Εργατικός Αγώνας

Όλα τα σχολεία «πρότυπα»

Γράφει ο Γιάννης Σταύρου.

Με την ύπαρξη και τη σκοπιμότητα των Πειραματικών σχολείων δεν μπορεί, νομίζω, κανείς να διαφωνήσει, ιδιαίτερα όταν αυτά λειτουργούν πραγματικά ως πειραματικά. Όταν δηλαδή εφαρμόζονται νέα προγράμματα και μέθοδοι διδασκαλίας, τα δε αποτελέσματα από την εφαρμογή αυτών μετρώνται, λαμβάνονται υπόψη και είτε γενικεύονται είτε απορρίπτονται.

Να σημειώσω ότι κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ στην ελληνική εκπαίδευση τις τελευταίες τουλάχιστον δεκαετίες, αντίθετα οι αλλαγές –μεταρρυθμίσεις όπως αδόκιμα συνήθως λέγονται- επιβλήθηκαν χωρίς προηγούμενη δοκιμαστική εφαρμογή ως εφαρμογή των στόχων και των εξαγγελιών της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας.

Οι σκοποί ίδρυσης και λειτουργίας των Πρότυπων σχολείων, όπως αποτυπώνονται στο σχέδιο νόμου και στην αιτιολογική έκθεση που το συνοδεύει, είναι ίδιοι με αυτούς των Πειραματικών σχολείων. Μόνη διαφορά αποτελεί η «καλλιέργεια της αριστείας». Είναι φανερό ότι ο μόνος λόγος ύπαρξης και αριθμητικής διεύρυνσης των Προτύπων είναι η προώθηση της «αριστείας». Τα υπόλοιπα είναι περιττά.

Η αριστεία, ωστόσο, (η υψηλή δηλ. επίδοση σε έναν τομέα όχι κατ’ ανάγκη γνωστικό) προκύπτει σε όλα τα σχολεία. Και είναι θεμιτή και υγιής όταν πηγάζει μέσα από το περιβάλλον του μαθητή, από το σχολείο της γειτονιάς του, χωρίς ανταγωνισμούς αλλά με συνεργασία, άμιλλα, στήριξη και αξιοποίηση όλων των δημιουργικών δυνατοτήτων και ενδιαφερόντων  των μαθητών. Από ένα τέτοιο περιβάλλον θα προκύψουν και οι μη γνωστικές «αριστείες» (υψηλές δηλ. επιδόσεις δε τομείς όπως οι τέχνες, ο αθλητισμός κ.ά.) οι οποίες, ωστόσο, δεν αφορούν το Υπουργείο.  Το υγιές πρότυπο της αριστείας δεν ενισχύεται σε  χωριστούς χώρους, σε διαφοροποιημένα σχολεία (όπως ισχυρίζονται οι συντάκτες της αιτιολογικής έκθεσης)  αλλά μέσα σε κάθε σχολείο, σε κοινωνικά ισορροπημένο περιβάλλον εκεί όπου δρα ο καθένας και συνδιαμορφώνει την κοινωνική πραγματικότητα.  

Με το σχέδιο νόμου η αριστεία γίνεται πρωταρχικός στόχος σε βάρος, όπως είναι φυσικό, της ισόρροπης και ολόπλευρης ανάπτυξης όλων των παιδιών, της συναισθηματικής και κοινωνικής ανάπτυξής τους. Παραβιάζονται διαχρονικές αξίες, ακόμα και το ίδιο το σύνταγμα ενδεχομένως (είναι και αυτό θέμα … ερμηνείας). Έτσι, για να ενισχυθεί η αριστεία, σε γνωστικούς, μόνο, τομείς, η ηγεσία του Υπουργείου προτίθεται να ξεκόψει τους δυνάμει άριστους από το γενικό σύνολο, να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την αριστεία και να την στηρίζει με εξωτερικούς ενισχυτές. Μόνο που το περιβάλλον αυτό δεν θα είναι αντιπροσωπευτικό της κοινωνίας μας και των διεργασιών της, τα παιδιά θα εκπαιδεύονται σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον. Μπορεί οι επιδόσεις τους στα μαθήματα να γίνουν υψηλές αλλά το κόστος, ακόμα και για τους ίδιους τους άριστους μαθητές, μέσα από ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον (ο ανταγωνισμός είναι φυσικό επακόλουθο της αριστείας) δεν μπορεί να υπολογιστεί. 

Η ύπαρξη καλών και λιγότερο καλών σχολείων, ανώτερων και κατώτερων, σχολείων για την ελίτ και λαϊκών σχολείων αρχικά αναδεικνύει τις ταξικές και άλλες διαφορές της κοινωνίας μας. Η θέση περί διαφοροποίησης των σχολείων δεν είναι καινούργια, εξάλλου στις κοινωνίες με διακρίσεις θα υπάρχουν σχολεία και εκπαίδευση διαφορετικών ταχυτήτων.  Η μόνη ανάγκη που υπηρετούν αυτού του τύπου τα σχολεία είναι ο διαχωρισμός (να μας θυμίζει ότι δεν είμαστε όλοι ίσοι) ο ανταγωνισμός που αποτελεί δομικό στοιχείο της κοινωνίας μας σε αυτό το στάδιο ανάπτυξής της καθώς και η διαιώνιση των διακρίσεων. 

Ένα ερώτημα: Πώς στηρίζεται επιστημονικά η θέση σύμφωνα με την οποία πρέπει να ωφεληθούν αυτοί που έχουν καλύτερες επιδόσεις κι όχι αυτοί που υστερούν και επομένως χρειάζονται επιπλέον ενίσχυση; Πώς αποτυπώνεται η ευαισθησία για τους μαθητές με μαθησιακές και άλλες δυσκολίες οι οποίοι αποκλείονται εκ των πραγμάτων από τα Πρότυπα; Ενώ το ζητούμενο, σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο, είναι η λήψη μέτρων για τους αδύναμους καθώς σύμφωνα με τον Αριστοτέλη «δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των άνισων», με το σχέδιο νόμου επιχειρείται μια στρέβλωση: ενισχύονται περισσότερο αυτοί που υπερέχουν (γνωστικά πάντα για να μην υπάρχει παρεξήγηση).

Αυτό που πραγματικά χρειάζεται η κοινωνία μας είναι στήριξη, αναβάθμιση, των δημόσιων σχολείων όλης της επικράτειας για όλα τα παιδιά και ιδιαίτερα για εκείνα που οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες τους στερούν τη δυνατότητα να αναπτύξουν τις ικανότητές τους.

Αφού λοιπόν η πρόθεση του Υπουργείου, αναφορικά με τα Πρότυπα, είναι η διαμόρφωση «των πλέον κατάλληλων προϋποθέσεων που θα προάγουν τη διαρκή αυτο-βελτίωση των μαθητών, καθώς και τη μεθοδικότερη και συστηματικότερη καλλιέργεια και ανέλιξη των ιδιαίτερων μαθησιακών τους δυνατοτήτων, κλίσεων και ταλέντων» (αιτιολογική έκθεση) γιατί αυτό να αφορά μόνο τους μαθητές των Πρότυπων κι όχι όλους τους μαθητές; Οπότε, ναι, ας γίνουν όλα τα σχολεία «Πρότυπα». 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν κείμενο δεν θα είχε νόημα να σταλεί στην διαβούλευση του Υπουργείου καθώς η ίδρυση των Πρότυπων σχολείων είναι πολιτική επιλογή της κυβέρνησης. Δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει βελτιωτικά καθώς έρχεται σε αντίθεση επί της αρχής κι όχι με πλευρές της λειτουργίας τους. Μπαίνει όμως στη διαδικασία μιας άλλης … διαβούλευσης κι ίσως πιο ουσιαστικής.

 

OΓιάννης Σταύρου είναι προϊστάμενος του Κέντρου Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (ΚΕΣΥ) Ιωαννίνων και γραμματέας της Ένωσης Γονέων Ιωαννίνων.

 

Πηγή: alfavita.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας