Εργατικός Αγώνας

Προσφυγικό πρόβλημα-πολιτικές λιτότητας-πολιτικά αδιέξοδα

Γράφει ο Θανάσης Κανιάρης.

Ιερή αγανάκτηση έχει καταλάβει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την απόφαση του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του Δήμου Ωραιοκάστρου να μη δεχτεί στα σχολεία της περιοχής παιδιά προσφύγων.

Οι σελίδες του Facebook έχουν κατακλυστεί από φωτογραφίες της Κου Κλουξ Κλαν με τις λευκές κουκούλες, όργιλες καταγγελίες για την απαράδεκτη όντως απόφαση του Συλλόγου, αλλά και του Δημάρχου του ομώνυμου Δήμου, σποτάκια που καταδικάζουν το ρατσισμό και τον φασισμό.

Πρόκειται κατ’ αρχάς για υγιή αντίδραση ανθρώπων που είναι ευαίσθητοι σε θέματα κοινωνικών δικαιωμάτων, προστασίας των μεταναστών και των έγχρωμων από ρατσιστικές και φασιστικές επιθέσεις και αυτό ασφαλώς προσμετράται στα συν.

Αλλά πέρα από την συναισθηματική αντίδραση, πρέπει να δούμε και την ουσία του θέματος, την πολιτική ουσία.

Κατ΄αρχάς πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα: Είναι οι κάτοικοι του Ωραιοκάστρου ρατσιστές; Ορισμένοι μπορεί και να είναι, αλλά, με ελαφρά την καρδία μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η πλειοψηφία των κατοίκων του συγκεκριμένου Δήμου είναι ρατσιστές;

Από τα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών του Σεπτέμβρη του 2015 στην Β’ περιφέρεια Θεσσαλονίκης (Δήμος Ωραιοκάστρου) προκύπτει, ότι ένα ποσοστό 61, 5% ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, ενώ το φασιστικό μόρφωμα της Χ.Α ακολουθεί ως τρίτο κόμμα με το διόλου ευκαταφρόνητο 8,5%. Πρόκειται για αντιπροσωπευτική εικόνα εκλογικού αποτελέσματος που κυριάρχησε στις τελευταίες εθνικές εκλογές στο σύνολο της χώρας. Μας αρέσει δεν μας αρέσει –που δεν μας αρέσει– το φασιστικό αυτό μόρφωμα συγκέντρωσε υψηλά σχετικά ποσοστά σε εργατικές περιοχές του λεκανοπέδιου, αλλά και σε ημιαστικές και αγροτικές περιοχές της χώρας.

Επομένως, η περίπτωση του Ωραιοκάστρου, δεν συνιστά κάτι το ιδιαίτερο ως προς την εκλογική–πολιτική συμπεριφορά των κατοίκων του.

Προγράμματα λιτότητας και προσφυγικό πρόβλημα

Τις όποιες αρνητικές αντιδράσεις έχουν εκδηλωθεί στο θέμα του προσφυγικού ζητήματος, ή αυτές που θα σημειωθούν στο μέλλον – εφ’ όσον το προσφυγικό ζήτημα δεν προβλέπεται να λυθεί σύντομα – πρέπει να τις παρακολουθήσουμε συνδεδεμένες με δύο άλλες κρίσιμες παραμέτρους: α) τα σκληρά προγράμματα λιτότητας β) τη μη διαφαινόμενη λύση διεξόδου από τη σημερινή ζοφερή κατάσταση που βιώνει ο ελληνικός λαός.

Το πρώτο: τα σκληρά προγράμματα λιτότητας έχουν κυριολεκτικά διαλύσει την ελληνική κοινωνία. Τα αριθμητικά στοιχεία αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες. Τα πρώτα μέτρα λιτότητας τα έλαβε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τον Μάρτη του 2010. Στις 3 Μάη υπογράφηκε το 1ο μνημόνιο. Το σκηνικό που ακολούθησε το έχει παρακολουθήσει λεπτό προς λεπτό η ελληνική κοινωνία. Διάλυση των εργασιακών σχέσεων, εργοδοτική ασυδοσία, ταχύτατη διολίσθηση των μισθών στα επίπεδα των 300 – 400 – 500 ευρώ, αλλεπάλληλες μειώσεις των συντάξεων, ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης, άγριες περικοπές σε δαπάνες παιδείας, υγείας, κοινωνικής πρόνοιας, σκληρή φορολογική επιδρομή, εκτίναξη της ανεργίας σε πρωτοφανή επίπεδα, λουκέτο σε δεκάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, παράδοση της εθνικής κυριαρχίας της χώρας – το σύνολο της δημόσιας περιουσίας παραδίδεται για 99 χρόνια στις Βρυξέλες – Βερολίνο – βίαιη απαλλοτρίωση της μικρής και μεσαίας ακίνητης περιουσίας…Και η μαύρη λίστα των ανατροπών της καθημερινότητας των εργαζομένων της χώρας, τελειωμό δεν έχει.

Είναι προφανές και αυταπόδεικτο, ότι η Ελλάδα του 2016 ελάχιστη σχέση έχει με την πριν του Μάρτη 2010 Ελλάδα. Μέσα σε 6,5 μόλις χρόνια και η εικόνα της χώρας άλλαξε ριζικά. Προς το χειρότερο. Το πολύ χειρότερο.

Το πολιτικό πρόβλημα

Τα δύο πρώτα της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, η ελληνική κοινωνία –η κοινωνία των εργαζομένων και των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων– αντέδρασε δυναμικά. Μαζικές διαδηλώσεις, πρωτοφανείς σε όγκο και αγωνιστικό παλμό, καθημερινές συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, η αγανάκτηση και οι διαθέσεις του κόσμου για αλλαγές, για ανατροπή αυτής της ζοφερής και καταθλιπτικής κατάστασης, περίσσευαν. Ο αστικός πολιτικός κόσμος είχε κλειστεί έντρομος στα σπίτια του και όσοι τολμούσαν να κυκλοφορήσουν στους δρόμους διαπίστωναν ιδίοις όμμασι τις…καλές και…αγαθές προθέσεις του αγανακτισμένου κόσμου, ο οποίος τους έπαιρνε στο κυνήγι με άγριες διαθέσεις.

Η λαϊκή αυτή αγανάκτηση δεν βρήκε πολιτική διέξοδο σε ριζοσπαστική κατεύθυνση, καθώς τότε αναδείχτηκε το πολιτικό πρόβλημα, η κρίση τακτικής και στρατηγικής της ριζοσπαστικής-κομμουνιστικής Αριστεράς, η οποία την εμπόδισε να μπει επικεφαλής και να ηγηθεί ενός κινήματος αμφισβήτησης και ανατροπής της υφιστάμενης κατάστασης πραγμάτων και διεκδίκησης μια διαφορετικής οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, έξω από το καπιταλιστικό της κέλυφος. Μοιραία τις αγωνιστικές διαθέσεις της λαϊκής πλειοψηφίας, τις εκμεταλλεύτηκαν οι μικροαστοί, οι οποίοι, πρόβαλαν ως αίτημα την κατάργηση των πολιτικών λιτότητας, από τις οποίες υπέφεραν και οι ίδιοι, αλλά δεν είχαν την παραμικρή διάθεση να έρθουν σε γενικότερη σύγκρουση με την κατεστημένη δομή εξουσίας στο εσωτερικό της χώρας και τον ιμπεριαλιστικό παράγοντα που είχε επέμβει άμεσα στην επίλυση του ελληνικού προβλήματος και είχε πάρει την υπόθεση στα χέρια του.

Όλα κρίθηκαν στις διπλές εκλογές του Μάη και του Ιούνη του 2012. Όχι σε αυτή καθ΄ εαυτή εκλογική διαδικασία, αλλά σαν το μέσο κορύφωσης των αγωνιστικών διαθέσεων του λαϊκού παράγοντα, ο οποίος, επί δύο συναπτά χρόνια βρισκόταν στο επίκεντρο των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων.

Η διπλή αυτή αναμέτρηση, κατέγραψε την κατάρρευση του αστικού δικομματικού συστήματος που είχε εγκαθιδρυθεί στη χώρα αμέσως μετά την μεταπολίτευση, την συντριβή της κομμουνιστικής Αριστεράς, η οποία πλήρωσε την πολιτική της ανεπάρκεια να προσεγγίσει το αυθόρμητο λαϊκό κίνημα και να δώσει πολιτικό περιεχόμενο και προσανατολισμό στις αγωνιστικές του διαθέσεις, τη σοβαρή εκλογική -και πολιτική- επιρροή της φασιστικής ακροδεξιάς και η επικράτηση του μικροαστικού ρεύματος, η δυναμική του οποίου συμπαρέσυρε και εγκλώβισε σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης, ειδικά στην Β’ περιφέρεια της Αθήνας και του Πειραιά.

Την επαύριον των εκλογών του Ιούνη, έπεσε η αυλαία των αγωνιστικών κινητοποιήσεων, που είχαν προβληματίσει και συνταράξει τον αστικό κόσμο της χώρας. Ο λαϊκός κόσμος εγκατέλειψε τις πλατείες και τους δρόμους και επέστρεψε στην ιδιώτευση. Μεμονωμένα μόνο περιστατικά, όπως το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη 2015, τα αποτελέσματα του οποίου κατέγραψαν εντυπωσιακή νίκη του λαϊκού παράγοντα σε βάρος της αστικής τάξης, η οποία είχε οχυρωθεί πίσω από τους «μένουμε Ευρώπη»- νίκη η οποία αποκτά ευρύτερη σημασία αν λάβουμε υπόψη την τυχοδιωκτική στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ και την καιροσκοπική συμπεριφορά της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ η οποία προσδοκούσε νίκη του ΝΑΙ, ώστε με ελεύθερα πλέον τα χέρια να εφαρμόσει το πρόγραμμα λιτότητας – απλώς επιβεβαίωναν ότι οι λαϊκές αγωνιστικές ήταν υπαρκτές και εκδηλώνονταν κάθε φορά που τους το επέτρεπε η πολιτική συγκυρία.

Γενικά όμως, το κύριο χαρακτηριστικό από τον Ιούνη του 2012 ως σήμερα, είναι η άτακτη υποχώρηση του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος, η οποία οδήγησε σε κατάρρευση των γραμμών άμυνας του λαϊκού κινήματος. Εξέλιξη, η οποία έχει άμεση σχέση με έλλειψη πολιτικού προγράμματος πάλης, που θα έδινε απαντήσεις στα μεγάλα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της εποχής μας από την σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, θα έθετε υπό αμφισβήτηση τις δομές του καθεστώτος ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της χώρας και θα προσανατόλιζε το λαό στη στρατηγική επιλογή κατάκτησης της σοσιαλιστικής εξουσίας.

Κυριολεκτικά όλα αυτά τα χρόνια το λαϊκό κίνημα πορεύεται στο άγνωστό με βάρκα την ελπίδα.

Και όμως την ίδια περίοδο η αντιλαϊκή επίθεση κλιμακώθηκε. Το 2ο μνημόνιο ήταν χειρότερο από το 1ο και το 3ο πολύ χειρότερο και των δύο προηγουμένων. Στην βίαιη αυτή επίθεση, ουσιαστική αντίσταση από την πλευρά των εργαζομένων δεν υπήρξε. Και που μας οδήγησε η ανυπαρξία λαϊκής αντίστασης στα βάρβαρα κυβερνητικά μέτρα;

Εδώ θα πάρουμε ένα παράδειγμα από την ίδια τη ζωή. Όταν δέχεσαι ένα χτύπημα από τον αντίπαλο, πρέπει να του το ανταποδίδεις – γενικώς πρέπει να ανταποδίδεις τα χτυπήματα που δέχεσαι – γιατί σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύεις με σωματική καχεξία και ψυχολογική κατάρρευση.

Αυτό συνέβη και με την κοινωνία. Η έλλειψη αγωνιστικού πλαισίου δράσης ενάντια στις ασκούμενες κυβερνητικές πολιτικές κατακερμάτισε την λαϊκή συνείδηση, έσπειρε στις λαϊκές μάζες το μικρόβιο της αμφιβολίας και της καχυποψίας ως προς την αποτελεσματικότητα της οργανωμένης πάλης να λειτουργήσει ως ανάχωμα στην επίθεση του κεφαλαίου και του ιμπεριαλιστικού παράγοντα, ο λαϊκός κόσμος που δεχόταν απανωτά χτυπήματα χωρίς δυνατότητα αντίστασης και περιοριζόμενος στο δυσάρεστο ρόλο να παρακολουθεί το βιοτικό του επίπεδο να καταρρέει, άρχισε να αποσύρει την εμπιστοσύνη του προς το πολιτικό σύστημα, το οποίο, είτε συνειδητά συμμετείχε στο διαρκές, εν εξελίξει αντιλαϊκό έγκλημα, είτε αποδείχθηκε ανίκανο να οργανώσει την λαϊκή πάλη και να προτείνει λύσεις διεξόδου από τη ζοφερή αυτή κατάσταση στην οποία οδηγήθηκε σαν το αποτέλεσμα της εφαρμογής των σκληρών πολιτικών λιτότητας.

Σε αυτή την κατάσταση βρήκε την ελληνική κοινωνία το προσφυγικό πρόβλημα. Μια κοινωνία κατακερματισμένη, σε βαθιά απόγνωση, διαλυμένη και γονατισμένη από τα σκληρά, αντιλαϊκά προγράμματα λιτότητας, καλούνταν να σηκώσει στους ώμους της και το βάρος των συνεπειών του προσφυγικού προβλήματος, το οποίο υπήρξε απόρροια της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στις χώρες της Μέσης Ανατολής. Και όμως, στις εξαιρετικά δύσκολες και δυσμενείς αυτές συνθήκες, η ελληνική κοινωνία έδειξε μεγαλείο ψυχής και αγκάλιασε τους χιλιάδες πρόσφυγες που κατέφταναν από τα μικρασιατικά παράλια.

Ως πότε όμως; Οι σκληρές πολιτικές λιτότητας συνεχίζονται, στο προσφυγικό ζήτημα δεν φαίνεται ορατή λύση στον ορίζοντα, ενώ το πολιτικό σύστημα του παραμένει εχθρικό προς τα λαϊκά συμφέροντα στο ένα σκέλος του, αναξιόπιστο και αναποτελεσματικό ως προς το άλλο.

Αδιέξοδα. Παντού στη λαϊκή συνείδηση ορθώνονται αδιέξοδα. Λύση στον ορίζοντα που θα βάλει τέρμα στο μαρτύριο που υφίσταται ο ελληνικός λαός τα τελευταία επτά χρόνια από πουθενά.

Αυτό το έδαφος είναι γόνιμο και προσφέρεται για τη διασπορά της μοιρολατρίας, της ηττοπάθειας και του συμβιβασμού στη συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία, ελλείψει αγωνιστικού πλαισίου δράσης και κοινωνικής ενόρασης,   γίνονται ευεπίφορα στη διείσδυση ακροδεξιών, μυστικιστικών και μεταφυσικών απόψεων και δοξασιών.

Και αν συνεχιστεί και στο εγγύς μέλλον αυτή η κατάσταση, φαινόμενα τύπου Χρυσής Αυγής και Αρτέμη Σώρρα θα αυξάνονται και θα πολλαπλασιάζονται.

Όταν, επομένως, βρεθούμε αντιμέτωποι με το επόμενο Ωραιόκαστρο, τουλάχιστον, ας μη κάνουμε τους έκπληκτους.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας