου
ΑΣΤΥΝ. Δ/ΝΤΗΣ Α’».

Η αναφορά αυτή διαβιβάζεται στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης στις 5.7.1967 με την υπόμνηση «όπως λάβητε γνώσιν και διατάξητε».

Από επόμενα έγγραφα προκύπτει πως ο υπουργός Δημόσιας Τάξης έδωσε προφορικές οδηγίες -διά τηλεφώνου- αναφορικά με την αντιμετώπιση του θέματος.

Έτσι σε ένα έγγραφο του υπουργείου, με ημερομηνία 5.8.1967, προς την Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφάλειας διαβάζουμε:

«Παρακαλούμεν, όπως αναφέρητε αν συνεχίζεται η προπαγανδιστική εκμετάλλευσις του εν περιλήψει θέματος,
ως και ποία μέτρα ελήφθησαν κατόπιν των από τηλεφώνου οδηγιών του κ. υπουργού».

Η ΥΓΑ απάντησε στο υπουργείο στις 21.9.1967 με έγγραφό της που έλεγε τα παρακάτω:

«Λαμβάνομεν την τιμήν, εις εκτέλεσιν της ύπερθεν Υμετέρας Διαταγής, να αναφέρωμεν, περί του εν θέματι αντικειμένου, τα κάτωθι:
● Δυνάμει της υπ’ αριθ. 390/63 πράξεως του Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Αθηναίων, εγκριθείσης διά της υπ’ αριθ. 45815/12.6.63 αποφάσεως κ. Νομάρχου Αττικής παρεχωρήθη δωρεάν τιμής ένεκεν ο τάφος ένθα ετάφη ο Γρηγόριος ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ.
● Ήδη εξακολουθή υφιστάμενος ο αντεστραμμένος πύραυλος, ενώ από καιρού εις καιρόν επισκέπτονται τον τάφον γυναίκες τινές χωρίς να λαμβάνη χωράν εκδήλωσις πολιτικής χροιάς.
Όσον αφορά εις την ύπαρξιν του αντεστραμμένου πυραύλου έχομεν την γνώμην, ως και εις την ύπερθεν ημετέραν ομοίαν μας αναφέρομεν, ότι τούτο καθάπτεται οπωσδήποτε της θρησκευτικής συνειδήσεως».

Στις 30 Σεπτεμβρίου 1967 ο αρχηγός της Αστυνομία Πόλεων διατάζει την Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών «όπως ενεργήσητε συμφώνως ταις προφορικαίς διαταγαίς ημών».

Το σχετικό έγγραφο ως θέμα της διαταγής αναγράφει: «Σήμα Ράσσελ». Που σημαίνει ότι πλέον η χούντα και τα αστυνομικά όργανα επικεντρώνουν τις ενέργειες παρέμβασης στον τάφο του Λαμπράκη στην τσιμεντένια όρθια πλάκα που φέρει το σύμβολο του «Συνδέσμου Μ. ΡΑΣΣΕΛ», δηλαδή τον αντεστραμμένο πύραυλο.

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 6 Οκτωβρίου το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, σε έγγραφό του προς την ΥΓΑ αναφέρει:

«1. Εις απάντησιν της υπ’ αριθ. 87262 από 22.9.1967 αναφοράς υμών γνωρίζομεν υμίν ότι, επί του εν περιλήψει θέματος
ο κ. Υπουργός έδωκε σχετικάς εντολάς προς τον κ. Αρχηγόν Αστυν. Πόλεων, αίτινες και θα διαβιβασθώσιν υμίν.
2. Αναφέρατε, εν καιρώ, αποτελέσματα των ενεργειών σας».

Το έγγραφο αυτό τυπική μόνο σημασία έχει καθώς ήδη ο αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων είχε διατάξει προφορικά την Ασφάλεια για το τι έπρεπε να πράξει, μεταφέροντας προφανώς προφορικά τις, επίσης, προφορικές διαταγές του υπουργού.

Η απόφαση να αφαιρεθεί η τσιμεντένια πλάκα από τον τάφο του Γρηγόρη Λαμπράκη είχε ληφθεί οριστικώς.

Από το σημείο αυτό και μετά ακολουθεί μια ευρύτατη κινητοποίηση κρατικών υπηρεσιών όπως: η Αστυνομία Πόλεων, η Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών, η Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφαλείας, η Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφαλείας και η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού και Νήσων (ΑΣΔΕΝ).

Σε ένα έγγραφο μάλιστα με ημερομηνία 17.10.1967, το οποίο στέλνεται στη Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφαλείας, την ΑΣΔΕΝ και άλλους αναφέρεται επί λέξει:

«Παρακαλούμεν όπως ενεργήσητε διά την απάλειψιν του ανωτέρω σήματος (σ.σ. του ‘‘Συνδέσμου Μ. ΡΑΣΣΕΛ’’),
προκαλούντος το δημόσιο αίσθημα και δηλωτικού των πολιτικών πεποιθήσεων του θανόντος».

Η βεβήλωση

Μετά την κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού, οι ανώτεροι του καθεστώτος αναμένουν αποτελέσματα.

Από τα έγγραφα που έχουμε στη διάθεσή μας φαίνονται μάλιστα ιδιαίτερα βιαστικοί.

Για παράδειγμα, στις 31.10.1967, ο αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων, έχοντας προφανώς σχετικές οδηγίες από το υπουργείο, με έγγραφό του προς την Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών ζητεί «όπως, εντός 5νθημέρου από της λήψεως της παρούσης αναφέρητε ανυπερθέτως τι ενεργήσατε εν προκειμένω».

Το ίδιο αίτημα θέτει με νέο έγγραφό του στις 13.11 και στις 15.11.1967.

Λίγες ημέρες αργότερα, όταν η δουλειά θα έχει γίνει θα λάβει ολοκληρωμένη αναφορά.

Την παραθέτουμε:

«Λαμβάνομεν την τιμήν, εις εκτέλεσιν ύπερθεν υμετέρων περί του εν περιλήψει αναφερομένου κομμουνιστικού συμβόλου να αναφέρωμεν ότι τούτο, από 22ας έως 22.30 ώρας της 18.11.1967, αφηρέθη υπό μικρού στρατιωτικού συνεργείου της ΑΣΔΕΝ τη συμπράξει Αξιωματικών οικείου Αστυν. Τμήματος και Παραρτήματος Ασφαλείας και αντί αυτού ετοποθετήθη εις την θέσιν του τάφου μαρμάρινος σταυρός, άνευ ουδεμιάς ενδείξεως.
Ήδη μετά την οριστικήν τακτοποίησιν του θέματος τούτου εναπομένει να εξετασθή παρά των αρμοδίων εάν, υπό τας παρούσας συνθήκας, είναι ανεκτή η παραμονή του τάφου εις οίαν ευρίσκεται θέσιν, δεδομένου ότι παρήλθεν 3ετία αφ’ ης ενεταφιάσθη ο νεκρός του περί ου πρόκειται βουλευτού κομμουνιστού.
Κατά την ημετέραν γνώμην δέον να ακυρωθή η υπ’ αριθ. 390/63 πράξις του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηναίων, (εγκριθείσα διά της υπ’ άριθ. 45813/12.6.63 αποφάσεως Νομάρχου Αττικής), δ’ ης παρεχωρήθη δωρεάν ΤΙΜΗΣ ΕΝΕΚΕΝ ο τάφος διά να ακολουθήση η διαδικασία της εκταφής κατά τα κεκανονισμένα. Σχετική η υπ’ αριθ. Πρωτ. 87262 Φ.20/Α/Ι/417 από 22.9.1967 αναφορά της υφ’ ημάς Υποδιευθύνσεως Γεν. Ασφαλείας υποβληθείσα υμίν διά της υπ’ αριθ. Πρωτ.19467Φ. 207 από 22.9.1967 όμοιας ημών.
Η μη εμπρόθεσμος υποβολή αναφοράς, εις εκτέλεσιν της ύπερθεν β Υμετέρας, οφείλεται εις το γεγονός ότι, εις τον παρ’ ημίν υπηρετούντα Αστυν.Β’ (8429) πκ. ΚΟΣΜΑΝ Αντώνιον-Προϊστάμενον του ΙΙου Εμπιστ. Γραφείου Επιτελείου της καθ’ ημάς Αστυν. Δ/νσεως, ερχόμενον εις τακτικήν επαφήν της ύπερθεν Στρατιωτικής Αρχής και Διοικητού Β’ Αστυνομικού Τμήματος, εδίδετο καθ’ εκάστην η διαβεβαίωσις ότι από στιγμής εις στιγμήν αναμένεται η αφαίρεσις του προαναφερθέντος συμβόλου, όπερ ηνάγκαζε ημάς να αναμένωμεν ούτως ώστε να αναφέρωμεν οριστικώς πλέον την λήξιν του εκκρεμούντος επί τόσον χρόνον θέματος τούτου.

Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΒΑΣ. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
Αστυν. Δ/ντης Α’».

Όπως φαίνεται από αυτή την αναφορά, τα όργανα της χούντας όχι μόνο αφαίρεσαν την πλάκα από τον τάφο του Γρ. Λαμπράκη, αλλά και τοποθέτησαν σταυρό «άνευ ουδεμιάς ενδείξεως». Δηλαδή κατέστησαν τον τάφο ανώνυμο.

Το θέμα που περιέχεται στην αναφορά και σχετίζεται με την πρόθεση των αρχών για εκταφή των οστών του Λαμπράκη έχει συνέχεια στην οποία και θα αναφερθούμε.

Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι στην εν λόγω αναφορά δίπλα από την πρόταση εκταφής αναγράφεται με μπλε στυλό:

«Συνεννόηση μετά του Δημάρχου. 28/11».

Η προσπάθεια εκταφής

Οι ενέργειες των αστυνομικών αρχών για την εκταφή των οστών του Γρ. Λαμπράκη κράτησαν περί το ένα εξάμηνο έως ότου υπάρξει κάποιο σαφές αποτέλεσμα για το τι έπρεπε να γίνει. Ο αστυνομικός διευθυντής που ανέλαβε την υπόθεση υπέβαλε σχετική αναφορά στον αρχηγό της Αστυνομίας Πόλεων στις 24 Ιουνίου του 1968 και γράφει σχετικά:

«Θέμα: ‘‘Εκταφή οστών τέως Βουλευτού Λαμπράκη”.

Λαμβάνω την τιμήν να υποβάλω προσηρτημένως τον υπ’ αριθ. 99/25/32 φάκελλον με τα της εν αυτώ Αλληλογραφίας και ν’ αναφέρω, εις εκτέλεσιν προφορικής διαταγής υμών, ότι μετά τηλεφωνικής επικοινωνίας μου, μετά του κ. Δημάρχου Αθηναίων και προσωπικής τοιαύτης, μοι διεβεβαίωσεν σήμερον ο κ. Δήμαρχος και ο Γεν. Δ/ντής Νεκροταφείων κ. Παναγόπουλος (τηλ. 522.595) ότι λήξαντος του χρόνου της εγκριθείσης δωρεάν ταφής του προρρηθέντος βουλευτού, ως και ετέρων προσώπων, θα ειδοποιούντο οι οικείοι τούτων εγγράφως, εντός τής σήμερον, διά την εκταφήν και τοποθέτησιν των οστών εις το Οστεοφυλάκιον, εις περίπτωσιν δε μη συμμορφώσεως οικογενείας τινός η εκταφή, μετά την εκπνοήν της ως άνω προθεσμίας, θα ενεργηθή υπό του Δήμου.

Παρακαλώ, όπως λάβητε γνώσιν και διατάξητε.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΚΑΡΠΑΣ
Αστυνομικός Δ/ντής Β’».

Στο έγγραφο αυτό, ο προϊστάμενος του συγκεκριμένου αστυνομικού διευθυντή έχει γράψει με κόκκινο στυλό: «ίδιον/Θα παρακολουθήση και αναφέρη οριστικώς ρύθμισιν του θέματος. 26/6».

Έναν χρόνο αργότερα, στις 19/6/1969 ο ίδιος αστυνομικός διευθυντής γράφει σε αναφορά του προς το αρχηγείο της Αστυνομίας Πόλεων:

«Λαμβάνω την τιμήν, εν συνεχεία προς την από 24.6.68 ομοίαν μου, περί του εν περιλήψει θέματος, ν’ αναφέρω ότι η ενέργεια του Δήμου Αθηναίων προς τον σκοπόν τούτον προσέκρουσεν εις επέμβασιν της Προεδρίας Κυβερνήσεως, ως και προφορικώς έχω αναφέρει και διά τούτο, καίτοι κατ’ επανάληψιν επεκοινώνησα προσωπικώς και τηλεφωνικώς με τον κ. Δήμαρχον και αρμόδιον Διευθυντήν κ. Παναγόπουλον, δεν επετεύχθη τακτοποίησις του θέματος, ως δε μοι εγνώρισε σήμερον ο ρηθείς κ. Παναγόπουλος, τεθέν υπ’ όψιν το θέμα τούτο προ τινών ημερών και πάλιν ενώπιον του κ. Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, τω εδόθη η απάντησις τακτοποιήσεως εν ευθέτω χρόνω.

Κατόπιν τούτου υποβάλλω τον σχετικόν υπ’ αριθ. Φ.99/25/8Ζ φάκελλον μετά της όλης αλληλογραφίας, ίνα διατάξητε σχετικώς.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΚΑΡΠΑΣ
Αστυν. Δ/ντής Α’».

Το εν λόγω έγγραφο συνοδεύεται με χειρόγραφο σημείωμα στο οποίο αναγράφεται:

«Ετέθη υπ’ όψιν του κ. Αρχηγού όστις διέταξεν όπως παρακολουθείται το θέμα.
21.6.69».

Είναι φανερό ότι στη συγκεκριμένη συγκυρία ο Παπαδόπουλος εμπόδισε την εκταφή των οστών του Λαμπράκη αντιλαμβανόμενος ότι το ζήτημα θα έπαιρνε μεγάλες διαστάσεις ιδιαίτερα στο εξωτερικό.

Συνεπώς το καθεστώς δεν είχε να κερδίσει τίποτα από μια τέτοια διεθνή αντίδραση στα πεπραγμένα του και μάλιστα σε βάρος ενός επιφανούς νεκρού. Δεν παραιτήθηκε όμως από την υπόθεση της εκταφής. Την άφησε για ευνοϊκότερες συνθήκες, οι οποίες δεν ήρθαν ποτέ.

Σε κάθε περίπτωση ο Γρ. Λαμπράκης ήταν ένας μεγάλος μπελάς για τη χούντα. Τον λογάριαζαν και τον φοβούνταν ακόμα και νεκρό.

Παρότι ο ίδιος δεν ήταν στη ζωή, παρέμενε ένα ζωντανό σύμβολο στον αγώνα για ειρήνη και δημοκρατία, όπως παραμένει και σήμερα.

 

Έρευνα-κείμενα-επιμέλεια: Γιώργος Πετρόπουλος, Νικόλας Ζηργάνος, Νίκος Χατζηδημητράκος, Κώστας Μανιμανάκης, Ελένη Κατσιγιάννη

 

Πηγή: efsyn.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας