Εργατικός Αγώνας

Καμιά θυσία για το ευρώ. Έξω από το ευρώ την ΕΕ τώρα!

Γράφει ο Κ.   Αγραφιώτης

Το Eurogroup της Δευτέρας 16 Φλεβάρη ήρθε ως συνέχεια προηγούμενης συνεδρίασης του την περασμένη εβδομάδα, καθώς και της συνόδου κορυφής της ΕΕ. Η εικόνα που μετέδωσε η συνέντευξη των ευρωπαίων αξιωματούχων και του ΔΝΤ είναι εικόνα ολοκληρωτικής αντίθεσης, εικόνα καμιάς δυνατότητας συμφωνίας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των Βρυξελλών, εικόνα ρήξης.

Εδώ ανακύπτουν ορισμένα, εύλογα ερωτήματα.

Πώς είναι δυνατόν μετά τη σύνοδο κορυφής της περασμένης Πέμπτης να δίδεται από κάθε πλευρά και ιδιαίτερα από την ελληνική κυβέρνηση η εικόνα ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα συμφωνίας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης, της ΕΕ και του ΔΝΤ (μιας συμφωνίας πουθα ολοκληρωνόταν την Δευτέρα 16/2) και ξαφνικά να προκύπτει αγεφύρωτη αντίθεση που πιθανότατα να οδηγήσει στη ρήξη;

Πώς είναι δυνατόν να καταγράφεται αγεφύρωτη αντίθεσή και πιθανότητα ρήξης με την ΕΕ και ο υπουργός οικονομικών της χώρας να δηλώνει αισιόδοξος ότι σε σαράντα οκτώ ώρες θα συμφωνήσει η κυβέρνηση με τους εταίρους της;

Πώς πρέπει να ερμηνεύσει κανείς την τοποθέτηση Βαρουφάκη μετά το Eurogroup, “δώστε μας τέσσερις μήνες χρόνο για συζητήσεις και διαμόρφωση συμφωνίας και εγγύηση χορήγησης ρευστότητας στη χώρα και στο διάστημα αυτό δεν θα προχωρήσει κανένα μέτρο κοστοβόρο”, δηλαδή δεν θα υλοποιηθεί το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης;

Εδώ κάτι δεν πάει καλά. Δεν νομίζουμε ότι ο Βαρουφάκης δεν καταλαβαίνει, ούτε ότι όλη αυτή η εξέλιξη είναι απλά ένα παιχνίδι στο οποίο συμμετέχουν και οι δύο πλευρές με στόχο τον αποπροσανατολισμό των λαών της ΕΕ. Αυτό το στοιχείο μπορεί να υπάρχει, δεν είναι όμως του κυρίαρχο, δεν είναι το μοναδικό. Αντίθετα η εξέλιξη αυτή των τελευταίων ημερών αλλά και το προηγούμενο διάστημα των τελευταίων μηνών του 2014, όταν πλησίαζε η λήξη του μνημονίου, το αδιέξοδο της εκλογής προέδρου της δημοκρατίας και η μεθόδευση προκήρυξης εκλογών, δίνει τροφή για την εξαγωγή ορισμένων πολύ βασικών, κρίσιμων συμπερασμάτων.

Η ΕΕ, ως ιμπεριαλιστικός οργανισμός διαπερνάται από αγεφύρωτες ταξικές αντιθέσεις. Οι αντιθέσεις του γερμανικού πολυεθνικού κεφαλαίου, το οποίο κυριαρχεί, με το γαλλικό, το ιταλικό κ.λπ. συνεχώς οξύνονται και δεν φαίνεται ότι θα μπουν σε τροχιά άμβλυνσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ίδιο το μέλλον της ευρωζώνης και της ΕΕ. Φυσικά, οι νόμοι του καπιταλισμού ισχύουν. Ο νόμος της ανισόμετρης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης ισχύει και διαμορφώνει τη βάση των δεδομένων στην Ευρώπη, η φύση και ο χαρακτήρας του ιμπεριαλισμού είναι καθημερινά παρόντα. Η Γερμανία, ως κυρίαρχη δύναμη της ΕΕ, προσπαθεί να επικρατήσει ολοκληρωτικά των άλλων μεγάλων καπιταλιστικών χωρών στα πλαίσια της ΕΕ και να αντιμετωπίσει από καλύτερες θέσεις τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, να σταθεί απέναντι τους. Όσο και αν εκδηλώνονται αντιθέσεις ανάμεσα στη Γερμανία και τις άλλες χώρες, καμιά από αυτές δεν είναι διατεθειμένη και δεν μπορεί να σταθεί απέναντι της και να υποστηρίξει σταθερά την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης. Μιας πρότασης η οποία φυσικά δεν συνιστά τίποτε περισσότερο από μια διαφορετική εκδοχή διαχείρισης του καπιταλισμού, διαφορετική από τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό που επιβάλλουν οι γερμανοί και μόνο σε αυτό το μέτρο τους αμφισβητεί.

Αποδεικνύεται ότι πολιτική υπέρ της εργατικής τάξης και των λαών, σεβασμός της λαϊκής κυριαρχίας, σεβασμός της εθνικής κυριαρχίας κάθε χώρας και ιδιαίτερα μιας μικρής εξαρτημένης χώρας όπως η Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στο λυκοσυμμαχία της ΕΕ. Οι αποδείξεις γι’ αυτό υπάρχουν πλέον και για τον πιο δύσπιστο. Μέσα στην ΕΕ μια στάση είναι επιτρεπτή. Η στάση Σαμαρά – Βενιζέλου, που πάντα πειθαρχούσαν σε όλα χωρίς πολλά – πολλά. Αυτό αποδεικνύει η στάση της ΕΕ απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, έστω και αν αυτή δηλώνει -και το εννοεί- ότι είναι ο πιο ένθερμος υποστηρικτής του ευρώ και της ΕΕ και δεν θα κάνει το παραμικρό για να την αμφισβητήσει.

Η παραμονή στην ευρωζώνη και την ΕΕ σημαίνει διαιώνιση των συνθηκών και του καθεστώτος που φέρνει τις χρεοκοπίες, την εκμετάλλευση και την καταπίεση του λαού και τα κέρδη της κεφαλαίου. Σημαίνει ότι το καθεστώς των χρεοκοπιών, της εκμετάλλευσης, της καταλήστευσης και της υποδούλωσης του λαού θα είναι πάντα παρόν αφού ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της ΕΕ δεν αλλάζει. Κι όσο η ΕΕ γίνεται όλο και περισσότερο αντιδραστική, η Ελλάδα από εξαρτημένη χώρα που είναι δεν πρόκειται να γίνει ιμπεριαλιστική, έστω και αν κάποιοι ονειρεύονται ή έχουν παραισθήσεις,. Απαλλαγή της χώρας και του λαού από αυτά τα δεινά σημαίνει πρώτα και κύρια έξω από το ευρώ και την ΕΕ. Αυτός είναι ο κρίκος της αλυσίδας που σήμερα προβάλλει στην επικαιρότητα, μέσω αυτού θα ξεδιπλωθεί ο αγώνας για την Ελλάδα της ανεξαρτησίας, της αξιοπρέπειας, της εργασίας και του σοσιαλισμού.

Οι κυρίαρχες αστικές δυνάμεις όπως είναι φυσικό σηκώνουν το σκιάχτρο της καταστροφής και των δεινών, όταν θεωρήσουν ότι είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί έστω και κατ’ ελάχιστον η ισχύουσα κατάσταση. Ο λαός όμως τις έζησε και τις ξέρει. Βάζουν πρώτη τους προτεραιότητα όχι το λαό και τη χώρα, αλλά τα στενά ιδιοτελή συμφέροντα τους σε απόλυτη συνάφεια με τα συμφέροντα των πολυεθνικών και του ιμπεριαλισμού. Αυτό είναι πλέον ιστορικά αποδεδειγμένο.

Η Κυβέρνηση σήμερα δεν έχει μπροστά της πολλές επιλογές.

Η πρώτη επιλογή είναι να συμβιβαστεί με το ευρωενωσιακό κατεστημένο, αναζητώντας το σημείο εκείνο που θα είναι λιγότερο επώδυνο και θα την εκθέτει λιγότερο στα μάτια του ελληνικού λαού, των ψηφοφόρων που πρόσφατα την ανέδειξαν. Αυτό φυσικά θα γίνει στο βαθμό που οι γερμανοί θα συμφωνήσουν. Η δεύτερη επιλογή είναι να έχει εξασφαλίσει διεθνή χρηματοδότηση των δανειακών της αναγκών και διεθνή στήριξη και να μην υποχωρήσει στις πιέσεις για υπογραφή μνημονίου παρόμοιου με αυτό που ισχύει ακόμη, αλλά να παραμείνει πιστή στις προγραμματικές διακηρύξεις της για πάση θυσία παραμονή στο Ευρώ και στην ΕΕ. Μέχρι σήμερα στοιχεία για κάτι τέτοιο δεν υπάρχουν. Η τρίτη επιλογή είναι η επιλογή ρήξης με τον ιμπεριαλισμό και τα μονοπώλια, δηλαδή η απόρριψη των πιέσεων, η παύση πληρωμής του χρέους κι ο αγώνας για τη διαγραφή του, η έξοδος από το ευρώ στην προοπτική εξόδου από την ΕΕ για χάραξη συνολικής πολιτικής με βάση τα συμφέροντα του λαού. Ακριβώς αυτή η τρίτη εκδοχή απαντά στις συνθήκες που διαμορφώθηκαν από την σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων. Κάθε άλλη λύση είναι από αντιδραστική έως μεσοβέζικη, δεν εξυπηρετεί τον εργαζόμενο λαό, είναι η συνέχιση του δρόμου που μέχρι σήμερα ακολουθήθηκε, του δρόμου της εκμετάλλευσης, των κερδών του κεφαλαίου και των χρεοκοπιών.

Είναι η ελληνική κυβέρνηση ικανή για κάτι τέτοιο;

Τίποτε στις θέσεις, στην πολιτική και στις δεσμεύσεις της, ούτε στην ιστορική διαδρομή των κομμάτων που την συγκροτούν δεν μπορεί να τεκμηριώσει μια τέτοια υπόθεση. Η πιο πιθανή επιλογή της είναι ο συμβιβασμός. Κατά συνέπεια το καθήκον του αγώνα, της ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ και η εφαρμογή προγράμματος αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού στην προοπτική του σοσιαλισμού το επιφορτίζεται η εργατική τάξη και ο λαός, πέφτει πάνω στις δυνάμεις της κομμουνιστικής αριστεράς, τις δυνάμεις της ανατροπής.

Ο δρόμος γι’ αυτό είναι η ανάληψη μιας μεγάλης πρωτοβουλίας, μιας μεγάλης απόφασης να διαμορφωθεί ένα κίνημα ανατροπής που θα συνενώνει την εργατική τάξη και όλο τον εργαζόμενο λαό, τους φορείς τους, τις πολιτικές κινήσεις και τις δυνάμεις που έχουν την ετοιμότητα να συνταχτούν σε αυτό το κίνημα με κορυφαίο αίτημα-κρίκο την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ.

Εδώ όμως αρχίζουν τα δύσκολα και αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν βαθιά οι εργάτες και οι εργαζόμενοι. Αυτό αφορά στη στάση και την πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ που απορρίπτει ακόμη και την ιδέα να διατυπωθούν και να διεκδικηθούν μεγάλα πολιτικά αιτήματα – στόχοι που δημιουργούν προοπτικές σύγκρουσης και ρήξης με την αστική τάξη. Στην περίπτωσή μας αρνείται να ρίξει το σύνθημα «έξω από την ΕΕ και το ευρώ» και να προχωρήσει στη δημιουργία ενός πλατιού ενιαιομετωπικού λαϊκού κινήματος αμφισβήτησης και ανατροπής της πολιτικής του κεφαλαίου. Οι “μαγικές” λέξεις γύρω από τις οποίες κινείται το ΚΚΕ είναι: «Καθαρότητα», «καμία συνεργασία με οποιαδήποτε πολιτική δύναμη» διότι αλλοιώνεται η φυσιογνωμία του κόμματος, «οι εργαζόμενοι πρέπει να ενταχθούν για να συνταχθούν με το ίδιο το κόμμα», «κάθε μεταβατικό αίτημα είναι οπορτουνισμός και θα οδηγήσει στην ενσωμάτωση στο σύστημα». Εδώ βρίσκεται το μεγάλο πρόβλημα, αφού ο ρόλος του ΚΚΕ είναι κρίσιμος και χωρίς αυτό η διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής πολιτικής εξόδου από την κρίση φαίνεται, τουλάχιστον για τώρα, εξαιρετικά δύσκολη.

Η ιστορία της κατοχής, η δημιουργία του ΕΑΜ και ο αγώνας του λαού για απελευθέρωση της χώρας και λαοκρατία δεν λένε πλέον τίποτε στην ηγεσία του ΚΚΕ. Δεν θεωρεί ότι πρέπει να αντλήσει απ’ αυτά καμία πείρα και κανένα δίδαγμα. Έτσι όμως παίρνει τεράστιες ιστορικές ευθύνες. Μια ιστορική ευκαιρία για την εργατική τάξη, η τεράστια οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση χάνεται και εδώ οι ευθύνες είναι ιστορικών διαστάσεων. Η εργατική τάξη και ο λαός και μαζί όσες δυνάμεις και αγωνιστές, συναισθανόμενοι τις ευθύνες τους θα δώσουν τη λύση.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας