του Αλ. Μπένου*
πηγή: parallaximag.gr
Είναι ενδιαφέρον να δούμε, εν συντομία, πώς φτάσαμε ως εδώ, πού βρισκόμαστε σήμερα και πού μας πάνε στο άμεσο μέλλον.
Εν μέσω της τακτικής πια καλοκαιρινής περιβαλλοντικής καταστροφής παρακολουθούμε αηδιασμένοι τα σχεδόν καθημερινά επεισόδια επίδειξης νεοφιλελεύθερου κυνισμού και ακραίας χυδαιότητας από την κυβέρνηση και τον υπεύθυνο υπουργό σχετικά με την πολιτική υγείας που εφαρμόζουν με αξιοζήλευτη συνέπεια εδω και πολλά χρόνια. Ο εδώ και καιρό διακηρυγμένος στόχος «να διαλύσουμε επιτέλους την τελευταία σοβιετική δημοκρατία» υλοποιείται με αυστηρή πειθαρχία ακόμη και με σαχλούς λεονταρισμούς απέναντι σε παραδοσιακούς ψηφοφόρους της όπως οι ιδιώτες γιατροί. Ίσως είναι ενδιαφέρον να δούμε, εν συντομία, πώς φτάσαμε ως εδώ, πού βρισκόμαστε σήμερα και πού μας πάνε στο άμεσο μέλλον.
Η συζήτηση για την ανάγκη δημιουργίας ενός δημόσιου και ολοκληρωμένου συστήματος υγείας ως απάντηση σε ένα ουσιαστικά ιδιωτικοποιημένο, διεφθαρμένο και αναποτελεσματικό συνονθύλευμα ασυντόνιστων υπηρεσιών, κορυφώνεται μετά τη χούντα υπό την ηγεμονία του κινήματος των νοσοκομειακών γιατρών. Η νομοθετική ίδρυσή του γίνεται στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με μια καθυστέρηση 30 ετών από τη δημιουργία του «κράτους πρόνοιας» στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Πράγματι μετά την πολεμική καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ακολούθησε η φάση της εντατικής καπιταλιστικής αναδόμησης στην Ευρώπη. Δομικό χαρακτηριστικό της φάσης αυτής ήταν η εφαρμογή κευνσιανών πολιτικών που συνέτειναν, με κλασσικό πια παράδειγμα αυτό της Μ. Βρετανίας, στη δημιουργία δημόσιων συστημάτων υγείας με κύριο στόχο τη γρήγορη και αποτελεσματική επιστροφή των άρρωστων εργαζόμενων στην παραγωγική διαδικασία. Την ίδια περίοδο στην Ελλάδα δομήθηκε το μετεμφυλιακό σκοταδιστικό κράτος με κύριο χαρακτηριστικό του τις μαζικές φυλακίσεις και εξορίες κομμουνιστών μέχρι και το 1974.
Η 30ετής αυτή καθυστέρηση οδήγησε σε μια ιστορική αντίφαση. Την περίοδο που αρχίζει η δόμηση ενός εθνικού και δημόσιου συστήματος στην Ελλάδα, ο κεϋνσιανισμός στην Ευρώπη δίνει τη θέση του στο νεοφιλελευθερισμό ο οποίος ξαναβάζει με επιθετική πολιτική τα πράγματα στην θέση τους αναδεικνύοντας ως κύριο στόχο για την καπιταλιστική ανάπτυξη την απαξίωση της εργασίας και την αποδόμηση του «κράτους πρόνοιας» και εφαρμόζει για το σκοπό αυτό αυστηρές πολιτικές λιτότητας. Η δημιουργία λοιπόν του δημόσιου συστήματος υπηρεσιών υγείας την περίοδο αυτή ήταν μια κραυγαλέα παραφωνία απέναντι στη νεοφιλελεύθερη επέλαση. Η επιλογή προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα οδήγησε, τη δεκαετία του 90, σε μια σειρά επιμέρους ρυθμίσεων με στόχο την αποδόμηση, αποδιάρθρωση και ιδιωτικοποίηση των δημόσιων δομών που ειχαν δημιουργηθεί την προηγούμενη δεκαετία. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλά ονόματα του πολιτικού και επιστημονικού προσωπικού της περιόδου αυτής, υπογράφουν και στις εκθέσεις – νόμους δημιουργίας του ΕΣΥ και, λίγα χρόνια μετά, τις αντίστοιχες απορρύθμισής του. Βασικές έννοιες και εκφράσεις από το νεοφιλελεύθερο οπλοστάσιο όπως «οιονεί αγορά», «μονοψώνιο», «ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών σίτισης, φύλαξης, κοκ», «απογευματινά ιατρεία με ιδιωτικές πληρωμές εντός του ΕΣΥ» «ελευθερία επιλογής υπηρεσιών», «συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα», «αποκέντρωση», «φορολογικά κίνητρα για τη σύναψη συμβολαίων ιδιωτικής ασφάλισης υγείας», «εισαγωγή σφαιρικών προϋπολογισμών και ομοιογενών διαγνωστικών κατηγοριών που εφαρμόστηκαν ως Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια [ΚΕΝ]» κλπ, εισάγονται στη φάση αυτή και από τότε κυριαρχούν ως πολιτικές επιλογές στην εφαρμοζόμενη πολιτική υγείας μέχρι και σήμερα. Ετσι, την πρωτη δεκαετία του νέου αιώνα εισάγονται με εντυπωσιακή συνέπεια ρυθμίσεις που προετοίμασαν ιδανικά τις σκληρότερες πολιτικές λιτότητας που επιβλήθηκαν με τα μνημόνια, τα οποία αν δεν έρχονταν …θα τα επέβαλε ο τότε και νυν υπουργός υγείας με βάση τις …ιστορικές δηλώσεις του.
Η συνεχής απαξίωση, αποψίλωση από προσωπικό, αποδιάρθρωση δομών και υποδομών – με εξαίρεση την περίοδο σχετικής ελάφρυνσης της αποψίλωσης το 2015-2019 – οδήγησε τις υπηρεσίες υγείας σε κατάρρευση την περίοδο εμφάνισης της πανδημίας COVID19. Η πανδημία, χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση όχι βέβαια ως συγκυρία αναγκαστικής στήριξης και αναδόμησης του δημόσιου συστήματος υγείας, αλλά ως ιδανική ευκαιρία για την ανεξέλεγκτη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα με δημόσιους πόρους παράλληλα με την πλήρη αποδιοργάνωση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν το τεράστιο κύμα αναγκών για φροντίδα που προκάλεσε η πανδημία, υποστελεχωμένες και αποδομημένες. Η αποκλειστική ενασχόληση του δημόσιου τομέα με την COVID19 νοσηρότητα προκάλεσε σημαντική αύξηση της νοσηρότητας και θνησιμότητας από τα άλλα, παραμελημένα νοσήματα και γεωμετρική άνοδο της πελατείας του ιδιωτικού τομέα με επιβάρυνση και πάλι του δημόσιου προϋπολογισμού.
Οπότε, σήμερα, ο υπουργός υγείας, συνεπής στο στόχο της ιδιωτικοποίησης κάθε δημόσιας δομής, δημόσιου χώρου, δημόσιας – κοινωνικής σχέσης αναδεικνύει για άλλη μια φορά την ατομική ευθύνη ως κύρια αιτία της διάλυσης του ΕΣΥ. Φταίνε οι γιατροί που δεν δέχονται να προσληφθούν ως πρεκαριάτο, με απαράδεκτες συνθήκες εργασίας και ασφάλισης. Φταίνε οι γιατροί που αρνούνται να τρέχουν δεξιά και αριστερά σε διάφορα νοσοκομεία για να καλύπτουν προσωρινά έστω τις απαιτήσεις του πελατειακού μηχανισμού του κυβερνώντος κόμματος. Φταίνε οι άρρωστοι που επιμένουν να στοιβάζονται στα εφημερεύοντα νοσοκομεία. Φταίνε ακόμη και οι φίλοι μας οι ιδιώτες γιατροί που μετά από χρόνια εξωνοσοκομειακής επαγγελματικής δραστηριότητας αρνούνται να καλύψουν επικοινωνιακές τρύπες του υπουργού αναλαμβάνοντας ευθύνες σε περιβάλλον υψηλής έντασης εργασίας και επείγουσας νοσοκομειακής φροντίδας.
Η συνολική επιτυχία της μακρόχρονης και συνεπούς προσπάθειας της άλωσης των δημόσιων υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής φροντίδας από την ιδιωτική κερδοσκοπία βρίσκεται, δυστυχώς, πολύ κοντά μας. Ήδη χιλιάδες άρρωστοι ταλαιπωρούνται σε απίθανες λίστες αναμονής «επειδή τα μηχανήματα του δημόσιου νοσοκομείου χάλασαν», αλλά «στο ιδιωτικό κέντρο απέναντι δουλεύουν και μάλιστα από τους ίδιους πχ ακτινοθεραπευτές». Σε λίγο καιρό εκατομμύρια ανθρώπων δεν θα εχουν να καλύψουν τα έξοδα περίθαλψής τους και είτε θα αναγκαστούν να πουλήσουν τα πάντα [ήδη πρωτοστατεί η χώρα μας στη λίστα της αναλογίας του πληθυσμού που εχει καταστραφεί οικονομικά για λόγους υγείας] είτε θα οδηγηθούν στο θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες. Οι ήδη υπάρχουσες μεγάλες κοινωνικές ανισότητες θα εκτιναχθούν εις όφελος λίγων συμφερόντων που ήδη – ως κλασσικό χαρακτηριστικό του καπιταλισμού – συσσωρεύονται σε ακόμη λιγότερες πολυεθνικές εταιρείες που ήδη ελέγχουν μεγάλο μέρος γενικά της οικονομίας και στη χώρα μας.
Ζούμε, σε παγκόσμιο επίπεδο, την επικράτηση της ιδιαίτερα επιθετικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Ο στόχος του κεφαλαίου, η μεγιστοποίηση δηλαδή του κέρδους, οξύνει την άνευ προηγουμένου επίθεση ενάντια στην ανθρώπινη εργασία και ενάντια στη φύση. Η καταστροφή των δημόσιων δομών και λειτουργιών στη φροντίδα υγείας και την κοινωνική πρόνοια [απροκάλυπτο παράδειγμα ο πρόσφατος νόμος αποδιάρθρωσης των δομών φροντίδας της ψυχικής υγείας] είναι μέρος της πολιτικής απαξίωσης της εργασίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης, όπως είναι μέρος της πολιτικής που οδηγεί στην οικολογική καταστροφή [εξορύξεις, πυρκαγιές, αποψίλωση δασών, κοκ), όπως είναι μέρος της πολιτικής που υποδαυλίζει το φασισμό, αναπτύσσει πολέμους, δημιουργεί στρατιές αναλώσιμων [από το κεφάλαιο και το φασισμό] μεταναστών, χρηματοδοτεί τη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού.
Απέναντι στην ολομέτωπη, απάνθρωπη και καταστροφική πολιτική του καπιταλισμού αναπτύσσονται, μέχρι στιγμής, μικρές αλλά αισιόδοξες εστίες αντίστασης. Στον μικρόκοσμο των δημόσιων υπηρεσιών υγείας ένα φωτεινό παράδειγμα αντίστασης, αλληλεγγύης και ελπίδας είναι οι ηρωίδες και οι ήρωες που στις χαώδεις συνθήκες που έχουν επιβάλλει οι πολιτικές λιτότητας, παλεύουν, με λιγοστά μέσα, για την καλύτερη φροντίδα των αρρώστων τους. Ακολουθώντας το παράδειγμά τους, είναι ζωτικής σημασίας η ανάπτυξη ενός παγκόσμιου αντικαπιταλιστικού κινήματος με στόχο να γλυτώσουμε τη γη και όλο τον πληθυσμό της από την επικείμενη καταστροφή στην οποία μας οδηγεί η αδηφαγία του καπιταλιστικού συστήματος.
*Ο Αλέξης Μπένος είναι Καθηγητής Υγιεινής, Κοινωνικής Ιατρικής & Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας της Ιατρικής του Α.Π.Θ.