Εργατικός Αγώνας

Σιωπηλοί συμβιβασμοί

του Justin Podur

Την Παρασκευή 23 Οκτώβρη, ένας ραβίνος ονόματι Αρίκ Άσερμαν κυνηγήθηκε από έναν μασκοφόρο άνδρα που προσπάθησε να τον μαχαιρώσει κοντά στον ισραηλινό οικισμό Ιταμάρ. Στις 22 Οκτωβρίου, ένας άνδρας από την Ιερουσαλήμ ονόματι Σιμχά Χόντεντοφ πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από την αστυνομία ως τρομοκράτης. Στις 18 Οκτωβρίου, ένας 29χρονος ονόματι Χαφρόμ Ζαρχούμ πυροβολήθηκε και στη συνέχεια ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από τον όχλο στην Μπιρσεμπά. Στις 13 Οκτωβρίου ο Γιούρι Ρεζκέν μαχαιρώθηκε στην πλάτη, ενώ ψώνιζε. «Είμαι Εβραίος, είμαι Εβραίος» φώναζε σ’ εκείνον που του επιτέθηκε αλλά εκείνος τον μαχαίρωσε τέσσερις φορές.

Ο παραπάνω κατάλογος περιστατικών είναι επιλεκτικός, αν και δεν είναι εξαντλητικός. Αποτελείται μόνο από επιθέσεις Ισραηλινών εναντίον Ισραηλινών οι οποίοι από λάθος (ή στην περίπτωση του Άσερμαν έμοιαζαν πάρα πολύ ώστε) θεωρήθηκαν Παλαιστίνιοι. Δεν περιλαμβάνει τη συντριπτική πλειονότητα των θανάτων και των τραυματισμών σ’ αυτό τον τελευταίο γύρο της βίας. Θανάτων και τραυματισμών Παλαιστινίων που δέχτηκαν επίθεση από τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας που συνοδεύονται από ιστορίες φρίκης παιδιών που πυροβολήθηκαν ενώ ζητούσαν βοήθεια, παιδιών που φυλακίστηκαν χωρίς δίκη επειδή τους «φύτεψαν» όπλα που είχαν χρησιμοποιηθεί σε πυροβολισμούς. Επίσης, δεν περιλαμβάνουν τις μαζικές, οργανωμένες επιθέσεις από όχλους εποίκων εναντίον παλαιστινιακών χωριών. Επίσης, δεν περιλαμβάνονται οι θάνατοι και οι τραυματισμοί των Ισραηλινών που σκοτώθηκαν από Παλαιστίνιους σε επιθέσεις με μαχαίρι τις οποίες τα Δυτικά μέσα ενημέρωσης καλύπτουν πολύ πιο διεξοδικά από όσο τους πολυπληθέστερους θανάτους Παλαιστινίων.
Αυτό που ξεκίνησε αυτός ο γύρος της βίας; Το ένοπλο κίνημα των εποίκων του Ισραήλ προσπαθεί να αλλάξει τον τρόπο που λειτουργεί το τέμενος Αλ Ακσά στην Ιερουσαλήμ[1]. Στην πραγματικότητα, θέλουν να κατεδαφιστεί το τέμενος όπως κατεδαφίστηκε το 1992 στην Ινδία το τέμενος Μπαμπρί. Η ισραηλινή κυβέρνηση, η οποία έχει σε μεγάλο βαθμό υποθάλψει το κίνημα των εποίκων, έχει μια στρατηγική που πιθανότατα περιλαμβάνει την οριστική διάλυση του τεμένους και την εκδίωξη των Παλαιστινίων από εκεί, όπως έχει κάνει ήδη στη Χεβρώνα. Όπως και με τη δεύτερη Ιντιφάντα το 2000, το Ισραήλ άσκησε πιέσεις στην περιοχή αλ Ακσά μέχρι που οι Παλαιστίνιοι αντιστάθηκαν. Όταν οι Παλαιστίνιοι αντιστάθηκαν, το Ισραήλ κλιμάκωσε χρησιμοποιώντας θανατηφόρα βία, και τώρα συνεχίζει να κλιμακώνει την έναταση, χωρίς να διαφαίνεται ένα τέλος.
Μέσω αυτής της βίας, οι πολιτικοί ηγέτες του Ισραήλ προσπαθούν να καταστείλουν αυτό που ένας σύμβουλος του Τζορτζ Μπους αποκάλεσε «κοινωνία βασισμένη στην πραγματικότητα» και να την αντικαταστήσουν με μια σειρά από ρατσιστικές φαντασιώσεις. Ο ισραηλινός υπουργός Δικαιοσύνης, ο οποίος πριν ένα χρόνο έκανε τη ρατσιστική δήλωση ότι τα παιδιά της Παλαιστίνης ήταν «μικρά φίδια», πρόσφατα δήλωσε ότι «ποτέ δεν θα υπάρξει παλαιστινιακό κράτος».
Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου έφτασε στο αποκορύφωμα όλου αυτού με την αποκατάσταση του Χίτλερ. Προσφέροντας μια νέα εκδοχή στους αρνητές της ιστορίας, ο Νετανιάχου έκανε μια ομιλία στην οποία ισχυρίστηκε ότι ο Χίτλερ δεν ήθελε να σκοτώσει τους Εβραίους μέχρι που ο Μουφτής της Ιερουσαλήμ του έδωσε την ιδέα. Εκπρόσωποι της Γερμανικής κυβέρνησης προσπάθησαν να διορθώσουν αυτό τον ισχυρισμό, τονίζοντας ότι η Γερμανία δαπανά χρόνο και ενέργεια στη διαπαιδαγώγηση σχετικά με το Ολοκαύτωμα και δεν επιθυμεί να δει πολιτικά υποκινούμενες απόπειρες αναθεώρησης του να υπονομεύουν αυτές τις προσπάθειες. Ο Μαξ Μπλούμενταλ, ο οποίος στο βιβλίο του «Γολιάθ» έχει τεκμηριώσει το πέσιμο του Ισραήλ σε χάος, γράφει για τις επιπτώσεις της υποκίνησης από τον Νετανιάχου:
«Κατηγορώντας έναν Παλαιστίνιο για την Τελική Λύση, ο Νετανιάχου βοηθάει τους συμπατριώτες του να προσαρμοστούν στην μακάβρια πραγματικότητα. Τους διαβεβαίωσε ότι δεν είναι έποικοι ηγεμόνες ή κτηνώδεις πολιτοφύλακες, αλλά Άδοξοι Μπάσταρδοι που αναχαιτίζουν αποφασιστικά τους αξιωματικούς των SS στο δάσος έξω από την Κρακοβία[2]. Και τους έστειλε το μήνυμα ότι οι Παλαιστίνιοι που κρύβονται πίσω από τσιμεντένιους τοίχους και πολιορκούνται μέσα στα γκέτο δεν είναι υποδουλωμένοι στερημένοι άνθρωποι, αλλά μια νέα γενιά Ναζί ταγμένοι στην εξόντωση των Εβραίων. Τα σχόλια του Νετανιάχου για το Μουφτή ήταν κάτι παραπάνω από ένα υστερικό ψέμα, ήταν μια πρόσκληση για να υλοποιήσουν μια εμποτισμένη στο αίμα φαντασίωση περί εκδίκησης των ενάρετων».
Το Ισραήλ ιδρύθηκε για να γίνει καταφύγιο για τους Εβραίους που διώκονταν στην Ευρώπη. Κάποιοι από τους ιδρυτές του είχαν δημοκρατικά και σοσιαλιστικά ιδανικά που βρίσκονταν σε αντιδιαστολή με τα μιλιταριστικά και εποικιστικά σχέδια και τις μεθόδους. Μετά από δεκαετίες αποτυχίας της να τα συμφιλιώσει αυτά, η ισραηλινή κοινωνία έχει εγκαταλείψει την προσποίηση και έχει αγκαλιάσει το ρατσισμό και τη βία από τα υψηλότερα επίπεδα της κυβέρνησης μέχρι τις μάζες των εποίκων που πανηγυρίζουν για τις επιθέσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Είναι προφανές γιατί τέτοιες πολιτικές και τέτοιες φαντασιώσεις θα ήταν ελκυστικές για ακροδεξιούς πολιτικούς και τους ψηφοφόρους τους στη Δύση, όπως στον απερχόμενο πρωθυπουργό του Καναδά Στίβεν Χάρπερ και τα 5,6 εκατομμύρια ανθρώπων που τον ψήφισαν, ή τους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικάνους στις ΗΠΑ που υποστηρίζουν το Ισραήλ.
Αυτό που είναι πιο δύσκολο να κατανοήσουμε είναι το πώς εκείνοι που ασπάζονται φιλελεύθερες πολιτικές συνεχίζουν να αυτοσυγκρατούνται. Μερικά, χωρίς καμία αμφιβολία, βλέπουν το Ισραήλ όπως ήταν πριν από δεκαετίες, σε κάποιο είδος αγώνα μεταξύ των διαφόρων εκφάνσεων του Σιωνισμού, μια από τις οποίες σκέφτηκε τη λύση των δύο κρατών. Το να έχει κανείς ξεπερασμένη πληροφόρηση μπορεί να είναι πρόβλημα, αλλά το να αρνείται να ενημερωθεί είναι πολιτική απόφαση.
Πριν από δύο μήνες, όταν μόλις είχε αρχίσει η διαδικασία των καναδικών εκλογών και οι Νέοι Δημοκρατικοί είχαν εκκαθαρίσει τους υπέρ των Παλαιστίνιων υποψήφιους τους, υποστήριξα ότι έπαιζαν ένα παιχνίδι που εγγυημένα θα το έχαναν Προσπαθώ να μείνω σε μια κοινωνία βασισμένη στην πραγματικότητα. Δε νομίζω ότι η υπέρ του Ισραήλ στάση τους τους κόστισε την εκλογή. Αλλά η υποχώρηση στην αντιμετώπιση της δεξιάς τρομοκρατίας, και η άνευ όρων υποστήριξη σε μια κοινωνία που ολισθαίνει προς τον φασισμό, διαμορφώνουν πολιτικά ήθη. Σηματοδοτούν είτε την έλλειψη θάρρους είτε την υποστήριξη σχεδίων βίας και ρατσισμού. Ο Τζούλιαν Ασάνζ[3] έγραψε ότι «κάθε φορά που βλέπουμε μια αδικία και δεν ενεργούμε, εκπαιδεύουμε το εαυτό μας να είναι παθητική φιγούρα και έτσι τελικά χάνουμε κάθε δυνατότητα να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας κι εκείνους που αγαπάμε». Θα μπορούσε αυτό να σημαίνει ότι άνθρωποι τόσο εκπαιδευμένοι φτιάχνουν υποψηφίους που αφήνουν αδιάφορους τους προοδευτικούς ψηφοφόρους;
Ένας λόγος που οι δυτικοί έχουμε μια παρωχημένη αντίληψη της κοινωνίας του Ισραήλ και του προσανατολισμού της είναι ότι δεν μας επιτρέπεται να μιλήσουμε γι’ αυτή παντού, συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημιουπόλεων. Μια έκθεση που συνέταξε η Νομική της Παλαιστίνης, υπό τον τίτλο «Η Παλαιστινιακή Εξαίρεση», καταγράφει 292 περιστατικά καταστολής της ελευθερίας του λόγου στις πανεπιστημιουπόλεις, που χρησιμοποιούνται κατά υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Παλαιστινίων.

Οι ομάδες κατατάσσουν τα περιστατικά σε εννέα κατηγορίες τακτικής:

1. Ψευδείς κατηγορίες για αντισημιτισμό και τρομοκρατία

2. Επίσημες καταγγελίες

3. Γραφειοκρατικά εμπόδια

4. Διοικητικές κυρώσεις

5. Ακυρώσεις και παραποιήσεις των γεγονότων

6. Απειλές για την ακαδημαϊκή ελευθερία

7. Δικαστικές και νομικές απειλές

8. Νομοθεσία

9. Ποινικές έρευνες και διώξεις.

Η έκθεση είναι σημαντική, ιδιαίτερα για τους ακτιβιστές φοιτητές που ξεκινούν και θα πρέπει να ξέρουν τι να περιμένουν. Η Παλαιστινιακή Εξαίρεση αποκαλύπτει πολλά πράγματα. Ένα από αυτά είναι ότι η άνευ όρων υπεράσπιση του Ισραήλ, ανεξάρτητα από το τι κάνει εκείνο και σε τι μετατρέπεται, έχει πολιτικές συνέπειες. Όσο πιο απαράδεκτη είναι η συμπεριφορά του Ισραήλ, τόσο θα πρέπει να αποφεύγεται η συζήτηση, θα πρέπει να θεσπίζονται περιορισμοί και εκείνοι που μιλούν γι’ αυτό θα πρέπει να τιμωρούνται αυστηρότερα. Αυτό ισχύει κυρίως στις πανεπιστημιουπόλεις, όπου υποτίθεται ότι διεξάγεται η κατά το δυνατό πιο ελεύθερη έρευνα και όπου οι φοιτητές θα πρέπει να μάθουν να σκέφτονται κριτικά και να μοιράζονται τις γνώσεις τους με την κοινωνία. Ισχύει, επίσης, στα μέσα ενημέρωσης τα οποία υποτίθεται ότι μας πληροφορούν και στηρίζουν έτσι τις αποφάσεις μας για το τι πρέπει να γίνει στον κόσμο. Ισχύει και για τη δημοκρατική πολιτική, την οποία υποτίθεται ότι πρέπει να διεξάγουμε στο ευρύτερο δυνατό φάσμα, προκειμένου να πάρουμε αποφάσεις. Όσο το Ισραήλ ολισθαίνει προς την πολιτική που ακολουθεί τώρα, τόσο πιο ανελεύθεροι θα πρέπει να είμαστε όλοι, τόσο πιο αποκομμένοι από την πραγματικότητα θα πρέπει να γίνουμε, προκειμένου να συνεχίσουμε να το αποδεχόμαστε.

 

 

Ο Justin Podur είναι συγγραφέας και συντάκτης του Znet το οποίο ασχολείται με την πολιτική ανάλυση και την υποστήριξη προς τα κινήματα για την κοινωνική αλλαγή. Ζει στο Τορόντο. Έχει κάνει έρευνες στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Πακιστάν, την Ινδία, την Αϊτή, τη Βενεζουέλα, την Κολομβία, την Αργεντινή, τη Βραζιλία, το Ισραήλ/Παλαιστίνη, και το Μεξικό. Έχει αρθρογραφήσει στα περιοδικά Ζ, Frontline, New Politics, New Left Review και άλλες εκδόσεις. Είναι μέλος της συλλογικότητας Pueblos en Camino.

 

 

Πηγή: telesurtv.net

Μετάφραση – Επιμέλεια: Παναγιώτης Ζαβουδάκης

 


[1] Το τέμενος Αλ-Ακσά (αλ μαστζίντ αλ άκσα: το πιο μακρινό τέμενος) είναι ο τρίτος πιο ιερός τόπος για το Ισλάμ και βρίσκεται στην παλαιά πόλη της Ιερουσαλήμ. Ο χώρος στον οποίο βρίσκεται το τέμενος, μαζί με το Θόλο του Βράχου, ο οποίος αναφέρεται και ως αλ-Χαράμ ασ-Σαρίφ ή «Ιερό Άσυλο», είναι το Όρος του Ναού, ο ιερότερος τόπος για τον Ιουδαϊσμό, ο τόπος στον οποίο βρισκόταν ο ναός του Σολομώντα που καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ..

Σήμερα, η παλαιά πόλη της Ιερουσαλήμ βρίσκεται υπό ισραηλινό έλεγχο, αλλά το τέμενος παραμένει υπό την διοίκηση ισλαμικού βακούφιου.

[2] Ο όρος «Inglorious Bastards» («Άδοξοι Μπάσταρδοι») παραπέμπει στην κινηματογραφική ταινία «Άδωξοι Μπάσταρδη» ή στα αγγλικά «Inglourious Basterds» (για ακατανόητους λόγους ο αγγλικός τίτλος είναι ανορθόγραφος κι αυτό ακολουθείται και στην ελληνική απόδοση).

Η αμερικανική «πολεμική» ταινία σε σκηνοθεσία και σενάριο του Κουέντιν Ταραντίνο, μέσα στα άλλα «ηρωικά», αφηγείται την φανταστική δράση μιας ομάδας οκτώ Εβραιοαμερικανών στρατιωτών που στρατολογούνται την άνοιξη του 1944 για να τρομοκρατήσουν το γερμανικό στρατό. Ο επικεφαλής τους, υπολοχαγός Άλντο Ρέιν, τους φανατίζει λέγοντας ότι ο καθένας τού χρωστάει 100 κρανία Ναζί. Η πολιτική τους είναι «δεν παίρνουμε αιχμαλώτους» και γίνονται γνωστοί ως οι «Μπάσταρδοι».

Πρόκειται για μια από τις πολλές «Ραμπο»ειδείς απόπειρες της αμερικανικής βιομηχανίας θεάματος να ξαναγράψει την Ιστορία στα μέτρα της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας σύμφωνα με την οποία λίγοι «υπεράνθρωποι» κατατροπώνουν αμέτρητους πράκτορες του «κακού» με τις ίδιες –ή και χειρότερες μεθόδους- που υποτίθεται πως αντιμάχονται.

[3] Ο Τζούλιαν Πολ Ασάνζ είναι Αυστραλός ακτιβιστής που δραστηριοποιείται στο Διαδίκτυο. Είναι γνωστός για την ανάμιξή του στην λειτουργία της ιστοσελίδας Wikileaks.

Το WikiLeaks είναι ένας διεθνής μη κερδοσκοπικός οργανισμός ο οποίος δημοσιεύει έγγραφα από ανώνυμες πηγές και διαρροές, που υπό άλλες συνθήκες δεν θα έβλεπαν το φως της δημοσιότητας. Τον ιστότοπο του οργανισμού, ο οποίος και ξεκίνησε τη λειτουργία του το 2006, διαχειρίζεται η «The Sunshine Press». Μέσα στον πρώτο χρόνο της λειτουργίας του, ο ιστότοπος ανακοίνωσε πως η βάση δεδομένων του συμπεριλάμβανε πλέον περισσότερα από 1,2 εκατομμύρια έγγραφα.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας