Εργατικός Αγώνας

Το 7ο Συνέδριο της ΚΔ και ο χαρακτήρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου

Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος

Η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ, πλαστογραφώντας την ιστορία του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος ισχυρίζεται πως η Κομμουνιστική Διεθνής με το 7ο Συνέδριο της το 1935 «διαμόρφωσε στρατηγική που προσανατόλιζε τα ΚΚ στη σύμπραξη με τη μία ιμπεριαλιστική πλευρά, τη λεγόμενη δημοκρατική, εναντίον της άλλης, της φασιστικής. Εκ των πραγμάτων η νέα στρατηγική της ΚΔ ωθούσε να διεξάγεται η πάλη του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος υπό ξένη σημαία». (Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ στον Ιταλοελληνικό πόλεμο 1940- 1941», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2015, σελ. 26)

Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε πως τέτοιου μεγέθους πλαστογραφία δεν αποτόλμησε ποτέ μέχρι σήμερα ούτε ο ταξικός εχθρός. Ο Εργατικός Αγώνας έχει ήδη δώσει στους αναγνώστες του τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ. Όποιος διαβάσει αυτές τις αποφάσεις- και ειδικότερα την απόφαση πάνω στην εισήγηση του Π. Τολιάτι (Έρκολι)- θα διαπιστώσει ότι στις επικρίσεις μας κατά της σημερινής ηγεσίας του ΚΚΕ δεν υπάρχει ίχνος υπερβολής.

7ο Συνέδριο: Ιμπεριαλιστικός ο επικείμενος πόλεμος

Το 7ο Συνέδριο της ΚΔ στην σχετική απόφαση του χαρακτήρισε ιμπεριαλιστικό τον, τότε, επικείμενο πόλεμο. Αυτό είναι ξεκάθαρο σε όλο το μήκος και το πλάτος της απόφασης πάνω στην εισήγηση Τολιάτι, ακόμη και στους τίτλους αυτής της απόφασης, ώστε να μην χρειάζεται κανείς να επιχειρηματολογήσει περισσότερο για να αποδείξει του λόγου το αληθές. Όμως το 7ο Συνέδριο δεν στάθηκε σ’ αυτή τη γενική διαπίστωση. Προχώρησε σε μια εξονυχιστική ανάλυση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Ανέλυσε τα ιδιαίτερα συμφέροντα της κάθε ιμπεριαλιστικής δύναμης ξεχωριστά, είδε τον ξεχωριστό ρόλο της κάθε μίας από αυτές στο ζήτημα της υποδαύλισης και της προώθησης του νέου, επικείμενου, ιμπεριαλιστικού πολέμου και καθόρισε τακτική και στρατηγική στη βάση της εξυπηρέτησης των συμφερόντων του παγκόσμιου εργατικού κι επαναστατικού κινήματος. Με άλλα λόγια προσδιόρισε τον τρόπο με τον οποίο το εργατικό και το επαναστατικό κίνημα θα προάσπιζαν και θα επέκτειναν τις κατακτήσεις τους- η μεγαλύτερη των οποίων ήταν η ύπαρξη του πρώτου εργατικού κράτους στην ιστορία, η ύπαρξη, δηλαδή, της ΕΣΣΔ.

Έλεγε, συγκεκριμένα, η απόφαση του 7ου συνεδρίου γι’ αυτό το ζήτημα: «Στο σημερινό ιστορικό στάδιο, τη στιγμή που πάνω στο 1)6 της γης η Σοβιετική Ένωση υπερασπίζει το σοσιαλισμό και την ειρήνη για ολόκληρη την ανθρωπότητα τα πιο ζωτικά συμφέροντα των εργατών και των εργαζομένων όλων των χωρών απαιτούν, η πολιτική της εργατικής τάξης, η πάλη για την ειρήνη, η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο προ και μετά το ξέσπασμα του πολέμου, να διεξάγεται με την κατεύθυνση της υπεράσπισης της Σοβιετικής Ένωσης». Ποιος σοβαρός άνθρωπος, ποιος κομμουνιστής, ποιος μαρξιστής- λενινιστής μπορεί να χαρακτηρίσει αυτή τη θέση ως ώθηση «να διεξάγεται η πάλη του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος υπό ξένη σημαία»; Μόνο η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ που στερείται των προαναφερόμενων χαρακτηριστικών.

Ο υποκινητής του πολέμου και οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις

Το 7ο Συνέδριο αναλύοντας τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις διαπίστωσε πως «οι Γερμανοί φασίστες που είναι οι κύριοι υποκινητές του πολέμου και που ζητούν να εγκαταστήσουν στην Ευρώπη την ηγεμονία του γερμανικού ιμπεριαλισμού, θέτουνε το ζήτημα τής μεταβολής των ευρωπαϊκών συνόρων μέσον του πολέμου και εις βάρος των γειτόνων τους». Ήταν σωστή αυτή η εκτίμηση; Αναμφίβολα ήταν. Δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος σε ολόκληρο τον πλανήτη που να αμφισβητεί την ορθότητα αυτής της εκτίμησης. Την αποδέχονται ακόμη και οι τροτσκιστές. Ο επιφανέστερος απ’ αυτούς Έρνεστ Μαντέλ γράφει: «Αν η ιμπεριαλιστική επέκταση και οι αντιφάσεις της ήταν οι βαθύτερες αιτίες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, μια συγκεκριμένη ιμπεριαλιστική δύναμη (η Γερμανία) και ένα συγκεκριμένο τμήμα της γερμανικής άρχουσας τάξης (εκείνες οι ομάδες που συνδέονταν πιο στενά με την παραγωγή όπλων και που ευθύνονταν περισσότερο γιατί βοήθησαν τον Χίτλερ να δημιουργήσει το Τρίτο Ράιχ) ήταν που ξεκίνησαν, εσκεμμένα, αυτόν τον πόλεμο» (Έρνεστ Μαντέλ: «Το νόημα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου», εκδόσεις Εργατική Πάλη, Αθήνα 2007, σελ. 23).

Το συνέδριο εκτίμησε ακόμη ότι η αγγλική αστική τάξη ενθάρρυνε τη γερμανική επιθετικότητα για τους δικούς της ιμπεριαλιστικούς σκοπούς (λόγω του αντισοβιετισμού της και των αντιθέσεων που είχε με την Γαλλία και τις ΗΠΑ). «Η πολιτική αυτή τού εγγλέζικου ιμπεριαλισμού αποτελεί ένα από τούς παράγοντες που επιταχύνουν το ξέσπασμα του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου», υπογράμμιζε το Συνέδριο. Ήταν σωστή αυτή η εκτίμηση; Απολύτως. Την επιβεβαίωσαν όλα τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν με αποκορύφωμα τον διαμελισμό της Τσεχοσλοβακίας και το σύμφωνο του Μονάχου που είχαν ως συνέπεια την γερμανική επίθεση στην Πολωνία και την επίσημη έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου την 1η Σεπτεμβρίου του 1939.

Το συνέδριο εκτίμησε, επίσης ότι ορισμένες χώρες, όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία, στη συγκεκριμένη στιγμή επιθυμούσαν- για τα δικά τους ιμπεριαλιστικά συμφέροντα- την διατήρηση του στάτους κβο. Διαβάζουμε: «Τη στιγμή που προ πάντων τα φασιστικά κράτη- η Γερμανία, η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Ιταλία- είναι εκείνα πού επιθυμούν απροκάλυπτα ένα καινούργιο μοίρασμα του κόσμου και τη μεταβολή των συνόρων στην Ευρώπη, υπάρχει η τάση σ’ άλλα κράτη να διατηρηθεί η τωρινή κατάσταση (στάτους κβο). Αυτή η τάση αντιπροσωπεύεται τώρα, σε παγκόσμια κλίμακα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη, προ πάντων απ’ τη Γαλλία. Και ή τάση των δυο αυτών κύριων Ιμπεριαλιστικών κρατών για τη διατήρηση του στάτους κβο, υποστηρίζεται από ένα ορισμένο αριθμό μικρών κρατών (τη Μικρή Αντάντ και τη Βαλκανική Συνεννόηση, μερικά Βαλτικά κράτη) των όποιων η ανεξαρτησία απειλείται από ένα καινούργιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο». Ήταν σωστή αυτή η εκτίμηση; Απολύτως σωστή κι επιβεβαιωμένη από την ιστορία.

Το 7ο Συνέδριο και η τακτική των κομμουνιστών απέναντι στον επικείμενο, τότε, ιμπεριαλιστικό πόλεμο

Το 7ο Συνέδριο, αναλύοντας την τότε διεθνή κατάσταση κι εκτιμώντας ότι προετοιμάζεται ένας νέος ιμπεριαλιστικός πόλεμος διέγνωσε ένα τεράστιο κίνδυνο για το παγκόσμιο εργατικό- επαναστατικό κίνημα. Τον κίνδυνο ο πόλεμος αυτός καταρχήν να εκδηλωθεί εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης είτε με την συνένωση όλων των ιμπεριαλιστικών χωρών είτε με την ανοχή όλων των υπολοίπων στα ιμπεριαλιστικά σχέδια της φασιστικής Γερμανίας εναντίον της ΕΣΣΔ. Ήταν υπαρκτός αυτός ο κίνδυνος; Κάτι περισσότερο από υπαρκτός.

Στο πλαίσιο αυτό το συνέδριο καθόρισε μια γραμμή καθηκόντων για τους κομμουνιστές και το εργατικό κίνημα που εκκινώντας από την πάλη για την αποτροπή του πολέμου (πάλη για την ειρήνη) θα προάσπιζε την ΕΣΣΔ, θα αξιοποιούσε τις αντιθέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστών και δεν θα τους επέτρεπε να συνενωθούν εναντίον του πρώτου στην ιστορία εργατικού κράτους, θα έφραζε τον δρόμο στους κύριους υποκινητές του πολέμου με ταυτόχρονη πάλη τόσο ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο γενικά όσο και ενάντια στο φασισμό ειδικά, θα ενίσχυε το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των λαών στις αποικίες και όπου αυτό υπήρχε ή εμφανιζόταν ανά την υφήλιο.

Το συνέδριο υπογράμμισε στην σχετική του απόφαση για τον επικείμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο: «Οι κομμουνιστές διεξάγοντας επίσης μια δραστήρια πάλη ενάντια στις αυταπάτες, ότι τάχα είναι δυνατό να εξαλειφθούν οι πόλεμοι εφόσον θα υπάρχει ακόμα καπιταλιστικό καθεστώς, αναπτύσσουν και θ’ αναπτύξουν όλες τις δυνάμεις τους για ν’ αποτρέψουν τον πόλεμο. Μα στην περίπτωση που θα ξεσπούσε ένας καινούργιος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος, παρ’ όλες τις προσπάθειες της εργατικής τάξης, για τη ματαίωσή του, οι κομμουνιστές θα προσπαθήσουν να τραβήξουν τους εχθρούς τού πολέμου, που οργανώθηκαν μέσα στην πάλη για την ειρήνη, στην πάλη για την μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σέ εμφύλιο πόλεμο ενάντια στους φασίστες υποκινητές τού πολέμου, ενάντια στην κεφαλαιοκρατία, για την ανατροπή τού καπιταλισμού».

Ύστερα απ’ όλα αυτά επανερχόμαστε στο ζήτημα που θέτει η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ ότι το 7ο συνέδριο με τις αποφάσεις του «ωθούσε να διεξάγεται η πάλη του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος υπό ξένη σημαία». Είναι σωστός ένας τέτοιος ισχυρισμός; Κατηγορηματικά όχι. Είναι διαστρέβλωση και πλαστογράφηση της ιστορίας, είναι συκοφαντία αίσχιστου είδους σε βάρος της Κομμουνιστικής Διεθνούς, της ΕΣΣΔ και του τότε παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.

Η πάλη για την αποτροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου

Μετά το 7ο Συνέδριο, η πολιτική της ΚΔ και διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, σε σχέση με τον επικείμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση δυνάμεων, επικεντρώθηκε στο στόχο της αποτροπής του. Προς αυτή την κατεύθυνση, όμως η Σοβιετική Ένωση κινούνταν σε όλη τη διάρκεια της 10ετίας του ’30. Ας δούμε εν συντομία το ζήτημα.

Τον Φλεβάρη του 1932 η ΕΣΣΔ προτείνει, στη διεθνή Συνδιάσκεψη που έγινε στη Γενεύη για την μείωση των εξοπλισμών, τον γενικό και πλήρη αφοπλισμό. Η πρόταση όμως αυτή απορρίφθηκε από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Ένα χρόνο αργότερα στην ίδια διάσκεψη η Σοβιετική Ένωση υπέβαλλε σχέδιο διακήρυξης με το οποίο καθοριζόταν με σαφήνεια ο ορισμός της πολεμικής επίθεσης. Σύμφωνα με το σχέδιο, πολεμική επίθεση θεωρείται η κήρυξη πολέμου, η ένοπλη εισβολή, η επιδρομή ή από θάλασσα ή από ξηρά ή από αέρα, η επιβολή θαλάσσιου αποκλεισμού ακτών ή λιμανιών άλλου κράτους. Όμωςη Γενική Επιτροπή της Συνδιάσκεψης με παρότρυνση κυρίως της Αγγλίας και όχι μόνο, ανέβαλε την αποδοχή της σοβιετικής πρότασης.

Το Καλοκαίρι του ’33 η Εσθονία, η Λετονία, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Τουρκία, το Ιράν, το Αφγανιστάν, η Τσεχοσλοβακία, η Γιουγκοσλαβία, η Λιθουανία και η Φιλανδία υπέγραψαν το Σοβιετικό σχέδιο για τον ορισμό της επίθεσης. Ένα χρόνο μετά (18/9/1934), κατόπιν πρόσκλησης 34 χωρών η ΕΣΣΔ έγινε μέλος του τότε ΟΗΕ, δηλαδή της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ).

Στις 2/5/1935 η ΕΣΣΔ υπέγραψε σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας με τη Γαλλία και στις 16/5 του ιδίου έτους παρόμοιο σύμφωνο υπογράφεται με την Τσεχοσλοβακία. Το Σοβιετοτσεχοσλοβάκικο σύμφωνο διέφερε από το Γαλλοσοβιετικό στο ότι το πρώτο είχε τον εξής όρο: Οι υποχρεώσεις της ΕΣΣΔ απέναντι στην Τσεχοσλοβακία, στην περίπτωση που η τελευταία δεχόταν επίθεση, ίσχυαν μόνο αν η Γαλλία παρείχε στο Τσεχοσλοβάκικο κράτος παρόμοια βοήθεια. Και τούτο ήταν απολύτως φυσικό αφού η Γαλλία είχε συνάψει με την Τσεχοσλοβακία σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας.

Όταν η Γερμανία, το Μάρτη του 1938, προσάρτησε την Αυστρία η ΕΣΣΔ ζήτησε συλλογική απόκρουση του επιδρομέα χωρίς να εισακουσθεί από τους δυτικούς ιμπεριαλιστές παρόλο που προσδιόριζε με ακρίβεια τι θα επακολουθούσε μετά την Αυστρία: «Δημιουργείται κίνδυνος για την Τσεχοσλοβακία, έλεγε η σοβιετική κυβερνητική ανακοίνωση, και σε συνέχεια μια και οι επιθετικές διαθέσεις είναι μεταδοτικές υπάρχει ο κίνδυνος να εξελιχθεί η απειλή σε καινούργιες διεθνείς διενέξεις» (Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», τόμος Θ1- Θ2, σελ. 686).

Οι σοβιετικές προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν πλήρως. Από τον Απρίλη του 1938 η Γερμανία απειλεί ανοικτά την υπόσταση της Τσεχοσλοβακίας και τον Φθινόπωρο του ιδίου έτους με την σύμφωνη γνώμη του Αγγλικού και του Γαλλικού ιμπεριαλισμού θέτει εμπράκτως σε εφαρμογή τον διαμελισμό της. Συγκεκριμένα, στις 29- 30/9/1938 υπογράφεται το επαίσχυντο σύμφωνο του Μονάχου. Ένα σύμφωνο παράδοσης της Τσεχοσλοβακίας στη Ναζιστική Γερμανία. Με το σύμφωνο του Μονάχου η Τσεχοσλοβακία υποχρεωνόταν μέσα σε δέκα μέρες να παραδώσει τη Σουδητία στη Γερμανία και μέσα σε τρεις μήνες να ικανοποιήσει τις αξιώσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας. Έτσι έχασε μία έκταση 41098 τετρ. χλμ., με 5 εκατ. κατοίκους από τους οποίους πάνω από ένα εκατ. ήταν Τσέχοι και Σλοβάκοι.

Στις 30/9 1938 η Γερμανία και η Αγγλία υπέγραψαν στο Μόναχο δήλωση για αμοιβαία μη επίθεση και διακανονισμό όλων των επίμαχων ζητημάτων που θα δημιουργούνταν. Λίγο αργότερα ανάλογη δήλωση υπέγραψε με την Γερμανία και η Γαλλία. Ο μόνος υπερασπιστής της ανεξαρτησίας της Τσεχοσλοβακίας παρέμεινε ως το τέλος η ΕΣΣΔ που δήλωσε την ετοιμότητα της να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της- που προβλέπονταν στο Σοβιετοτσεχοσλοβάκικο σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας- ανεξαρτήτως του τι θα έπραττε η Γαλλία. Όμως η Τσεχοσλοβάκικη κυβέρνηση δεν θέλησε να αξιοποιήσει τη Σοβιετική πρόταση.

Για την ΕΣΣΔ, ύστερα από το Μόναχο ήταν πλέον σαφές ότι ο στόχος αποτροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου είχε περιοριστεί πια στον στόχο της αποτροπής ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου εναντίον της. Κι αυτό τον πόλεμο δεν μπορούσε να τον κάνει κανένας άλλος παρά μόνο η Γερμανία με την ανοχή- ακόμη και με την ενίσχυση- των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που την έσπρωχναν προς αυτή την κατεύθυνση. Παρόλα αυτά η Σοβιετική Ένωση εξάντλησε κάθε δυνατότητα, ακόμη και μετά το Μόναχο, για μια συμφωνία αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής με τους αγγλογάλλους στην περίπτωση που κάποιο από τα συμβαλλόμενα μέρη δεχόταν πολεμική επίθεση.

Οι διαπραγματεύσεις ΕΣΣΔ- Αγγλίας- Γαλλίας άρχισαν την Άνοιξη του ’39 κι συνεχίστηκαν ως το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου του ιδίου έτους. Κι όταν πια έγινε απολύτως σαφές ότι οι αγγλογάλλοι δεν είχαν καμία πρόθεση να υπογράψουν με την ΕΣΣΔ συμφωνία αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής, όταν πια ήταν ξεκάθαρο ότι η Σοβιετική Ένωση κινδύνευε ανά πάσα στιγμή να δεχτεί την επίθεση του των χιτλερικών στρατευμάτων, όταν πια το μόνο που είχε απομείνει από την πάλη για την αποτροπή του πολέμου ήταν η αποτροπή ενός πολέμου εναντίον της ΕΣΣΔ, η σοβιετική ηγεσία έκανε αυτό που έπρεπε για να αποτρέψει- έστω και προσωρινά ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Στις 23/8/1939 Η ΕΣΣΔ υπέγραψε με την Γερμανία το σύμφωνο μη επίθεσης που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως «σύμφωνο Ρίμπεντροπ- Μολότοφ».

Ο αναγνώστης θα πρέπει να προσέξει ορισμένες λεπτομέρειες. Στην πάλη για την αποτροπή του επερχόμενου ιμπεριαλιστικού πολέμου η Σοβιετική Ένωση δεν επιδιώκει καμία στρατιωτική συμφωνία με τις χώρες του φασιστικού άξονα και ειδικότερα με τη Γερμανία. Κι όταν υποχρεώνεται να πάει σε συμφωνία με την Γερμανία αυτή δεν είναι μια συμφωνία στρατιωτικής συνδρομής αλλά μια συμφωνία μη επίθεσης. Αντίθετα με τους Αγγλογάλλους επιδιώκει συμφωνίες στρατιωτικής συνδρομής και το 1935 υπογράφει ένα τέτοιο σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας με τη Γαλλία. Γιατί συμβαίνει αυτό; Δεν ήταν όλοι τους ιμπεριαλιστές; Ασφαλώς και ήταν. Όπως υπογραμμιζόταν, όμως, στην απόφαση του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ (πάνω στην εισήγηση του Δημητρόφ): «Μπροστά σ’ ολόκληρο τον κόσμο η φασιστική Γερμανία δείχνει ξεκάθαρα τι περιμένει τις λαϊκές μάζες σέ περίπτωση νίκης του φασισμού. Ή αχαλίνωτη φασιστική εξουσία εξοντώνει μέσα στις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης το άνθος της εργατικής τάξης, τους αρχηγούς της και τους οργανωτές της. Διέλυσε τα συνδικάτα, τις συνεργατικές και όλες τις νόμιμες οργανώσεις των εργατών, καθώς και όλες τις άλλες πολιτικές και εκπολιτιστικές οργανώσεις τις μη φασιστικές. Αφαίρεσε απ’ τους εργάτες τα στοιχειώδικα δικαιώματα για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους. Μετέβαλε μια πολιτισμένη χώρα σέ εστία σκότους, βαρβαρότητας και πολέμου. Ο γερμανικός φασισμός είναι ό βασικός εμπρηστής ενός καινούργιου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Είναι το απόσπασμα εφόδου της παγκόσμιας αντεπανάστασης».

Μπορούσε άραγε ποτέ το πρώτο εργατικό κράτος στην ιστορία να υπογράψει συμφωνία στρατιωτικής συνδρομής με μια τέτοια χώρα όπως ήταν η φασιστική Γερμανία; Ούτε συζήτηση.

Ήταν σωστό να επιδιώκει μια συμφωνία στρατιωτικής συνδρομής με τους αγγλογάλους ιμπεριαλιστές; Ασφαλώς και ήταν σωστό. Ήταν σωστό γιατί έπρεπε να αποτραπεί η επέκταση της φασισμού γενικά και της φασιστικής Γερμανίας ειδικά στην υπόλοιπη Ευρώπη, να αποτραπεί δηλαδή η πολιτική επέκτασης της συντριβής της εργατικής τάξης, η επέκταση της πιο άγριας αντεπανάστασης. Ήταν επίσης σωστό γιατί έτσι προστατευόταν η ΕΣΣΔ. Ήταν, επίσης, σωστό στην βάση του Μαρξισμού- Λενινισμού. Ο Λένιν άλλωστε από το 1918 είχε επισημάνει: «Δεν αρνούμαστε καθόλου τις στρατιωτικές συμφωνίες γενικά με τον ένα ιμπεριαλιστικό συνασπισμό ενάντια στον άλλο σε περιπτώσεις που η συμφωνία αυτή, χωρίς να θίγει τις βάσεις της Σοβιετικής εξουσίας, θα μπορούσε να ενισχύσει τη θέση της και να παραλύσει την πίεση που θα ασκούσε επάνω της οποιαδήποτε ιμπεριαλιστική δύναμη» (Άπαντα, τόμος 36, σελ. 323). Αμφιβάλλει κανείς ότι μια συμφωνία στρατιωτικής συνδρομής ανάμεσα σε ΕΣΣΔ- Αγγλία και Γαλλία, θα παρέλυε την πίεση του Γερμανικού ιμπεριαλισμού πάνω στην Σοβιετική Ένωση, θα απέκρουε την επέκταση της φασιστικής αντεπανάστασης κι ενδεχομένως θα αποθάρρυνε το φασιστικό άξονα να ξεκινήσει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο;

Πριν μιλήσουμε, όμως, για τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ας δούμε ένα ακόμα ζήτημα.    

Άλλαξε η πολιτική της ΚΔ και της ΕΣΣΔ μετά το σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ;

Η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ υποστηρίζει τα εξής: «Στις 8 Σεπτέμβρη 1939, δηλαδή 15 μέρες μετά την υπογραφή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ- Μόλοτοφ, η ΚΔ τροποποίησε τη γραμμή της και υιοθέτησε την παρακάτω θέση για τον πόλεμο, στην Οδηγία της που υπογραφόταν από τον Γκ. Ντιμιτρόφ: ‘‘Ο παρών πόλεμος είναι ιμπεριαλιστικός και άδικος, για τον οποίο είναι εξίσου υπεύθυνη η αστική τάξη όλων των εμπολέμων κρατών…’’. Στην παραπάνω Οδηγία είναι φανερή η στροφή που γινόταν στη γραμμή της ΚΔ, σε σχέση με την από το 1935 θέση της για το χαρακτήρα του πολέμου, ο οποίος χαρακτηριζόταν ιμπεριαλιστικός μετά τη σύναψη του Συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μόλοτοφ» (Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ στον Ιταλοελληνικό πόλεμο 1940- 1941», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2015, σελ. 32- 33).

Εδώ οι πλαστογραφίες είναι δύο. Η πρώτη αφορά στον ισχυρισμό ότι η ΚΔ άλλαξε τη θέση του 1935, δηλαδή του 7ου Συνεδρίου, για τον χαρακτήρα του πολέμου. Όπως ήδη έχουμε αποδείξει με ντοκουμέντα το 7ο Συνέριο χαρακτήριζε ιμπεριαλιστικό τον επικείμενο πόλεμο. Οπότε καμία αλλαγή δεν υπήρξε στην οδηγία της ΚΔ, στις 8/7/1939, αναφορικά με τον χαρακτήρα του πολέμου. Η δεύτερη πλαστογραφία αφορά στον ισχυρισμό ότι η αλλαγή- για την οποία κάνει λόγο η ηγεσία του ΚΚΕ- έγινε «μετά τη σύναψη του Συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μόλοτοφ». Η πλαστογραφία αυτή είναι ακόμη χειρότερη από την πρώτη γιατί έχει εξ αντικειμένου αντισοβιετική αιχμή. Υπονοεί ότι η ΚΔ άλλαξε θέση από την στιγμή που η ΕΣΣΔ τα βρήκε με τους Γερμανούς. Άρα η ΕΣΣΔ δεν κινήθηκε στη βάση μιας πολιτικής αρχών αλλά στη βάση μιας πολιτικής σκοπιμοτήτων χωρίς αρχές. Αυτά μέχρι τώρα τα ακούγαμε από τους εχθρούς του κομμουνιστικού κινήματος και του ΚΚΕ. Τώρα τα ακούμε και τα διαβάζουμε με υπογραφή από τα μέσα.

Στην σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ- και στους συντάκτες του πονήματος από το ιστορικό τμήμα- διαφεύγει ένα γεγονός τεράστιας σημασίας που μεσολάβησε από τη στιγμή που υπογράφηκε το σύμφωνο Ρίμπεντροπ- Μολότοφ ως τις 8/9/1939 που βγήκε η οδηγία της ΚΔ. Το γεγονός αυτό- που απαξίωσαν να το αναφέρουν οι φωστήρες της ηγεσίας και του ιστορικού τμήματος είναι ότι την 1η Σεπτεμβρίου του 1939, ώρα 4.30’ π.μ. ο γερμανικός στρατός εισέβαλε στην Πολωνία. Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1939, στις 11 το πρωί, η αγγλική κυβέρνηση κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία. Το βράδυ της ίδιας ημέρας με το μέρος της Αγγλίας τάχθηκε η Γαλλία και το ίδιο έκαναν οι Ινδίες, η Αυστραλία και η Ν. Ζηλανδία.

Αυτό δηλαδή που απαξίωσε να πει η ηγεσία του ΚΚΕ και το ιστορικό της τμήμα ήταν πως όταν βγήκε η οδηγία της ΚΔ στις 8/9/1939 ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος ήταν γεγονός. Συνεπώς η ΚΔ δεν μιλούσε μετά τον σύμφωνο Ρίμπεντροπ- Μολότοφ κι απ’ αφορμή αυτό αλλά μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου κι απ’ αφορμή αυτόν.

Άλλαξε, όμως, κάτι στην πολιτική της ΚΔ μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου; Ασφαλώς και άλλαξε. Όχι βέβαια η εκτίμηση για τον χαρακτήρα του πολέμου. Αυτή παρέμενε καθώς ο πόλεμος είχε ξεκινήσεις ανάμεσα σε δύο αντιτιθέμενους συνασπισμούς ιμπεριαλιστικών χωρών. Τότε τι άλλαξε; Έπαψε πια να λαμβάνεται υπόψη η διάκριση ανάμεσα σε φασιστικά και μη φασιστικά ιμπεριαλιστικά κράτη. Ήταν σωστό κάτι τέτοιο; Ασφαλώς και ήταν. Προπολεμικά μια τέτοια διάκριση είχε σημασία, έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη και να υπογραμμίζεται για την συγκέντρωση ευρύτερων δυνάμεων στην πάλη κατά του φασισμού και για την αποτροπή του επερχόμενου πολέμου. Από την στιγμή όμως που ξέσπασε ο πόλεμος η διάκριση αυτή πέρασε σε δεύτερη μοίρα- αν δεν έχασε τη σημασία της. Κι αυτό γιατί οι Αγγλογάλλοι δεν κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία για να καταπολεμήσουν το φασισμό αλλά για να εξυπηρετήσουν τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα που απειλούνταν από τον γερμανικό ιμπεριαλισμό. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στη συνέχεια με τον επονομαζόμενο «παράξενο πόλεμο». Από τον Σεπτέμβρη του 1939 ως την Άνοιξη του 1940, όσο ο Χίτλερ ήταν στραμμένος προς την Ανατολή, δηλαδή προς την ΕΣΣΔ, οι Αγγλογάλλοι δεν έκαναν καμία σοβαρή πολεμική ενέργεια εναντίον του παρά το γεγονός ότι επισήμως του είχαν κηρύξει τον πόλεμο. Άλλαξαν όμως τακτική την Άνοιξη του 1940 όταν τα χιτλερικά στρατεύματα κατέλαβαν τη Δανία και τη Νορβηγία και επιτέθηκαν κατά της Γαλλίας.

Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος και ο χαρακτήρας του

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος παρέμεινε στο χαρακτήρα του ιμπεριαλιστικός μέχρι τη στιγμή της εισόδου της ΕΣΣΔ σε αυτόν και τη συγκρότηση της αντιχιτλερικής συμμαχίας. Παρόλα αυτά για μια σειρά χώρες, πολύ νωρίτερα, ο χαρακτήρας του είχε τροποποιηθεί. Φυσικά δεν μιλάμε για τις μικρές και εξαρτημένες χώρες που βρέθηκαν υπό κατοχή. Οι χώρες αυτές δεν ήταν ιμπεριαλιστικές, είχαν κάθε δικαίωμα να υπερασπίσουν την εθνική τους ανεξαρτησία απέναντι στην ιμπεριαλιστική φασιστική επίθεση που δέχτηκαν και φυσικά ο λαός τους είχε κάθε δικαίωμα να οργανώσει την αντίστασή του όταν βρέθηκε υπό ξενική κατοχή. Οι χώρες αυτές, γενικά, διεξήγαγαν από την αρχή έναν δίκαιο πόλεμο Ο λόγος γίνεται για μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες όπως η Γαλλία. Η Γαλλία, όσο ήταν ανεξάρτητο κράτος και μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη διεξήγαγε έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Όταν όμως βρέθηκε υπό κατοχή ο πόλεμος αυτός άλλαξε χαρακτήρα. Τροποποιήθηκε. Είναι απλό να το καταλάβει κανείς αν σκεφτεί ότι η ήττα της Γαλλίας κατήργησε την ιμπεριαλιστική Γαλλία. Ο πόλεμος για την Γαλλία υπό κατοχή, δηλαδή για τον λαό της, τροποποιήθηκε σε πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό.

Ενδεχομένως να αναρωτηθεί κάποιος: “Γιατί άλλαξε ο χαρακτήρας του πολέμου από τη στιγμή που η Σοβιετική Ένωση υποχρεώθηκε να συμμετάσχει σ΄ αυτόν;”. Η απάντηση είναι απλή. Ο χαρακτήρας του πολέμου για τον φασιστικό άξονα παρέμεινε ιμπεριαλιστικός αλλά όλος ο υπόλοιπος κόσμος που πολεμούσε εναντίον του διεξήγαγε έναν δίκαιο πόλεμο αφού εξ αντικειμένου ο πόλεμος εναντίον της Γερμανίας και των συμμάχων της σήμαινε- πέραν των άλλων- υπεράσπιση της ΕΣΣΔ, δηλαδή υπεράσπιση του πρώτου εργατικού κράτους στην ιστορία. Ποιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος έχει ένα τέτοιο θεμελιώδες χαρακτηριστικό; Κανένας.

Μα, καλά”, θα μας πουν, “η Αγγλία και οι ΗΠΑ που συνήψαν με την ΕΣΣΔ την αντιχιτλερική συμμαχία έπαψαν να είναι ιμπεριαλιστικές χώρες;”. Φυσικά και δεν έπαψαν. Η αντιχιτλερική συμμαχία, όμως, δεν έγινε στη βάση των ιδιαίτερων ταξικών χαρακτηριστικών των μελών της. Δεν έγινε για να κάνει η Σοβιετική Ένωση την παγκόσμια επανάσταση ή για να προωθήσουν οι δυτικοί τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα. Έγινε στην βάση των κοινών συμφερόντων που συνέδεαν την ΕΣΣΔ με τις ΗΠΑ και την Αγγλία. Ποια ήταν αυτά τα κοινά συμφέροντα; «Οι σκοποί που επιδίωκαν στον πόλεμο η Σοβιετική Ένωση, χώρα σοσιαλιστική, και η Αγγλία και οι ΗΠΑ, κράτη ιμπεριαλιστικά, δεν μπορούσαν παρά να έχουν θεμελιακές διαφορές, όμως ταυτόχρονα και τα τρία κράτη είχαν κοινούς στόχους. Ο σοβιετικός λαός υπεράσπιζε την ελευθερία και την ανεξαρτησία του, το σοσιαλιστικό σύστημα που είχε εγκαθιδρύσει, επιδίωκε να απελευθερώσει τις χώρες που υπόταξαν οι καταχτητές. Γι’ αυτό κατά πρώτο λόγο έπρεπε να συντριβούν οι επιδρομείς. Οι κυβερνήσεις της Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ επιδίωκαν στον πόλεμο εντελώς διαφορετικούς σκοπούς: τη διατήρησή και στο μέτρο του δυνατού την παραπέρα στερέωση των παγκόσμιων θέσεων του βρετανικού και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Γι’ αυτό επίσης ενδιαφέρονταν για τη νίκη ενάντια στη Γερμανία, την Ιταλία και την Ιαπωνία. Έτσι, στο έργο της επίτευξης της νίκης ενάντια στο συνασπισμό των επιδρομέων, τα συμφέροντα της ΕΣΣΔ, της Αγγλίας και των ΗΠΑ ταυτίζονταν» (Βλέπε τη σοβιετική μελέτη: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος», εκδόσεις Σ.Ε., Αθήνα 1985, τόμος Α’, σελ. 284).

Επρόκειτο για μια ταύτιση συμφερόντων μεσοπρόθεσμη, μέχρι τη λήξη του πολέμου. Τα ιδιαίτερα ταξικά συμφέροντα των δυνάμεων της αντιχιτλερικής συμμαχίας μετατίθενταν για μετά τον πόλεμο και η ικανοποίησή τους εξαρτιόταν από το συσχετισμό δύναμης που θα διαμορφωνόταν στη διάρκεια του πολέμου και θα υπήρχε μετά από αυτόν. Ποιος λογικός άνθρωπος μπορεί να χαρακτηρίσει έναν τέτοιο πόλεμο ιμπεριαλιστικό; Μόνο εκείνος που θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι προσχωρώντας η ΕΣΣΔ στην αντιχιτλερική συμμαχία εγκατέλειψε τον ταξικό της χαρακτήρα και προσχώρησε στον ιμπεριαλισμό. Υποστηρίζει κάτι τέτοιο η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ; Φανερά όχι. Αλλά, από την στιγμή που χαρακτηρίζει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ιμπεριαλιστικό, από την αρχή ως το τέλος, κάτι τέτοιο υπονοεί χωρίς να το λέει.

Στο επόμενο: Το πρώτο και τα άλλα δύο γράμματα του Ν. Ζαχαριάδη.

 

Η Εισήγηση του Γκ. Ντιμιτρόφ στο 7ο Συνέδριο

                        

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Οι Εισηγήσεις των Έρκολι – Μανουίλσκι στο 7ο Συνέδριο

 

 

 

 

 

 

 

Για να τις διαβάσετε online, πατήστε πάνω στις εικόνες στα αριστερά. 

Για να τις αποθηκεύσετε στο pc σας, πατήστε πάνω στις εικόνες στα δεξιά.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας