Εργατικός Αγώνας

Ο παραλογισμός του κυβερνητικού «Βημα»τισμού

Γράφει ο Αμετανόητος.

Με ένα κατάπτυστο editorial το «Βήμα» της Κυριακής 4/10/2020 επιρρίπτει ευθύνες για τα χάλια της δημόσιας εκπαίδευσης στους καταληψίες των σχολείων και συλλήβδην στην Αριστερά η οποία επιμένει σε «δήθεν αγωνιστικά ήθη».

Το πρωτοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας υπό τον τίτλο «Ο παραλογισμός των καταλήψεων» αναφέρει επί λέξει:

«Από το κίνημα του δημοτικισμού στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και αργότερα με τη μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στα χρόνια του Ελευθέριου Βενιζέλου οι δεσμοί της ελληνικής κοινωνίας με το δημόσιο σχολείο είναι χωρίς υπερβολή σχεδόν θεμελιακοί. Στα χρόνια του Μεσοπολέμου η επένδυση στη δημόσια εκπαίδευση υπήρξε μοναδική και αγκαλιάστηκε με ενθουσιασμό από όλους τους Έλληνες.

Στη διάρκεια της δεύτερης τετραετίας Βενιζέλου χτίστηκαν σχολειά σε κάθε γωνιά της χώρας, και για την προαγωγή της εκπαίδευσης επιστρατεύθηκαν οι πιο εμπνευσμένες πνευματικές δυνάμεις της χώρας. Γληνός, Τριανταφυλλίδης, Δελμούζος, Ιμβριώτης και άλλοι συγκρότησαν ένα ξεχωριστό μέτωπο προόδου σε εκείνους τους χρόνους.

Το δημόσιο σχολείο ανεδείχθη με τα χρόνια σε βάση πνευματικής ανασυγκρότησης και κοινωνικής ανασύνθεσης του τόπου και του έθνους. Σε ένα παράθυρο ευκαιρίας και προόδου για όλους, ιδιαιτέρως για τους φτωχότερους που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα.

Ήταν τέτοια η δυναμική της δημόσιας εκπαίδευσης που ούτε τα κατακλυσμιαία γεγονότα της Κατοχής και του Εμφυλίου δεν πέτυχαν να την ανακόψουν. Επανήλθε δυναμικότερη στα μεταπολεμικά χρόνια και το μεγάλο κύμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης ολοκληρώθηκε το 1964 με εκείνη των Γ. Παπανδρέου, Λ. Ακρίτα και Ευ. Παπανούτσου που κατήργησε τα δίδακτρα στα πανεπιστήμια.

Από αυτό το εκπαιδευτικό κύμα προόδου της δημόσιας εκπαίδευσης επωφελήθηκαν εκατομμύρια Έλληνες στο διάβα των δεκαετιών. Το δημόσιο σχολείο προσέφερε μοναδικά εφόδια στους Νεοέλληνες, από τα φώτα του οι περισσότεροι κατάφεραν να αλλάξουν στην κυριολεξία ζωή και να ανέβουν τα σκαλιά της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Οι μεταπολεμικές γενιές ιδιαιτέρως οφείλουν σχεδόν ολοκληρωτικά την πρόοδό τους στο αγαθό της δημόσιας εκπαίδευσης.

Για την Ελλάδα ειδικά πιθανώς να αποτελεί το καλύτερο μέσο και εργαλείο άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων. Υπό αυτή την έννοια η υπεράσπισή της είναι επιβεβλημένη. Ιδιαιτέρως από τις δυνάμεις που ομιλούν στο όνομα του λαού και ενεργούν υποτίθεται υπέρ των συμφερόντων του.

Αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες εβδομάδες, από την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, είναι ανήκουστο και προφανώς σε βάρος των λαϊκών τάξεων. Η λειτουργία του δημόσιου σχολείου υπονομεύεται εν μέσω υγειονομικής και οικονομικής κρίσης από τους υποτιθέμενους υπερασπιστές του. Αντί οι θεωρούμενες προοδευτικές δυνάμεις να θωρακίσουν τη δημόσια εκπαίδευση και να απαιτήσουν την κατά το δυνατόν ομαλότερη λειτουργία των δημόσιων σχολείων, κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για ακριβώς το αντίθετο.

Ήδη η πανδημία από την περασμένη άνοιξη επιδρά αρνητικά στην εκπαίδευση των μαθητών. Οι επιδόσεις στις πανελλαδικές εξετάσεις υπήρξαν δηλωτικές της φθοράς και της υποβάθμισης. Και η νέα σχολική χρονιά κυλάει εν μέσω παράλογων καταλήψεων με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, επιβαρύνοντας ιδιαιτέρως τους μη έχοντες μαθητές και τις φτωχότερες των οικογενειών.

Ας γνωρίζουν λοιπόν όσοι υπερασπίζονται τις καταλήψεις ότι στο όνομα παράλογων αγώνων άγονων ζημιώνουν τη δημόσια εκπαίδευση και υποβαθμίζουν το δημόσιο σχολείο, όπως μαρτυρούν και οι εφετινές ουρές αιτούντων, έπειτα από πολλά χρόνια, για εγγραφές μαθητών στα ιδιωτικά σχολεία.

Θα περίμενε κανείς ιδιαιτέρως σε τούτες τις τόσο δύσκολες υγειονομικές και οικονομικές συνθήκες από τις δυνάμεις της Αριστεράς να αγωνιούν πραγματικά για την ενίσχυση του δημόσιου σχολείου και να μην ευνοούν πράξεις και κινήσεις που με βεβαιότητα οδηγούν στην υποβάθμισή του. Οι καιροί έχουν αλλάξει, όμως τα δήθεν αγωνιστικά ήθη διατηρούνται ακέραια. Είναι καιρός να αλλάξουν κι αυτά, να αναπροσανατολισθούν, να λάβει η διεκδίκηση άλλη μορφή και άλλα χαρακτηριστικά, να καταλήγει σε ευγενείς σκοπούς δημιουργίας και όχι σε ασκήσεις καταστροφής».

***

Δεν θα περίμενε κανείς τίποτα περισσότερο από τη συγκεκριμένη εφημερίδα η οποία, παρά τις αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της, παραμένει η ναυαρχίδα της συστημικής προπαγάνδας. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση ξεπέρασε τον εαυτό της.

Ο αρθρογράφος κάνει μια πρόχειρη και επιφανειακή αναφορά στους αγώνες του προοδευτικού κινήματος του περασμένου αιώνα που συντέλεσαν στην αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, απλά για να τους παραβάλλει με τη σημερινή «ανεύθυνη» συμπεριφορά της σημερινής Αριστεράς που, κατά την άποψή του, λειτουργεί υπέρ της… ιδιωτικής εκπαίδευσης. «Παινεύοντας τους πεθαμένους για να θάψει τους ζωντανούς», προσπαθεί να οδηγήσει τους αναγνώστες του στο συμπέρασμα πως όσα έχτισε η Αριστερά τον προηγούμενο αιώνα τα γκρεμίζει τώρα. Κι όλα αυτά επειδή, κατά το άρθρο, οι «παράλογες» (sic) καταλήψεις υποβαθμίζουν τη δημόσια εκπαίδευση και στέλνουν κόσμο στην ιδιωτική. Η Αριστερά συμβάλλει σ΄ αυτή την απαξίωση επειδή επιμένει «δογματικά» να στηρίζει παρωχημένες μορφές αγώνα όπως οι καταλήψεις.

Οι καταλήψεις λοιπόν φταίνε για την υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας κι όχι οι αλλοπρόσαλλες κυβερνητικές επιλογές. Κουβέντα βέβαια για το λόγο που γίνονται οι καταλήψεις. Τα κυριότερα αιτήματα τους είναι: 15 μαθητές ανά τάξη, προσλήψεις εκπαιδευτικών και υπαλλήλων καθαριότητας για να διασφαλιστούν τα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας στην καθημερινή εκπαιδευτική λειτουργία. Ό,τι ακριβώς ζητούν εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς από την κυβέρνηση εδώ και ένα εξάμηνο.

Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΠΘ είχε μπροστά της αρκετό χρονικό διάστημα για να πάρει μέτρα ομαλής λειτουργίας τω σχολείων. Δεν το έπραξε, όχι γιατί δεν μπορούσε αλλά γιατί δεν ήθελε, εξαιτίας της ιδεολογικής-ταξικής οπτικής της για τη δημόσια εκπαίδευση. Αντί έστω να μελετήσει μέτρα προς την κατεύθυνση που της υποδείκνυαν υγειονομικοί και εκπαιδευτικοί, κινήθηκε προς την ακριβώς αντίθετη: την αγελοποίηση μαθητών και εκπαιδευτικών μέσα σε αίθουσες-κλουβιά, την απουσία υγειονομικών μέτρων στις σχολικές μονάδες και την έκδοση αλλοπρόσαλλων διαταγμάτων για την εφαρμογή των ανθυγιεινών-αντιεκπαιδευτικών επιλογών της.

Κι αντί να θέσει τις επιλογές της σε δημόσια συζήτηση, επιδεικνύει ένα παράλογο «τσαμπουκά» να τις επιβάλλει δια της βίας και συμπεριφέρεται στους μαθητές ως αποικιοκράτης απέναντι σε ιθαγενείς. Επιχειρεί να συντρίψει το κίνημα των καταλήψεων με κατασταλτικά μέτρα. Την ώρα που το πανελλήνιο βοά για τις ύποπτες και σκανδαλωδώς αποσιωπούμενες λεπτομέρειες της συνεργασίας του ΥΠΕΠΘ με την ιδιωτική εταιρία Sisco για την τηλε-εκπαίδευση, η ηγεσία του υπουργείου χρησιμοποιεί αυτή τη μέθοδο διδασκαλίας ως τιμωρητικό μέσο που θα αποκλείσει τους συμμετέχοντες στις καταλήψεις τρομοκρατώντας έτσι τους μαθητές για να πετύχει το τέλος των καταλήψεων. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση εμμένει στην αδιέξοδη πολιτική της και με περίσσιο αυταρχισμό απαιτεί απ’ όλους να την αποδεχτούν. Σ’ αυτή την προσπάθεια δεν βρίσκει ικανοποιητικά στηρίγματα, ούτε καν ο «κοινωνικός αυτοματισμός» κάποιων πάντα πρόθυμων κηδεμόνων δεν της αρκεί για να υποστηρίξει πως έχει μαζί της την πλειοψηφία της κοινωνίας.

Εδώ έρχεται ο ρόλος του «Βήματος». Η εφημερίδα, λειτουργώντας ξεδιάντροπα ως γραφείο τύπου του ΥΠΕΠΘ, υποστηρίζει ότι η πάλη για την πραγμάτωση των υγειονομικών-εκπαιδευτικών αιτημάτων των καταλήψεων αποτελεί υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης υπέρ της ιδιωτικής και εγκαλεί τους μαθητές και την Αριστερά ως υπονομευτές της. Στόχος της είναι να εξεγείρει τα συντηρητικά ανακλαστικά κάποιων «νοικοκυραίων» για να τους στρέψει ενάντια στους εξεγερμένους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς και να τους περάσει ένα κλίμα αντιπαλότητας προς οποιονδήποτε εξεγείρεται ώστε να αποδέχονται ως μονόδρομο την εγκληματική αδιαφορία της πολιτικής ηγεσίας. Ο καθείς εφ’ ω ετάχθη.

***

Ο βρώμικος στόχος της κυβέρνησης και των προπαγανδιστών της δεν πρέπει να περάσει. Η υγεία των μαθητών, των εκπαιδευτικών και εν τέλει της κοινωνίας δεν μπορεί να θυσιαστεί στο βωμό της νεοφιλελεύθερης ιδεοληψίας που ευαγγελίζεται ότι δεν χρειάζεται να δαπανηθούν χρήματα για τη δημόσια εκπαίδευση και την υγεία. Κι αν η πολιτική ηγεσία δεν μπορεί ή δεν θέλει ν’ αλλάξει γραμμή, το κίνημα μαθητών, εκπαιδευτικών και γονέων οφείλει να την αναγκάσει να το κάνει. Πριν το κάνει η πανδημία με πολύ τραγικότερο τρόπο.

Σε κάθε περίπτωση, η δημόσια υγεία στα σχολεία είναι κρίσιμο θέμα για όλη την κοινωνία και δεν μπορεί να αφεθεί εν λευκώ στην κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας