Εργατικός Αγώνας

Υπόδειγμα ενότητας ένα στρατόπεδο 17 ημερών

Γράφει ο Βασίλης Καλαματιανός.

Από τον Αύγουστο του 1967 άρχισε η μεταφορά κομμουνιστών πολιτικών κρατουμένων από τη Γυάρο. Οι γυναίκες στο Καλάμι στην Κρήτη και οι άνδρες στο Παρθένι και το Λακί της Λέρου.

Στο Λακί το στρατόπεδο είχε 1300 κρατούμενους. Ο χώρος ήταν δύο κτίρια των Ιταλών χωρίς θέρμανση πλάι στο λιμάνι και σ’ ένα λόφο που τον χειμώνα έκρυβε τον ήλιο. Ο χώρος γενικά πολύ μικρός, τα κρεβάτια πάνω κάτω και ο προαύλιος χώρος δεν μας χωρούσε, αν βγαίναμε όλοι. Ήταν βέβαια περιφραγμένος με συρματόπλεγμα. Στη θάλασσα μάς πήγαιναν δυο φορές την εβδομάδα.

Στον ίδιο χώρο, την περίοδο του εμφυλίου και μετά, λειτούργησαν οι σχολές της Φρειδερίκης που είχαν στόχο να κάνουν τα ανταρτόπουλα εθνικόφρονες. Εκεί, μεταξύ άλλων, οδηγήθηκε το 1949 ένας αδελφός μου και τρία ακόμη παιδιά από το χωριό μου. Τα χρόνια που ακολούθησαν όλοι παρέμειναν με τις απόψεις και τις ιδέες που είχαν προηγούμενα.

Ήταν πρωί 4 Αυγούστου του 1968. Τα μεγάφωνα της διοίκησης ανακοίνωσαν έναν σημαντικό αριθμό ονομάτων. «Σε μια ώρα τα πράγματά σας και στην πύλη» ήταν η διαταγή. Σημειώθηκε γενική αναστάτωση: «Ποιους παίρνουν; Γιατί τους παίρνουν; Πού τους πάνε;». Σε ελάχιστο χρόνο διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για νέους, τίποτα άλλο. Ταυτόχρονα, η καθοδήγηση του στρατοπέδου ειδοποίησε μια πολύ μικρή ομάδα από κείνους που τα ονόματά τους είχαν ανακοινωθεί και μάς είπε ότι «αναλαμβάνουμε την ευθύνη» να αντιμετωπίσουμε τις όποιες καταστάσεις.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ στο Λακί υπήρχαν έντονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις, η μικρή μας ομάδα ήταν συγκροτημένη με άτομα κι από τις δύο πλευρές. Απλά κοιταχτήκαμε.

Είμασταν περίπου 70, όλοι νέοι, κάτω των 30 χρόνων. Μας οδήγησαν σε πλοίο του πολεμικού ναυτικού το οποίο δεν είχε σκέπαστρο. Χωρίς να ξέρουμε πού μας πάνε, στα μυαλά όλων στριφογύριζε η Μακρόνησος κι ετοιμαζόμασταν γι’ αυτή την προοπτική. Το «ταξίδι» κράτησε όλη τη νύχτα και το πρωί, κατά τις 11-12 η ώρα, μας αποβίβασαν στην παραλία του Ωρωπού.

Άρχισε να ξετυλίγεται ένα άλλο σχέδιο ψυχολογικών πιέσεων. Μας είχαν αφήσει να βλέπουμε τον κόσμο: κορίτσια, μαγιό, μπικίνι, ψησταριές, τραγούδια.

Μας πήγαν στις αγροτικές φυλακές στο χωριό δίπλα στην παραλία και τις ταβέρνες. Από την περίφραξη βλέπαμε στον κόσμο που πέρναγε, όμως κάθε μέρα κάλυπταν κι ένα μέρος. Μας ανακοίνωσαν κανονισμό λειτουργείας του στρατοπέδου: εγερτήριο το πρωί, κατάκλιση το βράδυ, εκκλησιασμό τις Κυριακές και διάφορα άλλα.

Το πρώτο πρωί μπήκαν στους θαλάμους οπλισμένοι χωροφύλακες και, με σφυρίχτρες και φωνές, μας φώναζαν να σηκωθούμε. Τους αντιμετωπίσαμε με άρνηση, τους πετάξαμε μαξιλάρια, φωνάξαμε. Αυτό συνεχίστηκε για 2-3 μέρες. Στο στρατόπεδο ήρθαν διάφοροι, άλλοι με ήπια κι άλλοι με σκληρή συμπεριφορά. Δεν εφαρμόσαμε καμία από τις εντολές τους επειδή καταλαβαίναμε τις επιδιώξεις και τους στόχους τους: με την απομάκρυνση των νεότερων από τους μεγαλύτερους, με την τακτική κυρίως του καρότου, πίστευαν πως θα μας έκαναν να αποδεχτούμε της δικτατορία της χούντας.

Αυτό, όπως προαναφέρθηκε, κράτησε 17 μέρες ώσπου ένα βράδυ μας ανακοίνωσαν: «Το πρωί, στις 6 η ώρα, να είστε έτοιμοι με τα πράγματά σας για αναχώρηση». Δηλαδή, ξανά στο άγνωστο με το «αντιτορπιλικό». Το μεσημέρι αντικρύσαμε ξανά τα αφιλόξενα, άγρια, αλλά αγιασμένα με αίμα, χώματα της Γυάρου. Ήταν 21 Αυγούστου.

Μας έβαλαν σ’ ένα θάλαμο στο κτίριο των φυλακών. Εκεί συναντήσαμε πατριώτες και άλλους γνωστούς, ενταχθήκαμε στο στρατόπεδο. Το απόγευμα από τα μεγάφωνα ακούσαμε για την επέμβαση του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία.

Μείναμε εκεί ως το Νοέμβρη οπότε το στρατόπεδο διαλύθηκε κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης αλλά και τις κινητοποιήσεις και καταδίκες στο εξωτερικό. Μεταφερθήκαμε σε άλλα στρατόπεδα.

Γράφοντας αυτή τη μαρτυρία σκέφτομαι: Στα στρατόπεδα γινόταν συζητήσεις και αντιπαραθέσεις για διάφορα ζητήματα: για το αν μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε το πραξικόπημα, για το αν είχε προβλεφθεί ή όχι και γιατί. Με τη διάσπαση του ΚΚΕ οι συζητήσεις και οι αντιπαραθέσεις μεγάλωσαν. Σε σχέση όμως με τα προβλήματα στα στρατόπεδα υπήρχε ενιαία στάση. Υπόδειγμα ενότητας θεωρώ ότι σημειώθηκε στο στρατόπεδο των 17 ημερών. Κανένας δεν έκανε πίσω από τις ιδεολογικοπολιτικές του απόψεις. Όμως, δρούσαμε συσπειρωμένοι ενάντια στον αντίπαλο. Ίσως επειδή ο χρόνος ήταν λίγος, ίσως επειδή ήταν μεγαλύτερος ο φόβος.

Σήμερα που δεν είμαστε βέβαια κρατούμενοι (είμαστε;) δεν είναι σκόπιμο οι συλλογικότητες της κομμουνιστικής αναφοράς να πετύχουν μια ενότητα δράσης; Για τα προβλήματα αλλά και για να βοηθηθεί ο λαός να ξεπεράσει τις αντιθέσεις της σκέψης και της δράσης, τις αντιφάσεις του τύπου «ενάντια στα μνημόνια αλλά υπέρ του ευρώ και της ΕΕ» ή «ενάντια στον πόλεμο αλλά μέσα στο ΝΑΤΟ».

Ας προσπαθήσουμε. Το όφελος για όλους και κυρίως για την εργατική τάξη, τη νεολαία και το λαό θα είναι μεγάλο.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας