Εργατικός Αγώνας

20ο Συνέδριο ΚΚΕ: Τα αδιέξοδα συνεχίζονται

Το 20ο Συνέδριο του ΚΚΕ έκλεισε μέσα σε ένα κλίμα ευφορίας. Η ευφορία αυτή κυρίως στηρίχτηκε στην ιδεολογική και πολιτική ενότητα των γραμμών του, όπως ερμηνεύονται τα υψηλά ποσοστά που έλαβαν οι Θέσεις κατά την συζήτηση στις ΚΟΒ, 99,3%, το οποίο ανήλθε σε 99,9 % στις συνδιασκέψεις περιοχής. Τι σημαίνει όμως αυτό το 99,3% και επιτρέπει τέτοιες θριαμβολογίες;

Κατά τη διάρκεια του 19ου Συνεδρίου και το επόμενο διάστημα εξωθήθηκε εκτός κόμματος μεγάλος αριθμός στελεχών και μελών. Άλλαξε ριζικά η σύνθεση των οργάνων του, μπήκαν νεώτερα και άπειρα στελέχη με κύριο προσόν τους την συμφωνία με την καθοδήγηση. Όσοι διαφωνούντες παρέμειναν στις γραμμές του κόμματος -και είναι χιλιάδες- απλώς απείχαν από τις γενικές συνελεύσεις των ΚΟΒ ή δεν μίλησαν και ψήφισαν θετικά θέλοντας να αποφύγουν την σύγκρουση και τις συνέπειες.

Στο ΚΚΕ υπάρχουν και σήμερα εκτεταμένες διαφωνίες, παρά την αποχώρηση με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μεγάλου αριθμού μελών, οι οποίες συμπιέζονται και δεν βγαίνουν στην επιφάνεια. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και σε συνδυασμό αφενός με το γεγονός ότι η πολιτική του συναντά μεγάλες δυσκολίες και δεν συσπειρώνει και αφετέρου με την έλλειψη δημοκρατικής λειτουργίας, διαμορφώνεται η βάση των επόμενων διαιρέσεων του. Η λύση βρίσκεται στην ανοιχτή δημοκρατική λειτουργία, στο σεβασμό όλων των απόψεων και των φορέων τους και την δυνατότητα να φτάνουν αυτές σε όλο το κομματικό δυναμικό. Μόνο τότε διαμορφώνονται προϋποθέσεις διαμόρφωσης ορθής πολιτικής και πλατειάς και ουσιαστικής ενότητας των γραμμών του. Η πείρα του ΚΚΕ και όλων των κομμουνιστικών κομμάτων είναι εύγλωττη και πολύ πικρή.

Υπάρχει και συζητείται ένα θέμα σχετικά με την ανάδειξη των στελεχών και την στελέχωση της ΚΕ. Δεν θέλουμε να μπούμε στην συζήτηση για τα πρόσωπα γιατί το κυρίαρχο στοιχείο είναι η πολιτική, μόνο που κάθε πολιτική απαιτεί για την εφαρμογή της ένα συγκεκριμένο τύπο στελεχών. Τα στελέχη που αναδείχτηκαν και που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την πίστη και την ανιδιοτέλεια τους επιλέχτηκαν γι αυτό ακριβώς το σκοπό, για να εφαρμόσουν την συγκεκριμένη πολιτική.

Θα περιοριστούμε στην διατύπωση ορισμένων παρατηρήσεων πάνω στα προβλήματα που το ΚΚΕ παρουσιάζει με βάση και τα συνεδριακά ντοκουμέντα.

Το ΚΚΕ αδυνατεί να εκτιμήσει αντικειμενικά τις δυνατότητές του ή δεν θέλει να ομολογήσει τις διαπιστώσεις του, να εκτιμήσει το σημείο στο οποίο βρίσκεται και σε ποιο βαθμό μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις. Δεν είναι τωρινό φαινόμενο είναι παλαιότερο που στις μέρες μας πήρε μεγάλες διαστάσεις. Π.χ. στην εισήγηση της ΚΕ γα το 18ο Συνέδριο καθορίζεται ως «κεντρικός στόχος όλου του κόμματος το πέρασμα στην αντεπίθεση σ’ όλα τα επίπεδα, με την ισχυροποίηση του ΚΚΕ, μ’ ένα κόμμα σε πλήρη ετοιμότητα να ανταποκριθεί σε οποιεσδήποτε συνθήκες και στροφές της ταξικής πάλης. Ένα κόμμα πανέτοιμο να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και στην περίπτωση που έχουμε απότομη άνοδο της ταξικής πάλης, αλλά και σε καμπές δυσκολίες ή προσωρινά πισωγυρίσματα. …… Το 18ο Συνέδριο διαπιστώνει ότι το Κόμμα είναι σε φάση προόδου και ωρίμανσης περισσότερο ατσαλωμένο και έμπειρο …». Οι εκτιμήσεις αυτές μετά από λίγο αποδείχτηκαν εκτός τόπου και χρόνου. Η κρίση έπληξε και την Ελλάδα, επιβλήθηκαν τα μνημόνια, στην πρωτοφανή επίθεση της αστικής τάξης οι εργαζόμενοι απάντησαν με μεγαλειώδης κινητοποιήσεις. Περισσότεροι από 3 εκατ. κινητοποιήθηκαν και το ΚΚΕ δεν μπόρεσε να εκτιμήσει την κατάσταση, τις επιπτώσεις που είχε η επίθεση αυτή στο λαό και τους μεγάλους αγώνες που ωρίμαζαν και να ηγηθεί του κινήματος. Κατάγγελλε καθημερινά τους πάντες, έβλεπε παντού αντιπάλους, κινήθηκε απομονωμένα και ο λαός το τιμώρησε.

Στις θέσεις για το 20ο Συνέδριο, είναι αλήθεια όχι με όσο πομπώδη τρόπο, συναντάμε παρόμοιες εκτιμήσεις. «Μέσα στο 2015 φάνηκε η αντοχή του κόμματος σε συνθήκες μεγάλης ιδεολογικής πολιτικής πίεσης με στόχο να εγκαταλείψει την στρατηγική του, ανανεώθηκαν οι κομματικές και κνίτικες δυνάμεις, διαφάνηκε μια μικρή τάση ανάκαμψης τους κόμματος από τις αρνητικές συνέπειες της αναμόρφωσης της σοσιαλδημοκρατίας προς όφελος του ΣΥΡΙΖΑ, μεγάλωσε η συσπείρωση δυνάμεων στο ΠΑΜΕ, αυξήθηκε η πολιτική επιρροή του κόμματος στα πανεπιστήμια κλπ….. Το ΚΚΕ έχει τη δυνατότητα να ηγηθεί μεγάλων αγώνων.» Η απόσταση και αυτών των εκτιμήσεων από την πραγματικότητα είναι μεγάλη.

Το ΚΚΕ δεν μπορεί να ηγηθεί κινήματος εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων με τις μεγάλες ιδεολογικές και πολιτικές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους και τις διαφορετικές ανάγκες, στόχους, πολιτικές και αγωνιστικές εμπειρίες, που όμως τους ενώνει κάτι πολύ βασικό η διάθεση για αγώνες για να αποκρουστεί η επίθεση των κυβερνήσεων και της ΕΕ, για την ανατροπή των μνημονίων και την βελτίωση της ζωής τους και σε ένα πολύ μεγάλο τμήμα τους η πεποίθηση ότι η παραμονή της χώρας στην ΕΕ είναι καταστροφική. Το ΚΚΕ σήμερα μπορεί να συσπειρώνει και να κινητοποιεί μια στενή πρωτοπορία, μόνο τα μέλη και ένα τμήμα της επιρροής του. Οι διαπιστώσεις μας αυτές επαληθεύτηκαν περίτρανα τα χρόνια των μνημονίων και το 20ο Συνέδριο δεν άλλαξε κάτι σ’ αυτά.

Το ΚΚΕ δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει σωστά το χαρακτήρα των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων στην χώρα και κυρίως αυτών που κινούνται στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Ο λόγος είναι ότι η μοναδική διάκριση που κάνει είναι το ίδιο από την μια πλευρά και όλα τα άλλα κόμματα και οργανώσεις από την άλλη. Δεν μπορεί ή δεν θέλει να δει τις μεγάλες διαφορές που έχουν μεταξύ τους. Γι αυτό και δεν μπορεί να διαμορφώσει μια πολιτική συμμαχιών και συνεργασιών παρά μόνο καλεί σε συσπείρωση γύρω από τον εαυτό του, ενώ και στο μαζικό κίνημα καλεί σε ξεχωριστές συγκεντρώσεις και δραστηριότητες.

Στις θέσεις για το 20ο Συνέδριο οι δυνάμεις αυτές εντάσσονται στην κατηγορία «ευρωσκεπτικιστικό ρεύμα», το οποίο είναι σε διαδικασία σταθεροποίησης των πολιτικών χαρακτηριστικών του. Εκεί «περιλαμβάνονται όλες οι δυνάμεις από την Πλεύση Ελευθερίας, ως τον οπορτουνιστικό χώρο των ΛΑΕ–ΑΝΤΑΡΣΥΑ και μικρότερα δορυφορικά τους σχήματα», κατά τις Θέσεις. «Ορισμένα εξ αυτών καμουφλάρουν τον ευρωσκεπτικισμό τους με αντικαπιταλιστικά συνθήματα με στόχο τον αποπροσανατολισμό ριζοσπαστικών λαϊκών στοιχείων και τον εγκλωβισμό τους στα πλαίσια της αστικής διαχείρισης. Πρόκειται για δυνάμεις που λειτουργούν ως ανάχωμα στην ριζοσπαστικοποίηση και στην συμπόρευση με το ΚΚΕ».

Τα αποτελέσματα αυτής της λογικής τα γνωρίζουμε. Στα χρόνια των μνημονίων είδαμε τεράστιες αλλαγές στα κόμματα και τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Διασπάστηκαν τα μεγάλα κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, διασπάστηκαν οι οργανώσεις τους, απώλεσαν 3,5 εκατ. ψηφοφόρους. Δημιουργήθηκαν νέα μικρότερα σχήματα και στελέχη ανεξαρτητοποιήθηκαν, αργότερα το ίδιο συνέβη με το ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΚΕ, θεωρώντας όλους αυτούς ως οπορτουνιστές και επικίνδυνους, κάποιους και κρυπτοφασίστες, όχι μόνο δεν προσπάθησε να διαμορφώσει όρους κοινής δράσης και συνεργασίας μαζί τους αλλά τους κατήγγελλε. Αποτέλεσμα ήταν η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ στο 17% και από κει στο 37%, η υποχώρηση του κινήματος και αντικειμενικά η ενίσχυση της αστικής τάξης αν όχι η διάσωσή της. Η εξήγηση που έδωσε τότε από η ΚΕ ήταν ότι οι ψηφοφόροι που διέρρεαν από το ΠΑΣΟΚ συσπειρώθηκαν στο ΣΥΡΙΖΑ, διότι η ίδια δεν είδε έγκαιρα την κατάρρευσή του ΠΑΣΟΚ, ώστε να εντείνει την επίθεση της στο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό θεωρεί ότι θα τον καθήλωνε. Αν είναι δυνατόν να καθορίζεται η επιρροή των κομμάτων κατά κύριο λόγο από τις επιθέσεις που δέχονται από τους αντιπάλους τους.

Είναι δυνατόν να καταρρέει το πολιτικό σύστημα και τα όποια μικρότερα σχήματα προκύπτουν να είναι όλα αναχώματα. Να έχει εξαφανιστεί από την πολιτική σκηνή ο αριστερόστροφος ρεφορμισμός και ομάδες με επαναστατικό προσανατολισμό; Τα μνημόνια, η κρίση και οι μεγάλοι αγώνες δεν ριζοσπαστικοποίησαν κανένα και οδήγησαν το ΚΚΕ στην απώλεια του 50% των δυνάμεων του, παρότι είχε ορθή επαναστατική τακτική και προσανατολισμούς όπως ισχυρίζεται η ηγεσία του;

Η ταξική συνείδηση δεν διαμορφώνεται ευθύγραμμα, επιδρούν πλήθος παραγόντων και μάλιστα με αντιφατικό τρόπο. Εξ ου και η συνείδηση ακολουθεί αντιφατικές διαδρομές. Στην ίδια συνοικία, στις ίδιες εξελίξεις και ακόμη περισσότερο σε συνθήκες οξύτατης κοινωνικής και οικονομικής κρίσης, δημιουργούνται επαναστάτες, ρεφορμιστές που επιδιώκουν μικροαλλαγές στο σύστημα, συνειδητοί ή ασυνείδητοι υποστηριχτές των αστικών κομμάτων, φασίστες. Το ΚΚΕ διαγράφει αυτήν την πολυμορφία, παραβλέπει την πραγματικότητα, τους βαφτίζει όλους αντιδραστικούς αναχώματα και σε τελική ανάλυση υπηρέτες του κεφαλαίου.

Οι καπιταλιστικές κοινωνίες στην σημερινή εποχή, παρότι ταξικά πολωμένες σε μεγάλο βαθμό μεταξύ στης αστικής και της εργατικής τάξης διαπερνώνται από πλήθος αντιθέσεων που όλες επιδρούν σοβαρά στην διαμόρφωση της συνείδησης. Η αντίθεση κεφάλαιο-εργασία ή καπιταλισμός-κομμουνισμός είναι η βασική αντίθεση της κοινωνίας, η λύση της οποίας οδηγεί στην ανατροπή του καπιταλισμού. Στα έδαφος αυτής της αντίθεσης πρέπει το ΚΚ να αξιοποιεί το πλήθος των αντιθέσεων και προβλημάτων ώστε να συσπειρώνει τους εργαζόμενους και να αναπτύσσει τους αγώνες ενάντια στο κεφάλαιο.

Το ΚΚΕ δεν κάνει αυτό. Θεωρώντας ότι υπάρχει μόνο η αντίθεση κεφαλαίου- εργασίας διαγράφει ή υποβαθμίζει τις άλλες αντιθέσεις σε βαθμό ανυπαρξίας. Οι επεξεργασίες στη βάση αυτή δεν ακουμπούν και δεν συγκινούν καθόλου την κοινωνία. Ακόμη περισσότερο απαξίωσαν σημαντικά μέτωπα της ταξικής πάλης, πολλά εκ των οποίων κρίσιμα. Η υποβάθμιση του ιμπεριαλισμού οδήγησε στην υποτίμηση του αντιιμπεριαλιστικού αντιπολεμικού κινήματος και των οργανωτικών μορφών του. Ο ιμπεριαλισμός διαπράττει τεράστια εγκλήματα στην περιοχή μας κυριολεκτικά χωρίς αντίσταση από πλευράς του ελληνικού λαού. Ο αντιαμερικανισμός βασικό στοιχείο διαμόρφωσης της συνείδησης και της συμπεριφοράς του λαού μας έχει υποτιμηθεί με αποτέλεσμα η χώρα στην εποχή του ΣΥΡΙΖΑ να κάνει μεγάλη στροφή στις ΗΠΑ και το Ισραήλ χωρίς ουσιαστική αντίδραση παρά μόνο γενικόλογες καταγγελίες.

Η υποβάθμιση της σημασίας των προβλημάτων της δημοκρατίας, κρατικός αυταρχισμός, ατομικά και συλλογικά δικαιώματα, ή ίδια η υποβάθμιση της αστικής δημοκρατίας είναι εκτός των ενδιαφερόντων και της δράσης. Ο καπιταλισμός δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει την κρίση ακόμα και να δημιουργήσει ψευδαίσθηση μιας πιο δίκαιης ανάπτυξης, γι’ αυτό το λόγο είναι αναγκασμένος να περιστέλλει την δημοκρατία, να λειτουργεί η Βουλή με διατάγματα, να δίνει απόλυτη προτεραιότητα στα μέτρα αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου και γενικότερα στη στήριξη των επιχειρήσεων και απόλυτη υποτίμηση του «κράτους πρόνοιας» και γενικότερα της ζωής των εργαζομένων. Στις συνθήκες αυτές αντί να δοθεί προτεραιότητα σε ένα ισχυρό κίνημα με επίκεντρο τα δημοκρατικά προβλήματα αυτό έχει αφεθεί στην τύχη του. Η συσπείρωση για τα δημοκρατικά δικαιώματα, αλήθεια, τι έγινε;

Ο πολιτικός λόγος που στερείται αυτών των βασικών στοιχείων είναι κυριολεκτικά μετέωρος, δεν συγκινεί τους εργαζόμενους. Κόμμα και κίνημα και μάλιστα επαναστατικό που υποτιμά τα ενδιαφέροντα και τις πραγματικές ανάγκες του λαού δεν μπορεί να υπάρξει. «Η συνείδηση της εργατικής τάξης», γράφει ο Λένιν, «δεν μπορεί να είναι αληθινά πολιτική συνείδηση, αν οι εργάτες δεν μάθουν να απαντούν σ’ όλες χωρίς εξαίρεση τις περιπτώσεις αυθαιρεσίας και καταπίεσης, βίας και κατάχρησης, οποιεσδήποτε τάξεις κι αν αφορούν οι περιπτώσεις αυτές και μάλιστα να απαντούν από σοσιαλδημοκρατική και όχι από οποιαδήποτε άλλη σκοπιά».

Ένα σημαντικό δείγμα της δυσκολίας του ΚΚΕ να δει ορθά την αντικειμενική πραγματικότητα και να διαμορφώσει την πολιτική του είναι η θέση για την ΕΕ. Στην εισήγηση για το 20ο Συνέδριο γίνεται εκτενής διαφορά. Το πρώτο πράγμα που κάνει η εισήγηση είναι να υποβαθμίσει την σημασία της ΕΕ στους σχεδιασμούς του κεφαλαίου. Ενώ η ένταξη της χώρας στην ΕΕ είναι στρατηγική επιλογή της αστικής τάξης, τουλάχιστον μέχρι τώρα, η εισήγηση βλέπει σημαντικά τμήματά της να στηρίζουν την αποδέσμευση από την ευρωζώνη και συνολικά το ελληνικό κεφάλαιο να βγαίνει ωφελημένο από αυτή ακόμη και τα τμήματά του εκείνα που δεν θέτουν θέμα αποδέσμευσης. Το αποτέλεσμα αυτής της θέσης είναι η πλήρης υποβάθμιση της πάλης εναντίον της ΕΕ στην δράση του ΚΚΕ και συνολικά του εργατικού κινήματος. Επιπλέον είναι εντελώς φυσικό να μη κάνει βασικό άξονα της πολιτικής του ένα πρόβλημα που έχει πολύ μικρή σημασία για τον αντίπαλο.

Ο μοναδικός χαμένος, κατά την εισήγηση, σε περίπτωση αποδέσμευσης θα είναι ο λαός αφού το εισόδημα του θα εξανεμιστεί, η αγοραστική του δύναμη θα γνωρίσει ραγδαία πτώση κλπ. Άρα λοιπόν -κατά την εισήγηση- η έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ ωφελεί το κεφάλαιο και συντρίβει το λαό. Αυτό το τελευταίο, τις συνέπειες για το λαό, είναι ακριβώς ότι ακούμε από την αστική τάξη και τους μηχανισμούς της πριν από την υπογραφή κάθε μνημονίου, την περίοδο του δημοψηφίσματος και γενικά όταν αυτή δυσκολεύεται να υλοποιήσει την πολιτική της. Το τραγικό είναι ότι η θέση αυτή για την ΕΕ αποδεικνύεται το καλύτερο επιχείρημα για τον αστικό τύπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρόσφατο πρωτοσέλιδο της Εστίας και όχι για πρώτη φορά, με τίτλο «Ανένδοτος ΚΚΕ κατά δραχμής και Grexit».

Ενώ δεν κάνει κάτι το ΚΚΕ για να αναπτυχθεί ο αγώνας εναντίον της ΕΕ σήμερα, μας ενημερώνει ότι έχει επεξεργασμένο σχέδιο για την περίπτωση ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας. Αυτό φαίνεται ότι περιλαμβάνει το άνοιγμα supermarket και μοίρασμα τροφίμων, την αξιοποίηση νοσοκομείων και μονάδων υγείας, την αντιμετώπιση τεχνητής έλλειψης τροφίμων και φαρμάκων κάνοντας κατάσχεση σε αποθήκες κλπ. Καλά όλα αυτά για μια τέτοια ώρα, σήμερα για την ΕΕ τι προτείνει; Τα σχέδια και οι ιδέες της ηγεσίας του ΚΚΕ περιορίζονται μόνο και αφορούν μόνο έκτακτες συνθήκες; Και μέχρι τότε τι θα γίνει; Θα ζυμώνουμε τις καταστροφικές επιπτώσεις της εξόδου από την ΕΕ; Ανεξάρτητα από προθέσεις αντικειμενικά πρόκειται για σύμπλευση με την αστική πολιτική.

Θα πρέπει να σταματήσει το τσουβάλιασμα όλων των απόψεων που αντιτίθεται στο ευρώ και την ΕΕ και να τις ταυτίζει με την επιδίωξη καπιταλιστικής Ελλάδας με δραχμή και να απαντήσει με σαφήνεια: Σε ένα πλαίσιο πολιτικών στόχων που με σαφήνεια κινούνται έξω από την πολιτική της αστικής τάξης και αμφισβητούν την κυριαρχία της με καρδιά αυτών των στόχων την έξοδο από την ΕΕ η ηγεσία του ΚΚΕ τι λέει; Είναι διατεθειμένη να πάρει μέρος σε ένα τέτοιο κίνημα το οποίο δεν θα έχει στόχο φυσικά την καπιταλιστική Ελλάδα με δραχμή, αλλά τον κλονισμό της αστικής εξουσίας, την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων με προοπτική την επανάσταση και τον σοσιαλισμό;

Το βασικό περιεχόμενο του 20ου Συνεδρίου είναι με βάση τις Θέσεις η ολόπλευρη ισχυροποίηση του ΚΚΕ. Η ισχυροποίηση όμως του ΚΚΕ και κάθε πολιτικού φορέα δεν είναι κατά βάση οργανωτικό πρόβλημα, μια αυτοτελής οργανωτική προσπάθεια που αν πετύχει θα έχεις ισχυρό κόμμα. Είναι η στρατηγική και η τακτική του, οι στόχοι άμεσοι και πιο μακροπρόθεσμοι που θέτει, η ολοκληρωμένη γνώση των κοικωνικοοικονομικών συνθηκών και όλα αυτά πρέπει να συγκινούν την εργατική τάξη και το λαό. Αυτές όμως οι προϋποθέσεις δεν υπάρχουν, οπότε και ο στόχος για ισχυρό κόμμα δεν θα προχωρήσει ωσότου διαμορφωθούν όλα τα παραπάνω. Απ’ αυτή την άποψη το 20ο Συνέδριο δεν έχει κάτι το θετικό, συνεχίζει ότι υπήρχε, δοκιμάστηκε και απέτυχε.

Η καπιταλιστική επίθεση εντείνεται. Το τέταρτο μνημόνιο είναι μπροστά μας και μάλιστα εξαιρετικά επώδυνο και τα μέτρα εναντίον των εργαζομένων που περιλαμβάνει έρχονται να προστεθούν σ’ αυτά των προηγουμένων μνημονίων. Ζούμε πολιτική επιστροφής στον κοινωνικό μεσαίωνα από την άποψη της φτώχειας, της αφαίρεσης δημοκρατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, της υπονόμευσης του απεργιακού δικαιώματος και εν τέλει του ίδιου του συνδικαλιστικού κινήματος. Η εργατική τάξη φτωχοποιείται, αφοπλίζεται και υποτάσσεται. Ποια πρέπει να είναι η αντίδραση του ΚΚΕ, της μαχόμενης αριστεράς και των πρωτοπόρων εργατικών δυνάμεων; Η δυνατότητες δεν εξέλειπαν σήμερα, οι τάσεις αμφισβήτησης και αντίστασης είναι παρούσες, ίσως σε λανθάνουσα μορφή σε μεγάλο βαθμό, αλλά παρούσες μόνο που η εκδήλωσής τους δεν θα γίνει αυθόρμητα έχει συγκεκριμένες προϋποθέσεις με κυριότερη την ύπαρξη και τη δράση της πολιτικής πρωτοπορίας, του επαναστατικού κόμματος, που θα διαμορφώσει συγκεκριμένο σχέδιο συσπείρωσης της εργατικής τάξης και του λαού για την υπεράσπιση της ζωής του με στόχο το σοσιαλισμό.

 

Α. Χ.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας