Εργατικός Αγώνας

Άμεση αναγκαιότητα η επανασύσταση του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης

Γράφει ο Στωικός

Οι εκλογές στις 20 Σεπτέμβρη κατέδειξαν με μεγάλη καθαρότητα και σαφήνεια το πρόβλημα το οποίο εμφανίστηκε από τις αρχές της εκδήλωσης της οικονομικής κρίσης και υποβόσκει όλο αυτό το διάστημα, αλλά με διάφορους τρόπους αυτοί που είχαν τους λόγους τους να το κάνουν, προσπαθούσαν να το συγκαλύψουν και να το αποκρύψουν.

Ποιο είναι το πρόβλημα; Ότι οι δυνάμεις που με διάφορους τρόπους και από τη δική της σκοπιά η κάθε μία, προσπαθούσαν να εκφράσουν το ρεύμα της αντίστασης κατά της μνημονιακής λεηλασίας στην οποία υποβάλλεται ο λαός της χώρας τα τελευταία 5,5 χρόνια, απέτυχαν παταγωδώς στην προσπάθεια αυτή. Όχι μόνο δεν κατάφεραν να συνεγείρουν το λαό, να δημιουργήσουν ελπίδα και προσδοκία, ότι με την πάλη και τους αγώνες του, θα ήταν σε θέση να ανατρέψει τις βάρβαρες πολιτικές λιτότητας που διαλύουν τις κοινωνικές κατακτήσεις ενός ολόκληρου αιώνα, αλλά αποτελούν και οι ίδιες μέρος της κρίσης. Της πολιτικής κρίσης που διαπερνά σαν κόκκινη κλωστή το σύνολο του πολιτικού συστήματος και αυτού που έχει ταχθεί υπέρ των μνημονιακών επιλογών, αλλά και αυτού που – υποτίθεται – παλεύει για την ανατροπή τους. Το οποίο είναι πλήρως ενσωματωμένο στο αστικό πολιτικό σύστημα και ευρύτερα στο σύστημα καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Σε πολιτική κρίση –απόρροια της αντίστοιχης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης– δεν βρίσκονται μόνο ο νέος μνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι και οι ΑΝΕΛ. Σε βαθιά πολιτική κρίση βρίσκονται και το ΚΚΕ, η νεοσύστατη ΛΑΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες μικρότερες πολιτικές δυνάμεις στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς. Οι πολεμικές κραυγές για επίλυση της βασικής αντίθεσης, χωρίς τα «οπορτουνιστικά» σχήματα της μεταβατικής περιόδου, δεν μπορούν πλέον να αποκρύψουν την βαθιά ενσωμάτωση των πολιτικών αυτών σχηματισμών στο γενικότερο πλαίσιο της αστικής διαχείρισης.

Τα αποτελέσματα των εκλογών της 20ης Σεπτέμβρη, απλώς επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός προβλήματος τις ρίζες του οποίου βρίσκουμε στις αρχές της δεκαετίας του 90. Απότοκο και αυτό της στρατηγικής ήττας του σοσιαλισμού από το δυτικό ιμπεριαλισμό.

Εντοπίσαμε το πρόβλημα, κάτι που είναι σημαντικό. Αλλά δεν μπορούμε να μείνουμε εκεί. Πρέπει να προχωρήσουμε, να αναζητήσουμε τη λύση. Και η λύση δεν είναι άλλη από τη δημιουργία νέου κόμματος της εργατικής τάξης, μαρξιστικού–λενινιστικού, που θα μπει επικεφαλής του αγώνα του λαού για την απόκρουση της ιταμής επίθεσης που δέχεται από το δυτικό ιμπεριαλισμό και τους ντόπιους συνεργάτες του, προκειμένου να ανοίξει το δρόμο για την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας και του σοσιαλισμού.

Στο σημείο αυτό μια αναγκαία διευκρίνιση. Η πρόταση της δημιουργίας νέου επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης –αφού είναι κοινή διαπίστωση πλέον ότι η ηγεσία του σημερινού ΚΚΕ με τις τυχοδιωκτικές της πολιτικές επιλογές το έχει οδηγήσει σε βαθιά κρίση– δεν αποσκοπεί να λύσει τις ενδοαριστερές διαφορές. Η δημιουργία του κρίνεται αναγκαία προκειμένου να δοθεί απάντηση στο κρίσιμο πολιτικό πρόβλημα που κατατρύχει τους εργαζόμενους τα τελευταία χρόνια της κρίσης και της εφαρμογής των λαοκτόνων μνημονίων. Να μπει επικεφαλής της λαϊκής πάλης, να οργανώσει τη λαϊκή αντίσταση, να οδηγήσει τον οργανωμένο λαό σε σύγκρουση με τις δυνάμεις που καταδυναστεύουν τη ζωή του, το δυτικό ιμπεριαλισμό και τα ντόπια στηρίγματα του και να τον κατευθύνει στην νίκη.

Πολλοί το τελευταίο διάστημα μιλούν για την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου ΕΑΜ, ενός λαϊκού μετώπου που θα συσπειρώσει στις τάξεις του την πολύ μεγάλη πλειοψηφία του καταπιεζόμενου λαού και θα τον οδηγήσει σε μια νικηφόρα πορεία.

Ξεχνούν όμως όλοι αυτοί, ότι εμπνευστής, καθοδηγητής και αιματοδότης του ΕΑΜ ήταν το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, το οποίο, ακολουθώντας μια γνήσια λαϊκή, πατριωτική και διεθνιστική πολιτική, κατάφερε να δημιουργήσει το θαύμα της Εθνικής Αντίστασης.

Ένα τέτοιο λαϊκό, πατριωτικό και διεθνιστικό κόμμα χρειάζεται και σήμερα η ελληνική κοινωνία. Ένα κόμμα που θα αποτελέσει την μαγιά της δημιουργίας του λαϊκού μετώπου που θα ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με το διεθνή ιμπεριαλισμό (που ελέγχει ασφυκτικά την οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας) και θα γυρίζει σελίδα στην ιστορική της πορεία. Γιατί το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας, ένα μέλλον που σκιαγραφείται από τις σημερινές αντιθέσεις και αντιφάσεις της ελληνικής καπιταλιστικής κοινωνίας, δεν μπορεί παρά να είναι ο σοσιαλισμός.

 

Οι αιτίες της κρίσης και της πολιτικής ενσωμάτωσης

Η κρίση που παίρνει τη μορφή της πολιτικής ενσωμάτωσης στο αστικό πολιτικό σύστημα και διαπερνά το σύνολο της αριστερής αντιπολίτευσης, από το ΚΚΕ και τη ΛΑΕ ως την ποικιλώνυμη εξωκοινοβουλευτική αριστερά, έχει τις αιτίες της σε όλες εκείνες τις οπορτουνιστικές στρεβλώσεις της μαρξιστικής–λενινιστικής ιδεολογίας και πολιτικής πρακτικής που εμφανίστηκαν μαζί με το εργατικό κίνημα στις αρχές του 19ου αιώνα.

Κωδικοποιημένα μπορούμε να αναφέρουμε, ότι οι οπορτουνιστικές στρεβλώσεις των πολιτικών αυτών χώρων, αφορούν την στρατηγική και την τακτική του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και το μέγα θέμα της άρνησης της διπλής εξάρτησης της Ελλάδας από το δυτικό ιμπεριαλισμό.

Το οπορτουνιστικό ρεύμα που έχει κατακλύσει το σύνολο των αριστερών–κομμουνιστικών κομμάτων στην Ελλάδα –και όχι μόνο– αμφισβητεί ευθέως βασικές πλευρές της λενινιστικής θεωρίας για τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό, την οργάνωση του κόμματος της εργατικής τάξης, καθώς και την πολιτική και ιδεολογική του συγκρότηση.

Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει για πρώτη φορά. Όσα οπορτουνιστικά ρεύματα εμφανίστηκαν στην Ελλάδα και διεθνώς, ήρθαν σε ευθεία ρήξη με τη λενινιστική θεωρία του μονοπωλιακού ιμπεριαλισμού με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις το πάλαι ποτέ «ΚΚΕ εσ» στην Ελλάδα και το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού στη Δ. Ευρώπη.

Η αμφισβήτηση και σήμερα της λενινιστικής θεωρίας παράγει τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα. Οδηγεί τα κόμματα που πρεσβεύουν τα «νέα» αναθεωρητικά δόγματα σε κρίση και σε πολιτική ενσωμάτωση.

Στην Ελλάδα η λενινιστική θεωρία για την προλεταριακή επανάσταση (επίλυση των ώριμων επιμέρους αντιθέσεων, μέσα από την εφαρμογή μεταβατικών προγραμμάτων που να αντανακλούν τον κάθε φορά συσχετισμό των πολιτικών και κοινωνικών ταξικών δυνάμεων με τελικό βέβαια στόχο την επίλυση της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας) αμφισβητήθηκε από τους αρχειομαρξιστές που με επικεφαλής τον Π. Πουλιόπουλο άσκησαν κριτική στην απόφαση της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ -που συνήλθε στις 12 Γενάρη του 1934- η οποία καθόρισε τον χαρακτήρα και τις κινητήριες δυνάμεις της κοινωνικής επανάστασης στην Ελλάδα.

«Η Ολομέλεια διαπίστωσε ότι η Ελλάδα ανήκει στον τύπο των χωρών, που στο Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς χαρακτηρίζονται σαν «χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού… με σημαντικά υπολείμματα μισοφεουδαρχικών σχέσεων στην αγροτική οικονομία, με ορισμένο μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων, με όχι τελειωμένο ακόμα τον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό», ότι ανήκει στην κατηγορία εκείνων των χωρών για τις οποίες προβλέπεται «πορεία λίγο ή πολύ γρήγορου περάσματος της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική…».

Κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης θα ήταν η εργατική τάξη και οι φτωχομεσαίες μάζες της αγροτιάς στην πάλη κατά της αντεπαναστατικής αστικής τάξης, που θα υποστηριζόταν από τους πλούσιους αγρότες. Ηγεμόνας της επανάστασης, πιο πρωτόβουλη, δραστήρια καθοδηγητική δύναμη, ήταν το προλεταριάτο». (Ριζοσπάστης 12 Γενάρη 2002).

Αντιδρώντας στις θέσεις αυτές ο Π. Πουλιόπουλος έγραψε το βιβλίο «Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση;», υποστηρίζοντας τη θέση ότι σε μια Ελλάδα με ολιγομελή εργατική τάξη, πλημμυρισμένη από μικροαστικά στρώματα, η επανάσταση θα έπρεπε να ήταν σοσιαλιστική (οι αμαρτίες αυτές είναι αρκετά παλιές πριν τις ανακαλύψει η σημερινή οπορτουνιστική ηγεσία του ΚΚΕ). Τροτσκιστικής υφής είναι και οι θεωρίες αμφισβήτησης της λενινιστικής θεωρίας για την πολιτική–στρατιωτική–οικονομική εξάρτηση ( το 2016 συμπληρώνει 100 χρόνια από τη δημοσίευση του έργου «Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού) της συντριπτικής πλειοψηφίας των χωρών του πλανήτη από μια χούφτα ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Τη λενινιστική θεωρία της εξάρτησης, την πολέμησε λυσσαλέα η, προερχόμενη από την Β’ Πανελλαδική, ομάδα που από το 1982 εκδίδει το περιοδικό «Θέσεις» – (Μηλιός, Κυπριανίδης, Λαπατσιώρας).

Το περιοδικό στην αρθρογραφία του ασκεί σταθερά κριτική στη λενινιστική θεωρία της εξάρτησης, την οποία αμφισβητεί, υποστηρίζοντας τη θέση της «ιμπεριαλιστικής αλυσίδας», η οποία δεν απέχει και πολύ από τις απόψεις περί «ιμπεριαλιστικής πυραμίδας» που υποστηρίζει τα τελευταία χρόνια η ηγεσία του ΚΚΕ. Οι συμπτώσεις απόψεων ανάμεσα στους δύο χώρους είναι εντυπωσιακές, καθώς και οι δύο αρνούνται τη μεταβατική περίοδο και τα μεταβατικά αιτήματα, με την αιτιολογία ότι θολώνουν την προοπτική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Το οπορτουνιστικό μικρόβιο που κατατρώει το σώμα της εργατικής τάξης και του λαϊκού κινήματος, έχει αγκαλιάσει όλους τους χώρους της Αριστεράς.

Το 1997 το ΝΑΡ παρουσίασε τις θέσεις για τον «ολοκληρωτικό καπιταλισμό» σε ένα κείμενο 40.800 λέξεων (!)

Οι απόψεις για τον «ολοκληρωτικό καπιταλισμό» εμφανίστηκαν σε κύκλους διανοουμένων της Δ. Ευρώπης, οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως μαρξιστές. Οι εγχώριοι υποστηρικτές του «ολοκληρωτικού καπιταλισμού» όχι μόνο αρνούνται τη λενινιστική θεωρία της εξάρτησης, αλλά στο κείμενο του ΝΑΡ συναντάμε αντιεπιστημονικές, οπορτουνιστικές απόψεις που κατά καιρούς και με διαφορετικά πρόσωπα εμφανίζονται στο εργατικό κίνημα.

Με μια μαρξίζουσα γλώσσα, επιχειρούν να υποστηρίξουν τη θέση, ότι το ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού ξεπεράστηκε και ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 70, περάσαμε στο –τρίτο – στάδιο του «ολοκληρωτικού καπιταλισμού». Και που στηρίζουν οι γίγαντες της πολιτικής σκέψης τις θέσεις αυτές; Στο ότι σήμερα ο καπιταλισμός αποσπά υπεραξία και με απόλυτο τρόπο (επέκταση της εργάσιμης ημέρας) και με σχετικό ( αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας). Στο γεγονός ότι οι νέες τεχνολογίες οδηγούν στην ολοκληρωτική υποταγή της εργασίας στο κεφάλαιο, το οποίο επεκτείνει τους τομείς δράσης του σε όλους τους χώρους της κοινωνικής ζωής (ελεύθερος (;) χρόνος).

Και οι αλλαγές αυτές συνιστούν…πέρασμα του καπιταλισμού σε νέο στάδιο (!)

Κατά τα άλλα, η ομοιότητα των απόψεων με τους άλλους οπορτουνιστικούς χώρους (σημερινό ΚΚΕ, ομάδα περιοδικού «Θέσεις», τροτσκιστικές ομάδες) είναι καταπληκτική. Άρνηση του εξαρτημένου χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού, άρνηση μεταβατικής περιόδου και μεταβατικών στόχων, και πρόταξη της επίλυσης της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου–εργασίας.

Τελικά όλοι οι οπορτουνιστές τα ίδια λένε.

Το συγκεκριμένο κείμενο φιλοξενεί ένα πλήθος αντιμαρξιστικών απόψεων, ειδικά στα θέματα της κρίσης, όπου γίνεται αναφορά στη θεωρία της υποκατανάλωσης, τις κρίσεις υπερσυσσώρευσης (και όχι υπερπαραγωγής όπως είναι το σωστό) ενώ αποδίδει μονοσήμαντα την αιτία των καπιταλιστικών κρίσεων στη τάση του ποσοστού κέρδους να πέφτει. Ότι οι καπιταλιστικές κρίσεις του 20ου αιώνα, έχουν τροποποιηθεί, καθώς, ειδικά στην τελευταία, πλήγηκε, όχι τόσο ο παραγωγικός, αλλά κυρίως ο πιστωτικός τομέας, βρίσκεται έξω από την «μαρξιστική» τους προβληματική.

Τελικά τι είναι οι τυχοδιωκτικές θέσεις που υιοθέτησε σταδιακά στα τελευταία συνέδρια η ηγεσία του ΚΚΕ, παρά αναμάσημα οπορτουνιστικών απόψεων που υποστήριζαν και υποστηρίζουν περιθωριακές ομάδες στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς;  

 

Μακριά και πέρα από τις διαθέσεις της κοινωνίας

Ολοκληρώνουμε το άρθρο με τρεις παρατηρήσεις.

Πρώτο: η αντιπαράθεση αυτή δεν έγινε για να ξεκαθαρίσουμε τις ενδοαριστερές διαφορές. Κάτι δηλαδή σαν τις αντιπαραθέσεις των καλόγερων του Μεσαίωνα που φιλονικούσαν για το φύλο των αγγέλων.

Η αντιπαράθεση αυτή, αφορά την ίδια τη ζωή, την προοπτική των αγώνων της εργατικής τάξης, το αν το εργατικό κίνημα θα έρθει σε ρήξη ή θα ενσωματωθεί από τις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού.

Το να μην αποδέχεσαι τη θεωρία της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, σε μια εποχή, όπου, οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι καταστρέφουν λαούς και διαλύουν κράτη, σε μια περίοδο κατά την οποία το πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης, ακόμα και για να πάει στην τουαλέτα, ζητάει την άδεια από τον ανθύπατο της Μέρκελ, σημαίνει ότι είσαι έξω από τη ζωή, ότι δεν έχεις σχέση με την πραγματικότητα που σε περιβάλλει και ότι είσαι μακριά από τις ανάγκες και τα προβλήματα των εργαζομένων. Τι να περιμένει, αλήθεια, ο κόσμος από τέτοια κόμματα, που προσπαθούν να κρύψουν την αμηχανία τους, φωνάζοντας συνθήματα για μια φανταστική επανάσταση, η οποία θα ξεσπάσει σε ένα φανταστικό αύριο.

Δεύτερο: Πολλές φορές έχει γίνει συζήτηση και μέσα στον «Εργατικό Αγώνα» για το ζήτημα των συμμαχιών. Υπάρχουν σύντροφοι που διατυπώνουν το ερώτημα: «μόνοι μας θα πάμε; Δεν θα πρέπει να ανοιχτούμε και σε άλλους χώρους;». Δεν διαφωνούμε ότι πρέπει να συζητάμε με όλους. Αρκεί να έχουμε καθαρό, με ποιους συζητάμε, ή ότι μια ενδεχόμενη συμμαχία με τα κόμματα της «εδώ και τώρα» επανάστασης, αντί να μας οδηγήσει μπροστά, το πιο πιθανόν είναι ότι θα μας οδηγήσει στα έλη και τους βάλτους του οπορτουνισμού.

Η συζήτηση για τις πολιτικές συμμαχίες, πρέπει πάντα να έχει κοινωνικές αναφορές, να προωθεί την αναγκαιότητα της κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα πιο καταπιεσμένα μικροαστικά στρώματα. Διαφορετικά, τι νόημα θα μπορούσε να έχει;

Τρίτο: το χρωστάμε στον ελληνικό λαό, το χρωστάμε στους ήρωες του κομμουνιστικού κινήματος, στο τιμημένο ΚΚΕ που επί 80 χρόνια πάλευε χωρίς συμβιβασμούς κάτω από αντίξοες συνθήκες, να επανασυστήσουμε το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης. Το σημερινό κόμμα είναι τελειωμένο, πλήρως ενσωματωμένο στο σύστημα. Το να περιμένουμε θετικές εξελίξεις από τη βάση, αν στην αρχή ήταν μια βάσιμη προσδοκία, σήμερα μάλλον θα περιμένουμε μάταια.

Με δεδομένη την κρισιμότητα των στιγμών, απευθύνουμε έκκληση σε κάθε τίμιο αριστερό, σε κάθε κομμουνιστή που πονάει την υπόθεση του εργατικού και επαναστατικού κινήματος της χώρας να πάρει πρωτοβουλίες και να συστρατευτεί στην υπόθεση της επανασύστασης του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης. Της ικανής και αναγκαίας συνθήκης για να προχωρήσουμε μπροστά.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας