Σύμφωνα με την ανακοίνωση της, που δημοσιεύεται στο Ριζοσπάστη 19/3/2017, η επιτροπή δημόσιου προσυνεδριακού διαλόγου πάνω στις θέσεις για το 20ο συνέδριο του ΚΚΕ, παρέλαβε εμπρόθεσμα 290 άρθρα.
Ανατρέχοντας στην αντίστοιχη ανακοίνωση της αντίστοιχης επιτροπή διαλόγου για το προηγούμενο, 19ο συνέδριο του ΚΚΕ, βλέπουμε ότι τα εμπρόθεσμα άρθρα που είχαν σταλεί τότε, ήταν 597. Βλέπουμε δηλ. ότι τα άρθρα για το επικείμενο 20ο συνέδριο του κόμματος ήταν κατά 307 λιγότερα, δηλ. πιο κάτω και από τα μισά, σε σχέση με τα άρθρα για το προηγούμενο 19ο συνέδριο του ΚΚΕ. Που οφείλεται αυτή η απροθυμία τώρα των μελών και φίλων του ΚΚΕ να αρθρογραφήσουν; Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό, από πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική άποψη, ερώτημα που θα έπρεπε να απασχολεί την ηγεσία του κόμματος. Το αντιπαρέρχεται όμως η ηγεσία του κόμματος γιατί γνωρίζει πολύ καλά ότι την κύρια ευθύνη γι’ αυτό την έχει η ίδια. Και ευθύνεται γι’ αυτό όχι μόνο γιατί με τους όρους και τις προϋποθέσεις που έθεσε συρρίκνωσε και υπονόμευσε το διάλογο, όπως πολύ σωστά είχε επισημάνει ο «ΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ» με το άρθρο του: Προσυνεδριακός διάλογος… στα μέτρα της ηγεσίας, αλλά κύρια γιατί με τη πρακτική της, πρακτική στοχοποίησης της διαφορετικής άποψης, (μια απαράδεκτη αντιδημοκρατική πρακτική που απροκάλυπτα και με ακρότητες εγκαινίασε στον προσυνεδριακό διάλογο του 19ου συνεδρίου), απέτρεψε αυτή τη φορά, όλους αυτούς τους εκατοντάδες μέλη και φίλους του κόμματος να εκφραστούν, αναλογιζόμενοι, το κομματικό «μπούλινγκ» που υπεστήκανε τότε. Έτσι τώρα, οι περισσότεροι απ’ αυτούς, δεν έγραψαν στον τωρινό προσυνεδριακό «διάλογο» για τις θέσεις του κόμματος, μη θέλοντας να νομιμοποιήσουν έναν τέτοιο, αντιδημοκρατικά σημαδεμένο «διάλογο». Ουσιαστικά δηλ. με την αντιδημοκρατική πρακτική της, η ηγεσία του ΚΚΕ, «πνίγοντας» τον πραγματικό, δημιουργικό, με λογικά επιχειρήματα, διάλογο αντιπαράθεσης διαφορετικών απόψεων, στέρησε το «οξυγόνο» από το κόμμα.
Μετά απ’ όλα αυτά και διαβάζοντας την τωρινή προσυνεδριακή αρθρογραφία, εύκολα ο καθένας θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι: η μαζική απροθυμία συμμετοχής στον προσυνεδριακό διάλογο, τα κατά παραγγελία άρθρα που άκριτα υπερθεμάτιζαν υπέρ των θέσεων της ηγεσίας του κόμματος, η αποφυγή του συνόλου των μελών της ΚΕ και του ΠΓ να υπερασπιστούν με άρθρα τους, τις θέσεις τις οποίες υποτίθεται ότι τις ενέκριναν στα αντίστοιχα ανώτερα όργανά τους, συνιστούν, όχι μόνον έναν φτωχό, ποσοτικά και ποιοτικά διάλογο, αλλά και μια άκρως επικίνδυνη κομματική αποστέωση και φοβική εσωστρέφεια της κομματικής ηγεσίας. Μια φοβική εσωστρέφεια που έχει σχέση με τον εγκλωβισμό της ηγεσίας του κόμματος σε αδιέξοδες, ανεδαφικές θέσεις που και η ίδια η ηγεσία δεν μπορεί να τις υποστηρίξει με λογικά επιχειρήματα και γι’ αυτό καταφεύγει σε στείρους ντετερμινισμούς, αντιδημοκρατικές λειτουργίες, ιδιότυπους κομματικούς αυτοματισμούς και πειθαναγκασμό.Όλα αυτά όμως συνιστούν μια κατάντια και κατάπτωση, έναν ακραίο διασυρμό της ύψιστης ιδεολογίας του μαρξισμού λενινισμού. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, μια τέτοια λειτουργία του ΚΚΕ, που διαπαιδαγωγεί στην υποταγή και στον πειθαναγκασμό, δηλ. στους χειρότερους εχθρούς της επαναστατικότητας, προσβάλει βάναυσα και όσους πιστά το ακολουθούν.