Εργατικός Αγώνας

Ο Τσίπρας συνθηκολόγησε. Το οφείλουμε στην Ελλάδα να το παραδεχτούμε.

του Joshua Tartakovsky

Την περασμένη Πέμπτη, η ελληνική κυβέρνηση εκπροσωπούμενη από τον Αλέξη Τσίπρα παρέδωσε την τελική της πρόταση προς την Τρόικα.

Σε αντάλλαγμα για ένα πακέτο διάσωσης ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ για τα επόμενα τρία χρόνια και μια βραχυπρόθεσμη οικονομική γέφυρα, ο Τσίπρας συμφώνησε σε σημαντικές περικοπές, αυξήσεις στον ΦΠΑ, που θα επηρεάσουν αρνητικά τους περισσότερους Έλληνες, και περικοπή των συντάξεων που έχουν ήδη μειωθεί κατά 50% από το πρώτο πακέτο διάσωσης.

Μόλις έξι ημέρες πριν, την περασμένη Κυριακή, το 61% του ελληνικού λαού ψήφισαν για την αξιοπρέπειά του και ενάντια στη συνθηκολόγηση με την Τρόικα, παρά το γεγονός ότι είχε βρεθεί κάτω από οικονομική πολιορκία και οικονομικό εκβιασμό.
Η πλειοψηφία του ελληνικού λαού ψήφισε κατά της πρότασης που θα έκοβε 8 δις ευρώ από τα δημοσία ταμεία.
Τώρα ο Τσίπρας πρόσφερε στο Γιούρογκρουπ 13 δις σε μια νέα πρόταση.
Μένει να δούμε αν η γερμανική Bundestag θα αποδεχθεί αυτή την συνθηκολόγηση.
Σε ό,τι αφορά τον Τσίπρα, όμως, η απόφαση έχει ληφθεί. Πολλοί άνθρωποι στη διεθνή Αριστερά φυσικά πρόσκεινται φιλικά στον ΣΥΡΙΖΑ και στον Αλέξη Τσίπρα. Καταλαβαίνουν την τεράστια πίεση κάτω από την οποία βρέθηκε και σέβονται το γεγονός ότι κατάφερε να πάρει μια σκληρή διαπραγματευτική θέση με την Τρόικα εντελώς μόνος του.
Ωστόσο, αυτό που αδυνατούν να κατανοήσουν είναι ότι ο Τσίπρας δεν είναι η Ελλάδα, και ο Τσίπρας δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η τελευταία πρόταση δεν μπορεί να οριστεί ως οτιδήποτε άλλο, πέρα από συνθηκολόγηση. Αυτό οφείλεται στο απλό γεγονός ότι έχει ως συνέπεια σημαντικές περικοπές στις συντάξεις και αύξηση του ΦΠΑ, ενώ η Ελλάδα θα μειώσει κατά 13 δις τον προϋπολογισμό της, κάτι που είναι πολύ περισσότερο από τα αρχικά 8 δις που απέρριψε ο ελληνικός λαός. Αυτό δεν είναι μια απλή συνθηκολόγηση, αλλά ποδοπάτημα των αποτελεσμάτων του ελληνικού δημοψηφίσματος και της βούλησης του λαού. Η Γερμανία δήλωσε ότι θα εξετάσει το ενδεχόμενο κάποιου είδους ελάφρυνσης του χρέους, αλλά τους τελευταίους μήνες έχει γίνει ξεκάθαρο ότι οι νεοφιλελεύθερες προθέσεις λιτότητας της Γερμανίας σχετικά με τις νότιες χώρες της Ευρώπης όχι μόνο δεν έχουν εξαλειφθεί αλλά έχουν ενταθεί. Η νέα πρόταση Τσίπρα ενέχει τη δυνατότητα να διασπάσει το κόμμα στο εγγύς μέλλον.
Ο υπουργός Ενέργειας Παναγιώτης Λαφαζάνης, ο οποίος υποστήριξε την Έξοδο (από το ευρώ) το συντομότερο δυνατό, μπορεί να παραιτηθεί, εάν η πρόταση παραμείνει αμετάβλητη. Οι βουλευτές Κώστας Λαπαβίτσας και Θανάσης Πετράκος και άλλα πρόσωπα όπως το μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ Σόφη Παπαδογιάννη που έγραψε μια επιστολή προς τον Τσίπρα στην οποία αναφέρει ότι «η έξοδος από την ευρωζώνη υπό τις παρούσες συνθήκες είναι δύσκολη, αλλά μια ρεαλιστική διαδικασία που θα επιτρέψει στη χώρα να ακολουθήσει μια διαφορετική πορεία, μακριά από εκείνη με τα μη αποδεκτά προγράμματα που μιμούνται την πρόταση Γιούνκερ». Καλούν για μεταρρύθμιση των τραπεζών, τερματισμό της λιτότητας, έξοδο από το ευρώ και αθέτηση του χρέους. Αντί να δώσει σημασία στην έκκλησή τους και να εκμεταλλευτεί την εντυπωσιακή δυναμική που απέκτησε η περιφρόνηση της Τρόικας από το δημοψήφισμα της Κυριακής, ο Τσίπρας έδωσε μια “Μπλερική|” απάντηση. «Ανάμεσα σε μια κακή και μια καταστροφική επιλογή, είμαστε αναγκασμένοι να επιλέξουμε την πρώτη», είπε. «Δεν είναι εύκολο, αλλά πρέπει». Ο Τσίπρας είπε ότι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εγκρίνουν την πρόταση. Κάποιοι μπορεί να υποστηρίξουν ότι είναι άδικο να περιμένουμε από τον Τσίπρα να βγει από το ευρώ. Αυτό οφείλεται στην τεράστια πίεση που αντιμετώπισε με δεδομένο ότι δεν θα μπορούσε να αναγκάσει το ελληνικό κοινό να εγκαταλείψει το ευρώ παρά τη θέλησή του. Πράγματι, οι περισσότεροι Έλληνες αντιτίθενται λιτότητας την ώρα που υποστηρίζουν την παραμονή στο ευρώ, ίσως για συναισθηματικούς λόγους και το κύρος που πιστεύουν ότι προσφέρει. Εδώ, όμως, έγκειται το σφάλμα εκείνων που δικαιολογούν τον Τσίπρα σε αυτόν τον τομέα. Ο στόχος ενός πραγματικού ηγέτη είναι να εκφράσει νέες πιθανές προοπτικές και να δείχνει στο λαό νέους ορίζοντες με στόχο να τον εμπνεύσει και να κερδίσει την υποστήριξη του. Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες ακολούθησε αυτή την πολιτική: να είναι διαφανής και σαφής με το λαό ως προς το τι διακυβεύεται. Ο στόχος ενός πραγματικού ηγέτη είναι να μην επιτρέψει στον κόσμο να τον παρασύρει προς τα κάτω την ώρα που τον κρατά στο σκοτάδι σχετικά με το τι θα σήμαιναν τα σχέδια του.
Είναι σαφές, ωστόσο, ότι όσο η Ελλάδα παραμένει στο ευρώ, ποτέ δεν θα καταφέρει να πληρώσει το χρέος και η οικονομία της δεν πρόκειται ποτέ να ανακάμψει. Ηγεσία δεν σημαίνει να αποδέχεσαι μια τέτοια τραγική και φθίνουσα πορεία της ονομαστικής αξίας και να μην προβάλλεις αντίσταση στο πέρασμά της. Γι’ αυτό η πορεία του Τσίπρα στέλνει ένα διπλό μήνυμα. Πρώτα απ’ όλα, ότι, παρά το «Όχι» του λαού στο δημοψήφισμα και την ισχυρή θέση που απέκτησε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, η κατάληξη ήταν ότι πρέπει να υπάρξει συνθηκολόγηση. Αυτό στέλνει το αλάνθαστο μήνυμα ότι η αντίσταση είναι μάταιη. Ακριβώς επειδή ο Τσίπρας αναμφισβήτητα προσπάθησε και απέτυχε, η συνθηκολόγησή του όχι μόνο αποθαρρύνει τους υπόλοιπους Έλληνες να επιδιώξουν έναν άλλο δρόμο πέρα από τη λιτότητα, αλλά διαφθείρει και κόμματα σε όλη την ήπειρο, όπως οι Podemos που μπορεί να έχουν πιο θαρραλέες φιλοδοξίες. Δεύτερον, με τη μη ενημέρωση του λαού σχετικά με τις δυνατότητες της Εξόδου, ή, τουλάχιστον, με το να μην είναι ειλικρινής για το γεγονός ότι η οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει στο πλαίσιο λιτότητας, ο Τσίπρας πρόδωσε την εμπιστοσύνη του λαού που τάχθηκε στο πλευρό του. Υποτίθεται ότι θα τον οδηγούσε, όχι ότι θα παρασυρόταν από τις περιστάσεις.
Η πρόσφατη αναδίπλωση του Τσίπρα δεν μου προκαλεί καμιά έκπληξη. Την 1η Απριλίου του 2015, πήρα συνέντευξη από τον Δημήτρη Καζάκη, έναν ηγέτη της αντιπολίτευσης και σοσιαλιστή οικονομολόγο. Προέβλεψε ότι ο Τσίπρας θα υπογράψει ένα νέο μνημόνιο μέχρι τον Ιούλιο, ακόμα κι αν θα πρέπει να συγκρουστεί με την Αριστερή πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ίδιος δεν απέκλεισε μια συμμαχία μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Δημοκρατίας, ακόμη και της Χρυσής Αυγής, υποστηρίζοντας ότι θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι πρόκειται για μια «ειδική περίπτωση».
Κατά την άποψή του, ο Τσίπρας κι άλλοι «δεν έχουν τα κότσια» να φύγουν από το ευρώ.
Υπάρχουν εκείνοι που πιστεύουν ότι θα πρέπει να περιμένουμε και να δούμε τι έχει ο Τσίπρας στο μυαλό του. Είναι αλήθεια ότι ο Τσίπρας μπορεί να έχει κατά νου μια πολύπλοκη στρατηγική, όπως να κάνει την έκπληξη παραβιάζοντας τη συμφωνία αργότερα ή να ριζοσπαστικοποιήσει το λαό, υποχρεώνοντάς τον να δοκιμάσει το πικρό ποτήρι της τρόικας. Ωστόσο, από τότε που εκλέχτηκε ο Τσίπρας, αλλά και αργότερα, όταν ο ίδιος συμφώνησε με το 70% του μνημονίου αποδεχόμενος μια συνθηκολόγηση στις 20 Φεβρουαρίου, και, τέλος, όταν ποδοπάτησε πρόσφατα το δημοψήφισμα, οι φωνές που καλούσαν σε μια προσέγγιση «βλέποντας και κάνοντας» παρέμειναν αμετάβλητες, ενώ οι καρποί μιας τέτοιας προσέγγισης δεν έχουν ακόμα διαφανεί. Αυτό που κατάφεραν, ωστόσο, είναι να δώσουν νομιμοποίηση σε ένα κόμμα της αριστεράς, να υιοθετήσει de facto τη λιτότητα και τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Δικαιολογημένα, κάποιοι μπορούν να βλέπουν τον Τσίπρα με θαυμασμό, αλλά όταν αυτός ασκεί πολιτικές οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα θα φτωχύνουν περισσότερο τους ηλικιωμένους και τη νεολαία, η λατρεία της προσωπικότητας χρησιμεύει για να αποσπάσει την προσοχή από τα πραγματικά και πιεστικά ζητήματα που αντιμετωπίζουμε και από τα βάσανα που θα υπομείνει ο ελληνικός λαός.
Η πιθανότητα να διασπάσει ο Τσίπρας τον ΣΥΡΙΖΑ και ο σχηματισμός συνασπισμού με τη Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ, Το ΠΟΤΑΜΙ ή ακόμα και τη Χρυσή Αυγή είναι πολύ ρεαλιστική. Σε τέτοιες πιεστικές εποχές, δεν χρειάζεται να συμμετάσχουμε στη δαιμονοποίηση του Τσίπρα εξ αιτίας της απογοήτευσης που προκλήθηκε από τη λανθασμένη ελπίδα. Πρέπει να ωριμάσουμε ξεπερνώντας τις ​​παιδαριώδεις προσδοκίες και να συνειδητοποιήσουμε ότι ο Τσίπρας αντιμετώπισε τεράστιες πιέσεις κι ότι ο στόχος τώρα πρέπει να είναι να βοηθήσουμε τον ελληνικό λαό, όχι να υπερασπιστούμε τα βλαβερά λάθη του Τσίπρα, είτε είναι σκόπιμα είτε όχι. Όπως έχουν τα πράγματα σήμερα, η Ελλάδα θα υποστεί τη συνέχιση της νεοφιλελεύθερης λιτότητας καθώς τα περιουσιακά στοιχεία της θα ιδιωτικοποιηθούν γρήγορα και θα λεηλατηθούν όσα της απέμειναν, ενώ οι πολίτες της θα βυθίζονται όλο και βαθύτερα στη φτώχεια. Έχει χάσει την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της και έχει de facto καταληφθεί από την τρόικα. Υπό το πρίσμα αυτής της ζοφερής αλλά δυστυχώς ρεαλιστικής κατάστασης πραγμάτων, οι πιο προφανείς ενέργειες που θα έπρεπε να κάνει η ελληνική κυβέρνηση θα ήταν να χρεοκοπήσει, να επαναφέρει τη δραχμή, να την προστατεύσει από την κερδοσκοπία με το να μην την εκθέσει σε διεθνείς ανταλλαγές, και να πάρει σημαντικές επενδύσεις από τις χώρες BRICS για να αναζωογονήσει την οικονομία της και να επενδύσει σε νέες υποδομές. Μια τέτοια διαδικασία δεν θα είναι απλή, αλλά παρέχει μια σημαντική αχτίδα ελπίδας και είναι η διέξοδος από το σημερινό αδιέξοδο, σύμφωνα με τον Λαπαβίτσα και άλλος. Πράγματι, ακόμα κι ο Βαρουφάκης διαφωνεί με την τελευταία πρόταση του Τσίπρα και μπορεί να είναι αυτός ο λόγος που παραιτήθηκε απροσδόκητα.

Ο ελληνικός λαός έχει υποφέρει πάρα πολύ τα τελευταία 5 χρόνια. Αυτή την τελευταία εβδομάδα αντέδρασε με θάρρος και πείσμα, ψηφίζοντας «Όχι» στη λιτότητα. Αξίζει μια ηγεσία η οποία θα αναγνωρίζει τις δυνατότητές του, θα πιστεύει σ’ αυτές και θα είναι αρκετά ισχυρή ώστε να προβεί σε ενέργειες που θα αψηφούν την Τρόικα, όχι μόνο μιλώντας σε σκληρή γλώσσα. Αξίζει μια έντιμη και διάφανη ηγεσία. Μια μέρα πριν, ρώτησα έναν φίλο που ήταν μέλος της επιτροπής “Αλήθεια για το Ελληνικό Χρέος” ποια πιστεύει ότι πρέπει να είναι η απάντηση τώρα. Μου είπε ότι είναι απασχολημένος δίνοντας δημόσιες διαλέξεις σε διάφορες περιοχές. «Τώρα είναι επιτέλους η ώρα να δημιουργήσουμε μια αληθινά αντικαπιταλιστική Αριστερή Συμμαχία», είπε.


Πηγή: telesurtv.net

Μετάφραση – Επιμέλεια: Παναγιώτης Ζαβουδάκης

 

 

Ο Joshua Tartakovsky είναι ανεξάρτητος δημοσιογράφος και σκηνοθέτης. Κατάγεται από την Ιερουσαλήμ. Είναι απόφοιτος του Brown University με πτυχίο στις Διεθνείς Σχέσεις και MSc από το London School of Economics. Έχει εργαστεί ή φυλακιστεί στη Βοσνία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Βραζιλία, τη Γερμανία, το Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Του αρέσει να γράφει για την πολιτική, την ιστορία και τον πολιτισμό των τόπων που επισκέφτηκε.

 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας