Εργατικός Αγώνας

Για τις 8 του Μάρτη

Γράφει η Δώρα Μόσχου.

Αν κι είμαστε γυναίκες

καθόλου δε φοβόμαστε∙

γερές έχουμε γλώσσες

και διαφεντευόμαστε…

Έτσι ξεκινά το εμβληματικό «rio – lio – la», το τραγούδι που τραγουδούσαν οι εργάτριες στα ρυζοχώραφα του ιταλικού βορρά και που πέρασε στην αιωνιότητα μέσα από μια συγκλονιστική σκηνή από το «1900» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι. Αυτό το τραγούδι αποτυπώνει και συμπυκνώνει όλο το νόημα της «8ης του Μάρτη», της ημέρας που οι άρχουσα τάξη και οι κάθε λογής σειρήνες της προσπάθησαν και προσπαθούν να μετατρέψουν σ` ένα δεύτερο «Άγιο Βαλεντίνο». Σε μια μέρα, που οι γυναίκες, το «ωραίο» ή και το «ασθενές» φύλο, θα δέχονται λουλούδια∙ ή θα εισπράττουν «χρόνια πολλά»∙ ή θα βγαίνουν έξω, «μόνο γυναίκες», για να «ξεσαλώσουν», σε μια εκχυδαϊσμένη εκδοχή του αγώνα για τη γυναικεία απελευθέρωση.

                Όσο όμως κι αν προσπαθεί η άρχουσα τάξη, η ιστορία ούτε ξεγράφεται ούτε ξαναγράφεται. Και η 8η του Μάρτη είναι η γιορτή της εργαζόμενης και της αγωνιζόμενης γυναίκας. Είναι απόδοση τιμής στο φύλο που η ιστορική του ήττα, η καθυπόταξή του, σήμανε ταυτόχρονα και την καθυπόταξη της ανθρωπότητας στην ατομική ιδιοκτησία και στο συγκροτημένο κράτος – μηχανισμό κυριαρχίας της κάθε φορά άρχουσας τάξης πάνω στις υπόλοιπες. Είναι απόδοση τιμής στο φύλο που ο καπιταλισμός έβγαλε ξανά στην παραγωγή, οδηγώντας το έτσι στο να συγκροτήσει τη συνείδησή του και να διεκδικήσει τη χειραφέτησή του, ενσωματώνοντας το ιστορικό του δίκαιο στο ιστορικό δίκαιο της τάξης του, της εργατικής.

                Σήμερα, γιορτάζει μια έφηβη από την προϊστορική Θήβα που «γεννήθηκε για ν` αγαπά κι όχι για να μισεί» και που υπερασπίστηκε με τη ζωή της μια κοινωνία ισότητας και αγάπης, απέναντι στους άτεγκτους νόμους του ταξικού κράτους. Γιορτάζει και μια αθηναία του 5ου αιώνα που, με όπλο τη θηλυκότητά της, «λύει τους στρατούς», για να σταματήσει ένα καταστρεπτικό πόλεμο. Βρίσκει το αποκούμπι που δεν μπόρεσε να της προσφέρει ούτε η ανθρώπινη κοινωνία ούτε η φύση ούτε οι εκπρόσωποι των θεών, μια γριά βασανισμένη σκιαθίτισσα που η μοίρα του φύλου της την κάνει φόνισσα. Γιορτάζει κι η νεαρή εργάτρια από την Κέρκυρα που χειραφετείται ταυτόχρονα, ως φύλο και ως τάξη, αναφωνώντας «δουλεύτρα είμαι, δεν έχω κανέναν ανάγκη».

                Και μαζί τους γιορτάζει η πρώτη ύλη από την οποία πλάστηκαν αυτές οι αρχετυπικές μορφές: η γυναίκα – δούλη, στον αργαλειό και στο μεγάλωμα των παιδιών της νοικοκυράς∙ η δουλοπάροικη στο χωράφι και στο κρεβάτι του άρχοντα∙ η  μισθωτή σκλάβα στα ανθρακωρυχεία και στις κλωστικές μηχανές∙ μαζί κι η βουβή και άχρωμη γυναίκα της άρχουσας τάξης, υπόδουλη κι αυτή, κομμάτι της πατρικής ή της συζυγικής περιουσίας – όταν δεν αναλαμβάνει η ίδια το ρόλο του θύτη…

                Μαζί μ` αυτές, δέχονται τα άνθη της μνήμης μας κι εκείνες οι μανάβισσες και οι μπακάλισσες του Παρισιού που ξεσηκώθηκαν και φέρανε από τις Βερσαλλίες στο Παρίσι τους τυράννους του γαλλικού λαού, τραγουδώντας το «Ça Ira»∙ οι ράφτρες κι οι κλωστοϋφαντουργίνες της Νέας Υόρκης – στο όνομα της θυσίας τους άλλωστε καθιερώθηκε η σημερινή μέρα∙ οι αγωνίστριες των οδοφραγμάτων της Κομμούνας∙ οι σοβιετικές γυναίκες με το απαράμιλλο θάρρος στην οικοδόμηση της νέας εξουσίας και στην πάλη ενάντια στο ναζισμό.

                Κι οι γυναίκες του λαού μας: οι μανιάτισσες που θέρισαν στο Δηρό με τα δρεπάνια   τους τα στρατεύματα του Ιμπραήμ∙ οι υφάντρες και τις καπνεργάτριες των πρώτων εργοστασίων και οι μικρασιάτισσες προσφυγίνες∙ ναι, αυτές οι χειραφετημένες και λεπταίσθητες που με τα δάχτυλά τους έχτισαν την ελληνική κλωστοϋφαντουργία∙ οι περήφανες αντάρτισσες του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ, οι φυλακισμένες, οι βασανισμένες, οι εξόριστες, οι εκτελεσμένες – όλες όσες συμμετείχαν στους κοινωνικούς και εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του λαού μας.

                Και μια που δεν έχει έρθει ακόμα ο καιρός «να λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση», τα λουλούδια της μνήμης και του αγώνα ανήκουν και στις σύγχρονες ηρωικές εργαζόμενες σε όλο τον κόσμο. Ανήκουν στις γιατρίνες και στις νοσηλεύτριες που, άυπνες, νηστικές, όρθιες, δίνουν τη μάχη της πανδημίας∙ στα κορίτσια της Μιανμάρ που φαίνεται ότι έχουν πάρει επάνω τους την υπόθεση της αντίστασης στο πραξικόπημα∙ στις γυναίκες της Κούβας, ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής. Στις γενναίες γυναίκες που βρήκαν το θάρρος να καταγγείλουν την άσκηση σεξουαλικής και σωματικής βίας που υπέστησαν, μορφή κι αυτή καθυπόταξης του κοινωνικά αδύναμου στον κοινωνικά ισχυρό. Και να μην ξεχάσουμε ότι σ` αυτή τους τη γενναία πράξη είχαν δίπλα τους τους ανθρώπους με σεξουαλικό προσανατολισμό διαφορετικό από αυτόν που θα άρεσε στους κυρ – Παντελήδες αυτού του κόσμου – και που για πολλούς αιώνες βρίσκονταν στην αθέατη πλευρά των κοινωνιών και της ιστορίας. Τώρα αποκτούν τη δική τους φωνή∙ μια φωνή που, για να ακουστεί πρέπει να ενταχθεί στη μεγάλη χορωδία της ταξικής πάλης…

                Κι είναι οι και προσφυγίνες που τιμάμε σήμερα. Οι γυναίκες αυτές που βιώνουν διπλές και τριπλές τραγωδίες: τον πόλεμο, τον ξεριζωμό, το θάνατο των δικών τους ανθρώπων των ίδιων τους των παιδιών. Αλλά – ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας – και τη φυλετική καταπίεση που δέχονται από την κουλτούρα των κοινωνιών από τις οποίες προέρχονται και που αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη της συνείδησής τους και την ένταξή τους στην εργατική τάξη.

                Εμείς οι κομμουνιστές του Εργατικού Αγώνα γνωρίζουμε καλά ότι η οριστική λύση του γυναικείου ζητήματος, η ολοκληρωτική χειραφέτηση της γυναίκας, θα συντελεστεί μέσα στα πλαίσια του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, όταν θα έχει καταλυθεί η υλική βάση της καθυπόταξής της. Σήμερα όμως η γυναίκα μπορεί και πρέπει να υπερασπιστεί τα δικαιώματα που έχουν κατακτηθεί ακόμα και με αίμα και να παλέψει για να διευρύνει τις κατακτήσεις της. Κι αυτό θα γίνει με τη συλλογική δράση και με την ενσωμάτωση των αγώνων του φύλου στους αγώνες της εργατικής τάξης, για τη μεγάλη ανατροπή.

Υ. Γ. Δεν θα μπορούσαμε να κλείσουμε αυτό το – εξαιρετικά σύντομο εξ άλλου – αφιέρωμα στη Μέρα της Γυναίκας, χωρίς  να αναφερθούμε σε μια σπουδαία γυναίκα, μια εργάτρια που τίμησε την τάξη της και έγινε αντιφασιστικό σύμβολο για το λαό μας. Μιλάμε βέβαια για τη Μάγδα Φύσσα, τη γυναίκα που ξαναζωντάνεψε στην εποχή μας τη «Μάνα» του Γκόρκι και τη «Μάνα» του Επιτάφιου, παίρνοντας επάνω της πολύ μεγάλο μέρος της μάχης που δόθηκε για την καταδίκη της ναζιστικής συμμορίας.  Η ωραία και αγέρωχη αυτή γυναίκα μας δίδαξε ότι η μητρότητα δεν είναι ένα απλό βιολογικό γεγονός, αλλά μια μορφή κοινωνικής συνείδησης: ατενίζοντας τις χιλιάδες κόσμου που είχε συγκεντρωθεί έξω από το Εφετείο, είχε όλο το δικαίωμα να αναφωνήσει: «Ήταν όλοι τους παιδιά μου».

               

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας