Εργατικός Αγώνας

Η λαϊκή οργή να μετασχηματιστεί σε πολιτική δύναμη

Με τη συμμετοχή εκατοντάδων ανθρώπων, πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 3/7 στο άλσος του Θησείου, η συγκέντρωση για την παρουσίαση της Ιδρυτικής Διακήρυξης της Κίνησης για την αποδέσμευση της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τόσο το πλήθος του κόσμου, σε ένα παραδοσιακά «δύσκολο» μήνα όπως ο Ιούλης, όσο και ο μεγάλος αριθμός των ομιλητών (περισσότεροι από 25), αποτελούν επιβεβαιωτικό στοιχείο, ότι το αίτημα της αποδέσμευσης της χώρας από το ιμπεριαλιστικό άρμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει ωριμάσει μέσα στην ελληνική κοινωνία και αποτελεί ένα ρεαλιστικό στόχο πάλης.

Ακολουθεί στη συνέχεια η παρέμβαση του Θανάση Κανιάρη εκ μέρους της «Κίνησης Κομμουνιστών Εργατικός Αγώνας», στη διάρκεια της εκδήλωσης.

 

Τα τελευταία έξι χρόνια – ξεκινώντας από την υπογραφή του 1ου μνημονίου στις 3 Μάη του 2010 – δεν ήταν μια συνηθισμένη, ομαλή περίοδος.

Η εφαρμογή των σκληρών προγραμμάτων λιτότητας , σηματοδότησε το τέλος μιας περιόδου σχετικής ευημερίας που είχε κατακτηθεί κατά την μεταπολεμική περίοδο και την απαρχή μίας άνευ προηγουμένου επίθεσης σε βάρος των εργαζομένων και των φτωχών, αλλά και των μεσαίων μικροαστικών στρωμάτων, με στόχο την βίαιη υποχώρηση του βιοτικού τους επιπέδου.

Στην επίθεση αυτή, η οποία είχε τον χαρακτήρα ιμπεριαλιστικής επέμβασης, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε συμμαχία με το, υπό αμερικανική επιρροή, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την ενεργό στήριξη του ντόπιου οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου.

Τα έξι αυτά χρόνια παρακολουθούμε αλλεπάλληλες πράξεις του ίδιου έργου. Αιματηρές περικοπές στους μισθούς, τις συντάξεις και τα κοινωνικά επιδόματα, ταχεία ιδιωτικοποίηση της Παιδείας, της Υγείας, της Κοινωνικής Πρόνοιας και της Κοινωνικής Ασφάλισης, σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων υποδομών και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, άγρια φορολογία, πριμοδότηση του βαριά άρρωστου πιστωτικού συστήματος με δεκάδες και εκατοντάδες δις. ευρώ, έκρηξη της ανεργίας, κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, επέκταση των ελαστικών μορφών απασχόλησης και ένα πρωτοφανές και πρωτόγνωρο όργιο εργοδοτικής αυθαιρεσίας.

Κοινός παρονομαστής της στρατηγικής αυτής επιλογής του διεθνούς ιμπεριαλισμού και της άρχουσας τάξης της χώρας, η μεγάλη, όσο το δυνατό μεγαλύτερη, υποτίμηση της αξίας της εργατικής δύναμης, με στόχο την ανάταξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Όπως όμως έδειξε η εμπειρία της Ελλάδας και άλλων χωρών σε προγράμματα λιτότητας, οι έως τώρα προσπάθειες εξόδου από την κρίση, έχουν αποδειχτεί ατελέσφορες. Το βάθος των αντιθέσεων που πυροδότησε τη συστημική κρίση, είναι τόσο βαθύ και χαοτικό ώστε η άνευ προηγουμένου λεηλασία των λαϊκών στρωμάτων, δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για να το βγάλει από τα αδιέξοδα.

Οι λαϊκές αντιδράσεις

Μπροστά στον κίνδυνο που απειλούσε ως την ρίζα τη ζωή του, ο ελληνικός λαός δεν κάθισε με σταυρωμένα τα χέρια. Από την πρώτη στιγμή βγήκε στους δρόμους, πάλεψε, συγκρούστηκε με τις δυνάμεις καταστολής, αντιμετώπισε τις προβοκάτσιες, πραγματοποίησε δυναμικές και εντυπωσιακές κινητοποιήσεις, οι οποίες σημάδεψαν καθοριστικά την ελληνική κοινωνία και άλλαξαν τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Παραδοσιακά κόμματα του κατεστημένου, όπως το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ, τείνουν να εξαφανιστούν, η ΝΔ, το αγκυροβόλιο αυτό της άρχουσας τάξης της χώρας, έχει μετατραπεί σε ένα «μεσαίου» μεγέθους κόμμα, καθώς έχει χάσει το 50% της εκλογικής επιρροής που διατηρούσε τις τελευταίες δεκαετίες, νέα κόμματα εμφανίστηκαν εκ του μηδενός, τα οποία, αφού λειτούργησαν ως εφεδρείες του συστήματος, είτε εξαφανίστηκαν από τον πολιτικό χάρτη, είτε έχουν περιθωριοποιηθεί, ενώ ένας πολιτικός σχηματισμός, ο ΣΥΡΙΖΑ, που πριν την κρίση, πάλευε για την είσοδο του στη Βουλή, την λεγόμενη μνημονιακή περίοδο αυξάνει ραγδαία τις δυνάμεις του, με αποτέλεσμα, στις εκλογές του Γενάρη του 2015, να σχηματίσει κυβέρνηση με το εθνικιστικό κόμμα των ΑΝΕΛ.

Τι έδειξε όλη αυτή η ταραγμένη περίοδος;

Πρώτο: ο «αντιμνημονιακός» λόγος, αποδείχθηκε πολύ ρηχός και επιδερμικός για να καταδείξει το βάθος των κοινωνικών και ταξικών αντιθέσεων της ελληνικής κοινωνίας την περίοδο της κρίσης. Και όχι μόνο αυτό. Η αντιμνημονιακή ρητορική, ακριβώς επειδή προσέγγιζε με στρεβλό και επιδερμικό τρόπο το «ελληνικό» πρόβλημα, πολύ εύκολα πέρασε στο αντίθετο της, στην υπηρεσία των μνημονίων, όπως έδειξε η αρνητική εμπειρία της διακυβέρνησης της χώρας, από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ.

Δεύτερο: η πέραν του ΣΥΡΙΖΑ αντιπολίτευση, τα χρόνια αυτά στάθηκε ανίκανη, να αντιληφθεί την ουσία του οικονομικού, πολιτικού και κοινωνικού προβλήματος της χώρας, περιοριζόμενη σε μία στείρα και ανέξοδη αντιμνημονιακή ρητορική.

Τρίτο: η εμπειρία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, επιβεβαιώνει ότι λύση που θα υπηρετεί τις ανάγκες του ελληνικού λαού, εντός των τειχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν υπάρχει. Ότι όλη η προβληματική αναζήτησης διεξόδου θα πρέπει πλέον να επικεντρωθεί εκτός των τειχών της ευρώ ένωσης.

Τα πάντα ακούσαμε αυτά τα έξι χρόνια. Για το απεχθές, επονείδιστο και παράνομο χρέος, ακούσαμε, για την κατάργηση των μνημονίων και της λιτότητας επίσης, για την ανάγκη εφαρμογής μεταβατικού προγράμματος…Το μόνο που δεν ακούσαμε, ήταν, ότι για να κάνεις, έστω ένα βήμα μπροστά, πρέπει να τα βάλεις με το θηρίο. Να συγκρουστείς και να έρθεις σε ρήξη με τον ιμπεριαλισμό, με το καθεστώς ιμπεριαλιστικής εξάρτησης που ποδηγετεί την χώρα.

Το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης.

Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψετε μια μικρή ιστορική αναδρομή. Στις αρχές της δεκαετίας του 90, όταν το τείχος του Βερολίνου έπεφτε και ακούγονταν παντού διθύραμβοι και παιάνες για το τέλος του ολοκληρωτισμού και την έλευση της δημοκρατίας, ΗΠΑ και Γερμανία, μοίρασαν μεταξύ τους τις νέες χώρες.

Η Γερμανία έθεσε υπό την οικονομική της επιρροή τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, ενώ οι ΗΠΑ κράτησαν για τον εαυτό τους τον πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο.

Έτσι εξηγείται, γιατί οι χώρες Βίσεγραντ, οι οποίες οικονομικά, θεωρούνται η πίσω αυλή της Γερμανίας, στην κρίση που ενέσκηψε το 2003, μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας από την μία πλευρά και των ΗΠΑ από την άλλη, για το θέμα της επέμβασης στο Ιράκ, αναφανδόν, τάχθηκαν με το μέρος των ΗΠΑ. Ο δε πολυδιαφημισμένος στη Δύση, διανοούμενος Βάτσλαβ Χάβελ, ένας από τους «ήρωες» της αποκαλούμενης Άνοιξης της Πράγας, αποδείχτηκε τότε κοινός πράκτορας των αμερικανικών συμφερόντων, καθώς ως Πρόεδρος της νέας Τσεχίας, έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στην αποστολή στρατευμάτων της χώρας του στο Ιράκ.

Θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, τι σχέση έχει η Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων, με όλα αυτά. Μα ακριβώς, όπως ΗΠΑ και Γερμανία, στις αρχές της δεκαετίας του 90, μοιράστηκαν μεταξύ τους τις χώρες αυτές, κατά τον ίδιο τρόπο είχαν μοιράσει στο παρελθόν και τη χώρα μας. Οικονομικά η Ελλάδα ελέγχεται από την Γερμανία και πολιτικά – στρατιωτικά από τις ΗΠΑ. Τα ίδια τα γεγονότα βοούν. Για την εφαρμογή των προγραμμάτων λιτότητας (μνημόνια), τον πρώτο και καθοριστικό ρόλο τον έχει το Βερολίνο. Αντίθετα, στην κρίση των Ίμια το 1996 αυτοί που παρενέβησαν, ήταν οι ΗΠΑ, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρακολουθούσε τα τεκτενόμενα εκ του μακρόθεν. Η διπλή αυτή εξάρτηση αποτυπώνεται και στη σύνθεση του εκάστοτε υπουργικού συμβούλιου, όπου οι υπουργοί Άμυνας, Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης θεωρούνται – και είναι – παραδοσιακά «αμερικάνοι», ενώ οι υπουργοί των οικονομικών υπουργείων, και η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας, τελούν υπό την έγκριση του Βερολίνου.

Η ίδια η δυναμική των γεγονότων μας επιβεβαιώνει, ότι η Ελλάδα τελεί υπό καθεστώς πολιτικής – στρατιωτικής – οικονομικής εξάρτησης από τις δύο μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της εποχής μας, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ.

Και όμως αυτή την απλή αλήθεια, που την έχει συνειδητοποιήσει ο λαός αυτής της χώρας, έξι χρόνια τώρα οι δυνάμεις της λαϊκής αντιπολίτευσης, δεν μπορούσαν να την ενσωματώσουν στο πολιτικό τους λόγο, σαν αναγκαίο στοιχείο της κατάθεσης προγράμματος εξόδου από την κρίση και τις σκληρές πολιτικές λιτότητας, από την σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των άλλων καταπιεζόμενων λαϊκών στρωμάτων.

Το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της χώρας, φέρνει βαριά την σκιά του στις εξελίξεις της χώρας, τόσο πριν, όσο και μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων που ακολούθησαν.

Πριν της εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, είχε προηγηθεί η περιθωριοποίηση της ελληνικής οικονομίας στα πλαίσια του καταμερισμού εργασίας που έχουν επιβάλει οι ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παραδοσιακοί κλάδοι της χώρας, όπως η κλωστοϋφαντουργία, η σιδηρουργία, το τσιμέντο, η ζάχαρη, η λιπασματοβιομηχανία, η αμυντική βιομηχανία, τα ναυπηγία, πλήγηκαν καθοριστικά, ακριβώς, λόγω της συμμετοχής της χώρας στον ευρωενωσιακό καταμερισμό εργασίας. Η ΔΕΗ, η μεγαλύτερη ελληνική βιομηχανία, κατακερματίζεται και ξεπουλιέται κομμάτι – κομμάτι σε ιδιωτικά συμφέροντα, ο ΟΤΕ, πέρασε στα χέρια της Ντόιτσε Τέλεκομ, ενώ την ίδια τύχη, θα έχουν το νερό, τα ταχυδρομεία, τα λιμάνια, οι σιδηρόδρομοι, οι αστικές συγκοινωνίες της Αθήνας. Είναι πλέον κοινός τόπος, ότι η παραγωγική βάση της χώρας έχει πληγεί ανεπανόρθωτα και είναι το μεγάλο θύμα της συμμετοχής της Ελλάδας στην ΕΟΚ – Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο αγροτικός τομέας, ο οποίος πριν την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ, εμφάνιζε πλεονασματικό ισοζύγιο, κάτω από τα δεσμά της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και των διεθνών συμφωνιών εμπορίου (GATT), εμφανίζει σταθερή πορεία συρρίκνωσης, ενώ επιταχύνεται η συγκέντρωση της γης και του αγροτικού κεφαλαίου, στα χέρια μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην αγροτική οικονομία. Η Ελλάδα, την περίοδο της συμμετοχής της στην ΕΟΚ – ΕΕ μετατράπηκε σε εξαρτημένη διατροφικά χώρα, η οποία εισάγει αγροτικά εμπορεύματα και πρώτες ύλες, τα οποία στο παρελθόν παρήγαγε η ίδια.

Στην κατάσταση αυτή βρήκε την ελληνική οικονομία η μεγάλη διεθνής κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το καλοκαίρι του 2007 και την αποτελείωσε. Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο ασθενής ¨ελληνικός¨ καπιταλισμός, λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης της υγείας του, κρίθηκε ότι θα πρέπει να εισαχθεί εσπευσμένα στο χειρουργείο. Και εκεί οι χειρούργοι – ο διεθνής ιμπεριαλισμός – άρχισαν να ακρωτηριάζουν, ό,τι κατά την γνώμη τους προκαλούσε επιπλοκές στην υγεία του άρρωστου καπιταλιστικού συστήματος. Μισθοί, συντάξεις, κοινωνικά επιδόματα, τα δημόσια συστήματα Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, Κοινωνικής Ασφάλισης, οι εργασιακές σχέσεις, συνοδευόμενα από ισχυρές δόσεις άγριας φορολογικής αφαίμαξης, μπήκαν στην κλίνη του Προκρούστη. Παρά την τεράστια αιμοδοσία που του έχει χορηγηθεί – από τις σάρκες και το αίμα του ελληνικού λαού – ο ¨ελληνικός¨ καπιταλισμός δεν έχει ανανήψει και συνεχίζει να είναι βαριά άρρωστος. Για να αποδειχτεί, ότι το σύστημα της ελεύθερης αγοράς, της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, ή όπως αλλιώς λέγεται, έχει αρχίσει να σαπίζει και το σάπισμα εκδηλώνεται πρώτα και κύρια στα πιο αδύνατα μέλη του.

Η πάλη για την αποδέσμευση

Σήμερα καλούμαστε να πάρουμε την πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός κινήματος με παλλαϊκό χαρακτήρα, που στο πρόγραμμα του θα έχει ως προμετωπίδα την αποδέσμευση της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, από το άντρο αυτό των ιμπεριαλιστών ληστών, θα δώσει τέλος στις βουτηγμένες στο αίμα πολιτικές λιτότητας, θα πάρει μέτρα άμεσης ανακούφισης των εργαζομένων και θα προχωρήσει σε βαθιές, ριζοσπαστικές τομές στην οργάνωση της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας.

Από την ίδια την φύση των πραγμάτων το κίνημα αυτό, δεν μπορεί παρά να έχει αντιιμπεριαλιστικά – αντιμονοπωλιακά – δημοκρατικά χαρακτηριστικά, και ως μέτωπο πάλης θα πρέπει να επιδιώξει να συσπειρώσει στις τάξεις του την πολύ μεγάλη πλειοψηφία του δοκιμαζόμενου ελληνικού λαού.

Υπάρχει βέβαια ένα ερώτημα, που πρέπει να απαντηθεί. Μετά την ΕΕ τι; Κατ’ αρχάς, αν το λαϊκό κίνημα με την πάλη του, επιβάλει την αποδέσμευση της χώρας από τον ιμπεριαλιστικό αυτό οργανισμό, το γεγονός αυτό από μόνο του, συνιστά ένα τεράστιο βήμα προς τα μπρος για το λαό της χώρας. Για να καταλάβουμε το μέγεθος του εγχειρήματος, απλώς επισημάνουμε, ότι ΕΕ και ΝΑΤΟ αποτελούν τα δύο βάθρα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της χώρας, με τη μορφή που αυτή εμφανίστηκε την μεταπολεμική περίοδο. Αποτελούν την υλική βάση του δόγματος «ανήκομεν εις την Δύσης», ενός δόγματος πάνω στο οποίο η οικονομική ολιγαρχία και το πολιτικό της σύστημα, στήριξαν τις διεθνείς συμμαχίες της χώρας.

Από εκεί και πέρα, είναι κατανοητό, ότι πίσω δεν μπορούμε να γυρίσουμε. Μία Ελλάδα απαλλαγμένη από τα οικονομικά δεσμά τη εξάρτησης που έχει επιβάλει η ΕΕ, δεν μπορεί να στηριχτεί στην αποκαλούμενη «ιδιωτική πρωτοβουλία» είτε την «υγιή», είτε την μη υγιή. Πρώτα και κύρια, γιατί, όπως έδειξε και η πρόσφατη διεθνής οικονομική κρίση, αυτό που χρεοκόπησε, ήταν ακριβώς η λεγόμενη ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία επιβιώνει χάρις στην αφαίμαξη, που έχουν επιβάλει στο λαϊκό παράγοντα τα άγρια προγράμματα λιτότητας.

Κατά δεύτερο, ο τύπος οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας που στηρίζεται στην κατοχή των μεγάλων μέσων παραγωγής από τις μεγάλες εταιρίες, βρίσκεται σε βαθιά κρίση, και είναι η βασική αιτία, της απότομης και βίαιης επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

Επομένως, το ζήτημα, τι χώρα θέλουμε, όταν η Ελλάδα θα έχει απαλλαγεί από τα δεσμά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, βρίσκεται ήδη στην ημερήσια διάταξη, και κάποια στιγμή θα πρέπει να ανοίξει ο δημόσιος διάλογος και να δοθούν οι αναγκαίες απαντήσεις.

Το λαϊκό ριζοσπαστικό ρεύμα

Την περίοδο της κρίσης και της μνημονιακής λεηλασίας που ακολούθησε, στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας, δημιουργήθηκε ένα ριζοσπαστικό ρεύμα, σε αυθόρμητη εν πολλοίς βάση, αποφασισμένο να συγκρουστεί με τις αιτίες που καταδυναστεύουν τη ζωή του και να αναζητήσει νέες ισορροπίες στην πολιτική ιστορία της χώρας.

Το λαϊκό ριζοσπαστικό ρεύμα εκδηλώθηκε με ιδιαίτερο δυναμισμό το 2010 – 2012, την περίοδο των μεγάλων κινητοποιήσεων του ελληνικού λαού, εμφανίστηκε να υποχωρεί κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας το 2012 – 2015 από το δίδυμο ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, ενώ έκανε ιδιαίτερα αισθητή κα δυναμική την παρουσία του στο δημοψήφισμα της 5 Ιούλη 2015 με το εκκωφαντικό 61,3% κατά των μέτρων λιτότητας.

Δυστυχώς, αυτός ο λαϊκός ριζοσπαστισμός, δεν συναντήθηκε με το πολιτικό ριζοσπαστικό κίνημα, επειδή ακριβώς– και αυτή είναι η τραγωδία της σημερινής Ελλάδας – δεν υπήρξε ριζοσπαστικό κίνημα για να το εκφράσει πολιτικά. Έτσι καταλήξαμε στο μη χείρον βέλτιστο, στο συμβιβασμό με την προβληματική εν τη γενέσει της πρόταση των μορφωμένων μεσαίων μικροαστικών στρωμάτων που πολιτικά εξέφραζε ο ΣΥΡΙΖΑ: «κατάργηση μνημονίων και λιτότητας εντός του ευρώ και εντός της ΕΕ».

Η κυρίαρχη δυναμική που σε επίπεδο κοινωνίας απέκτησε η μεσοβέζικη και σε τελική ανάλυση ηττοπαθής αυτή πρόταση, σηματοδοτούσε την υποταγή και την στοίχιση του εργατικού κινήματος, κάτω από τις νεφελώδεις σημαίες των μικροαστικών στρωμάτων, τα οποία είχαν την αυταπάτη, ότι οι πολιτικές της σκληρής λιτότητας που αμφισβητούσαν την οικονομική και κοινωνική τους θέση στο ελληνικό οικοδόμημα, θα μπορούσαν να καταργηθούν εντός των τειχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Και το μικροαστικό ρεύμα συμπαρέσυρε το εργατικό στοιχείο, επειδή δεν υπήρξε, δεν κατατέθηκε πρόγραμμα πάλης, που θα εξέφραζε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχών μικρομεσαίων στρωμάτων.

Έτσι ηττήθηκε το ελπιδοφόρο και αυθεντικό λαϊκό κίνημα της περιόδου 2010 – 2012, που η δυναμική του έθεσε σε δοκιμασία τις αντοχές της ¨παλιάς κοινωνίας¨.  

Ο λαϊκός ριζοσπαστισμός ανάμεικτος με ένα κύμα απογοήτευσης και ένα πλήθος ερωτηματικών για το που πάει η κατάσταση, είναι ζωντανός και σήμερα, και εναγωνίως αναζητά έκφραση πολιτικής εκπροσώπησης.

Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, το Κίνημα για την Αποδέσμευση της Ελλάδας από την ΕΕ, να μετασχηματίσει την λαϊκή οργή σε πολιτική δύναμη, που θα επιταχύνει τις κοινωνικές διεργασίες και θα δώσει απαντήσεις στα προβλήματα που κατατρύχουν το λαό της χώρας.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας