Εργατικός Αγώνας

Έχουμε ακόμα δημοκρατικό πολίτευμα;

Γράφει ο Παναγιώτης Ζαβουδάκης.

Με κάθε νέα της κίνηση η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει αποφασισμένη να εγκαταλείψει τους θεσμούς της αστικής δημοκρατίας φλερτάροντας ολοένα και περισσότερο με αντισυνταγματικές εκτροπές.

Με γοργούς ρυθμούς παρακάμπτονται -όποτε χρειάζεται- οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Μετά από σχεδόν μισό αιώνα επανέρχονται κατά ριπάς τα προεδρικά διατάγματα και τα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν». Το κράτος του «μπάτσου» και του χαφιέ,  μισό αιώνα μετά την ήττα του, επανέρχεται και ζητά τα ρέστα από τη δημοκρατία. Τα μέλη του κοινοβουλίου δεν εκτοπίζονται (προς το παρόν), αλλά αίρεται η ασυλία τους και μπλέκουν σε δικαστικές περιπέτειες επειδή η γνώμη τους ενοχλεί τους ηρακλείς του στέμματος.

Ποτέ ξανά μετά το 1974 η αστυνομία δεν δρα τόσο ανεξέλεγκτα θυμίζοντας όχι υπηρεσία εφαρμογής των νόμων αλλά σώμα πραιτοριανών που υπάρχει για να επιβάλλει τις εντολές του «αφεντικού».  Υπερβολή; Αν κάποιος δει το «φιλμ» με τα κατορθώματα της ΕΛΑΣ μετά την εκλογική νίκη της ΝΔ, θα  διαπιστώσει το ακριβώς αντίθετο. Πάμε λοιπόν:

Βία κατά βούληση

Σκηνή πρώτη: Η ΕΛΑΣ οργανώνει και διεξάγει στρατιωτικού τύπου επιχειρήσεις στα Εξάρχεια και σε υπό κατάληψη χώρους κάνοντας χρήση ασφυξιογόνων, ρίχνοντας βόμβες κρότου λάμψης ακόμα και μέσα σε σπίτια, καταφεύγοντας σε συλλήψεις και  ξυλοδαρμούς  πολιτών και επιβάλλοντας καθεστώς αστυνομοκρατίας σε ολόκληρες περιοχές. Η υπέρμετρη και χωρίς να προηγηθεί καμία πρόκληση αστυνομική βία ενάντια σ’ εκείνους που συγκεντρώθηκαν έξω από τα δικαστήρια για να ακούσουν την ετυμηγορία για την εγκληματική χρυσαυγήτικη οργάνωση είναι αδιάψευστος μάρτυρας.

Οι «φύλακες» της δημόσιας υγείας

Σκηνή δεύτερη: Με πρόσχημα την τήρηση των υγειονομικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αστυνομικοί προβαίνουν σε συλλήψεις, ξυλοδαρμούς  και προσαγωγές πολιτών που τάχα «θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία», επειδή απλά συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις. Κι όλα αυτά χωρίς οι ίδιοι να τηρούν καμία υγειονομική προφύλαξη, θυμίζοντας το «δάσκαλε που δίδασκες και νόμους δεν κρατούσες». Μετά τα πρόσφατα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» κυβερνητικά διατάγματα για τις κινητοποιήσεις και τις απεργίες καθώς και τις απαγορεύσεις εκδηλώσεων φόρου τιμής στους αγώνες για τη δημοκρατία,  η αστυνομική βία ξέσπασε και πάνω σε βουλευτές και δημόσια πρόσωπα τα οποία πολύ απέχουν από το χαρακτηρισμό «μπαχαλάκηδες». Μπροστά σε όλα αυτά, ανάλογες επιθέσεις, προσαγωγές και δίκες προθέσεων κατά δημοσιογράφων και όσων από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καλούσαν σε συμμετοχή σε εκδηλώσεις τιμής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου θα πρέπει μάλλον  να  θεωρούνται «πταίσματα».

Βιομηχανία μηνύσεων κατά βουλευτών

Σκηνή τρίτη: Το πιο πρόσφατο περιστατικό αυταρχισμού και κρατικής βίας σημειώθηκε μέσα στο κοινοβούλιο όπου η κυβερνητική πλειοψηφία (με την αρωγή κάποιων βουλευτών του ΚΙΝΑΛ) ήρε την ασυλία της Αγγελικής Αδαμοπούλου επειδή η βουλευτής του Μέρα25 είχε από του κοινοβουλευτικού βήματος καταγγείλει υπόγειες διασυνδέσεις της ΕΛΑΣ με άτομα που προκαλούν επεισόδια στις κινητοποιήσεις και δίνουν το πρόσχημα στα ΜΑΤ να επεμβαίνουν (συγκεκριμένα επικαλέστηκε δημοσιεύματα και μαρτυρίες και δήλωσε ότι «συχνά είναι τα ίδια τα αστυνομικά όργανα, τα οποία ως κουκουλοφόροι θα ρίξουν μία μολότοφ, για να διαλύσουν τη διαδήλωση»). Η δημόσια καταγγελία ενόχλησε τους κρατούντες και τότε ρόλο ανέλαβε η Ένωση Αξιωματικών ΕΛΑΣ Κεντρικής Μακεδονίας η οποία μήνυσε την Α. Αδαμοπούλου για συκοφαντική δυσφήμιση. Σαν έτοιμοι από καιρό, οι κυβερνητικοί βουλευτές, μαζί με 4 ΚΙΝΑΛίτες συναδέλφους τους, ήραν την ασυλία της, προκαλώντας ερωτηματικά για την ποινικοποίηση της κοινοβουλευτικής κριτικής και την ελευθερία της άποψης.  Η απόφαση ανοίγει τους ασκούς τους Αιόλου καθώς όποτε κάποια κυβέρνηση θα ενοχλείται από το λόγο της αντιπολίτευσης, θα μπορεί να βάζει φίλα προσκείμενες σ’ αυτή συλλογικότητες ή μεμονωμένα πρόσωπα να μηνύουν μέλη του κοινοβουλίου, διαπομπεύοντας τα και εμποδίζοντας την ομαλή κοινοβουλευτική λειτουργία.

Άσυλο: το ακροδεξιό όνειρο εκπληρώνεται

Σκηνή τέταρτη: Η κυβερνητική απόφαση για την είσοδο και δράση αστυνομικών δυνάμεων στα ΑΕΙ, που κουρελιάζει το πανεπιστημιακό άσυλο, είναι ένας πάγιος στόχος της ακροδεξιάς που για πρώτη φορά υλοποιεί όχι κάποιο χουντικό όργανο αλλά μια εκλεγμένη  κυβέρνηση.

Οι «χορηγοί επικοινωνίας»

Όμως η αστυνομική βία κι ο κρατικός αυταρχισμός δεν μπορούν να περπατήσουν αν δεν έχουν «χορηγούς επικοινωνίας». Από τα δελτία ειδήσεων και τα παράθυρα πρωινών ή απογευματινών εκπομπών  δεν λείπει κάποιος εκπρόσωπος αστυνομικών, είτε συνδικαλιστής είτε πολιτικός ή νομικός σύμβουλος. Όλοι ετούτοι δεν ασχολούνται με τα εργασιακά και τα μισθολογικά προβλήματα των συναδέλφων τους, όπως κάνουν οι αιρετοί εκπρόσωποι άλλων εργασιακών κλάδων, ούτε μιλούν για τη δράση της αστυνομίας κατά του οργανωμένου εγκλήματος. Εκφράζουν τις πιο ακραίες απόψεις για να δικαιολογήσουν την αστυνομική βία κατά κοινωνικών ομάδων, την περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών και, βέβαια, να προαναγγείλουν νέα μεγαλύτερης έκτασης μέτρα κατά του εχθρού λαού. Αντίθετα, πιο νηφάλιες απόψεις αστυνομικών σχετικά με το ρόλο της ΕΛΑΣ θάβονται στα «ψιλά». Η συχνότητα της εμφάνισης των αστυνομικών που κηρύττουν τον κρατικό αυταρχισμό στα ΜΜΕ είναι ίση ή ελαφρά μικρότερη από αυτή των λοιμοξιολόγων και των ειδημόνων για την πανδημία. Άραγε όλα τα ΜΜΕ ενδιαφέρθηκαν να προβάλλουν συλλήβδην και κατ’ εξακολούθησιν τις απόψεις των συγκεκριμένων αστυνομικών ή απλά η κυβερνητική προπαγάνδα τούς έκανε μια «πρόταση την οποία δεν μπορούσαν να αρνηθούν»;

Η οικογένεια Μητσοτάκη και το αστυνομικό κράτος

Τα παραπάνω δείχνουν πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με πρόσχημα την πανδημία και ενθαρρυμένη από την αυτοσυγκράτηση του μαζικού κινήματος, προσπαθεί να επιβάλλει αστυνομοκρατία και αυταρχισμό τρομοκρατώντας κάθε κοινωνικό ή πολιτικό αντίπαλο της. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης εφαρμόζει τις υποσχέσεις του ότι θα λύσει «τα χέρια της αστυνομίας για να μπορεί να κάνει τη δουλειά της». Φαίνεται πως υπάρχει κάποιο οικογενειακό φετίχ σχετικά με το πώς βλέπει η οικογένεια Μητσοτάκη το ρόλο της αστυνομίας. Οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι το όχι πολύ μακρινό 1992 ο τότε πρωθυπουργός και πατέρας του τωρινού, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, διακήρυττε στους αστυνομικούς ότι  «εσείς είστε το κράτος», ανοίγοντας έτσι τον κύκλο της βίας των ΜΑΤ απέναντι σε εργαζόμενους της Εταιρείας Αστικών Λεωφορείων (ΕΑΣ)[1]. Φαίνεται πως ο νεότερος Μητσοτάκης επιδιώκει να γίνει «πολλώ κάρρων» όχι μόνο από την κυβέρνηση του πατέρα του αλλά κι απ’ όλες τις επόμενες νεοδημοκρατικές κυβερνήσεις που δεν τόλμησαν ή δεν πρόλαβαν να κάνουν όσα εκείνος πράττει σήμερα.

Δικτατορία με κοινοβουλευτικό μανδύα (;)

Σαφώς και ο αυταρχικός κατήφορος δεν είναι αποκλειστικά έργο Μητσοτάκη. Η συντριπτική πλειοψηφία της ΝΔ (και αρκετά στελέχη άλλων κομμάτων) ονειρεύονται ένα αστυνομικό κράτος όπου τα δημοκρατικά δικαιώματα και οι ατομικές ελευθερίες θα είναι τόσο ελαστικά όσο θα επιτρέπει η εκάστοτε κυβέρνηση. Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς πως στελέχη της σημερινής κυβέρνησης, που έγιναν διαπρύσιοι απολογητές της κρατικής βίας, δεν ξεπήδησαν από στα σπλάχνα της ΝΔ αλλά ταυτίστηκαν μια χαρά μαζί της και έγιναν «βασιλικότεροι του βασιλέως». 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επικαλείται τη «νωπή» λαϊκή εντολή που πήρε τον Ιούλιο του 2019 αποσιωπώντας ότι όσοι την επέλεξαν δεν της εκχώρησαν εν λευκώ επιταγή να τροποποιήσει το Σύνταγμα της χώρας επί το αυταρχικότερο. Τα γεγονότα των τελευταίων 18 μηνών δείχνουν και με το παραπάνω πως η ΝΔ πιέζει υπερβολικά τα «τοιχώματα» που χωρίζουν την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία από τον απολυταρχισμό και την αστυνομοκρατία ενός δικτατορικού πολιτεύματος.

Η σημερινή πολιτική συγκυρία δεν είναι δικτατορία. Δεν είναι όμως και πρότυπο δημοκρατίας ούτε καν αστικού τύπου. Θα έλεγε κανείς πως εκ των πραγμάτων το πολίτευμα σταδιακά μετατρέπεται σε μια ιδιότυπη «δικτατορία με κοινοβουλευτικό μανδύα». Κι αυτό είναι το πρόβλημα το οποίο η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα δεν πρέπει να υποτιμούν ή να παραβλέπουν.

Ο λαός να σηκώσει το γάντι

Απέναντι στις αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις της κυβέρνησης η εργατική τάξη και σύσσωμος ο λαός οφείλουν να υψώσουν ένα μεγάλο τοίχος υπεράσπισης της δημοκρατίας και των ατομικών, κοινωνικών, συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών. Από αυτή τη συσπείρωση δεν πρέπει να λείψει κανείς. Δεν είναι μόνο ζήτημα των κομμουνιστών, αυτοί έτσι ή αλλιώς θα είναι στην πρώτη γραμμή του αγώνα όχι μόνο για ιδεολογικούς λόγους αλλά κι επειδή διαχρονικά αποτελούν τους πρώτους στόχους και γίνονται τα πρώτα θύματα των αντιδημοκρατικών εκτροπών. Είναι ζήτημα όλων των δημοκρατικά σκεπτόμενων πολιτών ανεξάρτητα από την ταξική ή ιδεολογική τοποθέτησή τους. Γιατί όποτε το σύνταγμα κουρελιάζεται και οι ατομικές, συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες μπαίνουν στο γύψο, ο αυταρχισμός και η αστυνομοκρατία δεν κάνουν διακρίσεις.

Με τις ενέργειές της, η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τον λαϊκό παράγοντα. Τούτη είναι η ώρα που το κίνημα πρέπει να σηκώσει το γάντι και να οργανώσει την αντεπίθεσή του!      

 

 

 

[1] Μια που θυμηθήκαμε την υπόθεση της ΕΑΣ, είναι ιδιαίτερα διδακτικό το αφιέρωμα της «Μηχανής του χρόνου» σ΄ αυτά τα γεγονότα. Εκεί εκτός των άλλων αστυνομικών «δράσεων», αποτυπώνεται και μια που θυμίζει τα όσα «συκοφαντικά» ισχυρίστηκε το 2020 η Α. Αδαμοπούλου για τη διαπλοκή αστυνομίας και απεργοσπαστικών ή παρακρατικών μηχανισμών. Έτσι πρόχειρα σταχυολογήσαμε κι άλλα παρόμοια από τον «Ριζοσπάστη» του 1997, του 2005 και του 2010. Θα μπορούσαμε να έχουμε παραθέσει άλλα τόσα αλλά η ουσία δεν αλλάζει.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας