Εργατικός Αγώνας

Υπάρχει διέξοδος από το σημερινό τέλμα;

Γράφει ο Στωικός

«Ο βασικός νόμος της επανάστασης, που τον επιβεβαίωσαν όλες οι επαναστάσεις και ειδικά οι τρεις ρωσικές επαναστάσεις του 20ού αιώνα, συνίσταται στο εξής: για την επανάσταση δεν είναι αρκετό να κατανοήσουν οι εκμεταλλευόμενες και καταπιεζόμενες μάζες πως είναι αδύνατο να ζουν με τον παλιό τρόπο και να απαιτούν αλλαγή· για την επανάσταση είναι απαραίτητο οι εκμεταλλευτές να μη μπορούν να ζουν και να κυβερνούν με τον παλιό τρόπο. Μόνο όταν “οι κάτω” δεν θέλουν το παλιό και «οι πάνω» δεν μπορούν να ζουν και να κυβερνούν με τον παλιό τρόπο, μόνο τότε μπορεί να νικήσει η επανάσταση.

Η αλήθεια αυτή εκφράζεται διαφορετικά με τα λόγια: η επανάσταση είναι αδύνατη χωρίς μια πανεθνική κρίση (που να θίγει και τους εκμεταλλευόμενους και τους εκμεταλλευτές). Επομένως για την επανάσταση πρέπει, πρώτο, να πετύχουμε ώστε η πλειοψηφία των εργατών (ή πάντως η πλειοψηφία των συνειδητών, των σκεπτόμενων και των πολιτικά δραστήριων εργατών) να καταλάβει πέρα για πέρα την ανάγκη της επανάστασης και να είναι έτοιμη να βαδίσει στο θάνατο γι’ αυτή· δεύτερο, πρέπει οι άρχουσες τάξεις να περνούν κυβερνητική κρίση που τραβά στην πολιτική ακόμη και τις πιο καθυστερημένες μάζες (το γνώρισμα κάθε πραγματικής επανάστασης είναι ότι γρήγορα δεκαπλασιάζεται ή ακόμη και εκατονταπλασιάζεται ο αριθμός των ικανών για πολιτικό αγώνα εκπροσώπων της εργαζόμενης και καταπιεζόμενης μάζας που ως τότε ήταν απαθής), εξασθενεί την κυβέρνηση και κάνει δυνατή για τους επαναστάτες τη γρήγορη ανατροπή της». (Λένιν: Αριστερισμός, η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή).

Στο σημείο αυτό χρειάζεται μία διευκρίνιση. Η ελληνική κοινωνία, δεν είναι έτοιμη σήμερα για σοσιαλιστική επανάσταση. Η επισήμανση αυτή, κρίνεται απαραίτητη και αναγκαία προκειμένου να αποφύγουμε τις κακοτοπιές και τις παρανοήσεις που τυχόν υπάρξουν στη συνέχεια του άρθρου. Στις σημερινές συνθήκες, η ελληνική κοινωνία, είναι έτοιμη – πανέτοιμη θα έλεγα – να κάνει το μεγάλο άλμα για την κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας και να σηκώσει ψηλά τη σημαία της αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Και αυτό θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε στη συνέχεια.

Όσο για το απόσπασμα του Λένιν από τον «αριστερισμό» το χρησιμοποιήσαμε εισαγωγικά στο άρθρο, γιατί πιστεύουμε, ότι δεν υπάρχει καλύτερη διατύπωση στην πολιτική φιλολογία, για να περιγράψει την σημερινή κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας.

Κίνητρο για να γραφεί το συγκεκριμένο άρθρο, αποτέλεσε ο προβληματισμός που έχει αναπτυχθεί τις τελευταίες ημέρες στο χώρο της αριστεράς -μετά την ντροπιαστική και εγκληματική για λαϊκά συμφέροντα, συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- για το αν υπάρχει φιλολαϊκή διέξοδος από τη σημερινή κρίση και τους μονόδρομους των μνημονίων.

 

Οι πάνω και οι κάτω…

Για να διαπιστώσουμε την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική –καπιταλιστική– κοινωνία, θα προσφύγουμε σε δημοσκοπήσεις που έγιναν κατά καιρούς για την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι πολίτες της χώρας στους θεσμούς, οι οποίοι αποτελούν το εποικοδόμημα κάθε κοινωνίας, την περίοδο πριν το ξέσπασμα της οικονομικής και μετά την περίοδο μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης.

Για το σκοπό αυτό θα χρησιμοποιήσουμε δύο έρευνες που έκανε η εταιρία δημοσκοπήσεων «Public Issue» – προΐσταται ο κ. Γ. Μαυρής – το 2005 (για λογαριασμό της εφημερίδας «Καθημερινή») και το Δεκέμβρη του 2014 για λογαριασμό της «Εφημερίδας των Συντακτών».

Στην έρευνα του 2005, που εστιάζεται στο τι πιστεύουν οι πολίτες για τη διαφθορά σε διάφορους χώρους, ο συντάκτης επισημαίνει τα ακόλουθα:

«Η εικόνα που προκύπτει δεν είναι καλή. Θα έλεγα ανησυχητική. Η κοινή γνώμη είναι πεπεισμένη ότι υπάρχει πολύ μεγάλη διαφθορά σχεδόν σε όλους τους χώρους.
Πρώτοι στην σειρά κατάταξης διαφθοράς είναι οι πολιτικοί: σε πανελλαδικό επίπεδο το 70% της κοινής γνώμης ( οι εφτά στους δέκα) πιστεύουν ότι οι διεφθαρμένοι μεταξύ των πολιτικών είναι πάρα πολλοί και αρκετοί. Και σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω ότι η εικόνα των πολιτικών έχει τρωθεί σε πολύ υψηλό βαθμό και για να ξανακερδηθεί η κοινωνική υποστήριξη, νομίζω ότι θα χρειαστεί πολύ μεγάλη προσπάθεια. Και ίσως αυτό να είναι ένα από τα διακυβεύματα αυτής της περιόδου και της εποχής που ζούμε.
Δεύτεροι στην αρνητική κατάταξη είναι οι δικηγόροι; σε πανελλαδικό επίπεδο το 67 % των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι οι διεφθαρμένοι μέσα στο σώμα των δικηγόρων είναι πάρα πολλοί και αρκετοί.
Τρίτοι είναι οι γιατροί: σε πανελλαδικό επίπεδο το 64% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι στους γιατρούς η διαφθορά είναι πολύ μεγάλη.

Τέταρτοι είναι οι ιερωμένοι και οι κληρικοί: σε πανελλαδικό επίπεδο 63% των πολιτών σήμερα πιστεύει ότι οι διεφθαρμένοι μεταξύ των ιερωμένων και των κληρικών είναι πάρα πολλοί αρκετοί Εν συνεχεία είναι οι δικαστές, με ποσοστό 62%, οι δημόσιοι υπάλληλοι με 62%, ακολουθούν οι αστυνομικοί με 54%, οι δημοσιογράφοι με 50%, και τελευταίοι στην σειρά κατάταξης είναι οι συνδικαλιστές – με την ευρύτερη σημασία- με ποσοστό 48%».

Όσο για την εμπιστοσύνη που εξέφραζαν οι πολίτες προς τους θεσμούς, το Νοέμβρη του 2014 – μετά από 4,5 χρόνια μνημονιακής πολιτικής – ο πίνακας που παραθέτει η Public Issue, είναι χαρακτηριστικός.

Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της κρίσης στους αντιπροσωπευτικούς και μη αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, ο ερευνητής σημειώνει τα ακόλουθα:

 

«Οι επιπτώσεις της κρίσης

1)      Το 2011, η κοινωνική εμπιστοσύνη στουςαντιπροσωπευτικούς θεσμούς(Βουλή, Κόμματα) έφτασε στο ναδίρ. Η ελάχιστη ανάκαμψη που παρατηρείται σήμερα (δυστυχώς δεν διατίθενται στοιχεία για τα έτη 2012-13), συντελέστηκε το πιθανότερο μετά τις εκλογές του 2012. Η ολοκληρωτική έλλειψη εμπιστοσύνης παραμένει.

2)     Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ΠτΔ) παρέμενε, μέχρι το 2009, ο μόνος πολιτικός θεσμός που εμπιστεύονταν οι Έλληνες πολίτες. Ενδεχομένως, αυτό οφειλόταν και στο γεγονός ότι ο ΠτΔ δεν αναμειγνύεται ενεργά στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Στην εδραίωση αυτής της εικόνας είχε συντελέσει η αρχικά υψηλή αποδοχή, τόσο του σημερινού Προέδρου Κ. Παπούλια, όσο και του προηγούμενου Κ. Στεφανόπουλου. Ωστόσο, η μνημονιακή τετραετία δεν άφησε τελικά στο απυρόβλητο ούτε την Προεδρία. Ο φετινός δείκτης αποκαλύπτει τη θεαματική συρρίκνωση της κοινωνικής εμπιστοσύνης και προς αυτόν τον θεσμό. Ο ΠτΔ χρεώνεται μερίδιο της πολιτικής ευθύνης για την κατάσταση της χώρας. Δυστυχώς, δεν διατίθενται στοιχεία για τα έτη 2010-2013, ώστε να μπορεί να περιγραφεί αναλυτικότερα η περιοδολόγηση αυτής της πτώσης.

3)      Η ταυτόχρονη αύξηση της εμπιστοσύνης προς τον Στρατό, την Αστυνομία και την Εκκλησία, αλλά και τον Λαό (τους Πολίτες) καθώς και την κινηματική δράση είναι σαφείς ενδείξεις της ιδεολογικής πόλωσης (συντηρητικοποίηση/ριζοσπαστικοποίηση), που παράγει η κρίση.

4) ΟιΤράπεζες (ο τραπεζικός τομέας) έχουν απωλέσει παντελώς την εμπιστοσύνη των πολιτών, ενώ σε σύγκριση με το 2009, σημαντικότατη καθίζηση έχει υποστεί και η εμπιστοσύνη στην Τράπεζα της Ελλάδος».

Όπως βλέπουμε, το πρόβλημα αμφισβήτησης ουσιωδών πλευρών του συστήματος, μέσω της αμφισβήτησης των θεσμών που το συγκροτούν, είναι ένα φαινόμενο που εξελίσσεται διαχρονικά, η κατάσταση όμως επιδεινώθηκε την περίοδο της οικονομικής κρίσης και της εφαρμογής της πολιτικής των μνημονίων.

Ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρηση του κ. Μαυρή, για τα υψηλά ποσοστά αποδοχής που εμφανίζουν ο στρατός και η αστυνομία, τα οποία συνδέει με την κοινωνική πόλωση (συντηρικοποίηση – ριζοσπαστικοποίηση) που εμφανίστηκε τα χρόνια της κρίσης.

Στα μείον της έρευνας είναι, ότι δεν περιέλαβε τους μεγάλους επιχειρηματίες, οπότε θα είχαμε μια πιο ολοκληρωμένη, δημοσκοπική πάντα, θέση, για την ίδια την οικονομική βάση του συστήματος. Είναι ωστόσο διάχυτη η άποψη, ότι στον κόσμο των μεγάλων επιχειρήσεων, ο καλύτερος έχει σκοτώσει την μάνα του.  

Πότε, κατά την έρευνα πάντα, άρχισε η αποστασιοποίηση και η αμφισβήτηση του κόσμου για την –κυρίαρχη – πολιτική, την Βουλή, τα κόμματα κλπ. Ο κ. Μαυρής, την τοποθετεί χρονικά από τις αρχές της δεκαετίας του 90 και δεν έχει άδικο. Τότε σημειώθηκε στροφή προς την αντίδραση, στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επισημοποιήθηκε με την υπογραφή της συνθήκης του Μάαστριχτ, η οποία και έδωσε το έναυσμα της ολοκληρωτικής επίθεσης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου σε βάρος των λαϊκών κατακτήσεων. Λίγο πολύ, την επίθεση αυτή και τα κομβικά της σημεία (συνθήκη Λισσαβώνας, Λευκή βίβλος για τις εργασιακές σχέσεις, πράσινη βίβλος για την καπιταλιστική ανάπτυξη) την έχουμε παρακολουθήσει βήμα – βήμα, όπως και τις ιδιαιτερότητες της εφαρμογής της από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στο εσωτερικό της χώρας.

Αυτό που φαίνεται εξωτερικά, σαν αντίδραση της κοινωνίας σε φαινόμενα διαφθοράς και άρσης της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς του αστικού κράτους, έχει άμεση σχέση με την επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων από την κλιμακούμενη επίθεση ενάντια του βιοτικού τους επιπέδου. Εδώ επιβεβαιώνεται το διαχρονικό αξίωμα, ότι οι κυβερνητικές πολιτικές που αποσκοπούν στην ένταση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, συνοδεύονται από εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς και πολυποίκιλων σκανδάλων, σαν αυτά που έζησε η ελληνική κοινωνία τις τελευταίες δεκαετίες.

Η επίθεση της αστικής τάξης – μια τάξη που στηρίζεται σε γερμανικά και αμερικανικά δεκανίκια – εντάθηκε μετά την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη, καθώς το πολιτικό σύστημα της χώρας, παρέδωσε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τα τελευταία όπλα προστασίας της εγχώριας οικονομίας, όπως είναι η νομισματική και η συναλλαγματική πολιτική. Και όπως δείξαμε και σε προηγούμενο άρθρο, η ελληνική οικονομία εμφάνισε ραγδαία επιδείνωση τη διετία 2007 – 2008, πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση στην Ευρώπη και πριν αποκλειστεί η χώρα από το διεθνή τραπεζικό δανεισμό στις αρχές του 2010. Και είναι πραγματικά οξύμωρο, η αστική τάξη της χώρας, στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη να έχει οχυρωθεί πίσω από τη θέση της πάση θυσίας υπεράσπισης του ευρώ, τη στιγμή που η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη το 2002, οδήγησε λίγα χρόνια μετά στην επιδείνωση όλων των οικονομικών δεικτών.

Το πολιτικό συμπέρασμα που προκύπτει από τις δύο έρευνες της publicIssus, είναι ότι ο ελληνικός λαός, αντέδρασε στην επίθεση που δέχτηκε από τις αρχές της δεκαετίας του 90 από την ΕΕ και την αστική τάξη της χώρας, είτε με τις κινητοποιήσεις που ξεδιπλώθηκαν για την υπεράσπιση των μισθών, των συντάξεων, των εργασιακών σχέσεων και της κοινωνικής ασφάλισης, είτε με μια λιγότερο ενεργητική αντίσταση, που πήρε τη μορφή της αμφισβήτησης των αστικών θεσμών και της αντίδρασης σε φαινόμενα διαφθοράς, τα οποία πάντα συνοδεύουν τις ασκούμενες αντιλαϊκές πολιτικές. Θα είμασταν άδικοι, αν δεν βλέπαμε, ότι πίσω από την λαϊκή δυσφορία για τους αστικούς θεσμούς και τη διαφθορά, υπόβοσκε, σε εμβρυώδικη και πολιτικά ακατέργαστη ακόμα μορφή, η αντίθεση πολύ μεγάλων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας, προς το ίδιο το σύστημα καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, το οποίο σε τελική ανάλυση ευθύνεται, τόσο για την επίθεση κατά των λαϊκών κατακτήσεων, όσο και για την οικονομική κρίση. Ο διχασμός ανάμεσα στις λαϊκές διαθέσεις και στις ανάγκες αναπαραγωγής του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος σε συνθήκες οξύτατης κρίσης, είναι ιδιαίτερα εμφανής.

Πόσο περιορίστηκε η επιρροή της αστικής τάξης, πάνω στα λαϊκά στρώματα, πόσο δραστικά συρρικνώθηκε η δυνατότητα της να τα χειραγωγεί και να τα ενσωματώνει, αποκαλύφθηκε στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη. Στο διάστημα της μίας εβδομάδας που μεσολάβησε από το δημοψήφισμα, υπήρξε μια άνευ προηγουμένου κινητοποίηση των οργανώσεων της αστικής τάξης, και εκεί είδαμε, ότι η επιρροή της απλώνεται και στα συνδικαλιστικά όργανα των μικρομεσαίων (ΓΣΕΒΕΕ), αλλά και στη θλιβερή ΓΣΕΕ. Το βαρύ πυροβολικό ήταν βέβαια οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί, οι οποίοι άσκησαν ανοιχτή ιδεολογική τρομοκρατία με στόχο να σπείρουν πανικό στον κόσμο και να τον σύρουν στην κάλπη να ψηφίσει υπέρ του ΝΑΙ.

Απέναντί τους, δεν είχαν αντίπαλο, γιατί απλούστατα, το ΟΧΙ δεν το υπερασπίστηκε κανένας πολιτικός φορέας. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, λειτουργώντας καιροσκοπικά, επεδίωκε να υπάρξει ένα οριακό αποτέλεσμα υπέρ της μίας ή της άλλης πλευράς, οπότε με λυμένα πλέον τα χέρια, να πει στον ελληνικό λαό, ότι “εγώ έκανα ό,τι μπορούσα, το εκλογικό όμως αποτέλεσμα ήταν διχαστικό, άρα δεν έχω άλλη επιλογή, από το να υπογράψω το 3ο μνημόνιο”. Το ΚΚΕ με την ακατανόητη (;) στάση του, ουσιαστικά στήριξε το ΝΑΙ.

Και όμως η αστική τάξη ηττήθηκε κατά κράτος. Τα δόντια των καναλιών, που απειλούσαν να κατασπαράξουν τον ελληνικό λαό, αποδείχτηκαν σάπια. Ο πολιτικά ακαθοδήγητος λαός, με το βροντερό 61,3% υπέρ του ΟΧΙ, διεξήγαγε μια περιφανή νίκη, με μεγάλο πολιτικό και ιδεολογικό βάθος. Από τη στιγμή που η αντιπαράθεση, πήρε την μορφή σύγκρουσης των τάξεων, το ΟΧΙ σε νέα μέτρα λιτότητας, πήρε τον χαρακτήρα του ΟΧΙ στους εκμεταλλευτές, ΟΧΙ στη μίζερη ζωή που μας έχουν καταδικάσει να ζούμε, ΝΑΙ σε μία άλλη προοπτική, που θα ενσωματώνει τα στοιχεία της ρήξης και της ανατροπής όλων εκείνων που στέκονται εμπόδιο στο δρόμο για μια διαφορετική οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας.

Αυτό που επίσης ανέδειξε το δημοψήφισμα, είναι ότι υπάρχει σήμερα ένα τεράστιο πολιτικό κενό, στο στρατόπεδο του ΟΧΙ, καθώς δεν υπάρχει πολιτικός φορέας να το εκφράσει και να δώσει προοπτική στη λαϊκή πάλη.

 

Οι κάτω…

Από την πρώτη στιγμή, που ο δυτικός ιμπεριαλισμός και τα εσωτερικά του στηρίγματα, αποφάσισαν να βάλουν στον ελληνικό λαό το χαλινάρι των μνημονίων, ο τελευταίος αντέδρασε με θαυμαστή αποφασιστικότητα και έδειξε τις αγωνιστικές του διαθέσεις. Στις 3 Μάη του 2010, υπογράφηκε το επαίσχυντο 1ο μνημόνιο και στις 5 του Μάη πραγματοποιήθηκε η συγκλονιστική κινητοποίηση του λαού που πλημμύρισε τους δρόμους της Αθήνας και όλων των μεγάλων πόλεων της Ελλάδας. Τρομοκρατημένοι οι κρατικοί και οι παρακρατικοί μηχανισμοί από την λαϊκή αφύπνιση έστησαν την προβοκάτσια της «Μαρφίν» με στους τρεις νεκρούς τραπεζοϋπάλληλους. Ως το Μάη του 2012, πραγματοποιήθηκαν 33 πανελλαδικές απεργίες με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων λαού. Δίπλα στο συνειδητό τμήμα του κινήματος, εμφανίστηκε το τόσο συκοφαντημένο αυθόρμητο κίνημα στις πλατείες, που συσπείρωσε δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου. Και είναι πραγματικά εκπληκτικό, πως άνθρωποι, οι οποίοι λίγες ημέρες πριν ήταν, κατά την λαϊκή έκφραση, αραγμένοι στον καναπέ, μετατράπηκαν σε λαϊκούς αγωνιστές. Επί μήνες συγκρούονταν με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς και τους προβοκάτορες “αναρχικούς”, έφαγαν τόνους χημικών και πάρα πολύ ξύλο, και όμως κάθε απόγευμα ήταν συνεπείς στο ραντεβού τους. Τώρα γιατί το αυθόρμητο αυτό κίνημα, παρέμεινε αυθόρμητο και δεν υπήρξε ώσμωση με το οργανωμένο λαϊκό κίνημα, την απάντηση όλοι την ξέρουμε. Κατά την κα Παπαρήγα και την ηγεσία του ΚΚΕ, το κίνημα αυτό, αν δεν ήταν ύποπτο, λειτουργούσε σίγουρα αποπροσανατολιστικά για την ανάπτυξη «καθαρού» κινήματος με στόχο το σοσιαλισμό. Μικροί άνθρωποι, κατώτεροι των περιστάσεων να ανταποκριθούν στα μεγάλα καθήκοντα που έθεσαν στην ημερήσια διάταξη του κινήματος οι αδήριτοι νόμοι της ιστορίας.

Το αποκαλούμενο “κίνημα στις πλατείες” υποχώρησε τελικά μετά τις διπλές εκλογές του Μάη και του Ιούνη του 2012. Οι αρθρογράφοι και οι πολιτικοί αναλυτές της εποχής, απέδωσαν την υποχώρηση στον κόπωση που είχε επέλθει μετά από 2 χρόνια κινητοποιήσεων, τον φόβο, το πολύ ξύλο που έφαγαν από τα ΜΑΤ. Κατά την άποψη μας, οι ερμηνείες αυτές είναι προβληματικές. Οι εκλογές του Μάη του 2012 είχαν τρία βασικά χαρακτηριστικά: α) την κατεδάφιση των κομμάτων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και την εξαφάνιση του ΛΑΟΣ β) την τυχοδιωκτική επιλογή της ηγεσίας του ΚΚΕ να κατεβάσει στις εκλογές την στρατηγική της πρόταση, γεγονός που οδήγησε την Παπαρήγα να εκστομίσει την φοβερή φράση «δεν είναι ώριμες οι συνθήκες για λαϊκή εξουσία, ψηφίστε ΚΚΕ για ισχυρή αντιπολίτευση» γ) η εντυπωσιακή άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και η εμφάνιση στο πολιτικό προσκήνιο των νεοναζί της Χ.Α.

Εκ του αποτελέσματος οδηγούμαστε στο συμπέρασμα, ότι η ηγεσία του ΚΚΕ την συγκεκριμένη περίοδο λειτούργησε πυροσβεστικά και ήταν ο καθοριστικός παράγοντας που οδήγησε ένα ελπιδοφόρο κίνημα, στην υποχώρηση και την αποστρατεία. Και γιατί αυτό. Την περίοδο 2010 – 2012, υπήρξαν μεγάλες ιδεολογικές και πολιτικές ζυμώσεις στην ελληνική κοινωνία, μπήκαν στην πολιτική πάλη δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες λαού ( αυτοί που κατά τον Λένιν ήταν πριν απαθείς) και σαρώθηκε το δικομματικό σύστημα. Τα πράγματα ήταν οριακά. Και σε αυτές τις οριακές και κρίσιμες στιγμές, ο αγωνιζόμενος κόσμος που θα στρέψει το βλέμμα του και που θα αναζητήσει τους ηγέτες του; Μα φυσικά στο κόμμα εκείνο με τις μεγάλες περγαμηνές που δίκαια έχει αποσπάσει στο πεδίο της ταξικής πάλης, στο κόμμα που ηγήθηκε της ΕΑΜικής αντίστασης και δύο κοινωνικών επαναστάσεων τη δεκαετία του 40. Είχε σημάνει η ώρα το ΚΚΕ να ηγηθεί ενός ολόκληρου λαού, που φώναζε με κάθε τρόπο, ότι ήταν αποφασισμένος να έρθει σε ρήξη και να συγκρουστεί. Αυτό ήταν το απολύτως φυσιολογικό τη συγκεκριμένη στιγμή. Η κα Παπαρήγα όμως και η ηγεσία του ΚΚΕ είχαν διαφορετική άποψη. Δεν είναι ώριμες οι συνθήκες… Κυριολεκτικά πήραν πυροσβεστήρα για να κατασβήσουν την λαϊκή φλόγα. Και εν μέρει τα κατάφεραν…

Παρά την ψυχρολουσία που δέχτηκε ο κόσμος από την ηγεσία του ΚΚΕ, τα επόμενα χρόνια, σε κάθε ευκαιρία που του δινόταν, έδειχνε τις αγωνιστικές του διαθέσεις. Άντεξε τις ταπεινώσεις της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ και ελλείψει πολιτικής ηγεσίας να μπει επικεφαλής του λαϊκού κινήματος, περίμενε καρτερικά να εκφράσει την αντίθεση του. Ο λαός αυτός ήταν που έδωσε το 36% στο ΣΥΡΙΖΑ με την ελπίδα ότι το κόμμα αυτό θα έκανε πράξη το προεκλογικό του πρόγραμμα, συγκεντρώθηκε κατά εκατοντάδες χιλιάδες στην πλατεία Συντάγματος στις 3 Ιούλη, φωνάζοντας ρυθμικά «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» και σε πείσμα όλων των κομματικών ηγεσιών, έδωσε ένα βροντερό 61,3% υπέρ του ΟΧΙ.

Ο λαϊκός παράγοντας παραμένει στο προσκήνιο ετοιμοπόλεμος…

 

Υπάρχει διέξοδος;

Και τώρα πρέπει να δώσουμε απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα που απασχολεί την ελληνική κοινωνία, μετά την άνευ όρων συνθηκολόγηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ με τις δυνάμεις του δυτικού ιμπεριαλισμού. Υπάρχει διέξοδος σήμερα για το λαό. Είναι ρεαλιστικός ένας δρόμος που θα πρέπει να διαβεί για να τον οδηγήσει στο ξέφωτο.

Πριν δώσουμε απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα, θα θέλαμε να επισημάνουμε, ότι για τους οπαδούς του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού, οι λύσεις που καλούνται να προτείνουν τα πολιτικά υποκείμενα στα κρίσιμα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, δεν μπορεί να είναι εγκεφαλικές και βολονταριστικές, αλλά θα πρέπει να βρίσκονται σε συνάρτηση με την αντικειμενική πραγματικότητα και το συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, έτσι όπως αυτός έχει διαμορφωθεί τη συγκεκριμένη στιγμή. Διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος της διολίσθησης στον άκρατο υποκειμενισμό και τον ιδεαλισμό (δεν παίρνω υπόψη μου τις κοινωνικές συνθήκες όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί αντικειμενικά έξω από συνείδηση μου, αλλά χαράσσω τους στόχους πάλης με κριτήριο ένα κόσμο και μια «πραγματικότητα» που εγώ έχω διαμορφώσει στο μυαλό μου).

Έτσι βλέπουμε την ηγεσία του ΚΚΕ, ανεξάρτητα από τις μεταβαλλόμενες συνθήκες και τις αναγκαιότητες της ταξικής πάλης, να επαναλαμβάνει, σαν χαλασμένη πλάκα γραμμοφώνου το τρίπτυχο: Κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, διαγραφή του χρέους και έξοδος από την ΕΕ. Αυτά έλεγε το 2010, αυτά λέει και σήμερα, αυτά πιθανότατα θα λέει και το 2020, το 2030….Μα είναι πολιτική επαναστατικού κόμματος αυτή;

Από την άλλη, οι διάφορες ποικιλώνυμες ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, αντιγράφουν δογματικά μέρος των θέσεων του Απρίλη που διατύπωσε ο Λένιν τη συγκεκριμένη περίοδο στη Ρωσία του 1917 και νομίζουν, ότι αυτή είναι η λύση και για το σημερινό ελληνικό πρόβλημα.

Αντίθετα, επειδή εμείς μένουμε στο έδαφος του επιστημονικού σοσιαλισμού, πιστεύουμε ότι η λύση στο πρόβλημα, η απάντηση στο ερώτημα «τι να κάνουμε» απαιτεί την αυστηρή ανάλυση της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Κατά πρώτο πρέπει να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα, αν ο ελληνικός λαός τα τελευταία 5,5 χρόνια, δέχεται επίθεση και από ποιους; Δεν χρειάζεται να έχει κάποιος μεγάλη πολιτική εμπειρία για να καταλάβει, ότι ο ελληνικός λαός, από το 2010 δέχεται επίθεση από το δυτικό ιμπεριαλισμό, όπου πρωταγωνιστικό ρόλο έχει το γερμανικό κεφάλαιο, ενώ σε δεύτερο πλάνο βρίσκονται οι ΗΠΑ, η Γαλλία και άλλοι «σύμμαχοι». Επίσης, δεν χρειάζεται να χαλάσουμε πολύ φαιά ουσία για να καταλάβουμε, ότι τα ντόπια στηρίγματα του δυτικού ιμπεριαλισμού, έχουν σε μεγάλο βαθμό υπονομευτεί, και αν ο λαός είχε να κάνει μόνο με την εσωτερική αντίδραση, θα είχε προ πολλού κλείσει τους λογαριασμούς μαζί της.

Αν επομένως συμφωνήσουμε, ότι ο λαός της χώρας δέχεται επίθεση από το δυτικό – γερμανικό – ιμπεριαλισμό, θα πρέπει επίσης να συμφωνήσουμε πως θα αποκρούσουμε την επίθεση αυτή. Εκ των πραγμάτων ο αγώνας του ελληνικού λαού έχει χαρακτήρα αντιιμπεριαλιστικό, από τη στιγμή που συμφωνούμε ότι πρέπει να αμυνθούμε ενάντια σε πραγματικούς και όχι φανταστικούς εχθρούς.

Η αντιιμπεριαλιστική πάλη του ελληνικού λαού, είναι συνυφασμένη με την υπεράσπιση της Εθνικής Ανεξαρτησίας της χώρας, η οποία έχει αμφισβητηθεί και έχει υπονομευτεί λόγο της εξαρτημένης θέσης του «ελληνικού» καπιταλισμού στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Εξάρτηση, η οποία την περίοδο εφαρμογής των μνημονίων, έγινε ασφυκτική κυριολεκτικά εξουθενωτική.

Αν δεν γίνει ευρύτερα κατανοητό στις πολιτικές ηγεσίες της Αριστεράς, ότι φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση, προϋποθέτει την αντιιμπεριαλιστική πάλη για την κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας της χώρας (έξοδος από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ), τότε αυτές θα συνεχίσουν να ομφαλοσκοπούν και να περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους, όπως δυστυχώς, κάνουν τα τελευταία 5,5 χρόνια.

Και ο σοσιαλισμός; Τι θα γίνει με τη σοσιαλιστική προοπτική της χώρας; Η απάντηση στο δεύτερο αυτό ερώτημα, συνδέεται άμεσα με τη δημιουργία του κοινωνικοπολιτικού μετώπου που θα ηγηθεί της αντιιμπεριαλιστικής πάλης για την κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας.

Σε κοινωνικό επίπεδο, ηγέτιδα δύναμη του μετώπου, δεν μπορεί παρά να είναι η εργατική τάξη της χώρας. Είναι η πολυπληθέστερη τάξη της ελληνικής κοινωνίας, λόγο της θέσης της στην παραγωγή η περισσότερο εκμεταλλευόμενη τάξη, είναι αυτή που σήκωσε τις μεγαλύτερες και βαρύτερες συνέπειες της οικονομικής κρίσης και τις πολιτικές των μνημονίων, ενώ έχει μεγάλη εμπειρία στην ταξική πάλη. Δίπλα στην τάξη ηγέτη της αντιιμπεριαλιστικής πάλης, την εργατική τάξη, θέση έχουν όλα τα καταπιεζόμενα από το διεθνή ιμπεριαλισμό και το μονοπωλιακό κεφάλαιο, στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, πρώτα και κύρια, οι φτωχοί αγρότες και τα φτωχά μικρομεσαία στρώματα των πόλεων.

Και η εγγύηση ότι ο αγώνας δεν θα σταματήσει στη μέση και ότι θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος, είναι ακριβώς ο πρωτοπόρος ρόλος που καλείται να διαδραματίσει το εργατικό στοιχείο.

Και ένα τελευταίο θέμα. Ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας για την κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας και ο αγώνας για τη σοσιαλιστική προοπτική της χώρας, δεν χωρίζονται με σινικά τείχη. Αντίθετα υπάρχει μια διαλεκτική σύνδεση μεταξύ τους. Το θέμα της εθνικοποίησης των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων, κρίνεται αναγκαίο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, σε αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, αλλά αποτελούν και βήματα για το σοσιαλισμό.

Και όλη αυτή η διαδικασία, δεν πρόκειται να κρατήσει επί μακρό. Όπως έχει δείξει και η διεθνής εμπειρία, τα ζητήματα της αντιιμπεριαλιστικής πάλης και της σοσιαλιστικής προοπτικής της χώρας, δεν θα κριθούν σε βάθος χρόνων, αλλά σε διάστημα μηνών…

Ο λαός έχει δείξει με χίλιους τρόπους, ότι είναι αποφασισμένος να έρθει σε ρήξη και να συγκρουστεί με τις δυνάμεις που καταδυναστεύουν τη ζωή του. Το ερώτημα είναι αν οι πολιτικές ηγεσίες που επαγγέλλονται το σοσιαλισμό, αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και μπουν επικεφαλής της λαϊκής πάλης.  

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας