Αν, σύμφωνα με τον Ωζιέ, το χρήμα “γεννιέται με φυσικές κηλίδες αίματος στο ένα μάγουλο”, το κεφάλαιο γεννιέται βουτηγμένο από την κορυφή ώς τα νύχια στο αίμα και στη βρωμιά και στάζοντας αίμα απ’ όλους τους πόρους… Το κεφάλαιο το τρομάζει η έλλειψη κέρδους ή το πολύ μικρό κέρδος, όπως το κενό τρομάζει τη φύση. Όταν το κεφάλαιο έχει το ανάλογο κέρδος, γίνεται τολμηρό. Με 10% κέρδος αισθάνεται τον εαυτό του σίγουρο και μπορεί να το χρησιμοποιήσει κανείς παντού∙ με 20% γίνεται ζωηρό∙ με 50% γίνεται θετικά παράτολμο∙ με 100% τσαλαπατάει όλους τους ανθρώπινους νόμους∙ με 300% δεν υπάρχει έγκλημα που να μη ριψοκινδυνεύει να το διαπράξει, ακόμα και με κίνδυνο να πάει στην κρεμάλα» (Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο, τόμος 1, σελ. 785).
Αυτό είναι ένα εμβληματικό απόσπασμα από το κορυφαίο έργο του Μαρξ, που θεωρείται ακόμη και από φανατικούς της ελεύθερης οικονομίας ως η βαθύτερη ανατομία του καπιταλισμού.
Παρότι η απανταχού Αριστερά όλου του φάσματος έχει κόψει ή αδυνατίσει δραστικά τους δεσμούς της με την ανάλυση του Μαρξ, ακόμη και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία που έχει προ πολλού προσχωρήσει στον νεοφιλελευθερισμό δεν έχει προχωρήσει σε μια ρητή αποκήρυξή της.
Στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 ακούσαμε ακόμη και συντηρητικούς ηγέτες της Ε.Ε., όπως η Μέρκελ ή ο Σαρκοζί, να καταγγέλλουν τη διαβρωτική δράση της διεθνούς κερδοσκοπίας που οδηγούσε την παγκόσμια οικονομία στο χάος, αγοράζοντας και πουλώντας κάθε εξωτική μορφή του κεφαλαίου: από τα παράγωγα των ενυπόθηκων δανείων μέχρι τα CDS, που στοιχημάτιζαν στις κρατικές χρεοκοπίες. Κατά κάποιο τρόπο κατήγγειλαν τις πιο δαιμονικές εκδοχές του κεφαλαίου.
Επομένως, το να εμφανίζεται ένας ηγέτης αριστερού (κατά τίτλο και αυτοπροσδιορισμό) κόμματος και να διακηρύσσει ότι «δεν δαιμονοποιεί το κεφάλαιο», άρα ότι με κάποιο μαγικό τρόπο έχει ξεπεραστεί η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας, έρχεται σε σύγκρουση με ιδεολογικές αρχές (ή στερεότυπα, αν τα θεωρεί τέτοια) δύο αιώνων. Κι αυτό θέλει μια πολύ πειστική εξήγηση. Ή έναν Μαρξ που θα γράψει το «Κεφάλαιο» του 21ου αιώνα (και δεν εννοώ τον Πικετί).
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών