Εργατικός Αγώνας

Το πολιτικό κόστος της συμφωνίας για τον ΣΥΡΙΖΑ

Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος

Η επόμενη ημέρα για την κυβέρνηση φαντάζει αρκετά ζοφερή ύστερα από τις διαφοροποιήσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, στη Βουλή, τα χαράματα του Σαββάτου, και με δεδομένο ότι τα μέτρα που ζητούν οι δανειστές ξεπερνούν κατά πολύ αυτά που η ίδια δήλωσε έτοιμη να πάρει. Έτσι, δίνουν και παίρνουν τα σενάρια για την κατάσταση που θα διαμορφωθεί στη μετά τη συμφωνία εποχή.

Μια συμφωνία που στην παρούσα φάση δεν θα είναι η συνολική, αλλά το αρχικό πλαίσιο των προϋποθέσεων, ώστε να διασφαλιστεί η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, να καλυφθούν οι άμεσες χρηματοδοτικές της ανάγκες και να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την υπαγωγή της χώρας στο ζητούμενο, νέο, τριετές πρόγραμμα στήριξης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

 

Έλλειμμα εμπιστοσύνης

Η στάση των δανειστών, που υπογραμμίζουν συνεχώς ότι υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης ανάμεσα σ’ αυτούς και την επίσημη Ελλάδα, επί της ουσίας μεταφράζεται σε αίτημα για μιαν άλλη κυβέρνηση, η οποία θα είναι της αρεσκείας τους ώστε να εφαρμόσει τη συμφωνία.

Ενδεχομένως για τους δανειστές ιδανική για την εφαρμογή της συμφωνίας θα ήταν μια κυβέρνηση του λεγόμενου μεγάλου συνασπισμού (ΣΥΡΙΖΑ – Ν.Δ.) ή οικουμενικού χαρακτήρα με τη στήριξη των κομμάτων του φιλοευρωπαϊκού τόξου. Κάτι τέτοιο, όμως, θα υπερέβαινε κατά πολύ τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, αφού θα προϋπέθετε τη βίαιη μετάλλαξή του. Συνεπώς, ό,τι είναι να γίνει θα γίνει από την παρούσα κυβέρνηση, ανασχηματισμένη, και από την παρούσα Βουλή μέχρις ότου να διασφαλιστεί η επικύρωση της συμφωνίας και των προαπαιτούμενών της.

Για τον πρωθυπουργό είναι πλέον υποχρεωτικός, τουλάχιστον, ένας μίνι ανασχηματισμός, καθώς δύο υπουργοί του, οι κ. Λαφαζάνης και Στρατούλης, δεν του παρείχαν -με την ψήφο τους στη Βουλή- την εξουσιοδότηση να διαπραγματευτεί τη συμφωνία με τους δανειστές.

Εξίσου υποχρεωτικό για την κυβέρνηση είναι να στηριχτεί στους πολιτικούς της αντιπάλους, στη Ν.Δ., στο ΠΑΣΟΚ και στο Ποτάμι, για να περάσει από τη Βουλή την αρχική συμφωνία και τα συνακόλουθά της, καθώς από το περασμένο Σάββατο ουσιαστικά δεν διαθέτει την αναγκαία πλειοψηφία και η δεδηλωμένη έχει χαθεί.

Στο πλαίσιο αυτό, ο χρονικός ορίζοντας αυτής της κυβέρνησης είναι πολύ μικρός. Αφού περάσει από τη Βουλή ό,τι της ζητήσουν οι δανειστές, ώστε να διασφαλιστεί η παραμονή της χώρας στο ευρώ, είναι υποχρεωμένη να προκηρύξει εκλογές -περί τις αρχές του φθινοπώρου- ώστε να ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο.

Ένα από τα προβλήματα που, επίσης, έχει να αντιμετωπίσει άμεσα η κυβέρνηση είναι αυτό της προέδρου της Βουλής, καθώς η Ζωή Κωνσταντοπούλου ψήφισε «παρών» το περασμένο Σάββατο. «Ολοφάνερα υπάρχει πρόβλημα… περιμένω να δω τις πρωτοβουλίες του πρωθυπουργού και τις θέσεις και προτάσεις των συλλογικών οργάνων του κόμματος», είπε για το θέμα ο ευρωβουλευτής του κόμματος Δ. Παπαδημούλης, μιλώντας, χθες, στο Mega Channel.

Εντούτοις, η αλλαγή της προέδρου της Βουλής δεν είναι απλή υπόθεση, καθώς πρόκειται για τον τρίτο πολιτειακό παράγοντα της χώρας και δεν είναι εύκολο να της απευθύνει μομφή -σε συνεπικουρία με την αντιπολίτευση- το κόμμα που την εξέλεξε. Εντούτοις, τίποτα δεν αποκλείεται αν η Ζωή Κωνσταντοπούλου αξιοποιήσει τη θέση της για να εμποδίσει την ψήφιση από τη Βουλή των προαπαιτούμενων της συμφωνίας με τους δανειστές. Η ίδια πάντως αργά χθες το βράδυ δήλωσε ότι «δεν έχω καμία σκέψη για παραίτηση, τα δημοσιεύματα είναι εκ του πονηρού. Δεν επιχείρησαν καν να τα διασταυρώσουν μαζί μου».

Εκ των πραγμάτων, τίποτα στο κυβερνητικό κόμμα δεν θα είναι ίδιο την επομένη της συμφωνίας. Συνεπώς, μια διάσπασή του θεωρείται κάτι περισσότερο από βέβαιη και επί του παρόντος δεν υπάρχει κάτι στον ορίζοντα που να μπορεί να την αποκλείσει. Σε πρώτη φάση, μοιάζει αδύνατη η παραμονή στον ΣΥΡΙΖΑ της «Αριστερής Πλατφόρμας» και των μικρότερων τάσεων κομμουνιστικής αναφοράς. Εντούτοις δεν μπορεί να αποκλειστεί και το ενδεχόμενο να διευρυνθεί αυτός ο κατάλογος αν οι απαιτήσεις των δανειστών ξεπεράσουν τα έως τώρα γνωστά.

Σε κάθε περίπτωση, η συμφωνία με τους δανειστές υποχρεώνει το κυβερνητικό κόμμα να αυτοπροσδιοριστεί εκ νέου κι αυτό δεν μπορεί να γίνει ανώδυνα για την ενότητά του. Ο τελικός, όμως, λογαριασμός θα βγει από τις ερχόμενες εκλογές, όπου εκεί θα φανεί πόσο θα του κοστίσει η όποια διάσπαση συντελεστεί. Το ερώτημα που μένει ανοιχτό αφορά το κόστος που θα έχει η συμφωνία με τους δανειστές για το σύνολο του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα. Ανεπηρέαστο, πάντως, δεν θα το αφήσει.

 

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας