Ο Εργατικός Αγώνας επιχειρεί να ανοίξει μια συζήτηση για την προοπτική της εργατικής τάξης στο σύγχρονο κόσμο με την είσοδο των νέων τεχνολογιών και τις νέες εργασιακές σχέσεις που αυτές επιβάλλουν. Στα πλαίσια αυτά, δημοσιεύει μια εργασία του Γεράσιμου Αραβανή υπό τον γενικό τίτλο «Οι νέες τεχνολογίες, οι επιπτώσεις στους εργαζόμενους και την καπιταλιστική οικονομία, η προοπτική της εργατικής τάξης». Η εργασία δημοσιεύεται σε «αυτοτελή» επιμέρους τμήματα και, με την ολοκλήρωσή της, θα δοθεί στο σύνολό της με τη μορφή ηλεκτρονικού βιβλίου. Σήμερα δημοσιεύουμε το δωδέκατο μέρος:
Ο μαρξισμός για το κράτος
Ο μαρξισμός με απόλυτο τρόπο και τη μεγαλύτερη σαφήνεια τοποθετείται για την ανάγκη κατάργησης του κράτους και οικοδόμησης της ακρατικής κομμουνιστικής κοινωνίας. Η στρατηγική των κομμουνιστών εκεί κατατείνει. Κομμουνισμός και κράτος είναι έννοιες ασυμβίβαστες.
Η εικόνα που δίνουν για τον κομμουνισμό οι αστοί συγγραφείς και πολιτικοί γενικεύοντας και απολυτοποιώντας αδυναμίες της απόπειρας σοσιαλιστικής οικοδόμησης τον 20ου αιώνα και διαστρεβλώνοντας τη μαρξιστική- λενινιστική θεωρία, ότι είναι η αποθέωση του κράτους, η αποθέωση της ωμής βίας, όλα θα τα έχει και θα τα διαφεντεύει ένα πανίσχυρο κράτος που θα καταπιέζει το λαό δεν έχει ίχνος αλήθειας, πρόκειται για αντικομουνιστική προπαγάνδα.
Οι Μαρξ και Ένγκελς από την πρώτη στιγμή τόνιζαν ότι ο κομμουνισμός δεν είναι ένα ιδεώδες που διαμορφώθηκε εγκεφαλικά και θα εγκαθιδρυθεί, θα εφαρμοστεί πάνω στην πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό, έγραφαν, το πραγματικό κίνημα που καταργεί την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και οι όροι αυτού του κινήματος προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που υπάρχουν ήδη διαμορφωμένες στην κοινωνία. Πουθενά ο μαρξισμός δεν αναφέρει ότι η επανάσταση και ο σοσιαλισμός θα συντελεστούν μέσω της κατάληψης της κρατικής εξουσίας και εκεί τελειώνει η ιστορία. Ίσα-ίσα ο μαρξισμός και η στρατηγική των κομμουνιστών θεμελιώθηκε πάνω στην αναγκαιότητα του τσακίσματος της αστικής κρατικής μηχανής, προκειμένου η κοινωνία να μεταβεί στον κομμουνισμό.
Η ολοκληρωμένη αντίληψη των Μαρξ και Ένγκελς σχετικά με το κράτος και την εξέλιξη του στη διάρκεια της μετάβασης στον κομμουνισμό, διαμορφώθηκε σταδιακά ανάλογα με τη συσσωρευμένη πείρα από τους ταξικούς αγώνες και ιδιαίτερα την πείρα της αστικής επανάστασης του 1848-1850 και ακόμη περισσότερο της Παρισινής Κομμούνας. Μια γενική, αλλά ολοκληρωμένη τοποθέτηση για την πορεία του εργατικού κράτους συναντάμε στο έργο του Ένγκελς Αντιντύρινγκ: Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής μετατρέπει όλο και περισσότερο τη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού σε προλετάριους, δημιουργεί τη δύναμη εκείνη που είναι αναγκασμένη να συντελέσει στην ανατροπή του, αν δεν θέλει να καταστραφεί… Το προλεταριάτο καταλαμβάνει την κρατική εξουσία και μετατρέπει πρώτα τα μέσα παραγωγής σε κρατική ιδιοκτησία. Όμως με αυτό τον τρόπο αναιρεί τον εαυτό του σαν προλεταριάτο, αναιρεί όλες τις ταξικές διαφορές και ταξικές αντιθέσεις και μαζί με αυτές και το κράτος σαν κράτος. Η μέχρι τώρα κοινωνία που κινούνταν σε ταξικές αντιθέσεις, χρειαζόταν το κράτος, δηλαδή μια οργάνωση της εκάστοτε εκμεταλλευτριας τάξης για τη διατήρηση των εξωτερικών τους όρων παραγωγής, επομένως για την βίαιη καταστολή της εκμεταλλευομένης τάξης κάτω από τις προϋποθέσεις της καταπίεσης… Εφόσον το κράτος γίνεται στο τέλος πραγματικά αντιπρόσωπος όλης της κοινωνίας κάνει τον εαυτό του περιττό. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει πια κοινωνική τάξη, που χρειάζεται να την κρατούν καταπιεσμένη, από την στιγμή που θα έχουν παραμεριστεί η ταξική κυριαρχία και η ως τώρα στηριγμένη στη αναρχία της παραγωγής πάλη για την ατομική ύπαρξη… τότε δεν υπάρχει πια τίποτε που χρειάζεται να κατασταλεί, ότι δημιουργούσε την ανάγκη ύπαρξης του κράτους. Η πρώτη πράξη με την οποία το κράτος δρα πραγματικά σαν αντιπρόσωπος όλης της κοινωνίας- αποτελεί ταυτόχρονα την τελευταία του αυτοτελή πράξη σαν κράτος… Η επέμβαση μιας κρατικής εξουσίας στις κοινωνικές σχέσεις γίνεται περιττή στον ένα τομέα μετά τον άλλο και έπειτα αδρανεί από μόνη της. Στη θέση της κυβέρνησης πάνω σε πρόσωπα, έρχεται η διαχείριση των πραγμάτων και η καθοδήγηση διαδικασιών παραγωγής. Το κράτος δεν «καταργείται», αλλά απονεκρώνεται.[1]
Με δύο λόγια η ανάπτυξη του καπιταλισμού μετατρέπει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού σε προλετάριους, οι οποίοι από την ίδια τη φύση των πραγμάτων και την ίδια τη ζωή τους είναι αναγκασμένοι να ανατρέψουν τον καπιταλισμό. Η πρώτη πράξη του εργατικού κράτους είναι η μετατροπή των μέσων παραγωγής από ιδιωτικά σε κρατικά. Γίνεται πράξη η κατάργηση των τάξεων, άρα και της ίδιας της τάξης των εργατών. Το κράτος προοδευτικά δεν έχει λόγο ύπαρξης, αφού δεν θα υπάρχει τάξη να καταπιέζει και τότε το κράτος απονεκρώνεται, δεν καταργείται με κάποια απόφαση κάποιας εξουσίας.
Στα πρώτα ώριμα έργα τους και στις παραμονές της επανάστασης του 1848 οι Μαρξ και Ένγκελς σχετικά με το κράτος προχωρούν μόνο σε μια γενική αναφορά, όσο επέτρεπε η ως τότε συσσωρευμένη πείρα. Μέσα στην πορεία της ανάπτυξης της, αναφέρει ο Μαρξ, η εργατική τάξη θα αντικαταστήσει την παλιά αστική κοινωνία με μια κοινωνία που θα αποκλείει τις τάξεις και τον ανταγωνισμό τους και δεν θα υπάρχει πια η καθαυτό λεγόμενη πολιτική εξουσία, αφού η πολιτική εξουσία είναι ίσα-ίσα η επίσημη ανακεφαλαίωσει του ανταγωνισμού μέσα στην αστική κοινωνία.[2] Σε αυτή την γενική διατύπωση χωρίς να μπορεί να γίνει ο Μαρξ περισσότερο συγκεκριμένος τοποθετείται με σαφήνεια για την εξάλειψη των τάξεων και την εξαφάνιση του κράτους.
Ένα χρόνο αργότερα, πριν ξεσπάσει η επανάσταση του 1848 στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο έγραφαν: Ο άμεσος σκοπός των κομμουνιστών είναι η συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη, η ανατροπή της κυριαρχίας της αστικής τάξης, η κατάργηση της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο… Το προλεταριάτο πρέπει καταρχήν να κατακτήσει την πολιτική εξουσία, να ανυψωθεί σε εθνική τάξη, να συγκροτηθεί το ίδιο σαν έθνος…. Η κομμουνιστική επανάσταση αποτελεί την πιο ριζική ρήξη με τις πατροπαράδοτες σχέσεις ιδιοκτησίας. Δεν είναι καθόλου περίεργο που στην πορεία της ανάπτυξης της ξεκόβει με τον πιο ριζικό τρόπο με τις πατροπαράδοτες ιδέες. Το προλεταριάτο θα χρησιμοποιήσει την πολιτική του κυριαρχία για να αποσπάσει βαθμιαία από την αστική τάξη όλο το κεφάλαιο, να συγκεντρώσει όλα τα εργαλεία παραγωγής στα χέρια του κράτους, δηλαδή του προλεταριάτου που είναι οργανωμένο σαν κυρίαρχη τάξη. Όταν στην πορεία της εξέλιξης θα έχουν εξαφανιστεί οι ταξικές διαφορές και όταν θα έχει συγκεντρώσει όλη η παραγωγή στα χέρια των οργανωμένων ατόμων, τότε η δημόσια εξουσία θα χάσει τον πολιτικό της χαρακτήρα… Στη θέση της παλιάς αστικής κοινωνίας με τις τάξεις και τις ταξικές τους αντιθέσεις έρχεται μια ένωση, όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων.[3]
Στα αποσπάσματα αυτά υπάρχουν σε σχέση με πριν σημαντικά νέα στοιχεία. Αναδεικνύεται η έννοια της εργατικής εξουσίας που εγκαθιδρύεται με την εργατική επανάσταση, η οποία αποτελεί ριζική ρήξη με τις πατροπαράδοτες σχέσεις ιδιοκτησίας μα και με όλες τις πατροπαράδοτες ιδέες. Το κράτος ορίζεται ως το προλεταριάτο που αφού αναδειχθεί σε «εθνική» τάξη καταλαμβάνει την εξουσία και γίνεται κυρίαρχη τάξη. Αναφέρεται στην επιβολή του προλεταριάτου μέσω βίαιης επανάστασης που αποτελεί απάντηση στις αντιλήψεις που εξέφραζαν ορισμένοι τότε και σήμερα για την νίκη επί της αστικής τάξης, μέσω των θεσμών και την υποταγή της στην λαϊκή πλειοψηφία. Τέλος θέτει το ζήτημα της μετεξέλιξης του κράτους σε μια κοινωνία απόλυτης ελευθερίας όλων.
Η πείρα της Παρισινής Κομμούνας έδωσε σημαντική ώθηση στις επεξεργασίες των κλασικών σχετικά με το χαρακτήρα του εργατικού κράτους και την εξέλιξη του. Είχαν μπροστά τους την πείρα της νικηφόρας, έστω δίμηνης, Κομμούνας και την εξουσία που αυτή δημιούργησε και τον τρόπο που αντιμετώπισε τα προβλήματα της διακυβέρνησης, αφού η εργατική τάξη δεν πρόκειται να εφαρμόσει με απόφαση του λαού έτοιμες επεξεργασμένες ουτοπίες και να πραγματοποιήσει ιδανικά μα να απελευθερώσει μονάχα τα στοιχεία της νέας κοινωνίας που αναπτύχθηκαν στους κόλπους της αστικής κοινωνίας που καταρρέει[4].
Την περίοδο της Κομμούνας, στις 12 Απρίλη 1871, ο Μαρξ σε γράμμα του στον Κούγκελμαν έγραφε: Εάν κοιτάξεις στο τελευταίο κεφάλαιο της 18ης Μπρυμαίρ θα δεις ότι υποστηρίζω ότι το επόμενο εγχείρημα της γαλλικής επανάστασης δεν θα είναι πλέον όπως πρωτύτερα, η μεταφορά της γραφειοκρατικής στρατιωτικής μηχανής σε άλλα χέρια, αλλά η συντριβή της και αυτό είναι ουσιώδες για κάθε πραγματικά λαϊκή επανάσταση στην ηπειρωτική Ευρώπη. Αυτό επιχειρούν σήμερα στο Παρίσι οι ηρωικοί σύντροφοι του κόμματός μας[5]. Ακριβώς αυτή η θέση του περιελήφθη στον πρόλογο του στην επανέκδοση του Κομμουνιστικού Μανιφέστο του 1872. Τη θεωρεί τόσο σημαντική ώστε ήταν και η μοναδική σπουδαία τροποποίηση του που πέρασε στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Η ανάγκη της εργατικής τάξης που θα νικήσει, θα τσακίσει την αστική κρατική μηχανή και να την αντικαταστήσει με το κράτος που αντιστοιχεί στους στόχους και στους σκοπούς της επανάστασης ήταν το βασικό συμπέρασμα των Μαρξ και Ένγκελς.
Ο Μαρξ με την πείρα της Κομμούνας έδωσε στο έργο του Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία αναλυτικά το είδος και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κράτους που θα έμπαινε στη θέση του αστικού κράτους που μόλις είχε συντριβεί, ώστε να καταργηθούν όχι μόνο η γραφειοκρατία και οι μηχανισμοί καταστολής της αστικής τάξης, αλλά συνολικά η κυριαρχία της. Αν η κοινοβουλευτική δημοκρατία, γράφει ο Μαρξ, ήταν όπως έλεγε ο Θιέρσος «η κρατική μορφή που διαιρούσε λιγότερο από κάθε άλλη μορφή τις διάφορες ομάδες της άρχουσας τάξης», ανοίγει όμως αντίθετα μια άβυσσο ανάμεσα σε αυτή την τάξη και ολόκληρο το κοινωνικό οργανισμό που ζούσε έξω από τις αραιές γραμμές της. Οι περιορισμοί, που στις προηγούμενες κυβερνήσεις έβαζαν στην κρατική εξουσία οι διαιρέσεις μέσα σ’ αυτή την τάξη εξαφανίστηκαν τώρα με τη συνένωση τους. Μπροστά στην απειλή της εξέγερσης του προλεταριάτου μια ενωμένη ιδιοκτήτρια τάξη χρησιμοποιούσε τώρα ανελέητα και αυθάδικα την κρατική εξουσία ενάντια στην εργασία.[6]
Οι εργάτες του Παρισιού που είχαν εξεγερθεί εναντίον των αστών και των γαιοκτημόνων μπόρεσαν να αντισταθούν γιατί με την πολιορκία της πόλης τους είχαν απαλλαχθεί από το στρατό και τον είχαν αντικαταστήσει από μια εθνοφυλακή που απαρτιζόταν εξολοκλήρου από εργάτες. Το γεγονός αυτό έπρεπε να μετατραπεί σε μόνιμο θεσμό. Γι’ αυτό το πρώτο διάταγμα της Κομμούνας ήταν το διάταγμα για την κατάργηση του μόνιμου στρατού και την αντικατάστασή του με τον οπλισμένο λαό.[7] Η Κομμούνα απαρτιζόταν από τους δημοτικούς συμβούλους που είχαν εκλεγεί με βάση το γενικό εκλογικό δικαίωμα από το λαό του Παρισιού, η πλειοψηφία τους αποτελούνταν από εργάτες και μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να ανακληθούν. Ήταν ένα σώμα εργαζόμενο, όπως έγραφε ο Μαρξ, εκτελεστικό και νομοθετικό ταυτόχρονα. Η αστυνομία που ήταν στην υπηρεσία της Κομμούνας δεν είχε καμία πολιτική ιδιότητα και μπορούσε επίσης να ανακληθεί, τον ίδιο και δημόσιοι υπάλληλοι. Όλοι αμειβόταν με το μισθό του εργάτη, χωρίς καμιά επιχορήγηση ή έξοδα παράστασης. Ύστερα η Κομμούνα καταπιάστηκε να τσακίσει το πνευματικό όργανο καταπίεσης που ήταν η εκκλησία επιβάλλοντας το χωρισμό της από το κράτος και απαλλοτριώνοντας ολόκληρη την περιουσία της. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα άνοιξαν τις πόρτες τους στο λαό και η εκπαίδευση έγινε προσιτή σε όλους. Αντίστοιχα οι δικαστικοί λειτουργοί έχασαν τη φαινομενική ανεξαρτησίας τους και όπως όλοι οι υπάλληλοι έπρεπε στο εξής να εκλέγονται, να είναι υπεύθυνοι και να μπορούν να ανακληθούν. Η Κομμούνα Θα ήταν το μοντέλο διακυβέρνησης για όλα τα βιομηχανικά αστικά κέντρα της Γαλλίας και θα αποτελούσε επίσης την πολιτική μορφή ακόμα και του πιο απομακρυσμένου χωριού. Οι αγροτικές κοινότητες θα διαχειρίζονταν τις κοινές υποθέσεις τους και μια συνέλευση αντιπροσώπων τους από ολόκληρο το νομό θα εξέλεγε τους βουλευτές για την εθνική αντιπροσωπεία στο Παρίσι. Οι βουλευτές ανά πάσα στιγμή ήταν δυνατόν να ανακληθούν αν δεν εκτελούσαν τις εντολές των εκλογέων τους. Οι σπουδαίες λειτουργίες που θα απέμεναν για την κεντρική κυβέρνηση θα εκτελούνται από υπαλλήλους της Κομμούνας. Ήταν ουσιαστικά μια κυβέρνηση της εργατικής τάξης, το αποτέλεσμα της πάλης της εργατικής τάξης ενάντια στην τάξη των σφετεριστών, η ανοιχτή τελικά πολιτική μορφή με την οποία μπορούσε να συντελεστεί η οικονομική απελευθέρωση της εργασίας.[8]
Η Κομμούνα με τα στοιχεία που έδωσε στη νέα εξουσία, αιρετότητα, ανακλητότητα, κατάργηση όλων των προνομίων, κατάργηση του μόνιμου στρατού και στη θέση του μπήκε ο ένοπλος λαός διαμόρφωσε όχι απλά ένα πιο δημοκρατικό κράτος, αλλά ένα ριζικά διαφορετικό κράτος με θεμελιακά διαφορετικού είδους θεσμούς, επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου.
Αν η Κομμούνα ήταν ο αληθινός εκπρόσωπος όλων των υγιών στοιχείων της γαλλικής κοινωνίας και επομένως η πραγματικά εθνική κυβέρνηση, ήταν ταυτόχρονα και διεθνής με όλη τη σημασία της λέξης, σαν εργατική κυβέρνηση που ήταν, σαν τολμηρός πρόμαχος της απελευθέρωσης της εργασίας. Κάτω από τα μάτια του πρωσικού στρατού, που είχε προσάρτησει στη Γερμανία δύο γαλλικές επαρχίες, η Κομμούνα προσάρτησε στη Γαλλία τους εργάτες όλου του κόσμου.[9]
Η διαδικασία απονέκρωσης του κράτους
Ποια ακριβώς θα είναι, έστω σε γενικές γραμμές, η διαδικασία απονέκρωσης του κράτους και πως αυτή συναρτάται με τη συνολική εξέλιξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας, με την εξέλιξη δηλαδή της οικονομικής βάσης της, την εξέλιξη των θεσμών και των ιδεών και συνολικά το εποικοδόμημα της, με τη διαμόρφωση του ανθρώπου που μεγάλωσε στα πλαίσια της νέας κοινωνίας;
Διεξοδική απάντηση στο ερώτημα αυτό έδωσε, ο Μαρξ με το έργο του Κριτική του προγράμματος της Γκότα που αποτελούσε την τοποθέτηση από την πλευρά του στο πρόγραμμα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας που ψηφίστηκε στο αντίστοιχο συνέδριο. «Θα ρωτήσει κανείς, γράφει, ποιες μεταβολές θα υποστεί το κράτος στην κομμουνιστική κοινωνία; Με άλλα λόγια ποιες κοινωνικές λειτουργίες απομένουν εκεί που να είναι ανάλογες με τις σημερινές κρατικές λειτουργίες»[10]; Η πρώτη διαπίστωση του Μαρξ είναι ότι η νέα κοινωνία δεν διαμορφώνεται από τη μια στιγμή στην άλλη, αμέσως μετά την επανάσταση, αλλά απαιτείται ένα ιδιαίτερο στάδιο, που απ’ ότι φαίνεται και από την πείρα που μεσολάβησε μέχρι σήμερα, δεν θα είναι σύντομο για να περάσει η κοινωνία από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Η περίοδος αυτή από τη νίκη της επανάστασης ως τον ολοκληρωμένο κομμουνισμό διακρίνεται με σαφήνεια σε τρεις περιόδους. Η πρώτη περίοδος είναι η περίοδος που κυριαρχούν τα μακροχρόνια κοιλοπονήματα, όπως ονομάζει επίσης ο Μαρξ την περίοδο της μετάβασης, η δεύτερη περίοδος είναι η πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας που είναι επηρεασμένη ακόμη από το βάρος του καπιταλισμού από τον οποίο προήλθε και η τρίτη, η ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, ο πλήρης κομμουνισμός.[11]
«Ανάμεσα στην κεφαλαιοκρατική και στην κομμουνιστική κοινωνία, γράφει ο Μαρξ, βρίσκεται η περίοδος της επαναστατικής μετατροπής της μιας στην άλλη. Και σ’ αυτή την περίοδο αντιστοιχεί μια πολιτική μεταβατική περίοδος που το κράτος της δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά η επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου»[12]. Με διαφορετικό τρόπο, χωρίς δηλαδή την περίοδο μετάβασης με το συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο, την εξουσία της εργατικής τάξης και τα συγκεκριμένα καθήκοντα που έχει να επιτελέσει η εξέλιξη της καπιταλιστικής κοινωνίας προς τον κομμουνισμό είναι ακατόρθωτη. Πρόκειται για μια φάση όπου στη νέα κοινωνία υπάρχουν τάξεις, άρα και ταξικές αντιθέσεις οι οποίες οξύνονται στο έπακρο, λόγω των μέτρων που η εργατική εξουσία λαμβάνει και γι’ αυτό υπάρχει η ανάγκη ύπαρξης κράτους, κράτους της εργατικής τάξης και όχι γενικά ένα δημοκρατικό κράτος γιατί κράτος τέτοιο δεν υπάρχει. Όλα τα κράτη είναι ταξικά και το εργατικό κράτος είναι ταξικό, είναι δικτατορία του προλεταριάτου, που εκφράζοντας στα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού καταπιέζει την αστική τάξη, της αφαιρεί την ιδιοκτησία και τα ιδιαίτερα δικαιώματα και προνόμια της και καταστέλλει τις αντιδράσεις της. Όλη η συζήτηση γύρω από τη δικτατορία του προλεταριάτου, ότι πρόκειται για στυγνή δικτατορία σε σχέση με την αστική δημοκρατία που αντικατέστησε είναι εκ του πονηρού. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η αστική δημοκρατία είναι κράτος μιας μικρής μειοψηφίας που καταστέλλει τη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία με όλα τα μέσα, πρώτα -πρώτα οικονομικά, με τη φτώχεια και την ανέχεια, την έλλειψη δικαιωμάτων κρατώντας την αμόρφωτη και στο περιθώριο της πολιτικής ζωής. Μια φορά στα τόσα χρόνια επιτρέπουν στους καταπιεζόμενους να αποφασίζουν ποιοι ακριβώς από τους εκπροσώπους της τάξης των καταπιεστών θα τους εκπροσωπούν στη βουλή και θα τους καταπιέζουν, σημειώνει ο Μαρξ και σήμερα αυτό επαληθεύεται με τον πιο άθλιο και απάνθρωπο τρόπο, αν δει κανείς την αποτελεσματικότητα της λαϊκής ψήφου, τον τρόπο που αξιοποιείται, τη λειτουργία του αστικών θεσμών και την ποιότητα των «εκπροσώπων του λαού».
Η δικτατορία του προλεταριάτου εκφράζοντας τα συμφέροντα της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας είναι πολύ πιο δημοκρατικό κράτος από την αστική δημοκρατία, παρόλα αυτά είναι κράτος για να καταστέλλει μόνο την αστική τάξη και να προωθεί τα καθήκοντά της μεταβατικής περιόδου και με αυτή την έννοια δεν είναι κράτος με την πλήρη έννοια του όρου, είναι «μετάβαση από το κράτος στο μη κράτος»[13]. Είναι κράτος καταστολής μιας μικρής εκμεταλλευτικής μειοψηφίας του πληθυσμού[14].
Στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου αντιμετωπίζονται οι αντιδράσεις της αστικής τάξης και εδραιώνεται η εργατική εξουσία. Εθνικοποιούνται οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι και οι επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας καταρχήν και σταδιακά η μημονοπωλιακή αστική τάξη και οργανώνεται η βιομηχανική παραγωγή και το εμπόριο σε σοσιαλιστική βάση. Διαμορφώνονται οι αγροτικοί συνεταιρισμοί καθώς και οι συνεταιρισμοί των μικροαστών των πόλεων και οργανώνεται ο τομέας αυτός της σοσιαλιστικής οικονομίας. Περιορίζονται σταδιακά οι μεγάλες εισοδηματικές αντιθέσεις και οι αντιθέσεις πόλης χωριού, χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας, αποκαθίστανται τα δικαιώματα των γυναικών κ.λπ. Συντελούνται βαθιές αλλαγές στο εποικοδόμημα, στο πολιτικό αλλά και γενικότερα στο εποικοδόμημα. Αναπτύσσεται η παραγωγή με γρήγορους ρυθμούς ώστε να ικανοποιούνται οι λαϊκές ανάγκες και καταρχήν ικανοποιητικά οι βασικές ανάγκες του συνόλου του πληθυσμού. Σταδιακά η κοινωνία περνά στον κομμουνισμό.
Ο Μαρξ διακρίνει στον κομμουνισμό όπως προαναφέραμε δύο φάσεις, την κατώτερη που ονομάζεται σοσιαλισμός και την ανώτερη, την ολοκληρωμένη κομμουνιστική κοινωνία.
« Μέσα στη συντροφική κοινωνία, γράφει ο Μαρξ, τη θεμελιωμένη στην κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής, οι παραγωγοί δεν ανταλλάσσουν τα προϊόντα τους. Το ίδιο και η εργασία που έχει ξοδευτεί για την παραγωγή των προϊόντων δεν παρουσιάζεται εδώ σαν αξία αυτών των πραγμάτων, σαν μια εμπράγματη ιδιότητα που έχουν … Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια κομμουνιστική κοινωνία, όχι όπως έχει εξελιχθεί πάνω στη δική της βάση, μα αντίθετα, όπως ακριβώς προβάλλει από την κεφαλαιοκρατική κοινωνία, με μια κομμουνιστική κοινωνία, λοιπόν, που από κάθε άποψη, οικονομικά, ηθικά, πνευματικά, είναι γεμάτη με τα σημάδια της παλιάς κοινωνίας που από τους κόλπους της βγήκε»[15]. Με δύο λόγια ως μια κοινωνία που το καπιταλιστικό παρελθόν του συνεχίσει να βαραίνει πάνω της σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Τα μέσα παραγωγής έχουν αναπτυχθεί σημαντικά, ο υλικός πλούτος αυξήθηκε πολύ, ο κάθε παραγωγός προσφέρει ορισμένη ποσότητα εργασίας και παίρνει τα καταναλωτικά αγαθά που αντιστοιχούν στην εργασία του. Ανταλλάσσονται δηλαδή ίσες ισάξιες, ίση εργασία σε μια μορφή με ίση εργασία σε άλλη μορφή. «Εδώ το ίσο δίκαιο εξακολουθεί να είναι καταρχήν αστικό δίκαιο. Παρ’ όλη αυτή την πρόοδο, αυτό το ίσο δίκαιο μπαίνει πάντα σε ένα αστικό περιορισμό… αυτό το ίσο δίκιο είναι άνισο δίκαιο για άνιση εργασία».[16] Εφαρμόζεται δηλαδή το ίδιο μέτρο για διαφορετικούς ανθρώπους, οι οποίοι στην πραγματικότητα δεν είναι ίσοι μεταξύ τους, επομένως το ίσο δίκιο είναι παράβαση της ισότητας, είναι αδικία. Κατά συνέπεια σε αυτή την πρώτη φάση του κομμουνισμού δεν μπορεί να υπάρξει ισότητα και δικαιοσύνη. Παραμένουν οι διαφορές του πλούτου, χωρίς βέβαια να γίνεται εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. «Το δίκαιο δεν μπορεί ποτέ να είναι ανώτερο από την οικονομική διαμόρφωση και την καθορισμένη από αυτή εκπολιτιστική ανάπτυξη της κοινωνίας[17]».
Στην πρώτη φάση, λοιπόν, της κομμουνιστικής κοινωνίας το αστικό δίκαιο δεν καταργείται ολοκληρωτικά, αλλά μόνο κατά το ότι τα μέσα παραγωγής δεν είναι πλέον ιδιωτική ιδιοκτησία. Στο βαθμό που το αστικό δίκαιο δεν έχει ακόμη καταργηθεί υπάρχει και το κράτος για να το εφαρμόζει, να περιφρουρεί την ίση εργασία και ίση κατανομή των προϊόντων. Μια σειρά όμως κρατικές λειτουργίες είναι άχρηστες πλέον αφού εξέλειπαν οι τάξεις και η ανάγκη καταστολής των εκμεταλλευτών και σε μεγάλο βαθμό εξέλειπαν οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις, το κράτος σταδιακά απονεκρώνεται, η διαδικασία όμως απονέκρωσής του ολοκληρώνεται στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας.
«Σε μια ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, όταν θα έχει εξαφανιστεί η υποταγή των ατόμων στον καταμερισμό της εργασίας και μαζί της και η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και στην σωματική εργασία, όταν η εργασία θα έχει γίνει όχι μόνο μέσο για να ζεις, αλλά και η πρώτη ανάγκη του ζωής, όταν με την ολόπλευρη ανάπτυξη των ατόμων θα έχουν αναπτυχθεί και οι παραγωγικές δυνάμεις και θα αναβληθούν πιο άφθονα όλες οι πηγές του κοινωνικού πλούτου, τότε μόνον θα μπορεί να ξεπεραστεί ολότελα ο στενός ορίζοντας του αστικού δικαίου και θα γράψει η κοινωνία στη σημαία της: Από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του!»[18]
Με αυτόν τον εξαιρετικό τρόπο περιγράφει ο Μαρξ την κομμουνιστική κοινωνία. Η εξέλιξη της κομμουνιστικής κοινωνίας και οι διαφορές των δύο φάσεων της είναι σαφείς. Στην κατώτερη φάση τα καταναλωτικά αγαθά δεν βρίσκονται σε απόλυτη αφθονία, γι’ αυτό το λόγο η κατανομή τους δεν μπορεί να γίνει με βάση την απόλυτη ικανοποίηση των αναγκών και γι’ αυτό το λόγο η κατανομή των προϊόντων γίνεται με βάση την εργασία που καθένας προσφέρει και όχι με βάση το σύνολο των αναγκών του, η εργασία είναι μέσο για να ζει ο εργαζόμενος και όχι ακόμη πρώτη ανάγκη της ζωής, κατά συνέπεια διατηρούνται σε ένα βαθμό διαφορές και αντιθέσεις και παραμένει ένα κράτος που είναι σε πορεία απονέκρωσης, «ένα αστικό κράτος δίχως αστική τάξη[19]».
Στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν αναπτυχθεί πολύ και αναβλύζει άφθονος ο κοινωνικός πλούτος, τότε μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες κάθε ανθρώπου στο σύνολό τους και η εργασία καθενός να είναι ανάλογα με τις σωματικές και λοιπές δυνατότητες του, κάθε άνθρωπος να παίρνει όσα έχει ανάγκη και στο βαθμό που υπάρχει αφθονία δεν υπάρχει λόγος για προστριβές, για απληστία και αντιθέσεις, τότε ξεπερνιέται ο στενός ορίζοντας του αστικού δικαίου και ο καθένας προσφέρει ανάλογα με τις ικανότητές του και παίρνει ανάλογα με τις ανάγκες του. Την ανώτερη αυτή φάση τη χαρακτηρίζει η ολοκληρωτική εξάλειψη όλων των αντιθέσεων, θα έχει ξεπεραστεί ο καταμερισμός της εργασίας και η υποταγή των εργαζομένων σε αυτόν, η αντίθεση πνευματικής και σωματικής εργασίας κ.λπ. Τότε το κράτος απονεκρώνεται ολοκληρωτικά, παραμένουν οι ανάγκες οργάνωσης της παραγωγής και διεκπεραίωσης των κοινωνικών λειτουργιών, οι οποίες δεν έχουν πια πολιτικό περιεχόμενο και χαρακτήρα και τις υλοποιεί το σύνολο της κοινωνίας[20].
Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η θέση του μαρξισμού για την εξέλιξη του κράτους, όπως την επεξεργάστηκαν και την διατύπωσαν στα έργα τους οι Μαρξ και Ένγκελς και στη συνέχεια ο Λένιν, ιδιαίτερα στο έργο του Κράτος και Επανάσταση. Θα δούμε τώρα εν συντομία ορισμένες πλευρές της υλοποίησης αυτής της θέσης στην περίπτωση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ.
Η εξέλιξη του κράτους στην ΕΣΣΔ
Ένα από τα επιχειρήματα των αντιπάλων του μαρξισμού και του λενινισμού είναι ότι οι εξελίξεις στην ΕΣΣΔ διαψεύδουν την θεωρία για τον μαρασμό και την απονέκρωση του κράτους, ότι τελικά η θέση για απονέκρωση του κράτους είναι ουτοπική, οι κοινωνίες ιστορικά είχαν κράτος και αυτό θα παραμείνει, είναι αναγκαίο. Υποστηρίζουν επιπλέον ότι όχι μόνο το κράτος δεν απονεκρώθηκε αλλά γιγαντώθηκε, πολλοί μιλούν για σκληρή δικτατορία και εξισώνουν το εργατικό κράτος με το φασισμό.
Το κεντρικό ζήτημα που πρέπει να απαντηθεί εδώ είναι όχι αν απονεκρώθηκε το εργατικό κράτος στην ΕΣΣΔ αλλά με βάση την θεωρία του μαρξισμού αν έπρεπε να έχει απονεκρωθεί στην φάση της εξέλιξης που είχε φτάσει η σοβιετική κοινωνία. Αν δηλαδή βρισκόταν στον κομμουνισμό οπότε είναι δικαιολογημένες οι απόψεις ότι διαψεύστηκε ο μαρξισμός ή η εξέλιξή της δεν είχε φθάσει ακόμη τόσο μακριά και σε τελική ανάλυση σε ποια φάση ανάπτυξης βρισκόταν.
Η ΕΣΣΔ μετά την επανάσταση αντιμετώπιζε τεράστια προβλήματα που έμπαιναν εμπόδιο στην γρήγορη ανάπτυξή της. Ξεκινούσε από μια πολύ μεγάλη οικονομική και κοινωνική καθυστέρηση. Ο καπιταλισμός είχε αναπτυχθεί σε ορισμένες μεγάλες πόλεις και από κει και πέρα κυριαρχούσαν τα δεκάδες εκατομμύρια των μικρών αγροτικών νοικοκυριών που καλλιεργούσαν με πρωτόγονο τρόπο και τα μεγάλα τσιφλίκια και στο πολιτικό σύστημα κυριαρχούσε ο τσαρισμός με τον κοινοβουλευτικό ελάχιστα αναπτυγμένο. Ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος, ύστερα ο εμφύλιος πόλεμος και η ιμπεριαλιστική επέμβαση προσέθεσαν νέα μεγάλα προβλήματα. Οι μεγάλες ταξικές συγκρούσεις κατά την διαδικασία της κολεκτιβοποίησης, η ιμπεριαλιστική περικύκλωση και τα πελώρια προβλήματα που δημιουργούσε, επιδείνωναν ακόμα περισσότερο τις συνθήκες λειτουργίας και ανάπτυξης της οικονομίας στην δεκαετία του ’20 και στο μεγαλύτερο διάστημα της δεκαετίας του ’30, οδήγησαν σε λιμούς την χώρα και ανέβασαν κατακόρυφα τις κοινωνικές εντάσεις.
Παρόλο αυτά η πρόοδος ήταν τεράστια, αλλά το χάσμα που χώριζε την ΕΣΣΔ από τον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο ήταν μεγάλο. Ο Ι. Στάλιν περιγράφει την ανάπτυξη της ΕΣΣΔ το 1936 ως εξής: Είμαστε στην τελευταία περίοδο της ΝΕΠ, στον τέλος της ΝΕΠ, στην περίοδο της πλήρους εξάλειψης του καπιταλισμού σε όλους τους τομείς της Λαϊκής οικονομίας…….., ο καπιταλισμός εκτοπίστηκε ολότελα από τον τομέα της βιομηχανίας μας, …..στον τομέα της αγροτικής οικονομίας στη θέση του ωκεανού των μικρών ατομικών αγροτικών νοικοκυριών με την αδύναμη τεχνική τους και τη βλαβερή επίδραση του κουλάκου έχουμε τώρα με τη μορφή του καθολικού συστήματος των κολχόζ και σοβχόζ τη μεγαλύτερη στον κόσμο εκμηχανισμένη με νέα τεχνική παραγωγή, στην εμπορευματική κυκλοφορία έχουν διωχθεί εντελώς οι έμποροι και οι μαυραγορίτες, όλη η εμπορευματική κυκλοφορία βρίσκεται στα χέρια του κράτους και των συνεταιρισμών. Κατά συνέπεια η ολοκληρωτική νίκη του σοσιαλιστικού συστήματος είναι τώρα γεγονός. Άλλαξε η ταξική διάρθρωση της κοινωνίας, η τάξη των τσιφλικάδων έχει εξαλειφθεί… επίσης έχουν εκλείψει οι καπιταλιστές στην βιομηχανία, δεν υπάρχουν κουλάκοι, όλες οι εκμεταλλεύτριες τάξεις έχουν εξαλειφθεί. Οι αλλαγές στην εργατική τάξη, την αγροτιά και την διανόηση δείχνουν ότι : Πρώτον, να πούμε ότι σβήνουν τα όρια ανάμεσα στην εργατική τάξη και την αγροτιά, όπως και ανάμεσα σ’ αυτές τις τάξεις και τη διανόηση και εξαλείφεται η παλιά ταξική αποκλειστικότητα. Δεύτερο δείχνουν ότι χάνονται, σβήνουν οι οικονομικές αντιθέσεις ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες. Δείχνουν τέλος ότι χάνονται και σβήνουν και οι μεταξύ τους πολιτικές αντιθέσεις.[21]
Με δύο λόγια είχε συντελεστεί τότε, το 1936, η εξάλειψη του καπιταλισμού από την οικονομία, οι τάξεις των εκμεταλλευτών έπαψαν να υπάρχουν και οι εργαζόμενες τάξεις, εργατική τάξη, αγρότες και διανοούμενοι είχαν υποστεί τόσο μεγάλες διαφοροποιήσεις ώστε τα όρια ανάμεσά τους και μαζί οι οικονομικές αντιθέσεις και κατ’ επέκταση οι πολιτικές έσβηναν, συνολικά ξεπερνιούνταν το σύνολο των αντιθέσεων και η κοινωνία είχε ομογενοποιηθεί.
Στον απολογισμό της Κ.Ε. στο 18ο Συνέδριο του ΚΚ (Μπ) σημειώνεται επίσης: Οι εκμεταλλεύτριες τάξεις έχουν πια εξαλειφθεί στη χώρα μας, ο σοσιαλισμός έχει βασικά οικοδομηθεί, προχωράμε προς τον κομμουνισμό και η μαρξιστική θεωρία για το κράτος λέει ότι στον κομμουνισμό δεν πρέπει να υπάρχει κανένα κράτος, – γιατί δεν συμβάλουμε στην απονέκρωση ο σοσιαλιστικού μας κράτους, δεν είναι άραγε καιρός να βάλουμε το κράτος στο μουσείο των αρχαιοτήτων[22]; Κατά την εκτίμηση αυτή, το 1936, είχε ολοκληρωθεί η οικοδόμηση του σοσιαλισμού και αυτό σημαίνει ως προς τον χαρακτήρα του κράτους ότι είχε πάψει προ πολλού να είναι δικτατορία του προλεταριάτου, καθεστώτος της μεταβατικής περιόδου ήταν κράτος σε προχωρημένη απονέκρωση.[23] Ήταν πράγματι έτσι; Οι κατασταλτικές λειτουργίες έπρεπε να έχουν εξαλειφθεί εντελώς πράγμα που σε καμιά περίπτωση δεν συνέβαινε, ίσα- ίσα την περίοδο εκείνη και τα επόμενα χρόνια εκδηλώθηκε πλήθος κατασταλτικών ενεργειών και μάλιστα όχι πάντα δικαιολογημένες.
Στη συνέχεια ο Στάλιν στον απολογισμό του στο 18ο Συνέδριο αναφέρει το εξής: Θα διατηρηθεί άραγε στην χώρα μας το κράτος και στην περίοδο του κομμουνισμού; Ναι θα διατηρηθεί, απαντά, αν δεν έχει εξαλειφτεί ο κίνδυνος στρατιωτικών επιθέσεων απ’ έξω[24]. Οι ισχυρισμοί αυτοί μπορεί σε ορισμένες πλευρές του και με την μορφή που τίθενται π.χ. ως προς τις λειτουργίες της δικτατορίας του προλεταριάτου να φαίνονται παρεμφερείς με τις θέσεις του Μαρξ και Λένιν αλλά στην ουσία του είναι εντελώς αντίθετες. Από την μια μεριά φαίνεται η ηγεσία του Κ.Κ.μπ. να μην έχει αφομοιώσει τον μαρξισμό και να πέφτει σε λάθη και από την άλλη να μην εκτιμά ορθά την φάση στην οποία βρισκόταν η πορεία οικοδόμησης της νέας κοινωνίας την δεκαετία του 1930. Θεωρούσε ότι εξαλείφθηκε ο καπιταλισμός, ότι εξαλείφθηκαν οι τάξεις, νομίζοντας ότι η εξάλειψη των τάξεων ολοκληρώνεται με την κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής. Αλλά, παρά το γεγονός ότι στην αγροτική οικονομία επιβίωναν τότε περισσότερα από 1,5 εκατομμύρια ατομικά αγροτικά νοικοκυριά τα Φ.Π.Α επί άρα υπήρχε ακόμη ιδιωτική ιδιοκτησία, εξάλειψη των τάξεων δεν είναι απλώς η αφαίρεση των μέσων παραγωγής από την αστική τάξη και τους μεγαλοαγρότες και η κρατικοποίηση τους ή η δημιουργία παραγωγικών συνεταιρισμών, παρότι πρόκειται για τεράστια πρόοδο, πρόκειται μόνο για αλλαγή της νομικής μορφής της ιδιοκτησίας τους. Εξάλειψη των τάξεων σημαίνει τα μέσα παραγωγής να γίνουν πραγματική ιδιοκτησία των εργαζομένων και να τα διαχειρίζονται συλλογικά, επίσης σημαίνει βαθιές αλλαγές στο αστικό εποικοδόμημα, αλλαγή των αντιλήψεων και των συνηθειών, της κουλτούρας. Ακόμη περισσότερο η αφαίρεση της ιδιοκτησίας από τις κυρίαρχες τάξεις δεν σημαίνει το τέλος του καπιταλισμού.
Ο καπιταλισμός υπάρχει σ’ ολόκληρη τη μεταβατική περίοδο, αλλά και με μια ορισμένη μορφή και για ένα διάστημα στην κατώτερη φάση του κομμουνισμού στο σοσιαλιστικό στάδιο με την μορφή του αστικού δικαίου που αναφέρει ο Μαρξ και του «αστικού κράτους χωρίς αστική τάξη» κατά τον Λένιν, για την εφαρμογή αυτού του αστικού δικαίου. Το κράτος όμως για την επιβολή του αστικού δικαίου ενός δικαίου επί της ουσίας άνισου, παρότι αμείβει τον καθένα ανάλογα με την εργασία του, αφού οι ανάγκες και οι δυνατότητες εργασίας καθενός είναι διαφορετικές από του άλλου, το κράτος αυτό έχει ανάγκη από μηχανισμούς γραφειοκρατικούς, κατασταλτικούς για την επιβολή αυτού του δικαίου. Δίπλα στην αναγκαία κρατική μηχανή για την διοίκηση της οικονομίας και την διεκπεραίωση των κρατικών και κοινωνικών υποθέσεων προστίθεται και η μηχανή εφαρμογής του άνισου δικαίου.
Το κράτος σταδιακά καθίσταται περιττό μόνον όταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων φτάσει σε ένα τόσο ψηλό επίπεδο που οι υλικές και πολιτιστικές ανάγκες των εργαζομένων ικανοποιούνται όλο και πιο πληρέστερα, όταν η παραγωγικότητα της εργασίας είναι τόσο υψηλή που ξεπερνά πολύ την αντίστοιχη του καπιταλισμού ως αποτέλεσμα των ανώτερων σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην ΕΣΣΔ ποτέ δεν έφτασε σε ένα τέτοιο επίπεδο παρά την τεράστια πρόοδο που συντελέστηκε. Από πολλές απόψεις και σε πολλούς τομείς μπορούμε να πούμε ότι η ΕΣΣΔ δεν ξεπέρασε το στάδιο της μετάβασης από τον καπιταλισμό στην κατώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας και σε τελική ανάλυση δεν διαμορφώθηκε πλήρως ο σοσιαλισμός ώστε να αρχίσει να περνάει η χώρα στον κομμουνισμό. Οι απόψεις για πέρασμα στον κομμουνισμό και μάλιστα σε εντελώς προσδιορισμένο χρόνο, στην αρχή της δεκαετίας του ’80 και μαζί η αλλαγή του χαρακτήρα του κράτους από κράτος της εργατικής τάξης σε κράτος ολόκληρου του λαού, Παλλαϊκό Κράτος, από τον Χρουστσόφ ήταν σοβαρό σφάλμα με πολύ αρνητικές επιπτώσεις. Πολύ σοβαρό σφάλμα επίσης ήταν η θέση για οικοδόμηση κομμουνιστικής κοινωνίας μέσα σε ιμπεριαλιστική περικύκλωση που ήταν αναγκαίο να διατηρείται ένα πανίσχυρο κράτος. Επειδή ο κομμουνισμός είναι κοινωνία χωρίς κράτος που δεν υπάρχουν πολιτικές λειτουργίες αλλά διαχείριση των κοινών υποθέσεων από ολόκληρο το λαό, δεν μπορεί να υπάρξει σε μια χώρα και μάλιστα περικυκλωμένη από πανίσχυρα ιμπεριαλιστικά κράτη. Η χώρα αυτή θα είναι αναγκασμένη να διατηρεί πανίσχυρο κράτος, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και δυνάμεις καταστολής, δηλαδή μηχανισμούς αντιπαραγωγικούς, γραφειοκρατικούς και πανάκριβους εντελώς αντίθετους με την κομμουνιστική κοινωνία. Ακόμη περισσότερο στις σημερινές συνθήκες που οι ένοπλες δυνάμεις δεν μπορεί να είναι απλώς ο ένοπλος λαός με την έννοια του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, αλλά λόγω της εξαιρετικά αναπτυγμένης τεχνολογίας των όπλων και των μορφών του πολέμου απαιτούνται πλήθος ειδικών με πολύ υψηλή ειδίκευση και γενικότερα μόνιμο προσωπικό, δηλαδή συντήρηση και επέκταση των γραφειοκρατικών δομών του πιο σκληρού πυρήνα του κράτους.
Το κράτος στην ΕΣΣΔ, παρά τους ισχυρισμούς της σοβιετικής ηγεσίας από ένα σημείο και πέρα δεν έφθινε. Οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί αυξανόταν και σταδιακά αποσπόταν όλο και περισσότερο από την κοινωνία, κινούνταν αυτόνομα πάνω από αυτήν και προς το τέλος ένα τμήμα τους σαφώς και ενσυνείδητα προσανατολίστηκε στον καπιταλισμό. Ήταν η φάση εκείνη που σταδιακά η ΕΣΣΔ είχε μπει σε κρίση όταν οι ρυθμοί ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της παραγωγικότητας της εργασίας μειώθηκαν κατακόρυφα, και η σοβιετική οικονομία συνεχώς έφθινε. Τότε εντάθηκαν τα φαινόμενα διαφθοράς, εντάθηκαν οι ανισότητες, η δυσαρέσκεια, η απογοήτευση και η ιδιώτευση πλατιών τμημάτων της εργατικής τάξης, αναβίωσαν προβλήματα που φαίνονταν ότι ανήκαν στο παρελθόν π.χ. τα εθνικά και ο σοσιαλισμός οδηγούνταν στην καταστροφή. Οι σχέσεις παραγωγής που από ένα σημείο και πέρα διαμορφώνονταν σταδιακά μέσα στο ευρύχωρο πλαίσιο των επαναστατικών σοσιαλιστικών σχέσεων με πυρήνα την αφαίρεση της ιδιοκτησίας από την αστική τάξη, εμπόδιζαν πλέον την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και στην φάση αυτή οξύνθηκε το σύνολο των κοινωνικών αντιθέσεων που παρέμεναν στην κοινωνία. Η Σοβιετική Ένωση οδηγήθηκε στην κρίση και την καταστροφή.
[1] Φρ. Ένγκελς Αντιντύρινγκ σ. 433-434 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
[2] Καρλ Μαρξ Η αθλιότητα της φιλοσοφίας σ. 174 εκδόσεις Αναγνωστίδη
[3] Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος σελίδες 41 – 51 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
[4] Κάρλ Μαρξ Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, σ. 85 εκδόσεις Στοχαστής
[5] Κάρλ Μαρξ επιστολές στον Κούγκελμαν σ. 198 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
[6] Κάρλ Μαρξ Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, σ. 76
[7] Κάρλ Μαρξ Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, σ.79
[8] Στο ίδιο σ. 83
[9] Στο ίδιο σ. 89
[10] Μαρξ Ένγκελς Διαλεχτά έργα τόμος 2 σ. 24
[11] Λένιν Άπαντα τόμος 33 σ. 185
[12] Μαρξ Ένγκελς Διαλεχτά έργα τόμος 2 σ. 24
[13] Λένιν Ο μαρξισμός για το κράτος, Άπαντα τόμος 33 σ. 179
[14] Η καταστολή της αστικής τάξης, βασικής λειτουργίας της δικτατορίας του προλεταριάτου αποδείχθηκε πολύ πιο σύνθετη υπόθεση απ’ ότι οι κλασικοί και το κομμουνιστικό κίνημα νόμιζαν. Και αυτό για το λόγο ότι σε λίγες περιπτώσεις οι αντιδράσεις προήλθαν από την αστική τάξη μόνον ή τους κουλάκους. Τις περισσότερες φορές η εξέλιξη τα έφερε ώστε η εργατική εξουσία να καταστέλλει τμήματα των εργατών και των αγροτών αποπροσανατολισμένα από την αστική προπαγάνδα ή μη αντέχοντας τα μεγάλα προβλήματα που δημιουργούνταν και τις θυσίες που απαιτούνταν. Κλασικό παράδειγμα, χωρίς να είναι το μόνο, είναι η εξέγερση των ναυτών της Κρονστάνδης, οι οποίοι υπήρξαν πρωτοπόρα δύναμη της επανάστασης. Άρα η καταστολή είναι μια λεπτή υπόθεση. Οι αντιδράσεις της αστικής τάξης και των συμμάχων της δεν γίνεται να μην κατασταλούν, αλλά απαιτείται μεγάλη προσοχή απέναντι σε εργαζόμενους που επί της ουσίας κινητοποιούμενοι υπηρετούν αλλότρια συμφέροντα και όλα αυτά υπό την αίρεση ότι η πολιτική του εργατικού κράτους και του Κομμουνιστικού κόμματος είναι ορθή.
[15] Μαρξ Ένγκελς Διαλεχτά έργα τόμος 2 σ. 13
[16] Στο ίδιο σ. 13 -14
[17] Στο ίδιο σ. 14
[18] Στο ίδιο σ. 14-15
[19] Κράτος και Επανάσταση, Άπαντα τόμος 33 σ. 99
[20] Η πείρα της ΕΣΣΔ ως προς την διεύθυνση της οικονομίας και την άσκηση των κρατικών λειτουργιών από μεγάλο τμήμα του πληθυσμού και στην πορεία από το σύνολο του έδειξε ότι πρόκειται για κάτι εξαιρετικά σύνθετο, δύσκολο και με πολλές προϋποθέσεις. Στις συνθήκες της ΕΣΣΔ και στο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων της, που μεγάλο τμήμα των εργαζομένων απασχολούνταν χειρωνακτικά ή εκτελούσε μονότονες και στερεότυπες δραστηριότητες η διαμόρφωση ενός γραφειοκρατικού μηχανισμού διεύθυνσης της παραγωγής ήτα απόλυτα αναγκαία και ο κίνδυνος της γραφειοκρατίας και των ιεραρχικών σχέσεων έντονος. Αυτό όμως φαίνεται ότι σε σημαντικό βαθμό ισχύει και για χώρες και οικονομίες με υψηλότερο βαθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων τους και γενικότερα με υψηλότερο πολιτισμικό επίπεδο.
[21] Το σχέδιο Συντάγματος της ΕΣΣΔ, στο Ι Στάλιν Άπαντα τόμος 14 σ. 177-183
[22] Απολογισμός του 18ου συνέδριο του ΚΚμπ στο Ι Στάλιν Άπαντα τόμος 14 σ 430.
[23] Έχει αξία να σημειώσουμε ότι οι απόψεις μεταξύ των Μαρξιστών σχετικά με το χαρακτήρα του κράτους στο σοσιαλισμό διίστανται σε μεγάλο βαθμό παρότι θεωρούμε ότι οι θέσεις των Μαρξ και ¨Ένγκελς και του Λένιν με πιο αναλυτική αναφορά στο Κράτος και Επανάσταση και Ο Μαρξισμός για το κράτος παρά το γενικό χαρακτήρα τους είναι σαφείς. Ο Λένιν αναφερόμενος στην κατώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας αναφέρει ότι «ο στενός αστικός ορίζοντας του δικαίου δεν έχει ξεπεραστεί ακόμη. Είναι φανερό ότι δεν εξαφανίζεται ολοκληρωτικά και το κράτος. σ. 187. Απόψεις που περίπου ταυτίζουν τον σοσιαλισμό με τον κομμουνισμό ή χωρίς σημαντικές διαφορές εκφράζει το Τρότσκι στο έργο του Προδομένη Επανάσταση σ.193 εκδόσεις ΑΛΛΑΓΗ και αλλού. Επίσης ο Κ Μπατίκας στο αξιόλογο βιβλίο του Η μαρξιστική θεωρία της επαναστατικής μετάβασης στο σοσιαλισμό – κομμουνισμό αναφέρει ότι «η πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας είναι μια κοινωνία αταξική και ακρατική, το πολιτικό κράτος έχει απονεκρωθεί….. στο σοσιαλισμό θα έχει απονεκρωθεί το κράτος. Πολύ συνήθεις είναι και οι απόψεις που εμφανίζουν το σοσιαλισμό ως μια φάση της μετάβασης με πλήθος αντιφάσεις και αντιθέσεις, ουσιαστικά μεταθέτουν καθήκοντα της μεταβατικής περιόδου στον σοσιαλισμό. Δεν αναφερόμαστε βεβαίως σε αγοραίες απόψεις που εκφράζουν κάθε άλλο παρά πραγματικοί μαρξιστές, αλλά σε απόψεις μαρξιστών επιστημόνων και στελεχών, όπως ο Π. Παυλίδης Ιστορία και κομμουνισμός σελ.227 . Στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, γράφει ο Λένιν, συντελείται η πλήρης απονέκρωση του σ. 187. Στην βάση αυτή θεωρούμε ότι η θέση πως από το 1936 ακόμη η Σοβιετική κοινωνία είχε ολοκληρώσει τον σοσιαλισμό και έκανε βήματα στον κομμουνισμό είναι εσφαλμένη.
[24] Στο ίδιο σ. 441