Πριν από μερικές μέρες, και με αφορμή την ψήφιση – μετά από εισήγηση της ακροδεξιάς κυβέρνησης – από το αυστριακό κοινοβούλιο του νόμου που επιτρέπει τη δωδεκάωρη εργασία, ο Κώστας Γρηγοριάδης δημοσίευσε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ένα εξαιρετικά εύστοχο σκίτσο: τη γνωστή είσοδο του Άουσβιτς, όπου, εκεί που βρίσκεται η γνωστή επιγραφή «Η εργασία απελευθερώνει» ο σκιτσογράφος είχε, προσφυώς, τοποθετήσει τη φράση «Το 12ωρο απελευθερώνει».
Κατά τη γνώμη μου, το σκίτσο είναι ευφυές και εύστοχο, διότι αφενός περιγράφει το δυστοπικό μέλλον που επιφυλάσσει στους εργαζόμενους ο καπιταλισμός, αφετέρου αποκαλύπτει την ταξική και κοινωνική βάση του φασιστικού – ναζιστικού φαινομένου, η οποία συχνά – πυκνά συσκοτίζεται από μια ηθικίστικη ρητορική και μια συναισθηματική προσέγγιση. Ο φασισμός και ο ναζισμός δεν αποτελούν ηθικές αλλά ιστορικές κατηγορίες: δεν είναι παρά η εκτράχυνση των τρόπων και των μεθόδων διακυβέρνησης που χρησιμοποιεί η αστική τάξη για να εδραιώσει την κυριαρχία της και να εκμεταλλευτεί με όλο και σκληρότερους – και πιο προσοδοφόρους για την ίδια – όρους τις υπάλληλες τάξεις. Οι γενοκτονίες, οι εθνοκαθάρσεις, τα ανατριχιαστικά εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι ναζί εντάσσονται σε αυτό το κοινωνικοταξικό και οικονομικό πλαίσιο. Είναι το αποτέλεσμα – αλλά και η προϋπόθεση – της πλήρους απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής, κυρίως βέβαια της ζωής του εργαζόμενου, του άμεσου παραγωγού. Είναι αφελές ιστορικά να πιστεύει κανείς ότι οι εθνότητες, οι θρησκευτικές συλλογικότητες, οι πολιτικές ομάδες ή άλλες συλλογικότητες με «αποκλίνουσα» συμπεριφορά, διώχτηκαν με τέτοια σκληρότητα επειδή δεν ταίριαζαν στα αισθητικά πρότυπα της «άρειας φυλής» ή επειδή ο Χίτλερ ήταν παράφρων. Ειδικά στην περίπτωση των εβραίων, το αμιγώς γερμανικό κεφάλαιο επεδίωκε να αυξήσει τα κέρδη του σε βάρος των εβραίων ανταγωνιστών του∙ από μια άλλη πλευρά όμως, ένα μεγάλο κομμάτι του φτωχού εβραϊκού πληθυσμού δραστηριοποιούνταν ενεργά και συστηματικά στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Τούτων δοθέντων: μόνο έκπληξη μπορεί να προκαλέσει η δριμύτατη επίθεση που δέχτηκε το συγκεκριμένο σκίτσο από την … Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών! Παραθέτω αυτούσιο το σχόλιο:
ΙΣΡΑΗΛΙΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΑΘΗΝΩΝ: Πολλές φορές έχουμε απευθυνθεί προς σκιτσογράφους, ότι δεν μπορεί οποιοδήποτε θέμα να αντλεί δύναμη από εικόνες που έχουν μοναδική αξία στην ιστορία, πόσω μάλλον όταν τέτοιες εικόνες έχουν συνδεθεί με τραγικά γεγονότα. Επομένως δεν μας προκαλεί έκπληξη η δημιουργική φτώχεια της ΕΦΣΥΝ, μας προκαλεί όμως θυμό ότι για ακόμα μια φορά η ιστορία προσβάλλεται. Και μαζί της, αγαπητή ΕΦΣΥΝ, προσβάλλονται άνθρωποι που ζουν ακόμα ανάμεσά μας και που η πύλη του Άουσβιτς ήταν η δική τους προσωπική κόλαση σε καθημερινή βάση. Ντροπή επιτέλους, σεβαστείτε τουλάχιστον αυτούς τους ανθρώπους.
Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών
με 10 μέλη της εν ζωή που περνούσαν καθημερινά την πύλη του Άουσβιτς.
Η Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών λοιπόν κατηγορεί το σκιτσογράφο και την εφημερίδα για προσβολή της ιστορίας! Γιατί; Από πού προκύπτει αυτό το συμπέρασμα, αδυνατώ να κατανοήσω. Θα μπορούσα να περιμένω μια αντίδραση, για παράδειγμα, από την αυστριακή πρεσβεία (ως γνωστόν, όσοι φλερτάρουν με το ναζισμό, αρνούνται οποιαδήποτε σχέση μαζί του, αλλά και προσπαθούν συνειδητά να συσκοτίσουν την ταξική του φύση). Σε κάθε περίπτωση, αντιλαμβάνομαι ότι η Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών, εκτιμώντας το Άουσβιτς ως το απόλυτο Κακό, θεωρεί ότι η χρήση του ως συμβόλου για άλλες καταστάσεις το σχετικοποιεί και το υποβαθμίζει. Ας συζητήσουμε λοιπόν πάνω σε αυτή τη βάση.
Μακριά από μας οποιαδήποτε διάθεση υποβάθμισης των στρατοπέδων συγκέντρωσης και του Ολοκαυτώματος. Είναι σαφώς ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μην ξεχνάμε δε ότι εκτός από τους εβραίους, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης εξοντώθηκαν και πολιτικοί αντίπαλοι του χιτλερικού καθεστώτος, με πρώτους τους κομμουνιστές, αλλά και ομοφυλόφιλοι και τσιγγάνοι και άλλες εθνότητες και μειονότητες που το ναζιστικό καθεστώς βάφτισε κατώτερους ανθρώπους. Όμως, το απόλυτο Κακό (με την έννοια που δίνουν οι αγγλόφωνοι στον όρο «evil») δεν υπάρχει, δεδομένου ότι αποτελεί μεταφυσική έννοια. Και η ιστορία πατά στα πόδια της, πατά στην υλική πραγματικότητα (ένας εβραίος μας το έμαθε αυτό και πολλοί άλλοι εβραίοι και εβραίες έδωσαν τη ζωή τους συνειδητά για να υπηρετήσουν τα ιδανικά που απορρέουν από αυτή τη θεώρηση της ιστορικής εξέλιξης). Κάθε ιστορική στιγμή λοιπόν έχει τα δικά της ολοκαυτώματα για υπηρετηθούν οι ανάγκες της κάθε φορά άρχουσας τάξης, για περισσότερους δούλους, για περισσότερη γη και εξουσία, για μεγαλύτερο κέρδος. Ο συσχετισμός με την απαξίωση της μισθωτής εργασίας και την απαθλίωση του εργαζόμενου δεν αναιρεί τη φρίκη του Άουσβιτς ούτε τη σχετικοποιεί: αντίθετα, υποδηλώνει ότι αυτή η φρίκη μπορεί να ξανάρθει και να γενικευτεί. Το όραμα των δημιουργών του Άουσβιτς ήταν ακριβώς η γενίκευση της φρίκης και το χρέος της ανθρωπότητας είναι ακριβώς ο αγώνας για την αποφυγή της. Από αυτή την άποψη, και οι νεκροί και οι μάρτυρες των στρατοπέδων συγκέντρωσης δεν αποτελούν «ιδιοκτησία» της εθνοτικής, θρησκευτικής, κοινωνικής ομάδας ή πολιτικής συλλογικότητας στην οποία ανήκουν: αποτελούν θύματα και μάρτυρες ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Πέρα από αυτό: οι λαοί με μακρά ιστορία, οι λαοί που έχουν περάσει δύσκολες συνθήκες, έχουν υποστεί ξενικές κυριαρχίες, εθνοκαθάρσεις, γενοκτονίες και διωγμούς, είναι φυσικό – και σωστό – να κεφαλαιοποιούν την ιστορική τους εμπειρία και είναι εξαιρετικά ευαίσθητοι στο ζήτημα της διατήρησης της ιστορικής μνήμης. Για να μην καταλήγει όμως αυτή η κεφαλαιοποίηση σε μια εμπειρική και συναισθηματική προσέγγιση στην οποία κυριαρχεί το «εμείς» σε σχέση με τους «άλλους» των οποίων τις περιπέτειες και τα βάσανα δεν κατανοούμε και υποβαθμίζουμε, σε σχέση με τα «δικά μας» θα πρέπει να υπεισέρχεται και ένα ξεκάθαρο πολιτικό κριτήριο που θα ορίζει το εξής πολύ απλό: ό,τι έχουμε υποστεί «εμείς» (και, βέβαια, δεν θέλουμε να ξαναπάθουμε) δεν πρέπει να το περνούν ούτε οι «άλλοι». Ακόμη περισσότερο: δεν το κάνουμε «εμείς» στους «άλλους». Παίρνω για παράδειγμα το δικό μας λαό, λαό που η προσφυγιά και η μετανάστευση έχουν σημαδέψει την ιστορία του: επιτρέπεται ένας τέτοιος λαός να αναπτύσσει εχθρικά αισθήματα και να εκδηλώνει εχθρικές συμπεριφορές απέναντι σε πρόσφυγες και μετανάστες;
Για να ξαναγυρίσω στο θέμα μας: ένας λαός που έχει υποστεί όσα έχει υποστεί ανά τους αιώνες ο «λαός Ισραήλ» επιτρέπεται να αφήνει το κράτος του Ισραήλ να διαπράττει θηριωδίες απέναντι στους παλαιστίνιους, των οποίων στερεί τη γη, την ελευθερία, τη ζωή; Ποιος προσβάλλει τη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος; Όποιος συσχετίζει την τραγωδία τους με τις μελλοντικές τραγωδίες που επιφυλάσσει για την ανθρωπότητα ο καπιταλισμός; Ή, όποιος, αν και μοιράζεται το ίδιο θρήσκευμα, την ίδια κουλτούρα και παράδοση με τους μάρτυρες αυτούς αντιγράφει πάνω στην πλάτη ενός άλλου λαού τις μεθόδους των δολοφόνων τους; Και ποιο θα πρέπει να είναι το καθήκον, σήμερα, ενός εβραίου, ενός ισραηλίτη, πολίτη του κράτους του Ισραήλ ή όποιας άλλης χώρας του κόσμου για να τιμήσει την ιστορική μνήμη και εμπειρία του λαού του; Η απάντηση, θαρρώ, έχει ήδη δοθεί, από επώνυμους και ανώνυμους εβραίους ανά τον κόσμο και ισραηλινούς: από το Νόαμ Τσόμσκι, το Γούντι Άλλεν, τη Νάταλι Πόρτμαν πρόσφατα, μέχρι τους ισραηλινούς πιλότους που αρνούνται να βομβαρδίσουν τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, τα φανταράκια που αρνούνται να υπηρετήσουν εκεί τη θητεία τους, τους διαδηλωτές υπέρ της συνύπαρξης των δυο λαών, μέσα και έξω από το Ισραήλ. Πολλοί από αυτούς έχουν πληρώσει το τίμημα των επιλογών τους. Ένας από αυτούς – πιλότος, αν θυμάμαι καλά, γιατί το περιστατικό έχει συμβεί αρκετά χρόνια πριν – επικαλέστηκε, ως μια από τις αιτίες της άρνησής του, ακριβώς το γεγονός ότι σχεδόν το σύνολο των συγγενών του είχε χαθεί στο Ολοκαύτωμα. Μήπως η Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών θα κατηγορούσε και αυτόν τον άνθρωπο για στρέβλωση της ιστορίας, σχετικοποίηση και υποβάθμιση του Ολοκαυτώματος;
Θα το πω για μια ακόμη φορά: το Ολοκαύτωμα και οι νεκροί του ανήκουν στη συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας. Ο μόνος ουσιαστικός τρόπος για να το τιμήσουμε, είναι να μην επιτρέψουμε να ξανασυμβούν τέτοιες θηριωδίες σε κανένα πεδίο της ανθρώπινης ζωής και δραστηριότητας. Και αν ένα παραπάνω καθήκον σ` αυτή την υπόθεση αντιστοιχεί στους ομόθρησκους της μεγάλης πλειοψηφίας των θυμάτων, είναι ακριβώς να γενικεύσουν την ιστορική τραγική εμπειρία τους και να πρωτοστατήσουν στον αγώνα για μια δίκαιη ειρήνη στην Παλαιστίνη. Γιατί, στη συνείδηση των προοδευτικών ανθρώπων, το κορίτσι του Μαουτχάουζεν που «είναι ωραίο με το καθημερινό του φόρεμα και το κίτρινο άστρο στην καρδιά» και η φυλακισμένη από τις ισραηλινές αρχές κατοχής Άχεντ Ταμίμι, είναι φίλες, αδελφές και συναγωνίστριες στην ίδια πλευρά της πάλης για την απελευθέρωση του ανθρώπου …