Εργατικός Αγώνας

75 χρόνια ΕΑΜ: Μια οργάνωση που έγινε λαός

Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος.

Στις 27 Σεπτέμβρη του 1941, γύρω στις 8 το βράδυ, σ’ ένα μικρό σπιτάκι δύο δωματίων στο κέντρο μιας μεγάλης αυλής, στο τέρμα της οδού Μαυρομιχάλη πραγματοποιήθηκε η ιδρυτική σύσκεψη του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου από τους εκπροσώπους τεσσάρων αριστερών κομμάτων της χώρας. Ήταν ο Λευτέρης Αποστόλου εκπρόσωπος του ΚΚΕ, ο Χρήστος Χωμενίδης από μέρους του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΚΕ), ο Ηλίας Τσιριμώκος από μέρους του κόμματος της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ) και ο Απόστολος Βογιατζής, εκπρόσωπος του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας (ΑΚΕ). Έξω από το σπίτι εκτελούσαν χρέη περιφρούρησης τρεις ακόμη αγωνιστές, ώστε σε περίπτωση κινδύνου να εξασφαλίσουν την ασφαλή διαφυγή των εκπροσώπων των κομμάτων[1].

Η σύσκεψη αυτή δεν ήταν η πρώτη. Είχαν προηγηθεί κι άλλες προκαταρκτικού χαρακτήρα. Έτσι, χωρίς χρονοτριβές οι συμμετέχοντες στη σύσκεψη ενέκριναν το ιδρυτικό κείμενο του ΕΑΜ και το πρώτο του διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό που πρότεινε το ΚΚΕ.

«Από τους αντιπροσώπους των κάτωθι υπογραφομένων κομμάτων -έλεγε το ιδρυτικό κείμενο- ιδρύεται το Εθνικόν Απελευθερωτικόν Μέτωπον της Ελλάδας (ΕΑΜ). Εις το ΕΑΜ γίνεται ισοτίμως δεκτόν και παν άλλο κόμμα ή οργάνωσις που δέχεται τας αρχάς του παρόντος ιδρυτικού ως και να εργασθή διά την επιτυχίαν των σκοπών του ΕΑΜ. Προκειμένου να γίνει δεκτή εις το ΕΑΜ οιαδήποτε οργάνωσις, δεν εξετάζεται το παρελθόν ή αι αντιλήψεις των σχετικώς με την μελλοντικήν ανασυγκρότηση της ελευθέρας και ανεξαρτήτου Ελλάδος, αλλά η πίστις των εις την ανάγκην του Εθνικού Απελευθερωτικού Αγώνος, η τιμιότητά των απέναντι αυτού και η αποδοχή των αρχών του ΕΑΜ που περιλαμβάνονται εις το παρόν ιδρυτικό»[2].

Στο διάγγελμα της οργάνωσης που κυκλοφόρησε, χειρόγραφο, πολυγραφημένο και τυπωμένο πλατιά στο λαό -κυρίως της Αθήνας και του Πειραιά- γινόταν έκκληση για την όσο το δυνατόν πλατιά και θαρραλέα συμμετοχή του λαού στην εθνικοαπελευθερωτική πάλη. Μεταξύ άλλων υπογραμμιζόταν[3]:

«Έλληνες και Ελληνίδες πατριώτες. Νέοι και νέες.

Άσχετα απ’ ό,τι σας χώρισε στο παρελθόν, άσχετα απ’ ό,τι θα σας χωρίσει στο μέλλον ύστερα από το ξεσκλάβωμά μας, ενώστε τις δυνάμεις σας για τον Εθνικό Απελευθερωτικό Αγώνα».

 

Το ΕΑΜ συνέχεια των αντιφασιστικών αγώνων που προηγήθηκαν

Το ΕΑΜ δε γεννήθηκε εκ του μηδενός. Οι συνθήκες για την ίδρυσή του ασφαλώς ωρίμασαν γρήγορα με την υποδούλωση της χώρας στο γερμανικό, ιταλικό και βουλγάρικο φασισμό. Ο ελληνικός λαός ήταν πολύ γρήγορα έτοιμος να αγκαλιάσει το ΕΑΜ, αλλά αυτή του η ετοιμότητα δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα της ξενικής κατοχής. Στην ετοιμότητα του λαού σημαντικό ρόλο έπαιξε και η προηγούμενη αντιφασιστική δράση του ΚΚΕ, όπως αυτή εκδηλώθηκε στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’30, στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας και φυσικά στις μέρες του ελληνο-ιταλικού πολέμου. Έτσι μονάχα μπορεί να εξηγηθεί και το γεγονός ότι το ΚΚΕ, αν και το 1941 αριθμητικά δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μερικές εκατοντάδες ανθρώπων, κατάφερε σε εξαιρετικά ελάχιστο χρόνο να αναδιοργανωθεί, να οργανώσει ταυτόχρονα το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα και να τεθεί επικεφαλής του.

Το ΚΚΕ υπογράμμισε έγκαιρα, από το 5ο Συνέδριό του (Μάρτης 1934), την ανάγκη να συνενωθεί όλος ο εργαζόμενος λαός σ’ ένα ισχυρό αντιφασιστικό μέτωπο ενάντια στο φασισμό και στον πόλεμο[4]. Επίσης, στην απόφαση της 4ης Ολομέλειας της ΚΕ του (Σεπτέμβρης 1935) διακήρυξε ότι «μπροστά στον άμεσο κίνδυνο φασιστικής ιταλικής επιδρομής, είτε άλλης μεγαλοϊμπεριαλιστικής (λ.χ. απ’ την πλευρά της χιτλερικής Γερμανίας), απειλής κατά της εθνικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας θέτει σαν υπέρτατο καθήκον του την υπεράσπιση της εθνικής ελευθερίας»[5]. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι αποφάσεις του 6ου Συνεδρίου του Κόμματος (Δεκέμβρης 1935) όπου, μεταξύ άλλων, υπογραμμίστηκε ότι το ΚΚΕ παρά την αρνητική στάση των άλλων κομμάτων, «θα σταθεί, όπως πάντοτε, πρωτεργάτης, για την εργατική ενότητα, ενιαία δράση όλων των αντιφασιστικών δημοκρατικών δυνάμεων»[6]. Ακόμη στο 6ο Συνέδριο επισημάνθηκαν οι κίνδυνοι που απειλούσαν την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας, ιδιαίτερα δε, ο κίνδυνος που συνιστούσε η Ιταλία.

Για την αντιφασιστική – αντιιμπεριαλιστική πάλη τους οι Έλληνες κομμουνιστές πλήρωσαν όσο κανείς άλλος, στη διάρκεια του μοναρχοφασιστικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου κι αυτό αποτέλεσε σημαντική παρακαταθήκη που έδωσε σπουδαίους καρπούς στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης. Δε θα ήταν όμως καθόλου έξω από τα πράγματα αν λέγαμε ότι η πολιτικο-ιδεολογική πλατφόρμα πάνω στην οποία στηρίχτηκε η αντιφασιστική δράση του Κόμματος την περίοδο της Κατοχής ήταν το περίφημο γράμμα του Ν. Ζαχαριάδη για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Σ’ αυτή την πολιτική γραμμή στηρίχτηκε το ΚΚΕ για να φτιάξει το ΕΑΜ, μ’ αυτή την πολιτική γραμμή αναδείχτηκε ο μπροστάρης και ο καθοδηγητής του ΕΑΜικού κινήματος κι αυτή ήταν η πολιτική γραμμή που ενέπνευσε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, με αποτέλεσμα οι ΕΑΜικές οργανώσεις να μεγαλουργήσουν και να τις αγκαλιάσει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού και της νεολαίας της εποχής εκείνης.

 

Το ΚΚΕ εμπνευστής του ΕΑΜ

Με την κατάληψη της Ελλάδας από τα γερμανικά στρατεύματα, το ΚΚΕ οργανωτικά σμπαραλιασμένο, με την ηγεσία του και το μεγαλύτερο μέρος των στελεχών του στις φυλακές, κατάφερε πολύ γρήγορα να ανασυγκροτηθεί. Στις 1- 3 Ιούλη του 1941 συγκλήθηκε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, η οποία μεταξύ άλλων προσδιόρισε με σαφήνεια ότι το άμεσο επιτακτικό καθήκον για το Κόμμα, το λαό και τις οργανώσεις του ήταν η συγκρότηση ενός μετώπου εθνικής απελευθέρωσης[7].

Πρώτη στο κάλεσμα του ΚΚΕ ανταποκρίθηκε η εργατική τάξη και στις 16 Ιούλη του ’41 δημιουργήθηκε το Εργατικό ΕΑΜ.

Στις αρχές Σεπτέμβρη 1941 συγκλήθηκε η 7η Ολομέλεια της ΚΕ του Κόμματος που αποφάσισε την επιτάχυνση των διαδικασιών συγκρότησης του ΕΑΜ. «Είναι καιρός- έλεγε η απόφαση της Ολομέλειας[8]– να περάσουμε από την φιλολογία σε πρακτική δράση, στον τομέα αυτό. Από κάτω ίσαμε πάνω πρέπει να αποκρυσταλλώσουμε τη συνένωση των εθνικών δυνάμεων, να τους δώσουμε οργανωτική μορφή. Η δουλιά άρχισε και θα προχωρήσει με όσους και όποιους θέλουν να δέχονται να αγωνιστούν για το ξεσκλάβωμα της χώρας». Στη βάση αυτής της απόφασης το ΕΑΜ έγινε πραγματικότητα ελάχιστο χρονικό διάστημα μετά.

 

Το ΕΑΜ και τα αστικά κόμματα

Τα αστικά κόμματα αντιμετώπισαν την πρωτοβουλία του ΚΚΕ για συγκρότηση εθνικού μετώπου απελευθέρωσης είτε επιφυλακτικά είτε αρνητικά. Και κράτησαν ακόμη πιο εχθρική στάση στη συνέχεια, όταν ο ελληνικός λαός αγκάλιασε μαζικά, με θέρμη και ενθουσιασμό το ΕΑΜ και τις οργανώσεις του. Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Λ. Αποστόλου[9], η στάση των αστών πολιτικών αρχηγών τους οποίους συνάντησε και συζήτησε μαζί τους ήταν αποκαρδιωτική. Ο Θ. Σοφούλης θεωρούσε ότι την εποχή εκείνη το «ξεκίνημα κάθε αγώνα ενάντια στους κατακτητές θα είχε καταστροφικές συνέπειες για το έθνος» κι ότι «συνασπισμοί σαν αυτόν που πρότεινε το ΚΚΕ ήτανε καταρχήν καταδικασμένοι σε αποτυχία». Ο Στ. Γονατάς ζητούσε ως προϋπόθεση για τη συγκρότηση του Μετώπου να αναγγελθεί δημόσια ότι, μετά την απελευθέρωση, το Μέτωπο θα αγωνιζόταν για εγκαθίδρυση αβασίλευτης Δημοκρατίας. Ακόμη απαιτούσε να υπάρξει συμφωνία για το πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας και πρότεινε γι’ αυτή τη θέση το Ν. Πλαστήρα. Ο Τσέλος, εκπρόσωπος του Π. Κανελλόπουλου, αρνήθηκε τη συνεργασία, με το επιχείρημα ότι το κόμμα του είναι αστικό και δεν μπορούσε να προχωρήσει σε τέτοιας έκτασης συμμαχία με το ΚΚΕ που ήταν κόμμα επαναστατικό. Ο Καφαντάρης κράτησε, κατά βάση, στάση επιφυλακτική, υπερτονίζοντας την απογοήτευσή του γιατί θεωρούσε ότι ενώ είχε προσφέρει στο Έθνος είχε αδικηθεί απ’ αυτό. Τέλος, ο Γ. Παπανδρέου σύμφωνα με όσα μαρτυρεί ο Θ. Χατζής[10] αρνήθηκε ακόμη και να συναντηθεί με το ΚΚΕ, με το πρόσχημα ότι αυτό συνεργαζόταν με τον Τσιριμώκο, ενώ ο Σοφιανόπουλος δήλωσε συμφωνία με τους σκοπούς του ΕΑΜ, αλλά εξέφρασε τη θέληση να μείνει εκτός των γραμμών του.

Έτσι αντιμετώπισαν τα αστικά κόμματα την ίδρυση του ΕΑΜ και την ανάγκη για αντίσταση στον κατακτητή. Όμως η ιστορία δεν πήγε με το δικό τους μέρος.

 

ΕΑΜ: Μια πλατιά λαϊκομετωπική- λαϊκόεπαναστατική οργάνωση

Όταν δημιουργήθηκε το ΕΑΜ στην πραγματικότητα ήταν ένας συνασπισμός πολιτικών κομμάτων που δεν ξεπερνούσε το χώρο της Αριστεράς. Βέβαια, από την αρχή διευκρινιζόταν πως στόχος ήταν η ευρύτερη δυνατή συσπείρωση κομμάτων, οργανώσεων και μαζών με κύριο -αλλά όχι μοναδικό- σκοπό την απελευθέρωση της χώρας.

«Εις το ΕΑΜ -έλεγε, όπως προαναφέραμε, το ιδρυτικό του ντοκουμέντο[11]– γίνεται ισοτίμως δεκτό και παν άλλο κόμμα ή οργάνωσις που δέχεται τας αρχάς του παρόντος Ιδρυτικού ως και να εργαστεί διά την επιτυχία των σκοπών του ΕΑΜ. Προκειμένου να γίνει δεκτή εις το ΕΑΜ οιαδήποτε οργάνωσις δεν εξετάζεται το παρελθόν ή αι αντιλήψεις των σχετικώς με την μελλοντικήν ανασυγκρότησιν της ελευθέρας και ανεξαρτήτου Ελλάδος, αλλά η πίστις των εις την ανάγκην του Εθνικού Απελευθερωτικού Αγώνος, η τιμιότης των απέναντι αυτού και η αποδοχή των αρχών του ΕΑΜ που περιλαμβάνονται εις το παρόν Ιδρυτικόν».

Το ΕΑΜ πολύ γρήγορα κατάφερε να ξεπεράσει τη στενή τυπική λειτουργία ενός συνασπισμού κομμάτων- και μάλιστα κομμάτων μιας συγκεκριμένης απόχρωσης- και μετατράπηκε σε μια κλασική λαϊκομετωπική – λαϊκοεπαναστατική οργάνωση που είχε τη δική της σαφή ταυτότητα, χωρίς να αναιρεί την ταυτότητα των κομμάτων και των οργανώσεων που την αποτελούσαν, που είχε τα δικά της στελέχη, το δικό της μηχανισμό, τη δική της λειτουργία[12]. Ασφαλώς αυτή η εξέλιξη δε θα ήταν δυνατή αν δεν ευνοούσαν οι αντικειμενικές συνθήκες. Αλλά και οι αντικειμενικές συνθήκες δε θα επαρκούσαν για τα αποτέλεσμα αν ο υποκειμενικός παράγοντας δεν ήταν σε ετοιμότητα να ανταποκριθεί στα μηνύματα των καιρών.

Το ΕΑΜ, σε κοινωνικό επίπεδο, εξέφρασε με τον πιο σαφή και τον πιο ολοκληρωμένο τρόπο τη συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης. Σ’ αυτή τη συμμαχία, από την πρώτη στιγμή η εργατική τάξη είχε κατακτήσει ηγετικό ρόλο που σε πολιτικό επίπεδο ο ρόλος αυτός εκφράστηκε με τον ηγετικό – καθοδηγητικό ρόλο που είχε το ΚΚΕ μέσα στο ΕΑΜ. Όλα αυτά φυσικά δε συνέβησαν τυχαία. Ήταν απόρροια των αγώνων του ΚΚΕ και της εργατικής τάξης σ’ όλη την προηγούμενη περίοδο και φυσικά της αίγλης που ασκούσε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και η ΕΣΣΔ στον αγώνα κατά του φασισμού.

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα του ΕΑΜ είναι η δυνατότητα που είχε να χρησιμοποιεί σε όλη την επικράτεια, συνδυασμένα, όλες τις μορφές πάλης, από τον απλό καθημερινό μαζικό πολιτικό αγώνα ως την ένοπλη πάλη. Κι αυτό με ξεχωριστή επιτυχία. Είναι συνεπώς αδύνατο να εννοήσουμε το ΕΑΜ χωρίς τις άλλες οργανώσεις του, την Εθνική Αλληλεγγύη, το Εργατικό ΕΑΜ, το ΕΑΜ Νέων, την ΕΠΟΝ, την Εθνική Πολιτοφυλακή, την ΟΠΛΑ και πάνω απ’ όλα τον ΕΛΑΣ. Εξίσου λαθεμένο είναι να μιλάμε για τον ένοπλο αγώνα, για τον ΕΛΑΣ αγνοώντας, υποτιμώντας, την τεράστια δύναμη που τον στήριζε, δηλαδή το απαράμιλλο εκείνο κίνημα των πόλεων που ήταν ταυτόχρονα και μια μεγάλη δεξαμενή άντλησης ανταρτών. Ας δούμε, όμως, με περισσότερα στοιχεία την κύρια ένοπλη δύναμη του αντιστασιακού κινήματος, τον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό.

 

Τι ήταν ο ΕΛΑΣ

Το ζήτημα της ένοπλης αντίστασης κατά του κατακτητή ήταν στην ημερήσια διάταξη από την πρώτη στιγμή που η χώρα βρέθηκε υπόδουλη του φασισμού. Επρόκειτο για μια αναγκαιότητα που ο ελληνικός λαός την αντιλαμβανόταν πλήρως με αποτέλεσμα, πολύ νωρίς, από το καλοκαίρι του ’41, κομμουνιστές και άλλοι πατριώτες να συγκροτήσουν ένοπλες αντιστασιακές ομάδες και αντάρτικα τμήματα σε διάφορα μέρη της χώρας[13].

Την αναγκαιότητα του ένοπλου αγώνα είδε εγκαίρως και το ΚΚΕ στην 6η (αρχές Ιούλη 1941) και 7η (αρχές Σεπτέμβρη του 1941) Ολομέλεια της ΚΕ του[14]. Όμως, οι διαδικασίες οργάνωσης ένοπλου κινήματος σε πανελλαδική βάση φαίνεται ότι μπήκαν στην τελική ευθεία αμέσως μετά την ίδρυση του ΕΑΜ, γεγονός που αποδεικνύεται και από τη σχετική αρθρογραφία στον αντιστασιακό Τύπο της εποχής[15]. Έτσι, ύστερα και από την 8η Ολομέλεια της ΚΕ του Κόμματος (αρχές Γενάρη του 1942) που τέθηκε το ζήτημα επιτακτικά[16], το αποτέλεσμα δεν άργησε να έρθει. Στις 2 Φεβρουαρίου του 1942, πραγματοποιήθηκε η ιδρυτική σύσκεψη του ΕΛΑΣ και στις 16 του ιδίου μήνα κυκλοφόρησε πλατιά η ιδρυτική του διακήρυξη. Ο ΕΛΑΣ ήταν – και τυπικά- γεγονός. Όμως τι ήταν ο ΕΛΑΣ; Ποιος ήταν δηλαδή ο χαρακτήρας του;

Το ερώτημα αυτό βασάνισε πολύ, πρωτίστως τους ιδρυτές του. Ο Πολύδωρος Δανιηλίδης στρατιωτικός υπεύθυνος, τότε, της ΚΕ του ΚΚΕ γράφει στις αναμνήσεις του[17]:

«Σε μια σύσκεψη που είχα με το Μακρίδη και τον Παπασταματιάδη[18], εγώ σύμφωνα με τη θέση του ΚΚΕ του ΕΑΜ και τις οδηγίες που μου είχαν δοθεί από το Κόμμα, τους είπα ότι σκεφτόμασταν να κάνουμε ένα στρατό τέτοιο που τότε θα αγωνιζόταν ενάντια στους κατακτητές και αργότερα θα ήταν σε θέση να εμποδίσει ενδεχόμενα πραξικοπήματα από οποιουσδήποτε δικτάτορες, που θα απειλούσαν την ελευθερία του ελληνικού λαού. ”Αυτό δε λέει τίποτα” μου απάντησαν με ένα στόμα οι δύο αξιωματικοί. ”Ο στρατός είναι όργανο που πρέπει να έχει συγκεκριμένη αποστολή, ένα συγκεκριμένο σκοπό. Απ’ αυτό το σκοπό θα εξαρτηθεί και η οργανωτική του συγκρότηση. Ανάλογα με το σκοπό θα δράσει. Δε γίνεται στρατός χωρίς σκοπό… Γι’ αυτό από τώρα πρέπει να μας πείτε για ποιο σκοπό τον θέλετε το στρατό, ώστε να τον φτιάξουμε ανάλογα”. Σε επόμενη σύσκεψη, στην οποία συμμετείχε και ο Γ. Σιάντος- σύμφωνα πάντα με τη μαρτυρία του Δανιηλίδη- οι στρατιωτικοί του ΚΚΕ ήσαν ακόμη πιο σαφείς στο τι εννοούσαν. Οσον αφορά το ρόλο του νέου στρατού στην περίοδο της Κατοχής δεν υπήρχε πρόβλημα. Με γνώμονα, όμως, τη μεταπολεμική κατάσταση ρωτούσαν: “Μια κυβέρνηση θα κληθεί να ανατρέψει ο νέος στρατός ή ένα ολόκληρο σύστημα;».

Τελικά, ως αρχή συγκρότησης του ΕΛΑΣ επικράτησε το γενικό πνεύμα που έθετε στις ιδρυτικές του αρχές το ΕΑΜ, πάνω στο οποίο το ΚΚΕ καλούσε να αναπτυχθεί η στρατιωτική δράση[19]. Ο ΕΛΑΣ είχε σαφή αποστολή για την περίοδο της ξενικής κατοχής αλλά ήταν ασαφής η χρησιμότητά του στη μεταπολεμική περίοδο. Έτσι η ιδρυτική του διακήρυξη καθόριζε ως σκοπούς του τα παρακάτω[20]:

– Αγώνας για την απελευθέρωση της χώρας.

– Περιφρούρηση των κατακτήσεων του λαού και των ελευθεριών του εναντίον κάθε επιβουλής.

– Εξασφάλιση της τάξης μέχρι τη διεξαγωγή εκλογών, στις οποίες ο λαός να εκφράσει ελεύθερα τη θέλησή του.

Στην υπηρέτηση αυτών των σκοπών ο ΕΛΑΣ πρόσφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες και φυσικά βαρύ φόρο αίματος για τον οποίο θα μιλήσουμε με άλλη ευκαιρία όταν θα εξετάσουμε συνολικά την προσφορά του ΕΑΜικού κινήματος στην απελευθέρωση της Ελλάδας. Επί του παρόντος ας αρκεστούμε σε μια διαπίστωση που όσο κι αν φαίνεται κοινότοπη δεν πρέπει να την παραγνωρίζουμε ή να υποτιμάμε την αξία της.

Το ΕΑΜ με το αγώνα του, την πρακτική του δράση, αλλά και τις ιδέες του, το πρόγραμμά του, άμεσο και μακροπρόθεσμο, κατάφερε να συγκεντρώσει γύρω του και μέσα στις γραμμές του τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Πάνω από 2 εκατομμύρια υπολογίζονται τα μέλη του. Γύρω στις 700 χιλιάδες ήταν τα μέλη της ΕΠΟΝ ενώ ο ΕΛΑΣ- τακτικός και εφεδρικός συγκέντρωνε κοντά στις 130 χιλιάδες άνδρες. Αυτό το κολοσσιαίο κίνημα δεν κατάφερε να ολοκληρώσει το έργο του, ώστε μαζί με την εθνική απελευθέρωση να φέρει και την κοινωνική. Πολλοί μελετητές- όχι μόνο οι φιλικοί προς το ΕΑΜ- έχουν εκφράσει τη θέση πως επρόκειτο για το πρώτο, το πιο μαζικό και το πιο ισχυρό αντιστασιακό κίνημα σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Πιθανόν να είναι κι έτσι αλλά το σπουδαίο βρίσκεται αλλού. Το ΕΑΜ δεν ήταν μια απλή στρατιωτικο – πολιτική οργάνωση, ένα απλό αντάρτικο κίνημα, αλλά μια κατεξοχήν πολιτική οργάνωση, που συγκροτήθηκε πρώτα σαν τέτοια, πριν αναπτυχθεί πλήρως ο αντάρτικος βραχίονάς της. Γι’ αυτό και η κύρια δύναμη του ΕΑΜ και των κομμουνιστών δε βρισκόταν στους παρτιζάνους, στα βουνά και στην ύπαιθρο, αλλά πρώτ’ απ’ όλα στις πόλεις, κυρίως στους εργάτες. Η ιδιομορφία αυτή του ΕΑΜικού κινήματος ίσως εξηγεί και τη σφοδρότητα, με την οποία του επιτέθηκε ο αγγλοαμερικανικός ιμπεριαλισμός στη μεταπολεμική περίοδο, το ότι δηλαδή δεν αρκέστηκε στον αφοπλισμό του αλλά επιχείρησε την πλήρη εξόντωσή του.

 

Το ΕΑΜ και η λαϊκή εξουσία

Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας είναι η μια πλευρά της δράσης του ΕΑΜ, που όσο σημαντική κι αν κρίνεται, δεν αρκεί για να καταδείξει το σύνολο της προσφοράς του. Η άλλη πλευρά, εξίσου σημαντική με την προαναφερθείσα, που ολοκληρώνει την εικόνα του έργου του, αφορά την οργάνωση της ζωής των υπόδουλων Ελλήνων, τη δημιουργία δηλαδή οργάνων και θεσμών που εξέφραζαν έναν νέο τύπο κοινωνικών σχέσεων, μια νέου τύπου εξουσία, η οποία ξεκινούσε από τις πιο απλές μορφές κι έφτανε ως τις πιο σύνθετες και πιο ολοκληρωμένες.

Ο τύπος της εξουσίας που δημιούργησε το ΕΑΜ είχε σαφή λαϊκό χαρακτήρα. Ήταν εξουσία που βασιζόταν στην κυριαρχία των κοινωνικών δυνάμεων που εξέφραζε το ΕΑΜ, δηλαδή στην κυριαρχία της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την αγροτιά και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης. Επιπλέον, ήταν μια εξουσία που ξεπήδησε μέσα από το λαό, που σε κάθε φάση ανάπτυξής της εξέφραζε ώριμες ανάγκες του. Δεν ήταν μια εξουσία που επιβλήθηκε στις μάζες, αλλά μια εξουσία την οποία οικοδομούσαν οι μάζες μέσα από την ίδια τους την πείρα. Αξιοσημείωτο, μάλιστα, είναι ότι τα έμβρυα αυτής της εξουσίας ξεπήδησαν μέσα από τη δράση του εργατικού κινήματος. Η εργατική τάξη ήταν ο εμπνευστής κι ο θεμελιωτής της λαϊκής εξουσίας. Ας σταθούμε όμως περισσότερο σ’ αυτό το ζήτημα.

Παρά το γεγονός ότι με τον πόλεμο και την κατοχή η παραγωγική βάση της χώρας είχε δεχτεί ισχυρά πλήγματα, παρά το ότι βασικοί παραγωγικοί κλάδοι είχαν καταστραφεί και μια σειρά επιχειρήσεις είχαν απονεκρωθεί, η εργατική τάξη ήταν παρούσα στους καθημερινούς αγώνες για τη σωτηρία του λαού από την πείνα, αλλά και για την εθνική και κοινωνική του απελευθέρωση. Από τα μέσα, μάλιστα, του 1942 το ΕΑΜ είχε υπό τον άμεσο έλεγχο των οργανώσεών του, όλες τις εκδηλώσεις των εργατοϋπαλλήλων και γενικά του εργαζόμενου λαού στην περιοχή της πρωτεύουσας και ευρύτερα.

Τον Απρίλη του 1942 άρχισαν μεγάλες απεργίες, οι οποίες συνεχίστηκαν, σχεδόν χωρίς διακοπή, όλο το καλοκαίρι και κορυφώθηκαν το Σεπτέμβρη του ιδίου έτους μπρος στον κίνδυνο, που είχε διαφανεί από τον Ιούλη, ο λαός της πρωτεύουσας να ξαναζήσει την πείνα του χειμώνα 1941- 1942. Στις 7 του Σεπτέμβρη ξεκίνησε σε Αθήνα – Πειραιά μεγάλη εργατική απεργία που σημείωσε καθολική επιτυχία. Τίποτα δε λειτούργησε. Η απεργία κράτησε 8 ημέρες και παρά την τρομοκρατία των αρχών κατοχής έληξε με πλήρη νίκη. Όσοι εργάτες- απεργοί είχαν συλληφθεί από τα όργανα του κατακτητή αφέθηκαν ελεύθεροι και άρχισε η λειτουργία συσσιτίων[21].

Στη διάρκεια αυτής της απεργίας έκαναν την εμφάνισή τους οι Λαϊκές Επιτροπές. Επρόκειτο για μια μορφή αυτοοργάνωσης των μαζών στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τα φλέγοντα προβλήματα της στιγμής, είτε στους τόπους δουλιάς είτε στους τόπους διαμονής τους. Οι Επιτροπές, όπως σημειώνει ο Θ. Χατζής[22], «εξελίχτηκαν σε όργανα λαϊκής αυτοάμυνας, ανεξάρτητα από τις δημοτικές και κρατικές αρχές και ενάντια σ’ αυτές». Ήταν με άλλα λόγια τα έμβρυα της λαϊκής εξουσίας που μόλις τότε έκανε την εμφάνισή της.

Οι Λαϊκές Επιτροπές πήραν τις πιο ποικίλες μορφές και φυσικά δεν περιορίστηκαν στις πόλεις, αλλά πολύ γρήγορα απλώθηκαν και την ύπαιθρο. Στις 10 Οκτωβρίου του 1942, για παράδειγμα, στο χωριό Κλειστός (Κλειτούς) της Ευρυτανίας με πρωτοβουλία της οργάνωσης του ΕΑΜ οργανώθηκε Γενική Συνέλευση των κατοίκων, η οποία εξέλεξε 7μελή επιτροπή και ορισμένες βοηθητικές υποεπιτροπές, στις οποίες ανέθεσε την αντιμετώπιση των προβλημάτων που υπήρχαν και φυσικά αυτών που έμελλε να προκύψουν. Επρόκειτο για το ξεκίνημα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης που η εξάπλωσή της υπήρξε ραγδαία, όπως και η εξάπλωση της Λαϊκής Δικαιοσύνης. Αλώστε, χωρίς δικαιοσύνη με ανάλογο χαρακτήρα δε θα μπορούσε να θεμελιωθεί η λαϊκή εξουσία.

Στις 4 Δεκεμβρίου του 1942 ειδική επιτροπή που συγκροτήθηκε από τις Περιφερειακές Επιτροπές του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ Φθιωτιδοφωκίδας- Ευρυτανίας συνέταξε τον πρώτο κώδικα για τη Λαϊκή Αυτοδιοίκηση και τη Λαϊκή Δικαιοσύνη που ονομάστηκε «Κώδικας Ποσειδών»[23]. Ήταν η πρώτη αναγνώριση των εμβρύων της λαϊκής εξουσίας και το πλαίσιο για την παραπέρα ανάπτυξή τους. Από εκεί και ύστερα, από το Δεκέμβρη του 1942, δηλαδή, έως το Μάρτη του 1944 που δημιουργήθηκε η Κυβέρνηση του Βουνού, οι απελευθερωμένες περιοχές πολλαπλασιάστηκαν και η Ελεύθερη Ελλάδα κάλυπτε μια τεράστια έκταση από τα ελληνοαλβανικά σύνορα έως και λίγο έξω από την Αθήνα. Χιλιάδες χωριά και κωμοπόλεις, ακόμη και πόλεις, όπως η Καρδίτσα, η Καλαμπάκα, η Αγιά, το Καρπενήσι, το Μέτσοβο, η Κόνιτσα, τα Γρεβενά, η Δεσκάτη κ. ά. απαλλάχτηκαν από την μπότα του κατακτητή με αποτέλεσμα να πολλαπλασιαστούν τα όργανα της λαϊκής εξουσίας. Δεν υπήρχε χωριό χωρίς το λαϊκό του Συμβούλιο, δεν υπήρχε περιοχή χωρίς το λαϊκό της Δικαστήριο. Παράλληλα, η ίδια η οργάνωση της ζωής των ελεύθερων Ελλήνων περνούσε σε νέα επίπεδα. Χτίζονταν δρόμοι, φτιάχνονταν γεφύρια, ιδρύονταν συνεταιρισμοί, ρυθμίζονταν εδαφικές και άλλες διαφορές, οργανώνονταν σχολεία, νηπιαγωγεία, παιδικοί σταθμοί, αναπτυσσόταν πλούσια εκπαιδευτική και πολιτιστική δραστηριότητα, γινόταν απονομή της δικαιοσύνης. Όλα αυτά- και όσα άλλα συνέβαιναν τότε στη ζωή των κατοίκων της Ελεύθερης Ελλάδας, τα οποία δεν είναι καθόλου εύκολο να απαριθμήσει κανείς- καθιστούσαν από ένα σημείο και μετά υποχρεωτική τη δημιουργία κεντρικής λαϊκής εξουσίας.

 

Η Κυβέρνηση του Βουνού και το Εθνικό Συμβούλιο

Στις 10 Μάρτη του 1944, στο χωριό Βίνιανη της Ευρυτανίας, ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του ΕΑΜ η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, γνωστή και ως Κυβέρνησης του Βουνού. Η ίδρυσή της δεν ήταν κάτι το απρόσμενο, το περιττό ή το βιαστικό. Ήταν μια υπερώριμη λαϊκή ανάγκη. Η ΠΕΕΑ δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της ανάπτυξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, με όλα τα επακόλουθά του, από την ασφυκτικά πιεστική ανάγκη να συγκροτηθούν τα κεντρικά όργανα της λαϊκής εξουσίας, που είχε εδραιωθεί στις ελεύθερες περιοχές της χώρας και αναπτυσσόταν ραγδαία.

«Εχοντας υπόψη -έλεγε η ιδρυτική πράξη της Επιτροπής- 1) τις υπέρτατες εθνικές ανάγκες και την επιτακτική απαίτηση του ελληνικού λαού για τη δημιουργία μέσα στη χώρα ενός κεντρικού πολιτικού οργάνου, που να συντονίζει τις προσπάθειες και τον αγώνα για την εθνική απολύτρωση και να αναλάβει την υπεύθυνη διοίκηση των ελεύθερων και ελευθερουμένων περιοχών της χώρας και 2) την από 15 Δεκεμβρίου 1943 πρόσκληση της Κεντρικής Επιτροπής του Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου σε όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις, καθώς και στην κυβέρνηση Τσουδερού, για το σχηματισμό κυβέρνησης Γενικού Εθνικού Συνασπισμού, ΣΥΓΚΡΟΤΟΥΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ»[24].

Στην αρχική της σύνθεση η ΠΕΕΑ είχε πέντε μέλη ΕΑΜικής προέλευσης, με Πρόεδρο (πρωθυπουργό) τον Ευριπίδη Μπακιρτζή και γραμματείς (υπουργούς) τους Εμ. Μάντακα, Γ. Σιάντο, Η. Τσιριμώκο και Κ. Γαβριηλίδη. Πολύ σύντομα, όμως, σαράντα περίπου ημέρες μετά την ίδρυσή της και συγκεκριμένα στις 18 Απριλίου του 1944, στη σύνθεσή της θα προστεθούν πέντε νέα μέλη, μερικά από τα οποία δεν ανήκαν σε καμία από τις ΕΑΜικές οργανώσεις και κόμματα. Ταυτόχρονα, θα γίνει και ανακατανομή αρμοδιοτήτων. Πρόεδρος θα οριστεί ο Αλ. Σβώλος και αντιπρόεδρος ο Ευρ. Μπακιρτζής. Τα υπόλοιπα νέα μέλη, εκτός του Σβώλου ήταν: Ν. Ασκούτσης, Α. Αγγελόπουλος, Π. Κόκκαλης και Στ. Χατζήμπεης[25].

Η ΠΕΕΑ αγκαλιάστηκε θερμά από τον ελληνικό λαό κι ήταν γι’ αυτόν η πραγματική έκφραση της θέλησής του, γεγονός που αποδείχτηκε περίτρανα από τη λαϊκή συμμετοχή στις εκλογές της 25ης Απριλίου 1944 για την ανάδειξη των μελών του Εθνικού Συμβουλίου, μιας πραγματικά λαϊκής εθνοσυνέλευσης.

Το Εθνικό Συμβούλιο εκλέχτηκε από 1.800.000, περίπου, ψηφοφόρους ενώ εκλογές δεν έγινε δυνατό να πραγματοποιηθούν στις βουλγαροκρατούμενες περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας- Θράκης, εξαιτίας της μεγάλης τρομοκρατίας που επικρατούσε, καθώς στην Κρήτη και στα νησιά -πλην της Εύβοιας και της Λευκάδας- γιατί δεν έφτασε έγκαιρα η σχετική εγκύκλιος της ΠΕΕΑ. Εξελέγησαν συνολικά 184 Εθνοσύμβουλοι. Σ’ αυτούς προστέθηκαν και 22 βουλευτές από τη Βουλή του 1936, οι οποίοι απέκτησαν το δικαίωμα του Εθνοσυμβούλου με απόφαση της ΠΕΕΑ. Ετσι ο συνολικός αριθμός των μελών του Εθνικού Συμβουλίου ανήλθε στους 206[26].

Την πρώτη και τελευταία συνεδρίασή του το Εθνικό Συμβούλιο την έκανε στις Κορυσχάδες στο διάστημα 14 έως 27 Μάη του 1944. Το έργο που θεμελίωσε εκείνες τις ημέρες υπήρξε μοναδικό. Μόνο στο ιστορικό του ψήφισμα να σταθεί κανείς είναι αρκετό. Επρόκειτο για το κορυφαίο βήμα εδραίωσης της εξουσίας του λαού. «Η θέληση του λαού ν’ αποκτήσει λαοκρατικούς θεσμούς -είχε πει στο λόγο του ο Γραμματέας της ΚΕ Γ. Σιάντος- η θέλησή του να κυβερνήσει ξεπερνάει κάθε αισιόδοξη πρόβλεψη»[27]. Πιο ακριβέστερη εκτίμηση ασφαλώς δε θα μπορούσε να γίνει.

Η ΠΕΕΑ αυτοδιαλύθηκε, τυπικά, μετά την απελευθέρωση, στις 5/11/1944. Ουσιαστικά, όμως, η αντίστροφη γι’ αυτήν μέτρηση είχε αρχίσει όταν, βάσει του συμφώνου του Λιβάνου, δημιουργήθηκε -και με τη συμμετοχή του ΕΑΜ- η περιβόητη κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Γ. Παπανδρέου.

Το έργο της ΠΕΕΑ υπήρξε πολύμορφο και μοναδικό σε σπουδαιότητα παρά το γεγονός ότι ο βίος της ήταν βραχύς. Στις 64 Πράξεις, 79 Αποφάσεις και δύο διαγγέλματα που εξέδωσε αποκαλύπτεται ένας νέος τύπος εξουσίας, μια νέου τύπου δημοκρατία, όπου ο λαός είναι πραγματικά αφέντης στον τόπο του, κύριος του εαυτού του.

 

Η προσφορά του ΕΑΜ στην απελευθέρωση της Ελλάδας

Όταν ξεκίνησε η απελευθέρωση της Ελλάδας από το χιτλερικό ζυγό ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Φρ. Ρούσβελτ απηύθυνε προς τον ελληνικό λαό τον παρακάτω χαιρετισμό[28]:

«Με συνεκίνησε βαθιά η είδησις ότι ήρχισε η απελευθέρωσις της Ελλάδος. Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάς δεν υπεδουλώθη ποτέ πραγματικά. Επί τέσσερα περίπου χρόνια το ακατάβλητον ελληνικόν έθνος υπέστη τρομακτικά αποτελέσματα της εχθρικής επιδρομής, εις κλίμακα που δεν έχει προηγούμενον. Τη στιγμήν που πολλοί άνθρωποι, γενναιόκαρδοι και με καλήν θέλησιν, είχον σχεδόν χάσει κάθε ελπίδα, ο ελληνικός λαός ύψωσε το ανάστημά του εις την πρόκλησιν του ακατανίκητου μηχανοκίνητου τέρατος του Ναζισμού. Αντέταξεν εις τας απανθρώπους μηχανάς του πολέμου και εις τους ψυχρούς υπολογισμούς της στρατηγικής, απλώς και μόνον την άγριαν έμπνευσιν της ελευθερίας. Τέσσερα χρόνια είναι πάρα πολλά δι’ αυτόν που πεινά και πεθαίνει, που βλέπει τα παιδιά του να σφάζωνται, τα χωριά του να γίνονται συντρίμμια και στάχτη. Δεν είναι όμως αρκετά τέσσερα χρόνια διά να σβήσουν την καθαρότατη φλόγα της ελληνικής κληρονομιάς, που μέσα από τους αιώνας μας εδίδαξε την αξίαν του Ανθρώπου. Είναι περισσότερον παρά δίκαιον, είναι αναπότρεπτον, όταν τα ιδανικά της ναζιστικής βαρβαρότητας βυθίζονται στο σκοτάδι, ό δεν έχει ξημέρωμα, τότε να φυσάη πάλι ελεύθερος ο καθαρότατος ελληνικός αέρας της ελευθερίας από τα χέρια των ανδρών που αγνοούν το φόβον του τυράννου. Και η Ακρόπολις, που επί 25 αιώνες στάθηκε το σύμβολο της ελευθερίας των ανθρώπων, ελεύθερη πάλι, να είναι ο φάρος της πίστεώς μας εις το μέλλον».

Πώς κατάφερε ο ελληνικός λαός να κάνει τα όσα λαμπρά του αναγνωρίζει ο Αμερικανός πρόεδρος; Δεν είχε οργάνωση; Δεν είχε πολιτικο-ιδεολογική κατεύθυνση συγχρονισμένη με τις εξελίξεις του 20ού αιώνα και συγκεκριμένα τις εξελίξεις του Β’ παγκοσμίου πολέμου; Δεν είχε στρατιωτικοπολιτική ηγεσία; Μόνο με το αρχαιοελληνικό πνεύμα περί ελευθερίας και την εικόνα του Παρθενώνα έγιναν όσα έγιναν;

 

Ποιος απελευθέρωσε την Ελλάδα;

Για δεκαετίες ολόκληρες, όταν η ΕΑΜική αντίσταση στην Ελλάδα ήταν υπό διωγμό, κυριαρχούσε η άποψη πως η χώρα απελευθερώθηκε από τις αγγλικές δυνάμεις που αποβιβάστηκαν στο ελληνικό έδαφος τον Οκτώβρη του ’44. Η ιστορική αλήθεια είναι βεβαίως εντελώς διαφορετική. Η Μεγάλη Βρετανία αποβίβασε δυνάμεις στη χώρα με σκοπό να ελέγξει τις μεταπολεμικές εξελίξεις. Ταυτόχρονα επιχείρησε να δυσκολέψει την προέλαση του Κόκκινου Στράτου στα Βαλκάνια αφήνοντας τα χιτλερικά στρατεύματα να υποχωρήσουν ανενόχλητα από την Ελλάδα. Για το σκοπό αυτό δε δίστασε να έρθει σε συμφωνία με τον Χίτλερ.

Γι’ αυτό το θέμα, το Σεπτέμβρη του 1976, ο υπουργός πολεμικής παραγωγής του Χίτλερ Αλμπερτ Σπέερ μίλησε στο δημοσιογράφο Β. Μαθιόπουλο, όπου μεταξύ άλλων είπε[29]: «Είμαι αυτήκοος μάρτυς ενός γεγονότος που μας είχε προκαλέσει πολύ μεγάλη εντύπωση το φθινόπωρο του 1944. Θυμάμαι συγκεκριμένα, ότι ο στρατηγός Γιοντλ, ο αρχηγός του γερμανικού επιτελείου, ήρθε μια μέρα και με βρήκε και μου ανέφερε ότι επήλθε μια συμφωνία σε υψηλό επίπεδο μεταξύ Αγγλίας και Γερμανίας που αφορούσε την Ελλάδα. Η συμφωνία αυτή, πρωτοφανής μέχρι τότε, κι όπως γνωρίζω μοναδική σ’ όλο το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, αφορούσε όπως μου είπε ο Γιοντλ τουλάχιστον, την εκκένωση από τα γερμανικά στρατεύματα της Ελλάδος, χωρίς βρετανική ενόχληση… Και πράγματι οι Αγγλοι την ετήρησαν. Τα γερμανικά πολεμικά και μεταγωγικά, έμφορτα με στρατό απ’ τα ελληνικά νησιά πέρασαν το φθινόπωρο του 1944 ανενόχλητα μπροστά στα μάτια των Βρετανών κι ανάμεσα από βρετανικά υποβρύχια στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο… Το τίμημα της συμφωνίας, κατά τη δική μου γνώμη, ήταν να παραχωρηθεί η Θεσσαλονίκη από τους Γερμανούς στους Αγγλους, να μπορέσουν να την καταλάβουν αμαχητί και μ’ αυτό τον τρόπο η Ελλάδα να περιέλθει στο δυτικό στρατόπεδο. Και βέβαια ο Χίτλερ θα διατηρούσε ανέπαφες τις δυνάμεις του που κατείχαν τον ελληνικό χώρο».

Την Ελλάδα λοιπόν δεν την απελευθέρωσαν οι Εγγλέζοι. Δεν μπορούσαν να την απελευθερώσουν ούτε οι φίλα προσκείμενες σ’ αυτούς οργανώσεις που, άλλωστε, δεν είχαν τη δύναμη και τον προσανατολισμό για κάτι τέτοιο. Την Ελλάδα την απελευθέρωσε ο ελληνικός λαός αγωνιζόμενος μέσα ή δίπλα στο ΕΑΜ και φυσικά ο Κόκκινος Στρατός που προελαύνοντας στα Βαλκάνια υποχρέωσε τα χιτλερικά στρατεύματα να εγκαταλείψουν το ελληνικό έδαφος για να μην αποκοπούν από τις υπόλοιπες δυνάμεις του γερμανικού στρατού που βρίσκονταν στις άλλες βαλκανικές χώρες και τώρα υποχωρούσαν. Ενας μικρός- όχι ολοκληρωμένος- απολογισμός της προσφοράς του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ αποδεικνύει του λόγου το αληθές.

 

Η προσφορά του ΕΑΜ στο κίνημα των πόλεων

Το ΕΑΜ με τις υπόλοιπες οργανώσεις του, από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του, προσπάθησε να οργανώσει την πάλη του ελληνικού λαού για την επιβίωση και την απελευθέρωσή του. Ας δούμε ορισμένα συγκεκριμένα παραδείγματα:

Το χειμώνα του 1941-42 οι ΕΑΜικές οργανώσεις πρωταγωνιστούν στη μάχη για την επιβίωση του ελληνικού λαού που απειλείται θανάσιμα από την πείνα[30].

Τον Απρίλη του 1942, 50.000 δημόσιοι υπάλληλοι στην Αθήνα, στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη και την Πάτρα κατεβαίνουν σε γενική απεργία για τη βελτίωση της άθλιας οικονομικής κατάστασής τους. Η απεργία κράτησε 10 ημέρες και έληξε με επιτυχία.

Στο διάστημα 7 ως 15 Σεπτέμβρη του 1942 πάνω από 60.000 εργαζόμενοι της Αθήνας κατεβαίνουν σε απεργία δίνοντας μεγάλη οικονομική και πολιτική μάχη που κράτησε 8 ημέρες. Στις 22 Δεκέμβρη του ίδιου έτους πάνω από 40 χιλιάδες Αθηναίοι απεργούν οργανώνοντας μεγάλες διαδηλώσεις, που τους φέρνουν σε σύγκρουση με τις δυνάμεις κατοχής.

Το 1943 χαρακτηριστικές είναι οι καθημερινές διαδηλώσεις το τελευταίο δεκαήμερο του Φλεβάρη ως και τις 5 Μάρτη που έχουν ως αποτέλεσμα τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης. Ακόμη ιστορικές έχουν μείνει οι διαδηλώσεις στις 22 Ιούλη 1943 εναντίον της επέκτασης της βουλγαρικής φασιστικής κατοχής.

Το 1944 κάθε μήνας είναι γεμάτος από μαζικούς αγώνες απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας. Όσο δε πλησιάζει η ώρα της απελευθέρωσης η μαζική πάλη αποχτάει πρωτοφανείς διαστάσεις. Στις 27 Σεπτέμβρη για παράδειγμα, τα τρίχρονα του ΕΑΜ γιορτάζονται με τεράστιες λαϊκές συγκεντρώσεις στις ελεύθερες περιοχές της Αθήνας και του Πειραιά. Είναι ίσως κι αυτό μια απόδειξη για το ποιος πραγματικά απελευθέρωσε τη χώρα[31].

Γι’ αυτούς τους αγώνες του το ΕΑΜ πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος. Μόνο οι εκτελεσθέντες οπαδοί του υπολογίζονται σε 48.000, εκτός φυσικά των μαχητών του ΕΛΑΣ που έχασαν τη ζωή τους τα πεδία των μαχών[32]. Επίσης στον αριθμό των εκτελεσθέντων δε λαμβάνονται υπόψη όσοι έχασαν τη ζωή τους στα ολοκαυτώματα και ήταν ΕΑΜίτες ή όσοι πέθαναν υπό το βάρος των κακουχιών. Ολοι αυτοί υπολογίζονται γενικά ως θυσίες του ελληνικού λαού, ανεξαρτήτως αντιστασιακής παρατάξεως. Ας δούμε όμως εν συντομία και την προσφορά που είχε ο ΕΛΑΣ στην απελευθέρωση της χώρας.

 

Το αντάρτικο κίνημα

Κάνοντας έναν απολογισμό του έργου του ΕΛΑΣ – που δεν έχει ποτέ αμφισβητηθεί για την ορθότητά του – ο στρατηγός Στ. Σαράφης σημειώνει τα παρακάτω στοιχεία[33]:

Οι Γερμανοί ήταν υποχρεωμένοι να απασχολούν αποκλειστικά για να αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ 4-5 μεραρχίες, τη στιγμή που 40-50 μεραρχίες απασχολούνταν από τους απελευθερωτικούς αγώνες των υπόδουλων λαών.

Ο ΕΛΑΣ προξένησε τις παρακάτω απώλειες στον εχθρό: Γερμανοί νεκροί 16.062, τραυματίες 6.504, αιχμάλωτοι 1.878. Βούλγαροι νεκροί 1.305, τραυματίες 1.037, αιχμάλωτοι 2.230. Ιταλοί νεκροί 1.988, τραυματίες 735, αιχμάλωτοι 1.073. Σύνολο: νεκροί 19.355, τραυματίες 8.294, αιχμάλωτοι 5.181. Σ’ αυτούς, σημειώνει ο στρατηγός, δεν υπολογίζονται οι απώλειες του εχθρού από την έναρξη του ένοπλου αγώνα και ως τη συγκρότηση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών στις περιοχές Ανατολικής Μακεδονίας, Θράκης, Πελοποννήσου και όλες οι απώλειες της Κρήτης. Επίσης στους Ιταλούς αιχμαλώτους δε συμπεριλαμβάνονται η μεραρχία του Πινερόλο και το σύνταγμα ιππικού Αόστης, καθώς και άλλοι Ιταλοί που προσχώρησαν στον ΕΛΑΣ κατά τη συνθηκολόγηση της χώρας τους. Μια άλλη πηγή, που δε γνωρίζουμε πόσο ακριβή είναι τα στοιχεία της, υπολογίζει τις απώλειες που προξένησε στον εχθρό ο ΕΛΑΣ σε 41.000 άνδρες (22.000 Γερμανούς, 4.500 Ιταλούς, 3.500 Βούλγαρους και 11.000 Ελληνες συνεργάτες τους)[34].

Ακόμη ο ΕΛΑΣ κατέστρεψε- σύμφωνα με τον Στ. Σαράφη- 30 γέφυρες, 85 ατμομηχανές, 957 βαγόνια και 1.007 αυτοκίνητα.

Ο φόρος αίματος που πλήρωσε ο ΕΛΑΣ για την απελευθέρωση της Ελλάδας ήταν περίπου 4.400 νεκροί, 6.000 τραυματίες και 2.000 ανάπηροι, χωρίς να υπολογίζονται οι απώλειες πριν τη συγκρότηση του Γενικού Στρατηγείου, καθώς και μεγάλο μέρος απωλειών της Θράκης, της Πελοποννήσου και της Κρήτης.

Ασφαλώς δεν είναι δυνατό να περιγραφεί η συνολική προσφορά του ΕΑΜ στον αγώνα του ελληνικού λαού για την απελευθέρωσή του από την ξενική κατοχή. Μπορούμε να πούμε όμως με σιγουριά πως χωρίς αυτή την προσφορά ο όρος «Εθνική Αντίσταση» δεν θα υπήρχε. Κι αν υπήρχε θα είχε περιεχόμενο απελπιστικά φτωχό.

 


[1] Λευτέρης Αποστόλου: «Το ξεκίνημα του ΕΑΜ», έκδοση «Ενωμένη Εθνική Αντίσταση 1941- 1944», Αθήνα 1982, σελ. 62. Ο Θ. Χατζής αναφέρει ότι η ιδρυτική σύσκεψη του ΕΑΜ έγινε σε σπίτι που βρισκόταν στο τέρμα της οδού Ιπποκράτους (Θ. Χατζή: «Η Νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε», εκδόσεις «Δωρικός», τόμος Α’ σελ. 155).

[2] «Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης», εκδόσεις ΣΕ, τόμος Α’ σελ. 16

[3] 3. Στο ίδιο, σελ. 19

[4] «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 4ος, σελ. 45

[5] Στο ίδιο, σελ. 248

[6] Στο ίδιο, σελ. 292

[7] Στο ίδιο, τόμος 5ος, σελ. 39

[8] Στο ίδιο, σελ. 49

[9] Λευτέρης Αποστόλου, στο ίδιο, σελ. 31, 37, 39, 41- 42

[10] Θ. Χατζή, στο ίδιο, σελ. 167

[11] «Στ’ άρματα! Στ’ άρματα!», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1967, σελ. 567- 568 και ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος Α’ σελ. 16- 17

[12] Θ. Χατζή: «Η Νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε», εκδόσεις «Δωρικός», τόμος Α’, σελ. 348

[13] Βλέπε αναλυτικά για το θέμα: Θ. Χατζή: «Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε», εκδόσεις «Δωρικός», τόμος Α’, σελ. 135- 141

[14] «Το ΚΚΕ- επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος Ε’, σελ. 40, 48

[15] Βλέπε αναλυτικά: «Κομμουνιστική Επιθεώρηση της εποχής της φασιστικής κατοχής 1941- 1944», ανατύπωση Αθήνα Οκτώβρης 1946, σελ. 4 και 8

[16] «Το ΚΚΕ- επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος Ε’, σελ. 67- 68

[17] Π. Δανιηλίδη: «Ο Πολύδωρος Θυμάται», Ιστορικές εκδόσεις, σελ. 137

[18] Στρατιωτικοί και οι δύο, μέλη της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής του ΚΚΕ

[19] Π. Δανιηλίδη: «Ο Πολύδωρος Θυμάται», Ιστορικές εκδόσεις, σελ. 138

[20] «Στ’ Αρματα! Στ’ Αρματα!- Χρονικό της Εθνικής Αντίστασης», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1967, σελ. 102- 103

[21] «Στ’ άρματα! Στ’ άρματα!», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1967, σελ. 542- 543.

[22] Θ. Χατζή: «Η Νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε», εκδόσεις «Δωρικός», τόμος Α’, σελ. 351.

[23] «Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης», εκδόσεις ΣΕ, τόμος β’, σελ. 9- 10.

[24] «ΠΕΕΑ: Δελτίο Πράξεων και Αποφάσεων», αριθμός φύλλου 1, εκδόσεις ΟΛΚΟΣ 1976 και «Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης», εκδόσεις ΣΕ, τόμος β’, σελ. 15.

[25] «Αρχείο ΠΕΕΑ – πρακτικά συνεδριάσεων», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 81- 82.

[26] «Εθνικό Συμβούλιο – περιληπτικά πρακτικά της πρώτης συνόδου του», έκδοση Κοινότητας Κορυσχάδων Ευρυτανίας, σελ. 122- 123.

[27] Στο ίδιο, σελ. 124.

[28] «Για σένα Ελλάδα», έκδοση αφιερωμένη στα 5χρόνια του ΕΑΜ, εκδότης Πολιτικός Συνασπισμός Κομμάτων του ΕΑΜ, 1946, σελ. 3

[29] Β. Μαθιόπουλου: «Η Ελληνική Αντίσταση 1941- 1944 και οι Σύμμαχοι», εκδόσεις Παπαζήση, σελ. 51-52

[30] Μια ζωντανή μαρτυρία για το θέμα είναι το βιβλίο του Γ. Μαρουδή: «Το ημερολόγιο της πείνας», εκδόσεις Κέδρος 1976

[31] «Στ’ άρματα! Στ’ άρματα!», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1967, σελ. 542-549

[32] «Για σένα Ελλάδα», έκδοση αφιερωμένη στα 5χρόνια του ΕΑΜ, εκδότης Πολιτικός Συνασπισμός Κομμάτων του ΕΑΜ, 1946, σελ. 2

[33] Στ. Σαράφη: «Ο ΕΛΑΣ», εκδόσεις Επικαιρότητα, σελ. 444-446

[34] «Φύση και προορισμός του ΕΛΑΣ», έκδοση «Εθνικής Αντίστασης», Μάρτης 1946, σελ. 31.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας