Εργατικός Αγώνας

Όταν το παρελθόν επιστρέφει ως μέλλον. Και τώρα τι γίνεται;

του Αλέκου Αναγνωστάκη.

Νέα κατάσταση: Η πολιτική ως πραγματικότητα και το ψέμα ως πολιτική

Με την ιδιαίτερης σημασίας δήλωση του Τσίπρα στη Βουλή πως «είχαμε αυταπάτες», δήλωση – απάντηση σε όσους μέσα και έξω από το ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζονται ότι μπορούν να κάνουν κάτι άλλο από την πλήρη υποταγή στη λογική της ΤΙΝΑ (δεν υπάρχει εναλλακτική λύση) και με τη δήλωσή του στο υπουργικό συμβούλιο πως «Δεν πετάμε στα σύννεφα, αλλά ήρθαν καλές ειδήσεις», η κυβέρνηση του ψέματος και της βίας πανηγυρίζει για τα κανιβαλικά μέτρα που φόρτωσε στις πλάτες του ελληνικού λαού.

 Τα μέτρα που υπερψηφίστηκαν από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, χωρίς μια διαμαρτυρία, “ούτε καν ένα δάκρυ” αφορούν:

 – τη νεοσυντηρητική αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος στην Ελλάδα,

– την επιδρομή στα «κόκκινα δάνεια», στα σπίτια δηλαδή και στις μικρές επιχειρήσεις των βιοπαλαιστών,

– την επιβολή στα λαϊκά εισοδήματα δέσμης επιπλέον φορολογικών επιβαρύνσεων,

– τα αβάσταχτα μέτρα σε βάρος των μεσαίων στρωμάτων (αγροτών, γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών) που στέλνονται σε μεγάλες εταιρείες ή στον Καιάδα.

 Τα μέτρα αυτά ακολούθησαν τις πρόσφατες τροπολογίες για την απαλλαγή των βιομηχάνων από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο και την απαλλαγή ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων από την καταβολή προηγούμενων προστίμων και λοιπών «επιβαρύνσεων», τη συγκρότηση από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ – ΣΕΒ του διαρκούς «Φόρουμ Βιομηχανίας», τη μορφοποίηση των μηχανισμών της σφοδρότερης ιδιωτικοποίησης – εκποίησης δημόσιας περιουσίας, τη συνεπαγόμενη πολιτική επιβράβευση της κυβερνητικής πολιτικής από το παραόργανο του Eurogoup.

  • Όλα μαζί τα μέτρα, προηγούμενα και πρόσφατα, κλείνουν ένα κεφάλαιο της πολιτικής και ταξικής αναμέτρησης, δημιουργούν μια νέα κοινωνική και πολιτική κατάσταση.

 Η υπερψήφισή τους συνιστά ήττα για το εργατικό κίνημα που οπισθοχωρεί μπροστά στις υπέρτερες «δυνάμεις του εχθρού» και την Αριστερά, η οποία αδυνατεί να βρει τον βηματισμό της.

 Τα μέτρα εκτινάσσουν την εκμετάλλευση των σύγχρονων κολασμένων, οδηγούν στην περαιτέρω φτωχοποίηση του εργαζομένου και άνεργου λαού και νεολαίας, στη βίαιη συρρίκνωση των μεσαίων στρωμάτων. Στη μόνιμη και επιπλέον, κατά 15–30 %, μετατόπιση προς τα κάτω, σε σχέση με τις μειώσεις ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Παπαδήμου, του βιοτικού επιπέδου των συνταξιούχων με την πατητή που δέχονται μέσω του τρόπου υπολογισμού των συντάξεων, των πραγματικών χρόνων εργασίας – ανεργίας και του ύψους των αποδοχών.

 Η πολιτική αυτή προστίθεται στη δραματική μείωση των εξόδων αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης με την καθήλωση των δημόσιων εκπαιδευτικών δαπανών για την Παιδεία στο 2,8 % (!) ΑΕΠ, τη διατήρηση της μείωσης-σοκ της δημόσιας δαπάνης για την υγεία πάνω από το 35% το χρονικό διάστημα 2009-2015.

 Προστίθεται στην απο-ασφάλιση των ελλήνων ανέργων και φτωχών, (3 εκατ. είναι ήδη οι ανασφάλιστοι), στο 1,3 εκατ. ανέργους, στα 6,3 εκατ. Έλληνες που βρίσκονται ήδη κάτω ή κοντά στο όριο της φτώχειας (τέταρτη χειρότερη θέση μεταξύ 35 χωρών του ΟΟΣΑ).

 Ο εναπομείνας και μεταλλαγμένος (μετά την αποχώρηση το καλοκαίρι 30.000 αγωνιστών) σε αριστερο-νεοφιλελεύθερο κόμμα ΣΥΡΙΖΑ, δεν περικόπτει μόνο μισθούς και κοινωνικές δαπάνες. Εξαιτίας αυτού του όποιου ιστορικού φορτίου που φέρει, το οποίο θέλουμε δεν θέλουμε συνδεόταν, μέχρι πρότινος, με τον ρεφορμιστικό βραχίονα της ελληνικής Αριστεράς και «τα κινήματα», επιφέρει ειδικό και σοβαρό πλήγμα σε αξίες, μεταλλάσσει αγωνιστές, σπέρνει απογοήτευση.

 Ειδική πλευρά αυτού του ζητήματος αποτελεί η κυβερνητική προπαγάνδα η οποία δεν έχει όρια στη διαστρέβλωση της πραγματικότητας ειδικά σε ό,τι αφορά την «υπεραπόδοση» της οικονομίας, τα ματωμένα «πρωτογενή πλεονάσματα», το διαρκές τσάκισμα του λαού.

 Την προωθούμενη πούρα νεοφιλελεύθερη, βαθιά αντιλαϊκή πολιτική από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τις κατά καιρούς κυβερνήσεις ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Παπαδήμου, στην οργάνωση της εργασίας (ύψος μισθών, ημερομισθίων και συντάξεων, ελαστικό ωράριο εργασίας, ατομικές ή επιχειρησιακές κατά βάση συμβάσεις εργασίας), στο ρόλο του δημόσιου τομέα (περιορισμένο και ιδιωτικοποιημένο το κοινωνικό του μέρος και ενισχυμένος ο κατασταλτικός και στρατηγικός–επιτελικός του ρόλος), θα έπρεπε κατά τους αστούς πολιτικούς «να την είχαμε μόνοι μας ανακαλύψει» και σε κάθε περίπτωση εφαρμόσει. Να θυμηθούμε για παράδειγμα τις δηλώσεις του κεντρικού τραπεζίτη Ντράγκι που συμπυκνώνουν και αποκαλύπτουν, άλλη μια φορά, την ουσία των εφαρμοζόμενων μέτρων: «Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα έχουν λίγη σχέση με το ευρώ. Σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις. Στην Ευρωζώνη η Ελλάδα μπορεί να το κάνει αυτό με τη στήριξη των εταίρων της». (Μ. Ντράγκι, «Bild» 28/4/2016).

Σε κάθε περίπτωση…

  • Οι «επάνω» έχουν στρατηγική και τακτική

 Οι «εταίροι», οι αστικοί μηχανισμοί και οι κυβερνώντες έχουν στρατηγική: Την ανάταση της βαθιά χτυπημένης κερδοφορίας και του ελληνικού κεφαλαίου. Έχουν επίσης σαφή τακτική. Η αστική τάξη εφαρμόζει από την αρχή – και συνεχίζει – την πολιτική συγκέντρωσης των δυνάμεων της με την άμεση παρουσία  ΕΕ, ΔΝΤ, ΕΚΤ (ευρώ) ώστε να αλλάξει καταθλιπτικά τους συσχετισμούς σε βάρος του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα και να περάσει την πολιτική της με τις λιγότερο δυνατές καθυστερήσεις και απώλειες.

 Οι απώλειες μπορεί να μην είναι – και δεν είναι – οι λιγότερες δυνατές, καθώς έχουν αλλάξει σε οκτώ χρόνια εφτά κυβερνήσεις, έχουν συρρικνωθεί βασικά κόμματα, μαζί και κόμματα του αστικού πάγκου, έχουν χρεοκοπήσει και εξαφανισθεί βασικά πουλέν της αστικής πολιτικής.

 Ωστόσο στο τέλος τα καταφέρνουν.

 ΣΕΒ και ΕΕ και αστικά κόμματα εκτίμησαν πως τα μέτρα μπορεί να περάσουν μόνο  σε συμμαχία και «με την στήριξη των εταίρων», της ΕΕ του ΔΝΤ και της ΕΚΤ(ευρώ). Οι έλληνες βιομήχανοι ειδικά, αλλά και λοιποί εκπρόσωποι της ελληνικής αστικής πολιτικής, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις, αποδέχτηκαν το σύνολο των πακέτων – και την παρουσία ΕΕ, ΕΚΤ(ευρώ) και ΔΝΤ – εν γνώσει τους πως θα πλήρωναν και σε υπεραξία και σε εθνική κυριαρχία.  Ακριβώς για να βγει ο ελληνικός καπιταλισμός από την βαθιά κρίση που έχει περιπέσει, να ανατάξει την σε πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα (ανάλογα της οικονομίας των ΗΠΑ) πεσμένη κερδοφορία του φορτώνοντας τα βάρη στις πλάτες του εργαζόμενου Λαού. 

 «Ως ο κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος των οργανωμένων ελληνικών επιχειρήσεων, ανακοινώνει αμέσως μετά τις εκλογές, ο ΣΕΒ θα είναι δίπλα στην κυβέρνηση…».  Ο δε πρόεδρος του ΣΕΒ Θ. Φέσσας σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt τον περασμένο Οκτώβρη τονίζει υποστηρικτικά: «Έχει (η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ) μια καθαρή εντολή από τους ψηφοφόρους. Η κυβέρνηση δείχνει πιο ενωμένη από ό,τι θα ήταν ίσως ένας ευρύτερος συνασπισμός». 

 Η όλη εξέλιξη δυσκολεύει τη ΝΔ και τον νεότερο Μητσοτάκη στην προώθηση της πολιτικής του «εδώ και τώρα εκλογές» και στην παρουσίασή του ως γνησιότερου και αποτελεσματικότερου εκφραστή της ίδιας πολιτικής.

 Ο Τσίπρας κατατροπώνει έτσι τον λαό και τον Μητσοτάκη ταυτοχρόνως. Και γι’ αυτό αισθάνεται χαρούμενος.

 Η αστική πολιτική λοιπόν ως εσωτερικό αναγκαίο συστατικό της είχε και έχει την πολιτική συγκέντρωσης και άμεσης παρουσίας των δυνάμεών της (τρόικα, κουαρτέτο, ΣΕΒ, κυβέρνηση).

  • Η Αριστερά τι έχει;

 Η Αριστερά και το εργατικό κίνημα όχι μόνο δεν έχουν ανάλογη πολιτική, αλλά εμφανίστηκαν και εμφανίζονται με διαφορετικά συλλαλητήρια ή και εσωτερικά διχασμένα μπλόκα, με διαφοροποιήσεις ακόμη και στους συντονισμούς πρωτοβάθμιων σωματείων και ομοσπονδιών.

 Λες και η μια πορεία με διακριτό μπλοκ, συνθήματα, και προκηρύξεις της κάθε συλλογικότητας, θα εμπόδιζε την ανεξάρτητη παρουσία της. 

 Για το πέρασμα των μέτρων, οι εκπρόσωποι και οι μηχανισμοί της αστικής πολιτικής, (κόμματα, ΣΕΒ, ΜΜΕ ινστιτούτα) οργανώνουν επίσης την ιδεολογική – θεωρητική τους επίθεση με κεντρικό επιχείρημα το «σε όλη τη μεταπολίτευση ζούσαμε σε μια ψευδαίσθηση με δανεικά που μαζί (άντε και άδικα) τα τρώγαμε» και υποβοηθητικό το «παράγουμε ελάχιστα, είμαστε χώρα υπηρεσιών». (Αν ζούσαμε σε μια ψευδαίσθηση ευμάρειας και παράγαμε ελάχιστα, αυτό που απομένει, εκεί οδηγούν τη σκέψη, είναι να ξαναμοιράσουμε το ελάχιστο, τη φτώχεια. Περίπου αυτό που γίνεται).

 Η μαχόμενη Αριστερά όφειλε να επικεντρώνει και να πολλαπλασιάζει τα θεωρητικά και ιδεολογικά, πρωτίστως αποδεικτικά, πυρά της στη βάση πως «τέτοιου είδους κρίσεις ξεσπούν ακριβώς στα ντουζένια του καπιταλισμού», ή πως «ο καπιταλισμός έχει πρόβλημα, το πρόβλημα είναι ο ίδιος» και ότι  «η ελληνική κρίση έσκασε σε μια ισχυρή οικονομικά χώρα μεσαίου επιπέδου».

 Ακόμη και ο κλασικός σοσιαλδημοκράτης, υποστηρικτής του «Ναι» στο δημοψήφισμα, καθηγητής Κ. Βεργόπουλος αγανακτεί και σημειώνει: «Στη διάρκεια της οκταετίας 2001-2008, (σ.σ. πριν το ξέσπασμα της κρίσης) με την οικονομία να καταγράφει μέση ετήσια αύξηση 4,2%, οι πραγματικές αμοιβές των εργαζομένων δεν αυξήθηκαν παρά μόνον με 1,74% μέσο ετήσιο ρυθμό, ενώ τα κέρδη του κεφαλαίου εκτινάχθηκαν με μέση ετήσια προσαύξηση 8%…»

 Κατά την ίδια περίοδο, η συνολική εθνική κατανάλωση ως ποσοστό του ΑΕΠ δεν αυξήθηκε, αλλά αντίθετα συμπιέστηκε από 63% σε 60%, ενώ παράλληλα οι ξέφρενες επενδύσεις σε κεφαλαιακούς εξοπλισμούς εκτινάχθηκαν από 19,8% του ΑΕΠ το 2000 σε 26% το 2008. Στο επίμαχο διάστημα, η Ελλάδα αναδείχτηκε πρώτη χώρα στην ευρωζώνη, όμως όχι βέβαια σε υπερκαταναλωτισμό, αλλά σε υπερεπενδύσεις και με ρυθμό 3,5 φορές ανώτερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο των εταίρων στο ευρώ.

 Κατά την κρίσιμη περίοδο που προηγήθηκε της σημερινής κρίσης, η Ελλάδα δεν υπήρξε καθόλου θύμα κάποιου υποθετικού υπερκαταναλωτισμού, αλλά κυρίως θύμα μιας «άγριας, αρπακτικής και αναρχούμενης» κεφαλαιοποίησης, που στη συνέχεια βρέθηκε απρόσμενα στο κενό με το ξέσπασμα της αμερικανικής και διεθνούς κρίσης από το φθινόπωρο του 2008».

 Αντ’ αυτού η μαχόμενη Αριστερά αναλώθηκε και αναλώνεται ανισότιμα σε ανούσιες εσωτερικές και εν πολλοίς τυφλές και αδιέξοδες (ενίοτε και μικροπρεπείς) εσωτερικές αντιπαραθέσεις.

 Oι εντυπωσιακού βαθμού – μέχρι παραλογισμού – διαφορές στην τακτική κομμάτων και ομάδων της μαχόμενης Αριστεράς, έχουν σαν αιτία: Τη διαφορετική και ομιχλώδη αντίληψη για τον στρατηγικό στόχο. Την αποστασιοποίησή τους από τα άμεσα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Το διαφορετικό «διάβασμα» της ιστορίας του εργατικού κινήματος, τη συντήρηση μύθων και την προσπάθεια μίμησής τους ή την υποτίμηση της ιστορίας – πέταμα του μωρού μαζί με τα απόνερα. 

  • Η αντιλαϊκή πολιτική δεν γνωρίζει ανάπαυλα

 Στο Eurogroup της 24ης Μαΐου, εκτός του νέου μνημονίου, θα υπάρξει κάποια αναφορά σχετικά με το χρέος.

 Να θυμίσουμε πως το χρέος ανήλθε στα 321 δισ. ευρώ ή στο 179% του ΑΕΠ στις 31/12/2015 σύμφωνα με τον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. (Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους) και παρά τις προβλέψεις της Κομισιόν (προέβλεπε ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα ήταν το 2012 στο 120% και το 2022 αρκετά κάτω από 110%, παραδοχή  πάνω στην οποία στηρίχτηκε και ολόκληρο το πρόγραμμα του PSI. Τώρα, σύμφωνα με τις δηλώσεις Μοσκοβισί στις 24/2/2016, ως βασικό σενάριο δέχεται  ότι ο δείκτης χρέους/ΑΕΠ θα φτάσει το 2020 στο 175%). Πάνω σε αυτό στηρίχτηκε το 3ο μνημόνιο.

 «Οι θεσμοί» αυτό που δείχνουν στη συγκυβέρνηση στο ζήτημα του χρέους είναι ένα κόκκαλο που να μπορεί να το γλείφει και να το επιδεικνύει στα κανάλια ως επιτυχία, και το οποίο διαρκώς απομακρύνουν. Γι’ αυτό το κόκκαλο πανηγυρίζει ο Τσίπρας και αυτό το κόκκαλο κρατά αρραγή την κοινοβουλευτική ομάδα αποκαλύπτοντας ξανά την πολιτική τους ποιότητα.

Το ενιαίο και αρραγές της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποκαλύπτει – όπως συχνά ανάλαφρα γράφεται και ανέξοδα λέγεται – ψευδαισθήσεις και φρούδες ελπίδες, αλλά αντιθέτως και πρωτίστως την οπισθοχώρηση του κινήματος.

Αρκεί να επαναφέρουμε στη μνήμη πως ανάλογα μέτρα με την εξαγγελία τους και μόνο επέφεραν ρωγμές τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και στη ΝΔ, ρωγμές – αποτέλεσμα της επίδρασης του τότε κινήματος.

Το επόμενο διάστημα και με τη λήψη νέων μέτρων θα οξυνθούν με δεδομένο πως από το σύνολο του χρέους μόνο  €25 δισ. έχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ τα 238,4 δισ ευρώ περιστρέφονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση (€142 δισ. το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), 52,9 δισ. τα κράτη της ευρωζώνης, 27 δισ. η ΕΚΤ).

Σε αυτό το ζήτημα ρυθμιστής θα είναι η αρχή πως «η οικονομία καθορίζει και η πολιτική αποφασίζει και αντεπιδρά στην οικονομία». Οι αποφάσεις δηλαδή θα είναι ένα μείγμα οικονομικής δυναμικής πραγματικότητας και πολιτικών επιδιώξεων.

Ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Στ. Ζάιμπερτ καθορίζει τα γενικά πολιτικά πλαίσια σε σχέση με το χρέος στο όνομα της ΕΕ: «Όλα έχουν εδώ και οκτώ μήνες αποσαφηνιστεί γραπτώς… το Γιούρογκρουπ επαναβεβαιώνει ότι ονομαστικό κούρεμα δημόσιου χρέους δεν είναι δυνατόν».

Αποκλείουν μάλιστα όχι μόνο τη μερική διαγραφή χρέους αλλά και το ενδεχόμενο μεταφοράς χρέους από το ΔΝΤ, ή την ΕΚΤ στον ESM. Ο Ντάισελμπλουμ επισήμανε ότι «κάτι τέτοιο θα αποτελούσε νέο πρόγραμμα, με νέα κεφάλαια από τον ESM και κατά συνέπεια θα συνοδευόταν από νέους όρους και προϋποθέσεις. Ο δε επικεφαλής του ESM, Κλ. Ρέγκλινγκ, απείλησε με τη δυνατότητα του μηχανισμού να κάνει άμεσα απαιτητά τα ποσά των δανείων που έχουν χορηγηθεί (θυμίζουμε ύψους περίπου στα 142 δισ. ευρώ), σε περίπτωση «αθέτησης» των υποχρεώσεων της ελληνικής κυβέρνησης προς το ΔΝΤ. 

Αυτό που υπόσχονται είναι μια ασαφής επιμήκυνσης της περιόδου χάριτος και πιθανόν της περιόδου αποπληρωμής, χαμηλότερο ίσως επιτόκιο και ίσως, με μηδαμινές πιθανότητες, τη μετατροπή των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά.

Δηλαδή την αποπληρωμή, μετά τις οβιδιακές μεταμορφώσεις των Τσίπρα[i] και λοιπών, όλου του δανείου – και με τους τόκους – σε συνδυασμό με την καταλήστευση της δημόσιας περιουσίας και τη δημιουργία ενός «επενδυτικού περιβάλλοντος» πρωτοφανούς εκμετάλλευσης των εργατών στην 38η σε παγκόσμια κατάταξη ελληνική αγορά και  οικονομία.  

Σημειώνουμε πως το Eurogroup στην τελευταία παράγραφο της ανακοίνωσης του μετά τη συνεδρίαση της προηγούμενης Δευτέρας 9.5.2016, προαναγγέλλει νέο μνημόνιο (Memorandum of Understanding, Μνημόνιο Κατανόησης, MoU [ii]), που θα συμπεριλάβει την λίστα προαπαιτούμενων δράσεων, καθώς και την έκθεση συμμόρφωσης για την πρώτη αξιολόγηση: «καλεί τους θεσμούς και τις ελληνικές αρχές να ολοκληρώσουν τις επόμενες ημέρες τις τεχνικές διεργασίες σχετικά με τη συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο πάνω στην πρώτη αξιολόγηση, συμπεριλαμβανομένου του μηχανισμού επείγουσας επέμβασης. Σε αυτό το πλαίσιο το Eurogroup προσβλέπει να λάβει άμεσα το προσχέδιο ενός πρόσθετου μνημονίου κατανόησης».

Στο επερχόμενο τέταρτο μνημόνιο που έρχεται θα εσωτερικεύεται η μέχρι τώρα πολιτική και θα αφήνεται ανοικτό το ζήτημα νέων μέτρων με τον πανταχού και πάντα παρόντα «αυτόματο κόφτη δημόσιων δαπανών».

Στο νέο μνημόνιο θα παίρνουν σειρά το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων, του συνδικαλιστικού νόμου αλλά και νέων περικοπών, μέσω της πολιτικής των μηδενικών ελλειμμάτων στα ταμεία και την αβεβαιότητα στη χρηματοδότηση του νέου υπερταμείου ασφάλισης ΕΦΚΑ (“Ενιαίος Φορέας Κύριας Ασφάλισης”).

Επομένως, καμιά καθυστέρηση δεν πρέπει να υπάρξει στην οργάνωση της πάλης απέναντι στην υλοποίηση των μέτρων που ψηφίστηκαν αλλά και στα επερχόμενα, με έγκαιρη προετοιμασία και προσανατολισμό στους χώρους εργασίας, με σταθερό το μέτωπο στην εργοδοσία και στην κυβερνητική πολιτική.

  • Να ξανασχεδιάσουμε την πολιτική μας

 Εντός αυτής της κίνησης και μ’ αυτό το πνεύμα χρειάζεται να οργανωθεί συλλογικά η συζήτηση για τον απολογισμό της συγκλονιστικής πενταετίας 2010-2015 από τη σκοπιά των αναγκαίων συμπερασμάτων για την επόμενη μέρα.

 Ώστε όχι μόνο να αποφύγουμε τον ορατό κίνδυνο της μόνιμης οπισθοχώρησης  και της μετατροπής των διαδοχικών πολιτικών και κινηματικών ηττών σε μια νέα ιστορική στρατηγική ήττα, αλλά να αποδείξουμε πως το πράγμα μπορεί να πάει αλλιώς.

 Να ξαναδούμε τα συνθήματα, τα αιτήματα, τη μετωπική πολιτική του ίδιου του κινήματος, ώστε να επιβληθεί όχι κάποια θολή – ανύπαρκτη στην πράξη – ανατροπή, αλλά η ανατροπή που θα έχει ουσιαστικό και βαθύ αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα και περιεχόμενο.

  • Να ενισχύσουμε την αυτοτελή παρουσία της επαναστατικής Αριστεράς όχι για να χωρίσουμε αλλά για να ενώσουμε

 Να ενισχύουμε την προσπάθεια διαρκούς σύγκλισης και μετασχηματισμού των μαχόμενων δυνάμεων της Αριστεράς, επαναστατών και αγωνιζόμενων μεταρρυθμιστών, με τη δημιουργία μορφών συσπείρωσης, διαλόγου και δράσης σε μια άμεσα συμπαράταξη μάχης.

 Όχι για να διαχυθούμε σε αυτές αλλά – ως καθοριστικό – για να ενισχύεται ο προγραμματικός λόγος και η συνολική προσπάθεια όσων στρατεύονται κάτω από ένα συγκεκριμένο και στέρεο σύγχρονο κομμουνιστικό βηματισμό. Να δημιουργούνται και να αναγεννώνται οι θεωρητικοί, πολιτικοί και κινηματικοί όροι για μια βαθιά προγραμματική, αυτοτελή μετωπική και κινηματική αναγέννηση της Αριστεράς και του κινήματος.

Με σταθερή την αντίληψη πως η  επίδραση της εργατικής πολιτικής στον λαϊκό κόσμο και στις γραμμές ρεφορμιστικών κομμάτων (ακόμη και αστικών) γίνεται με την ανεξάρτητη πολιτική παρουσία και την αυτοτέλεια της εργατικής πολιτικής στους χώρους δουλειάς και στη γειτονιά και την ταυτόχρονη σταθερή και δημόσια εκφρασμένη επιδίωξη ενωτικής μετωπικής δράσης και συγκρότησης συμμαχιών σε όλα τα επίπεδα. 


[i] Α. Αναγνωστάκης, 15 Φεβρουαρίου 2015: Προσχώρηση ΣΥΡΙΖΑ στη “γραμμή Γιούνκερ” –  Εφημερίδα ΠΡΙΝ

[ii] (The Eurogroup calls upon the institutions and the Greek authorities to complete in the coming days the technical work on the staff level agreement on the first review, including the contingency mechanism. In this context, the Eurogroup looks forward to receive rapidly the draft supplemental MoU, including the final full list of prior actions, as well as the compliance report for the first review).

 

Πηγή: kommon.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας