Εργατικός Αγώνας

Ένα «μυστικό» που δεν ήταν ποτέ μυστικό

Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος.

Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται εξήντα χρόνια από το 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Ένα συνέδριο που έμεινε στην Ιστορία από ένα γεγονός. Στο πλαίσιο των εργασιών του, από τον τότε γ.γ. της Κ.Ε. του Κόμματος, Ν. Χρουστσόφ, εκφωνήθηκε η πασίγνωστη πια «Μυστική Έκθεση», βάσει της οποίας όχι μόνο το σοβιετικό κόμμα αλλά και ολόκληρο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ερχόταν σε ρήξη με την εποχή Στάλιν. Ακριβώς γι’ αυτό το γεγονός το 20ο Συνέδριο μπορεί να μην ήταν το σημαντικότερο στην Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης και του σοβιετικού Κ.Κ. αλλά σίγουρα είναι το πιο πολυσυζητημένο.

Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στο διάστημα από 14 έως 25 Φεβρουαρίου του 1956, με τη συμμετοχή αντιπροσώπων που εκπροσωπούσαν 6.796.000 τακτικά και πάνω από 419.000 δόκιμα κομματικά μέλη. Τις εργασίες του παρακολούθησαν 55 αντιπροσωπείες ξένων κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων («Ιστορία του ΚΚΣΕ», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1976, σελ. 668). Ανάμεσά τους και η αντιπροσωπεία του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Ν. Ζαχαριάδη, τον οποίο το σοβιετικό κόμμα -όσο διαρκούσαν οι εργασίες του Συνεδρίου- παρέπεμψε σε μια διεθνή επιτροπή έξι κομμουνιστικών κομμάτων η οποία και τον απέπεμψε από γ.γ. της Κ.Ε. του ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος.

 

Σε μια κλειστή συνεδρίαση

Η «Μυστική Έκθεση» -ο τίτλος της οποίας ήταν «Για την προσωπολατρία και τις συνέπειές της»- εκφωνήθηκε από τον Ν. Χρουστσόφ σε πρωινή κλειστή σύνοδο του Συνεδρίου, στις 25 Φεβρουαρίου του 1956. Η απόφαση για κλειστή συνεδρίαση είχε ληφθεί την παραμονή της έναρξης του συνεδρίου (13/2/1956) από το προεδρείο της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ. Στην κλειστή σύνοδο του συνεδρίου συμμετείχαν οι σύνεδροι αλλά και προσκεκλημένοι που είχαν διωχθεί επί Στάλιν και που πρόσφατα είχαν απελευθερωθεί και αποκατασταθεί στο κόμμα. Οι αντιπροσωπείες ξένων κομμάτων και δημοσιογράφοι δεν κλήθηκαν να παρακολουθήσουν την κλειστή σύνοδο (Ζόρες και Ρόι Μεντβέντιεφ: «Ο άγνωστος Στάλιν», εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2004, σελ. 159).

Σύμφωνα με τα επίσημα σοβιετικά ιστορικά στοιχεία, στη σύνοδο δεν κρατήθηκαν στενογραφημένα πρακτικά και μετά την εκφώνηση της «Μυστικής Έκθεσης» από τον Χρουστσόφ αποφασίστηκε να μην ακολουθήσει συζήτηση αλλά να βγει απόφαση του συνεδρίου πάνω στο θέμα και να δημοσιευτεί. Επίσης αποφασίστηκε η «Μυστική Έκθεση» να σταλεί στις κομματικές οργανώσεις για ενημέρωση, αλλά να μη δημοσιευτεί στον επίσημο σοβιετικό και κομματικό Τύπο. Λίγες ημέρες αργότερα, την 1η Μαρτίου του 1956, η «Μυστική Έκθεση» δόθηκε στο προεδρείο και στους γραμματείς της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ, διορθώθηκε συντακτικά και στιλιστικά, προστέθηκαν σε αυτήν οι πηγές των ντοκουμέντων στα οποία αναφερόταν, καθώς και φράσεις τις οποίες ο εισηγητής είχε πει εκτός κειμένου. Επίσης, σε ορισμένα σημεία του κειμένου καταγράφηκαν οι αντιδράσεις των παρευρισκόμενων συνέδρων, κατά τη διάρκεια της εκφώνησής της, στη σύνοδο της 25ης Φεβρουαρίου (χειροκροτήματα, επιφωνήματα κ.λπ.). Αυτό σημαίνει ότι μαγνητοφωνημένα ή και μαγνητοσκοπημένα πρακτικά κρατήθηκαν.

Την τελική απόφαση για τη «Μυστική Έκθεση» την έλαβε το προεδρείο της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ στις 5 Μαρτίου του 1956. Η απόφαση αυτή έλεγε: «1. Να προτείνουμε στις περιφερειακές επιτροπές και στις Κ.Ε. των κομμουνιστικών κομμάτων των σοσιαλιστικών δημοκρατιών να ενημερώσουν όλα τα μέλη του κόμματος, της κομμουνιστικής νεολαίας, αλλά και μη κομματικές συγκεντρώσεις των εργαζομένων, των υπαλλήλων και των μελών των κολχόζ σχετικά με την εισήγηση του συν. Χρουστσόφ Ν.Σ. ‘‘Για την προσωπολατρία και τις συνέπειές της”. 2. Η εισήγηση του συν. Χρουστσόφ να αποσταλεί στις κομματικές οργανώσεις με την ένδειξη ‘‘όχι προς δημοσίευση” και να αφαιρεθεί από την μπροσούρα η ένδειξη ‘‘άκρως απόρρητο”».

Το ενδιαφέρον στοιχείο που πρέπει να κρατήσουμε από αυτή την απόφαση είναι ότι η περίφημη «Μυστική Έκθεση Χρουστσόφ» αποχαρακτηρίστηκε κι έπαψε να είναι μυστική, δηλαδή απόρρητη, μόλις δέκα ημέρες μετά την εκφώνησή της στο 20ό Συνέδριο («Νέα της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ», τεύχος 3/1989, όπως αναφέρεται στην ελληνική έκδοση: «Ν.Σ. Χρουστσόφ: «Για την προσωπολατρία και τις συνέπειές της», μετάφραση Δ. Τριανταφυλλίδης, Μεταμεσονύκτιες εκδόσεις, Αθήνα 2007, σελ. 5-6).

 

Η έκθεση προκάλεσε σοκ στη σοβιετική κοινωνία

Μετά την προαναφερόμενη απόφαση του προεδρείου της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ, η έκθεση διαβάστηκε σε όλες τις κομματικές οργανώσεις, όπως επίσης και σε όλες τις οργανώσεις της κομμουνιστικής νεολαίας, σε συγκεντρώσεις κομματικών και εξωκομματικών στους χώρους δουλειάς και στις περιφέρειες κ.ο.κ. Οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες. Οι συζητήσεις ήταν αδύνατο να αποφευχθούν. Το σοκ ήταν αρκετά ισχυρό. Στην παρουσίαση της έκθεσης, σε πολλές συνεδριάσεις στελεχών, στη Μόσχα και στο Λένινγκραντ, παραβρέθηκε και μίλησε ο ίδιος ο Χρουστσόφ. Στη Γεωργία, ιδιαίτερη πατρίδα του Στάλιν, και συγκεκριμένα στην Τιφλίδα, οι αντιδράσεις πήραν τη μορφή εξέγερσης. Από τις 5 έως τις 10 Μαρτίου του 1956 η πόλη βρισκόταν σε πλήρη αναταραχή με καθημερινές διαδηλώσεις. Στις 10 Μαρτίου επενέβησαν ο στρατός και η αστυνομία, με αποτέλεσμα να επανέλθει ο έλεγχος που, όμως, στοίχισε πολλούς νεκρούς και τραυματίες.

Ο συγκλονισμός που έφερε στη σοβιετική κοινωνία η γνωστοποίηση της έκθεσης ήταν μεγάλος και τα προσωπικά δράματα καθόλου λίγα. Διωχθέντες και διώκτες της προηγούμενης εποχής Στάλιν έπρεπε να βρουν μια ισορροπία συμβίωσης στη νέα πραγματικότητα, καθώς οι πρώτοι απελευθερώνονταν από τους χώρους κράτησης και οι δεύτεροι ήταν υπόλογοι απέναντι τους. Επιπλέον, η ίδια η σοβιετική ηγεσία υπό τον Ν. Χρουστσόφ -που πρωταγωνίστησε ώστε η σοβιετική κοινωνία να υποστεί το σοκ της «Μυστικής Έκθεσης»- επί Στάλιν ήταν στην ηγεσία του κράτους και του κόμματος, άρα συνυπεύθυνη για όσα κατήγγειλε. Πώς θα λογοδοτούσε;

Για όλα αυτά επιλέχθηκε η μέση οδός. Κατ’ αρχήν ελήφθησαν μέτρα ώστε οι αντιδράσεις να μην ξεφύγουν πέρα από ορισμένα όρια. Έτσι, εμποδίστηκε οποιαδήποτε διερεύνηση της περιόδου Στάλιν πέραν των ορίων που έθετε η έκθεση. Οι αποκαταστάσεις πρώην διωχθέντων γίνονταν χωρίς δημοσιότητα. Για μια σειρά ηγετικά στελέχη του Σοβιετικού Κόμματος (π.χ. Μπουχάριν, Κάμενεφ, Ζινόβιεφ κ.ά.) δεν έγιναν αναθεωρήσεις των δικών της περιόδου 1936-1939. Οι πρώην διώκτες δεν οδηγήθηκαν ποτέ στη Δικαιοσύνη. Στον Χρουστσόφ αποδίδονται δύο επιλογές: Η μία ότι είπε πως το κόμμα δεν θα προετοίμαζε ποτέ μια «νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου». Η δεύτερη αφορά τον τρόπο με τον οποίο δικαιολόγησε τον εαυτό του και τους συντρόφους του για το παρελθόν τους επί Στάλιν. Σε μια συνεδρίαση στελεχών -κατά την παρουσίαση της έκθεσης- έλαβε ένα ανώνυμο σημείωμα που έλεγε: «Πώς μπόρεσες εσύ, ένα μέλος του Π.Γ., να επιτρέψεις να συμβούν τέτοια φρικτά εγκλήματα στη χώρα μας;». Η αντίδραση του Χρουστσόφ ήταν να δικαιολογήσει την ανωνυμία του ερωτώντος επικαλούμενος τον φόβο του τελευταίου. «Εκείνος που το έγραψε φοβάται», είπε ο Χρουστσόφ. Και πρόσθεσε: «Αυτό συνέβαινε και σε μας με τον Στάλιν» (Ζόρες και Ρόι Μεντβέντιεφ, στο ίδιο, σελ. 159- 184).

Πολύ γρήγορα, η σοβιετική ηγεσία έκανε ένα ακόμα βήμα ελέγχου της κατάστασης. Ενώ στη «Μυστική Έκθεση» δεν γινόταν καμία αναφορά σε θετικά του Στάλιν, ξαφνικά άρχισαν να προβάλλονται και οι θετικές αναφορές ως αντίβαρο σε όσα η έκθεση του καταμαρτυρούσε. Στις 30 Ιουνίου του 1956 δημοσιοποιήθηκε η απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ «Για την κατανίκηση της προσωπολατρίας και των συνεπειών της», η οποία ανάμεσα σε άλλα είχε και τούτη την αναφορά: «Κατέχοντας για πολύ χρονικό διάστημα τη θέση του γενικού γραμματέα της Κ.Ε. του κόμματος, ο I. Β. Στάλιν αγωνιζόταν δραστήρια με άλλους καθοδηγητικούς παράγοντες για την πραγματοποίηση των λενινιστικών υποθηκών. Ο Στάλιν ήταν αφοσιωμένος στον μαρξισμό-λενινισμό και καθοδήγησε σαν θεωρητικός και μεγάλος οργανωτής του αγώνα του κόμματος εναντίον των τροτσκιστών, των δεξιών οπορτουνιστών, των αστών εθνικιστών, εναντίον των μηχανορραφιών της καπιταλιστικής περικύκλωσης. Μέσα σ’ αυτή την πολιτική και Ιδεολογική πάλη, ο Στάλιν απόκτησε μεγάλο κύρος και δημοτικότητα. Ωστόσο, με τ’ όνομά του άρχισαν εσφαλμένα να συνδέονται όλες οι μεγάλες νίκες μας. Οι επιτυχίες που κέρδισαν το κομμουνιστικό κόμμα και η Σοβιετική χώρα, τα προσωπικά εγκώμια ζάλισαν το κεφάλι του Στάλιν. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες άρχισε να δημιουργείται σιγά σιγά ή λατρεία της προσωπικότητας του Στάλιν» («Η Προσωπολατρία και οι συνέπειές της», εκδόσεις ΓΝΩΣΗ, σελ. 48). Στο 21ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, τον Φεβρουάριο του 1959, δεν έγινε καμία αναφορά στην περίοδο Στάλιν. Το θέμα επανήλθε στο 22ο Συνέδριο του κόμματος, τον Οκτώβριο του 1961. Τρία χρόνια αργότερα, τον Οκτώβριο του 1964, ο Ν. Χρουστσόφ αντικαταστάθηκε στην ηγεσία του ΚΚΣΕ από τον Λ. Μπρέζνιεφ.

 

Η διαρροή στη Δύση και η δημοσιοποίηση στην Ελλάδα

Για τη «Μυστική Έκθεση» Χρουστσόφ, ο δυτικός κόσμος πληροφορήθηκε πολύ γρήγορα. Αμέσως μετά το 20ό Συνέδριο υπήρξαν δημοσιεύματα στον δυτικό Τύπο, που έκαναν λόγο για την ύπαρξη ενός τέτοιου ντοκουμέντου και δίνονταν περιλήψεις από το περιεχόμενό του. Ολόκληρη η έκθεση δόθηκε στη δημοσιότητα στις 4 Ιουνίου του 1956 από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι -όπως αναφέρεται στα ρεπορτάζ των ελληνικών εφημερίδων εκείνων των ημερών- δήλωσαν ότι η «Μυστική Έκθεση» έφτασε στα χέρια τους από «εμπιστευτική πηγή», αλλά ταυτόχρονα κράτησαν και επιφυλάξεις περί της αυθεντικότητας του κειμένου. Γενικά δεν αρνήθηκαν την αυθεντικότητα, αλλά με τον τρόπο που τοποθετήθηκαν κρατούσαν επιφυλάξεις για το αν είχαν το πλήρες κείμενο στα χέρια τους κι αν το αντίγραφό τους ήταν απολύτως πιστή αναπαραγωγή του πρωτοτύπου. Στα στοιχεία που δημοσιοποίησαν, το σύνολο του ντοκουμέντου αποτελούνταν από 25.000 λέξεις. Το ρωσικό κείμενο ήταν 58 σελίδες και η μετάφρασή του στα αγγλικά 82. Επίσης, από τους Αμερικανούς δημοσιοποιήθηκε ότι η «Μυστική Έκθεση» εκφωνήθηκε από τον Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο στις 25-2-1956.

Ολόκληρη η «Μυστική Έκθεση», όπως δόθηκε από τους Αμερικανούς, δημοσιεύτηκε σε συνέχειες και σε ελληνική μετάφραση, σε τουλάχιστον τρεις ελληνικές εφημερίδες: στο «Βήμα» (από 8 έως 14 Ιουνίου 1956), στην «Καθημερινή» (το ίδιο διάστημα) και στην «Ελευθερία» (από 8 Ιουνίου έως 1 Ιουλίου 1956). Λίγο αργότερα, (μέσα στο 1956), η «Μυστική Έκθεση» κυκλοφόρησε και σε μια μπροσούρα 80 σελίδων, υπό τον τίτλο «Νικήτα Κρούτσεφ: Ο Αληθινός Στάλιν». Η έκδοση αυτή δεν έφερε κανένα στοιχείο εκδότη παρά μόνο την ένδειξη «Αθήνα 1956». Επίσης δεν υπήρχε καμία εισαγωγή. Υπήρχαν όμως 26 υποσημειώσεις, που από τον τρόπο που είναι γραμμένες φαίνεται πως αξιοποιούσαν εκείνες του σοβιετικού πρωτοτύπου. Η γλώσσα της έκθεσης, στην έκδοση αυτή, ήταν δημοτική, σε αντίθεση με εκείνη που χρησιμοποίησαν οι εφημερίδες, που ήταν απλή καθαρεύουσα. Ποιος προχώρησε σε αυτή την έκδοση παραμένει ακόμα μυστήριο. Οι αριστεροί, τότε, τη θεωρούσαν δουλειά των αμερικανικών υπηρεσιών σε συνεργασία με τα επιτελεία των ελληνικών αντικομμουνιστικών υπηρεσιών του κράτους.

Εν πάση περιπτώσει, τώρα πια, έχοντας γνώση του σοβιετικού πρωτοτύπου της έκθεσης, μπορούμε με απόλυτη βεβαιότητα να πούμε πως στα χέρια των Αμερικανών, το 1956, έφτασε ακριβές αντίγραφο της «Μυστικής Έκθεσης». Και μάλιστα το τελικό, όπως διορθώθηκε και συμπληρώθηκε από τους Σοβιετικούς την 1η Μαρτίου του 1956, καθώς στο κείμενο που δημοσιοποίησε το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών περιλαμβάνονται οι αντιδράσεις των συνέδρων στα διάφορα σημεία της εκφώνησής του από τον Χρουστσόφ. Με δεδομένο ότι το κείμενο αποχαρακτηρίστηκε από τη σοβιετική ηγεσία σχεδόν αμέσως και έπαψε να είναι άκρως απόρρητο και με δεδομένο ότι ελήφθησαν μέτρα ώστε να μην αναπαράγεται σε αντίγραφα (υπήρχε ελεγχόμενος αριθμός αντιγράφων κατά τη διαδικασία της ενημέρωσης των μελών του Σοβιετικού Κόμματος και των εξωκομματικών), μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι η έκθεση διέρρευσε στη Δύση με σχέδιο ή με την ανοχή της σοβιετικής ηγεσίας υπό τον Ν. Χρουστσόφ.

 

Η νέα γραμμή του ΚΚΣΕ για ρήξη με το παρελθόν

Ενδεχομένως ο τελευταίος και οι επιτελείς του ήθελαν να στείλουν ένα μήνυμα στη Δύση για την αλλαγή πραγμάτων στη χώρα τους, αλλά και να επιδράσουν με τη νέα γραμμή ρήξης με το παρελθόν επί Στάλιν πάνω στα κομμουνιστικά κόμματα, στην Αριστερά και στο διεθνές εργατικό κίνημα. Αν αυτός ήταν ο στόχος, μπορούμε να πούμε ότι επιτεύχθηκε, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος. Ο συγκλονισμός των κομμουνιστών και των αριστερών ήταν μεγάλος. Από το 20ό Συνέδριο και μετά οι σχέσεις της ΕΣΣΔ με την Κίνα μπήκαν σε αντίστροφη μέτρηση ρήξης. Σε διάφορα κομμουνιστικά κόμματα έγιναν αλλαγές -μικρότερες ή μεγαλύτερες, δεν έχει σημασία- στην ηγεσία τους και τίποτα δεν ήταν ίδιο με πριν. Σε ό,τι αφορά το ΚΚΕ, ο Ν. Ζαχαριάδης καθαιρέθηκε από γ.γ. της Κ.Ε. Αλλά αυτό οι Σοβιετικοί το είχαν αποφασίσει πριν εκφωνηθεί η έκθεση στο 20ό Συνέδριο. Η καθαίρεσή του, όμως, ήταν μέσα στο πνεύμα των αλλαγών που το συνέδριο επέφερε. Το αποτέλεσμα ήταν το ΚΚΕ να βιώσει μια σιωπηρή διάσπαση σε υποστηρικτές και επικριτές του Ζαχαριάδη. Η διάσπαση αυτή δεν πήρε ποτέ οργανωτική μορφή, καθώς το ΚΚΕ ήταν τότε παράνομο κι επειδή η αίγλη της Σοβιετικής Ένωσης ήταν ακόμα ισχυρή, ειδικά για τον κόσμο που μαχόταν στην Ελλάδα σε καθεστώς αστυνομικών διώξεων. Χωρίς αμφιβολία, η «Μυστική Έκθεση» άνοιξε τον «ασκό του Αιόλου» και απελευθέρωσε ανέμους που το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα κατάφερε ένα διάστημα να ηρεμήσει, αλλά ουδέποτε να ελέγξει πλήρως. Αυτό φάνηκε ακόμη πιο καθαρά με την περεστρόικα του Μ. Γκορμπατσόφ, όταν η συζήτηση γύρω από την περίοδο Στάλιν επανήλθε, για να φανεί πως ο λογαριασμός με το παρελθόν ήταν ακόμα ανοικτός.

 

Αρχική δημοσίευση: efsyn.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας