Αν και λάτρης της λεγόμενης «δομικής» Ιστορίας, είναι μερικές φορές που πιστεύω πως το βιογραφικό και τα πεπραγμένα ενός ανθρώπου εξηγούν τα ιστορικά φαινόμενα καλύτερα από οποιαδήποτε περίπλοκη ανάλυση. Μια τέτοια «καραμπινάτη» περίπτωση είναι και η 72χρονη «αντάρτισσα» φιλοδυτική πρόεδρος της Γεωργίας, Σαλομέ Ζουραμπισβίλι, που τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε βασική υπέρμαχο της ευρωπαϊκής και ατλαντικής πορείας της χώρας και κύρια αντίπαλος του κυβερνώντος κόμματος Γεωργιανό Ονειρο.
Η κυρία πρόεδρος, που λέτε, είναι βέρα Γαλλίδα, γέννημα-θρέμμα του Παρισιού, κόρη πλούσιων φανατικών αντι-σοβιετικών εμιγκρέδων που, αφού σπούδασε στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Κολούμπια (με καθηγητή μάλιστα ένα από τα πιο μαύρα μυαλά του ψυχρού πολέμου, τον αρχιτέκτονα των πολέμων στο Αφγανιστάν και την Ουκρανία, Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι), μπήκε στο γαλλικό διπλωματικό σώμα και ύστερα από τριάντα χρόνια υπηρεσίας σε όλο τον κόσμο, βρέθηκε το 2003-04 να είναι πρέσβης της Γαλλίας στη Γεωργία!
Από εκεί λοιπόν που εκπροσωπούσε επάξια τα γαλλικά συμφέροντα στον Καύκασο, η θεία Σαλομέ ξαναέγινε το 2004 σε μια νύχτα Γεωργιανή και ανέλαβε αμέσως το υπουργείο Εξωτερικών, ύστερα από πρόσκληση του μοιραίου προέδρου- πράκτορα των Αμερικανών Μιχαήλ Σαακασβίλι. Και μάλιστα την ώρα που η μικρή χώρα, έπειτα από μια καλολαδωμένη «πολύχρωμη επανάσταση» πέρασε στο δυτικό στρατόπεδο και, με επικεφαλής τον Σαακασβίλι, προετοιμαζόταν κατάλληλα για τον ρόλο που σήμερα παίζει η Ουκρανία – του πιονιού που παρασύρεται από τους ξένους προστάτες με μεγαλοϊδεατικές υποσχέσεις, όπλα και δολάρια για να θυσιαστεί σε έναν πόλεμο που δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ να κερδίσει, μόνο και μόνο για να «ματώσει» τη Ρωσία… Και η πλάκα είναι ότι ενόσω ήταν στο ΥΠΕΞ της Τιφλίδας συνέχισε να πληρώνεται από το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών!
Η παρένθεση δεν κράτησε πολύ, αφού μετά τον «ατυχή πόλεμο» του 2008 επέστρεψε άδοξα στη Γαλλία για να διδάξει στο πανεπιστήμιο. Τελικά άλλαξε για πολλοστή φορά στρατόπεδο, υποστηρίζοντας το 2013 το Γεωργιανό Ονειρο, γύρισε στην Τιφλίδα για να γίνει βουλεύτρια και μόλις το 2018 αποκήρυξε (τυπικά) τη γαλλική υπηκοότητα ώστε να μπορέσει να εκλεγεί πρόεδρος με τη στήριξη του κόμματος που σήμερα καταγγέλλει για εκλογική κλοπή.