Εργατικός Αγώνας

Οι νέες τεχνολογίες και η εργατική τάξη (μέρος 10ο)

Ο Εργατικός Αγώνας επιχειρεί να ανοίξει μια συζήτηση για την προοπτική της εργατικής τάξης στο σύγχρονο κόσμο με την είσοδο των νέων τεχνολογιών και τις νέες εργασιακές σχέσεις που αυτές επιβάλλουν. Στα πλαίσια αυτά, δημοσιεύει μια εργασία του Γεράσιμου Αραβανή υπό τον γενικό τίτλο «Οι νέες τεχνολογίες, οι επιπτώσεις στους εργαζόμενους και την καπιταλιστική οικονομία, η προοπτική της εργατικής τάξης». Η εργασία δημοσιεύεται σε «αυτοτελή» επιμέρους τμήματα και, με την ολοκλήρωσή της, θα δοθεί στο σύνολό της με τη μορφή ηλεκτρονικού βιβλίου. Σήμερα δημοσιεύουμε το δέκατο μέρος:

 

Η μετάβαση στη μετακαπιταλιστική κοινωνία

Ας δούμε όμως από τη σκοπιά των τοποθετήσεων του Μαρξ τις θεωρίες περί μετακαπιταλισμού. Πολλοί μελετητές αντιλαμβάνονται γενικά τις αντιθέσεις και τα αδιέξοδα του καπιταλισμού στη σημερινή φάση του. Η βασικότερη αντίφαση των ημερών μας, γράφει ο Π. Μέισον, βρίσκεται μεταξύ της δυνατότητας για δωρεάν άφθονα αγαθά και πληροφορίες, και του συστήματος των μονοπωλίων, των τραπεζών και των κυβερνήσεων, που πασχίζει να διατηρήσει τα πράγματα ιδιωτικοποιημένα, εμπορεύσιμα και σε ανεπάρκεια[1] και σε άλλο σημείο, σήμερα, η βασικότερη αντίφαση του σύγχρονου καπιταλισμού εντοπίζεται ανάμεσα στη δυνατότητα για δωρεάν και άφθονα κοινωνικά παραγόμενα αγαθά και σε ένα σύστημα μονοπωλίων, τραπεζών και κυβερνήσεων, που αγωνίζεται σκληρά να διατηρήσει υπό τον έλεγχο του την πληροφορία και τη νομή της εξουσίας[2]. Κατά παρόμοιο τρόπο τοποθετούνται και άλλοι μελετητές. Εκείνο που φαίνεται από την τοποθέτηση τους είναι ότι δυσκολεύονται να δουν ολόπλευρα και ολοκληρωμένα το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο καπιταλισμός σήμερα, ορισμένοι θέλουν μια κάποια σχέση με τις επεξεργασίες του Μαρξ και κάνουν επιλεκτικές αναφορές στο έργο του, όχι όμως πλήρη αποδοχή της μαρξιστικής θεωρίας.

Σε παλαιότερα έργα του ανάλογες απόψεις έχει εκφράσει ο Αντόνιο Νέγκρι, ιδιαίτερα στο βιβλίο “Αυτοκρατορία”. Εκεί δεν περιορίζεται στην άποψη ότι ο ρόλος της γνώσης και της επιστήμης αυξάνεται όλο και περισσότερο στην παραγωγή και σε ορισμένες τομείς καταλαμβάνει πρωτεύουσα θέση, αλλά διατυπώνει την άποψη ότι επειδή η γνώση λόγω του άυλου χαρακτήρα της, δεν βρίσκεται σε υλική μορφή όπως άλλες παραγωγικές δυνάμεις, αλλά βρίσκεται στον εγκέφαλο των ανθρώπων, η εργασιακή δραστηριότητα δεν προϋποθέτει το κεφάλαιο για να υπάρξει, άρα το κόστος της εργασίας δεν είναι μεταβλητό κεφάλαιο, τμήμα δηλαδή του συνολικού κεφαλαίου που καταναλώνεται. Ως εκ τούτου έχει τη δυνατότητα να αξιοποιείται ελεύθερα από τον καθένα που τη διαθέτει ή μπορεί να την αποκτήσει, μπορεί να αυτοαξιοποιείται παραμερίζοντας το κεφαλαίο. Έτσι το κεφάλαιο καθίσταται περιττό, το αστικό κράτος και η αστική εξουσία επίσης, ο καπιταλισμός καταργείται και μάλιστα χωρίς επανάσταση.

Συγκεκριμένα γράφει: Η άυλη εργασία προϋποθέτει άμεσα την κοινωνική αλληλόδραση και συνεργασία. Με άλλα λόγια η συνεργατική διάσταση της άυλης εργασίας δεν επιβάλλεται ούτε οργανώνεται έξωθεν, όπως ίσχυε για προγενέστερες μορφές εργασίας, αλλά μάλλον η συνεργασία είναι απολύτως εμμενής στην ίδια την εργασιακή δραστηριότητα. Το γεγονός αυτό καθιστά προβληματική την παλιά αντίληψη σύμφωνα με την οποία η εργασία νοείται ως «μεταβλητό κεφάλαιο», τουτέστιν ως μια δύναμη η οποία ενεργοποιείται και αποκτά συνοχή μόνο χάρη στο κεφάλαιο, διότι οι συνεργατικές δυνάμεις της εργατικής δύναμης παρέχουν συνεργασία και δυνατότητα της αυτοαξιοποίησης… Η άυλη εργασία φαίνεται να παρέχει τη δυνατότητα για ένα είδος αυθόρμητου και στοιχειώδους κομμουνισμού.[3]

Το συμπέρασμα ότι η επιστήμη και η τεχνολογία, η γνώση γενικότερα, έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο του κεφαλαίου και είναι κτήμα της κοινωνίας συνολικά είναι αυθαίρετο. Ο κοινωνικός χαρακτήρας της γνώσης καθόλου δεν συνεπάγεται ότι έπαψε να είναι ιδιοκτησία του κεφαλαίου και πέρασε στην ιδιοκτησία των εργαζομένων. Όσο παραμένουν οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Αυτό που διαφεύγει των συγγραφέων αυτών και όσων υποστηρίζουν αντίστοιχες απόψεις είναι ότι κοινωνικό χαρακτήρα δεν έχει η γνώση και οι παραγωγικές δυνάμεις μόνο στην εποχή της πληροφορίας και της επικοινωνίας, αλλά ολόκληρο το προηγούμενο διάστημα που αναπτύχθηκαν και επεκράτησαν οι μηχανές. Αυτό όμως καθόλου δεν εμπόδισε την αξιοποίηση και την ιδιοκτησία τους από το κεφάλαιο. Ούτε η αναφορά τους ότι επειδή η ανάπτυξη και η χρήση της επιστήμης, της άυλης εργασίας κατά Νέγκρι, προϋποθέτει συνεργασία και κοινωνική αλληλόδραση, για το λόγο αυτό δεν μπορεί να επιβληθεί έξωθεν είναι ορθό. Όντως, η παραγωγή της επιστήμης και της τεχνολογίας είναι σήμερα πολύ λιγότερο ατομική υπόθεση από ότι πριν 100 χρόνια, ότι οι κατάλληλες συνθήκες ανάπτυξης της δεν είναι η ατομική ιδιοκτησία και ο στενός έλεγχός τους, αυτό όμως δεν εμποδίζει το κεφάλαιο να ελέγχει τη γνώση και την επιστημονική εργασία οξύνοντας στο έπακρο τη βασική αντίθεση και το σύνολο των αντιθέσεων του κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Ως φυσιολογική προέκταση και φυσιολογικό επακόλουθο της παραπάνω θέσης έρχεται και η θέση του ότι στις σημερινές συνθήκες εντός του καπιταλισμού αναπτύσσεται ένα είδος αυθόρμητου κομμουνισμού που θα δυναμώσει και θα κυριαρχήσει.

Ο J. Rifkin το πάει ένα βήμα παραπέρα, θεωρεί ότι συντελείται με αυθόρμητο τρόπο η διαδικασία μετάβασης από την ιδιοκτησία στην πρόσβαση. Συγκεκριμένα γράφει: Η γενιά του διαδικτύου έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται την ελευθερία όχι με την αρνητική έννοια- το δικαίωμα αποκλεισμού τρίτων- αλλά μάλλον με την θετική έννοια του δικαιώματος της συμμετοχής μαζί με άλλους. Για εκείνους ελευθερία σημαίνει την ικανότητα να βελτιώνει κάποιος τη ζωή του και η βέλτιστη ζωή επιτυγχάνεται μέσω της ποικιλίας των εμπειριών του και της κατανεμητικής έκτασης των σχέσεων του μέσα στις διάφορες κοινότητες… η ελευθερία μετριέται περισσότερο από την πρόσβαση σε τρίτους μέσα σε δίκτυα παρά από την ιδιοκτησία μέσα στην αγορά[4]. Θεωρεί ότι οι ίδιες οι εξελίξεις στις Ηνωμένες πολιτείες Αμερικής διαμορφώνουν μια νέα συνείδηση, απόρριψης της ιδιοκτησίας, ουσιαστικά απόρριψης του καπιταλισμού. Θεωρεί ότι το τεράστιο οικονομικό χρέος των νοικοκυριών στις Ηνωμένες πολιτείες Αμερικής που έφθασε το 2008 στην έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης τα 3,9 τρισεκατομμύρια δολάρια έρχεται να εμπεδώσει στους αμερικανούς την πεποίθηση ότι η αμερικανική οικονομία δύσκολα θα ανακάμψει και οι σημερινοί νέοι δεν θα αποκτήσουν το επίπεδο ζωής των πατεράδων τους και όλα αυτά γίνονται ο βωβός επικήδειος της αποκαλούμενης καταναλωτικής κοινωνίας. Κάποιοι άρχισαν να αμφισβητούν την αξία της συσσώρευσης όλο και περισσότερων ιδιόκτητων πραγμάτων που προσέθεταν ελάχιστα ή τίποτε στην ενίσχυση της ευτυχίας και ευημερίας τους[5].

Με δύο λόγια ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι οι συνθήκες ζωής των εργαζομένων και τα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και μάλιστα σε συνθήκες κυριαρχίας του μονοπωλιακού κεφαλαίου οδηγούν από μόνα τους στη διαμόρφωση μιας ριζοσπαστικής, κατά βάση αντικαπιταλιστικής συνείδησης και αυτό με εντελώς αυθόρμητο τρόπο. Όμως δεν είναι η πρώτη φορά που οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν οξυμένα προβλήματα, που τα αδιέξοδα μπροστά τους ορθώνονται βουνό και η άποψη τους για το κοινωνικό σύστημα μέσα στο οποίο ζουν είναι αρνητική, με αυθόρμητο όμως τρόπο αντικαπιταλιστική συνείδηση σε μαζική έκταση και πολύ περισσότερο πλειοψηφική δεν δημιουργήθηκε. Η κυρίαρχη συνείδηση σε μια κοινωνία διαμορφώνεται στη βάση των κυρίαρχων παραγωγικών και γενικότερα κοινωνικών σχέσεων και όχι αυθόρμητα και σε ριζική αντίθεση με τις κυρίαρχες σχέσεις παραγωγής. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το κοινωνικό τους είναι αλλά το αντίστροφο. Η τάξη που είναι η κυρίαρχη υλική δύναμη της κοινωνίας είναι ταυτόχρονα και κυρίαρχη πνευματική δύναμη. Οι κυρίαρχες ιδέες δεν είναι τίποτε άλλο από την ιδεατή έκφραση των κυρίαρχων υλικών σχέσεων, είναι οι κυρίαρχες υλικές σχέσεις που συλλαμβάνονται σαν ιδέες, άρα είναι η έκφραση των σχέσεων που κάνουν μια τάξη κυρίαρχη, επομένως οι ιδέες της κυριαρχίας της. Τα άτομα που αποτελούν την κυρίαρχη τάξη, διαθέτουν ανάμεσα στα άλλα συνείδηση και άρα σκέφτονται. Στο βαθμό επομένως που κυριαρχούν σαν τάξη και καθορίζουν όλη την έκταση μιας εποχής, είναι αυτονόητο ότι το κάνουν αυτό παντού, επομένως ανάμεσα στα άλλα κυριαρχούν επίσης σαν στοχαστές, σαν παραγωγοί ιδεών, και ρυθμίζουν την παραγωγή και διανομή των ιδεών της εποχής τους. Έτσι οι ιδέες τους γίνονται οι κυρίαρχες ιδέες της εποχής τους.[6] Μόνο η ανατροπή της οικονομικής δομής του συστήματος, των κυρίαρχων σχέσεων παραγωγής, θα οδηγήσει στην ανατροπή της κυρίαρχης συνείδησης, η επιβολή των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής και διανομής θα δημιουργήσει τη βάση διαμόρφωσης κομμουνιστικής συνείδησης. Εντός του καπιταλισμού μόνο αν οι συνθήκες είναι ιδιαίτερες, συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, βαθιάς κρίσης της αστικής ηγεμονίας και κυριαρχίας και μεγάλης ανάπτυξης του επαναστατικού εργατικού κινήματος είναι δυνατή η αμφισβήτηση της ηγεμονίας της αστικής τάξης στο εποικοδόμημα και στην επικρατούσα συνείδηση. Μόνο τότε οι ιδέες, οι αντιλήψεις και οι διαθέσεις των εργαζομένων γίνονται βαθιά ριζοσπαστικές- επαναστατικές και κυριαρχούν με την ανατροπή της αστικής εξουσίας, ειδάλλως παραμένουν μειοψηφικές και υποταγμένες. Η άποψη αυτή του J. Rifkin και των αντικαπιταλιστών είναι εντελώς αυθαίρετη και βαθιά ουτοπική.

Σχετικά με την όξυνση της βασικής αντίθεσης και του συνόλου των αντιθέσεων στον καπιταλισμό που οδηγούν στην ανατροπή του και στην επιβολή του σοσιαλισμού ο Μαρξ γράφει: Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους, οι άνθρωποι εισέρχονται σε σχέσεις καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέλησή τους, σε σχέσεις παραγωγής, οι οποίες αντιστοιχούν σε μια καθορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Η ολότητα αυτών των σχέσεων παραγωγής αποτελεί την οικονομική δομή της κοινωνίας, την πραγματική βάση πάνω στην οποία υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν συγκεκριμένες κοινωνικές μορφές συνείδησης. Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει γενικά την κοινωνική, πολιτική και πνευματική διαδικασία της ζωής. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το είναι τους, αλλά αντίστροφα, το κοινωνικό τους είναι καθορίζει την συνείδηση τους. Σε μια ορισμένη βαθμίδα της ανάπτυξής τους οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε αντίθεση με τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής ή, πράγμα που αποτελεί μόνο τη νομική έκφραση γ’ αυτό, με τις σχέσεις ιδιοκτησίας μέσα στις οποίες κινούνταν μέχρι τότε. Από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων αυτές οι σχέσεις μετατρέπονται σε δεσμά τους. Τότε επέρχεται μια εποχή κοινωνικής επανάστασης[7].

Κατά τον Μαρξ, λοιπόν, η κυρία δύναμη των εξελίξεων στις καπιταλιστικές κοινωνίες που κάνουν το ξεπέρασμα τους ιστορική αναγκαιότητα είναι η βασική αντίθεση που διαπερνά το σύστημα αυτή μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων, που συνεχώς αναπτύσσονται και στις μέρες μας πρέπει να πούμε ασφυκτιούν μέσα στο πλαίσιο των σχέσεων παραγωγής του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Η όξυνση της αντίθεσης αυτής σε πρωτοφανείς διαστάσεις κάνει εντελώς αναγκαία την ανατροπή της αστικής εξουσίας, την συντριβή των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής και τη διαμόρφωση των κομμουνιστικών που θα επιτρέψουν την απρόσκοπτη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και συνολικά των κοινωνιών. Οι οπαδοί του μετακαπιταλισμού αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα να ξεφύγουν οι κοινωνίες από τις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής δεν μπορούν όμως να δουν ολοκληρωμένα το πρόβλημα, να διαμορφώσουν την ορθή αντίληψη για τη νέα κοινωνία που θα αντικαταστήσει τον καπιταλισμό και τον τρόπο μετάβασης σ’ αυτή.

Ως προς την πιθανή κατεύθυνση των εξελίξεων στις καπιταλιστικές κοινωνίες ο Μέισον βλέπει δύο πιθανά σενάρια: Ή θα αναδυθεί και θα σταθεροποιηθεί ένας νέος τύπος γνωστικού καπιταλισμού, βασισμένος σε ένα καινούργιο μείγμα ευκαιριών, αγορών και διαδικτυακών συνεργειών, όπου τα υπολείμματα του βιομηχανικού συστήματος θα βρούν τη θέση που τους αρμόζει στο τρίτο αυτό είδος καπιταλισμού. Ή το διαδίκτυο θα διαβρώσει τη λειτουργικότητα και την εξουσία του συστήματος της αγοράς[8]. Ο ίδιος φαίνεται να υποστηρίζει τη δεύτερη πιθανή εξέλιξη. Είναι όμως αξιοπρόσεκτη η παρατήρηση του που αποτελεί και τον κεντρικό πυρήνα των αντιλήψεων του σχετικά με το ξεπέρασμα του καπιταλισμού, ότι δηλαδή το διαδίκτυο θα διαβρώσει από μόνο του, αυθόρμητα, το σύστημα της αγοράς. Γύρω από την «αγεφύρωτη» αντίθεση διαδικτύου και πληροφορίας από τη μια και αγοράς από την άλλη κινείται ολόκληρη η λογική του. «Τα πληροφοριακά αγαθά, γράφει, διαβρώνουν τον μηχανισμό της αγοράς, να εξετάσουμε τις πιθανές εξελίξεις σε περίπτωση που αυτή η τάση ενισχυθεί αντί να υπονομευτεί και να αναζητήσουμε την κοινωνική ομάδα που έχει κίνητρα για να στηρίξει αυτή τη μετάβαση[9]. Σε άλλο σημείο του βιβλίου αναφέρει ότι οι τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών υπονομεύουν κάτι πολύ θεμελιώδες στον τρόπο λειτουργίας του καπιταλισμού[10]… η παρούσα κρίση δεν σηματοδοτεί μόνο το τέλος του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, αλλά αποτελεί και σύμπτωμα της μακροπρόθεσμης ασυμβατότητας μεταξύ των συστημάτων της αγοράς και μιας οικονομίας που βασίζεται στην πληροφορία[11].

Με δύο λόγια η καταστροφή του καπιταλισμού δεν πρόκειται να προέλθει από τη μεγάλη όξυνση της αντίθεσης μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων και των σχέσεων παραγωγής και της αδυναμίας του συστήματος να αναπαραχθεί αλλά από μια «μαγική» ιδιότητα της πληροφορίας να καταστρέφει την αγορά και τον καπιταλισμό. Η διάσταση με τη μαρξιστική θεωρία είναι πλήρης. Κατά τον Μαρξ η τεχνολογία και η επιστήμη στο βαθμό που αναπτύσσονται, μετατρέπονται σε παραγωγική δύναμη και κυριαρχούν στην παραγωγή, οδηγούν σε μεγάλη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και ουσιαστικά θέτουν εμπόδια στο σύστημα να αναπαραχθεί ομαλά , το υπονομεύουν, το κεφαλαιοκρατικό σύστημα όμως δεν πρόκειται να καταρρεύσει από μόνο του, ανατρέπεται από την εργατική τάξη ή παραμένει και σαπίζει ως που να διαμορφωθούν οι υποκειμενικοί όροι της ανατροπής του.

Το ξεπέρασμα του καπιταλισμού και η μετακαπιταλιστική κοινωνία δεν πρόκειται να γίνουν μέσω του κεντρικού σχεδιασμού που θα εφαρμόσει η νέα εξουσία. Ο κεντρικός σχεδιασμός στην ΕΣΣΔ απέτυχε υποστηρίζει ο συγγραφέας επικαλούμενος τον Χάγιεκ, δεν μπορεί να αποτελέσει τον κεντρικό δρόμο διαφυγής από τον καπιταλισμό[12] και για να υποστηρίξει τη θέση του αυτή επικαλείται την πολυπλοκότητα των σημερινών κοινωνιών που εμποδίζουν τη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού κεντρικού σχεδίου και χρησιμοποιεί γι’ αυτό ως παράδειγμα τους εργαζόμενους με δύο και τρεις δουλειές και με πρωτοφανή ελαφρότητα αναφέρεται στην περίπτωση ανύπαντρων μητέρων που παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες μέσω διαδικτύου. Το αγοραίο σεξ ως προϊόν που πωλείται εμποδίζει τη λειτουργία του νόμου της αξίας! Αφού λοιπόν ο κεντρικός σχεδιασμός είναι ακατάλληλος ο Μέισον αναφωνεί με ανακούφιση ευτυχώς υπάρχει άλλη λύση. Δεν προϋποθέτει κεντρικό σχεδιασμό, αλλά πολυεπίπεδες και αυθόρμητες μικροδιαδικασίες[13]

Ο συγγραφέας θέτει το θέμα του κεντρικού σχεδιασμού παραλείποντας όμως κάτι πολύ σημαντικό που θέτει ως πρωτεύον η μαρξιστική θεωρία, την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και τη μετατροπή τους σε ιδιοκτησία της κοινωνίας. Χωρίς αυτήν δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει πραγματικός κεντρικός σχεδιασμός για το σύνολο της οικονομίας. Εθνικοποίηση όμως των μέσων παραγωγής το μετακαπιταλιστικό σχήμα δεν προβλέπει σε καμία περίπτωση. Οι όποιες αδυναμίες του κεντρικού σχεδιασμού στην ΕΣΣΔ και τέτοιες υπήρξαν μπορούσαν να διορθωθούν και ιδιαίτερα σήμερα με τα επιστημονικά μέσα που διαθέτουν οι κοινωνίες. Επιπλέον να θυμίσουμε ότι ενώ οι φιλελεύθεροι θεωρούν τον κεντρικό σχεδιασμό καταστροφικό πολλές φορές καταφεύγουν σε αυτόν, έστω μερικά, ενώ ολόκληροι τομείς των καπιταλιστικών οικονομιών λειτουργούν σχεδιασμένα.

Το μεταβατικό σχήμα προς τον μετακαπιταλισμό που προτείνει είναι απλό, η μετάβαση θα γίνει χωρίς επαναστάσεις και θα έχει ένα χαρακτήρα αυθόρμητο και εξελικτικό. Οι μετακαπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής θα αναπτυχθούν εντός του καπιταλισμού, όπως οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις εντός της φεουδαρχίας. Ωστόσο η μετάβαση από το ένα οικονομικό σύστημα στο άλλο απαιτεί χρόνο. Αναμένεται να ζήσουμε μια περίοδο που θα μοιάζει πολύ περισσότερο με τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό παρά με ότι οραματίζονταν οι αρμόδιοι για το σοβιετικό κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας. Θα είναι παρατεταμένη και χαοτική.[14] Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις και οι μετακαπιταλιστικές θα συνυπάρχουν άλλοτε σε αρμονική συνεργασία και άλλοτε σε αντιπαράθεση.

Για να υποστηρίξει την άποψη του ο Π. Μέισον περί αυθόρμητης διαδικασίας μετάβασης στην καπιταλιστική κοινωνία επιδιώκει να αποδημήσει την μαρξιστική θεωρία της κοινωνικής εξέλιξης, του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού που διαμόρφωσαν οι κλασικοί του μαρξισμού και την ιστορική αλληλουχία των κοινωνικών σχηματισμών. Πρωτόγονες κοινωνίες, δουλοκτητικό σύστημα, φεουδαρχία (όλα αυτά τα ονομάζει προκαπιταλιστικούς σχηματισμούς), ύστερα ο καπιταλισμός και τέλος ο κομμουνισμός[15] και θεωρεί ότι πρέπει να δεχθούμε την άποψη του Κέυνς για ιστορική περίοδο έλλειψης και ιστορική περίοδο αφθονίας που θα επακολουθήσει. Ολόκληρη δηλαδή η ιστορική εξέλιξη και τα κοινωνικοοικονομικά συστήματα που μεσολάβησαν προτείνεται να παραμεριστούν και να παραμείνουμε στην αντίληψη περί συνθηκών έλλειψης που ζούσαν οι κοινωνίες μέχρι σήμερα και αφθονίας που θα διαμορφωθούν στο μέλλον. Την αλληλουχία όλων αυτών των κοινωνικοοικονομικών σχηματισμών τη θεωρεί μύθο και μας καλεί να τον αποφύγουμε[16]. Μ’ αυτό τον τρόπο προσπαθεί να παρακάμψει την ιστορική αναγκαιότητα του σοσιαλισμού ως πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας και τη στρατηγική για την νίκη της εργατικής τάξης. Αν όμως δεν υπάρχουν νομοτέλειες στην κοινωνική εξέλιξη τότε όλα είναι ανοιχτά, μπορεί οι κοινωνίες να παραμείνουν καπιταλιστικές εσαεί, μπορούν να πάνε προς τον κομμουνισμό ή να μετεξελιχθούν σε κάτι άλλο και αυτό δεν το καθορίζουν αντικειμενικά δεδομένα και αιτίες που συνδέονται με το επίπεδο ανάπτυξης των κοινωνιών, αλλά τυχαία γεγονότα. Έχουμε τη μοιραία τάση να στριμώχνουμε τη δυναμική των μεταβατικών διαδικασιών σε απλοϊκές κατηγοριοποιήσεις και σε σχέσεις αιτίου και αιτιατού. Η κλασική μαρξιστική αιτιολόγηση της φεουδαρχικής κατάρρευσης ήταν οι «αντιφάσεις» της, δηλαδή η ταξική πάλη μεταξύ χωρικών και ευγενών[17], γράφει ο Μέισον. Η ταξική σύγκρουση μεταξύ χωρικών και ευγενών ήταν ένας σημαντικός παράγοντας που επηρέασε την ευστάθεια και την αντοχή της φεουδαρχίας, δεν ήταν όμως ο αποφασιστικός παράγοντας της καταστροφής του φεουδαρχικού συστήματος. Οι δουλοπάροικοι δεν ήταν επαναστατική τάξη, δεν ήταν φορέας των επαναστατικών σχέσεων παραγωγής του ανώτερου κοινωνικοοικονομικού συστήματος, του καπιταλισμού. Φορέας των νέων σχέσεων παραγωγής ήταν η ανερχόμενη εντός της φεουδαρχίας αστική τάξη. Αυτή είναι η θέση του μαρξισμού.

Οι ανάγκες ανάπτυξης των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής εντός της φεουδαρχίας εμποδίζονταν αποφασιστικά από τις φεουδαρχικές σχέσεις, την ανυπαρξία ενιαίου κράτους και αγοράς, με ενιαίους φορολογικούς, νομισματικούς και γενικότερα νομικούς κανόνες και συνθήκες ώστε να αναπτυχθεί πιο ελεύθερα το εμπόριο και η παραγωγή. Αυτή η αντίθεση οξύνθηκε και οδήγησε στις αστικές επαναστάσεις σε πολλές περιπτώσεις, παράδειγμα η Γαλλία, ενώ σε άλλες περιπτώσεις όπως στην Αγγλία αστικοποιώντας όλο και περισσότερο την αριστοκρατία και ενσωματώνοντας την σαν δική της διακοσμητική κορυφή[18] και γενικότερα στην κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από την αστική τάξη. Ο συγγραφέας δεν δέχεται αυτή την αιτιολόγηση και προσπαθεί να εξηγήσει την μετάβαση με τυχαία γεγονότα, τα οποία μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αφορμές και όχι ως αιτίες, μπορούσαν να επιταχύνουν τις εξελίξεις, αλλά δεν τις δημιούργησαν. Τέτοια γεγονότα κατά τον συγγραφέα ήταν ο βάκιλος του Γιερσίν που έσπειρε τον μαύρο θάνατο, την πανούκλα στην Ευρώπη το 1347 οδηγώντας στο θάνατο του 1/4 του πληθυσμού της ηπείρου, οι οικονομικές διενέξεις μεταξύ των κρατών, οι αγροτικές εξεγέρσεις και οι εργατικές στη Φλωρεντία και τη Γάνδη. Παρόμοια αιτία θεωρεί την ανάπτυξη των τραπεζών στη Φλωρεντία, η οποία όμως δεν είναι τίποτε διαφορετικό από πρώιμη ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στη βόρεια Ιταλία η οποία αποτέλεσε το προμήνυμα της ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη και φυσικά δεν είναι τυχαίο γεγονός, παρομοίως θεωρεί την ανακάλυψη της τυπογραφίας, τη λεηλασία της Αμερικής που πρόκειται για ένα σπουδαίο γεγονός που πράγματι επιτάχυνε τις εξελίξεις.

Η απόρριψη των κοινωνικών νομοτελειών και ιδιαίτερα αυτών του καπιταλισμού έχει πλήθος υποστηρικτών στους αστούς επιστήμονες και ειδικούς. Επί παραδείγματι ο P. Drucker θεωρεί ότι τη φεουδαρχία τη δημιούργησε ο αναβολέας[19], επειδή ο αναβολέας στο άλογο έδωσε τη δυνατότητα στον ιππότη να πολεμά έφιππος και τον μετέτρεψε σε μια πραγματική πολεμική μηχανή και για να υποστηριχτεί αυτή διαμορφώθηκε ένα ολόκληρο κοινωνικό σύστημα, ένα φέουδο με πάνω από 50 οικογένειες που δούλευαν και παρήγαγαν τα αναγκαία για να συντηρείται ο ιππότης, ο ακόλουθος του, τα άλογα τους και οι υπηρέτες του, θεωρεί ότι ο νερόμυλος και ο ανεμόμυλος δημιούργησαν τη βιοτεχνία, τη δεύτερη τάξη στο φεουδαρχικό σύστημα. Όλες αυτές οι απόψεις αδυνατούν να αντιληφθούν ότι η ανάπτυξη της επιστήμης, οι εφευρέσεις και οι τεχνολογίες δεν είναι κάτι ανεξάρτητο από το βαθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και των κοινωνιών, αντιστρόφως θεωρούν ότι είναι μια εξέλιξη που κάποια στιγμή έρχεται και τότε οι κοινωνίες μετασχηματίζεται σε κάτι ριζικά διαφορετικό.

Η αντίληψη ότι το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνιστικό σχηματισμό δεν είναι μια νομοτελειακή εξέλιξη των κοινωνιών, αλλά απλώς μια από τις πολλές δυνατότητες εξέλιξης που υπάρχουν φαίνεται ότι στις μέρες μας δεν συγκινεί μόνο τους μετακαπιταλιστές, αλλά με ένα τρόπο και τμήματα της αριστεράς, ακόμη και δυνάμεις κομμουνιστικής αναφοράς. Θεωρούν ότι στην κοινωνική εξέλιξη όλα είναι ανοιχτά. Αυτό δεν το θέτουν με την έννοια ότι οι κοινωνικές νομοτέλειες και συνολικά η κοινωνική εξέλιξη δεν είναι φυσικές νομοτέλειες, ότι δεν συντελούνται αυτόματα όταν διαμορφωθούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, αλλά συντελούνται με τη δράση των ανθρώπων, ότι η ιστορική κίνηση προς τον κομμουνισμό θα γίνει με τη δράση της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού και αυτή μπορεί ενδεχομένως να καθυστερήσει για σημαντικά χρονικά διαστήματα, να μην είναι αποτελεσματική, να έχει ρεφορμιστικό και όχι επαναστατικό και ανατρεπτικό χαρακτήρα, αλλά οι ίδιες οι συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης, η θέση της στην παραγωγή και η εκμετάλλευση την οποία υφίσταται από την αστική τάξη, η αδυναμία των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων να αναπαραχθούν και συνολικά τα αδιέξοδα του συστήματος θα δημιουργήσουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις γι’ αυτό.

Σχετικά με αυτό το θέμα έγραφε ο Λένιν στον Ιμπεριαλισμό, αναφερόμενος στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που τα μονοπώλια έχουν πλέον κυριαρχήσει: Οι σχέσεις της ατομικής οικονομίας και της ατομικής ιδιοκτησίας αποτελούν ένα περίβλημα που δεν ανταποκρίνεται πια στο περιεχόμενο, περίβλημα που αναπόφευκτα δεν μπορεί παρά να σπάσει, αν αναβληθεί τεχνικά ο παραμερισμό σου, περίβλημα που μπορεί να παραμείνει σε κατάσταση αποσύνθεσης ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα (στη χειρότερη περίπτωση, αν η θεραπεία του οπορτουνιστικού αποστήματος τραβήξει σε μάκρος), που αναπόφευκτα όμως θα παραμεριστεί[20]. Στο απόσπασμα αυτό ο Λένιν συσχετίζει την καθυστέρηση της ανατροπής του καπιταλισμού, ενώ έχουν διαμορφωθεί οι υλικές προϋποθέσεις για αυτό, με ένα σπουδαίο παράγοντα, τον οπορτουνισμό, που ασκεί σοβαρή επίδραση στο εργατικό κίνημα και στη διαμόρφωση επαναστατικής συνείδησης και συμπεριφοράς στην εργατική τάξη. Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που μπορεί να καθυστερήσουν τη διαμόρφωση των υποκειμενικών συνθηκών. Ιστορικά ανάλογα παραδείγματα υπάρχουν. Ενώ η δουλοκτητική ρωμαϊκή αυτοκρατορία σάπιζε για χρόνια οι προϋποθέσεις να αντικατασταθεί από τη φεουδαρχία δεν δημιουργούνταν. Τη λύση έδωσαν τα γερμανικά φύλα που κατέβηκαν προς νότο και της έδωσαν το τελειωτικό χτύπημα. Η κοινωνική εξέλιξη δεν σταμάτησε και φυσικά δεν πήγε προς τα πίσω, αλλά προς τα μπρος, προς τη φεουδαρχία.

Τέλος να σημειώσουμε ότι η ανάπτυξη των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής εντός της φεουδαρχίας και η οικονομική επικράτηση τους κατέστη δυνατή πέραν των άλλων λόγω του εκμεταλλευτικού χαρακτήρας τους. Από το ένα δηλαδή εκμεταλλευτικό σύστημα παραγωγής, και διανομής οι κοινωνίες πέρασαν σε ένα άλλο, στον καπιταλισμό. Δεν είναι δυνατή η επικράτηση ενός συστήματος χωρίς εκμετάλλευση και ο παραμερισμός ενός εκμεταλλευτικού χωρίς μεγάλη σύγκρουση και αγώνα. Ο καπιταλισμός νίκησε και κυριάρχησε με σκληρό, αιματηρό και πολύχρονο αγώνα εναντίον της φεουδαρχίας. Η επικράτηση των μετακαπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής με ομαλό και αυθόρμητο τρόπο και χωρίς αντίσταση θα είναι απλώς απόδειξη ότι πρόκειται για σχέσεις εκμεταλλευτικές, για την εξέλιξη του καπιταλισμού στις νέες συνθήκες.

 


9 Π. Μέισον   Μετακαπιταλισμός σ.27

[2] στο ίδιο σ. 253

[3] Μ. Χάρντ- Α Νέγκρι Αυτοκρατορία σ. 395

[4] J. Rifkin Όπως και προηγουμένως , σ. 430

[5] J. Rifkin Όπως και προηγουμένως , σ.445

[6] Κ. Μαρξ Φρ. Ένγκελς Η Γερμανική Ιδεολογία,   τόμος 1, σ. 94

[7] Καρλ Μαρξ Κριτική της πολιτικής   οικονομίας – πρόλογος σ. 19 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[8] Π. Μέισον   Μετακαπιταλισμός σ.253

[9]   στο ίδιο σ.   255

[10] στο ίδιο σ.   235

[11] στο ίδιο σ.   15

[12]στο ίδιο σ.   383

[13] στο ίδιο σ.   388

[14] στο ίδιο σ.   389

[15] Π. Μέισον   Μετακαπιταλισμός σ. 393

[16] στο ίδιο σ. 393

[17] Π. Μέισον   Μετακαπιταλισμός σ.398-399

[18] Φρ. Ένγκελς Αντιντύρινγκ σ. 209

[19] Π Ντράκερ Μετακαπιταλιστική Κοινωνία σ. 36

[20] Β. Λένιν ο Iμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού τόμος 27, σ. 432

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας