Εργατικός Αγώνας

«Η Πανεθνική ημέρα δράσης» και η απάντηση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος

Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής.

Η κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος, οι αγώνες και γενικότερα η δράση του τα τελευταία χρόνια τροφοδοτούν μια έντονη συζήτηση με τοποθετήσεις από διάφορες πλευρές, ορισμένες από τις οποίες είναι ενδιαφέρουσες.

Μετά από αρκετά χρόνια πυροσβεστικής ουσιαστικά τακτικής από την πλευρά των παρατάξεων του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού -που είχαν ξεκάθαρο στόχο την υπονόμευση του κινήματος και των αγώνων και τη στήριξη της μνημονιακής πολιτικής και των κυβερνήσεων- φαίνεται ότι οι αστικές πολιτικές δυνάμεις και ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός αλλάζουν τακτική και αναλαμβάνουν πρωτοβουλία. Προκήρυξαν, ως «Κοινωνική Συμμαχία»,  την Ημέρα πανεθνικής δράσης στις 30/5. Οι ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, που συμμετέχουν στην «Κοινωνική Συμμαχία», προκήρυξαν εικοσιτετράωρη απεργία, φυσικά, στα μέτρα και τα στάνταρ των απεργιών τους.

Ο στόχος τους είναι σαφής. Να προωθήσουν την ταξική συνεργασία, να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη των ταξικών αγώνων και του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και να αποκαταστήσουν την κλονισμένη ηγεμονία της αστικής τάξης πάνω στο μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα.

Η δράση αυτή, ιδιαίτερα αν είναι επιτυχής, θα δημιουργήσει πρόσθετες δυσκολίες στα συνδικάτα ταξικού προσανατολισμού και στην ανάπτυξη των αγώνων και συνολικά στην κινητοποίηση και δράση της εργατικής τάξης, στοιχείο το οποίο πρέπει να αξιολογηθεί ανάλογα.

Ενόψει αυτών των εξελίξεων θα κάνουμε ορισμένες σύντομες επισημάνσεις που τις θεωρούμε ουσιαστικές χωρίς φυσικά να εκτιμούμε ότι εξαντλείται το συγκεκριμένο θέμα.

Ορισμένες τοποθετήσεις ακόμη και κομμουνιστών και αριστερών αρθρογράφων και στελεχών έχουν την τάση να επιμερίζουν ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, χρεώνοντας τις ευθύνες κατά βάση στις παρατάξεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού. Θεωρούμε ότι αυτό δεν συμβάλλει σε μια παραγωγική συζήτηση από τη σκοπιά των δυνάμεων ταξικού προσανατολισμού.

Φυσικά οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ και άλλες μικρότερες έχουν τεράστιες ευθύνες και -στο βαθμό που ελέγχουν τις συνομοσπονδίες και τις περισσότερες ομοσπονδίες- οι ευθύνες τους είναι καίριες. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν μπορούσε κανείς να περιμένει κάποια διαφορετική τακτική και συμπεριφορά από τις δυνάμεις αυτές και μάλιστα στις σημερινές συνθήκες. Αυτός είναι ο ρόλος τους, η καθήλωση του συνδικαλιστικού κινήματος ώστε να μην ξεπεράσει το κίνημα και οι αγώνες τα όρια που θέτουν τα συμφέροντά της αστικής τάξης και οι πολιτικές επιδιώξεις της.

Το κύριο ζήτημα για τις δυνάμεις ταξικού προσανατολισμού είναι η εκτενής συζήτηση της δικής τους δράσης, της τακτικής και των αιτημάτων που προωθούνται, της συνολικής αντίληψης για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, τους αγώνες και το ρόλο του στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης και της ταξικής συνείδησης. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να μελετάται το πλαίσιο των αντικειμενικών συνθηκών, οι δυσκολίες και οι δυνατότητες που δίνουν, ούτε φυσικά να υποτιμείται η δράση των δυνάμεων του εργοδοτικού συνδικαλισμού.

Κεντρικό ζήτημα είναι να απαντηθεί, με βάση τη μαρξιστική θεωρία, ο ρόλος και η σημασία της συνδικαλιστικής δράσης και των συνδικάτων στα πλαίσια της συνολικής δράσης της εργατικής τάξης και, με βάση την απάντηση αυτή, να λυθούν όλα τα ζητήματα που ανακύπτουν σχετικά με το περιεχόμενο, την τακτική και τον προσανατολισμό του.

Ιστορικά, ως γνωστόν, πριν ακόμη αναπτυχτεί το κομμουνιστικό κίνημα και δημιουργηθούν οργανωμένα κομμουνιστικά κόμματα-πρωτοπορίες της εργατικής τάξης, οι εργάτες είχαν δημιουργήσει τις πρώτες οργανώσεις τους, τα συνδικάτα, οργανώσεις αντίστασης των εργατών απέναντι στα εργοδοτικά συμφέροντα και στην εργοδοτική αυθαιρεσία. Μέχρι τότε, με τις δικές της μόνο δυνάμεις, η εργατική τάξη ως εκεί μπορούσε να φτάσει, στην άμυνα απέναντι στους εργοδότες και τη διεκδίκηση μιας ορισμένης βελτίωσης της ζωής των εργατών.

Μόνο η διαμόρφωση της μαρξιστικής θεωρίας, η αποκρυπτογράφηση της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας και η ανάδειξη του ρόλου της εργατικής τάξης ως φορέα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής και η δημιουργία των κομμουνιστικών κομμάτων έδωσε τη δυνατότητα η ταξική πάλη να πάρει ολοκληρωμένα χαρακτηριστικά, να αναπτύσσεται και στα τρία επίπεδα της, το οικονομικό-συνδικαλιστικό, το πολιτικό και το ιδεολογικό και να κατευθύνεται στην ανατροπή του καπιταλισμού και στην οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας.

Χαρακτηριστικά για το θέμα αυτό ο Ένγκελς έγραφε: «Πρέπει να αναγνωριστεί στους Γερμανούς εργάτες ότι αξιοποίησαν τα πλεονεκτήματα της κατάστασής τους με σπάνια κατανόηση. Για πρώτη φορά από τότε που υπάρχει εργατικό κίνημα, η πάλη διεξάγεται και στις τρεις πλευρές της, την θεωρητική, την πολιτική τα και την πρακτικοοικονομική (αντίσταση ενάντια στους καπιταλιστές)- συντονισμένα, σε συνάρτηση και σχεδιασμένα. Σε αυτή ακριβώς την επικεντρωμένη επίθεση βρίσκεται η δύναμη και το ακατανίκητο του γερμανικού κινήματος». (Φρίντριχ Ένγκελς, Πρόλογος στο έργο του «Ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία», σ. 34 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή). Κατά παρόμοιο τρόπο τοποθέτησε το θέμα αυτό και ο Λένιν και επιβεβαιώθηκαν οι τοποθετήσεις αυτές από την πείρα του κομμουνιστικού κινήματος και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις με επώδυνο τρόπο όταν οι ισορροπίες αυτές παραβιάζονταν.

Από το απόσπασμα αυτό συνάγεται με σαφήνεια ότι υπάρχουν τρία επίπεδα, τρεις πλευρές που συναπαρτίζουν την ταξική πάλη. Τα επίπεδα αυτά είναι αυτοτελή, έχει καθένα το δικό του περιεχόμενο, τον οργανωτικό φορέα που διεξάγει στη δράση αυτή, δεν είναι όμως εντελώς αποκομμένα μεταξύ τους, αλλά βρίσκονται σε διαλεκτική διασύνδεση ώστε συνολικά να αποτελούν την ενιαία ταξική πάλη που κατευθύνεται στην υπεράσπιση των άμεσων συμφερόντων της εργατικής τάξης, στη συνειδητοποίηση του ιστορικού της ρόλου, την κατάκτηση της εξουσίας και την οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας. «Συντονισμένα, σε συνάρτηση και σχεδιασμένα», γράφει ο Ένγκελς.

Καθένα από τα επίπεδα αυτά έχει την ιδιαίτερη σημασία και τον ιδιαίτερο ρόλο του στη δράση της εργατικής τάξης, κανένα δεν μπορεί να παρακαμφθεί, ούτε φυσικά κάποιο να απολυτοποιηθεί. Η πρακτικοοικονομική πάλη είναι η δράση εκείνη που φιλοδοξεί να απευθυνθεί και να κινητοποιήσει τα πλατιά τμήματα και -ει δυνατόν- το σύνολο της εργατικής τάξης. Γι’ αυτό και το περιεχόμενο της είναι η διεκδίκηση των άμεσων ζωτικών αιτημάτων των εργαζομένων τα οποία είναι κυρίως οικονομικά, αλλά όχι μόνο.

Φορέας της οικονομικής πάλης είναι το εργατικό συνδικάτο, δεν μπορεί να είναι το κόμμα. Το κάθε κόμμα, μέσω των μελών του, θέτει στους εργάτες τις θέσεις και τις προτάσεις του για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, θέτει συνολικά την αντίληψη του, οι εργάτες αποφασίζουν και η διοίκηση του συνδικάτου υλοποιεί την απόφαση.

Φυσικά τα προβλήματα των εργαζομένων έχουν αιτίες οι οποίες σχετίζονται με την πολιτική του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων και η αποκάλυψη και καταδίκη τους είναι μέσα στα καθήκοντά των σωματείων και του συνδικαλιστικού κινήματος. Ανάλογα με το επίπεδο συνείδησης των εργαζομένων κάθε κλάδου και συνολικά της εργατικής τάξης τίθενται τα θέματα αυτά περισσότερο ή λιγότερο ολοκληρωμένα.

Στις τρέχουσες, τις «ειρηνικές» περιόδους το συνδικαλιστικό κίνημα δεν μπορεί να θέσει ως στόχο του την ανατροπή της αστικής τάξης και την εργατική εξουσία, μπορεί όμως κάλλιστα στις συνθήκες των μνημονίων π.χ. να θέτει πέραν της κατάργησης τους, την ανάγκη της εξόδου από την ΕΕ, την διαγραφή του χρέους, την ήττα και την ανατροπή της μνημονιακής κυβέρνησης κ.λπ. Η ταξική πάλη στην ολοκληρωμένη έκφραση της, όσον αφορά την ιδεολογική και την πολιτική-στρατηγική διάσταση της είναι υπόθεση του κομμουνιστικού κόμματος.

Η επεξεργασία των ιδεολογικών ζητημάτων και η διάδοση της ιδεολογίας, η επεξεργασία της στρατηγικής και τακτικής του συνολικού εργατικού κινήματος, η ολοκληρωμένη ιδεολογική αντιπαράθεση με το κράτος, την αστική τάξη και τα κόμματα της δεν είναι υπόθεση των συνδικάτων, χωρίς φυσικά να αποκλείονται εντελώς από τα ζητήματα αυτά.

Κάθε μονομέρεια προς ένα τομέα της ταξικής πάλης έχει τεράστιες συνέπειες. Το στένεμα του περιεχομένου του συνδικαλιστικού κινήματος, η ανάθεση σε αυτό αμιγώς ιδεολογικών και πολιτικών καθηκόντων μοιραία θα οδηγήσει στη συρρίκνωση του και στην απομάκρυνση των πλατιών τμημάτων της εργατικής τάξης από τη συμμετοχή στα συνδικάτα και τη συνδικαλιστική δράση.

Κατά παρόμοιο τρόπο λανθασμένη είναι η ενασχόληση των κομμουνιστικών κομμάτων με τα αμιγώς συνδικαλιστικά ζητήματα και η υποβάθμιση των ιδεολογικών καθηκόντων τους. Αποτέλεσμα θα είναι να μην υπάρχουν δραστήρια και μαζικά συνδικάτα, η συνδικαλιστική δράση να υποβαθμίζεται, τα κομμουνιστικά κόμματα να ρέπουν στα άμεσα, τα οικονομικά προβλήματα, υποβαθμίζοντας τα ιδεολογικά και πολιτικά καθήκοντά τους.

Πλήθος σοβαρά προβλήματα που εμφανίζονται στο συνδικαλιστικό κίνημα σήμερα -και σε ένα βαθμό η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει- εκεί ακριβώς έχουν την ρίζα τους: στην στρεβλή κατανόηση του ρόλου του συνδικαλιστικού κινήματος και αντιστοίχως στη λανθασμένη αξιοποίηση του. Πιο συγκεκριμένα: Η εργαλειοποίηση των σωματείων από τα κόμματα, η χρησιμοποίηση τους ως εργαλείου, ως προμετωπίδα για την κομματική δράση. Οι χωριστές κινητοποιήσεις σωματείων με επίκεντρο κάποιο κόμμα και τη στενή επιρροή του και τις επιδιώξεις του. Ακόμη και κινητοποιήσεις που συμμετέχουν εργαζόμενοι διαφόρων πολιτικών πεποιθήσεων περισσότερο έχουν το χαρακτήρα συγκόλλησης διαφορετικών κομματικών ακροατήριων παρά αυτόν της ενιαίας εργατικής κινητοποίησης.

Κινητοποιήσεις, κυρίως πανελλαδικές, που προκηρύσσονται από τις κορυφές του συνδικαλιστικού κινήματος, χωρίς καμία προετοιμασία, χωρίς ζύμωση και μέτρα για την επιτυχία τους είναι πάντα αποτυχημένες και επιβλαβείς. Καταστρέφουν το κύρος των σωματείων και του συνδικαλιστικού κινήματος, την έννοια και την αξία του συνδικαλισμού και των αγώνων.

Από την πλευρά της ΓΣΕΕ είναι αναμενόμενο αυτό για λόγους κατανοητούς. Από την πλευρά όμως του ΠΑΜΕ είναι ακατανόητη η πίεση που ασκεί στη ΓΣΕΕ να προκηρύξει πανεργατική απεργία, με δεδομένο ότι δεν θα έχει επιτυχία, απλά θα δημιουργήσει κάποιο κλίμα για μια ορισμένη ζύμωση οικονομικών αιτημάτων, γενικόλογη πολιτική αντιπαράθεση στα αστικά κόμματα χωρίς να ασκείται καμία πίεση στην εργοδοσία και την κυβέρνηση.

Ένα επιπλέον στοιχείο είναι οι παλινωδίες που εμφανίζονται όσον αφορά το περιεχόμενο που κάθε φορά προωθείται στις αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Αυτό κινείται από απλή παράθεση οικονομικών αιτημάτων ασύνδετων μεταξύ τους μέχρι ολοκληρωμένη πολιτική αντιπαράθεση στα αστικά κόμματα και ζύμωση της ανάγκης του σοσιαλισμού.

Φυσικά δεν γίνεται συζήτηση για ένα ολοκληρωμένο περιεχόμενο που να αντιστοιχεί στο συνδικάτο, και να δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα και τις αγωνίες των εργαζομένων, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που πείθει και κινητοποιεί τους εργαζόμενους και δημιουργεί προϋποθέσεις επιτυχίας. Η δράση με αποφάσεις των κορυφών -που συνήθως παίρνει καμπανιακό χαρακτήρα- περισσότερο οξύνει τα προβλήματα παρά δίνει λύσεις. Αποτελέσματα μπορεί να δώσει μόνο η επιμονή δράση «από τα κάτω» μέσα στα σωματεία και στους χώρους δουλειάς και –βέβαια- όλη αυτή προσπάθεια να συντονίζεται και να ενοποιείται.

Με βάση όσα αναφέραμε, είναι προφανές ότι ο συνδικαλιστικός αγώνας δεν έχει επαναστατική στόχευση. Όμως, χωρίς το συνδικαλιστικό αγώνα και το συνδικαλιστικό κίνημα είναι αδύνατη, αφενός η προοπτική οικονομικών κατακτήσεων των εργαζομένων και αφετέρου η διαμόρφωση ισχυρού και ταξικά προσανατολισμένο εργατικού κινήματος με επαναστατική προοπτική.

Η πανεθνική ημέρα δράσης που προωθείται από την αστική τάξη και την κυβέρνηση απαιτεί ισχυρή απάντηση από την πλευρά των ταξικών δυνάμεων. Απαιτεί ένα κίνημα μαζικό και ενωτικό. Αυτό προϋποθέτει να ξεπεραστεί η άγονη αντιπαράθεση μεταξύ των δυνάμεων της αγωνιστικής και κομμουνιστικής αριστεράς και των συνδικάτων με ταξικό προσανατολισμό. Προϋποθέτει ένα κίνημα που προβάλλει και διεκδικεί τα ζωτικά αιτήματα της εργατικής τάξης και των εργαζομένων και αντιπαλεύει τους σχεδιασμούς της αστικής τάξης με προοπτική ακύρωσης τους.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας