Ο λαός τις Μεγάλης Βρετανίας στο πρόσφατο δημοψήφισμα που χαρακτηρίστηκε από εντυπωσιακή συμμετοχή, 72%, ψήφισε με ποσοστό 52% για την αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ και μάλιστα κόντρα στο σύνολο σχεδόν της πολιτικής, οικονομικής και συνδικαλιστικής ελίτ της χώρας και των καπιταλιστικών ηγεσιών παγκόσμια. Και λέμε σχεδόν γιατί στην πλευρά του ΟΧΙ στάθηκε το ξενοφοβικό και ρατσιστικό UKIP, το κόμμα του Φάρατζ. Το κυβερνών συντηρητικό κόμμα, το εργατικό κόμμα, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία απόλυτα συνδεδεμένη με τα επιχειρηματικά συμφέροντα, ο σύνδεσμος βιομηχάνων, οι τραπεζίτες και το Σίτυ και μαζί η ΕΕ, η γερμανική και η γαλλική ηγεσία, οι Αμερικανοί, όλοι αυτοί αναφανδόν υπέρ της παραμονής. Οι απειλές, οι εκβιασμοί των ψηφοφόρων, η επίκληση κάθε είδους καταστροφών που θα συνέβαιναν αν οι ψηφοφόροι δεν ψήφισαν υπέρ της παραμονής έδωσαν και πήραν. Παρόλα αυτά οι εργαζόμενοι ψήφισαν αποδέσμευση.
Από όλες τις πλευρές της αστικής πολιτικής σκηνής της Ελλάδας και της ΕΕ καταβάλλονται προσπάθειες να δοθεί στην ψήφο των βρετανών χαρακτήρας ξενοφοβικός, αντίθεσης με τους ξένους, χαρακτηρίζεται ως ψήφος των πιο συντηρητικών και καθυστερημένων λαϊκών τμημάτων, ορισμένοι λένε ότι εξέφρασε αντίθεση όχι στην ΕΕ αλλά σε αποφάσεις και πολιτικές της βρετανικής κυβέρνησης, ή ότι οι Βρετανοί παρασύρθηκαν από λαϊκιστές και παραπλανήθηκαν από το Φάρατζ. Μια προσεκτικότερη όμως ματιά πείθει ότι η ψήφος είχε στο επίκεντρο της τα προβλήματα των εργαζομένων, τα μεγάλα αδιέξοδα και την απογοήτευση τους από αυτά που ζουν και βλέπουν. Είχε περιεχόμενο πολύ περισσότερο εργατικό και λαϊκό από ό,τι λένε, ενώ η επίδραση της συμμαχίας Lexit η οποία προωθούσε τα συνθήματα, έξω από την ΕΕ, όχι στη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις όχι στο ρατσισμό και απαρτιζόταν από το Κομμουνιστικό Κόμμα Μεγάλη Βρετανίας, το τροτσκιστικό κόμμα τμηματικά του Εργατικού κόμματος και αγωνιστικά συνδικάτα είχε πολύ μεγαλύτερη επίδραση από το πολιτικό μέγεθος των δυνάμεων που τη συγκρότησαν πάνω στα πιο αγωνιστικά τμήματα της εργατικής τάξης και στους ψηφοφόρους που ακολουθούν τους Εργατικούς.
Υπέρ της παραμονής ψήφισαν το Σίτυ και οι πλούσιοι του δυτικού Λονδίνου, μητροπολιτικά κέντρα που δραστηριοποιούνται μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και με διεθνοποιημένη παρουσία και -για ειδικούς λόγους- η Σκωτία και η βόρεια Ιρλανδία. Ενώ το ανατολικό Λονδίνο με τον εργατικό πληθυσμό και τα εκτεταμένα φτωχά στρώματα, πόλεις όπως το Μπέρμιγχαμ με φτωχούς εργαζόμενους και μετανάστες, το μεγάλο τμήμα της Αγγλικής υπαίθρου που γνωρίζει μεγάλη υποβάθμιση ψήφισαν υπέρ της αποδέσμευσης.
Κατά συνέπεια η βάση του ΟΧΙ δεν είναι όσα ορισμένοι επικαλούνται, αλλά τα οξυμένα προβλήματα των εργαζομένων:
- το καθεστώς μόνιμης λιτότητας που επιβλήθηκε στο λαό μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 που συνεχίζεται μέχρι σήμερα,
- η συνεχής μείωση των μισθών,
- η αφαίρεση δικαιωμάτων και κατακτήσεων,
- οι περικοπές την κοινωνική πρόνοια,
- το οξύ στεγαστικό πρόβλημα κυρίως στο Λονδίνο,
- η μεγάλη ανασφάλεια που γνωρίζει ο κόσμος της εργασίας και της ανεργίας,
- η γενίκευση της μερικής και της ελαστικής απασχόλησης,
- η έλλειψη προοπτικής για το λαό και ιδιαίτερα για τη νεολαία, η έλλειψη αισιοδοξίας και οράματος.
Οι εργαζόμενοι του Βρετανίας ψήφισαν στη βάση όσων καθημερινά βιώνουν, κριτήριο ήταν και είναι η ζωή τους. Θεωρούν υπεύθυνους και την ΕΕ και τις βρετανικές κυβερνήσεις και δεν κάνουν διαχωρισμό., κρίνουν με βάση το σύνολο των συνθηκών ζωής τους. Με μια έννοια εξέφρασαν την αντίθεσή τους -έστω με ασάφειες και συγχύσεις- στο πολιτικό σύστημα, στην πολιτική που εφαρμόζεται και την εξουσία που υπάρχει στη Βρετανία και την ΕΕ.
Οπωσδήποτε η αδυναμία των δυνάμεων της αριστεράς και ιδιαίτερα των Κομμουνιστών άφησε περιθώρια ώστε το εκλογικό αποτέλεσμα και η λαϊκή ψήφος να αξιοποιείται και να χειραγωγείται από ένα τμήμα του συντηρητικού κόμματος και από το ξενοφοβικό UKIP, το οποίο δεν τάσσεται γενικά εναντίον της ΕΕ, δεν επιδιώκει τη διάλυση της, αλλά μια Βρετανία εκτός ΕΕ ή στα πλαίσια μιας ΕΕ στα μέτρα των συμφερόντων που εκπροσωπεί.
Αυτό θεωρούμε ότι είναι κατά βάση το περιεχόμενο του Brexit. Mια ψήφος εργατική και λαϊκή, ψήφος αγανάκτησης απέναντι στην ΕΕ και τις βρετανικές κυβερνήσεις, ψήφος που ανέδειξε το βαθύ ταξικό ρήγμα που διαπερνά τη βρετανική κοινωνία. Δεν πρόκειται καθόλου για μια ιδιομορφία της Βρετανίας, για εθνικές ιδιαιτερότητες ή για οτιδήποτε άλλο. Πρόκειται για την τυπική αντίδραση των λαών της ΕΕ σχεδόν σε κάθε περίπτωση όπου επιχειρήθηκαν δημοψηφίσματα για να επικυρωθούν οι επιλογές των αστικών ηγεσιών. Σε όλες τις χώρες που επιχειρήθηκαν δημοψηφίσματα και αφορούσαν στρατηγικά ζητήματα της ΕΕ, όπως σημαντικές συνθήκες, το ευρωσύνταγμα κ.λπ. τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια. Δύο φορές στη Δανία, ύστερα στην Ιρλανδία, στη Σουηδία, στη Γαλλία και την Ολλανδία, ξανά στην Ιρλανδία και πέρυσι στην Ελλάδα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ ήταν υπέρ της παραμονής και οι λαοί πήγαν απέναντι.
Το συμπέρασμα είναι ότι όχι μόνο στη Βρετανία αλλά σε ολόκληρη την ΕΕ και κυρίως την ευρωζώνη η λαϊκή δυσαρέσκεια χτυπάει κόκκινο, το ευρωπαϊκό σκάφος κάνει νερά από όλες τις πλευρές και όσο περνά ο καιρός τα φαινόμενα αυτά θα δυναμώνουν. Το Brexit επιβεβαίωσε με εμφατικό τρόπο ότι η ΕΕ βρίσκεται σε βαθιά κρίση, σε αποσύνθεση, άρχισε το ξήλωμα της. Βέβαια όσο λάθος είναι να υποτιμηθεί η βαθιά κρίση της ΕΕ -θα προσθέταμε και του καπιταλιστικού κόσμου- άλλο τόσο και περισσότερο είναι να θεωρηθεί η αποδέσμευση από την ΕΕ και η διάλυση της εύκολη υπόθεση, ότι θα γίνει από τις ίδιες τις αντιφάσεις και τα εσωτερικά προβλήματα της, χωρίς την πάλη της εργατικής τάξης και του λαού και την καθοδηγητική επίδραση μιας ισχυρής επαναστατικής κομμουνιστικής αριστεράς.
Το βρετανικό δημοψήφισμα έδειξε επίσης πόσο αδίστακτες είναι οι ηγεσίες των αστικών κομμάτων της χώρας μας και πόσο επικίνδυνες, όχι ότι οι ευρωπαϊκές υστερούν. Πριν προλάβει καν να γνωστοποιηθεί το αποτέλεσμα, αναμασούσαν αυτό που ο γραφικός Λεβέντης είπε ωμά: ότι πρέπει η βρετανική ηγεσία να βρει τρόπο να ακυρώσει το δημοψήφισμα, οργανώνοντας ενδεχομένως σε κατάλληλο χρόνο ένα νέο, όπου -μέσα από το κατάλληλο ιδεολογικό μασάζ και την τρομοκρατία- ο λαός θα αναγκαστεί να ψηφίσει παραμονή. Αυτοί είναι και αυτά πιστεύουν. Ο Τσίπρας σε μια νύχτα μετέτρεψε το λαϊκό ΟΧΙ σε ΝΑΙ και ο Λεβέντης προέτρεψε στους βρετανούς να γράψουν τη λαϊκή ψήφο στα παλαιότερα των υποδημάτων τους, εφαρμόζοντας τα εντελώς αντίθετα. Μη ξεχνάμε ότι πολλές αστικές κυβερνήσεις χωρών της ΕΕ παλαιότερα είχαν αυτή ακριβώς η συμπεριφορά. Πόσο μακριά είναι η λογική αυτή από την πιο αντιδραστική συμπεριφορά ακόμη και την εκτροπή;
Το μεγάλο πρόβλημα είναι σε ποιο βαθμό η μαχόμενη Αριστερά, κυρίως η Κομμουνιστική Αριστερά συνειδητοποιεί αυτή την κατάσταση που διαμορφώνεται και τις δυνατότητες που δίνει και με την ανάλογη προετοιμασία και την πολιτική που θα διαμορφωθεί να ηγηθεί των λαϊκών αντιδράσεων δίνοντας της εργατικό και λαϊκό περιεχόμενο και προοπτική ή η ακροδεξιά θα τις αξιοποιήσει επ’ ωφελεία, σε τελική ανάλυση, των αστικών συμφερόντων. Μέχρι σήμερα αυτό δεν φαίνεται να συνειδητοποιείται και αυτό είναι τεράστιο πρόβλημα.
Η θέση ότι το σύνθημα της αποδέσμευσης από την ΕΕ και η άμεση δράση γι’ αυτή είναι ανούσιο, είναι εσφαλμένο αν δεν συνδεθεί με την ανατροπή του καπιταλισμού ακριβώς αυτό υπογραμμίζει. Ο αστικός πολιτικός κόσμος παγκόσμια και ακόμη περισσότερο στην ΕΕ συνειδητοποίησε ότι τυχόν έξοδος της Μεγάλη Βρετανίας από την ΕΕ θα έχει τεράστιες επιπτώσεις, θα είναι ενδεχομένως η αρχή του τέλους της γι’ αυτό και υπεράσπισε την παραμονή της με νύχια και με δόντια. Αυτό ακριβώς το πασιφανές δεν συνειδητοποιείται Και διατυπώνεται η θέση ότι το δημοψήφισμα είναι ενδοαστική υπόθεση της μεγάλης Βρετανίας και τίποτε περισσότερο, δεν αφορά την εργατική τάξη και το λαό καθόλου και κατά συνέπεια δεν παίρνουν καμία θέση, ούτε ΝΑΙ ούτε ΟΧΙ.
Η ΕΕ, η καπιταλιστική ολοκλήρωση στο χώρο της Ευρώπης που επιχειρεί το μονοπωλιακό κεφάλαιο, δεν είναι νομοτέλεια, αλλά συγκεκριμένη έκφραση της διεθνοποίησης του κεφαλαίου που είναι νομοτέλεια. Μπορούσε να πάρει -και ενδεχομένως να πάρει στο μέλλον, αν έχει μέλλον- άλλη μορφή. Πήρε όμως αυτή που ζούμε σήμερα, αυτή που η αστική τάξη παγκόσμια την υπερασπίζεται με όλες τις δυνάμεις της. Η θέση ότι οι κομμουνιστές δεν είναι ούτε με το ΝΑΙ ούτε με το ΟΧΙ είναι τραγικά λανθασμένη. Αδυνατεί ή δεν θέλει να δει τις τάξεις, τα ταξικά συμφέροντα και τις συγκρούσεις τους σήμερα στη Βρετανία και στην ΕΕ ολόκληρη και να σταθεί από την πλευρά των εργαζομένων ενάντια στους κυρίαρχους.
Η λογική αυτή έχει μια ακόμη αρνητική συνέπεια. Η σύνδεση του αιτήματος της αποδέσμευσης με την ανατροπή του καπιταλισμού οδηγεί στην ανυπαρξία δράσης εναντίον της ΕΕ, τη στιγμή που η αποδέσμευση έχει τεθεί στην ημερήσια διάταξη. Αντί να στηριχθούν και να ενισχυθούν οι αντιΕΕ διαθέσεις, να συνδεθούν με το σύνολο των εργατικών προβλημάτων και διεκδικήσεων και να μετουσιωθούν σε ένα κίνημα ανατροπής αφήνονται να εξουθενωθούν από την αστική τάξη και να λεηλατηθούν από τη φασιστική δεξιά.
Δεν αποκλείεται καθόλου το πρόβλημα της αποδέσμευσης της χώρας μας να λυθεί από μια άλλη εξουσία, εργατική ή τουλάχιστο βαθιά ριζοσπαστική. Αυτό όμως σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι ο αγώνας εναντίον της πολιτικής της ΕΕ και των συνεπειών της για το λαό και η ανάγκη της αποδέσμευσης πρέπει να μετατεθούν στην επαναστατική κατάσταση και το σοσιαλισμό. Ή η πάλη εναντίον της πολιτικής της ΕΕ θα γίνει καθημερινή υπόθεση των αγώνων της εργατικής τάξης και του λαού ή σοσιαλιστική προοπτική δεν θα υπάρξει και οι δυνάμεις που αναφέρονται στο σοσιαλισμό δεν φαίνεται να έχουν μέλλον. Τα συνθήματα εναντίον της ΕΕ, εναντίον των μνημονίων και της εξάρτησης συνδεδεμένα με το στόχο της αποδέσμευσης πρέπει να αντηχήσουν πάλι βροντερά.
Στην Ελλάδα η αντίθεση της εργατικής τάξης και ευρύτερων λαϊκών τμημάτων στην ΕΕ και τη συμμετοχή της χώρας είναι ισχυρή. Αυτό καταγράφεται από πλήθος δημοσκοπήσεων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας παρά την παραπλάνηση και την τρομοκρατία που επιχειρεί σε βάρος του λαού η κυβέρνηση και ευρωπαϊκό κατεστημένο. Σε πιο θετικές συνθήκες οι διαθέσεις αυτές θα εκδηλωθούν πιο ισχυρές, πλειοψηφικές. Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες η αντίθεση αυτή έχει σε πολύ μεγάλο βαθμό λαϊκά αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά. Σε αυτό ιστορικά συνέβαλε η ξεκάθαρη θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος και άλλων αριστερών δυνάμεων από το τέλος της δεκαετίας του ‘50 ακόμη. «Λάκκο των λεόντων» χαρακτήρισε την ΕΟΚ η ΕΔΑ. Στη συνέχεια ήρθαν οι αγώνες του ΚΚΕ για να μην ενταχθεί η χώρα στην ΕΟΚ και ο αγώνας εναντίον των συνεπειών με στόχο την αποδέσμευση ολόκληρη τη δεκαετία του ‘80. Ούτε η μεταστροφή του ΠΑΣΟΚ υπέρ της παραμονής και η ωραιοποίηση της ΕΟΚ, ούτε πολύ περισσότερο η αστική οπορτουνιστική θέση του ΚΚΕεσ για μετατροπή της σε ΕΟΚ των εργαζομένων μπόρεσαν να ακυρώσουν τις λαϊκές διαθέσεις.
Παρά τη χυδαία προπαγάνδα για τον υποτιθέμενο πακτωλό των κάθε λογής ευρωπαϊκών κονδυλίων και την αξιοποίηση τους για την υποταγή του ελληνικού λαού, οι αντιλήψεις για το χαρακτήρα και το ρόλο της δυνάμωσαν. Ακόμη και την περίοδο από το τέλος της δεκαετίας του ’90 ως την κρίση του 2008, περίοδο των παχιών αγελάδων για το κεφάλαιο και ορισμένων ψίχουλων για τους εργαζόμενους και τότε τα αντιΕΕ λαϊκά αισθήματα διατηρήθηκαν ισχυρά.
Η δράση της εργατικής τάξης και του λαού και ο αγώνας του ΚΚΕ, ο σπόρος που έσπειραν και κάρπισε και είναι σε απόλυτη συμφωνία με την αντικειμενική πραγματικότητα, έχει βαθιές ρίζες. Αυτή είναι η βάση της αντιΕΕ συνείδησης ευρύτερων λαϊκών τμημάτων σήμερα, της λαϊκής πλειοψηφίας αύριο. Εκεί ακριβώς βρίσκεται η διαφορά της χώρας μας με ορισμένες κεντροευρωπαϊκές και δυτικοευρωπαϊκές χώρες όπου τις αντιΕΕ διαθέσεις χειραγωγεί η αστική τάξη και η αντίδραση.
Η ΕΕ αποτελεί το σημαντικότερο στρατηγικό βάθρο του μονοπωλιακού κεφαλαίου και του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού. Το εργατικό κίνημα δεν πρόκειται να απειλήσει τον καπιταλισμό και την εξουσία του, αν δεν συγκρουστεί αποφασιστικά, δεν υποσκάψει τα θεμέλια της ΕΕ, αν δεν επιβάλλει την αποδέσμευση και σε συνεργασία με τις εργατικές και λαϊκές δυνάμεις της Ευρώπης τη διάλυση της.
Αυτό το μεγάλο καθήκον βρίσκεται μπροστά στην εργατική τάξη και τις δυνάμεις της αγωνιζόμενης αριστεράς που το συνειδητοποιούν και αποφασίζουν να το προωθήσουν.
Από την άποψη αυτή η πρωτοβουλία εκατοντάδων εργαζομένων, επιστημόνων, πανεπιστημιακών, ανθρώπων της τέχνης, νεολαίων να διαμορφώσουν την πρωτοβουλία εναντίον της ΕΕ με στόχο την αποδέσμευση, που στις 3 Ιουλίου πραγματοποιεί την ιδρυτική της συνέλευση είναι ένα ελπιδοφόρο βήμα που πρέπει να στηριχτεί, να πλατύνει και να πλαισιωθεί από χιλιάδες εργαζόμενους και αγωνιστές ενταγμένους και ανέντακτους, να γειωθεί βαθιά μέσα στον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία και να παραμείνει ανοιχτή στο μέλλον σε κάθε κόμμα και οργάνωση που θα το ξανασκεφθεί.
Τέλος, όσο και αν ο αγώνας εναντίον της ΕΕ και γενικότερα του ιμπεριαλισμού έχει μεγάλη σημασία δεν μπορεί να αποκοπεί από το σύνολο των προβλημάτων που ο λαός αντιμετωπίζει, από το σύνολο των αντιθέσεων της ελληνικής κοινωνίας. Πρέπει να δεθεί αρμονικά με τον αγώνα για την επιβίωση, εναντίον των μνημονίων, τον αγώνα για την παιδεία και την υγεία, για αξιοπρεπείς συντάξεις, για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες, τον αγώνα εναντίον των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και των πολέμων. Μόνο τότε θα έχει αποτελέσματα, θα υπάρξουν κατακτήσεις, η εργατική τάξη και το κίνημα της θα βγει δυναμωμένη, θα σταθεί με μεγαλύτερες αξιώσεις στη σκηνή της ταξικής πάλης και θα προωθήσει την ιστορική προοπτική της.
Ο Γεράσιμος Αραβανής ήταν επί σειρά ετών μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής του κόμματος.