Εργατικός Αγώνας

Για την «αισχρή και επιθετική ΕΕ»

Γράφει ο Robert Griffiths (*)
Ο Πρεσβύτερος Δούκας του Γιορκ μπορεί να έβαλε τους 10.000 άνδρες του να ανεβούν άσκοπα πάνω στο λόφο, αλλά τουλάχιστον στη συνέχεια τους έβαλε να βαδίσουν και πάλι σε λογική πορεία[1].
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έβαλε το κίνημα και το λαό του να βαδίσουν μέχρι το λόφο και στη συνέχεια τους εγκατέλειψε στην εκδίκηση του
Eurogroup των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Μετά από όλη την μπλόφα και τη μεγαλοστομία, η κυβέρνησή του ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε την κυριαρχία της χώρας της στην ΕΕ και, πίσω από αυτή, στις τράπεζες και τις πολυεθνικές επιχειρήσεις.
Τώρα, όπως ξεκαθάρισε η συμφωνία της Ευρωζώνης στις Βρυξέλλες, οι τραπεζίτες και γραφειοκράτες της ΕΕ έχουν κάθε πρόθεση να τιμωρήσουν τον Τσίπρα, τους υποστηρικτές του και τους Έλληνες εκλογείς που ψήφισαν με πλειοψηφία 61% ενάντια στη λιτότητα. Θα γίνουν «αποδιοπομπαίοι τράγοι» για να αποθαρρύνουν άλλες πιθανές απόπειρες ανυπακοής.
Μαζί με μια σειρά μέτρων για την αύξηση του ΦΠΑ και των ορίων συνταξιοδότησης και άλλων κοινωνικών εισφορών, τον «εκσυγχρονισμό» του εργατικού δικαίου σχέσεις και το πετσόκομμα των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και άλλων κοινωνικών προγραμμάτων, η ΕΕ έχει απαιτήσει ένα ευρύ πακέτο ιδιωτικοποιήσεων.

Στις συνομιλίες του Eurogroup στις Βρυξέλλες αυτή την εβδομάδα, συμφωνήθηκε ότι μέχρι 50 δισεκατομμύρια ευρώ (36 δισεκατομμύρια στερλίνες), θα συγκεντρωθούν από την πώληση των ελληνικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων σε διάστημα τριών ετών. Αυτά θα μπορούσαν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση των κρατικών δαπανών – συμπεριλαμβανομένης της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και των δόσεων του δανείου.
Οι διαπραγματευτές της ελληνικής κυβέρνησης υποστήριξαν ότι με αυτό τον τρόπο δεν θα μπορούσαν να μαζευτούν πάνω από 17 δισεκατομμύρια ευρώ (12 δισεκατομμύρια στερλίνες).
Όμως, η δήθεν «σκληρή» ή «πολύ αριστερή» κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην Αθήνα είχε ήδη παραχωρήσει την αρχή των σαρωτικών ιδιωτικοποιήσεων, ακόμη και πριν από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου.
Στις 22 Ιουνίου, σχεδόν μία εβδομάδα πριν χαλάσουν οι αρχικές διαπραγματεύσεις με την τρόικα (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ), ο Τσίπρας είχε γράψει στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιουγκέρ αποδεχόμενος επισήμως τις τελικές απαιτήσεις της τρόικας.
Εκεί, ο Τσίπρας πρότεινε ένα πιο ήπιο πρόγραμμα λιτότητας από εκείνο που κατέθεσε η τρόικα – και αυτό τώρα που συμφωνήθηκε στις Βρυξέλλες – αλλά συνθηκολόγησε σχεδόν εξ ολοκλήρου στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων.
Σύμφωνα με το επίσημο αγγλόφωνο κείμενο της επιστολής του, «οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευτεί να αποδεχτούν και να εγκρίνουν ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων».
Αυτό συνεπάγεται «άμεσα και αμετάκλητα βήματα» για να πουληθούν τα περιφερειακά αεροδρόμια, το Διεθνές Αεροδρόμιο Ελληνικού, τα λιμάνια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, η εταιρεία εκμετάλλευσης σιδηροδρόμων «ΤΡΑΙΝΟΣΕ» και άλλα κρατικά περιουσιακά στοιχεία και γη, που θα φέρουν 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ (4,5 δισεκατομμύρια στερλίνες) τα επόμενα τρία χρόνια.
Δεσμεύεται για τη μεταρρύθμιση και την απελευθέρωση των αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, ωστόσο, δεν έχει ολοκληρώσει την ολική ιδιωτικοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτεί η τρόικα και που τώρα επιβάλλεται από τη νέα συμφωνία. Ούτε υπήρξε ρητή αναφορά στις υπηρεσίες πορθμείων, ένα άλλο στοιχείο από τη λίστα με τις «καλοκαιρινές πωλήσεις» της τρόικας το οποίο τώρα θα εμπορευματοποιηθεί.
Ως αποτέλεσμα της υποταγής στις Βρυξέλλες, όλες αυτές οι βιομηχανίες και οι εγκαταστάσεις είναι πιθανό να καταλήξουν στα χέρια της Γερμανίας, της Γαλλίας, του Βελγίου, της Ολλανδίας και άλλων ευρωπαϊκών πολυεθνικών εταιριών, με μικρή -αν υπάρξει- συμμετοχή του δημοσίου προβλεπόταν στην επιστολή Τσίπρα.
Μένει να δούμε αν θα επιτραπεί στους υπό κρατική ιδιοκτησία Ρωσικούς Σιδηροδρόμους (RZD) να προχωρήσουν στην εξαγορά της «ΤΡΑΙΝΟΣΕ» και των θυγαστρικών επιχειρήσεων.
Παρ’ όλα αυτά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα έχει επιτευχθεί στην Ελλάδα ένας από τους κύριους στόχους της λιτότητας σε κάθε χώρα: δηλαδή, η μεταβίβαση όσων δυνητικά κερδοφόρων βιομηχανιών και υπηρεσιών απέμειναν από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα.
Για τον ελληνικό λαό, αυτό θα σημαίνει υψηλότερες τιμές, νέες μαζικές απολύσεις και περαιτέρω καθυστέρηση της οικονομικής ανάκαμψης.
Αυτός είναι ο λόγος που η αντίθεση στη λιτότητα θα πρέπει ταυτόχρονα να περιέχει ρητά την αντίθεσή στην ιδιωτικοποίηση – η μία έχει ως στόχο να ανοίξει ο δρόμος προς την άλλη, όσο καλυμμένη κι αν είναι αυτή η πρόθεση.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, όχι μόνο θα πωληθούν τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας ως επί το πλείστον σε ξένες μεγάλες επιχειρήσεις αλλά και μερικά από τα έσοδα από τις πωλήσεις θα παραδοθούν στα κράτη μέλη της ΕΕ, στην ΕΚΤ και στο ΔΝΤ για τις αποπληρωμές των δανείων. Η μελλοντική ροή εσόδων από τα ελληνικά λιμάνια, τους σιδηροδρόμους, τα αεροδρόμια και την ηλεκτρική ενέργεια θα εισρεύσουν στα ταμεία των πολυεθνικών εταιρειών.
Το πιο ταπεινωτικό: όλα τα φορολογικά και νομοθετικά μέτρα που πρέπει να εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση με τη νέα συμφωνία των Βρυξελλών θα πρέπει να εγκρίνονται στο στάδιο της εκπόνησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΚΤ ή άλλη αρμόδια όργανα της ΕΕ.
Παρομοίως, η δημόσια διοίκηση της χώρας θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί «υπό την αιγίδα» της μη εκλεγμένης Επιτροπής, ενώ η διαδικασία και τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις θα πρέπει να διαχειρίζονται από ένα ελληνικό ταμείο ανεξάρτητο από την κυβέρνηση, αλλά ελεγχόμενο από τα όργανα της ΕΕ.

Ορισμένοι υποστηρικτές του Τσίπρα ισχυρίζονται ότι ο διακανονισμός της Ευρωζώνης απέτρεψε επιτυχώς μια απόπειρα πραξικοπήματος της ΕΕ κατά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιοι μπορεί να δέχτηκαν απειλές, αλλά αυτές αποδείχθηκαν περιττές όσον αφορά τους στόχους του γερμανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του.
Εσωτερικά, ένα ήδη διασπασμένος ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να επιδιώξει τώρα υποστήριξη για την παράδοσή του από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ στο κοινοβούλιο της Αθήνας.
Δεδομένου ότι αυτές δυνάμεις είναι οι πιο διεφθαρμένες, υπέρ της λιτότητας και της ιδιωτικοποίησης που εξ αρχής έριξαν τη χώρα στην χρεοκοπία, θα σώσουν το τομάρι του ΣΥΡΙΖΑ – και στη συνέχεια θα πετάξουν τον Τσίπρα και τους συντρόφους του με την πρώτη ευκαιρία.
Πολλοί Έλληνες θα αναρωτιούνται, δίκαια γιατί βάδισαν μέχρι την κορυφή του λόφου του δημοψηφίσματος. Ίσως αυτό να έγινε απλά για να ενισχύσει την διαπραγματευτική δυνατότητα της κυβέρνησης ώστε εκείνη να πιέσει προς μια γενναιόδωρη διάσωση ύψους 86 δισεκατομμυρίων ευρών (61 δισεκατομμυρίων στερλινών) ή, του κάκου να προσπαθήσει να επιτύχει αναδιάρθρωση του χρέους ή – ακόμα πιο αφελώς- να εξασφαλίσει την ελάφρυνση του χρέους και ένα τέλος στη λιτότητα.
Ωστόσο, θα έπρεπε να είναι σαφές ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να ελπίζει να αποφύγει νέα λιτότητα και ιδιωτικοποιήσεις χωρίς την απόρριψη της ευρωζώνης και, κατά πάσα πιθανότητα, την ένταξη στην ΕΕ συνολικά.
Θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα -και την απειλή- της αθέτησης του χρέους, της υποτίμησης του νομίσματος, των ελέγχων στην εξαγωγή κεφαλαίων και της εθνικοποίησης του τραπεζικού συστήματος. Μια τέτοια στρατηγική θα είχε αναπόφευκτα οδηγήσει άμεσα σε αγώνα για την κρατική εξουσία εναντίον της ελληνικής άρχουσας τάξης και των εξωτερικών συμμάχων της στο ΝΑΤΟ, με την προϋπόθεση της συνεχούς μαζικής κινητοποίησης της εργατικής τάξης και του λαού γενικότερα.
Αλλά αντί να προετοιμάσει το έδαφος γι’ αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ μπλέχτηκε σε στομφώδεις ομιλίας και μεγάλες χειρονομίες, οι οποίες μετατράπηκαν σε ευχολόγια και ένα παραπονιάρικο κλαψούρισμα.
Οι άκριτες μαζορέτες του στη Βρετανία βοήθησαν να διαιωνιστεί η γενικευμένη σύγχυση στο δικό μας αριστερό και εργατικό κίνημα σχετικά με τον ταξικό χαρακτήρα της ΕΕ.
Κάποιοι προσκολλώνται στο ψευδαίσθηση ότι η ΕΕ μπορεί να μεταρρυθμιστεί για να δημιουργήσει μια «κοινωνική Ευρώπη», ή να μετατραπεί μέσω μιας διεθνούς επαναστατικής διαδικασίας σε Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης. Βλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ, τους Podemos στην Ισπανία, το Μπλοκ της Αριστεράς στην Πορτογαλία και παρόμοιους σχηματισμούς ως τις εμπροσθοφυλακές μιας τέτοιας κίνησης, η οποία μπορεί να αναπαραχθεί και στη Βρετανία.
Αλλά η αμφίθυμη –ακόμα και θετική- στάση τους απέναντι στην ΕΕ, σε συνδυασμό με την έλλειψη οποιουδήποτε συνεκτικού πολιτικού προγράμματος για τη σοσιαλιστική επανάσταση, τους καθιστά ανίκανους να εκπροσωπούν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και της λαϊκής κυριαρχίας.
Όπως καταδεικνύει η Ελλάδα, δεν αποτελούν υποκατάστατο για ένα ισχυρό Κομμουνιστικό Κόμμα: ένα κόμμα που θα βασίζεται στην εργατική τάξη και με μια μαρξιστική αντίληψη του μονοπωλιακού καπιταλιστικού χαρακτήρα της εθνικής κρατικής εξουσίας και της ΕΕ.

(*) Ο Robert Griffiths είναι γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βρετανίας.

 

 

 

 

Πηγή: communist-party.org.uk

Μετάφραση – Επιμέλεια: Παναγιώτης Ζαβουδάκης

 


[1] Ο αρθρογράφος αναφέρεται στο αγγλικό παιδικό τραγούδι The Grand Old Duke of York που διδάσκει στα νήπια το παράλογο των άσκοπων κινήσεων. Ο Πρεσβύτερος Δούκας του Γιορκ ανεβοκαταβάζει άσκοπα τους στρατιώτες του σε ένα λόφο. Δεν είναι σίγουρο για ποιο ιστορικό πρόσωπο μιλά το τραγούδι. Επικρατέστεροι είναι ο Ρίτσαρντ, Δούκας του Γιορκ (1411-1460), ο Τζέιμς ο 2ος, πρώην Δούκας του Γιορκ (1633-1701) και ο πρίγκηπας Φρέντερικ, Δούκας του Γιορκ και του Όλμπανι (1763-1827). Ανεξάρτητα από το πρόσωπο, το ιδιαίτερα αγαπητό στα νήπια της Βρετανίας τραγούδι αναφέρει πως

Ο Πρεσβύτερος Δούκας της Υόρκης,
είχε δέκα χιλιάδες άνδρες.
Τους έβαλε να βαδίσουν μέχρι την κορυφή του λόφου,
κι ύστερα τους έβαλε να βαδίσουν και πάλι προς τα κάτω.

Κι όταν ήταν επάνω, ήταν επάνω.
Κι όταν ήταν κάτω, ήταν κάτω.
Κι όταν ήταν στα μισά του δρόμου,
δεν ήταν ούτε πάνω, ούτε κάτω.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας