Εργατικός Αγώνας

Η δίκη της Λειψίας

Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος.

«Ένας προλετάριος επαναστάτης μπροστά

στο δικαστήριο δε σκέπτεται τον προσωπικό

κίνδυνο και δε σκέπτεται το κεφάλι του.

Αποφασιστικό γι’ αυτόν είναι το συμφέρον

της τάξης του. Κρατά εκεί στάση στρατιώτου

της επανάστασης».

Γκ. Δημητρώφ1

Στις 21 Σεπτεμβρίου του 1933, στις 9 το πρωί, άρχισε στο IV Ποινικό Δικαστήριο του Ράιχ στη Λειψία η δίκη για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ (γερμανικό Κοινοβούλιο) που είχε γίνει στις 27 Φλεβάρη του ιδίου έτους. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου βρίσκονταν ο Γκεόργκι Δημητρώφ, ηγετικό στέλεχος του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της Κομμουνιστικής Διεθνούς, οι Βούλγαροι κομμουνιστές Μπλάγκοϊ Ποπόφ και Βασίλι Τάνεφ και ο αρχηγός της κοινοβουλευτικής ομάδας του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος στο Ράιχσταγκ Ερνστ Τόργκλερ. Το ναζιστικό καθεστώς είχε τοποθετήσει στη θέση του κατηγορούμενου και το μίσθαρνο όργανό του, τον προβοκάτορα – όπως περίτρανα αποδείχτηκε – Μαρίνους Βαν ντερ Λούμπε, τον οποίο είχε χρησιμοποιήσει για να στήσει όλη αυτή την προβοκάτσια του εμπρησμού του Ράιχσταγκ σε βάρος του γερμανικού και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Στις συνεδριάσεις του δικαστηρίου ήταν παρόντες 82 ανταποκριτές ξένων και 12 ανταποκριτές γερμανικών εφημερίδων. Στους ανταποκριτές κομμουνιστικών, σοσιαλιστικών και άλλων αριστερών εφημερίδων δεν επιτράπηκε να παραβρεθούν. Αρχικά απαγορεύτηκε η είσοδος και στους σοβιετικούς ανταποκριτές, αλλά ύστερα από αντίμετρα που πήρε η ΕΣΣΔ, οι σοβιετικοί δημοσιογράφοι μπόρεσαν να παρακολουθήσουν και να καλύψουν ειδησεογραφικά τη δίκη. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι δύο πρώτες συνεδριάσεις του δικαστηρίου αναμεταδόθηκαν από το γερμανικό ραδιόφωνο, προφανώς επειδή το ναζιστικό καθεστώς νόμιζε πως μπορούσε να αποκομίσει πολιτικό όφελος. Αλλά από τις 23 του Σεπτέμβρη, όταν άρχισε η εξέταση του Δημητρώφ, οι ραδιοφωνικές αναμεταδόσεις σταμάτησαν ξαφνικά2. Ας γυρίσουμε όμως το χρόνο λίγο πίσω κι ας δούμε πώς φτάσαμε στη δίκη της Λιψίας.

 

Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ

Στις αρχές Γενάρη του 1933 συναντήθηκαν στο σπίτι του τραπεζίτη Σρέντερ στην Κολωνία οι εκπρόσωποι των γερμανικών μονοπωλίων Φέγκλερ, Κίρντορφ, Τίσεν και Σρέντερ, με τον Πάπεν, τον Χούγκεμπεργκ και τον Χίτλερ. Στη συνάντηση αποφασίστηκε η παράδοση της εξουσίας στο Ναζιστικό κόμμα3. Ετσι στις 30 Γενάρη του ίδιου έτους, ο γηραιός στρατάρχης Χίντεμπουργκ, που είχε εκλεγεί Πρόεδρος της χώρας και με τις ψήφους των σοσιαλδημοκρατών, διόρισε Καγκελάριο τον Χίτλερ, παρόλο που το ναζιστικό κόμμα δε διέθετε κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Σε μία από τις πρώτες συνεδριάσεις του Υπουργικού του Συμβουλίου, ο Χίτλερ ξεκαθαρίζει ότι για να μπορέσει το Ναζιστικό κόμμα να πάρει την πλειοψηφία στο Ράιχσταγκ και να επιβάλει τη δικτατορία του, έπρεπε προηγουμένως να συντριβεί το Γερμανικό ΚΚ. «Μπορούμε – είπε σε κείνη τη συνεδρίαση ο Χίτλερ – αφού συντρίψουμε το κομμουνιστικό κόμμα, να περιορίσουμε τον αριθμό των ψήφων του στο Ράιχσταγκ κι έτσι να πάρουμε εκεί την πλειοψηφία»4. Οι εκλογές για το Ράιχσταγκ είχαν οριστεί για τις 5 Μάρτη του 1933. Επομένως, ό,τι ήταν να γίνει σε βάρος των κομμουνιστών έπρεπε να γίνει νωρίτερα. Κι έγινε νωρίτερα.

Τη νύχτα της 27ης Φλεβάρη του 1933, από τις 9 έως τις 9.15 έπιασε ξαφνικά πυρκαγιά η αίθουσα συνεδριάσεων και ο θόλος του Ράιχσταγκ, αναγγέλλοντας «στη Γερμανία και στον κόσμο – όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Ζακ Ντικλό5την πραγματοποίηση της μεγαλύτερης πολιτικής προβοκάτσιας στον XX αιώνα». Οι αρχές που έτρεξαν στον τόπο της πυρκαγιάς συνέλαβαν χωρίς ιδιαίτερο κόπο, σε μία αίθουσα του πυρπολημένου Κοινοβουλίου, έναν εμπρηστή. Σύμφωνα με τα επίσημα ανακοινωθέντα, ο εμπρηστής ήταν Ολλανδός, ονόματι Μαρίνους Βαν ντερ Λούμπε και βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος φορώντας μόνο ένα παντελόνι, στις τσέπες του οποίου υπήρχαν ένα ολλανδικό διαβατήριο και μια κάρτα μέλους του Ολλανδικού Κομμουνιστικού Κόμματος6.

Αμέσως μετά τον εμπρησμό, ο πρωθυπουργός του Χίτλερ Γκέρινγκ – που ήταν ο εγκέφαλος της πυρπόλησης, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε μεταπολεμικά στη δίκη της Νυρεμβέργης – δήλωσε πως η πυρπόληση του Ράιχσταγκ ήταν έργο των κομμουνιστών. «Το γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα – είπε ο Γκέρινγκ – θέλησε να δώσει μ’ αυτό το μέσο το σύνθημα για εξέγερση για να πνίξει τη Γερμανία στη φωτιά και στο αίμα»7. Στο ίδιο μήκος κύματος, κινήθηκε και το κρατικό Γραφείο Τύπου της Πρωσίας, το οποίο σε ανακοίνωσή του8 την επομένη 28/2/1933 ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ είναι η πιο τερατώδικη τρομοκρατική πράξη του μπολσεβικισμού στη Γερμανία… Η φωτιά του Ράιχσταγκ θα έδινε το σύνθημα για την αιματηρή εξέγερση και τον εμφύλιο πόλεμο».

Χωρίς να χάσουν χρόνο οι Ναζί, αξιοποιώντας το γεγονός του εμπρησμού που οι ίδιοι δημιούργησαν, προχώρησαν αμέσως σε κατασταλτικά μέτρα εναντίον των Γερμανών κομμουνιστών και του λαϊκού κινήματος της χώρας, επιχειρώντας ταυτόχρονα μια διεθνή αντικομμουνιστική σταυροφορία με στόχο να πλήξουν και την Κομμουνιστική Διεθνή. Στην ίδια ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της Πρωσίας, αναφέρεται μεταξύ άλλων9: «Εκδόθηκαν εντάλματα για τη σύλληψη δύο σημαντικών βουλευτών που τους βαρύνουν βάσιμες υπόνοιες συνενοχής. Οι άλλοι βουλευτές και τα στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος συλλαμβάνονται προληπτικά. Οι κομμουνιστικές εφημερίδες, τα περιοδικά, οι προκηρύξεις και τα αφίς απαγορεύονται στην Πρωσία για τέσσερις βδομάδες. Απαγορεύονται για 14 ημέρες όλες οι σοσιαλδημοκρατικές εφημερίδες μια που ο εμπρηστής του Ράιχσταγκ ομολόγησε τις σχέσεις του με το Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα». Επίσης, συνελήφθη αμέσως ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚ Γερμανίας Ε. Τόργκλερ και στις 3 Μάρτη 1933 – δύο μέρες πριν τις εκλογές – συνελήφθη και ο ηγέτης του Γερμανικού ΚΚ Έρνεστ Τέλμαν. Τέλος, στις 9 του Μάρτη έγιναν οι συλλήψεις του Γ. Δημητρώφ, που εκείνο το διάστημα καθοδηγούσε το δυτικοευρωπαϊκό Γραφείο της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, και των Βουλγάρων κομμουνιστών συντρόφων του Μπλάγκοϊ Ποπόφ και Βασίλι Τάνεφ, που βρίσκονταν στη Γερμανία ως πολιτικοί πρόσφυγες.

 

Οι στόχοι του φασισμού, η διεθνής αλληλεγγύη και η δίκη της Λιψίας

Σχολιάζοντας αργότερα από τις στήλες της εφημερίδας «Πράβντα» τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ και τους στόχους που έθετε ο Ναζισμός μ’ αυτή του την προβοκάτσια, ο Δημητρώφ σημείωνε10 : «Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ επρόκειτο να χρησιμεύσει και χρησίμευε στην πραγματικότητα σαν σύνθημα για την τρομοκρατική εκστρατεία του γερμανικού φασισμού ενάντια στο επαναστατικό κίνημα του προλεταριάτου. Η φασιστική πρόκληση της 27 του Φλεβάρη 1933 επρόκειτο να είναι το σύνθημα για την “εξόντωση” του μαρξισμού, και μαρξισμό λέγοντας εννοούσαν το επαναστατικό κίνημα του γερμανικού προλεταριάτου. Οι παράφρονες φασίστες θέλανε να δείξουν όλες τις εχθρικές προς το επαναστατικό κίνημα και την ΕΣΣΔ δυνάμεις, θέλανε να δείξουν τον “ιστορικό” ρόλο του γερμανικού φασισμού, το ρόλο του χωροφύλακα της κεφαλαιοκρατικής Ευρώπης ενάντια στην προλεταριακή επανάσταση».

Στο ίδιο άρθρο ο Δημητρώφ αναφέρθηκε εκτενώς στη σημασία που είχε για το γερμανικό φασισμό η δίκη της Λειψίας. «Η δίκη – υπογράμμισε – δεν κατευθυνόταν μονάχα ενάντια στο γερμανικό κομμουνισμό, μα κυρίως ενάντια στην Κομμουνιστική Διεθνή και σύγχρονα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση… Ποια συγκεκριμένα καθήκοντα έθεσε ο γερμανικός φασισμός στην οργάνωση της δίκης της Λειψίας;

1) Τη δικαιολόγηση των φασιστικών εμπρησμών μπρος στο εξωτερικό, τη συγκάλυψη των πραγματικών εμπρηστών με το ρίξιμο της ευθύνης στους κομμουνιστές.

2) Τη δικαιολόγηση της βάρβαρης τρομοκρατίας και της τεράστιας καταπίεσης του επαναστατικού προλεταριάτου, τη δικαιολόγηση μπρος στα μάτια της παγκόσμιας κοινής γνώμης της βάρβαρης εξόντωσης τεράστιων εκπολιτιστικών αξιών, όπως τη συντριβή της επιστήμης, την αμείλικτη εξόντωση ακόμα και της αστικο – αριστερής “ελευθερίας της γνώμης”, τα μαζικά πογκρόμ, τις μαζικές δολοφονίες κλπ.

3) Η δίκη επρόκειτο να τροφοδοτήσει μια καινούρια αντικομμουνιστική καμπάνια και επρόκειτο να προσφέρει τη βάση για μια καινούρια “μεγάλη δίκη” ενάντια στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας.

4) Η δίκη επρόκειτο να αποδείξει ότι η φασιστική κυβέρνηση αγωνίζεται “νικηφόρα” ενάντια στον παγκόσμιο κομμουνισμό κι ότι έσωσε έγκαιρα την κεφαλαιοκρατική Ευρώπη από τον κομμουνιστικό κίνδυνο».

Η δίκη κράτησε από τις 21 του Σεπτέμβρη ως τις 23 του Δεκέμβρη του 1933. Σ’ όλη τη διάρκειά της αλλά και πριν απ’ αυτήν, όταν ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του ήταν προφυλακισμένοι, ένα τεράστιο αντιφασιστικό κίνημα αλληλεγγύης ξεσηκώθηκε σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Μοναδικό υπήρξε αυτό το κίνημα και στην Ελλάδα. Πλήθος κορυφαίων διανοουμένων αλλά και απλών ανθρώπων ζητούσαν με κάθε τρόπο την απελευθέρωση των δεσμωτών κομμουνιστών ηγετών, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη να μπει φραγμός στη φασιστική λαίλαπα που απειλούσε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο «Ριζοσπάστης», η ΚΟΜΕΠ, το περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι», καθώς και άλλα αντιφασιστικά έντυπα της εποχής, είναι αψευδείς μάρτυρες εκείνου του αγώνα και του κινήματος αλληλεγγύης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Στο εξωτερικό, αμέσως μετά τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ συγκροτήθηκε διεθνής επιτροπή από κορυφαίες προσωπικότητες – με πρόεδρο τον λόρδο Μάρλεϊ και επίτιμο πρόεδρο τον Α. Αϊνστάιν – η οποία συγκέντρωσε υλικό μέσα από το οποίο αποδεικνυόταν ότι ο εμπρησμός ήταν έργο των Ναζί. Το υλικό αυτό βγήκε σε βιβλίο με τον τίτλο «Καστανή Βίβλος». Ακόμη, στο Λονδίνο και στο Παρίσι οργανώθηκε το Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη του ’33 αντίδικη, όπου στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθισε ο πραγματικός ένοχος, ο γερμανικός φασισμός.

Την «Καστανή Βίβλο» μετέφρασε στα ελληνικά ο κομμουνιστής Έλληνας λογοτέχνης Ν. Καρβούνης και την εξέδωσε σε βιβλίο το «Λαϊκό Βιβλιοπωλείο», που ήταν το βιβλιοπωλείο του ΚΚΕ. Όμως, ύστερα από απαίτηση της γερμανικής πρεσβείας, η ελληνική κυβέρνηση, το Μάρτη του 1934, έστειλε τον Καρβούνη στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι με τη μετάφραση και τον πρόλογό του στην ελληνική έκδοση της «Καστανής Βίβλου» καθύβρισε και συκοφάντησε την κυβέρνηση μιας φίλης χώρας!!! Έτσι ύστερα από μια πορεία μετ’ εμποδίων, η δίκη ολοκληρώθηκε στις 3/4/1934 και ο Καρβούνης καταδικάστηκε σε 15 ημέρες κράτηση με δικαίωμα εξαγοράς, για τον πρόλογο που έγραψε στην «Καστανή Βίβλο»11 . Η ελληνική αστική τάξη είχε κάνει το καθήκον της απέναντι στον Χίτλερ.

Ας επιστρέψουμε όμως στη δίκη της Λιψίας.

Ο γερμανικός φασισμός βγήκε ηττημένος από τη δίκη της Λειψίας και στη διάρκειά της οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του μεταβλήθηκαν σε κατηγόρους και στη θέση του κατηγορούμενου βρέθηκαν οι φασίστες. Ανυπέρβλητη υπήρξε η στάση του Δημητρώφ σ’ όλη τη διάρκεια της δίκης και μοναδική η απολογία του όπου, αφού ξεγύμνωσε το φασισμό, καταλήγοντας είπε12:

«Εμείς οι κομμουνιστές μπορούμε σήμερα, όχι λιγότερο αποφασιστικά από το γέρο Γαλιλαίο να πούμε:

Κι όμως γυρίζει! Ο τροχός της ιστορίας γυρίζει προς τα μπρος, προς μια Σοβιετική Ευρώπη, προς μια παγκόσμια Ένωση των Σοβιετικών Δημοκρατιών! Κι ο τροχός αυτός, κινούμενος από το προλεταριάτο, κάτω από την καθοδήγηση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, δε σταματιέται με κανένα μέτρο ξεκληρίσματος, ούτε με ποινές φυλάκισης και θανατικές καταδίκες. Ο τροχός αυτός γυρίζει και θα γυρίζει μέχρι την ολοκληρωτική νίκη του Κομμουνισμού!».

Οι φασίστες δεν τόλμησαν να βγάλουν καταδικαστική απόφαση. Ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του αθωώθηκαν πανηγυρικά και ύστερα από αυστηρή διακοίνωση της σοβιετικής κυβέρνησης, το Φλεβάρη του 1934, η κυβέρνηση του Χίτλερ υποχρεώθηκε να τους απελευθερώσει και να τους επιτρέψει να μεταβούν στην ΕΣΣΔ, όπως και έγινε. Επρόκειτο για μια μεγάλη νίκη του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος που έμελλε να αποτελέσει παγκόσμιο σύμβολο στον αγώνα κατά του φασισμού.

 

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

1 Ριζοσπάστης 28/2/1934

2 Γκ. Δημητρώφ: «Η Δίκη για τον εμπρησμό του Ράιχσταχ – Στοιχεία, γράμματα και σημειώσεις», εκδόσεις «Νέοι Χρόνοι», 1967, σελ. 69

3 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1 – Θ2, σελ. 274

4 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, στο ίδιο, σελ. 275

5 Γκ. Δημητρώφ: «Κι όμως κινείται…», εκδόσεις «Μνήμη» ’76, σελ. 9.

6 «Καστανή Βίβλος», πρώτη έκδοση «Λαϊκού Βιβλιοπωλείου» 1933, φωτοαντιγραφική ανατύπωση εκδόσεις «Θουκυδίδης» 1980, σελ. 96.

7 Γκ. Δημητρώφ: «Κι όμως κινείται…», εκδόσεις «Μνήμη» ’76, σελ. 10.

8 «Καστανή Βίβλος», στο ίδιο, σελ. 97 και 198 – 199

9 «Καστανή Βίβλος», στο ίδιο, σελ. 97 – 98 και 199

10 «Πράβντα» 4/3/1934 και «Ριζοσπάστης» 11/3/1934

11 Βλέπε αναλυτικά για το θέμα: Περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι», Απρίλης 1934, σελ. 148 – 149 και «Ρ» 17, 26, 27/3 και 4/4/1934

12 Γκ. Δημητρώφ: «Η Δίκη για τον εμπρησμό του Ράιχσταχ – Στοιχεία, γράμματα και σημειώσεις», εκδόσεις «Νέοι Χρόνοι», 1967, σελ. 190


Αρχική δημοσίευση: Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 17/9/2000, Ένθετο: “7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ”

 

Σημείωση Ε.Α: Αν και αποφεύγουμε να αλλιώνουμε κείμενα που αναδημοσιεύουμε, μετά από παρατηρήσεις πολλών αναγνωστών μας αντικαταστήσαμε τη Ριζοσπάστια “Λιψία” με την κοινά αποδεκτή στην ελληνική γλώσσα ορθογραφία της: “Λειψία”.  Οι φανατικοί των greeklish που χρησιμοποιεί ο Ριζοσπάστης μπορούν να “απολαύσουν” το αρχικό κείμενο στην παραπομπή μας. 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας