Εργατικός Αγώνας

Αύγουστος 1922: ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ / Το κολαστήριο – λοιμοκαθαρτήριο για τους Πόντιους και Μικρασιάτες πρόσφυγες


Καταυλισμός προσφύγων. Πόντιοι οδηγούνταν στη Μακρόνησο για να… απολυμανθούν! (φωτ.: National Geographic)

Τη Μακρόνησο, το ξερονήσι απέναντι από το Λαύριο το γνωρίζουν οι περισσότεροι ως τόπο εξορίας πολιτικών κρατουμένων και κομμουνιστών, από το 1947 και για περίπου μια δεκαετία.

Πριν όμως, 25 χρόνια πίσω, το 1922 είχε χρησιμοποιηθεί ως απάνθρωπο «κέντρο υποδοχής» για περισσότερους από 40 χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο, Ασσυρίους και την Μικρά Ασία.

Εκεί στο λοιμοκαθαρτήριο της Μακρονήσου «φιλοξενούνταν» οι πρόσφυγες για ένα και πλέον χρόνο την περίοδο 1922-1923 πριν από την οριστική εγκατάστασή τους στην Ελλάδα και αποτέλεσε ένα κολαστήριο απομόνωσης, κάτω από απάνθρωπες και τραγικές συνθήκες με αποτέλεσμα πάρα πολλοί να πεθάνουν εκεί.

Η περίοδος 1821- 1923

Από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης (1821) μέχρι τη Συνθήκη της Λοζάνης (1923), η πληθυσμιακή σύσταση της νεότερης Ελλάδας διαμορφώθηκε μέσα από κοσμοϊστορικά γεγονότα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου: Πόλεμοι, συνοριακές μεταβολές, ίδρυση νέων κρατών, διωγμοί και ανταλλαγές πληθυσμών οδήγησαν σε αυξημένες προσφυγικές ροές ομοεθνών στην ελληνική επικράτεια.

Ο πόλεμος της Ανεξαρτησίας (1821-1828), οι εξεγέρσεις στις αλύτρωτες περιοχές, οι εκκαθαρίσεις μειονοτήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913), η είσοδος της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1917), σε αντίπαλο με τους γείτονές της στρατόπεδο, η Οκτωβριανή Επανάσταση (1917) και οι αλλαγές στην πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων, δημιούργησαν δραματικές συνθήκες και αυξημένη κινητικότητα στην περιοχή.

Η αδυναμία της Ελλάδας να διατηρήσει τα κέρδη της από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατέληξε στον βίαιο ξεριζωμό του ελληνισμού της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης και στην υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (1923).

Συστηματικά, κατά τον αιώνα που μεσολάβησε από την καταστροφή της Χίου (1822) μέχρι εκείνη της Σμύρνης (1922), η βία και ο φόβος έσπρωχναν τους ανθρώπους μακριά από τις εστίες τους, προς ένα αβέβαιο μέλλον.

Προσφυγικά κύματα

Έτσι ξεκίνησε η σταδιακή εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών από τους Νεότουρκους του Μουσταφά Κεμάλ. Όσοι δεν σφαγιάστηκαν και δεν πέθαναν στα τάγματα εργασίας Αμελέ Ταμπουρού, πήραν το δρόμο του ξεριζωμού.

«Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας των Ασσυρίων στη Μεσοποταμία από τους Τούρκους ξεκίνησε το 1884 και η τελευταία το 1915. Οι πρόγονοί μας πέρασαν από Περσία και Ρωσία, και το 1922 αντάμωσαν με τα αδέλφια μας τους Πόντιους στο λιμάνι του Νοβοροσίσκ. Τελευταίος σταθμός τους η Μακρόνησος.

Η προσφυγική κρίση κορυφώθηκε με την Μικρασιατική Καταστροφή και επισφραγίστηκε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης, που προέβλεπε την αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδας – Τουρκίας. Εκατομμύρια Χριστιανοί της Ανατολίας θα ανταλλάσσονταν με χιλιάδες μουσουλμάνους της Ελλάδας.

Πλωτές υγειονομικές βόμβες

Από το 1919 και το ξέσπασμα του πρώτου προσφυγικού κύματος, οι συνθήκες μετακίνησης των κατατρεγμένων ήταν άθλιες. Οι άνθρωποι ξεριζώνονταν από τον τόπο τους, διένυαν δεκάδες χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουν σε κάποιο λιμάνι, υποσιτίζονταν και ήταν εκτεθειμένοι σε κάθε λογής μολύνσεις και ασθένειες. Όσοι από αυτούς άντεχαν τις κακουχίες, στοιβάζονταν κατά χιλιάδες στα αμπάρια μικρών πλοίων, προκειμένου να έρθουν στην Ελλάδα.
Σε καράβια που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν χωρούσαν πάνω από χίλιοι άνθρωποι, την εποχή εκείνη φορτώνονταν 3 και 4 χιλιάδες. Πέραν του ότι ο ένας βρισκόταν πάνω στον άλλο, υπήρχε και το θέμα των φυσικών αναγκών. Η υγειονομική βόμβα συμπληρωνόταν από τα νεκρά σώματα εκείνων που δεν άντεχαν, τα οποία οι συγγενείς δεν ήθελαν να αποχωριστούν.

Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα, το 1922 να φτάνουν στην Ελλάδα καθημερινά μέχρι και 8.000 πρόσφυγες.

Η «απολύμανση» των προσφύγων από την Μικρά Ασία ήταν ένα μέτρο που κρίθηκε υγειονομικά αναγκαίο από την ελληνική κυβέρνηση στις αρχές του 1920, προκειμένου ο γηγενής πληθυσμός να μην μολυνθεί από τις ασθένειες που πιθανόν να μετέφερε η αθρόα προσφυγική εισροή στην χώρα.

Η δημιουργία λοιμοκαθαρτηρίων σε απομονωμένα μέρη ήρθε να ικανοποιήσει την λαϊκή απαίτηση οι «μολυσμένοι πρόσφυγες» να περνούν από καραντίνα και να «απολυμαίνονται» προτού αναμιχθούν με τους ντόπιους. Επίσημα, το σκεπτικό της ελληνικής κυβέρνησης ήταν τα μέρη αυτά να βοηθήσουν στην υγειονομική, αλλά και κοινωνική ενσωμάτωσή τους. Ύστερα από την σύντομη καραντίνα στα απολυμαντήρια, θα έπαιρναν σφραγίδα εξόδου, κάτι σαν πιστοποίηση ότι ήταν ασφαλείς.

Μέχρι τότε, υπήρχε η πρόβλεψη να μεταφέρονται στα απολυμαντήρια του Αγίου Γεωργίου Σαλαμίνας, της Κέρκυρας και της Καλαμαριάς πριν από την οριστική εγκατάστασή τους στην χώρα. Σε αυτά τα λοιμοκαθαρτήρια στοιβάχτηκαν κάτω από άθλιες συνθήκες και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα πέθαναν χιλιάδες.


Περίοδος 1922-23

Η άλλη Μακρόνησος

Κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο του 1912-13 είχε χρησιμοποιηθεί ως στρατόπεδο συγκέντρωσης Τούρκων αιχμαλώτων, πολλές εκατοντάδες από τους οποίους άφησαν τα κόκαλά τους εκεί, αποδεκατισμένοι από τον τύφο.

Λίγο αργότερα μετατράπηκε από τους Αγγλο-Γάλλους συμμάχους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σε χώρο εκτόπισης Ρώσων φαντάρων που θεωρούνταν ύποπτοι για μπολσεβικισμό.

Ως λύση για τη διαχείριση της προσφυγικής «απειλής», η κυβέρνηση Γούναρη θα μετατρέψει σε ειδικό «χώρο υποδοχής» να δημιουργήσει λοιμοκαθαρτήριο στη Μακρόνησο. Με ειδική απόφαση του υπουργικού συμβουλίου (9.6.1922) για «το ζήτημα της εγκαταστάσεως των προσφύγων, απεφασίσθη όπως εγκατασταθούν όλοι εις Μακρόνησον» και, «μετά την απολύμανσίν των και την εξυγίανσιν [να] τοποθετηθούν εις διάφορα μέρη».

Το ξερονήσι, που είχε ήδη άσχημη προϊστορία, έγινε αργότερα θλιβερά διάσημο ως τόπος εξορίας και βίαιης «αναμόρφωσης» των πολιτικών κρατουμένων.

Το λοιμοκαθαρτήριο της Μακρονήσου άνοιξε τις πύλες του το 1922, και εκεί «φιλοξενούνταν» οι πρόσφυγες για ένα και πλέον χρόνο την περίοδο 1922-1923. Αποτέλεσε ένα κολαστήριο απομόνωσης για περισσότερους από 40 χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο και την Μικρά Ασία.


Η παραλία της Μακρονήσου όπου “στήθηκε” το λοιμοκαθαρτήριο

Αρχικά στα λοιμοκαθαρτήρια της Μακρονήσου «φιλοξενούνταν» κυρίως πρόσφυγες από τον Πόντο και Ασσυρίοι. Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» της εποχής, μέχρι το τέλος του 1923, περίπου 40 χιλιάδες άνθρωποι έκαναν το πέρασμά τους από τα λοιμοκαθαρτήρια στο μικρό νησί του Αιγαίου.


Τα δύο σημεία συγκέντρωσης και εγκατάστασης των Ποντίων προσφύγων στην νότια απόληξη της Μακρόνησου. Αεροφωτογραφία: “Μηχανή του Χρόνου”

Οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων πάνω στο νησί ήταν άθλιες. Εγκαθίσταντο σε πρόχειρα αντίσκηνα, τα οποία ήταν οργανωμένα σε ζώνες. Η κατανομή γινόταν βάσει της περιοχής προέλευσης και των και των ασθενειών που έφερε ο καθένας. Τυπικά, για την διατροφή τους, τους αναλογούσαν 1.000 θερμίδες ημερησίως. Το φαγητό όμως συχνά ήταν σκουληκιασμένο και το νερό ακάθαρτο.

Αρχικά τους έβαλαν μέσα σε θάμνους με τα πράγματά τους. Στη συνέχεια έστησαν παράγκες με σανίδια, τους κούρεψαν και τους έλουσαν. Κούρευαν τις γυναίκες με την ψιλή, πράγμα ταπεινωτικό. Καθώς έπεφταν στο χώμα οι κοτσίδες των κοριτσιών, ένιωθαν να χάνουν και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας που τους είχε απομείνει. Ταπείνωση, προσβολή και ψυχική ισοπέδωση ήταν όλα όσα ένιωθαν. Τα κλάματα των γυναικών δε συγκινούσαν κανέναν πια. Είχαν στερέψει τα δάκρυα τους. Δεν άντεχαν άλλο, δεν αντιδρούσαν. Βουβοί, με κατεβασμένα κεφάλια ακολουθούσαν την άδικη μοίρα τους που τους έριξε σε αυτό το αφιλόξενο μέρος της πατρίδας των ονείρων τους. Πέθαιναν δεκάδες καθημερινά. Τους έθαβαν βιαστικά. Τους έβαζαν μέσα σε τσουβάλια. Τους έριχναν μέσα σε χαντάκια ασβεστωμένα και τους σκέπαζαν με χώμα. Χωρίς φέρετρα, χωρίς κουράγια από τους δικούς τους να τους κλάψουν και να τους μοιρολογήσουν. Αντί για σάβανα και νεκρικές τιμές ασβέστωναν τα νεκρά σώματα προτού τα αραδιάσουν στα χαντάκια και τα σκεπάσουν με χώμα.

Την περίθαλψή τους ανέλαβε σε μεγάλο βαθμό η φιλανθρωπική οργάνωση των «Νοσοκομείων Αμερικανίδων Κυριών» (American Women’s Hospital). Η αμερικανή σουφραζέτα Έστερ Λαβ Τζόι ήταν μία από τις γιατρούς που πρωτοστάτησαν της προσπάθειας. Αλλά και η πλειονότητα των εθελοντριών νοσηλευτριών που συνέρρευσαν στην Μακρόνησο για τον σκοπό αυτό, συνέβαλαν ουσιαστικά στην επίτευξή του. Παρά τις δύσκολες συνθήκες και τις ανεπαρκείς εγκαταστάσεις, αφοσιώθηκαν πλήρως στο έργο της απάλυνσης του πόνου των βασανισμένων ανθρώπων, στην φροντίδα των παιδιών και στην παροχή όλων των διαθέσιμων μέσων για την βελτίωση της καθημερινότητάς τους.

Στην ουσία, οι φιλανθρωπικοί οργανισμοί ήταν αυτοί που οργάνωσαν τη νοσηλεία, τη σίτιση και την στέγαση. Τυπικά, η παραμονή των προσφύγων στο νησί ξεκινούσε από τις 14 ημέρες και μπορεί να έφτανε μέχρι τις 40. Μαρτυρίες ωστόσο αναφέρουν ότι σε πολλές περιπτώσεις ο χρόνος παραμονής ξεπερνούσε ακόμα και τον ένα χρόνο.

Τα πρώτα βήματα κατά την άφιξή τους στην Μακρόνησο ήταν δύο: κάψιμο των ρούχων και κόψιμο των μαλλιών. Υπήρξαν μάλιστα πολλές περιπτώσεις που το ολοκληρωτικό κούρεμα προκαλούσε νευρικό κλονισμό στις γυναίκες. Όντας ήδη εξαντλημένες ψυχικά και σωματικά, η βίαιη αφαίρεση του ύψιστου συμβόλου θηλυκότητας από πάνω τους -της μακριάς κόμης- ήταν το τελειωτικό χτύπημα.

Και αυτή ήταν μόνο μία ήπια πρόγευση από την ισοπέδωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που θα ακολουθούσε. Οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων πάνω στο νησί ήταν άθλιες.

Εγκαθίσταντο σε πρόχειρα αντίσκηνα, τα οποία ήταν οργανωμένα σε ζώνες. Η κατανομή γινόταν βάσει της περιοχής προέλευσης και των και των ασθενειών που έφερε ο καθένας. Τυπικά, για την διατροφή τους, τους αναλογούσαν 1.000 θερμίδες ημερησίως. Το φαγητό όμως συχνά ήταν σκουληκιασμένο και το νερό ακάθαρτο.


Το σημείο όπου γινόταν η αποβίβαση των προσφύγων

από: ρωγμή

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας