Γράφει ο Διογένης ο Ενοχλητικός.
Σχόλιο για την ταινία «Τελευταίο Σημείωμα», σε σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη και σενάριο Ιωάννας Καρυστιάνη και Παντελή Βούλγαρη.
Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε τη Δευτέρα 23/10/2017 στο Μέγαρο Μουσικής – αίθουσα «Τριάντη».
Προσωπικά την είδα την Τετάρτη 1/11/2017 στον κινηματογράφο Ίλιον της οδού Τροίας, μετά από την ανάγνωση αρκετών σχολίων στον ημερήσιο Τύπο και ζωηρών συζητήσεων με φίλους που άλλοι είχαν δει την ταινία κι άλλοι όχι, και με έντονους προβληματισμούς θετικούς και αρνητικούς για το περιεχόμενο της ταινίας. Έπρεπε να διαμορφώσω και μια δική μου γνώμη, βλέποντάς τη…
Από την αρχή θέλω να πω ότι ο ιστορικός αναθεωρητισμός, τόσο ο δεξιός όσο και ο «αριστερός» είναι απ΄ όλες τις απόψεις επικίνδυνος, ο δε «συνεπής» αναθεωρητισμός που βλέπω επάξια να εκπροσωπούν ο Παντελής και η Ιωάννα είναι διπλά πιο επικίνδυνος. Γιατί; Γιατί με ένα καλοδουλεμένο εξωτερικό περιτύλιγμα τινάζουν στον αέρα το ουσιαστικό περιεχόμενο της υπόθεσης των 200 Κομμουνιστών που εκτελέστηκαν από τα ναζιστικά SS στην έντονα φορτισμένη μέρα για την εργατική τάξη, το αγωνιστικό Λαϊκό και το Κομμουνιστικό κίνημα, την Πρωτομαγιά του 1944 (όπου μετά το Στάλινγκραντ από το 1943 και μετά, ο Ναζισμός βρισκόταν σε διαρκή υποχώρηση και προϊούσα σήψη που τον έκαναν ακόμα πιο βίαιο και εκδικητικό απέναντι ιδιαίτερα στους Κομμουνιστές…).
Αν και η ταινία έχει σαν αντικείμενό της την εκτέλεση των 200 Κομμουνιστών στο χώρο της Καισαριανής την 1η Μάη του 1944, η αναφορά μέσα στην ταινία σε Κομμουνιστές ακούγεται μόλις τρεις φορές:
Μια φορά από τον διοικητή του στρατοπέδου Χαϊδαριού –τον περιβόητο Φισερ- όταν αραδιάζει στον Ναπολέοντα Σουκατζίδη το πλήρες αγωνιστικό βιογραφικό του το οποίο έχει έρθει στα χέρια του από τις υπηρεσίες της Ασφάλειας του Μανιαδάκη, του προηγούμενου μοναρχοφασιστικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου του δικτάτορα Μεταξά και των διαδοχικών καθεστώτων δοσιλόγων όπως του Τσολάκογλου, του Λογοθετόπουλου, του Ιωάννη Ράλλη, που συνέχιζαν το έργο τους όπως προηγούμενα στο κυνήγι των Κομμουνιστών. Μάλιστα ο τελευταίος, ο Ράλλης, οργάνωσε τους γερμανοτσολιάδες, το αίσχος των Ταγμάτων Ασφαλείας που καταδίωκαν Κομμουνιστές και Πατριώτες στις υπηρεσίες των Ναζιστών… (αυτά που σκότωσαν «αυτοβούλως» 100 ακόμα Κομμουνιστές στους Μολάους το 1944, που η ταινία επίσης το αποσιωπά…)
Η δεύτερη φορά που γίνεται αναφορά είναι πάλι από γερμανό φασίστα της διοίκησης του στρατοπέδου που μόλις έχει βγει από τα λουτρά του στρατοπέδου της Διοίκησης και συζητώντας με άλλους γερμανούς κάνει αναφορά ότι πάρθηκε απόφαση να εκτελεστούν 200 Κομμουνιστές.
Ο Σουκατζίδης που κάνει αγγαρεία στα λουτρά σφουγγαρίζοντας το πάτωμα ακούει τις συζητήσεις των γερμανών για την απόφαση εκτέλεσης, δείχνει αναστατωμένος και πέφτει στο πάτωμα από το σοκ της είδησης που μόλις μαθαίνει (αυτό δείχνει η ταινία σ΄ ένα πολύ σύντομο πλάνο της, πριν το διάλειμμα).
Τρίτη φορά που ακούγεται η λέξη Κομμουνιστής, είναι κατά την εκτέλεση των 200 Κομμουνιστών στη Καισαριανή όπου ο πιο ηλικιωμένος στη σειρά του, ακούγεται να λέει «Κομμουνιστής ως το θάνατο» Με αυτή τη ροή στην ταινία, οι θεατές μαθαίνουν για Κομμουνιστές από 2 Γερμανούς ενώ μόνο στο τέλος της ταινίας; ένας από τους 200 το δηλώνει καθαρά μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα!
Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας η κομμουνιστική ιδιότητα αποσιωπάται και φτάνουμε σε μια από τις κορυφαίες στιγμές της, όπου έχει αρχίσει το διάβασμα της Διαταγής για την εκτέλεση των 200 κομμουνιστών αλλά αντί γι αυτό οι θεατές ακούν 200 ελλήνων που θα πάνε για εκτέλεση! Ποιος ο λόγος στην πιο κρίσιμη στιγμή να παραχαραχτεί το περιεχόμενο της ναζιστικής διαταγής;
Όπως φαίνεται υπάρχει λόγος και είναι πολύ σοβαρός. Με ένα πολύ καλά επεξεργασμένο περιτύλιγμα που δείχνει από τη μια σκηνές βαρβαρότητας και ωμής βίας των ναζιστών –ειδικά του περιβόητου Κόβατς- στους κρατούμενους και στις κρατούμενες και από την άλλη δείχνει την εκπληκτική οργάνωση της αντίστασης και της αλληλεγγύης των κρατουμένων μέσα στους θαλάμους τους, στο μαγερειό, στο φούρνο κλπ παραμερίζεται με αριστοτεχνικό τρόπο και αποσιωπάται η ουσία: ότι αυτή η αντίσταση, η οργάνωση της ροής των πληροφοριών που έρχεται μέσα στο στρατόπεδο για τις νίκες του Κόκκινου στρατού και των άλλων συμμάχων, για τη δράση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κλπ, που ενισχύουν το φρόνημα των φυλακισμένων –είναι κάτι που εξοργίζει τους Γερμανούς, γιατί παρά τις προσπάθειες δεν κατορθώνουν να το διαλύσουν, όπως φαίνεται καθαρά και από τις κουβέντες του Διοικητή Φίσερ (που αφήνει κάποιες αιχμές ότι μπορεί να είναι μπλεγμένος σ΄ αυτό και Γερμανός) με τον Ναπολέοντα που δεν του παίρνει κουβέντα παρά τις απειλές και τη βία που του ασκεί-, όπως επίσης, οι εκδηλώσεις αλληλεγγύης και βοήθειας στους βασανισμένους κρατούμενους και τις βασανισμένες γυναίκες κρατούμενες οφείλονται στην υπεροχή που δείχνει η Κομμουνιστική πολιτικό-ιδεολογική και οργανωτική συγκρότηση μέσα στο στρατόπεδο, που κάνει τον γερμανό διοικητή Φίσερ και τη διοίκηση του στρατοπέδου να λυσσάει κατά των Κομμουνιστών. Αυτό όμως στην ταινία με πολύ έντεχνο τρόπο αποσιωπάται….
Τι αποκομίζουν οι ηλικίες από 15 έως 40, 45 ετών, όταν βλέπουν την ταινία και που δεν έχουν ούτε αμυδρή γνώση των ιστορικών γεγονότων; Ότι στην καλύτερη περίπτωση αυτοί οι 200 που αντιστέκονται τόσο θαρραλέα στους ναζιστές είναι έλληνες κρατούμενοι που οι γερμανοί τους κατονομάζουν ως κομμουνιστές….
Μια ακόμα παρατήρηση: Είναι το πώς παρουσιάζεται στην ταινία η προσωπικότητα του Ναπολέοντα Σουκατζίδη ενός συγκροτημένου και δοκιμασμένου –αν μη τι άλλο Κομμουνιστή- με γνώση πολλών ξένων γλωσσών, που στα 33 χρόνια του έχει περάσει από πολλούς τόπους εξορίας κι από το μεγάλο σχολειό της Ακροναυπλίας για να καταλήξει στο Χαϊδάρι. Εδώ ο Ναπολέων παρουσιάζεται, κάτω και από συγκεκριμένη σκηνοθετική καθοδήγηση βέβαια, διαφορετικός από τον Ναπολέοντα που είχα μάθει μέσα από τις δυνατές περιγραφές του Θέμου Κορνάρου στο Στρατόπεδο του Χαϊδαριού. Εδώ λοιπόν φαίνεται σαν ένα άτομο προβληματισμένο, που απαντά αμυντικά στις προτάσεις που του κάνει ο Φίσερ, όπως πχ «προσπαθείς να με απομονώσεις από τους συντρόφους μου» ή «προσπαθείς να με εκθέσεις στους συντρόφους μου», η σκηνή μάλιστα που είναι στη σειρά των 200 και αρνείται να ανταλλάξει το νούμερο 167 με τη ζωή του ενώ θα περίμενε κανείς μια δραματική κορύφωση που θα έδειχνε τη φοβερή υπεροχή του Κομμουνιστή που σμπαράλιασε απ΄ όλες τις απόψεις τη δανεισμένη «υπεροχή της Άρειας φυλής» και την υποτιθέμενη ανωτερότητά της, μπροστά σ΄ όλο το στρατόπεδο , χάνεται, είναι επίπεδη, με έναν Ναπολέοντα που απλά αρνείται κι έναν γερμανό που απλά δείχνει ότι μετάνιωσε για την πρόταση του.
Κάνει εντύπωση, ότι στην ταινία, όσες φορές ο Σουκατζίδης έρχεται σε αντιπαράθεση με τον Φίσερ αποφεύγει να δηλώσει ο ίδιος ότι είναι κομμουνιστής.
Ούτε στη σκηνή στο προαύλιο του στρατοπέδου που ο Φίσερ του λέει ότι έχουν και κάτι κοινό, ότι πιστεύουν σε ιδεολογίες αν και διαφορετικές… Ούτε στη σκηνή όπου ο γερμανός Διοικητής φέρνει στο στρατόπεδο και την αρραβωνιαστικιά του και τους προτείνει να τους στείλει στη Γερμανία για να σταδιοδρομήσουν αφού όμως ο Σουκατζίδης υπογράψει μια δήλωση, την οποία βέβαια αρνείται, όπως αρνείται να γίνει και πληροφοριοδότης των γερμανών, ούτε βέβαια στην κορυφαία στιγμή όπου αρνείται να αντικατασταθεί από τη σειρά των προς εκτέλεση συντρόφων του…
Οι σκηνοθετικές οδηγίες προς τον ηθοποιό είναι όπως φαίνεται αυστηρές και θέλουν να παρουσιάζουν έναν Ναπολέοντα Σουκατζίδη κολοβωμένο στα μέτρα ενός άθλιου ιστορικού αναθεωρητισμού, που ταλαντεύεται κι αυτό που τον κρατάει είναι οι υποχρεώσεις που αισθάνεται προς τους άλλους συντρόφους του. Αυτό θέλει να δείξει πολύ καθαρά η σκηνοθετική οδηγία που βάζει τον Ναπολέοντα να λέει στο αυτί του νεκρού καθοδηγητή του καθώς τον σέρνει «Δεν θέλω να πεθάνω, ακούς. Θέλω να ζήσω γιατί αγαπάω». Τι νόημα έχει αυτή η δήλωση στον τόπο της εκτέλεσης όταν μάλιστα έρχεται η σειρά του;
Και τέλος θα κλείσω ακόμα με δυο αθλιότητες που δείχνουν πολύ καθαρά σε τι επενδύει η ταινία του Παντελή και της Ιωάννας παρουσιάζοντας τον κολοβωμένο Ναπολέοντα κι ένα θαμμένο βαθιά Κομμουνιστικό Κόμμα… Πρώτη, είναι η σκηνή με την τελευταία 20αδα προς εκτέλεση που περιλαμβάνει και τον Ναπολέοντα. Κατά τη στιγμή της εκτέλεσης όλοι σηκώνουν τη γροθιά τους –σαφές κομμουνιστικό σύμβολο- εκτός από τον Σουκατζίδη!!! Πλάνο εντελώς απαράδεκτο από κάθε άποψη που εκθέτει ανεπανόρθωτα και τους δυο… Δεύτερη, είναι στο τέλος της ταινίας όταν αρχίζουν να πέφτουν οι τίτλοι του έργου υπάρχει και η υπόμνηση ότι η ταινία αφιερώνεται στους 200 εκτελεσμένους της Καισαριανής! Ούτε και εκεί υπάρχει αναφορά στους κομμουνιστές!
ΥΓ1: Μου κάνει εντύπωση και η παρουσίαση στην ταινία κάποιων γερμανών αξιωματούχων των SS στο στρατόπεδο που εμφανίζονται προβληματισμένοι για την εκτέλεση 200 –έστω κι αν είναι Κομμουνιστές. Ιδιαίτερη προσοχή θέλει η σκιαγράφηση του διοικητή του στρατοπέδου Φίσερ που εμφανίζεται κι αυτός να έχει ερωτήματα για την απόφαση εκτέλεσης 200 «από το στρατόπεδό του» ενώ δείχνει μια ιδιαίτερη συμπάθεια και προς τον Σουκατζίδη γιατί πρώτα απ΄ όλα του θυμίζει τον αδερφικό του φίλο Βολφ στη Γερμανία τον οποίο όμως αναγκάστηκε να εκτελέσει ο ίδιος υλοποιώντας τη διαταγή εκτέλεσης του γιατί είχε βοηθήσει γείτονες του εβραίους! Πουθενά δεν φαίνεται βέβαια το κουρέλιασμα της «ανωτερότητάς του» από τη συντριπτική ηθική και πολιτική υπεροχή του Κομμουνιστή Ναπολέοντα καθώς και των άλλων Κομμουνιστών κρατουμένων… Έτσι οι δυο προσωπικότητες εμφανίζονται μέσα στην ταινία σαν ισοδύναμες…
ΥΓ2: Αφορά την ολοσέλιδη παρουσίαση που έγινε στον Κυριακάτικο Ριζοσπάστη στις 28-29 Οκτώβρη του 2017 με τα αρχικά Ε.Μ: Καλό είναι να βλέπουμε την ταινία όπως πραγματικά είναι κι όχι όπως θα θέλαμε να είναι…..