Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής
Η ημέρα των ευρωεκλογών πλησιάζει και η κομματική δραστηριότητα κυλά με τον ίδιο ράθυμο και ανούσιο τρόπο χωρίς καμία συζήτηση για ουσιαστικά θέματα και κυρίως για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το χαρακτήρα της και τις επιπτώσεις της πολιτικής της χώρα και το λαό μας.
Τα τρία κυβερνητικά κόμματα ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ έθεσαν ως κύριο άξονα του προεκλογικού λόγου τους άλλα πράγματα που εξυπηρετούν κομματικές σκοπιμότητες τους. Η ΝΔ έθεσε ως κεντρικό ζήτημα αυτό της σταθερότητας και άρα την υπερψήφιση της, ο ΣΥΡΙΖΑ τη διατήρηση της δεύτερης θέσης και συντοχρόνω κάνει λόγο για μεγάλα ποσοστά του και το ΠΑΣΟΚ κάνει τα αδύνατα δυνατά μήπως σκαρφαλώσει στη δεύτερη θέση της κομματικής κατάταξης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η πολιτική της καθορίζουν μαζί με τις κυβερνήσεις της χώρας όλες τις εξελίξεις όχι μόνο στους τομείς στους οποίους διαμορφώνεται κοινή πολιτική αλλά και για τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας. Ακόμη και σε τομείς που υπάρχει δυνατότητα άσκησης πολιτικής με βάση τις ανάγκες και τις δυνατότητες που υπάρχουν οι πρόθυμες κυβερνήσεις ευθυγραμμίζονται απολύτως στις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι επιπτώσεις της στη χώρα έπρεπε να κυριαρχεί στην προεκλογική αντιπαράθεση.
Τα τρία κόμματα που κυβέρνησαν, ως κόμματα του κεφαλαίου, συντάσσονται με τις επιλογές του και στηρίζουν αναφανδόν την Ευρωπαϊκή Ένωση και την πολιτική της. Τα υπόλοιπα μικρότερα κόμματα κέντρου και κεντροαριστεράς είτε είναι ολοκληρωτικά με την ευρωπαϊκή ένωση όπως η Νέα Αριστερά που υπερασπίζεται με όλη τη δύναμη της τα μνημόνια και την πορεία της ως μέρος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είτε δεν την αμφισβητούν. Τα κόμματα της ακροδεξιάς είναι πιο φιλοευρωπαϊκά από την Κομισιόν. Από όλα αυτά τα κόμματα, χωρίς να παραγνωρίζονται οι διαφορές τους κανένα δεν πρόκειται να αμφισβητήσει την ΕΕ και κανέναν δεν πρόκειται να συμπράξει σε μία πολιτική φιλολαϊκής διεξόδου.
Αν μπορεί να κανείς να περιμένει λύσεις είναι από κόμματα που τάσσονται εναντίον της συμμετοχής στην ΕΕ και φυσικά εναντίον της πολιτικής του κεφαλαίου. Ιδιαίτερη σημασία έχει η θέση και η δράση του ΚΚΕ λόγω της ιστορίας, της πείρας, του μεγέθους και της επιρροής του στους εργαζόμενους.
Στο κεντρικό προεκλογικό φυλλάδιο του κόμματος παρατίθεται πλήθος αναφορές για τον αντιλαϊκό αντεργατικό χαρακτήρα της ΕΕ, ως ένωσης του μονοπωλιακού κεφαλαίου, γίνεται εκτενής αναφορά των συνεπειών και των μεγάλων επιπτώσεων που έχει στο λαό και στη συνέχεια περνά στο συμπέρασμα ότι μόνο η ενίσχυση του ΚΚΕ μπορεί να δώσει λύση, αφού, όπως αναφέρει, είναι το μοναδικό κόμμα που παλεύει για την αποδέσμευση της χώρας από την ΕΕ με τους εργαζόμενους και το λαό στην εξουσία με κοινωνική ιδιοκτησία στην οικονομία.
Με δύο λόγια δεν προβάλλεται σύνθημα αποδέσμευσης από την ΕΕ λόγω των μεγάλων συνεπειών που έχει καθημερινά η χώρα και ο λαός αντίθετα η αποδέσμευση παραπέμπεται μετά από την επανάσταση από την εξουσία των εργαζομένων. Όμως οι πολυεθνικές και τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κράτη της ΕΕ έχουν μεταξύ τους μεγάλες αντιθέσεις που συνεχώς οξύνονται, έχουν μεγάλη σύγκρουση συμφερόντων, η ΕΕ δεν είναι σε καμία περίπτωση ενιαία και από τη στιγμή που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις είναι πιθανόν να προκύψει θέμα εξόδου της χώρας από αυτή . Σε μία τέτοια περίπτωση η εργατική τάξη και ο λαός θα περιμένουν την επανάσταση για να δράσουν; Τότε το κίνημα θα βρεθεί εντελώς απροετοίμαστο.
Δεν είναι μονόδρομος η ΕΕ του κεφαλαίου, της εκμετάλλευσης, της ακρίβειας, της φτώχειας και των ιμπεριαλιστικών πολέμων, σημειώνει το προεκλογικό φυλλάδιο, υπάρχει άλλος δρόμος αυτός της τεράστιας πλειοψηφίας των καταπιεσμένων όπου αυτοί που παράγουν το πλούτο με αποδέσμευση από την ΕΕ και κάθε ένωση του κεφαλαίου θα έχουν την εξουσία και την οικονομία στα δικά τους χέρια για να οικοδομήσουν την Ευρώπη της αλληλεγγύης, της φιλίας, της ειρηνική συνύπαρξης των λαών, της ευημερίας και τους σοσιαλισμού.
Τον άλλο δρόμο θέλησε να αποσαφηνίσει ο γενικός γραμματέας του κόμματος σε πρόσφατη ομιλία του περιγράφοντας τον ως ενίσχυση του ΚΚΕ, δημιουργία μιας κυβέρνησης στην οποία το κόμμα θα έχει προφανώς βαρύνοντα λόγο και θα εφαρμόσει το πρόγραμμά του, πρόγραμμα ριζικών αλλαγών στην οικονομία και την κοινωνία.
Ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι η αστική τάξη και η σύμμαχοι της δεν πρόκειται να δεχθούν σημαντικές αλλαγές στην πολιτική τους, τουλάχιστον αλλαγές που θέτουν σε αμφισβήτηση του σχεδιασμούς και τα συμφέροντά τους, πολύ περισσότερο αν απειλείται η κυριαρχία τους.
Αυτό το επιβεβαιώνει η πανστρατιά των δυνάμεων του Μένουμε Ευρώπη στο δημοψήφισμα του 2015, είναι το πιο πρόσφατο και πολύ διδακτικό παράδειγμα για τον ελληνικό λαό. Άλλο παράδειγμα από την Ιταλία αυτή τη φορά είναι ότι ο αμερικάνικος παράγοντας και η ιταλική αστική τάξη παρότι το εκφυλισμένο ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα είχε εκπληρώσει όλες τις απαιτήσεις τους δεν επέτρεψαν να μπει στην κυβέρνηση, αντίθετα πίεσαν να διαλυθεί.
Ριζικές αλλαγές δεν πρόκειται να επιβάλλει κανένα κόμμα όσο ισχυρό κι αν είναι, όσο κι αν το θέλει ειλικρινά. Τέτοιες αλλαγές επιβάλλει η εργατική τάξη και ο λαός με την πλειοψηφική απαίτηση και τον αγώνα του. Μόνο τότε θα εξαναγκαστεί η αστική τάξη να δεχθεί αλλαγές ή θα παραμεριστεί από την εξουσία.
Το εργατικό και λαϊκό πλειοψηφικό ρεύμα εναντίον της ΕΕ που θα ζητά μεγάλές αλλαγές μόνο μέσω των αγώνων μπορεί να δημιουργηθεί και όχι μέσω των εκλογών και των θεσμών, όση αξία κι αν αυτοί έχουν.
Οι αγώνες πρέπει να εμπεδώνουν σε ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας την ανάγκη αποδέσμευσης, να διαμορφώνουν ταξική συνείδηση, αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση. Για το λόγο αυτό το περιεχόμενο των αγώνων δεν πρέπει να περιορίζεται στην καταγγελία της κυρίαρχης πολιτικής και στη διατύπωση των διεκδικήσεων και αιτημάτων ανακούφισης του λαού. Πρέπει να συνδέεται οργανικά και πειστικά με το στόχο της εργατικής τάξης την επίτευξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Σε πρόσφατη ανακοίνωση του το ΚΚΕ αναφέρει ότι Είναι Ευρώπη στην απελευθέρωση των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών που οδήγησε στο έγκλημα στα Τέμπη. Αν η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων ήταν η αιτία που δημιουργήθηκε η μεγάλη τραγωδία με τους εκατοντάδες νέους νεκρούς τότε το αίτημα πρέπει να είναι ο σιδηρόδρομος ολοκληρωτικά να υπαχθεί στο δημόσιο κάτι που το ΚΚΕ δεν έθεσε ως αίτημα ούτε τις μέρες μετά από το έγκλημα. ΤΟ ίδιο μπορεί να ειπωθεί για την ανάγκη επανακρατικοποίησης μεγάλων επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας και οργανισμών κοινής ωφέλειας, στις οποίες επιχειρήσεις το εργατικό κίνημα θα έχει ρόλο στη διοίκηση στη δράση τους. Κάτι τέτοιο το ΚΚΕ το απορρίπτει. Αν η κοινή αγροτική πολιτική είναι βασική αιτία για το ξεκλήρισμα της πλειονότητας της μικρής και μεσαίας αγροτιάς το αίτημα είναι να καταργηθεί η ΚΑΠ.
Τα αιτήματα προβάλλονται με έναν ολοκληρωμένο τρόπο και πρέπει να μπαίνουμε στους καθημερινούς αγώνες ώστε να διαμορφώνουν συνειδήσεις, ειδάλλως αποκόπτεται εντελώς η άμεση δράση από το στρατηγικό στόχο ο οποίος αφήνεται στο βάθος του συρταριού του γραφείου.
Η τακτική πρέπει να είναι οργάνωση μετώπων δράσης σε όλους τους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας με στόχο να μην εφαρμοστεί η πολιτική της ΕΕ, να καταργηθούν οι ντιρεκτίβες και οι αποφάσεις της και παράλληλα να προβάλλονται ολοκληρωμένα αιτήματα από τη σκοπιά των συμφερόντων του λαού που θα αξιοποιούν παράλληλα τις δυνατότητες της χώρας. Ως παράδειγμα ένα σχέδιο αξιοποίησης του Ταμείου Ανασυγκρότησης και Ανάκαμψης σε ριζικά διαφορετική, φιλολαϊκή κατεύθυνση από ότι αυτό που η κυβέρνηση εφαρμόζει που θα έμπαινε σε πλατιά συζήτηση και διεκδίκηση θα είχε σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη του εργατικού και λαϊκού κινήματος.