Εργατικός Αγώνας

Η μάχη για το δικαίωμα στην απεργία και τις ΣΣΕ

Γράφει ο Ζήσιμος Βαφίδης.

Με τον αντιαπεργιακό νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που με συνοπτικές διαδικασίες, μέσα σε τρεις μέρες (Σάββατο 13, Κυριακή 14 & Δευτέρα 15/1/2018), ψηφίστηκε στη βουλή, άνοιξε η κερκόπορτα για την άλωση του δικαιώματος της απεργίας, του πιο σημαντικού δικαιώματος των εργαζομένων. Οι συνδικαλιστικές πλειοψηφικές ηγεσίες στη ΓΣΕΕ και στην ΑΔΕΔΥ, στην ουσία έγιναν συνένοχες στο «έγκλημα», με την ουσιαστική απραξία τους και με τις αναντίστοιχες στάσεις εργασίας και ισχνές συγκεντρώσεις τους για ένα τέτοιο καθοριστικό, για τη διεκδικητική πάλη των εργαζομένων, ζήτημα.

Οι ευθύνες όμως και του ΠΑΜΕ είναι μεγάλες γιατί, ενώ από τον Σεπτέμβρη ήταν γνωστό ότι θα έρθει για ψήφιση στη βουλή αυτό το εκτρωματικό πολυνομοσχέδιο, τηρούσαν μια στάση αναμονής, προτείνοντας απλά στα συνδικάτα να παίρνουν αποφάσεις για απεργία την ημέρα που θα ερχόταν στη βουλή αυτό το νομοσχέδιο. Δηλαδή δεν προωθούσαν καθημερινές και πολύμορφες δραστηριότητες μέσω στους εργαζόμενους, στους χώρους δουλειάς, ώστε να γίνει πραγματική υπόθεση των εργαζομένων για να αποτραπεί ο ερχομός του αντιαπεργιακού νομοσχεδίου στη βουλή, αλλά απλά, καλούσαν να παρθεί απόφαση, να γίνει μια απεργία, μόνο τη μέρα ψήφισης του στη βουλή, στην ουσία κατόπιν εορτής, που βέβαια μια τέτοια απεργία ασφαλώς και είναι απλά απεργία διαμαρτυρίας και τίποτα περισσότερο, κάτι που δεν ενοχλεί ουδόλως την κυβέρνηση και τους πάτρωνές της. Πολύ περισσότερο που με μια τέτοια απόφαση, η πρωτοβουλία των κινήσεων και γι’ αυτήν την απεργία, εκχωρήθηκε στην κυβέρνηση, αφού το «απεργούμε…όταν έρθει στη βουλή το νομοσχέδιο» αυτό το «…όταν» το καθορίζει πάντα η κυβέρνηση που βέβαια και πάλι το καθόρισε, ξαφνικά για το προαναφερόμενο Σαββατοκύριακο.

Τώρα, ενόψει της μάχης των διαπραγματεύσεων για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και πάλι, ο παλιός και νέος κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός στη διοίκηση της ΓΣΕΕ, αρνείται να οργανώσει τους αναγκαίους αγώνες, καταφεύγοντας στις πιο αντιδραστικές θεωρίες, περί «αναποτελεσματικότητας των αγώνων», αφού, όπως είδαμε προηγουμένως, με την ενδοτική στάση του στο αντιαπεργιακό νομοσχέδιο καταδίκασε το όπλο της απεργίας, δηλ. το κορυφαίο όπλο από τα όπλα των συνδικαλιστικών αγώνων. Είναι χαρακτηριστικές οι εκφράσεις που ακούστηκαν ενάντια στην απεργία από τους εκπροσώπους του εργοδοτικού-κυβερνητικού συνδικαλισμού στη συνεδρίαση του Γενικού Συμβουλίου της ΓΣΕΕ που έγινε στις 2/2/2018: Γ. Παναγόπουλος (ΠΑΣΚ), «έχει φάει τα ψωμιά του αυτός ο τύπος κινητοποιήσεων. Πρέπει να ψάξουμε να βρούμε κάτι διαφορετικό. (…) Χωρίς το άγχος για συγκεκριμένη ημερομηνία απεργιακής κινητοποίησης να οργανώσουμε καμπάνια για πανεθνική μέρα δράσης και διαμαρτυρίας μαζί με ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, Επιμελητήρια, μαζί με τις οργανώσεις της “κοινωνίας των πολιτών”». Και οΘ. Βασιλόπουλος (ΜΕΤΑ) δεν τοποθετήθηκε και πολύ διαφορετικά, «Όταν βγαίνεις συνέχεια με απεργίες και δεν έχεις αποτέλεσμα αυτές εκφυλίζονται…».Ν. Κιουτσούκης (ΔΑΚΕ), ο οποίος μίλησε για την «απαξίωση των συνδικάτων» και «την φθίνουσα πορεία τους».

Αυτή είναι μια εικόνα του συνδικαλιστικού κινήματος που, όχι μόνον δεν τιμά τους εργαζόμενους που εκπροσωπεί, αλλά και προσβάλλει βάναυσα του αγώνες που, διαχρονικά, πολλές φορές βάφτηκαν στο αίμα ή που, το τίμημα τους, από την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία, ήταν οι φυλακίσεις, οι εξορίες και οι κατατρεγμοί των πρωτοπόρων εργατών. Το όπλο των απεργιακών αγώνων είναι, παραφράζοντας τον εθνικό μας ποιητή, «απ’ τα κόκκαλα βγαλμένο, των εργατών τα ιερά» και τα καμώματα των προαναφερόμενων συνδικαλιστικών ηγεσιών το προσβάλουν βάναυσα και σκυλεύουν πάνω του, όταν συναινούν στην κατάργηση του, όταν εκστομίζουν απαξιωτικές γιαυτό χαρακτηρισμούς, όταν το ενταφιάζουν με ηττοπαθείς αντιλήψεις και όταν το δένουν στο άρμα της κυβερνητικής και εργοδοτικής εξουσίας. Επίσης απαξιώνουν και διασύρουν συνολικά το συνδικαλιστικό κίνημα όλοι εκείνοι που το χρησιμοποιούν για κατανάλωση και για προσωπικές προβολές και αναρριχήσεις αλλά και εκείνοι που το εντάσσουν σε μικροπολιτικοκομματικές σκοπιμότητες. Ούτε βέβαια τιμούν, το συνδικαλιστικό κίνημα αλλά αντίθετα το εκφυλίζουν και όλοι εκείνοι που το μετατρέπουν, από φορέα ενότητας και συσπείρωσης όλων των εργαζομένων, σε φορέα ιδιοτελών στόχων ή σε υποκείμενο των πολιτικών και στρατηγικών στοχεύσεων τους. Επίσης υπονομεύεται θανάσιμα το συνδικαλιστικό κίνημα, όταν ευκαιριακά και καιροσκοπικά εξαγγέλλεται και γίνεται μια απεργία απλά και μόνο για να γίνει, χωρίς να ενδιαφέρει ο βαθμός συμμετοχής σ’ αυτήν και μάλιστα όταν, η αντίστοιχη απεργιακή συγκέντρωση, ελλείψει απεργών, υποκαθίσταται με μεταφερόμενους φοιτητές, συνταξιούχους και άλλους που δεν είναι εργαζόμενοι για να μπορούν να είναι απεργοί στις απεργιακές συγκεντρώσεις, που βέβαια, ως αλληλέγγυοι των απεργών είναι θετική και αναγκαία η συμμετοχή τους μόνο που δεν είναι δυνατόν να αποτελούν τον κύριο όγκο των συγκεντρωμένων, γιατί σε πλείστες περιπτώσεις και αυτό συμβαίνει. Όταν όμως αυτοί οι αλληλέγγυοι είναι η πλειοψηφία της απεργιακής συγκέντρωσης και όταν οι «αρχιτέκτονες» της, για τις ανάγκες της δικής τους προβολής, αυτήν την εικόνα την παρουσιάζουν, ως μαζική συμμετοχή απεργών, τότε, αυτοί οι «αρχιτέκτονες» δεν θέλουν πραγματική απεργία αλλά εικονική απεργία και έτσι εκφυλίζουν και το φορέα αυτού του στρουθοκαμηλισμού και το πραγματικό ιερό όπλο της απεργίας και συνολικά το συνδικαλιστικό κίνημα.

Έχοντας τώρα μπροστά μας τη μάχη για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ), παίρνοντας υπόψη και τις εμπειρίες από τις ανάλογες μάχες για το θέμα αυτό αλλά και γενικότερα, είναι ανάγκη να επιδιωχθεί και να επιτευχτεί στο μέγιστο βαθμό η ενότητα των εργαζομένων για μαζική ενεργή συμμετοχή, μια συμμετοχή τέτοια που θα επιφέρει και άμεσα αποτελέσματα και θα ανοίγει δρόμους για την αναγέννηση, με σύγχρονους όρους, του συνδικαλιστικού κινήματος. Ενός συνδικαλιστικού κινήματος που, με πειστικότητα θα παραμερίζει το λακέδικο εργοδοτικό κυβερνητικό συνδικαλισμό, που θα πατά στέρεα στην πραγματικότητα, μια πραγματικότητα που θα την έχει συνδιαμορφώσει, ως πραγματική, ενωτική-μαζική δυναμική εικόνα, αλλά και θα παίρνει δύναμη από τη μαζική, ενεργή συμμετοχή όλων των εργαζομένων, μα και θα αντιστοιχεί: στη λειτουργία και δράση του, συνολικά στο ρόλο του, όπως τον διατύπωσαν οι κλασικοί του μαρξισμού-λενινισμού, ως φορέα για τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα των εργαζομένων.

  

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας