Εργατικός Αγώνας

Κάποιος να (τους) πάρει τη μπάλα!

Γράφει ο Γιώργος Αθανασίου.

Αποτελεί παράδοση για κάθε κυβέρνηση να αναθέτει το αρμόδιο για τον Αθλητισμό υφυπουργείο σε ανθρώπους παντελώς άσχετους με τον αθλητισμό. Άλλοτε για να τακτοποιηθούν αδέλφια των πρωθυπουργών, άλλοτε για να βολευτούν όσοι δεν κατάφεραν να πάρουν «πρώτης γραμμής» υπουργείο κι άλλοτε για να εξυπηρετηθούν κάποια συμφέροντα εταιριών. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις να αναλαμβάνουν το υφυπουργείο άνθρωποι από τα σπλάχνα του αθλητισμού είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.

Η «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνηση Τσίπρα δεν έσπασε αυτό τον κανόνα αναθέτοντας το υφυπουργείο Αθλητισμού στον δικηγόρο Σταύρο Κοντονή. Ενάμισι χρόνο τώρα, η επιλογή της μπορεί να χαρακτηριστεί από «άστοχη» (στην καλύτερη περίπτωση) ως «επικίνδυνη». Γιατί το πρόσωπο που η κυβέρνηση έχρισε υφυπουργό Αθλητισμού μέσα σ’ αυτό το διάστημα έχει κάνει τα πάντα για να τινάξει στον αέρα το χώρο. Κι αν η ανύπαρκτη στήριξη στο στίβο και το λεγόμενο «ερασιτεχνικό» αθλητισμό εμπίπτει στις μνημονιακές περικοπές κονδυλίων, τι να πει κανείς για το χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού; Εκεί επικρατεί το πλήρες μπάχαλο.

Ο υφυπουργός επικαλείται την πάταξη της οπαδικής βίας ως βάση για την επιβολή των ιδιόρρυθμων (στην καλύτερη περίπτωση) απόψεών του περί εξυγίανσης. Μόνο που το κάνει κατά το δοκούν καθώς τα μέτρα που εξαγγέλλει δεν εφαρμόζονται για τα ίδια αδικήματα σε όλα τα αθλήματα. Το υφυπουργείο δεν εφαρμόζει τις ποινές για τη βία που ασκείται σε αγώνες μπάσκετ της Α1. Πολύ περισσότερο, «δεν ξέρει τίποτα» για την οπαδική βία σε αγώνες μπάσκετ γυναικών (εκτεταμένα επεισόδια στη Λευκάδα πριν λίγους μήνες), σε αγώνες γυναικείου βόλεϊ κι αλλού.

Αποκλειστικό «γήπεδο» εφαρμογής των διατάξεων περί βίας και προνομιακός χώρος «δράσης» του Στ. Κοντονή είναι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Μα κι εδώ τα πράγματα εφαρμόζονται με ανισορροπία. Για το ίδιο παράπτωμα (είσοδος χούλιγκανς στον αγωνιστικό χώρο) μια ομάδα (Παναθηναϊκός) τιμωρείται με πρόστιμο, αφαίρεση βαθμών, υποχρέωση να αγωνιστεί χωρίς οπαδούς και κλείσιμο οπαδικής θύρας κι άλλη (ΠΑΟΚ) πέφτει στα μαλακά. Όλα αυτά δημιουργούν στους στρατούς των ομάδων το αίσθημα της αδικίας και δίνουν μια τέλεια δικαιολογία για τη συνέχιση των χουλιγκανισμών.

Μέχρι εδώ θα έλεγε κανείς πως ο βίος κι η πολιτεία του Στ. Κοντονή στο αρμόδιο υφυπουργείο δε διαφέρει από αυτούς των προκατόχων του που έγιναν «αρμόδιοι επί του Αθλητισμού» στου «κασίδη το κεφάλι». Όμως, ο «πρώτη φορά αριστερά» υφυπουργός έχει δια νόμου αναγορεύσει τον εαυτό του ως αθλητικό όργανο (εκτός των θεσμοθετημένων). Έτσι, ο ίδιος μπορεί να επικυρώσει, να ακυρώσει, να αυξομειώσει μια ποινή ή να βάλει και δική του πέρα από κείνη των θεσμοθετημένων οργάνων.

Όμως οι ετσιθελικές ενέργειες του υφυπουργού δε σταματούν στην επιβολή ποινών. Ο Στ. Κοντονής χρησιμοποιεί το Ν. 4049/2012 ως το υπέρτατο όπλο για να «κόβει τη μπάλα» όποτε εκείνος το επιθυμεί. Ο νόμος αυτός δίνει το δικαίωμα στον υφυπουργό να διακόψει τη διεξαγωγή του πρωταθλήματος ή του κυπέλου όποτε «θεωρείται ότι ανακύπτουν σοβαροί λόγοι προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και εγείρονται ζητήματα πιθανολογούμενης διασάλευσης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης». Για να το κάνει, απαιτείται εισήγηση της Διαρκούς Επιτροπής Αντιμετώπισης της Βίας (ΔΕΑΒ) και της ΕΛΑΣ. Στην 20μηνη διάρκεια της θητείας του, ο Στ. Κοντονής διακόπτει τις ποδοσφαιρικές διοργανώσεις με συχνότητα τριμήνου. Και πάντα η ΕΛΑΣ και η ΔΕΑΒ του προσφέρουν το άλλοθι που χρειάζεται. Δε γνωρίζουμε αν στους οργανισμούς αυτούς ασκούνται άνωθεν πιέσεις να εκδώσουν βολικές ανακοινώσεις ή αν μόνες τους διαπιστώνουν την «έξαρση της βίας» όποτε αυτό βολεύει τον Στ, Κοντονή. Στη δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να εξηγήσουν πειστικά στην κοινή γνώμη γιατί «ανακύπτουν σοβαροί λόγοι προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και εγείρονται ζητήματα πιθανολογούμενης διασάλευσης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης» για μερικές εβδομάδες και πώς αυτοί οι λόγοι παύουν να «ανακύπτουν» μετά τη λήξη της περιόδου που θέλει ο υφυπουργός.

Πρόσφατα η «Αγία Τριάδα» (ΕΛΑΣ, ΔΕΑΒ, υφυπουργός) ξαναχτύπησε αναβάλλοντας για δυο εβδομάδες την προγραμματισμένη έναρξη του πρωταθλήματος της Σούπερ Λίγκας. Γι’ αυτή την αναβολή, δε θα αναφερθούμε στις αιτιάσεις των ΠΑΕ, των συνδρομητικών καναλιών, των εταιριών στοιχήματος ή των ανθρώπων που ζουν από το ποδόσφαιρο. Δεν είμαστε απολογητές τους. Ως φίλαθλοι, όμως, θα παρατηρήσουμε απλά πως η βία δεν είναι καιρικό φαινόμενο να έρχεται με τα μελτέμια και να φεύγει όποτε μπαίνει ο Σεπτέμβρης. Ή υπάρχει και πρέπει να παρθούν σοβαρά μέτρα προστασίας ή δεν υπάρχει (τουλάχιστο στο βαθμό που λένε) και τότε απλά χρησιμοποιείται ως όπλο στον πόλεμο του Στ. Κοντονή με πολιτικούς, οικονομικούς ή αθλητικούς αντιπάλους του ή στον πόλεμο μεταξύ συμφερόντων στον οποίο ο Κοντονής δεν φαίνεται καθόλου ουδέτερος.

Οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» ξέρουν πως μια τέτοια διαμάχη συμφερόντων μαίνεται χρόνια τώρα για τον έλεγχο των οργάνων και των επιτροπών του ποδοσφαίρου. Το δίκαιο ή το άδικο των αντιμαχόμενων πλευρών δεν είναι ο σκοπός αυτού του άρθρου. Υπάρχουν θεσμικά όργανα (FIFA, UEFA) ή δικαστικά μέσα για να αποδειχθεί. Ο ρόλος του υφυπουργού είναι εκείνος του ρυθμιστή κι όχι του συνήγορου της μιας ή της άλλης πλευράς. Και σε καμιά περίπτωση δε μπορεί να «κόβει τη μπάλα» ως μέσο πίεσης. Αυτά θα μπορούσαν ίσως να συμβούν στην εποχή του Ίντι Αμίν Νταντά, αλλά είναι δυνατό να συμβαίνουν από ένας στέλεχος της «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνησης;

«Ρε φίλε, δε βλέπεις τα οικονομικά χάλια του λαού, με το τόπι ασχολείσαι;» θα μπορούσε να προτάξει κάποιος. Θα είχε δίκιο από την άποψη πως μπροστά στα δεινά που έφεραν στο λαό οι μνημονιακές κυβερνήσεις με πιο πρόσφατη την «πρώτη φορά αριστερά», η αναβολή του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου είναι σταγόνα στον ωκεανό. Ωστόσο, το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και τα άλλα αθλήματα είναι ένα αποκούμπι, μια παρηγοριά, ένα ωριαίο διάλειμμα από την καθημερινή κατάθλιψη που προκαλεί η μνημονιακή ανέχεια. Δε γνωρίζουμε αν το ποδόσφαιρο έχει αντικαταστήσει τη θρησκεία ως «όπιο του λαού», όπως ισχυρίζονται οι παραπάνω. Γνωρίζουμε όμως –και πολλοί θα εκπλαγούν μαθαίνοντας το- πως κάποιοι χαμηλόμισθοι ή άνεργοι στερούνται βασικά είδη προκειμένου να εξοικονομήσουν λίγα ευρώ για το γήπεδο ή ακόμα λιγότερα για ένα καφενείο με συνδρομητική απλά για να ξεχαστούν για λίγο επευφημώντας την ομάδα τους. Κι αυτή τη θυσία τους κανένας παράγοντας και κανένας υφυπουργός δε μπορεί να την πετά στα σκουπίδια για να κάνει το κέφι του.

Δε ξέρουμε αν ο Στ. Κοντονής είναι ένας δον Κιχώτης που παλεύει τις αλήθειές του με λάθος τρόπο ή ένας δικτατορίσκος που τρελαίνεται να αποφασίζει και να διατάζει. Αυτό που ξέρουμε είναι πως είναι ο πλέον ακατάλληλος άνθρωπος γι’ αυτή τη θέση. Θυμίζει εκείνα τα κακομαθημένα άμπαλα πλουσιόπαιδα που ως μπόμπιρες τα παίρναμε στις αυτοσχέδιες ομάδες της γειτονιάς μόνο και μόνο επειδή η μπάλα τούς ανήκε κι όταν κάτι τα δυσαρεστούσε μας απειλούσαν πως «θα πάρω τη μπάλα μου και θα φύγω».

Όμως, ο αρμόδιος για τον Αθλητισμό κυβερνητικός παράγοντας δε μπορεί να απειλεί τους φιλάθλους ότι «θα πάρω τη μπάλα μου και θα φύγω». Γι’ αυτό κάποιος οφείλει να του πάρει τη μπάλα από τα χέρια πριν είναι πολύ αργά. Κι αυτός είναι ο πολιτικός του προϊστάμενος. Αν δεν το κάνει, σημαίνει απλά πως τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι «εκκεντρικότητα» αλλά ένα κομματικό σχέδιο για να δείξει η κυβέρνηση «πυγμή» εκ του ασφαλούς και να κρατά διαρκώς αποπροσανατολισμένη την κοινή γνώμη από τα μεγάλα της προβλήματα. Και τότε οφείλει κάποιος «να πάρει τη μπάλα» συνολικά από τα χέρια αυτής της κυβέρνησης. Κι αυτός ο κάποιος είναι ο λαός.

Αλλά, αυτή η ανάλυση ξεπερνά τις δυνατότητες ενός αθλητικογράφου. Είναι έμπνευση για πολιτική αρθρογραφία. Και, κυρίως, για πολιτικούς αγώνες.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας