Εργατικός Αγώνας

Race – WHAT? – Gender: Περί (μη) ορατότητας της ταξικής/πολιτικής ταυτότητας (Μια χιουμοριστική προσέγγιση ενός πολύ σοβαρού προβλήματος)

γράφει η Ζωή Κιούρκα

«Ο κ. Κόυνερ δεν αγαπούσε τις γάτες. Δεν του φαινόταν να είναι φίλοι του ανθρώπου, γι’ αυτό κι εκείνος δεν ήταν δικός τους φίλος […] μα δε του άρεσε και να διώχνει τις γάτες από την καρέκλα του. […] Κι όταν οι γάτες νιαούριζαν μπροστά στην πόρτα του σηκωνόταν από το κρεβάτι του, ακόμα και στο κρύο, και τις έμπαζε μέσα, στη ζέστη. “Ο υπολογισμός τους είναι απλός’’, έλεγε, “σα φωνάξουν τους ανοίγουν. Αν πάψουν να τους ανοίγουν θα πάψουν κι αυτές να φωνάζουν. Το να φωνάζεις είναι πρόοδος’’».

Από το βιβλίο του Μπέρτολτ Μπρεχτ «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΫΝΕΡ – η διαλεκτική σαν τρόπος ζωής» (εκδ. Θεμέλιο 2008, μεταφρ. Πέτρος Μάρκαρης)

 

Δεν είναι περίεργο, σε μια εποχή ultra ευαισθησίας, πολιτικής ορθότητας, και ευθιξίας των ταυτοτήτων σε ότι αφορά φυλή, φύλο και οποιαδήποτε άλλη ατομική ή μειονοτική ιδιαιτερότητα να συναντάται καθημερινά λυσσαλέα η προσπάθεια του εκφοβισμού, του αποκλεισμού, της κατασίγασης και εν τέλει της παραδειγματικής τιμωρίας σε βάρος όποιου/όποιας/όποιου/όποιων τολμούν να αντιπαρατεθούν με την κυρίαρχη ιδεοληψία;

Πως είναι δυνατόν, το 2024, μετά από διεκδικήσεις που καταχτήθηκαν με αίμα – κυριολεκτικότατα- ένας πολίτης ή μια εργαζόμενη να μην μπορούν πρακτικά, όχι μόνο να μπορούν να δηλώνουν κομμουνιστές, αναρχικοί, αυτόνομοι και ότι άλλο νιώθουν, αλλά ούτε απλώς να είναι μέλη ενός σωματείου, πόσο μάλλον να σχηματίσουν ένα τέτοιο; Πως και πότε φτάσαμε στο σημείο να μην πολύ-φωνάζουμε (μάλλον ούτε να ψελλίζουμε ακόμα) ότι τα συμφέροντά μας – τα προσωπικά όσο και τα συλλογικά – έρχονται σε αντίθεση με τους αμεσότερους εκπροσώπους του κεφαλαίου, δηλαδή της εργοδοσίας;

Για αυτούς που τώρα σκέφτονται (στην καλύτερη) «μα τι αηδίες είναι αυτές» θα έλεγα να σταματήσουν τώρα την ανάγνωση, μα πολύ φοβάμαι ότι σε εσάς απευθύνεται περισσότερο από κάθε άλλο αυτό το δείγμα γραφής. Σε εσάς θα πρότεινα να πάρετε μια βαθιά ανάσα, να μετρήσετε μέχρι το δέκα και με ηρεμία και ανοιχτό μυαλό να συνεχίσετε την ανάγνωση. Εσείς είστε αυτοί που «δεν καταλαβαίνουν» λόγω προνομίου.

Το προνόμιο, για όσους εκπλήσσονται με τον όρο (οι προσδιορισμοί όχι τυχαία αρσενικοί σε αυτό το σημείο), είναι κάτι για το οποίο γίνεται πολύς λόγος στις μέρες μας, κυρίως στις δυτικές κοινωνίες, ειδικά μετά τη δολοφονία του George Floyd στις ΗΠΑ το 2020 μέσα από κίνημα Black Live Matters και αφορά κυρίως τη φυλή (λευκό προνόμιο) αλλά και το φύλο (ανδρικό προνόμιο) αν και δεν περιορίζεται σε αυτά. Στο διάλογο που διεξάγεται, συνήθως το άρρεν φύλο και το λευκό χρώμα θεωρούνται συνδυασμός που σκοτώνει (μεταφορικά και κυριολεκτικά) όσον αφορά – ναι, ακόμη και σήμερα- στις «ευκαιρίες» ανέλιξης, προστασίας και καλής ζωής στις (δυτικές τουλάχιστον) κοινωνίες του σήμερα. Αν δεν είστε γυναίκα, μετανάστης, ΛΟΑΤΚΙ+ ή ακόμα άτομο με αναπηρία, δυστυχώς, δεν έχετε επιχειρήματα να αντικρούσετε την παραπάνω έννοια. Από την άλλη, αν ακόμα αδυνατείτε να το αποδεχτείτε, τα καλά νέα είναι ότι μπορείτε να ενημερωθείτε από οποιοδήποτε ανήκει σε κάποια (ή τόσες άλλες) από τις παραπάνω «μειονότητες». Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να προσπαθήσετε να ακούσετε την οπτική τους, αντί να προσπαθείτε να πείσετε για την δική σας, για μία έστω φορά. Και πριν βιαστείτε να κατηγορήσετε τη γράφουσα για σεξισμό και ρατσισμό, να σας καθησυχάσω (καθώς διόλου τυχαία δε χρησιμοποιήθηκε το επίρρημα «συνήθως» πριν από τους προσδιορισμούς «άρρεν» και «λευκός»), υπενθυμίζοντας σας ότι το άρθρο δεν έχει  εσάς στο στόχαστρο (it’s not all about you). Οποιοδήποτε φύλο, σεξουαλικό προσανατολισμό, χρώμα κι αν φέρει κανείς, εν δυνάμει, έχει προνόμιο. Αυτό που ξεχνιέται συστηματικά στα εξοντωτικά και πολύβουα debates των «προοδευτικών» (δήθεν woke κουλτούρας), υπερασπιστών των δικαιωματισμών (και όχι δικαιωμάτων) είναι το πολύ απλό και εντελώς χαρακτηριστικότερο από οτιδήποτε άλλο σε ότι αφορά το προνόμιο, που είναι αδιόρατο σε σχέση με τα άλλα δύο στην αδιάσπαστη τριάδα race-class-gender: η κοινωνική τάξη. Σε απλή μετάφραση, το αν είσαι πλούσιος ή φτωχός.

Επιστρέφοντας στην πρωταρχική μου σκέψη, ήρθε η ώρα να προχωρήσω στην επόμενη κατηγορία υποκειμένων, στην οποία ανήκουν αυτοί που θα βαφτίσω προβοκατόρικα «Οι Αρνητές». Σε εσάς που σκάτε ένα ελπιδοφόρο γελάκι στην ανάγνωση του «ονόματος αυτού», θα ήθελα να με συγχωρήσετε που ίσως θα σας αποκαρδιώσω, αλλά δεν αναφέρομαι στα άτομα που ίσως να σας έρχονται στο νου. Οι Αρνητές, ίσως με χαρά να έσπευσαν στην ουρά για το σωτήριο εμβόλιο, ίσως και όχι. Ίσως να απογράφηκαν πρόθυμα, ίσως και όχι. Ίσως να ψήφισαν, μπορεί πάλι και να μην το έκαναν. Αυτό που χαρακτηρίζει τους φίλους της συγκεκριμένης κατηγορίας είναι η άρνηση της πραγματικής τους κατάστασης. Εδώ δε χωράν διαφορές φυλής/φύλου. Το μόνο που ξεχωρίζει τους Αρνητές από όλους τους (ελάχιστους) υπόλοιπους, είναι το ότι αρνούνται να κοιτάξουν -πόσο μάλλον να δεχτούν και να δράσουν ενάντια σε αυτό που τους καταπιέζει. Αρνητής είσαι εσύ που έβγαλες το πανεπιστήμιο, μάλλον κάνεις μεταπτυχιακό ή ίσως και να το τελείωσες ήδη και μπορεί να κάνεις και δεύτερο και παράλληλα εργάζεσαι σε μια σχετική ή άσχετη με το αντικείμενο και ενδιαφέρον σου σκατο-δουλειά [bullshit jobs] από την οποία αμείβεσαι με ένα σκατο-μισθό, αλλά γενικά είσαι «πάλι καλά». Αυτή η σύγκριση με τον πάτο στον οποίο βρίσκονται σε επίπεδο ποιότητας διαβίωσης τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα από κάτω σου, με τα οποία αρνείσαι να ταυτιστείς, συσχετιστείς και συγχρωτιστείς γιατί νιώθεις ότι έχεις το δικό σου μικρό προνόμιο, είναι κάπως αποκαρδιωτική. Είναι πιο πιθανό να έχεις φιλίες με κάποιους που έχουν πραγματικό προνόμιο, παρά με τη πλέμπα που βλέπεις να σούρνεται στα πόδια σου απελπισμένη. Δεν πρόκειται να δεχτείς ότι το αφεντικό σου, ο προϊστάμενος σου, η manager σου μπορεί και να ψυχανεμιστούν ότι κάνεις μαύρες σκέψεις για την σκατο-αμοιβή σου, τις άπειρες ώρες εργασίας, το γεγονός ότι θέλεις να κάνεις οικογένεια ή απλώς να έχεις ελεύθερο χρόνο! Αυτό που έχει σημασία είναι να φαίνεται με πόσο πολύ πάθος ασκείς τα καθήκοντά σου, και πόσο φιλόδοξο άτομο είσαι, προκειμένου να απολαύσεις κάποια στιγμή κι εσύ το προνόμιο μιας σκατο-προαγωγής που μπορεί -ή και όχι- να συνοδεύεται και από μια σκατο-αύξηση. Όχι, δεν είσαι πεζό άτομο, με τίποτα. Μάλλον έχεις χιούμορ και φαντασία, ενδιαφέροντα που σε ταξιδεύουν σε τόπους άλλους από αυτόν της ζοφερής σου πραγματικότητας. Γι’ αυτό και αρνείσαι να ασχοληθείς με «κομμουνιστικά» projects που θα σε βάλουν σίγουρα στη μαύρη λίστα των αφεντικών σου. Αυτό που γνωρίζεις πολύ καλά είναι ότι «αυτά εδώ δεν περνάνε». Γι’ αυτό, λοιπόν, και επιλέγεις να αυτοπεριορίζεσαι και να καταπιέζεσαι για μια κοινωνική σκατο-αποδοχή.

Στην τρίτη και τελευταία κατηγορία στην οποία θα αναφερθώ σήμερα, ανήκουν αυτοί/αυτές/αυτά που κατανοώ και συμπαθώ (δε θα το κρύψω) περισσότερο από τις προηγούμενες. Είναι μια μεγάλη κατηγορία που μπορεί και να αλληλεπικαλύπτεται με τις προηγούμενες, αλλά τη χαρακτηρίζει ένα πράγμα: οι ψυχικές διαταραχές. Αν και καταλαβαίνω ότι φαίνεται πως προκαλώ έχθρες καταφερόμενη κατά πάντων, να διευκρινίσω εδώ πως προσπαθώ το ακριβώς αντίθετο. Οι «Φίλοι μου», όπως θα αποκαλώ από εδώ και στο εξής κάθε συμπεριλαμβανόμενο σε τούτη την κατηγορία δυστυχών, χαρακτηρίζονται από απόλυτη (ή και παρ’ ολίγον) επίγνωση της κατάστασής τους. Συχνά και της συνολικής κατάστασης. Αυτό που τους συμβαίνει είναι ότι είτε φοβούνται, είτε νιώθουν ανήμποροι να πουν ή να κάνουν οτιδήποτε προκειμένου να εκφραστούν. Επειδή δε οι Φίλοι μου είναι ταυτόχρονα περήφανα, ταπεινά και δυνατά παιδιά, μπορεί ακόμη ούτε να αναγνωρίζουν ότι υφίστανται ένα ιδιαιτέρως ύπουλο bullying, το οποίο υφίστανται και όλες οι προαναφερθείσες κατηγορίες. Οι Φίλοι μου, γνωρίζουν, λιγότερο ή περισσότερο, τι συμβαίνει και με το πολιτικο-κοινωνικό γίγνεσθαι και με την πάρτη τους. Βλέπουν την αδικία γύρω τους όπως τη βλέπουν και για τον εαυτό τους. Αναγνωρίζουν το προσωπικό τους προνόμιο, πολλές φορές δε, νιώθουν και τύψεις για αυτό. Ωστόσο αισθάνονται και κάτι ακόμα: έχουν ηττηθεί. Είναι μόνες/μόνα. Κανένας δεν πρόκειται να τα καταλάβει. Κανένα δεν πρόκειται να τα ακούσει, πόσο μάλλον να τα ακολουθήσει. Γιατί να γίνονται λοιπόν γραφικοί; Μοναδική λύση τυχούσες συντροφικές παρέες με τις οποίες μπορούν να νιώθουν βαθμούς ελευθερίας έκφρασης. Τέλος, στην καλύτερη, οι νευρώσεις: κατάθλιψη, αγχώδεις ή διατροφικές διαταραχές, τικ, ψυχοσωματικά, εξαρτήσεις, αγχολυτικά χάπια, ναρκωτικά, ψυχοθεραπεία ή απλά ζώντας με το «πρόβλημά τους», όντα λειτουργικά αλλά πάσχοντα.

Μα που θα πάει τελικά αυτή η ανάπτυξη μακροσκελών συνειρμών; Μα δεν είναι ξεκάθαρο; Τι λείπει από την εξίσωση; Ποιος είναι ο κρυφός καταλύτης που ξεκλειδώνει τις χημικές αντιδράσεις που οδηγούν στην απελευθερωτική ουσία; Η αναγνώριση του προβλήματος, δηλαδή η ανελευθερία έκφρασης. Όσοι εκπροσωπούν με χαρά τον καπιταλισμό και, είτε είναι ενσυνείδητα μέρος του προβλήματος είτε απλώς έχουν από άγνοια ή κούραση ενσωματωθεί, ασκούν έναν αδιόρατο εκφοβισμό σε όλους τους υπόλοιπους που καταπιέζονται σε όλα τα επίπεδα: προσωπικά, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά, δημιουργικά. Οι τελευταίοι, παρόλο που αν προσβληθεί μπροστά τους στο εργασιακό περιβάλλον μια έγκυος γυναίκα ή ένα ομόφυλο άτομο είναι πολύ πιθανό να διαμαρτυρηθούν, επουδενί δε θα τολμούσαν να απαντήσουν στην κλισέ προσβολή «ωχ μιλάει και ο κομμουνιστής»! με τόλμη: «ναι, είμαι κομμουνιστής και με γεια μου και χαρά μου. Εγώ πρέπει να ντρέπομαι ή ο φασίστας, ο ρατσιστής, ο καπιταλιστής»;

Αυτός ο αδιόρατος εκφοβισμός που διαπερνάει οριζοντίως, καθέτως και πλαγίως κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής, είναι κάτι το εξηγήσιμο μεν, ανεπίτρεπτο δε. Δε μπορεί να είναι σήμερα δυνατό να υπάρχουν εταιρείες στις οποίες να απαγορεύεται από τη διοίκηση η σύσταση σωματείων (true story) και αυτό να μην είναι μεγάλο θέμα. Δεν είναι δυνατόν μια μερίδα ανθρώπων να ανοίγει ένα διάλογο διαμαρτυρίας απέναντι στις αδικίες που υφίσταται στην εργασία της και να αντιμετωπίζονται ως επικίνδυνοι, τρελοί, γραφικοί κ.ο.κ.. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανεχτούμε ποτέ ξανά τον οποιοδήποτε ειρωνικό ή υποτιμητικό χαρακτηρισμό της «αναρχικιάς» ή του «κομμουνιστή». Αν έχουμε κάτι σήμερα είναι γιατί κάποιοι «γκρίνιαζαν», «δεν ήταν ευχαριστημένοι με τίποτα», πίστευαν και αγωνίζονταν για ένα καλύτερο αύριο. Αν αυτό το αύριο είναι τώρα, το να έχουμε φτάσει στο σημείο να ντρεπόμαστε να χαρακτηριστούμε αγωνιστές, δηλαδή «κομμουνιστές» και «αναρχικοί», ας μην μας κάνει να αναρωτιόμαστε γιατί παγκοσμίως ο φασισμός οδεύει προς θρίαμβο.

Θα μας φυλακίσουν; Θα μας δολοφονήσουν ως προσωπικότητες; Θα μας περιθωριοποιήσουν; Θα μας αποκλείσουν από την αγορά εργασίας; Αν κάνουμε τι; Αν πούμε το αυτονόητο: «Λευτεριά στην Παλαιστίνη» ή «χωρίς εσένα γρανάζι δε γυρνά»; Ενώ τώρα νιώθουμε καλύτερα με την πάρτη μας; Τουλάχιστον έτσι, μπορεί να κερδίσουμε συντρόφους, αλληλεγγύη και εν τέλει… μια καλύτερη ζωή!

Πρέπει να πούμε τέλος στο bullying. Τέλος στην αντιστροφή της ιστορικής πραγματικότητας και της ανάσχεσης του ιστορικού παρόντος εν τω γίγνεσθαι. Πρέπει να αρνηθούμε την άρνηση μας. Αν εναντιωνόμαστε στη ρητορική μίσους, πρέπει πρώτα απ’ όλα να εναντιωνόμαστε σε αυτή που στρέφεται κατά της δικής μας εργατικής, ταξικής, αγωνιστικής ταυτότητας. Εδώ και τώρα και για πάντα. Για να απελευθερωθούμε προσωπικά και συλλογικά, σε όλα τα επίπεδα, φυλετικά, ταξικά, σεξουαλικότητας και όποια άλλα. Η μηδενική ανοχή στην βία της νόμιμης τρομοκρατίας ξεκινάει από την οικογένεια, το σχολείο, τη σχολή, τη δουλειά, την παρέα. Και ξεκινάει από εμάς. Για να είμαστε μόνοι/μόνες/μόνα, όλοι μαζί.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας