Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από την «Σύγχρονη Εποχή» το βιβλίο που εκπόνησε το ιστορικό τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ με τίτλο «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, Συλλογή κειμένων, έγγραφα από το Αρχείο του ΚΚΕ». Το βιβλίο έχει 417 σελίδες, εκ των οποίων οι πρώτες οκτώ αποτελούν πρόλογο του ιστορικού τμήματος, οι επόμενες 17 είναι η αναδημοσίευση της διακήρυξης της ΚΕ για τα 70χρονα του ΔΣΕ ενώ στις υπόλοιπες δημοσιεύεται το κυρίως υλικό. Επί της ουσίας πρόκειται για συλλογή κειμένων διαφορετικών συγγραφέων που καλύπτουν διαφορετικά θέματα της περιόδου 1945- 1949.
Σαράντα πέντε σελίδες του χωρίζονται από το υπόλοιπο ως ξεχωριστή ενότητα που φέρει τον τίτλο «Ντοκουμέντα» και εσωτερικό τίτλο «Έγγραφα από το Αρχείο του ΚΚΕ σχετικά με τον αγώνα του KKE και του ΔΣΕ». Αν και στην προβολή του βιβλίου από τα κομματικά μέσα αυτό το κομμάτι διαφημίζεται έντονα, εντούτοις δεν ικανοποιεί τις προσδοκίες που δημιουργεί η διαφήμιση. Πρόκειται για εννέα ντοκουμέντα εκ των οποίων τα επτά είναι γνωστά και δημοσιευμένα, κατ’ επανάληψη, στο παρελθόν- αρκετά, μάλιστα, σε κομματικές εκδόσεις και δημοσιεύματα. Δυο έγγραφα δημοσιεύονται για πρώτη φορά: Η επιστολή του Ζαχαριάδη προς τον Ζντάνοφ με ημερομηνία 21- 1- 1948 και η επιστολή του Ζαχαριάδη προς τον Στάλιν με ημερομηνία 17-12-1948. Και οι δυο αυτές επιστολές είναι χρήσιμες ως ιστορικά τεκμήρια αλλά δεν προσθέτουν κάτι περισσότερο στην ήδη αποκτημένη ιστορική μας γνώση. Προκαλεί, όμως, εντύπωση το γεγονός ότι ενώ γίνεται θόρυβος για την αναδημοσίευση των ήδη γνωστών, τα κομματικά όργανα που εγκρίνουν τις διάφορες εκδόσεις δεν σκέφτηκαν να δώσουν στη δημοσιότητα πρωτογενές ιστορικό υλικό που θα βοηθούσε στη συμπλήρωση και στην εμβάθυνση της ιστορικής μας γνώσης. Γιατί δεν το πράττουν; Προφανώς γιατί αυτό υπαγορεύει η αντίληψη τους για την ιστορία.
Ο στόχος του βιβλίου
Το βιβλίο έχει στόχο να υπηρετήσει το, εσχάτως αποκτηθέν και προβληθέν, κομματικό σχήμα με το οποίο προσεγγίζεται η κομματική ιστορία και γενικότερα η ιστορία της ταξικής πάλης στην Ελλάδα. Κι αυτό το σχήμα, πολύ απλά, λέει πως ό,τι δεν συμφωνεί με την σημερινή κομματική αντίληψη περί τακτικής και στρατηγικής του κόμματος, ό,τι δεν δικαιώνει τη σημερινή τακτική και στρατηγική, ήταν λάθος και η αιτία που το επαναστατικό κίνημα γνώρισε τις μεγάλες ήττες του και δεν πήρε την εξουσία τότε που του δόθηκε η ευκαιρία. Εν συντομία η πηγή όλων των δεινών είναι οι αποφάσεις της 6ης ολομέλειας της ΚΕ του 1934 και το κομματικό πρόγραμμα που αυτή ενέκρινε.
Έχουμε πολλές φορές στο παρελθόν- με αδιάσειστα ντοκουμέντα και επιχειρήματα- απαντήσει στην σημερινή αντίληψη της ηγεσίας του ΚΚΕ κι έχουμε αποδείξει τον αντεπιστημονικό, αντιμαρξιστικό της χαρακτήρα. Δεν αρθρώθηκε ποτέ από μέρους της- καθώς εκείνη είναι που εγκρίνει τί δημοσιεύεται ως κομματική άποψη- και από μέρους των ιδεολογικών κομματικών μηχανισμών ένας ουσιαστικός αντίλογος. Εντούτοις είναι αξιοπρόσεκτη η επιμονή της ηγεσίας σε ένα σχήμα που συνεχώς ανακυκλώνεται και που η ίδια δεν μπορεί να υποστηρίξει την ορθότητά του και να το υπερασπιστεί με βάση το μαρξισμό- λενινισμό. Γιατί αυτή η επιμονή τότε; Εμείς καταλαβαίνουμε το γιατί αλλά προτιμάμε να δώσουμε το λόγο στους ίδιους να απαντήσουν.
Θα αντιπαρατεθούμε και πάλι με αυτό το σχήμα για την στρατηγική του κόμματος στο παρελθόν και όσα λανθασμένα γράφονται στο βιβλίο για τον ΔΣΕ και την κομματική πολιτική στον εμφύλιο. Προηγουμένως όμως θα σταθούμε στην αντίληψη του ιστορικού τμήματος της ΚΕ «περί ιστορίας» η οποία παρουσιάζεται κάπως αναλυτικά στον πρόλογο της συγκριμένης έκδοσης.
Οι σχολές ιστοριογραφίας σύμφωνα με το ιστορικό τμήμα της ΚΕ
Το ιστορικό τμήμα της ΚΕ διακρίνει έξι σχολές στη μελέτη της ιστορίας του εμφυλίου πολέμου. Οι τρεις είναι καθαρά αστικές. Τις παραθέτουμε εν συντομία:
α) Η «ευπρεπής και συγκαλυμμένη αστική προσέγγιση» που προτάσσει την εθνική ενότητα του σήμερα και μέσα από αυτό το πρίσμα συσκοτίζει την ταξική πάλη του παρελθόντος εμφανίζοντας τον εμφύλιο σαν ένα κακό που δίχασε αφού αυτά που μας ενώνουν είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν.
β) Η φασιστική προσέγγιση της ιστορίας που προτάσσει την ιδεολογία της εθνικοφροσύνης και μέσω αυτής προσεγγίζει το παρελθόν.
γ) Η αναθεωρητική σχολή της ιστορίας των Καλύβα- Μαραντζίδη που αναπαράγει εκλεπτυσμένα και με επιστημονικοφάνεια τον αντικομουνισμό.
Η τέταρτη και η πέμπτη σχολή, σύμφωνα με το ιστορικό τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ, προέρχονται από τον «σοσιαλδημοκρατικό-οπορτουνιστικό χώρο». Η μία αντιλαμβάνεται τον ένοπλο αγώνα ως «ως συνέπεια του δογματισμού του ΚΚΕ» και η άλλη «αρνείται ή και δεν μπορεί να διεισδύσει στο βάθος των γεγονότων, προκειμένου να διερευνήσει τους παράγοντες που επέδρασαν στην έκβαση του ένοπλου αγώνα 1946-1949, καθώς και της περιόδου 1941-1944. Εξωραΐζει τη στρατηγική του ΚΚΕ και του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος εκείνα τα χρόνια, αποδίδοντας τις αιτίες των προβλημάτων όχι σε αυτήν, αλλά σε μια σειρά παράγοντες όπως λάθη τακτικής ή και άστοχες εκτιμήσεις της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ». Σ’ αυτή τη δεύτερη σχολή η ηγεσία του ΚΚΕ εννοεί εμάς και όσους της ασκούν κριτική για το σχήμα μέσα από το οποίο κρίνει το παρελθόν.
Η έκτη σχολή είναι το ιστορικό τμήμα και η ηγεσία του ΚΚΕ. Διαβάζουμε στο βιβλίο: «Στον αντίποδα όλων των προηγούμενων, η παρούσα έκδοση έχει σκοπό να φωτίσει βασικές πλευρές που αφορούν τη συγκρότηση και δράση του ΔΣΕ, καθώς και τη στρατηγική του στόχευση».
Όπως θα έχει παρατηρήσει ο αναγνώστης, το ιστορικό τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ δεν μιλά για σχολές και ρεύματα στο χώρο της ιστορίας ως επιστήμης αλλά για πολιτικοϊδεολογικά ρεύματα που προσεγγίζουν το παρελθόν και διαμορφώνουν γι’ αυτό μια πολιτική άποψη- για τρέχουσα πολιτική χρήση- συμβατή με τις πολιτικές και ιδεολογικές τους απόψεις. Επί της ουσίας το σημερινό ΚΚΕ αναφέρεται όχι στην επιστημονική προσέγγιση της ιστορίας αλλά στην πολιτική και ιδεολογική, στην εργαλειακή χρήση της, όπου η ιστορία ως επιστήμη δεν υπάρχει. Κι όπου υπάρχει, στο τέλος, ακυρώνει τον εαυτό της και καταλήγει να είναι η θεραπαινίδα της πολιτικής. Παρόλα αυτά η σημερινή κομματική ηγεσία θέλει να δώσει επιστημονικά πρόσημα σε τέτοιες πρακτικές αφού, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο συμπεριφέρεται και η ίδια στην ιστορία. Εξού και το κριτήριό της για τί πρέπει να δημοσιεύεται και τί πρέπει να αποκρύβεται. Διαβάζουμε στον πρόλογο του ιστορικού τμήματος: «Έτσι κι αλλιώς, σε μια ταξική κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει ταξικά αμερόληπτος ιστορικός επιστήμονας». Με βάση την κατάταξη σε σχολές ιστοριογραφίας που κάνει το ιστορικό τμήμα της ΚΕ να υποθέσουμε ότι και ο φασίστας ιστοριογράφος είναι ένας ταξικά μεροληπτικός ιστορικός επιστήμονας;
Ποιος ενδιαφέρεται για την ιστορική αλήθεια;
Γνωρίζουμε καλά ότι η ηγεσία του σημερινού ΚΚΕ, στην προσπάθειά της να προσαρμόσει το κομματικό παρελθόν στις πολιτικές ανάγκες της επιβίωσής της, την μόνη αντίσταση την συναντάει από τους κομμουνιστές που δεν δέχονται αυτή την αντιμαρξιστική- αντιλενινιστική αναθεώρηση της κομματικής ιστορίας. Την αντίσταση αυτή η κομματική ηγεσία την ονομάζει άρνηση ή αδυναμία διείσδυσης στο βάθος των γεγονότων και εξωραϊσμό της στρατηγικής του ΚΚΕ και του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος στο παρελθόν. Πρόκειται για παραποίηση και χάλκευση της πραγματικότηκότητας. Αν η ηγεσία του ΚΚΕ θέλει, όντως, την αντιπαράθεση με αυτά τα κριτήρια, έχει μία ακόμη ευκαιρία να το πράξει. Να αποδείξει δηλαδή με συγκεκριμένα στοιχεία και ντοκουμέντα, πάνω σε συγκεκριμένα ιστορικά τεκτενόμενα ποιος διεισδύει στο βάθος των γεγονότων, ποιος εξωραΐζει και ποιος συκοφαντεί και διαστρεβλώνει. Είχε πολλές ευκαιρίες, στο παρελθόν, να το πράξει αλλά τις απέφυγε επιμελώς. Ελπίζουμε να αλλάξει τακτική καθώς μέχρι τώρα το μόνο που κάνει είναι σιωπά εκεί που πρέπει να αντιπαρατεθεί και από καιρού εις καιρόν επαναφέρει τα ίδια σχήματα και δόγματα λες και αυτά ουδέποτε τέθηκαν σε κριτική.
Ας δούμε, όμως, αν όντως η ηγεσία του κόμματος και τα τμήματά της κάνουν κάποια προσπάθεια διείσδυσης στο βάθος των ιστορικών γεγονότων. Μέχρι στιγμής έχουν βγάλει λάθος την στρατηγική της 6ης ολομέλειας του ’34, λάθος την πολιτική των Λαϊκών και εθνικοαπελευθερωτικών μετώπων, λάθος την πολιτική του ΚΚΕ και του διεθνούς επαναστατικού κινήματος στο μεσοπόλεμο και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με βάση αυτό που θεωρούν λάθος ερμηνεύουν όλα τα γεγονότα που ακολούθησαν. Έτσι φτάνουμε στον παραλογισμό το 1934 να ευθύνεται για το 1944 και το 1949!!! Μια τέτοια αντίληψη θα μπορούσε να έχει αξία για όσους πιστεύουν σε προφητείες κι όχι για τους μαρξιστές.
Παρόλα αυτά, εμείς δεν θα διστάζαμε να αναγνωρίσουμε στη σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ μια προσπάθεια να διεισδύσει στο βάθος των γεγονότων, αν το σχήμα που χρησιμοποιεί για την προσέγγιση της κομματικής ιστορίας ήταν δικό της. Δεν είναι. Το δανείστηκε εξολοκλήρου από τους τροτσκιστές όπως το είχε κατασκευάσει ο Π. Πουλιόπουλος πριν 82 χρόνια και το αναπαρήγαγαν στη συνέχεια οι διάφορες τροτσκιστικές πολιτικές κινήσεις. Ειλικρινά, απαιτεί περίσσιο θράσος, να χρησιμοποιείς δανεικά και αποτυχημένα ερμηνευτικά σχήματα- που μετράνε έναν αιώνα ζωής και έχει αποδειχτεί η αξία τους- για εξηγήσεις τον κομματικό σου παρελθόν, αλλά ταυτόχρονα να κατηγορείς όσους σε επικρίνουν γι’ αυτό ότι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να διεισδύσουν στο βάθος το γεγονότων κι ότι εξωραΐζουν το παρελθόν.
Θα επανέλθουμε.