Εργατικός Αγώνας

Το μεγάλο κόλπο με την ΕΒΕ και τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια

του Χρήστου Κάτσικα

Μέσα σε τρία χρόνια που εφαρμόζεται η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής έχουμε περίπου 38.000 κενές θέσεις στα ΑΕΙ ● Μετά την εκκένωση ακολουθεί η συρρίκνωση με το κλείσιμο τμημάτων στα δημόσια Πανεπιστήμια και η αρχή μιας «χρυσής εποχής» για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια που φιλοδοξεί να φέρει το υπουργείο Παιδείας.

Η μεγάλη «πρεμούρα» του υπουργείου Παιδείας και της κυβέρνησης για την ψήφιση του νομοσχεδίου με τον παραπλανητικό και προκλητικό τίτλο «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο» με σκοπό την ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων στη χώρα μας, σε πλήρη αντιδιαστολή με το άρθρο 16 του Συντάγματος, έρχεται απλώς να φωτίσει τα τεχνητά εμπόδια που στήθηκαν τα τελευταία χρόνια με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής στις Πανελλαδικές Εξετάσεις και τις εκατόμβες εξοστρακισμένων υποψηφίων που έφερε.

Εξηγούμαστε: ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των στοιχείων που προέκυψαν από την ανακοίνωση των βάσεων στις τελευταίες Πανελλαδικές Εξετάσεις (2023) ήταν οι κενές θέσεις σε διάφορα πανεπιστημιακά τμήματα. 153 τμήματα των ΑΕΙ (ένα ποσοστό ύψους 34% του συνόλου των τμημάτων) δεν δέχθηκαν το σύνολο των φοιτητών που «ζήτησαν», κάτι που αθροιστικά, μαζί με τις σχολές των ένστολων, μεταφράζεται σε περίπου 10.000 κενές θέσεις.

Με τις θατσερικού τύπου παρεμβάσεις στη λυκειακή, μεταλυκειακή και ανώτατη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση ξεκινάει μια μακροχρόνια περίοδος πλήρους αποδυνάμωσης των δημόσιων Πανεπιστημίων, ώστε σε δεύτερη φάση να στρωθεί το έδαφος για τη μετακύλιση του κόστους λειτουργίας στους φοιτητές με την επιβολή διδάκτρων!

Να θυμίσουμε ότι τα δύο προηγούμενα χρόνια (2021 και 2022) που εφαρμόστηκε η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ), με τα «μαγικά» του υπουργείου Παιδείας έμειναν κενές συνολικά πάνω από 28.000 θέσεις. Για παράδειγμα το 2021, πρώτη χρονιά εφαρμογής της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), έμειναν 17.000 κενές θέσεις! Το 2022, λόγω ΕΒΕ, έμειναν κενές σε πανεπιστημιακά τμήματα περί τις 11.000 θέσεις.

Είναι φανερό ότι μετά την εκκένωση… έρχεται η συρρίκνωση! Ο νόμος 4957/ 2022 «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα» για τη λειτουργία των Πανεπιστημίων ορίζει ως ένα από τα κριτήρια ύπαρξής τους τον δυσανάλογα μεγάλο ή μικρό ετήσιο αριθμό φοιτητών του εκάστοτε ΑΕΙ σε σύγκριση με τον αριθμό των μελών ΔΕΠ, καθώς και την ιδιαίτερα χαμηλή προτίμηση για εισαγωγή στα προγράμματα σπουδών τυπικής εκπαίδευσης που παρέχουν.

Το μήνυμα

Αν θέλει κανείς να αποκωδικοποιήσει το μήνυμα της θηριώδους περικοπής θέσεων εισακτέων, πρέπει να πάει στις αναπαραστάσεις που δημιουργούνται στους εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές και γονείς που παρακολουθούν με δέος ως θεατές το μέλλον που προβλέπεται γι’ αυτούς. Ποιο είναι το μήνυμα; Στροφή με μεγαλύτερη ένταση και σε μεγαλύτερη έκταση στα φροντιστηριακά στέγαστρα, σκέψεις για εγγραφή στα κολέγια ή σε ό,τι έρθει στη χώρα μας ως κολεγιά του ιδιωτικού ή και του δημόσιου με Πανεπιστήμια του εξωτερικού.

Μαύρα μαντάτα

Συνολικά στην τριετία που εφαρμόζεται η ΕΒΕ (2021-2023) έχουμε περίπου 38.000 κενές θέσεις στα ΑΕΙ. Στο βάθος δεν περιμένει… κήπος, αλλά η αρχή μιας νέας «μαύρης εποχής» για τα δημόσια Πανεπιστήμια που θα έχουν να αντιμετωπίσουν την αποψίλωση και η αρχή μιας «χρυσής εποχής» για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια που φιλοδοξεί να φέρει το υπουργείο Παιδείας.

Ας δούμε όμως τα πράγματα με μια σειρά: οι χιλιάδες αυτές θέσεις εισακτέων που έμειναν κενές (σε συνδυασμό με τη «δράση των μετεγγραφών», που δρουν με τη λογική της «λιποαναρρόφησης») αποψιλώνουν περίπου 50-60 τμήματα περιφερειακών Πανεπιστημίων και όχι μόνο. Ετσι, λοιπόν, όσα τμήματα δεν έχουν «φοιτητές-πελάτες» πρέπει να κλείσουν ή να αναμορφωθούν. Με αυτόν τον τρόπο το ΥΠΑΙΘ νομιμοποιημένα θα σύρει τα «κενά» τμήματα στον «ανακριτικό» φακό της Εθνικής Αρχής για την Ανώτατη Εκπαίδευση (ΕΘΑΑΕ), η οποία, σαν έτοιμη από καιρό, αναμένεται να εισηγηθεί μείωση των πανεπιστημιακών τμημάτων της χώρας. Είναι γνωστό ότι το υπουργείο Παιδείας έχει δρομολογήσει, εδώ και αρκετό καιρό, την «αναδιάταξη» του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κοντολογίς τη δραστική μείωση τμημάτων και σχολών.

Είναι ξεκάθαρο: από τη μια, η κυβέρνηση αυστηροποιεί (και παράλληλα ακριβαίνει) τα κριτήρια εισαγωγής στη δημόσια πανεπιστημιακή εκπαίδευση και, από την άλλη, αφού εξίσωσε τα πτυχία των κολεγίων με αυτά των δημόσιων Πανεπιστημίων, επιχειρεί τώρα να «στεγάσει» ιδιωτικά Πανεπιστήμια ως παραρτήματα ξένων ιδρυμάτων με στόχο την ενίσχυσή τους μέσω της τροφοδότησής τους με φοιτητές-πελάτες.

Και όχι μόνο αυτό. Αυτή η εμβληματική αλλαγή είναι μόνο η αρχή ενόψει χειρότερων δεινών. Με τις θατσερικού τύπου παρεμβάσεις στη λυκειακή, μεταλυκειακή και ανώτατη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση ξεκινάει μια μακροχρόνια περίοδος πλήρους αποδυνάμωσης των δημόσιων Πανεπιστημίων, ώστε σε δεύτερη φάση να στρωθεί το έδαφος για τη μετακύλιση του κόστους λειτουργίας στους φοιτητές με την επιβολή διδάκτρων! Ναι, δίδακτρα στα δημόσια Πανεπιστήμια! Στην αρχή σε κοινά προγράμματα δημοσίων και ξένων ιδιωτικών Πανεπιστημίων και μετά σε όλα.

Η ανάπτυξη και το ΑΕΠ

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα που προβάλλει το υπουργείο Παιδείας για να αποσπάσει τη συναίνεση της κοινής γνώμης είναι ότι η εισροή Ελλήνων και ξένων φοιτητών θα συνεισφέρει στο ΑΕΠ της χώρας, θα ενισχύσει την ανάπτυξη. Είναι αλήθεια ότι η εμπορευματοποίηση των Πανεπιστημίων προσφέρει κέρδη και συνεισφέρει στο ΑΕΠ. Το ερώτημα είναι σε ποιους;

Για να βρει κάποιος την απάντηση αρκεί να σκεφτεί ποιους ωφέλησε και ωφελεί και ποιους έβλαψε και βλάπτει, π.χ., η ενίσχυση της ιδιωτικοποίησης της υγείας ή της ενέργειας. Ή να σκεφτεί πώς γίνεται ο τουρισμός να συνεισφέρει πάνω από 10% στο ΑΕΠ, αλλά οι εργαζόμενοι σε αυτόν να εργάζονται με άθλια μεροκάματα…

 

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας