Εργατικός Αγώνας

Ο κυπριακός λαός έχει το λόγο

Σε συνέντευξη που έδωσε στην Καθημερινή της Κυριακής 13/12/2015, αλλά και σε δηλώσεις αργότερα, ο πρόεδρος της Κύπρου Ν. Αναστασιάδης, μεταξύ άλλων, κάνει ορισμένες διαπιστώσεις σχετικά με την πορεία των συνομιλιών για τη λύση του Κυπριακού.

Κύριο χαρακτηριστικό των δηλώσεων που εκφράζουν και τις μεγάλες δυσκολίες αλλά και την έλλειψη συγκεκριμένης αγωνιστικής στάσης είναι οι αντιφάσεις. Π.χ με τον Ακιντζί μπορούμε να βρούμε λύση ή έχουν σημειωθεί βήματα προόδου, παραμένουν όμως τα ακανθώδη προβλήματα όπως ο καθοριστικός αλλά αρνητικός ρόλος της Τουρκίας.

Για την ενημέρωση των αναγνωστών του Εργατικού Αγώνα παρατίθεται σύντομη ιστορική αναδρομή. Αξιοποιήθηκαν στοιχεία και διαπιστώσεις της Κυπριακής Βουλής για το φάκελο της Κύπρου.

 

Ιστορική αναδρομή

Η Κύπρος κατακτήθηκε από την Οθωμανική αυτοκρατορία το 1570.

Το 1878 παραχωρήθηκε έναντι ενοικίου στη Μεγάλη Βρετανία.

Η ίδρυση του ελληνικού κράτους που μορφοποιήθηκε από την άφιξη του Καποδίστρια και η απαλλαγή από την τουρκική κυριαρχία οδηγούσαν τον κυπριακό λαό, τη θρησκευτική και πολιτική ηγεσία, με υπομνήματα και συλλαλητήρια, να αναδείχνουν το αίτημα της ένωσης με την Ελλάδα. Ωστόσο, οι απαντήσεις της Μ. Βρετανίας μέχρι το 1914 ήταν ότι η Κύπρος ανήκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία.

Στις 5 Νοέμβρη 1914 η Βρετανία προσάρτησε την Κύπρο ως αντίποινα στην Τουρκία για την είσοδο της στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας ακυρώνοντας τη Συνθήκη του 1878.

Στις 17 Οκτώβρη του 1915 ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Γκρέι πρότεινε στην Ελλάδα να της «παραχωρήσει την Κύπρο αν έβγαινε αμέσως στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων». Η ελληνική κυβέρνηση του Αλ. Ζαΐμη δεν αποδέχτηκε την πρόταση.

Η Τουρκία, ηττημένη του Α Παγκοσμίου πολέμου, με τη Συνθήκη των Σεβρών   το 1920 και της Λωζάνης το 1923, παραιτείται από κάθε δικαίωμα στην Κύπρο.

Στις 10 Μάρτη 1925 η Κύπρος ανακηρύχθηκε αποικία του Στέμματος της Μ. Βρετανίας.

Στις 20 Οχτώβρη του 1931 πραγματοποιήθηκαν κινητοποιήσεις που κράτησαν πέντε μέρες. Πήραν τη μορφή της εξέγερσης με αίτημα την ένωση με την Ελλάδα. Ο μητροπολίτης Κιτίου κήρυξη την ένωση με την Ελλάδα και την ανυπακοή στις βρετανικές αρχές. Οι βρετανοί εφάρμοσαν το νόμο εκτεταμένων μέτρων. Συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν περισσότερα από 1000 άτομα και εκτοπίστηκαν πολλοί. Το ΚΚ Κύπρου κηρύχθηκε παράνομο, η ηγεσία του συνελήφθη και εξορίστηκε, Απαγορεύτηκε η διδασκαλία της ελληνικής ιστορίας. Τα έκτακτα μέτρα κράτησαν 8 χρόνια.

 

Ο απελευθερωτικός αγώνας και η ανεξαρτησία

Σημαντικό ιστορικό γεγονός απετέλεσε η εκλογή του Μακάριου Γ΄ σε μητροπολίτη Κιτίου το 1948 και σε αρχιεπίσκοπο Κύπρου το 1950.

Στις 15 Ιανουαρίου 1950 πραγματοποιήθηκε δημοψήφισμα για την ένωση με την Ελλάδα. Από τους 224747 που είχαν δικαίωμα υπέγραψαν υπέρ της ένωσης 215108 (το 95,7%).

Προσπάθειες διεθνοποίησης έγιναν από τον Μακάριο το 1953 για εγγραφή και συζήτηση στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ενώ η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να τη στηρίξει.

Η Ελλάδα κατέθεσε για πρώτη φορά προσφυγή για το Κυπριακό (κυβέρνηση Παπάγου) στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1954.

Την 1η Απρίλη του 1955 αρχίζει ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ με στόχο αυτοδιάθεση-ένωση. Πολιτικός αρχηγός ήταν ο Μακάριος και στρατιωτικός ο Γ. Γρίβας-Διγενής.

Τον Σεπτέμβρη του 1955, με πρόσκληση της Μ. Βρετανίας, πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο τριμερής διάσκεψη για το Κυπριακό ανάμεσα στη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Ήταν η πρώτη επίσημη εμπλοκή της Τουρκίας στο Κυπριακό μετά τη Λοζάνη το 1923. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε μεγάλη διπλωματική νίκη της Τουρκίας και μεγάλη διπλωματική ήττα της Ελλάδας.

Στη συνέχεια (1956) η Τουρκία διαμόρφωσε σχέδιο για την επανάκτηση της Κύπρου όπου, μεταξύ άλλων, έθετε θέμα ξεχωριστών δημοψηφισμάτων, μετακίνησης πληθυσμού, μετάβασης Τούρκων στην Κύπρο ώστε το ποσοστό να φθάσει σ’ αυτό που ανερχόταν επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Το Μάρτη του 1957 επισημοποιείται η εμπλοκή των ΗΠΑ στο Κυπριακό. Στις συνομιλίες ΗΠΑ-Βρετανίας συμφωνήθηκε, μεταξύ άλλων, ότι το Κυπριακό στο εξής θα αντιμετωπιζόταν στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.

Το Φεβρουάριο του 1959 οι κυβερνήσεις Μ. Βρετανίας-Ελλάδας-Τουρκίας προσυπέγραψαν στη Ζυρίχη συμφωνία παραχώρησης ανεξαρτησίας στην Κύπρο. Η συμφωνία επαναβεβαιώθηκε στο Λονδίνο με τη συμμετοχή εκπροσώπων των δυο κοινοτήτων της Κύπρου. Με τη συμφωνία διαφώνησαν το ΑΚΕΛ, ο Τάσσος Παπαδόπουλος και ο Βάσσος Λυσσαρίδης. Η συμφωνία περιλάμβανε κείμενο συμφωνίας (Συνθήκη Εγκαθίδρυσης),, Συνθήκη Εγγυήσεως, Συνθήκη Συμμαχίας και μια συμφωνία Καραμανλή-Μεντερές της οποίας το περιεχόμενο δεν δόθηκε ποτέ στη δημοσιότητα.

Οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη προέδρου και αντιπροέδρου πραγματοποιήθηκαν στις 13 Δεκέμβρη 1959. Εξελέγη από την ελληνική κοινότητα πρόεδρος ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος και από την τουρκοκυπριακή κοινότητα αντιπρόεδρος ο Φαζίλ Κουτσιούκ.

Η Κυπριακή Δημοκρατία αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητο κράτος από το σύνολο των χωρών και έγινε αποδεκτή ως πλήρες μέλος του ΟΗΕ. Το 1961 προσχώρησε στο Κίνημα των Αδεσμεύτων.

 

Τα τουρκικά σχέδια εξυφαίνονται

Το Νοέμβριο του 1963 ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος υπέβαλε στον αντιπρόεδρο Φ. Κουτσιούκ έγγραφο προς συζήτηση με το οποίο πρότεινε στην τουρκοκυπριακή κοινότητα την αναθεώρηση 13 άρθρων του συντάγματος, ώστε η λειτουργία της νεαρής Δημοκρατίας να καταστεί πλέον εύρυθμη. Οι προτάσεις είχαν κοινοποιηθεί και στις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις.

Στις 23 Δεκεμβρίου 1963 ξέσπασε η τουρκοκυπριακή ένοπλη ανταρσία. Οι Τουρκοκύπριοι υπουργοί αποχώρησαν από την κυβέρνηση και οι Τουρκοκύπριοι δημόσιοι υπάλληλοι από τη δημόσια υπηρεσία. Υπό την ένοπλη βία των ανδρών της τρομοκρατικής τουρκοκυπριακής οργάνωσης ΤΜΤ, ηγέτης της οποίας ήταν ο Ραούφ Ντενκτάς, οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι του νησιού μετακινήθηκαν και συγκεντρώθηκαν σε συγκεκριμένες περιοχές όπου σχηματίσθηκαν αμιγείς θύλακες, στους οποίους δεν επιτρεπόταν η είσοδος Ελληνοκυπρίων ούτε και η άσκηση ελέγχου από τη νόμιμη κυβέρνηση.

Το Μάρτιο του 1964 οι Τουρκοκύπριοι προχώρησαν στη σύσταση της Γενικής Επιτροπής, η οποία τέθηκε υπό την ηγεσία του αντιπροέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Φ. Κουτσιούκ και ανέλαβε παράνομα και αυθαίρετα την άσκηση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας.

Τον Ιούνιο του 1964 συγκροτήθηκε η Εθνική Φρουρά (ΕΦ) η οποία στελεχώθηκε με Ελλαδίτες αξιωματικούς, καθώς και Ελληνοκυπρίους αξιωματικούς και άνδρες που υπηρετούσαν στον Κυπριακό Στρατό. Το σύνολο των υπηρετούντων στην ΕΦ το 1974 ήταν περίπου 15.000 άνδρες.

Την ίδια περίοδο (1964) με απόφαση του πρωθυπουργού της Ελλάδας Γ. Παπανδρέου εγκαταστάθηκε σταδιακά στην Κύπρο η Ελληνική Μεραρχία «για να προστατεύσει το νησί από ενδεχόμενη υλοποίηση από την Τουρκία της απόφασης για εισβολή». Η Μεραρχία αριθμούσε περίπου 8.500 άνδρες

Τον Ιούλιο του 1964 πραγματοποιήθηκαν στη Γενεύη συναντήσεις αντιπροσωπιών της Ελλάδος και της Τουρκίας για διευθέτηση του Κυπριακού. Των συνομιλιών προηγήθηκε επίσκεψη στις ΗΠΑ του Έλληνα πρωθυπουργού Γεώργιου Παπανδρέου (24.6.1964 – 28.6.1:964).

Σταθερή θέση των ΗΠΑ ήταν η απομάκρυνση του Κυπριακού από τα πλαίσια των HE και ενδονατοϊκή διευθέτησή του με μυστικές συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο Καμπ Ντέιβιντ, υπό την εποπτεία των ΗΠΑ. Τη θέση αυτή απέρριψε σθεναρά ο Έλληνας πρωθυπουργός.

Από την πλευρά των ΗΠΑ υπήρξε εμφανής εκβιασμός για την αποδοχή της πρότασης τους κινδυνολογώντας ότι, σε περίπτωση απόρριψης, δεν επρόκειτο να αποτρέψουν την Τουρκία από την πραγματοποίηση εισβολής στην Κύπρο.

Από την πλευρά του ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών ανέφερε:             

«Λύσεις είναι δύο: Ένωοις ή διχοτόμησις. Πάσα άλλη λύσις δεν είναι διαρκής. Αλλά τα σημερινά δεδομένα δεν επιτρέπουν ούτε Ένωσιν, ούτε διχοτόμησιν. Προς αποτροπήν των εκ της ανεξαρτησίας κινδύνων, θα έδει να αφαιρεθή η εξωτερική κυριαρχία από την Κύπρον και να αναληφθή αύτη υπό μικτής ελληνοτουρκικής επιτροπής κατ’ αναλογίαν των πληθυσμών».

 

Ο ρόλος της χούντας

Συνέχεια στις παραπάνω προσπάθειες επεδίωξε να δώσει και το δικτατορικό καθεστώς των Αθηνών, το οποίο είχε προκόψει από το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, με τις συνομιλίες τις οποίες είχε συγκαλέσει στον Έβρο.         

Οι συνομιλίες στον Έβρο πραγματοποιήθηκαν με πρωτοβουλία της χούντας χωρίς προκαθορισμένη ημερήσια διάταξη, αλλά και χωρίς προετοιμασία, όπως αποδεικνύεται από το περιεχόμενο των συζητήσεων. Έλαβαν χώρα την 9η και τη 10η Σεπτεμβρίου 1967.

Την ελληνική αντιπροσωπία αποτελούσαν οι:

Κ. Κόλλιας, πρόεδρος της τότε στρατιωτικής κυβέρνησης,

Γρ. Σπαντιδάκης, αντιπρόεδρος,

Π. Οικόνόμου-Γκούρας, υπουργός Εξωτερικών,

Γ. Παπαδόπουλος, υπουργός Προεδρίας,

Γ. Χριστόπουλος, υφυπουργός Εξωτερικών,

Δελιβάνης και Θεοδωρόπουλος, πρεσβευτές,

Κωττάκης και Λαγάκος, σύμβουλοι,

Αλέξανδρου, συνταγματάρχης, σύμβουλος, διερμηνέας.

Επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπίας ήταν οι Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, πρωθυπουργός, και I. Τσαγλαγιαγκίλ, υπουργός Εξωτερικών. Επιπλέον, συμμετείχαν οι ακόλουθοι:

Ζεκί Κουνεράλπ, γενικός γραμματέας υπουργείου Εξωτερικών (πρακτικογράφος),

Ιλτέρ Τουρκμέν και Τουράν Τουλούι, πρεσβευτές,

Μουαμμέρ Εκονόμ, Αντνάν Μπουλάκ και Οκτάι Ιστζέν, σύμβουλοι,

Σουάπ Μπιλγκέ, καθηγητής διεθνούς δικαίου, νομικός σύμβουλος στο Υπουργείο Εξωτερικών, Συνταγματάρχης Τάνσου (πιθανόν ο Ισμαήλ).

Η ελληνική αντιπροσωπία επανέφερε την προηγούμενη χρονολογικά πρόταση (1966) για ένωση τής Κύπρου με την Ελλάδα με αντάλλαγμα την παραχώρηση της βάσης της Δεκέλειας στην Τουρκία υπό τη μορφή της εκμίσθωσης, χωρίς να αποκλείει και την παραχώρηση στην Τουρκία καθεστώτος πλήρους κυριαρχίας. Η δικαιολογία κατάλυσης της κυπριακής ανεξαρτησίας με την προώθηση της παραπάνω πρότασης ήταν η αποτροπή προσχώρησης της Κύπρου στο «σιδηρούν παραπέτασμα».

Σύμφωνα με τα πρακτικά της συνάντησης, η τουρκική αντιπροσωπία συνόψισε τις θέσεις της για μελλοντική λύση του Κυπριακού στα εξής:

  1. Διασφάλιση των στρατηγικών συμφερόντων της Τουρκίας. Η όποια συμφωνία θα πρέπει να παρέχει συγκεκριμένες εγγυήσεις.
  2. Διασφάλιση πολιτικής ισορροπίας την οποία καθιέρωσαν οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου για τα δικαιώματα και τα συμφέροντα τόσο των δύο κοινοτήτων όσο και της Ελλάδας και της Τουρκίας.
  3. Συγκεκριμένες εγγυήσεις για τη διασφάλιση της τουρκοκυπριακής κοινότητας.
  4. Αναγνώριση χωριστής προσωπικότητας στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.
  5. Συμμετοχή της τουρκοκυπριακής κοινότητας στη διοίκηση της νήσου.
  6. Διασφάλιση της τοπικής αυτοδιοίκησης των Τουρκοκυπρίων.
  7. Το μελλοντικό καθεστώς της νήσου θα είναι καθεστώς που δε θα μπορεί να παραβιασθεί.
  8. Λήψη μέτρων που να διασφαλίζουν το οικονομικό μέλλον των Τουρκοκυπρίων.
  9. Επίτευξη των παραπάνω με τη μεταβολή της Κύπρου σε ομοσπονδία με γεωγραφική βάση. Θα αποτελείται από δυο επαρχίες, την ελληνική και την τουρκική. Η καθεμιά θα έχει εσωτερική αυτονομία, νομοθετική, διοικητική και δικαστική εξουσία.
  10. Οι βρετανικές βάσεις, οι οποίες θα εγκαταλειφθούν, θα περιέλθουν ανά μία στην κατοχή της Ελλάδας και της Τουρκίας.
  11. Ελλάδα και Τουρκία θα διατηρούν στην Κύπρο ισοδύναμες στρατιωτικές δυνάμεις σε αριθμό στρατιωτών και οπλισμού.

Ο Ντεμιρέλ τόνισε ότι το σύνταγμα του 1960 προέβλεπε ομοσπονδία βασιζόμενη επί των ατόμων. Λόγω της σημερινής κατάστασης, για να αποφευχθούν στο μέλλον οι ίδιες εξελίξεις θα πρέπει να μεταβληθεί σε ομοσπονδία με γεωγραφική βάση.

Σημειώνεται επίσης το γεγονός ότι το Μάιο του 1967 επισκέφθηκε τον τότε πρωθυπουργό της χούντας Κ. Κόλλια για συνομιλίες ο Ρ. Νίξον, μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ (1968-1974 ο οποίος την περίοδο εκείνη εκτελούσε χρέη νομικού συμβούλου της τουρκικής κυβέρνησης (κατάθεση Κ. Κόλλια, 26.2.1987, σελ. 113).                         

Την 31η Οκτωβρίου 1967 συνελήφθη ο Ραούφ Ντενκτάς στην ακτή της Καρπασίας, μεταξύ Αγίου Θεοδώρου Καρπασίας και Βοκολίδας, όταν προσπάθησε ανεπιτυχώς να αποβιβασθεί στην τουρκοκυπριακή συνοικία της Λάρνακας (αποφυλακίσθηκε στις 12 Νοεμβρίου και απελάθηκε στην Τουρκία).

 

Απόπειρες ανατροπής του Μακάριου

Η εκδήλωση της πραξικοπηματικής ανατροπής του αρχιεπισκόπου Μακαρίου δεν ήταν ένα στιγμιαίο γεγονός. Ήταν το αποκορύφωμα της συνωμοτικής δραστηριότητας η οποία εκπορευόταν από διάφορους κύκλους στην Αθήνα και στόχευε στην ενδονατοϊκή επίλυση του Κυπριακού. Ο αρχικός προσδιορισμός αυτών των ενεργειών τοποθετείται στο 1965. Στη συνέχεια, με την ανάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα από τη χούντα, προσλαμβάνει πλέον επιθετική μορφή και με την καθοδήγησή της σχεδιάζονται απόπειρες δολοφονίας του αρχιεπισκόπου Μακαρίου, αλλά και διενέργειας πραξικοπήματος.

Το Μάρτιο του 1970 υπήρξε το σχέδιο ΕΡΜΗΣ, το οποίο θα εφαρμοζόταν μετά τη δολοφονία τού Μακαρίου.

Τον Ιούλιο του 1973 ο Γ. Γρίβας εκπόνησε εκ μέρους της ΕΟΚΑ Β’ σχέδιο πραξικοπήματος με την κωδική ονομασία ΝΙΚΗ, το οποίο, όπως ανέφερε, θα μπορούσε να υλοποιηθεί πριν από τις 20 Ιουλίου 1973,

Περίπου 20 λεπτά μετά την εκδήλωση της επίθεσης εναντίον του προεδρικού μεγάρου και τη συνειδητοποίηση της κατάστασης, πρόεδρος αρχιεπίσκοπος Μακάριος με προτροπή των συνεργατών του εγκατέλειψε το προεδρικό μέγαρο από τη δυτική πλευρά, Από εκεί κατέληξαν στην Πάφο όπου το απόγευμα στις 5.30 ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος εκφώνησε το γνωστό λόγο από τον ελεύθερο ραδιοφωνικό σταθμό Πάφου.

 

Και τώρα τι;

Παίρνοντας υπόψη την ιστορική πείρα, τη σημερινή διεθνή κατάσταση, τις μηχανορραφίες και πιέσεις των ιμπεριαλιστών και την κατάσταση στο νησί, βγαίνουν αβίαστα μερικά συμπεράσματα:

α) στην πραγματικότητα υπάρχει άτυπη και παράνομη τριχοτόμηση της Κυπριακής Δημοκρατίας (τουρκική κατοχή, αγγλικές βάσεις, τμήμα ελεγχόμενο από την κυπριακή κυβέρνηση).

β) ασκούνται πιέσεις για λύση ελεγχόμενου κράτους ενταγμένου στις ΝΑΤΟικές δομές.

γ) Επιδιώκεται να καμφθούν οι αντιδράσεις του Κυπριακού λαού -κυρίως των Ελληνοκυπρίων- ομολογώντας ξεδιάντροπα ότι το σχέδιο Ανάν ήταν δοτό χωρίς καμία διαπραγμάτευση.

δ) οι αμερικανονατοϊκοί ιμπεριαλιστές απειλούν, πιέζουν και ταυτόχρονα ποντάρουν στην κούραση του λαού της ελληνικής και διεθνούς κοινής γνώμης.

Η συγκρότηση πατριωτικού Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού κινήματος Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων μπορεί να είναι η απάντηση. Η επαγρύπνηση είναι αναγκαία.

Τελικά, ο κυπριακός λαός έχει το λόγο.

 

Β. Κ.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας