Εργατικός Αγώνας

Όταν ο «φτωχός» Νότος διαπραγματεύεται…

… την αύξηση της συμμετοχής του στη λεία στο φόντο της μεγαλύτερης καταλήστευσης των εργαζομένων.

Γράφει ο Θανάσης Κανιάρης.

Με αφορμή την πρώτη σύνοδο των μεσογειακών χωρών της ΕΕ, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την Παρασκευή 9/9 θα επιχειρήσουμε ορισμένες πρώτες προσεγγίσεις.

Οι επτά χώρες που συμμετείχαν στην Σύνοδο (Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Κύπρος, Μάλτα), είναι ας το πούμε, αυτές που πλήγηκαν περισσότερο από τη οικονομική κρίση και εμφανίζουν και σήμερα σοβαρά οικονομικά προβλήματα.

Μεταξύ τους, εμφανίζουν ορισμένα κοινά σημεία. Πρόκειται για καπιταλιστικές μεν χώρες, με δυναμική όμως παρουσία στη κοινωνική τους διαστρωμάτωση των μικρομεσαίων στρωμάτων. Σε αντίθεση με τις βόρειες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στις οποίες η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας είναι περισσότερο διακριτή στην κοιωνικοταξική τους δομή – είναι χαρακτηριστικό ότι στην Μεγάλη Βρετανία οι αγρότες δεν ξεπερνούν το 3% του ενεργού οικονομικά πληθυσμού, σε αντίθεση με τις χώρες του νότου, όπου ο αγροτικός πληθυσμός είναι κατά πολύ μεγαλύτερος – στις νότιες χώρες η καπιταλιστικοποίηση της οικονομίας, δεν εμφανίζει αντίστοιχη δυναμική. Το μεγάλο κεφάλαιο δεν έχει καταφέρει ακόμα να θέσει υπό την άμεση εξουσία του τα πολυπληθή μικρομεσαία στρώματα, υπό την έννοια βέβαια της αλλαγής της οικονομικής και ταξικής τους θέσης. Από μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες, να υποβιβαστούν σε μισθωτούς εργάτες, σε προλετάριους.

Η διαφορετικές αυτές πορείες που διέβησαν οι χώρες της βόρειας και νότιας Ευρώπης ως προς την καπιταλιστική τους ολοκλήρωση, οφείλονται σε ιστορικούς, αλλά και σε πολιτικούς λόγους. Είναι χαρακτηριστικό, ότι μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το εργατικό κίνημα στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες, αφομοιώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη σοσιαλδημοκρατία, σε αντίθεση με το αντίστοιχο των χωρών του ευρωπαϊκού νότου, που συνέχισε για μερικές δεκαετίες ακόμα να παρουσιάζει αγωνιστικά σκιρτήματα.

Στον καπιταλισμό όμως, το πλήθος των επιχειρήσεων είναι αντιστρόφως ανάλογο με το μέγεθος της παραγωγικότητας της εργασίας, η οποία, από ένα σημείο ωριμότητας του εκμεταλλευτικού συστήματος και μετά, αποτελεί τον υπ΄αριθμόν ένα παράγοντα απόσπασης υπεραξίας. Οσο πιο κατακερματισμένο είναι το κεφάλαιο σε επίπεδο κλάδου ή και σε εθνικό επίπεδο, τόσο πιο χαμηλή είναι η παραγωγικότητα της εργασίας.

Αυτή βέβαια, είναι μια πολύ γενική παρατήρηση. Γεγονός πάντως είναι, ότι στις νότιες χώρες της ΕΕ, η οικονομική κρίση άφησε βαθύτερα τα αποτυπώματα της, ενώ τα κρισιακά φαινόμενα στις οικονομίες των χωρών αυτών, αντί με την πάροδο του χρόνου να ατονούν, δυναμώνουν.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι από τις τέσσερις χώρες της ΕΕ που μπήκαν σε προγράμματα λιτότητας (μνημόνια), οι τρείς είναι νότιες (Ελλάδα, Πορτογαλία, Κύπρος) και μόνο μια ( Ιρλανδία), εντάσσεται στις χώρες του βορρά.

Το περισσότερο όμως ανησυχητικό, είναι ότι οι οικονομίες της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας, εμφανίζουν σήμερα σοβαρότατα προβλήματα, καθώς τα τραπεζικά τους συστήματα απειλούνται με κατάρρευση.

Ως προς τη διαπάλη – διαπάλη κρατών και κεφαλαίων – που την περίοδο της οικονομικής κρίσης έλαβε χώρα στο εσωτερικό της ΕΕ, όλοι σχεδόν συμφωνούν ότι οι οικονομίες των χωρών της βόρειας Ευρώπης, κατάφεραν να μετατοπίσουν πολλά κρισιακά φαινόμενα προς τις ασθενέστερες χώρες του νότου. Και τη θέση αυτή την επιβεβαιώνουν τα ΄ίδια τα στοιχεία. Την περίοδο της οικονομικής κρίσης, η επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία σε Ελλάδα και Ισπανία εκτινάχθηκε πάνω από το 20% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, στην Πορτογαλία ξεπέρασε το 15%, ενώ σε Ιταλία και Γαλλία διατηρείται σταθερά πάνω από το 10%. Είναι οι μόνες χώρες της ευρωζώνης που εμφανίζουν διψήφια ποσοστά ανεργίας. Την ίδια στιγμή η Γερμανία εμφανίζει τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας σε ολόκληρη την ΕΕ, τα οποία τα τελευταία χρόνια βαίνουν συνεχώς μειούμενα. Από 8,7% το 2008, σε 6,1% το 2012 και σε 4,9% το 2015.

Η ανεργία διατηρείται σε επίπεδα κάτω του 5%, και στη γειτονική Αυστρία με το χαμηλότερο ποσοστό ανέργων, κάτω από 4%.

Ως προς την ανεργία των νέων στα κράτη – μέλη της ΕΕ, εκτός από την Μάλτα, οι υπόλοιπες έξι χώρες που συμμετείχαν στη Σύνοδο της Αθήνας, εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά νέων ανέργων, με την Γαλλία στο 27% και την πρωταθλήτρια Ελλάδα στο 48%.

Αντίστοιχη εικόνα εμφανίζει και η δυναμική του κρατικού χρέους την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostatμεταξύ του 2009 και του 2014, το χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε: Ελλάδα: από 126,8% σε 178,7%. Πορτογαλία: από 83,6% σε 131,4%. Ισπανία: από 52,7% σε 96,8%. Ιταλία: από 112,5% σε 131,8%. Γαλλία: από 78, 8% σε 95,3%. Κύπρος: από 53,5% σε 104,7%. Ιρλανδία: από 62,2% σε 114,8%.Γερμανία: από 72,4% σε 74,8%. Αυστρία: από 79,7% σε 80,7%. Βέλγιο: από 99,3% σε 105,8%. Ολλανδία: από 56,5% σε 69%. Σουηδία: από 39% σε 40,3%. Δανία: από 40,4% σε 47%. Φιλανδία: από 41,7% σε 58,1%.

Ως προς την εξέλιξη της δυναμικής του ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών των χωρών μελών – τον πιο ασφαλή ίσως δείχτη μέτρησης της ανταγωνιστικής θέσης και του επιπέδου της παραγωγικότητας της εργασίας μιας χώρας – μέσα από την παράθεση των στοιχείων, διαπιστώνουμε τη δυναμική της γερμανικής εισβολής στις αγορές της ΕΕ. Γιατί, ας μη ξεχνάμε, ο κύριος όγκος των γερμανικών εξαγωγών κατευθύνεται στις αγορές της ΕΕ και δευτερευόντως σε τρίτες χώρες (Κίνα κλπ). Αντίθετα, αισθητή είναι η καχεξία των χωρών της νότιας Ευρώπης στις εξαγωγικές τους επιδόσεις, καθώς, το ισοζύγιο είναι είτε αρνητικό, είτε ελαφρά θετικό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat , την περίοδο 2008 – 2015 η Γερμανία εμφανίζει σταθερά πλεονασματικό ισοζύγιο στις εξωτερικές της συναλλαγές που κυμαίνεται από 5,7% το 2010 έως 7,5% το 2015. Αντίθετα οι εξαγωγικές επιδόσεις της Γαλλίας, της δεύτερης σε μέγεθος οικονομίας της ΕΕ, έχουν μικρό μεν, αλλά΄ σταθερά αρνητικό πρόσημο, ενώ ακόμα χειρότερες εμφανίζονται οι επιδόσεις της Ιταλίας, ενώ τραγική εικόνα εμφανίζουν τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών σε Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Κύπρο, καθώς το έλλειμμα σε ορισμένες περιπτώσεις είναι μεγαλύτερο και από το 10% του ΑΕΠ, ήτοι σημαίνει ότι η οικονομία της χώρας οδηγείται σε κατάρρευση.

Από την παράθεση του συνόλου των στοιχείων, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα, ότι η «παλιά» Ευρώπη των 15 + την Κύπρο (χωρίς δηλαδή την προσθήκη των πρώην σοσιαλιστικών χωρών) την περίοδο της οικονομικής κρίσης, διχάστηκε ακόμα περισσότερο σε πλούσιο Βορρά και φτωχό Νότο, χωρίς βέβαια να ξεχνάμε ότι πρόκειται για διαφορές κεφαλαίων και κεφαλαιοκρατικά οργανωμένων κρατών.

Επομένως η απάντηση στο ερώτημα, τι ήλθαν να κάνουν οι επτά ηγέτες στη σύνοδο της Αθήνας, προκύπτει αβίαστα. Να ενώσουν τις δυνάμεις τους – αν και στο σημείο αυτό πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι – για να επαναδιαπραγματευθούν τη δεινή οικονομική τους θέση, με τους πλούσιους κεφαλαιοκράτες του Βορρά. Εννοείται ότι η επαναδιαπραγμάτευση αφορά την βελτίωση της θέσης των κεφαλαίων που εδράζονται στις χωρες της νότιας Ευρώπης και όχι   τη θέση των εργαζομένων.

Σταθερός στόχος ο εχθρός λαός…

Ότι συναντήθηκαν για να διαπραγματευτούν με τις βόρειες χώρες την βελτίωση της θέσης των κεφαλαιοκρατών του Νότου, προκύπτει και από τη Διακήρυξη των επτά ηγετών, όπου ορισμένα σημεία τους, είναι εξόχως αποκαλυπτικά και…αντιδραστικά.

Σύμφωνα με τη Διακήρυξη, για να διασφαλίσει την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια η Ευρώπη, μεταξύ άλλων απαιτείται: -«Να αναπτύξει τις Ευρωπαϊκές στρατιωτικές ικανότητες και την αμυντική βιομηχανία, με σκοπό την επίτευξη στρατηγικής αυτονομίας, ιδίως μέσω ενός Ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος και ενός ταμείου για την ασφάλεια και την άμυνα και να δημιουργήσει σταδιακά την ικανότητα σχεδιασμού και συμπεριφοράς της ΕΕ για τις ευρωπαϊκές αποστολές και επιχειρήσεις ΚΠΑΑ. Οι δυνατότητες της Συνθήκης της Λισαβόνας θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως».

Εμφαση προφανώς δίνεται…στην ικανότητα σχεδιασμού και συμπεριφοράς της ΕΕ για τις ευρωπαϊκές αποστολές και επιχειρήσεις ΚΠΑΑ.

Και στα μάτια των…αδικημένων ηγετών του Νότου, η Ευρώπη παραμένει πολεμοκάπηλη και αντιδραστική, έτοιμη να επέμβει στρατιωτικά και εκτός των γεωγραφικών της συνόρων για να προασπίσει τα συμφέροντα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Για την προώθηση της ανάπτυξης και των επενδύσεων στην Ευρώπη θα πρέπει – εκτός των άλλων – «Να προωθήσει την απασχόληση και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να ακολουθήσουμε αποφασιστικές, προσανατολισμένες προς στην ανάπτυξη, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία των αγορών, να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα και να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας

Με λίγα λόγια, ζητούν συνέχιση των αντιδραστικών αλλαγών στην αγορά εργασίας προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστική θέση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Με άλλα λόγια, πίσω από τη σύγκρουση (;) πλούσιου Βορρά και φτωχού Νότου, υπάρχει η κοινή θέληση και των δύο να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές πάνω στο έδαφος της αγριότερης εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Αυτό είναι που ενώνει και τους μεν και τους δε.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας