Οι «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ» για το 20ο συνέδριο είναι ένα μακροσκελέστατο κείμενο στο οποίο βρίθουν οι γενικότητες, οι μεθερμηνευόμενες διατυπώσεις, οι ασάφειες και οι αντιφάσεις. Οι αναφορές στην κρίση του παγκόσμιου και εγχώριου καπιταλισμού- και στην κατάσταση που αυτός βρίσκεται σήμερα- είναι διαπιστωτικού χαρακτήρα. Τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται γι’ αυτό το σκοπό προέρχονται, όλα, από εγχώριους και διεθνείς καπιταλιστικούς οργανισμούς κι έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί στον Τύπο. Η ηγεσία του ΚΚΕ δεν κάνει καμία προσπάθεια- από φανερή αδυναμία αλλά και γιατί δεν θέλει- να εμβαθύνει πάνω σ’ αυτά, να τα αναιρέσει όπου χρειάζεται, να τα συμπληρώσει, να αποκαλύψει το ταξικό τους περιεχόμενο, να κάνει τις δικές της διαπιστώσεις, να προχωρήσει στις αναγκαίες θεωρητικές γενικεύσεις.
Μελετώντας τις «Θέσεις», θα μπορούσε να πει κανείς ότι ουδέποτε γράφτηκαν τόσα πολλά για να ειπωθούν τόσα λίγα.
Από τις 106 σελίδες των «Θέσεων» οι 67 είναι αφιερωμένες στο κόμμα. Και από τις 82 αριθμημένες «Θέσεις» οι 46 είναι αφιερωμένες στον ίδιο σκοπό. Με βάση αυτή την αναλογία, θα μπορούσε, εύκολα, να διαπιστωθεί ότι το κεντρικό ζήτημα του 20ου Συνεδρίου είναι το ίδιο το κόμμα, Αλλά δεν χρειάζεται να το διαπιστώσουμε. Το ομολογούν οι συντάκτες των «Θέσεων». Στον πρόλογο με τον οποίο τις συνοδεύουν διαβάζουμε: «Βασικός στόχος των Θέσεων της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο και της εσωκομματικής συζήτησης που θα ξεκινήσει μετά τη δημοσίευσή τους, όπως και των τελικών αποφάσεων του Συνεδρίου, είναι το ολόπλευρο ιδεολογικό – πολιτικό – οργανωτικό ατσάλωμα του Κόμματος και της Νεολαίας του ως κόμματος της επαναστατικής ανατροπής». Στη θέση, δε, 37 διαπιστώνουν: «Ο στόχος για «Κόμμα παντός καιρού» παραμένει προς κατάκτηση». Εδώ ακριβώς βρίσκεται το ζήτημα, Στο «κόμμα παντός καιρού».
Η σημερινή ηγεσία ως πρωτεύον ζήτημα θέτει- ανεξαρτήτως αν και σε πιο βαθμό το καταλαβαίνουν τα κομματικά μέλη και στελέχη, ακόμη και τα μέλη της ΚΕ- την μετεξέλιξη του ΚΚΕ από μαρξιστικό- λενινιστικό κόμμα νέου τύπου, σε κόμμα «παντός καιρού». Αυτή την μετεξέλιξη, την έχει πετύχει σε προγραμματικό επίπεδο και σε επίπεδο κομματικής- καταστατικής λειτουργίας αλλά δεν έχει ακόμα καταφέρει να την μετατρέψει σε συνείδηση του κόμματος σε όλα τα επίπεδα: από την κορυφή ως το τελευταίο κομματικό μέλος. Γράφουν στον πρόλογο των θέσεων: «Από το 19ο Συνέδριο έχουμε νέο Πρόγραμμα που αποτυπώνει την επεξεργασμένη στρατηγική του Κόμματος για την εργατική εξουσία, το σοσιαλισμό, και δίνει κατευθύνσεις για την πρωτοπόρα δράση του Κόμματος κάτω από όλες τις συνθήκες… Παρόλ’ αυτά, αυτή η ισχυρή συμφωνία με τις αποφάσεις μας, αλλά και η δουλειά που αναπτύχθηκε σε όλους τους τομείς δράσης του Κόμματος στο πλαίσιο της προσπάθειας υλοποίησης αυτών των αποφάσεων, δε μας οδηγούν σε επανάπαυση, σε αυτάρκεια, πολύ περισσότερο σε έλλειψη ανησυχίας για τις αδυναμίες, τις ελλείψεις, για το πώς και σε ποιο βαθμό έχουν αφομοιωθεί και υπηρετούνται καλύτερα από τη δράση μας το Πρόγραμμα και το Καταστατικό του Κόμματος».
Τι είναι αυτό το κόμμα «παντός καιρού»;
Το ερώτημα που ευλόγως προκύπτει αφορά στο περιεχόμενο αυτού που η ηγεσία ονομάζει «κόμμα παντός καιρού». Τι είναι αυτό το κόμμα; Οργανωτικά, με βάση το καταστατικό που ψηφίστηκε στο 19ο Συνέδριο είναι ένα κόμμα υποταγμένο στην ηγεσία του. Ένα κόμμα στο οποίο η ηγεσία έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Ένα κόμμα το οποίο πρέπει να είναι πάντοτε έτοιμο να ανταποκριθεί στους χρησμούς και στις απαιτήσεις της ηγεσίας. Ένα κόμμα στο οποίο ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός έχει αντικατασταθεί από υπερσυγκεντρωτισμό ή αλλιώς τον γραφειοκρατικό διοικητισμό. Μπορεί στο καταστατικό που ψηφίστηκε στο προηγούμενο συνέδριο να εγγράφονται κάποιοι μαρξιστικοί- λενινιστικοί όροι (π.χ. Δημοκρατικός συγκεντρωτισμός) αλλά αυτοί είναι άνευ περιεχομένου. Θυμίζουμε στους αναγνώστες μας ότι το σχέδιο καταστατικού που υποβλήθηκε στο 19ο Συνέδριο χρησιμοποιούσε τον όρο «δημοκρατικός συγκεντρωτισμός» αλλά δεν είχε καμία αναφορά στην εσωκομματική δημοκρατία. Όλα αναφέρονταν στο σκέλος του συγκεντρωτισμού. Ύστερα, όμως, από εξαντλητική κριτική (άνω των 40 σελίδων) του Εργατικού Αγώνα, που αποκαλυπτε την μεθόδευση και τους σκοπούς της ηγεσίας, εκείνη επιχείρησε να ρίξει στάχτη στα μάτια των μελών του κόμματος κάνοντας μια φραστική αλλά όχι ουσιαστική υποχώρηση. Έτσι, στο τελικό κείμενο του καταστατικού αναφέρεται ότι «Δημοκρατικός συγκεντρωτισμός σημαίνει εσωκομματική δημοκρατία, συγκεντρωτική καθοδήγηση, ενιαία δράση στην εφαρμογή των αποφάσεων με συνειδητή πειθαρχία». Πουθενά, όμως δεν ορίζεται και δεν περιγράφεται, ως περιεχόμενο, η εσωκομματική δημοκρατία. Άλλωστε και από το απόσπασμα που παραθέσαμε και από το σύνολο του ψηφισμένου καταστατικού προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι το μόνο που κατοχυρώνεται είναι η εξουσία της κομματικής ηγεσίας. Συνεπώς «κόμμα παντός καιρού» σημαίνει μια ηγεσία που κάνει ότι θέλει και η κομματική μάζα απλώς πειθαρχεί και εκτελεί.
Με βάση το πρόγραμμα που ψηφίστηκε στο 19 συνέδριο «κόμμα παντός καιρού» σημαίνει ένα κόμμα που όλα τα ζητήματα και όλα τα προβλήματα τα συνδέει με τον σοσιαλισμό. Στην καλύτερη περίπτωση ένα κόμμα που προετοιμάζει την σοσιαλιστική επανάσταση απλώς με ζύμωση. Χωρίς να αναγνωρίζει μεταβατικές καταστάσεις, χωρίς να συμμαχεί με κανέναν παρά μόνο με τον εαυτό του, χωρίς διάκριση ανάμεσα σε στρατηγική και τακτική, σε μίνιμουμ και σε μάξιμουμ στόχους. Οι «Θέσεις» για το 20ο Συνέδριο είναι απολύτως σαφείς πάνω σ’ αυτό το ζήτημα Διαβάζουμε: «Ο καθημερινός πολιτικός αγώνας για όλα τα ζητήματα δεν πρέπει ποτέ να αποσπάται από το κύριο επαναστατικό πολιτικό καθήκον της πάλης για την εργατική εξουσία» (θέσεις 46). Που σημαίνει πως όλα πρέπει να καταλήγουν στη αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης και να παραπέμπουν σ’ αυτήν. Αλλιώς δεν έχουν νόημα. Η βασική μαρξιστική- λενινιστική θέση ότι οι μάζες μπαίνουν στην μαζική συνδικαλιστική και πολιτική πάλη για την λύση των προβλημάτων τους και μέσα από την ίδια τους την πείρα ανακαλύπτουν την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού εδώ έχει πάει περίπατο.
Με άλλα λόγια- και πάντα στην καλύτερη περίπτωση- το «κόμμα παντός καιρού» είναι ένα κόμμα ιεραποστόλων του σοσιαλισμού. Ένα κόμμα, που τον σοσιαλισμό από κίνημα της ζωντανής πραγματικότητας, με όλες τις αντιφάσεις της, τον μετατρέπει σε κήρυγμα. Ένα κόμμα που εγκαταλείπει την υλική βάση των πραγμάτων και υποτάσσεται στο βασίλειο των γενικών ιδεών. Ένα κόμμα που εγκαταλείπει τον υλισμό για να προσχωρήσει στον ιδεαλισμό.
Η ζωή έχει δείξει- και για το σημερινό ΚΚΕ- ότι ένα κόμμα, είναι υποχρεωμένο να έχει πράξη, εφόσον θέλει να επιζήσει. Η πράξη αυτή εκ των πραγμάτων σκοντάφτει πάντοτε στις δυσκολίες της ζωντανής πραγματικότητας και κυρίως στην ισχύ του αντιπάλου. Και ακριβώς γι’ αυτό, επειδή υποχρεώνεται να έχει πράξη, το σημερινό ΚΚΕ, την αδυναμία του μπροστά στις δυσκολίες και στον αντίπαλο- αλλά και τους συμβιβασμούς που αντικειμενικά καλείται να κάνει, ανεξαρτήτως αν είναι σωστοί ή λάθος, παραδεκτοί ή απαράδεκτοι- τους κουκουλώνει με φανφάρες και ιδεολογήματα …επαναστατικής λογοκοπίας.
Σε επίπεδο ανθρώπων αυτό το κόμμα «παντός καιρού» υπάρχει. Υπάρχει καταρχήν στην ηγεσία του με αυτούς που το εμπνεύστηκαν και με αυτούς που ακολουθούν. Υπάρχει και σε μεγάλο μέρος στελεχών. Οι «Θέσεις» είναι αποκαλυπτικές πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Διαβάζουμε: «Τα τελευταία χρόνια έχουν αναδειχτεί εκατοντάδες νέα στελέχη σε όλους τους κρίκους των καθοδηγητικών οργάνων του Κόμματος. Αρκετά από αυτά είναι στρατολογημένα στο Κόμμα όχι μόνο μετά το αντεπαναστατικό πισωγύρισμα, αλλά και κατά την πρώτη 15ετία του 21ου αιώνα. Πρόκειται για στελέχη τα οποία, ενώ από τη μια έχουν οργανωθεί, παλέψει και αναδειχτεί με τη σύγχρονη στρατηγική αντίληψη του Κόμματος που ολοκληρώθηκε στο 19ο Συνέδριο με την ψήφιση του Προγράμματος και του Καταστατικού, από την άλλη αναπτύσσονται σε περίοδο πλήρους επικράτησης της αντεπανάστασης, προς το παρόν σχετικά ‘‘άγονης’’ σε ταξικές ανατάσεις» (θέση 75). Εδώ η ηγεσία ομολογεί ότι στη διαμόρφωση του, το «κόμμα παντός καιρού, χρειάζεται να στηρίζεται σε στελέχη που να έχουν διαμορφωθεί με τα δικά της ιδεολογήματα. Κι ότι για να φτιάξει το «κόμμα παντός καιρού» έπρεπε να απαλλαγεί από την παλιά γενιά της αντίστασης και του εμφυλίου (κάτι που έγινε με βιολογικούς όρους) αλλά και να κάνει στην άκρη το κόμμα της δεκαετίας του ’60, της αντιδικτατορικής πάλης και της μεταπολιτευτικής περιόδου έτσι ώστε να στηριχτεί σε ανθρώπους που εντάχθηκα στις κομματικές γραμμές μετά το 1991 και κυρίως από το 2000 και ύστερα. Δηλαδή σε ανθρώπους που δεν ξέρουν το προηγούμενο ΚΚΕ, δεν έχουν εμπειρίες από αυτό και που διαπαιδαγωγήθηκαν με την δική της καθοδήγηση και τις δικές της θεωρίες. Σε ανθρώπους που δεν έμαθαν το κόμμα όπως ήταν αλλά όπως αυτή η ηγεσία σταδιακά το διαμόρφωσε. Τα μέλη του κόμματος και οι εξωκομματικοί που παρακολουθούν τις κομματικές εξελίξεις είχαν και έχουν την ευκαιρία αυτό να το διαπιστώσουν με τα ίδια τους τα μάτια.
Γιατί κόμμα «παντός καιρού» και όχι κόμμα «νέου τύπου»;
Στην προσπάθειά τους να συσκοτίσουν τα πράγματα, οι συντάκτες των «Θέσεων» ανάμεσα στα πολλά που γράφουν, δίνουν και έναν ορισμό του «κόμματος παντός καιρού». Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη «θέση 40» το «κόμμα παντός καιρού» είναι ένα κόμμα που έχει την ικανότητα να δρα και «να συσπειρώνει δυνάμεις σε οποιεσδήποτε συνθήκες, τόσο σε συνθήκες νίκης της αντεπανάστασης, υποχώρησης του κινήματος, οικονομικής κρίσης και αρπαγής κατακτήσεων χρόνων, τοπικών ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων ή και ενός πιο γενικευμένου πολέμου, όσο και σε συνθήκες απότομης ανόδου της ταξικής πάλης, εξέγερσης των μαζών, αντικειμενικής διαμόρφωσης επαναστατικής κατάστασης».
Το ερώτημα που ευθέως προκύπτει είναι, γιατί δεν μπορεί να έχει αυτή την ικανότητα το μαρξιστικό- λενινιστικό κόμμα νέου τύπου; Η ηγεσία, σκοπίμως δεν απασχολείται καθόλου με αυτό το ερώτημα. Κι αυτό γιατί έχει επιλέξει την τακτική να υπονομεύσει το κόμμα νέου τύπου- εξαφανίζοντάς το σταδιακά και μεθοδευμένα από την συνείδηση των κομμουνιστών- και όχι να βάλει ευθύς εξαρχής εναντίον. Αξίζει να θυμηθούμε ότι το «κόμμα παντός καιρού», ως έννοια άρχισε να προβάλλεται τις παραμονές του 19ου συνεδρίου με ταυτόχρονες αναφορές σε στοιχεία που παρέπεμπαν στο κόμμα νέου τύπου. Ήταν παραμονή της δημοσίευσης των «Θέσεων της ΚΕ», γι’ αυτό το συνέδριο, όταν η τότε ΓΓ της ΚΕ Αλ. Παπαρήγα, μιλώντας στη Θεσσαλονίκη για τα 94 χρόνια του ΚΚΕ, είχε πει: «Τον 20ό αιώνα και τον 21ο είναι αδύνατο ένας λαός να γίνει πρωταγωνιστής μεγάλων κοινωνικών ανατροπών, να γίνει πρωταγωνιστής στον αγώνα για να κατακτήσει τη δική του εξουσία, δίχως να συσπειρώνεται και να συνεργάζεται με μια έμπειρη πρωτοπορία, το ΚΚΕ, που πρέπει να αποδειχθεί ότι είναι κόμμα παντός καιρού, σταθερό και έτοιμο σε κάθε φάση να κρατά γερά τον κρίκο χωρίς να χάνει την αλυσίδα. Αυτό το ΚΚΕ χρειάζεται ο τόπος για να γίνει ο λαός αφεντικό. Αυτό το ΚΚΕ που το κρατήσαμε 94 χρόνια, παρά τις δυσκολίες, αυτό το ΚΚΕ πρέπει να το εξασφαλίσουμε ως τα 100 χρόνια και πάντα, γιατί θα είναι αναγκαίο για πάντα». Αν προσέξει κανείς τις διατυπώσεις, θα διαπιστώσει ότι η Αλ. Παπαρήγα είναι ιδιαίτερα προσεκτική ώστε να μην δημιουργεί την αίσθηση της ρήξης με το παρελθόν του κόμματος. Το «Κόμμα παντός καιρού» θα μπορούσε, επομένως, να χαρακτηριστεί ως ένα ευφυολόγημα στον λόγο της. Όσοι όμως είχαν συνηθίσει να διαβάζουν πίσω από τις λέξεις- καθώς εκεί βρισκόταν πάντα η ουσία των λόγων της ηγεσίας στη προοπτική μετασχηματισμού του ΚΚΕ- πρόσεξαν ότι η τότε ΓΓ της ΚΕ έκανε αναφορά σε ένα ΚΚΕ που έπρεπε να αποδειχθεί «κόμμα παντός καιρού» και όχι μαρξιστικό- λενινιστικό κόμμα νέου τύπου.
Δύο χρόνια αργότερα η ιδεολογική επιτροπή της ΚΕ, κυκλοφόρησε μια μπροσούρα με τίτλο «Κόμμα ‘‘Παντός Καιρού’’- Ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ». Τα πράγματα ήταν, πλέον, ξεκάθαρα. Ούτε αθώα ήταν η αναφορά της Αλ. Παπαρήγα δυο χρόνια πριν ούτε με τον όρο «Κόμμα παντός καιρού» γινόταν λόγος για το κόμμα νέου Τύπου. Αυτό, με έναν τρόπο το αποσαφήνισε, η ίδια παρουσιάζοντας την εν λόγω μπροσούρα σε εκδήλωση των Κομματικών Οργανώσεων Κυψέλης και Αχαρνών της Τομεακής Οργάνωσης Α’ Αθήνας. Συγκεκριμένα είχε πει: «Όχι τυχαία, μας απασχόλησε και πριν το Συνέδριο και μετά, ο τίτλος “Παντός Καιρού”. Τον εννοούμε. Βεβαίως θέλει μία προσοχή γιατί ο άλλος μπορεί να πει “όταν βρέχει παίρνεις ομπρέλα”, “όταν κάνει ζέστη φοράς καλοκαιρινά και τα βγάζεις κιόλας”, δηλαδή προσαρμόζεσαι -αυτό που λέμε- στις συνθήκες. Δε θέλουμε να πούμε αυτό, θέλουμε να πούμε κάτι βαθύτερο. Και αυτό, δε θα πω είναι δύσκολο καθήκον, είναι σύνθετο. Το σύνθετο είναι κάτι παραπάνω από το δύσκολο. Με ποια έννοια… Το Κόμμα πρέπει να δουλεύει με συνέπεια πάνω στην επεξεργασμένη πολιτική του γραμμή, πάνω στο πρόγραμμά του, στις αποφάσεις του, ιδιαίτερα πάνω στη στρατηγική του, στο Πρόγραμμά του, να δουλεύει απαρέγκλιτα σε μια ευθεία γραμμή». Με άλλα λόγια, βρέχει- χιονίζει ή κάνει ζέστη, εμείς το βιολί μας. Που πολύ απλά σημαίνει ότι το «κόμμα παντός καιρού» είναι ένα κόμμα σε ακαμψία. Η ευελιξία την οποία πολύ συχνά επικαλείται ως ανάγκη η ηγεσία δεν αφορά σε τακτική μέσα από την οποία προσεγγίζεις τον στρατηγικό σου στόχο καθώς οι συνθήκες μεταβάλλονται. Αφορά, όπως έχει αποδειχτεί στην πράξη, στο να επιμένεις στα αδιέξοδα της πολιτική σου γραμμής κάνοντας το άσπρο- μαύρο. Αλλά για να το κάνεις αυτό, όσο κι αν επιμένεις να προβάλλεις μόνο στρατηγικούς στόχους, στην πράξη καταντάς να υποτάσσεσαι στον πιο χυδαίο τακτικισμό. Όπως, για παράδειγμα, να ψηφίζεις στο δημοψήφισμα «άκυρο» για να εμποδίσεις τον κόσμο που επηρεάζεις να ψηφίσει «Όχι» κι έτσι να ευνοείς το «Ναι». Ή να τάσσεσαι κατά των μνημονίων αλλά να συνδέεις την έξοδο από το ευρώ με τον σοσιαλισμό υποστηρίζοντας την παραμονή στο ενιαίο νόμισμα για όσο διάστημα ο σοσιαλισμός δεν έρχεται. Που σημαίνει στην πράξη να είσαι υπέρ των μνημονίων αφού χωρίς μνημόνια η παραμονή στο ευρώ είναι αδύνατη. Αυτό είναι το «κόμμα παντός καιρού» κι αυτή είναι η… επαναστατικότητά του.
Αντί επιλόγου
Τα κόμματα δεν είναι εγκεφαλικά κατασκευάσματα. Κι όπου υπήρξαν τέτοια πολύ γρήγορα εξαφανίστηκαν. Τα κόμματα προκύπτουν ως αναγκαιότητα της πάλης των τάξεων. Τα επαναστατικά κόμματα, επομένως, είναι προϊόν αυτής της πάλης που δεν εκδηλώνεται με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις εποχές. Στην εποχή των αστικών επαναστάσεων οι επαναστατικές οργανώσεις ήταν μικρές, στενές, οργανωμένες με ακραίο συνωμοτισμό. Η αστική τάξη τραβούσε παθητικά τις λαϊκές μάζες στην επανάσταση. Δεν επιδίωκε την ενεργή πολιτική συμμετοχή τους. Οι σχέσεις παραγωγής τις οποίες εισήγαγε συμβάδιζαν με την επιστημονική- βιομηχανική επανάσταση και μπορούσαν, πριν ακόμα κυριαρχήσουν, να υπάρχουν για μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στην φεουδαρχία. Αντίθετα, στην εποχή του καπιταλισμού, στην εποχή των λαϊκών- προλεταριακών επαναστάσεων χωρίς την ενεργή συμμετοχή των μαζών η επανάσταση είναι αδύνατη. Ο σοσιαλιστικός τρόπος παραγωγής δεν μπορεί να υπάρχει μέσα στον καπιταλισμό έως ότου τον αντικαταστήσει. Χρειάζεται πρώτα να κυριαρχήσει πολιτικά για να καταφέρει να εφαρμοστεί στην οικονομία. Γι’ αυτό και το μαρξιστικό- λενινιστικό κόμμα νέου τύπου δεν μπορεί να είναι ένα κλειστό, μικρό συνωμοτικό κόμμα αλλά ένα κόμμα μαζικό, εργατικό- λαϊκό στη σύνθεσή του, που εισάγει από τα επαναστατικά αστικά κόμματα του παρελθόντος- ανάλογα με τις συνθήκες- όσα στοιχεία συνωμοτισμού και συγκεντρωτισμού του χρειάζονται χωρίς όμως ποτέ να υπονομεύει τη μαζική του βάση και τη δημοκρατική του λειτουργία. Υπάρχει για την εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες και όχι στο όνομα τους.
Το μαρξιστικό- λενινιστικό κόμμα νέου τύπου διαμορφώθηκε σε συνθήκες που ο καπιταλισμός πέρασε στο ανώτατο στάδιό του τον ιμπεριαλισμό. Συνεπώς δεν έχει ξεπεραστεί από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Αναμφίβολά, προσαρμογές στην οργάνωση και τη λειτουργία του, στην πολιτική του θα είναι πάντοτε αναγκαίες και επιβεβλημένες. Σ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα πρέπει να επικεντρώνουν την προσοχή τους οι κομμουνιστές κι όχι στην αναζήτηση ενός άλλου κόμματος που θα το αντικαταστήσει.
Η ηγεσία του ΚΚΕ επέλεξε έναν άλλο δρόμο. Στην πράξη και χωρίς να το ομολογεί ευθέως εγκατέλειψε το κόμμα νέου τύπου οικοδομώντας στη θέση του ένα άλλο κόμμα, άκρως συγκεντρωτικό, υποταγμένο στο διοικητισμό και την γραφειοκρατία. Ένα κόμμα ιδεαλιστικό και ιδεοληπτικό αναφορικά με τον στόχο της σοσιαλιστικής επανάστασης το οποίο ζητά από τις μάζες να το αναγνωρίσουν παθητικά και να το υποστηρίζουν σερνάμενες πίσω του. Το κόμμα αυτό το ονόμασε «κόμμα παντός καιρού». Στην πραγματικότητα θέλει ένα κόμμα που να αγνοεί τους καιρούς. Ένα κόμμα σε ακινησία που πρέπει όμως να υπάρχει. Αλλά για να υπάρχει αυτό το κόμμα θα πρέπει κάτι να κάνει που να φέρνει ένα στοιχειώδες αποτέλεσμα. Πως όμως; Αυτό η ηγεσία είναι καταδικασμένη πάντοτε να το ζητά με κριτικές του τύπου ότι η κομματική βάση δεν έχει αφομοιώσει όσο χρειάζεται τη στρατηγική και με διαπιστώσεις σαν αυτή της «Θέσης 81»: «Η ΚΕ δεν κατάφερε ακόμα –παρά τις προσπάθειες που έγιναν με τη συνολική και ουσιαστική μεταφορά πείρας από τη δράση των Κομματικών Οργανώσεων– να ασχοληθεί πιο συστηματικά και να δείξει ακόμα μεγαλύτερη φροντίδα για τον εξοπλισμό και την απόκτηση πολύπλευρων ικανοτήτων των στελεχών που δρουν είτε σε τομείς δουλειάς μέσα στο Κόμμα είτε ως εκλεγμένοι συνδικαλιστές κλπ. μέσα στο κίνημα. Ο εμπειρισμός, η στενότητα αντιλήψεων, η μονομέρεια, εξακολουθούν να είναι αρνητικά χαρακτηριστικά στην καθημερινή δράση μας». Έτσι θα ανακατεύει συνεχώς την τράπουλα στα όργανα χωρίς όμως να τίθεται ποτέ ζήτημα για κάποιους σοφούς, τους γκουρού της υπόθεσης που τα ξέρουν όλα και πρέπει να προσπαθήσουν να τα καταλάβουν και οι άλλοι. Ένα τέτοιο κόμμα που δεν νοιάζεται για την ζωντανή πραγματικότητα και που απειλεί συνεχώς το σύστημα με μια επανάσταση που δεν είναι σε θέση να κάνει είναι ένα ακίνδυνο κόμμα και εύκολα αντιμετωπίσιμο από την αστική τάξη. Ένα τέτοιο κόμμα δεν οφείλει την ύπαρξη του στον εαυτό του, στη δράση του και στις σχέση του με τις μάζες. Υπάρχει λόγω της ιστορίας του και για όσο διάστημα αυτή θα επηρεάζει τις συνειδήσεις των μαζών. Και θα υπάρχει όσο το σύστημα θα του κάνει χάρες βρίσκοντας κάποιο όφελος από την ύπαρξη του.