Γράφει ο Ηλίας Σκυλλάκος
Τα αποτελέσματα των εκλογών της 21 Μαΐου, αλλά και αυτό που θα προκύψει την 25 Ιουνίου, αποκαλύπτουν με τον πιο τραγικό τρόπο το δυστοπικό παρόν, αλλά και το μέλλον που οδεύει η ελληνική κοινωνία.
Η αποτύπωση των αποτελεσμάτων αντικατοπτρίζουν την αντιδραστικοποίηση και συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, αλλά και την ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς, που έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό ολόκληρο τον κορμό της κοινωνίας.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις, ξεκαθαρίζουν μια εικόνα για το τι διαμορφώνεται σε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, δείγματα των οποίων εντοπιστεί πολλά χρόνια πριν.
Άλλωστε, πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και να δεχτούμε ότι έχει πλέον διασφαλιστεί μια ισχυρή ιδεολογική νίκη του νεοφιλελευθερισμού ως ιδεολογικό ρεύμα στη κοινωνία και η κυριαρχία της αστικής πολιτικής είναι δεδομένη.
Όλοι μας διαπιστώνουμε καθημερινά πως κυριαρχεί, η ιδιώτευση, η αναζήτηση ευκαιριών σε ατομικό επίπεδο, η αλλοτρίωση, η αποκτήνωση και η φασιστικοποίηση.
Οι συλλογικές διεκδικήσεις, η αλληλεγγύη, η πολιτικοποίηση αλλά και οι προοδευτικές αξίες έχουν φθαρεί στην συνείδηση της κοινωνίας, καθώς πλατιές μάζες θεωρούν ότι τίποτα από αυτά δεν θα τους προσδώσουν άμεσο όφελος στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική τους ζωή.
Το φαινόμενο αυτό δεν διαμορφώθηκε την πρόσφατη περίοδο. Αφορά μια μακροχρόνια διαδικασία που το ίδιο το σύστημα εξουσίας μέσα από όλα τα δίκτυα του έχει επιβάλλει. Ταυτόχρονα η φτωχοποίηση της κοινωνίας, ενίσχυσε τα αδιέξοδα και οδήγησε πλατιά στρώματα της κοινωνίας στην αποστράτευση και στην λογική των χαμηλών απαιτήσεων, αλλά και των ευκαιριακών λύσεων για την ζωή τους.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων να μην εμπιστεύεται καθόλου το πολιτικό σύστημα, ανεξάρτητα από την συμμετοχή του στις εκλογές.
Ο φόβος και η ανασφάλεια είναι διάχυτα στην ελληνική κοινωνία και διαπερνά κυρίως τα φτωχότερα λαϊκά στρώματα, λόγω της παρατεταμένης οικονομικής, πολιτικής και αξιακής κρίσης. Η αμφισβήτηση στους θεσμούς είναι δεδομένη, όχι από την σκοπιά της ριζοσπαστικοποίησης και της ανατροπής, αλλά από την αντιδραστική και συντηρητική σκοπιά με έντονα στοιχεία ενσωμάτωσης.
Γι αυτό εντοπίζονται φαινόμενα όπου λαϊκές δυνάμεις έχουν χάσει πλήρως τα στοιχειώδη δημοκρατικά αντανακλαστικά, δεν εμπιστεύονται καθόλου τους αστικούς θεσμούς και στηρίζουν τα ακραία και αντιδραστικά αφηγήματα της δεξιάς του νεοφιλελευθερισμού και της ακροδεξιάς.
Γι αυτό εντοπίζονται δυνάμεις της κοινωνίας να έχουν παραδοθεί πλήρως στα συμφέροντα της μαφιόζικης και παρασιτικής οικονομικής ελίτ της χώρας.
Η ανατριχιαστική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας, δείχνει σε μεγάλο βαθμό πως τα λαϊκά στρώματα που φτωχοποιούνται, επικύρωσαν με την ψήφο τους, την σταθερότητα, την τάξη και την ασφάλεια που ευαγγελίζεται η ΝΔ. Η Ν.Δ όλα αυτά τα χρόνια παρουσιαζόταν παντοδύναμη δημιουργώντας καθεστώς. Κατάφερε να ελέγξει την ενημέρωση με την στήριξη των ολιγαρχών των ΜΜΕ, τους μηχανισμούς του κράτους, την δικαιοσύνη και να χρησιμοποιήσει τους θεσμούς του κράτους ως εργαλείο για την επικυριαρχία.
Έτσι, παρά το γεγονός ότι οι λαϊκές δυνάμεις δέχονται μια άνευ προηγουμένου επίθεση στα δικαιώματα τους, εντούτοις δεν αισθάνονται ότι υπάρχουν εναλλακτικές που θα μπορέσουν να τους απεγκλωβίσουν από τον φαύλο κύκλο της αστικής πολιτικής.
Παράλληλα πρέπει να τονιστεί, πως η αύξηση των δυνάμεων της ακροδεξιάς του Βελόπουλου, η ενδυνάμωση σχηματισμών που ελέγχονται από την εκκλησία («ΝΙΚΗ»), αλλά και της «Πλεύσης Ελευθερίας» της Ζ Κωνσταντοπούλου που στηρίχτηκε από ακροδεξιά στοιχεία, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι η στροφή στα δεξιά και την συντήρηση είναι δεδομένη.
Στον αντίποδα, η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι δυνάμεις που τον στήριξαν στο παρελθόν δεν ανέχονται πλέον θολά μηνύματα, ενώ είναι εμφανές ότι δεν εμπιστεύονται τον νέο πόλο της σοσιαλδημοκρατίας που θέλει να διασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε ανεπαρκής και αναξιόπιστος για τα λαϊκά στρώματα και τον κόσμο της εργασίας, καθώς η παλινωδίες του δεν σταμάτησαν ποτέ.
Πρόκειται για ένα κόμμα, το οποίο, αν και στο εσωτερικό του μπορεί να έχει εγκλωβισμένες ριζοσπαστικές δυνάμεις, εντούτοις δεν προέβαλε κανένα πρόγραμμα διεξόδου με σαφείς και πειστικές προτάσεις, πάνω στα βασικά ζητήματα που έχουν οδηγήσει σε τέλμα τον λαό και την κοινωνία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ τσαλαβουτάει τα τελευταία χρόνια από την μια σε θέσεις και προτάσεις που – όπως λέει – στοχεύουν στην αναδιανομή του πλούτου υπέρ των αδυνάτων, και από την άλλη προτείνει ως διεκδικητής της εξουσίας, θέσεις και μέτρα βαθιά αντιλαϊκά για την μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και υπέρ των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Αυτό το τσαλαβούτημα του ΣΥΡΙΖΑ, που ξεκίνησε έντονα από το 2015 με την ψήφιση του μνημονίου, την αντιλαϊκή στροφή του, τους συμβιβασμούς και την αποδοχή της (ΤΙΝΑ) – There is no alternative”, με στόχο να διατηρήσει την κυβέρνηση έστρεψε μεγάλες μάζες οριστικά στην απογοήτευση, υποβοηθώντας την συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, ρίχνοντας νερό στο μύλο της νεοφιλελεύθερης αστικής πολιτικής.
Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε με τον πιο καθαρό τρόπο, τόσο ως κυβέρνηση, αλλά και από το πολιτικό πρόγραμμα που παρουσίασε κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ότι υπηρετεί πλήρως της επιταγές Ε.Ε, στηρίζει την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου, δεν αμφισβητεί ούτε στο ελάχιστο τον μονόδρομο αυτό, ενώ διακατέχεται από εθελοδουλία προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Τα μέτρα ανακούφισης που προτείνει για το κόσμο της εργασίας δεν αντιμετωπίζουν ούτε στο ελάχιστο την βαθιά κρίση που βιώνει η λαϊκή οικογένεια. Άλλωστε, πολλές από τις προτάσεις του μπορεί κανείς να τις εντοπίσει και στα προγράμματα του ΠαΣοΚ όσο και της Νέας Δημοκρατίας.
Η στρατηγική του κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου για να συγκεντρώσει δυνάμεις από την Αριστερά το Κέντρο και την Δεξιά ταυτόχρονα, απέτυχε παταγωδώς καθώς δημιουργήθηκε η αίσθηση της ευκαιριακής πολιτικής. Παράλληλα οι παλινωδίες για αναζήτηση συμμαχικών κυβερνήσεων με ΠαΣοΚ, ΚΚΕ και ΜέΡα25 έδειξαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί ένα κόμμα που εκφράζει την κυβερνητική σταθερότητα.
Ταυτόχρονα ο ΣΥΡΙΖΑ συνειδητά επιχειρεί να σταθεροποιηθεί στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας ενώ η μάχη για το πιο κόμμα (ΣΥΡΙΖΑ- ΠαΣοΚ) θα κυριαρχήσει στο χώρο αυτό, συνεχίζεται και θα συνεχιστεί. Αυτό σημαίνει πως οι ριζοσπαστικές δυνάμεις, ο λαός και οι εργαζόμενοι, δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από την διαπάλη αυτή.
Παράλληλα η συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ , (η οποία ετεροχρονισμένα συνεχίστηκε από τις εκλογές του 2019 και μετά), ενδεχομένως να έχει και συνέχεια. Αυτό εξηγείται και από το γεγονός, ότι η άνοδος του στις εκλογές του 2015 ήταν συγκυριακή, καθώς τότε απορρόφησε ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων των ΠαΣοΚ, λόγω της κατάρρευσης του. Η επιστροφή όμως των ψηφοφόρων του ΠαΣοΚ στο παραδοσιακό τους κόμμα, θα έχει ενδεχομένως και συνέχεια.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί, πως η άνοδος του ΚΚΕ, δεν αποτυπώνει μια πραγματική τάση ριζοσπαστικοποίησης των ψηφοφόρων που το επέλεξαν, καθώς φαίνεται πως το κριτήριο της κάλπης ήταν διαφορετικό από αυτό που προστάζει ο ιστορικός ρόλος ενός επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης.
Μέσα σε αυτό το δυστοπικό παρόν, κάποιες νέες δυνάμεις, αλλά και κάποιες που παλαιοτέρα απομακρύνθηκαν από το ΚΚΕ, επέστρεψαν με την ψήφο τους, καθώς εμπνεύστηκαν από την σταθερότητα των απόψεων του, αλλά και λόγω της απογοήτευσης από τον συμβιβασμούς του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως, οι δυνάμεις αυτές διατηρούν παράλληλα την εκτίμηση ότι το ΚΚΕ στερείται στρατηγικής, μαχητικής αντιπολίτευσης, κινηματικής σύγκρουσης και ρεαλιστικής πρόταση εξουσίας, αφού τα λαϊκά στρώματα και η εργατική τάξη φαίνεται να μην εμπιστεύονται πως το ΚΚΕ πρόκειται να καταφέρει να αποκόψει την αστική επίθεση, ούτε να δημιουργήσει ουσιαστικές ρωγμές στο σύστημα.
Παράλληλα, η μερίδα των ψηφοφόρων του ΚΚΕ φαίνεται πως λειτούργησαν με έντονο συναισθηματισμό, λόγω της επίθεσης που δέχονται από την Δεξιά, χωρίς βέβαια να επιδοκιμάζουν την πολιτικές επιλογές και την στρατηγική του ΚΚΕ για το παρόν και το μέλλον. Με απλά λόγια, το ΚΚΕ έγινε αποδέκτης μιας μερίδας ανθρώπων που αισθάνθηκαν συγκυριακά ότι αποτελεί ένα αποκούμπι, χωρίς να ελπίζουν σε κάτι παραπάνω.
Άλλωστε, η κυριαρχία της αστικής πολιτικής, η εφαρμογή των αντιλαϊκών νόμων όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν σαν οδοστρωτήρας στην ελληνική κοινωνία, αποκάλυψαν με τον πιο ισχυρό τρόπο ότι το ΚΚΕ και οι δυνάμεις του, δεν κατάφεραν να ανακόψουν την πορεία αυτή αλλά και να αναπτύξουν μαχητικούς αγώνες που έχει ανάγκη η εργατική τάξη και ο λαός. Η στάση αυτή του ΚΚΕ εγκλωβίζει δυνάμεις σε ένα φαύλο κύκλο ηττοπάθειας και αποστράτευσης.
Παράλληλα η συντριβή του ΜεΡα 25 εξηγείται. Φαίνεται πως το κόμμα του Βαρουφάκη συμπιέστηκε από το δίπολο που είχε διαμορφωθεί μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ, μιας και ο κορμός του σχηματισμού αυτού προέρχεται από τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Πρόκειται για ένα σχηματισμό που η ιδεολογική και πολιτική του αφετηρία είναι βγαλμένη από τα σπλάχνα της ρεφορμιστικής Αριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας, που παρά την ρήξη που προβάλει σε επιλογές της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, δεν μπορεί και να κινηθεί εκτός των τειχών της Ε.Ε, να προσδώσει ολοκληρωμένη στρατηγική και να εμπνεύσει τα λαϊκά στρώματα.
Στο εσωτερικό του ΜεΡα25, υπάρχουν κυρίως δυνάμεις που διαφώνησαν από την στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ για την εφαρμογή των μνημονίων.
Οι προτάσεις του ΜεΡα25 κινούνται στα όρια των πολιτικής διαχείρισης του συστήματος. Οι προτάσεις του θυμίζουν μια αριστερόστροφη εκδοχή του ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που οδήγησε το εκλογικό σώμα να απορροφηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ λόγω της σκληρής πόλωσης της προεκλογικής περιόδου.
Η στάση των κομμουνιστών
Είναι προφανές, ότι βρισκόμαστε στην πιο δύσκολη πολιτικοοικονομική συγκυρία. Βρισκόμαστε σε μια συγκυρία που η διακριτή και αυτόνομη παρουσία της Κομμουνιστικής Αριστεράς είναι αναγκαία όσο ποτέ για την χάραξη επαναστατικής πολιτικής και δράσης.
Μιας Κομμουνιστική Αριστεράς που αρχικά θα συγκροτηθεί στο δικό της Ενιαίο Πολιτικό Πόλο, απεγκλωβισμένο από τις μικροαστικές αντιλήψεις της λεγόμενης ριζοσπαστικής ή της θολής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και συνολικά του ρεφορμισμού. Μακριά δηλαδή από μικροαστικές δυνάμεις που τις διαπερνά ο αστικός φιλελευθερισμός, στερούνται επαναστατικής πειθαρχίας με αποτέλεσμα να ενσωματώνονται στο κυρίαρχο αστικό σύστημα.
Ενός πολιτικού πόλου που θα συγκεντρώσει τις μαχητικές κομμουνιστικές δυνάμεις, οργανώσεις και πολιτικές κινήσεις, θα σφυρηλατεί την συντροφικότητα, θα επεξεργαστεί πολιτικές, θα συμβάλλει στην κατεύθυνση της ιστορικής αναγκαιότητας για την δημιουργία ενός λενινιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος νέου Τύπου.
Ο δρόμος αυτός είναι αναγκαίος. Είναι απαραίτητο να πιαστεί το νήμα από την αρχή, καθώς δεν χωράει αμφιβολία ότι το πρώτο βήμα είναι να ανασυγκροτηθούν οι κομμουνιστές, οι οργανώσεις και οι πολιτικές κινήσεις που έχουν αναφορές στον Μαρξισμό- Λενινισμό, τον προλεταριακό διεθνισμό, στις παραδόσεις και τους θριάμβους των Ελλήνων κομμουνιστών και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
Ενός πολιτικού πόλου των κομμουνιστών που δεν θα θολώνει τα νερά της στρατηγικής για την σοσιαλιστική – κομμουνιστική προοπτική, θα αντιπαλέψει την αστική πολιτική σε όλες τις εκφάνσεις της, θα έχει ανοιχτό και κυρίαρχο μέτωπο απέναντι στη Δεξιά, αλλά και θα αντιπαλεύει ιδεολογικά και πολιτικά τον ρεφορμισμό και την σοσιαλδημοκρατία.
Που θα συγκεντρώσει τις απαραίτητες μαχητικές δυνάμεις και και από θέση αρχής να μελετήσει διεξοδικά την πραγματικότητα με τα επαναστατικά εργαλεία της Μαρξιστικής και Λενινιστικής θεωρίας. Που θα ανασυγκροτηθεί, θα δρα αυτόνομα στο κίνημα, προβάλλοντας μια επαναστατική πολιτική στο σήμερα για την επιβίωση της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, θα μπαίνει μπροστά στους αγώνες, θα αναλαμβάνει μαχητικές πρωτοβουλίες και δράσεις, θα επαναστατικοποιεί και θα απελευθερώνει τις συνειδήσεις του εργαζόμενου λαού, θα διαπαιδαγωγεί στην γραμμή της σύγκρουσης με την αστική πολιτική και την φασιστική αλλοτρίωση.
Είναι δεδομένο, ότι η συγκυρία απαιτεί κάτι τέτοιο να ξεκινήσει άμεσα. Είναι απαραίτητο για την επιβίωση των εργαζομένων, για το υπόλοιπα λαϊκά στρώματα και την νεολαία, να γίνουν άμεσα και με σοβαρότητα, όλα τα απαραίτητα βήματα ώστε να χτιστούν γραμμές αντίστασης στην κυριαρχία των αστικών κομμάτων.
Φαίνεται, πως αυτή η συζήτηση αναπτύσσεται έντονα τα τελευταία χρόνια όμως μέχρι στιγμής δεν έχει τελεσφορήσει. Ο διάλογος συνεχίζεται όμως στις οργανώσεις και τις πολιτικές κινήσεις της Κομμουνιστικής Αριστεράς που αντιλαμβάνονται το σοβαρό αυτό καθήκον.
Δεν χωράει άλλη καθυστέρηση. Για να ταρακουνηθούν τα βαλτωμένα νερά της ηττοπάθειας, και την αποστράτευσης. Μόνο αυτός ο δρόμος είναι αποτελεσματικός για να δοθεί το απαραίτητο οξυγόνο στο κομμουνιστικό κίνημα.
Η εργατική τάξη, η νεολαία, έχουν την ανάγκη την δική τους αυτόνομη εμπροσθοφυλακή που θα συγκρουστεί με τον φασισμό. Μια εμπροσθοφυλακή που θα βρίσκεται δίπλα στον καταπιεσμένο, την γυναίκα, τον μετανάστη, τον εργάτη, τον άνεργο, την νεολαία, αλλά και τους αγωνιστές του κινήματος που διώκονται από το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του.
Η προσπάθεια αυτή της δημιουργίας ενός Ενιαίου Πολιτικού Πόλου των Κομμουνιστών πρέπει να πάρει άμεσα σάρκα και οστά, ώστε να αναπτυχθούν μαχητικοί αγώνες για την ανασυγκρότηση του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, Ενός κινήματος που θα αντιπαλέψει τον πόλεμο, άλλα και την εξάρτηση της χώρας μας από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε.
Για να συγκεντρωθούν οι διάσπαρτες επαναστατικές δυνάμεις και θα μπει στο επίκεντρο η υπόθεση της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας. Θα εκφραστούν τα πιο μαχητικά στοιχεία της κοινωνίας.
Η διάχυτη σαπίλα, η διαφθορά, το καθεστώς της Νέας Δημοκρατίας, η ακροδεξιά και οι φασιστικοποίηση απειλούν κάθε πτυχή της ζωής των εργαζομένων και των μεσαίων στρωμάτων. Οι ρεφορμιστικές δυνάμεις του συμβιβασμού δεν μπορούν να αλλάξουν αυτήν πορεία στην κατεύθυνση της κοινωνικής απελευθέρωσης. Η μοναδική υποχρέωση για τους κομμουνιστές είναι να βγουν μπροστά και να αναλάβουν τις ευθύνες τους.