Εργατικός Αγώνας

Μιλώντας για το νομοσχέδιο εμπορευματοποίησης της Απεξάρτησης και της Ψυχικής Υγείας

αναδημοσίευση από Κοσμοδρόμιο

1 , 2

Κατατέθηκε στη Βουλή το βράδυ της Παρασκευής 19 Ιουλίου το νομοσχέδιο της κυβέρνησης που αφορά την Απεξάρτηση και την Ψυχική Υγεία. Το νομοσχέδιο εισάγεται σήμερα Τρίτη 23 Ιουλίου στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων και ο προγραμματισμός θέλει να εισάγεται τη Δευτέρα 29 Ιουλίου για συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής. Το νομοσχέδιο που επισήμως τιτλοφορείται «Ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης» ακολουθεί τις «βέλτιστες πρακτικές» και τις «υποδείξεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της ψυχικής υγείας», ενώ όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην αιτιολογική του έκθεση «καλείται να ολοκληρώσει την ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη χώρα μας, η οποία ξεκίνησε με τον ν. 2716/1999», και «παραμένει έκτοτε σε εκκρεμότητα».

Η πιστή τήρηση των υποδείξεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι αρκετή για να μας κάνει να αντιληφθούμε το νεοφιλελεύθερο πνεύμα που συγκροτεί τον ιδεολογικό πυρήνα του νομοσχεδίου και διαπερνά όλες τις επιμέρους τροποποιήσεις του. Άλλωστε στη σχετική έκθεση που το συνοδεύει δεν κρύβονται οι απώτεροι σκοποί του για επέκταση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στους τομείς της Ψυχικής Υγείας και της Απεξάρτησης, καθώς αναφέρεται πως ένα από τα προβλήματα που εντόπισε και προσπαθεί να λύσει το νομοσχέδιο είναι πως «οι Μονάδες Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης του ιδιωτικού τομέα δεν διασυνδέονται με τις υπηρεσίες του δημοσίου τομέα με αποτέλεσμα να μην καλύπτουν ολιστικά τις ανάγκες των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας».

 

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο

Αυτά που πρακτικά θα αλλάξει το νομοσχέδιο, είναι η κατάργηση 2 εκ των 3 εναπομεινάντων Ειδικών Ψυχιατρικών Νοσοκομείων (ΨΝΑ και ΨΝΘ) που αφήνει ακόμα περισσότερο χώρο στους ιδιωτικούς ομίλους. Συγκεκριμένα προβλέπει τη δημιουργία Εθνικού Δικτύου Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας με ταυτόχρονη κατάργηση των Ψυχιατρικών Νοσοκομείων ΨΝΑ-Δαφνί και ΨΝ Θεσσαλονίκης που θα συνοδευτεί από μία διοικητική αναδιάταξη των Yπηρεσιών Ψυχικής Υγείας η οποία ανοίγει τον δρόμο στις Ιδιωτικές Δομές Κερδοσκοπικού και μη Κερδοσκοπικού χαρακτήρα (ΑΜΚΕ) οι οποίες εντάσσονται στο Δίκτυο όπως επίσης οι ιδιώτες γιατροί.

Ταυτόχρονα παύει να έχει δωρεάν και δημόσια χαρακτήρα η πρόληψη και η απεξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες και αλκοόλ, καταργώντας τους εγκεκριμένους φορείς πρόληψης και θεραπείας (ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ, ΙΑΝΟΣ, Διάπλους κ.λπ.) οι οποίοι συνενώνονται σε έναν Οργανισμό, τον ΕΟΠΑΕ, ο οποίος θα αποτελεί  Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και θα λειτουργεί με όρους οικονομικής αυτοτέλειας. Την ίδια στιγμή το νομοσχέδιο προβλέπει γενναία χρηματοδότηση με κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης των ΜΚΟ, ΑΜΚΕ και των επιχειρηματικών συμφερόντων για τη δημιουργία δομών και προγραμμάτων. Αυτό σημαίνει ότι οι Υπηρεσίες Απεξάρτησης αποσπώνται από το Εθνικό Σύστημα Υγείας, χάνουν τον Δημόσιο χαρακτήρα τους ενώ αξίζει να τονιστεί πως ο ΕΟΠΑΕ θα διοικείται από ΔΣ που θα ορίζει η κυβέρνηση, θα έχει την «ευελιξία» που έχουν τα ΝΠΙΔ, σε οικονομικό και διοικητικό επίπεδο, σε επίπεδο συμβάσεων και συνεργασίας με άλλους ιδιωτικούς φορείς και την ευελιξία να προσλαμβάνει προσωπικό με σχέσεις εργασίας διαφορετικές από αυτές του ΕΣΥ.

Το Εθνικό Συμβούλιο κατά των ναρκωτικών τονίζει πως το νομοσχέδιο «διαλύει τη φιλοσοφία των ‘στεγνών’ θεραπευτικών προγραμμάτων, διαχέοντάς τα πλάι στη μείωση βλάβης και στα προγράμματα υποκατάστασης, ενισχύοντας τα τελευταία. Καταργεί τα δημόσια προγράμματα απεξάρτησης του ΕΣΥ, με τη λειτουργία τους πλέον να υπαγορεύεται από όρους «κόστους-οφέλους», οδηγώντας τελικά σε εμπορευματοποίηση υπηρεσιών. Νομιμοποιεί κάθε μορφή ιδιωτικής πρωτοβουλίας σε πρόληψη-θεραπεία-κοινωνική επανένταξη, δίνοντας στους ιδιώτες προκλητικά προνόμια και κρατική χρηματοδότηση. Αφήνει μετέωρο το μέλλον των 75 Κέντρων Πρόληψης, το πλαίσιο λειτουργίας τους και τη διασύνδεση τους με τις ανάγκες της κοινότητας. Ιατρικοποιεί πλήρως το κοινωνικό πολυπαραγοντικό φαινόμενο της εξάρτησης, νομιμοποιώντας αντιεπιστημονικές αντιλήψεις περί «χρόνιας ασθένειας», «λειτουργικού χρήστη», «δικαιώματος στη χρήση». Διασπά την Κοινωνική Επανένταξη των απεξαρτημένων από το θεραπευτικό της πλαίσιο, διαμορφώνοντας έτσι fast track θεραπεία αντί για ολόπλευρη στήριξη έως την πλήρη επανακοινωνικοποίηση του πρώην χρήστη. Εδραιώνει απαράδεκτες εργασιακές σχέσεις και τη συνεχή κινητικότητα επιδεινώνοντας δραματικά τη θέση των εργαζομένων, τη θεραπευτική σχέση άρα και το επιστημονικό έργο. Δημιουργεί έναν υδροκέφαλο Οργανισμό, με το διορισμένο από το Υπουργείο ΔΣ του να αποκτά υπερσυγκεντρωτικές αρμοδιότητες, ώστε να μπορεί ανενόχλητο να υλοποιεί την κυρίαρχη πολιτική στον τομέα των εξαρτήσεων, στερώντας την αναγκαία εμβάθυνση στις τοπικές ανάγκες που έως σήμερα τα προγράμματα, με την αυτοτέλειά τους, επιχειρούσαν».

 

Εφαρμόζοντας το νομοσχέδιο πριν αυτό ψηφιστεί: Απολύσεις και χρηματοδοτήσεις από το ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος»

Κι ενώ οι εργαζόμενοι, οι ασθενείς, οι λήπτες υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και Απεξάρτησης μαζί με τις οικογένειές τους ξεκίνησαν μαζικές και πολύμορφες κινητοποιήσεις από την πρώτη στιγμή που τέθηκε σε διαβούλευση το επίμαχο νομοσχέδιο η διοίκηση του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης αλλά και ένα τμήμα της Βουλής φρόντισαν να δείξουν την ανυπομονησία τους για να  το εφαρμόσουν.

Έτσι πριν λίγες ημέρες ψηφίστηκε από τη Βουλή η σύμβαση «δωρεάς» του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος για την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της Ψυχικής Υγείας παιδιών και εφήβων στο πλαίσιο πενταετούς πιλοτικού προγράμματος, κόστους 15 εκατομμυρίων ευρώ. Υπέρ του νομοσχεδίου ψήφισαν οι βουλευτές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και οι Σπαρτιάτες ενώ «παρών» ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, Ελληνική Λύση, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας.

Μ το νομοσχέδιο κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η επιμέρους σύμβαση δωρεάς, η οποία αφορά στη μελέτη, στην ανακατασκευή, στην ανακαίνιση και στον εξοπλισμό ενός υφιστάμενου κτιρίου επί του νοσοκομείου παίδων «Η Αγία Σοφία» που θα λειτουργήσει ως κέντρο αναφοράς για την ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων, στο πλαίσιο του Δικτύου Αναφοράς για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων.

Ταυτόχρονα, μόνο με την άμεση και μαζική κινητοποίηση του Σωματείου Εργαζομένων του ΨΝΘ και με τη στήριξη εργατικών σωματείων και μαζικών φορέων της πόλης μπόρεσε να αποτραπεί η δρομολογημένη -από τη Διοίκηση του Νοσοκομείου- απόλυση της ψυχιάτρου Ρούλας Γεωργιάδη, κομμουνίστριας συνδικαλίστριας, μέλος του Δ.Σ. της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Θεσσαλονίκης και μέλος του Δ.Σ. του Σωματείου Εργαζομένων του ΨΝΘ.

Η Ρούλα Γεωργιάδη, μέλος του ΚΚΕ, ψυχίατρος και εργαζόμενη ως παρατασιακή ειδικευόμενη, βασική ομιλήτρια στη μεγάλη σύσκεψη συντονισμού των σωματείων που έγινε στη Θεσσαλονίκη την προηγούμενη εβδομάδα για την κλιμάκωση του αγώνα ενάντια στην ψήφιση του νομοσχεδίου, ενημερώθηκε για την απόλυσή της την Πέμπτη 18/7. Η διοίκηση του ΨΝΘ δεν υπέγραψε την ανανέωση της σύμβασης της, η οποία έχει λήξει από τις 28/6. Όπως αναφέρει ρεπορτάζ του 902.gr, ενώ η καθυστερημένη υπογραφή ανανέωσης των συμβάσεων είναι μια συνηθισμένη πρακτική, καθώς η υποστελέχωση των διοικητικών υπηρεσιών του ΨΝΘ είναι πολύ μεγάλη, η διοίκηση του ΨΝΘ προσπάθησε να χρησιμοποιήσει αυτή τη διοικητική παράλειψη ως πρόσχημα για να την απολύσει:

Η θεωρητικά απολυμένη ψυχίατρος από τις 28/06, συνέχιζε να εργάζεται κανονικά όλο αυτό το διάστημα, να εφημερεύει, να εξετάζει ασθενείς, να συνταγογραφεί. Υπάρχουν οριστικοποιημένα προγράμματα με τις εφημερίες της μέχρι και 30/6 και είναι περασμένες στο σύστημα και οι εφημερίες της για τον Ιούλιο. Μάλιστα η διοίκηση του ΨΝΘ, στις 17/7 είχε αποφασίσει την αναγκαστική μετακίνηση της από το ΨΝΘ, στο νοσοκομείο ‘Γ. Παπανικολάου’ (τα δύο νοσοκομεία λειτουργούν υπό ενοιαία διοίκηση), από τις 19/7 έως τη λήξη της παράτασης της θητείας της, δηλαδή τον Δεκέμβριο του 2024, επικαλούμενη την ανάγκη ενίσχυσης του Ψυχιατρικού Τμήματος Ενηλίκων του Νοσοκομείου. Και ξαφνικά την επόμενη μέρα, στις 18/7 η διοίκηση του ΨΝΘ ‘ανακάλυψε’ ότι υπάρχει ‘διοικητική παράλειψη’ και ανακοίνωσε την απόλυσή της.

«Δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος. Έληξε η σύμβαση και δεν ανανεώνεται».

Οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες στο νοσοκομείο πραγματοποίησαν την Παρασκευή 9 Ιουλίου μαζική παράσταση διαμαρτυρίας και κατάφεραν να επιβάλλουν το αυτονόητο: Την ανανέωση της σύμβασης της Ρούλας Γεωργιάδη, μίας «πολύτιμης» συναδέλφου που, όπως ανέφερε εργαζόμενος στο τμήμα Γ’ Οξέων είναι «ειδικός σε θέση παρατασιακού ειδικευόμενου και προσφέρει αυξημένες υπηρεσίες, εργάζεται με αυταπάρνηση, βρίσκεται εκεί για να στηρίξει τους συναδέλφους της και τους ασθενείς, ότι δηλαδή βάζει κυριολεκτικά πλάτη και αποτελεί πολύτιμο στήριγμα στη λειτουργία της κλινικής». Μίας συναδέλφου που «λόγω της επιστημονικής της επάρκειας θα είναι σημαντική απώλεια και για τους γιατρούς και για τους ασθενείς».

Η αρχική κυνική απάντηση του Αναπληρωτή Διοικητή πως «η απόφαση της διοίκησης είναι να λήξει η σύμβασή της», η οποία συνοδεύτηκε από το «υπάρχουν ανάγκες σε προσωπικό, αλλά… θα καλυφθούν με άλλο τρόπο» αλλά και το απαθές: «Δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος. Έληξε η σύμβαση και δεν ανανεώνεται», ανατράπηκαν προσωρινά.

Η μαζικότητα της κινητοποίησης της Παρασκευής, οι προγραμματισμένες και καθημερινές κινητοποιήσεις της επόμενης εβδομάδας ενόψει της ψήφισης του νομοσχεδίου, στις οποίες όλο και περισσότερα εργατικά σωματεία, στις οποίες μαζικοί φορείς παίρνουν αποφάσεις συμμετοχής κάθε μέρα που περνάει, κατάφεραν να βάλουν προσωρινό φρένο στην απόλυσή της.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερες επιστημονικές γνώσεις για να αντιληφθούμε πως η περιβόητη ολοκλήρωση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης που προωθεί η κυβέρνηση αμφισβητεί ευθέως τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα των δομών και των υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και της Απεξάρτησης και πλήττει τα δικαιώματα αφενός των εργαζομένων και αφετέρου των ασθενών και των χρηστών αυτών των υπηρεσιών καθώς των οικογενειών τους.

Αυτές οι εξειδικευμένες γνώσεις δεν χρειάζονται ούτε για να κατανοήσουμε πως πολλά από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δομών, των υπηρεσιών και των τρόπων προσέγγισης που αφορούν χιλιάδες συνανθρώπους μας που αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας ή εξάρτησης, αντί να συνοδευτούν από προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που σε αρκετές περιπτώσεις έχουν ανάγκη, μας γυρνούν σε ακόμα πιο «ταξικά φορτισμένα» κριτήρια διαχωρισμού των ασθενών αλλά και και σε ακόμα πιο συντηρητικές πρακτικές αντιμετώπισής τους.

 

Μιλώντας για το νομοσχέδιο εμπορευματοποίησης της Απεξάρτησης και της ΨυχικήςΥγείας

 

Οι Στέλιος Γκιουζέπας, Ρούλα Γεωργιάδη και Άννα Εμμανουηλίδου, τρεις καταρτισμένοι εργαζόμενοι στους συγκεκριμένους τομείς με ενεργή κοινωνική και συνδικαλιστική δράση μιλούν στο Κοσμοδρόμιο.

Στέλιος Γκιουζέπας: «Το νομοσχέδιο εναντιώνεται στις σύγχρονες επιστημονικές αντιλήψεις»

Τι  είναι αυτό που αλλάζει πρακτικά με το νομοσχέδιο για όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα σχετιζόμενα με εξαρτήσεις και πώς αυτό θα επηρεάσει;

Αυτό που ουσιαστικά αλλάζει στις υπηρεσίες απεξάρτησης είναι ότι καταργούνται όλες. Οι εγκεκριμένοι οργανισμοί και φορείς πρόληψης και θεραπείας, το ΚΕΘΕΑ, τα ψυχιατρικά νοσοκομεία Αττικής, Θεσσαλονίκης, της Κέρκυρας και των Ιωαννίνων, που είναι οι θεσμοθετημένοι θεσμοί θεραπείας στην Ελλάδα καταργούνται και δημιουργείται ο Ενιαίος Οργανισμός για την Πρόληψη και την Αντιμετώπιση των Εξαρτήσεων. Αντικαθίστανται δηλαδή από ένα Αθηνοκεντρικό ιεραρχικό μοντέλο διοίκησης. Στην ουσία όμως αυτή η αλλαγή σημαίνει απώλεια της ταυτότητας, της φυσιογνωμίας, της μεθοδολογίας, της ιδεολογίας κάθε θεραπευτικής πρότασης.

Είχαμε τη δυνατότητα στην Ελλάδα να έχουμε πολλές επιλογές απεξάρτησης για έναν εξαρτημένο άνθρωπο. Όλες αυτές καταργούνται και κυρίως υπάρχει μία έμφαση στην σωματική αποτοξίνωση και στην υποκατάσταση. Έτσι, προγράμματα τα οποία έστησαν οι εργαζόμενοι στο πεδίο για κάλυψη των αναγκών της τοπικής κοινωνίας αφήνονται με την υποστελέχωση, την υποχρηματοδότηση, στην πορεία να κλείσουν. Συνεπακόλουθα η πολυφωνία και η πληθώρα των επιλογών απεξάρτησης που είχαμε οδηγείται σε έναν μονόδρομο υποκατάστασης, μείωσης της βλάβης και έμφασης στη σωματική αποτοξίνωση. Αυτό είναι μια δραστική αλλαγή που συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία τη δεδομένη χρονική στιγμή που αυτή βρίσκεται λίγο μετά ή μέσα σε τρεις ενεργές και σοβαρές κρίσεις.

Όλα όσα μας αναφέρεις δείχνουν πως πάμε σε δομές one stop shop. Πώς σχολιάζεις αυτή τη μετατόπιση του πυρήνα της φιλοσοφίας των δομών απεξάρτησης;

Εδώ έχουμε να κάνουμε με την αντίληψη των ανθρώπων που γράφουν το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και τις σκέψεις που έχουν από πίσω. Μιλάνε για λειτουργικό χρήστη και όχι για απεξαρτημένο άνθρωπο. Σαφώς η έννοια της λειτουργικότητας, για να μην το ισοπεδώσουμε, είναι πολύ κεντρική στην έννοια της εξάρτησης και της απεξάρτησης. Όμως, όταν δίνουμε έμφαση στον λειτουργικό χρήστη, χάνουμε τον απεξαρτημένο άνθρωπο, το απεξαρτημένο πρόσωπο. Αν δώσουμε λοιπόν έμφαση σε υπηρεσίες όπου διαιωνίζουν τη σχέση του ανθρώπου με μία ουσία ή με μία εξαρτητική συμπεριφορά έχουμε ένα λεγόμενο κομμάτι κοινωνίας, προβληματικό, το οποίο το ωθούμε στο περιθώριο της κοινωνίας μας. Και συστηματικά δυστυχώς επανέρχεται μια τέτοια αντίληψη. Στον Μεσαίωνα μπορεί να ήταν η Σπιναλόγκα, μπορεί να ήταν η Αμυγδαλέζα πιο σύγχρονα, να μην αναφέρω, είναι πάρα πολλά τα παραδείγματα. Εδώ λοιπόν άρρητα έρχεται μέσα από αυτό το νομοσχέδιο, αν το διαβάσεις ανάμεσα στις γραμμές, ότι επικρατεί ξανά μια τέτοια αντίληψη. Θα τους δίνουμε το χαπάκι και θα τους έχουμε ήρεμους, στην άκρη, περιθωριοποιημένους, σε ένα χώρο που να μην αποτελούν πρόβλημα για μας. Εμείς μιλάμε για ανθρώπους που έχουν απεξαρτηθεί και οι υπηρεσίες που υπήρχαν όλα αυτά τα χρόνια οδήγησαν εξαρτημένους ανθρώπους στην απεξάρτησή τους, στην πλήρη ένταξή τους στην οικονομική κοινωνική, εργασιακή και επαγγελματική ζωή. Εδώ μιλάμε για κάτι διαφορετικό και οι υπηρεσίες one stop shop έρχονται ακριβώς σε αυτό να προσφέρουν. Λίγη πρόληψη, λίγη θεραπεία, λίγη υποκατάσταση, λίγη παρέμβαση στον δρόμο ή street work είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που η σύγχρονη επιστημονική συζήτηση λέει ότι η απεξάρτηση χρειάζεται διαχρονική, σταθερή πορεία υποστήριξης αυτών των ανθρώπων και όσο μεγαλύτερη είναι η χρονική επαφή ενός ανθρώπου με ένα πρόγραμμα απεξάρτησης ή με μία υπηρεσία απεξάρτησης, τόσο καλύτερα είναι τα αποτελέσματα για την οριστική διακοπή της χρήσης και την ουσιαστική ενταξή τους στην κοινωνία.

Τι σημαίνει να χάνουν το αυτοδιοίκητο οι δομές αυτές, αλλά και την πολυφωνία στους τρόπους προσέγγισης που τις έκανε να συνυπάρχουν μέχρι σήμερα, και να περνούν υπό τον έλεγχο μιας κεντρικής διοίκησης;

Εδώ πάλι έχουμε μια λογική οποία έρχεται εναντίον όλων των επίσημων, σύγχρονων, επιστημονικών αντιλήψεων των διεθνών οργανισμών για την ψυχική υγεία, την υγεία εν γένει και την απεξάρτηση. Μιλάνε οι οργανισμοί αυτοί για συμμετοχικότητα όχι μόνο των εργαζομένων στη λήψη αποφάσεων και στον σχεδιασμό των υπηρεσιών, αλλά και των ληπτών, των χρηστών των υπηρεσιών. Εδώ έχουμε την ακριβώς αντίστροφη διαδρομή. Από εκεί που υπήρχανε οργανισμοί όπως το ΚΕΘΕΑ που είχε το αυτοδιοίκητο, που είχαν τη δυνατότητα να μετέχουν εκεί λήπτες των  υπηρεσιών, δηλαδή πρώην χρήστες ή χρήστες επανένταξης, εδώ έχουμε ένα διοικητικό συμβούλιο ορισμένο από τον Εκάστοτε Υπουργό που αποφασίζει για τα πάντα. Ένα διοικητικό συμβούλιο εννιαμελές, το οποίο ορίζεται από τον Εκάστοτε Υπουργό και αποφασίζει για τα πάντα. Καταργεί το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΚΑΝΑ, του ΚΕΘΕΑ, των κέντρων πρόληψης, των ψυχιατρικών νοσοκομείων. Διοικητικά συμβούλια τα οποία είχαν ελάχιστες έμμισθες σχέσεις. Γιατί ακούει κάποιος διοικητικός σύμβουλος και φαντάζεται και αμοιβές.

Όμως τι προέβλεπαν; Προέβλεπαν τη συμμετοχή φορέων τοπικών και επιστημονικών φορέων. Αυτό είναι κάτι που καταργείται. Και έρχεται ένα δωτό από την εκάστοτε κυβέρνηση, διοικητικό συμβούλιο, να αποφασίσει για τα πάντα. Και εδώ έχουμε και μία άλλη παρέμβαση και σε επιστημονικό πεδίο. Ο ανώτατος θεσμός της οργάνωσης, της έγκρισης των προγραμμάτων και της εποπτείας των προγραμμάτων, ο ρόλος του Εθνικού Συντονιστή για την Αντιμετώπιση των Ναρκωτικών και της Εθνικής Επιτροπής για τον Συντονισμό, τον σχεδιασμό της αντιμετώπισης των ναρκωτικών καταργείται και καταργείται μαζί της η πολυφωνία της συμμετοχής των προγραμμάτων και ο νέος πρόεδρος του ΕΟΠΑΕ βαφτίζεται και νέος εθνικός συντονιστής.

Πόσο νόημα έχει για εσάς αφενός η ενεργή συμμετοχή των εργαζομένων στις διαδικασίες και τις κινητοποιήσεις του σωματείου αλλά και αφετέρου η έμπρακτη στήριξη και η αλληλεγγύη μεταξύ όσων πλήττονται από τις κυβερνητικές πολιτικές;

Οι, μέχρι τώρα, διοικήσεις του Σωματείου είχαν ως κύριο ρόλο εξυπηρετήσεις ημετέρων και απλά διοικητικά θέματα. Το Σωματείο αυτή τη στιγμή προσπαθεί να εκφράσει ξανά τον κόσμο της εργασίας του ψυχιατρείου που πλήττεται, τον νοσηλευτή και τη νοσηλεύτρια που η βάρδια τους αλλάζει κάθε μέρα, μέρα με τη μέρα, και αυτό έχει σημαντική επίπτωση και επίδραση στο καθημερινό του πρόγραμμα, όπως επίσης τους διοικητικούς υπαλλήλους και τους υπαλλήλους της ιατρικής υπηρεσίας. Και προσπαθεί να δώσει έμφαση  στο ότι αυτά τα πράγματα που συμβαίνουν και στη ψυχική υγεία εντάσσονται σε ένα συνολικό σχεδιασμό αυτής της κυβέρνησης που έχει ιδιωτικοποίησει την Παιδεία, που έχει συγκεκριμένη αντίληψη για τον Πολιτισμό, που είναι υπεύθυνη για την ακρίβεια που επικρατεί με τα μονοπώλια στο ρεύμα, στις πηγές ενέργειας, στα σούπερ μάρκετ.

Άρα λοιπόν εδώ μιλάμε για μια συστηματική σύγκρουση δύο διαφορετικών κόσμων. Του κόσμου της εργασίας, του κόσμου που βασίζεται ή είναι εξαρτημένος από το μισθό του, όπως έλεγε ο πρωθυπουργός μας, και ενός κόσμου του κέρδους. Tο νεοφιλελεύθερο μοντέλο έχει να κάνει με τη δουλειά και τον περιορισμό των προνομίων των πολλών, για το κέρδος των λίγων. Αυτό στην ουσία έχουμε να αντιμετωπίσουμε αυτή τη στιγμή. Ευτυχώς επιστρέφοντας στο ερώτημα η συναδέλφισσα, η Ρούλα Γεωργιάδη επέστρεψε στην εργασία της, τιμωρητικά βέβαια, γιατί την αποκόπτουν από το ΨΝΘ και την αποκόπτουν από το νοσοκομείο που είναι μέλος του σωματείου και τη μεταφέρουν σε άλλο διασυνδεόμενο νοσοκομείο.

Ρούλα Γεωργιάδη: «Να δώσουμε τη μάχη για δημόσια και δωρεάν Ψυχική Υγεία συλλογικά και οργανωμένα»

Το νομοσχέδιο έρχεται να προστεθεί στην ήδη υπάρχουσα τραγική κατάσταση που επικρατεί για ασθενείς και εργαζομένους. Ποια είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζετε καθημερινά στο ΨΝΘ;

Το ΨΝΘ λειτουργεί στα όρια, όπως και ευρύτερα το σύστημα Ψυχικής Υγείας. Αυτό αποτυπώνεται και σε αριθμούς. Ένας σκληρός αριθμός είναι το ζήτημα των ακούσεων εισαγωγών, ειδικά μετά την πανδημία, όπου περισσότερο από το 60% των νοσηλειών είναι ακούσιες.

Τι σημαίνει αυτό; Όταν ο άλλος φτάνει σε μια οξεία κατάσταση να νοσηλευτεί σημαίνει ότι στην κοινότητα δεν υπήρχαν δομές να τον περιθάλψουν σε ένα πρωτοβάθμιο επίπεδο. Δεν υπήρχαν κοινωνικές υπηρεσίες και ένα δίκτυο υπηρεσιών από το κράτος για να στηρίξουν εκείνον και την οικογένειά του και το πλαίσιο του. Άρα ένα ζήτημα είναι αυτό. Δεύτερο ζήτημα είναι η τραγική υποστελέχωση. Τόσο η διοικητική όσο και η νοσηλευτική και η ιατρική υπηρεσία είναι υποστελεχωμένες. Υπήρξε και μια πρόσφατη έκθεση της ΠΟΕΔΗΝ που τα αποτυπώνει αυτά όπως επίσης και το ότι με επίσημα στοιχεία αυτή τη στιγμή καλύπτονται μόνο οι μισές από τις οργανικές θέσεις ιατρών του ΨΝΘ.

Αυτό θέτει σε τεράστια επισφάλεια και τους νοσηλευόμενους, καθώς είναι πολύ δύσκολο, προφανώς, να εφαρμοστούν τεχνικές αποκλιμάκωσης και αντιμετωπίζουν καθημερινό κίνδυνο και οι νοσηλευτές. Αντίστοιχα, είναι πάρα πολύ υποβαθμισμένες και οι εγκαταστάσεις. Κτίρια ετοιμόρροπα, κτίρια που δεν έχουν καν πολεοδομική μελέτη, κτίρια ραγισμένα, που δεν έχουν καν βαφτεί κτλ. Και η απάντηση του Υφυπουργού Ψυχικής Υγείας είναι ότι όλα αυτά θα διορθωθούν. Όμως, θα διορθωθούν με την ανάληψη αυτών των έργων από ιδιωτικές εταιρείες που κατευθείαν παίρνουν κονδύλια από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτά τα κονδύλια για να εκταμιευθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης τι σημαίνουν; Σημαίνουν αντιλαϊκά προαπαιτούμενα. Τέτοια αντιλαϊκά προαπαιτούμενα είναι η περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της Υγείας, της Παιδείας, είναι η ακρίβεια και οι έμμεσοι φόροι, είναι η απελευθέρωση της ενέργειας για να μπορούν τον ευαίσθητο τομέα της ενέργειας να τον λυμαίνονται διάφοροι μονοπωλιακοί όμιλοι όπως ο Μυτιληναίος, η Τέρνα κτλ.

Φυσικά ευθύνη έχουν όλες οι κυβερνήσεις, και το βασικό που λέμε ότι είναι αιχμή του δόρατος και για την Ψυχική Υγεία και συνολικά για την Υγεία αλλά και για τους όρους ζωής των πολιτών της Ελλάδας, είναι όταν μπαίνει η λογική του κόστος και του οφέλους.

Σας έχουν ενημερώσει το τι ακριβώς προβλέπεται για την επόμενη ημέρα του ΨΝΘ και συγκεκριμένα για τους ασθενείς και για τους εργαζομένους αλλά και το ποιά θα είναι η νέα μορφή μέσα από την οποία θα συνεχίσουν να υπάρχουν τα -υπό κατάργηση- ψυχιατρικά νοσοκομεία;

Δημιουργείται ένα δίκτυο Ψυχικής υγείας υπό την ευθύνη της ΥΠΕ, τόσο τη διοικητική ευθύνη, όσο και τη μεταφορά όλων των περιουσιακών στοιχείων, το τονίζουμε αυτό, στην αρμοδιότητα και στην ευθύνη της ΥΠΕ. Επομένως, και βέβαια σε αυτήν ακριβώς τη λογική προβλέπεται πολύ καθαρά από το νομιμοσχέδιο και η μετακίνηση εργαζομένων όπου υπάρχουν μεγαλύτερα κενά, δηλαδή αναδιανομή της φτώχειας και της αθλιότητας που επικρατεί αυτή τη στιγμή συνηδειτά στη δημόσια Υγεία. Για παράδειγμα, αν είναι πιο υποστελεχωμένο από το ΨΝΘ το αντίστοιχο ψυχιατρικό τμήμα στο Μαμάτσειο, θα πηγαίνουν εκεί. Και καταλαβαίνουμε ότι αυτό το μπάλωμα έχει συνέπειες και στο πώς αποδίδει ο εργαζόμενος αλλά και στο συνεχές της περίθαλψης των ίδιων των νοσηλευόμεων και των ληπτών υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας.

Την προηγούμενη Πέμπτη σου ανακοινώθηκε η απόλυσή σου. Μία μόλις μία ημέρα μετά, ύστερα από μαζική κινητοποίηση η απόλυση ανακλήθηκε και υπέγραψες νέα σύμβαση.Θα μπορούσε κάποιος να πει πως η απόπειρα της απόλυσής σου συνδέεται με την πολιτική σου ταυτότητα καθώς είσαι μέλος του ΚΚΕ, κάτι που δεν έκρυψες, αλλά και με τη συνδικαλιστική δράση που έχεις αναπτύξει μέσα από το σωματείο του νοσοκομείου, το οποίο πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις της περιόδου. Θα ήθελες να κάνεις ένα σχόλιο;

Να πούμε εδώ ότι δεν έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία αυτή η απόλυση-συνδικαλιστική δίωξη, έχει να κάνει με το μπαράζ ενεργειών αυταρχισμού και τρομοκρατίας προς τους εργαζόμενους που εξαπολύει η διοίκηση. Πρόκειται για μια συνδικαλιστική δίωξη που έρχεται ακριβώς μια μέρα μετά την απεργιακή συγκέντρωση ενάντια στο νομοσχέδιο 16 Ιουλίου, όπου ήμουν η κεντρική ομιλήτρια, όπως και η κεντρική εισηγήτρια, σε σύσκεψη φορέων της κεντρικής Μακεδονίας ενάντια στο νομοσχέδιο δύο ημέρες πριν. Και έχει σημασία να αναφέρω πως η απόλυση έγινε χωρίς καν να ενημερωθώ εγώ, ενημερώθηκα τυχαία μέσω τηλεφώνου από τη Διευθύντρια Υπηρεσίας, που κι αυτή τυχαία το έμαθε από τον αναπληρωτή διοικητή.

Όμως, αντί να καταφέρουν αυτό που ήθελαν, το μόνο που κατάφεραν ήταν να πέσουν στο κενό οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης για εκφοβισμό πρωτοπόρων συνδικαλιστών και συνολικά των εργαζομένων. Γιατί όχι μόνο πάρθηκε πίσω η απόλυση μου, αλλά μέσα από αυτή την κινητοποίηση που κατάφεραν οι εργαζόμενοι του νοσοκομείου και διάφοροι φορείς και συλλογικότητες της τοπικής κοινωνίας μαζί με σωματεία, ήταν τόσο δυνατή εκείνη την ημέρα η αίσθηση της αλληλεγγύης και ο ξεσηκωμός των εργαζομένων και μάλιστα μέσα στο κατακαλόκαιρο, που σήμανε ανάταση και ευρύτερη συσπείρωση των εργαζομένων γύρω από το Σωματείο.

Έδωσε και ανάταση σε έναν κόσμο, ότι η ελπίδα είναι η συλλογική και οργανωμένη πάλη, είναι η διεκδίκηση, και μόνο έτσι μπορούμε να έχουμε αξιοπρέπεια στους χώρους δουλειάς μας για εμάς και τους συναδέλφους μας. Βέβαια, την ίδια στιγμή που ακυρώθηκε η απόλυση, που αναγκάστηκαν να την πάρουν πίσω, αποφάσισαν να με στείλουν εκδικητικά στο Παπανικολάου. Υπάρχουν κενά αλλά στέλνουν ονομαστικά εμένα, γιατί έτσι νομίζουν ότι θα μείνω μακριά από τις συλλογικές διαδικασίες και τις κινητοποιήσεις για μια ζωή ανθρώπινη.

Αυτή τη στιγμή με τους ισχύοντες συσχετισμούς που υπάρχουν στην Βουλή, το επικρατέστερο σενάριο είναι το νομοσχέδιο να ψηφιστεί την ερχόμενη εβδομάδα. Τα σωματεία επιμένουν και με απεργίες, συγκεντρώσεις, συναυλίες και άλλες πολύμορφες δράσεις. Τι παρακαταθήκη αφήνει αυτός ο αγώνας που δίνετε για την επόμενη ημέρα;

Έχουμε δει πολύ συχνά νομοσχέδια να σταματάνε στις επιτροπές της Βουλής. Νομοσχέδια να μην τίθενται καν σε ψήφιση. Νομοσχέδια που γίνονται νόμοι, όμως μένουν στα χαρτιά, όπως ο διαβόητος νόμος Χατζηδάκη. Αυτό δείχνει τη δύναμη και την ανάγκη να συνεχίσουμε ακόμη πιο αγωνιστικά, όχι μόνο για να μείνει αυτό το νομοσχέδιο στα χαρτιά, αλλά να περάσουμε και στην αντεπίθεση διεκδικώντας δημόσια και δωρεάν υγεία, χωρίς καμία επιχειρηματική δράση μέσα στα νοσοκομεία.

Γιατί ήδη έχουμε απαντήσει ότι κόντρα στα κέρδη που προσπαθούν να θωρακίσουν και να ενισχύσουν το αστικό κράτος και οι κυβερνήσεις του αλλά και η Ε.Ε., τελικά εμείς μπορούμε και πρέπει να αντιπαραθέτουμε και να προβάλλουμε το ότι η υγεία μας δεν είναι εμπόρευμα, η ζωή μας δεν είναι εμπόρευμα. Υπήρξαν μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις όλο το προηγούμενο διάστημα, όπως ήταν και είναι ο εμβληματικός αγώνας των εργατών της ΛΑΡΚΟ που 4,5 χρόνια παραμένουν στη δουλειά, παρά τους σχεδιασμούς του επιτελικού κράτους που ήθελαν την επιχείρηση να πουλιέται σαν σκραπ σε ιδιωτικούς ομίλους. Υπάρχει ο αποφασιστικός αγώνας των μεταλλωρύχων στην Χαλκιδική, όπου έτσι κατάφεραν και κέρδισαν συλλογικές βάσεις εργασίας, οπότε να είναι σίγουροι ότι ακριβώς επειδή όσο και αν προσπαθούν μέσα στη νύχτα να περάσουν αυτό το νομοσχέδιο, θα βρουν απέναντί τους σύσσωμη την κοινωνία και δεκάδες φορείς που ακόμη κι αν δεν εξασφαλίζεται η φυσική τους παρουσία, εξασφαλίζονται δεκάδες μηνύματα και ψηφίσματα στήριξης και καταδίκης του νομοσχεδίου.

Ακόμα κι αν αυτό το νομοσχέδιο γίνει νόμος και το φέρουν προς ψήφιση, ο αγώνας όχι μόνο δεν χάθηκε, αλλά ο αγώνας τώρα είναι που πρέπει να δυναμώσει. Αγώνας για να παραμείνουν τα προγράμματα ως έχει και διοικητικά και ως προς τις λειτουργίες τους και ως προς τις υπηρεσίες που προσφέρουν και τη φιλοσοφία τους. Αγώνας για να στελεχωθούν ακόμη περισσότερο στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας και της επιστήμης οι ψυχιατρικές κλινικές και οι ψυχιατρικές μονάδες Υγείας. Οι κινητοποήσεις της περιόδου αφήνουν μια τεράστια παρακαταθήκη και δημιουργούν και ένα know how στους εργαζόμενους για το πώς πρέπει να δίνουν τις μάχες συλλογικά και οργανωμένα. Και νομίζω ότι αυτό που κάνουμε τώρα, ακόμη και εάν έχουν την πλειοψηφία στη Βουλή δεν μπορεί να ορίσει και να καθυποτάξει τον λαϊκό παράγοντα που τελικά είναι ο μόνος που μπορεί να κάνει τους νόμους τους κουρελόχαρτο. Και μόνο έτσι μπορούμε πραγματικά να κατακτήσουμε πράγματα, και όχι με σωτήρες από τα πάνω, με κατ’ όνομα «προοδευτικά και αριστερά» μέτωπα. Αλλά μέσα από τον αγώνα μας και μέσα από τις διεκδικήσεις μας. Επομένως, είμαστε αισιόδοξοι για το επόμενο διάστημα.

Δεν θα σταματάμε να φωνάζουμε, όχι μόνο για αυτό το νομοσχέδιο, αλλά συνολικά για όλες εκείνες τις πολιτικές, που απέναντι από τα δικά μας δικαιώματα, βάζουν τα κέρδη των λίγων.

Άννα Εμμανουηλίδου: «Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση δεν ολοκληρώθηκε ποτέ»

Το νέο νομοσχέδιο έχει τον βαρύγδουπο τίτλο «Ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης». Μία διαδικασία που ξεκίνησε από τη δεκαετία του ‘80 και συνεχίστηκε, τουλάχιστον νομοθετικά, ως τα τέλη της δεκαετίας του ‘90. Ποια ήταν τα στάδια αυτής της «ανολοκλήρωτης» ψυχιατρικής μεταρρύθμισης που συντελέστηκε στα τέλη του προηγούμενου αιώνα;

Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση στην Ελλάδα ξεκίνησε ουσιαστικά από τη Θεσσαλονίκη, από τη Μονάδα Επανένταξης του ΨΝΘ, που δημιούργησε ο Κώστας Μπαϊρακτάρης το 1985, ενώ είχε προηγηθεί ο νόμος 815/84, που βάσει ευρωπαϊκών οδηγιών όριζε τη συρρίκνωση των ασύλων με την αποασυλοποίηση του πληθυσμού που ζούσε σε αυτά και τη δημιουργία κοινοτικών δομών.

Η μονάδα επανένταξης ήταν κάτι ουσιαστικά καινούριο, δηλαδή κλήθηκε προσωπικό από τις διάφορες κλινικές χρονίων που υπήρχαν τότε στο ΨΝΘ και φτιάχτηκε μια νέα μονάδα. Ο Μπαϊρακτάρης προσκάλεσε προσωπικό που είχε την επιθυμία να συμμετάσχει σε κάτι πιο νεωτερικό, το εκπαίδευσε και μάζεψε από τις διάφορες μονάδες του ΨΝΘ, χρονίους όπως λεγόντουσαν, δηλαδή ανθρώπους χωρίς πιθανότητες “ίασης”.

Στη συνέχεια μπήκανε μέσα και άλλα μεγάλα νοσοκομεία, όπως το ΨΝΑ, η Πέτρα Ολύμπου, η Κέρκυρα και το 1989 η Λέρος.

Εκείνη την περίοδο συνυπήρχαν δύο λογικές. Υπήρχε η ευρωπαϊκή λογική που έλεγε συρρίκνωση των νοσοκομείων γιατί είναι πάρα πολύ ακριβά για τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Οπότε η δημιουργία κοινοτικών δομών συνδύασε τη μείωση του κόστους με ένα είδος εξανθρωπισμού. Υπήρχε όμως και η πιο κριτική στάση, που δίπλα στην αποασυλοποίηση και τη δημιουργία κοινοτικών δομών μιλούσε και για αξιοπρεπείς και ποιοτικές συνθήκες ζωής και δικαίωμα στη θεραπεία. Το σύνθημα τότε ήταν «Η ελευθερία είναι θεραπευτική», δανεισμένο από την ιταλική εμπειρία του κινήματος της Δημοκρατικής Ψυχιατρικής.

Όλοι αυτοί που ακολούθησαν ήταν ψυχίατροι οι οποίοι κλήθηκαν να ανταποκριθούν στα καλέσματα των καιρών συστήνοντας ΜΚΟ, οι οποίες παίρνοντας χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα δημιουργούσαν οικοτροφεία χρονίων, απόλυτα ελεγχόμενες μικρότερες μονάδες με πολλά ψυχιατρικά χαρακτηριστικά. Σ΄αυτά, οι πρώην χρόνιοι ψυχιατρικοί έγκλειστοι με έναν τρόπο παρακολουθούνται ασταμάτητα επί 24ώρου βάσεως από επαγγελματίες ψυχικής υγείας έτσι ώστε να παίρνουν τα φάρμακά τους, να πειθαρχούν σε κανόνες, χωρίς καμία λογική χειραφέτησής τους , θεωρούνται ότι μπαίνουν σε κρίση κάθε φόρα που δε συμφωνούν με κάποια επιλογή των επαγγελματιών Ψυχικής Υγείας και έτσι επανεισάγονται στα Ψυχιατρεία.

Παράλληλα δημιουργήθηκαν νοσοκομεία ημέρας, κέντρα ημέρας, προστατευόμενη κατοικία, προστατευόμενη εργασία κτλ.

Οι «κοινωνικοί ψυχίατροι» συνέχισαν να μιλούν για νόσο με ισόβια διάρκεια, απλά πίστευαν ότι δε χρειάζεται όσοι την περνούν να μείνουν μόνιμα κλεισμένοι στα άσυλα. Μία ανθρωπιστική οπτική, η οποία όμως έφτανε μέχρι εκεί, καθώς ουδέποτε αμφισβητήθηκε το ότι πρόκειται για ανθρώπους μόνιμα άρρωστους, ανίκανους να κρίνουν το τί είναι για τους ίδιους καλό ή κακό.

Αυτό λοιπόν ήταν «η ψυχιατρική μεταρρύθμιση που δεν έγινε». Γιατί ξεκίνησε μια ιστορία αποασυλοποίησης, που θα έπρεπε να είναι το πρώτο μικρό βήμα, και ουσιαστικά μεταμορφώθηκε σε μια επανασυλοποίηση σε μικρότερους χώρους. Το πρόβλημα προφανώς δεν ήταν η δημιουργία πολλών κοινοτικών δομών, αλλά η άρνησή τους να έχουν χειραφετητικό θεραπευτικό και επανενταξιακό χαρακτήρα για όσους ζουν και βρίσκουν βοήθεια σε αυτές.

Διαβάζουμε και αδυνατούμε να πιστέψουμε για την αναλογία κλινών σε δημόσια νοσοκομεία και ιδιωτικές κλίνες. Οι πρώτες αγγίζουν μετά βίας τις 900 ενώ οι δεύτερες ξεπερνούν τις 4.700. Αυτό λογικά οφείλεται στον πολλαπλασιασμό των οικοτροφείων και των ιδιωτικών κλινικών που αναφέρεις όλα τα προηγούμενα χρόνια, σωστά;

Ναι και είναι το μεγάλο σκάνδαλο. Στη Θεσσαλονίκη έχουμε τις τρεις του Στασινόπουλου, ή το Σαν Βιτάλ, κλινικές, οι οποίες από το Παρατηρητήριο στο παρελθόν έχουν καταγγελθεί. Και οι καταγγελίες αυτές έχουν δικαιώθεί από το υπουργείο Υγείας, που βέβαια έμεινε στις συστάσεις προς τους κλινικάρχες. Εδώ θα ήθελα να αναφέρω πως σε αντίθεση με τα δημόσια ψυχιατρεία οι ιδιωτικές κλινικές είναι απολύτως κλειστές. Δηλαδή, όταν πήγαινα να επισκεφθώ ανθρώπους που ήταν κλεισμένοι σε ιδιωτικές κλινικές δεν μου επέτρεπαν την είσοδο. Έπρεπε να βάλω το όνομά μου σε μια λίστα επίδοξων επισκεπτών, ελεγχόμουνα, έβλεπαν ότι δεν είμαι συγγενής και δεν μ’ αφήναν να μπω. Και αυτό το πράγμα γινόταν ακόμα και στους συγγενείς, πολλές φορές επέτρεπαν μόνο σε έναν συγγενή να βλέπει τον άνθρωπό του.

Στην κλινική Άγιος Γεώργιος του Πανοράματος απαγορευόταν ο αυλισμός. Επειδή δεν υπήρχαν τοίχοι γύρω-γύρω και φοβόντουσαν μήπως κάποιος φύγει, υπήρχαν άνθρωποι που είχαν 7 και 9 χρόνια να βγούνε. Κι αυτές οι πρακτικές συνεχίζονται σε αρκετές περιπτώσεις ακόμα και σήμερα.

Αυτό που αλλάζει με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν είναι μόνο το ποσό των επιχορηγήσεων που δέχονται αυτές οι κλινικές από το κράτος, κάτι που συνέβαινε ήδη με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Θέλω να τονίσω πως την ίδια στιγμή κέρδιζαν ήδη πολλά από τις οικογένειες, εφαρμόζοντας μάλιστα και τα δικά τους ταξικά κριτήρια καθώς πχ τα υπόγεια φιλοξενούσαν όσους, οι οικογένειες των οποίων, έδιναν μικρότερο ποσό και όσο ανέβαινε ο όροφος ή η ποιότητα των ξενοδοχειακών υπηρεσιών ανέβαινε και το κόστος. Πάρα πολλοί άνθρωποι δίνουν όλες τους τις συντάξεις για τη διαμονή τους σε αυτό το χώρο. Αυτό που αλλάζει, είναι ότι πλέον αυτές οι κλινικές θα μπορούν να δέχονται εισαγγελικές παραγγελίες. Και αυτό έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τη νομοθετική παρέμβαση που ήδη από το 1992 έλεγε ότι ακούσιες εισαγωγές επιτρεπόταν να γίνουν μόνο σε δημόσια νοσοκομεία καθώς ο νομοθέτης έκρινε ότι στα δημόσια νοσοκομεία δεν έχουν κανένα κίνητρο να τους κρατήσουν πέραν του αναγκαίου, ενώ οι ιδιωτικές κλινικές έχουν κίνητρο να τους κρατήσουν πέραν του κανονικού, διότι παίρνανε πολλά χρήματα.

Ποιες είναι οι θέσεις του Παρατηρητηρίου αλλά και οι δικές σου γύρω από το νομοσχέδιο;

Το πιο τρομακτικό από όλα είναι ότι το νομοσχέδιο χρησιμοποιεί γλώσσα που είναι εν πολλοίς δανεισμένη από τους κριτικούς κύκλους ψυχικής υγείας. Δηλαδή μιλάει για ανεπάρκεια του δημόσιου συστήματος υγείας, μιλάει για ετικετοποίηση των ψυχικών ασθενών κλπ. Αυτά είναι όσα λέμε τόσα χρόνια. Τώρα ξαφνικά ο νομοθέτης αυτής της κυβέρνησης τα χρησιμοποιεί για να πει ότι για αυτό τον λόγο, επειδή το δημόσιο δεν μπορεί να καλύψει επαρκώς τις ανάγκες, διασυνδέουμε μέσα από ένα κεντρικό συντονιστή, δηλαδή την ελληνική κυβέρνηση και τους διορισμένους της, τις υπάρχουσες δημόσιες δομές με τις ιδιωτικές, χωρίς φιλοσοφία. Επίσης εισάγει τον όρο της παραγωγικότητας των ανθρώπων στην εξίσωση των παροχών υγείας. Επειδή οι «ψυχικά πάσχοντες» δεν θεωρούνται παραγωγικοί είναι και ακριβοί για το κράτος. Το ότι η ίδια η κοινωνία τους οδηγεί στις κρίσεις τους και η ψυχιατρική τους καθιστά χρονίους και μη παραγωγικούς δεν αναφέρεται πουθενά, ούτε στη δημόσια συζήτηση.

Αντί λοιπόν να παραδεχθεί το κράτος τα προβλήματα του συστήματος ψυχικής υγείας και να πει θέλουμε να το ενδυναμώσουμε, και μ’ αυτό να ενδυναμώσουμε και τους πολίτες  μας που χρειάζονται προσωρινά στήριξη, λέει: τα λεφτά που θα δίναμε στο δημόσιο σύστημα ψυχικής υγείας για να γίνει αξιοπρεπές, τα μοιράζουμε στις ιδιωτικές δομές. Δεν είναι αναγκαστική κίνηση. Δεν είναι ότι το κράτος γλυτώνει λεφτά με αυτόν τον τρόπο. Είναι μια απόφαση πολιτική που λέει: τα χρήματα δεν θα πάνε στο δημόσιο σύστημα υγείας, θα μοιραστούν στις ιδιωτικές πρωτοβουλίες που ήδη υπάρχουν και ανθούν.

Τι συμβαίνει όμως και είναι σε αυτή την κατάσταση οι δημόσιες δομές; Εργάζομαι στο ΕΚΕΨΥΕ τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Μέσα στην κρίση, από το 2010 και μετά, όποιοι συνταξιοδοτήθηκαν, δεν αντικαταστάθηκαν ποτέ. Λίγο αργότερα μπήκαμε στη λογική να προσλαμβάνονται επαγγελματίες με μπλοκάκι για οκτάμηνα κτλ, πράγματα αδιανόητα στον χώρο ψυχικής υγείας, γιατί μιλάμε για μακροχρόνιες θεραπευτικές διαδικασίες. Το 2004 που εγώ διορίστηκα, είχαμε 35 εργαζόμενους. Αυτή τη στιγμή είμαστε 7. Έχουμε μηδέν διοικητικούς σε ένα κέντρο το οποίο καλείται να καλύπτει τις ανάγκες 1,5 εκατομμυρίου πληθυσμού. Η αναμονή για ραντεβού σε όλους τους ομόλογους φορείς έχει φτάσει την τελευταία 15ετία μέχρι και τον 1,5 χρόνο.

Η συστηματική αποδυνάμωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας ψυχικής υγείας, το εξαντλημένο προσωπικό, η εκτόξευση των κοινωνικών προβλημάτων με το πέρασμα μίας μεγάλης οικονομικής κρίσης και της πανδημίας οδηγούν σε ποσοστά ακούσιων νοσηλειών, που στην Ελλάδα είναι υπερδιπλάσια από τον μ.ο. της Ε.Ε..

Όταν το προσωπικό στις δημόσιες δομές είναι ελάχιστο, εξαντλημένο, χωρίς όραμα πια, αλλά και εκπαιδευμένο με έναν πολύ συγκεκριμένο ακραία ψυχοβιοϊατρικό τρόπο, με ευθύνη των πανεπιστημίων, μειώνεται και η πιθανότητα να κάνει κάτι ουσιαστικό- πόσο μάλλον αν ελέγχεται και κεντρικά, όπως θα συμβεί με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Για εμάς η απάντηση δεν είναι σε καμία περίπτωση απλώς η γενναία στελέχωση των δημόσιων δομών, που είναι βέβαια η βάση. Στελέχωση με την επιστημονική λογική που επικρατεί σήμερα δεν θα φέρει καμία ουσιαστική αλλαγή στην ψυχική υγεία. Χρειάζεται αλλαγή επιστημονικού παραδείγματος μακριά από βιολογισμούς και κοινωνική καταστολή του ψυχικού πόνου. Χωρίς αυτό, καμία πρόσληψη προσωπικού δεν έχει ουσιαστικό ενδιαφέρον για μας.

Το νομοσχέδιο μιλάει επίσης για την εφηβική παραβατικότητα, ένα βαθιά κοινωνικό φαινόμενο στο οποίο οφείλουμε να δώσουμε απαντήσεις με κοινωνικό πρόσημο. Εδώεξατομικεύεταιι και ιατρικοποιείται ξανά ένα βαθιά κοινωνικό ζήτημα προμηνύοντας την καταστολή του σε σύγχρονα αναμορφωτήρια ανηλίκων. Τρομακτικό.

Αυτό που χρειάζεται, τόσο  τους εξυπηρετούμενους πολίτες όσο και τους εργαζόμενους, είναι γενναία χρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος ψυχικής υγείας, επαρκή στελέχωσή του, αλλά, κατά την άποψή μας, και μια σοβαρότατη νέα εκπαίδευση του νοσηλευτικού προσωπικού, των ψυχολόγων, των ψυχιάτρων από τα πανεπιστήμια και με επιμορφώσεις εντός των δομών, που θα τους προσφέρει ένα εύρος δυνατοτήτων για μια χειραφετητική συνεργασία με τους ανθρώπους που βιώνουν ψυχική δυσφορία . Αυτή τη στιγμή είναι άοπλοι θεωρητικά και στην πράξη. Αυτή είναι η μεταρρύθμιση που ποτέ δεν έγινε και ούτε τώρα θα γίνει

 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας