Το κείμενο που θα διαβάσουν παρακάτω οι αναγνώστες του «Εργατικού Αγώνα» δεν διεκδικεί και δεν επιδιώκει δάφνες πολιτικής ανάλυσης. Πρόκειται για την καταγραφή ορισμένων σκέψεων της υπογράφουσας, που γεννήθηκαν μετά την επίσκεψη του απερχόμενου αμερικανού προέδρου, Μπαράκ Ομπάμα, στην Αθήνα, αλλά και μετά τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών. Αυτές οι σκέψεις σχετίζονται με το πώς ο ιμπεριαλισμός μπορεί να χρησιμοποιήσει, στο επίπεδο της άσκησης της εξουσίας, πολλαπλά και διαφορετικά πρόσωπα και προσωπεία, ώστε να εξωραϊσει την πολιτική του και να την κάνει πιο εύκολα αποδεκτή από πλατιές ανθρώπινες μάζες, αξιοποιώντας κατά περίπτωση, τις ιδιαιτερότητες και τις ευαισθησίες αυτών των τελευταίων.
Ο «Εργατικός Αγώνας» έχει αναδείξει επαρκώς, με την αρθρογραφία του, την πολιτική διάσταση της επίσκεψης Ομπάμα στην Ελλάδα. Η «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (και εννοείται ότι κυριολεκτώ με τη χρήση των εισαγωγικών) σε μια εξαιρετική επίδειξη δουλοφροσύνης απέναντι στον αμερικανικό παράγοντα, δέχτηκε (ου μην αλλά και δεξιώθηκε) τον απερχόμενο πλανητάρχη παραμονές της εξέγερσης του Πολυτεχνείου! Το υπόλοιπο πολιτικό προσωπικό εννοείται ότι ακολούθησε, ενίοτε και υπερθεμάτισε με γονυκλισίες και γονυπετείς παρακλήσεις, ενώ ο πρόεδρος της δημοκρατίας δεν δίστασε να παραποιήσει το λόγο και το πνεύμα του Ελύτη, παρουσιάζοντας τον ποιητή του Αιγαίου ζήτουλα που εκλιπαρεί από την υπερδύναμη να «μη λησμονά τη χώρα του» …
Αλλά και το λαϊκό κίνημα … πού βρισκόταν άραγε την ώρα της επίσκεψης; Είμαστε άραγε ικανοποιημένοι, σαν κομμουνιστές, ιδιαίτερα από τη στάση του ΚΚΕ που διοργάνωσε μια μάλλον εθιμοτυπικού χαρακτήρα παρέλαση στο κέντρο της Αθήνας; Θαρρώ, όλοι θυμόμαστε, το 1999, όταν ένα ΚΚΕ με ζωντανές τις αντιϊμπεριαλιστικές του επεξεργασίες και τα αντιϊμπεριαλιστικά του χαρακτηριστικά, έδωσε μάχη με τις δυνάμεις καταστολής για να διαδηλώσει ενάντια στην επίσκεψη του σφαγέα των Βαλκανίων προέδρου Κλίντον. Η σημερινή καθοδήγηση του ΚΚΕ, με τις νεόκοπες αντιλήψεις περί «αλληλεξάρτησης» και «ιμπεριαλιστικής Ελλάδας» δεν είναι καθόλου άμοιρη ευθυνών για την άμβλυνση των αντιϊμπεριαλιστικών αντανακλαστικών του ελληνικού λαού, τουλάχιστον όσον αφορά τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Σ` αυτό το κείμενο όμως, με απασχολεί ο ίδιος ο πρόεδρος Ομπάμα, η προσωπικότητά του, η συγκρότησή του, το προσωπείο που φορά για να υπηρετήσει την πολιτική της μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής δύναμης στον πλανήτη. Ο πρόεδρος Ομπάμα δεν είναι Τζωρτζ Μπους: δεν είναι ένας λευκός, ακαλλιέργητος τεξανός που μιλά απαίσια αγγλικά και που, άμα τη εμφανίσει, ξεσηκώνει εναντίον του το (προοδευτικό ή και λιγότερο προοδευτικό) σύμπαν. Ο πρόεδρος Ομπάμα είναι ένας καλλιεργημένος και πνευματώδης άνθρωπος. Στην Ελλάδα (και, κατά την προσωπική μου άποψη, όχι δασκαλεμένος από τους εκπροσώπους της ομογένειας) εκφώνησε αποσπάσματα από τον «Επιτάφιο»: ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, που γράφτηκε από το Θουκυδίδη και εκφωνήθηκε από τον Περικλή, το 430 π.Χ., για να τιμηθούν οι νεκροί του πρώτου έτους του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο πρόεδρος Ομπάμα δεν κατέφυγε στο Θουκυδίδη για λόγους αβρότητας απέναντι στη χώρα που τον υποδεχόταν ούτε για να επιδείξει την ευρυμάθειά του: το απόσπασμα το οποίο επέλεξε ήταν εκείνο στο οποίο ο Περικλής λέει για την Αθήνα και τους Αθηναίους: «Και στη διάθεσή μας απέναντι στους ξένους διαφέρουμε από τους πολλούς, γιατί αποκτούμε φίλους ευεργετώντας τους και όχι περιμένοντας από αυτούς κάποιο καλό[1]». Νομίζω, είναι προφανές και διάφανο στον καθένα ότι ο πρόεδρος Ομπάμα μιλά για τη δική του χώρα. Όποιος διαβάζει απροκατάληπτα τη –σπουδαία– αρχαία ελληνική ιστορία αντιλαμβάνεται πώς ακριβώς «ευεργετούσαν» τους φίλους τους οι Αθηναίοι, η πόλη της Αθήνας, μέγιστη δύναμη της εποχής στον ελλαδικό χώρο. Με επεμβάσεις και σφαγές όχι λιγότερο αποτρόπαιες από όσες έκαναν τα φιλοολιγαρχικά ή φιλολακωνικά καθεστώτα. Κάτι έχουν να πουν οι Μήλιοι επ` αυτού: όταν, στον Πελοποννησιακό πόλεμο, η Μήλος (μόνη, μαζί με τη Θήρα, δωρική από όλες τις Κυκλάδες) αρνήθηκε να στρατευτεί στον αγώνα εναντίον των Σπαρτιατών, οι Αθηναίοι κατέκαυσαν την πόλη, έσφαξαν τον άμαχο πληθυσμό και εξανδραπόδισαν τους επιζήσαντες της σφαγής. Η καταστροφή της Μήλου οδήγησε το μεγάλο τραγικό ποιητή Ευρπίδη να γράψει τις «Τρωάδες» του, για να στηλιτεύσει την πολιτική της Αθήνας.
Κάπως έτσι αντιλαμβάνεται και η μεγαλύτερη ιμπεριαλιστική δύναμη των ημερών μας τη σχέση της με τους «ξένους», με τις άλλες χώρες και τους λαούς. Κατά τον πρόεδρο Ομπάμα, οι ΗΠΑ ευεργετούν τους λαούς. Ο λαός μας βέβαια, οι λαοί του κόσμου, έχουν άλλη άποψη. Να μην ξεχνάμε ότι, παρά τις ριζοσπαστικές και φιλειρηνικές διακηρύξεις με τις οποίες εξελέγη ο Ομπάμα, επί των ημερών του σημειώθηκαν εξαιρετικά πολλές επεμβάσεις, ενώ καμμιά από τις διακηρύξεις αυτές δεν υλοποιήθηκε. Επί των ημερών του προέδρου Ομπάμα έγινε η επέμβαση στη Λιβύη που οδήγησε στη διάλυση της χώρας, ενώ την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η τραγωδία στη Συρία (άλλη «ευεργεσία» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού αυτή) δείχνει να κορυφώνεται με απρόβλεπτες συνέπειες …
Ο καλλιεργημένος και αρχαιολάτρης Ομπάμα λοιπόν άλλο δεν έκανε παρά να εκφράσει, δανειζόμενος την καλλιέπεια του αρχαίου ελληνικού λόγου, την αλαζονεία της υπερδύναμης που παρενδύει ως ευεργεσία την επεμβατική, δολοφονική για τους λαούς, εξωτερική της πολιτική…
Ο πρόεδρος Ομπάμα όμως έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό: είναι μαύρος. Ποιος προοδευτικός άνθρωπος άραγε δεν συγκινείται από το διαχρονικό δράμα των αφροαμερικανών; Από τη σκοτεινή ιστορία της δουλείας, του ξεριζώματος από την Αφρική και τη μεταφορά του ανθρώπινου «εμπορεύματος» στη νέα ήπειρο, για να δουλέψουν κάτω από συνθήκες ακραίας εξαθλίωσης, εκμετάλλευσης και βίας στα μπαμπακοχώραφα; Ποιος δεν έχει συγκινηθεί με το πασιφιστικό κήρυγμα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ; Ποιος δε γνωρίζει την οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση μιας πολύ μεγάλης μερίδας του έγχρωμου πληθυσμού των ΗΠΑ, δεν έχει αγανακτήσει με το γεγονός ότι οι περισσότεροι θανατοποινίτες είναι μαύροι και φτωχοί; Ποιος δεν συγκινήθηκε όταν, στην ορκωμοσία του Ομπάμα, γέροντες μαύροι έκλαιγαν, αφού ένας «δικός τους» έφτανε στο ύπατο πολιτικό και πολιτειακό αξίωμα;
Μόνο που αποδείχτηκε ότι δεν ήταν «δικός τους». Σε τίποτα δε βελτιώθηκε επί των ημερών του, η συνολική θέση του μαύρου πληθυσμού των ΗΠΑ – ειδικά βέβαια η θέση των φτωχών μαύρων. Τους τελευταίους μήνες, οι επιθέσεις των δυνάμεων καταστολής ενάντια σε νεαρούς μαύρους για ασήμαντη αφορμή ή, συνηθέστατα, χωρίς αφορμή, έγιναν ρουτίνα, σχεδόν καθημερινή υπόθεση. Ο μαύρος πρόεδρος περί άλλα ετύρβαζε, για να αποδειχτεί περίτρανα ότι το χρώμα του και η συμπάθεια που γεννά συσκοτίζει το γεγονός ότι έχει επιλέξει να υπηρετεί την άρχουσα τάξη. Η περίπτωση θυμίζει αρκετά όσους λένε ότι αν ασκούσαν οι γυναίκες εξουσία, ο κόσμος θα ήταν καλύτερος: καλό λοιπόν θα ήταν να θυμόμαστε ότι οι επί μέρους αντιθέσεις και ανισότητες που φύονται στο εύφορο γι` αυτές έδαφος των εκμεταλλευτικών συστημάτων (και που, σαφέστατα πρέπει να είναι αντικείμενο μελέτης, διεκδίκησης και πάλης από τη σκοπιά του εργατικού – λαϊκού κινήματος), πρέπει να γίνονται κατανοητές στην πραγματική τους διάσταση, που συνίσταται στην υπαγωγή τους στην κύρια αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία.
Ο καλλιεργημένος μαύρος πρόεδρος Ομπάμα δεν υπηρέτησε λιγότερο καλά το ιμπεριαλιστικό σύστημα εξ αιτίας της παιδείας και του χρώματός του. Ίσα – ίσα που οι δυο αυτές ιδιότητες λειτούργησαν ως δούρειος ίππος για την άλωση ακόμα και προοδευτικών συνειδήσεων που επένδυσαν σε αυτόν και που περίμεναν ότι θα λειτουργήσει ως «μαύρος πάπας», ως προστάτης των φτωχών και καταπιεσμένων…
Σε λίγες μέρες όμως, ο Ομπάμα θα εγκαταλείψει το Λευκό Οίκο, για να έρθει ο καινούργιος του ένοικος: ένας ένοικος, τελείως διαφορετικός, σε μια πρώτη ανάγνωση, από τον προκάτοχό του. Ο πολύ λευκός (και πολύ λευκών φρονημάτων) πολύς Ντόναλντ Τραμπ. Εδώ τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πιο ξεκάθαρα: δισεκατομμυριούχος, κομπιναδόρος, κατά δήλωσή του φοροφυγάς (και υπερήφανος γι` αυτό), σεξιστής, ρατσιστής, μισαλλόδοξος, βωμολόχος, περιστοιχιζόμενος από μια στρατιά κυριών αισθητικής εθνικής οδού και συμπαθών τετραπόδων (με όρους νεοελληνικού «πολιτισμού») είναι μια περσόνα απόλυτα συμβατή με τα πιο αντιπαθητικά στερεότυπα που υπάρχουν για τους αμερικάνους. Καμμιά «ψαγμένη» συνείδηση δεν θα παρασυρθεί από αυτό το κράμα ακροδεξιάς και κλοουνίστικης γελοιότητας …
Μόνο που είναι τόσο αδιέξοδο για τα λαϊκά συμφέροντα το σύστημα της δικομματικής εναλλαγής στις ΗΠΑ, είναι τόσο πολύ όμοια ως προς την ουσία της πολιτικής τους τα δυο κόμματα, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι, που τα υποτελή κοινωνικά στρώματα της χώρας αισθάνονται απόλυτα εγκλωβισμένα και χωρίς περιθώρια επιλογών. Αν προσθέσουμε στην αγανάκτηση για τους υλικούς όρους ζωής τους και την καλλιεργημένη από το – εντελώς και σαφέστατα ταξικό – εκπαιδευτικό σύστημα αμάθεια που χαρακτηρίζει το μέσο αμερικανό, την έλλειψη πολιτικής εμπειρίας, την απόλυτη ενσωμάτωση των συνδικάτων στο σύστημα, την καταστολή, την πανίσχυρη αντικομμουνιστική προπαγάνδα, τις αντικειμενικές και υποκειμενικές αδυναμίες του πολιτικού υποκειμένου της εργατικής τάξης, καταλαβαίνουμε ότι δημιουργείται ένα εκρηκτικό μείγμα, πολύ κοντά στο ανθρώπινο και συνειδησιακό υλικό που έφερε στην εξουσία το Χίτλερ στη δεκαετία του `30. Ναι, δυστυχώς, πολύς λαϊκός κόσμος ψήφισε τον Τραμπ, θεωρώντας τη γκροτέσκα περσόνα του αντισυστημική.
Ο Τραμπ βέβαια δεν είναι καθόλου αντισυστημικός. Δεν είναι καν συστημικός: είναι το ίδιο το σύστημα, το κύτταρό του, η ουσία του, η αισθητική του ωμή, κραυγαλέα και γυμνή από φτιασιδώματα. Ο Τραμπ είναι το άλλο πρόσωπο του τέρατος, από τη στιγμή που το προηγούμενο, το εναλλακτικό, φαίνεται προσώρας να έχει εξαντλήσει τη δυναμική του.
Σαν τον Ιανό, το διπρόσωπο θεό των αρχαίων Ρωμαίων, το πολιτικό προσωπικό του ιμπεριαλισμού μπορεί να έχει δυο ή και περισσότερα πρόσωπα ή προσωπεία. Σε κάθε περίπτωση, πίσω από τα προσωπεία αυτά, το τέρας χαμογελά πάντα με το ίδιο αποτρόπαιο χαμόγελο – και, όπως θα έλεγε ο μεγάλος Μάνος Χατζιδάκις, αν πάψουμε να το φοβόμαστε, έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε.
[1] Μετάφραση Άγγελου Βλάχου.