Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (Π.Φ.Υ.) αποτελεί στην χώρα μας μια ανοιχτή πληγή δεκαετιών. Στη πραγματικότητα ποτέ δεν υπήρξε ολιστική προσέγγιση και ενίσχυση της Π.Φ.Υ. από την σύσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Στις αρχές του μήνα συζητήθηκε στις επιτροπές της βουλής το νομοσχέδιο με τίτλο «Αναμόρφωση του θεσμού του Προσωπικού Ιατρού – Σύσταση Πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας και άλλες διατάξεις του υπουργείου Υγείας» . Έχοντας τελειώσει με το κομμάτι της δημόσιας διαβούλευσης , ετοιμάζεται προς ψήφιση μια ακόμη, προσπάθεια υποβάθμισης της Π.Φ.Υ.
Εφιστούμε την προσοχή στον θεσμό του προσωπικού ιατρού , που πολλές φορές κατά το παρελθόν προσπάθησαν να “αναβαθμίσουν”. Ο θεσμός αυτός αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη Π.Φ.Υ. και εννοείται πως δεν είναι η μόνη. Ασκείται από όσους έχουν εκπαιδευτεί για τον σκοπό αυτό (Ειδικός Γενικός Ιατρός- Ειδικός Παθολόγος). Με το παρόν νομοσχέδιο και υπό την πίεση στελέχωσης , έστω υποτυπωδώς, της Π.Φ.Υ. καθώς η πρόσβαση στα νοσοκομεία είναι εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη για ολοένα και αυξανόμενο μέρος του πληθυσμού, καλούν ιατρούς άνευ ειδικότητας (αποφοίτους των ιατρικών σχολών) να εκτελέσουν χρέη ειδικού. Η αντιεπιστημονικότητα και η υποβάθμιση του ρόλου του προσωπικού ιατρού συνάδει απόλυτα με την άποψη του Υπουργού Υγείας , ο οποίος μεταξύ άλλων ανέφερε πως δεν είναι τίποτα άλλο από έναν σύμβουλο υγείας(!) και για «σοβαρά» ζητήματα υγείας ο ασθενής θα απευθύνεται σε έναν «κανονικό γιατρό».
Στην ενίσχυση της προσπάθειας να βρεθούν ιατροί , πέρα από τους άνευ ειδικότητας, βάζουν στο παιχνίδι τον ιδιώτη. Θα δίνεται λοιπόν η «δυνατότητα» , να επιλέγει ( στο πλαίσιο της “ελεύθερης” επιλογής πάντα) ο πολίτης τον ιδιώτη ιατρό ως προσωπικό , με την προϋπόθεση να τον πληρώνει ο ίδιος. Και υπογραμμίζουμε τον όρο «ελεύθερη επιλογή» , καθώς δεν υπάρχει άλλη επιλογή πλην του ιδιώτη. Από τη μία, υπάρχουν μέχρι σήμερα ιατροί που καλύπτουν το 50% του πληθυσμού και συνθήκες που δεν επιτρέπουν την ενδελεχή και με συνέπεια κλινική εξέταση του ασθενούς, καθώς στον εκάστοτε προσωπικό ιατρό επιβάλλεται η μέγιστη διάρκεια του ραντεβού να μην ξεπερνά τα 15 λεπτά. Και από την άλλη, ενδέχεται να αναλάβει την παρακολούθηση σου ένας απόφοιτος, που σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν οι γνώσεις του. Έτσι ο έχων την οικονομική ελευθερία θα επιλέξει «ελεύθερα» να πληρώσει από την τσέπη του τον θεσμό του προσωπικού ιατρού.
Η έλλειψη ιατρών από το Ε.Σ.Υ. γίνεται εύκολα αντιληπτή με τις μαρτυρίες εργαζομένων/ ασθενών και επιβεβαιώνεται με τις πανικόβλητες κινήσεις του υπουργού που ζήτησε το περασμένο καλοκαίρι επίταξη ιδιωτών παθολόγων σε νησί , προκειμένου να βρουν γιατρό οι τουρίστες όταν χρειαστούν το νοσοκομείο. Ωστόσο, αξίζει να τονιστεί, πως η ένδεια ειδικών σε δημόσιες δομές δεν αντιστοιχεί και με μια γενικευμένη έλλειψη ιατρών. Συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι γιατροί με την ειδικότητα της Παθολογίας και της Γενικής Ιατρικής το 2019 ήταν σε πανελλαδικό επίπεδο 4.604 και 3.232 αντίστοιχα. Δηλαδή σε γενικές γραμμές αντιστοιχεί 1 παθολόγος για κάθε 1.954 ενήλικες ή 1 γενικός γιατρός για κάθε 2.784 ενήλικες, σύμφωνα με την απογραφή του 2021.Το βασικό πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι γενικά η έλλειψη των γιατρών, αλλά η άναρχη κατανομή τους ανάμεσα στις δημόσιες μονάδες Υγείας, στις ιδιωτικές επιχειρήσεις της Υγείας και κυρίως στην αυτοαπασχόληση, φαινόμενο που αναπαράγεται και επιδεινώνεται στο έδαφος της εμπορευματοποίησης της Υγείας . Για την ανεύρεση ιατρών για το Ε.Σ.Υ. προτείνεται και η παραμονή νοσοκομειακών ιατρών μετα τα 67 έτη. Με σκοπό την προσέλκυση νέων ιατρών στις επίμαχες ειδικότητες, αναμένεται να δοθεί χρηματικό κίνητρο για όσους επιλέξουν να εκπαιδευτούν στην Παθολογία / Γενική Ιατρική. Ωστόσο για να μείνουν, να εκπαιδευτούν και να υπηρετήσουν το Ε.Σ.Υ. απαιτούνται πραγματικά κίνητρα. Τα 350 ευρώ τον μήνα δεν θα λύσουν το πρόβλημα, όπως αναφέρει και η Επαγγελματική Ένωση Παθολόγων Ελλάδος. Απαιτούνται μέτρα για την μείωση ωρών εργασίας, την κάλυψη των κενών θέσεων, την δυνατότητα εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης των ιατρών.
Στην κατεύθυνση αυτή, είναι αναγκαία η σύγκρουση με τις μνημονιακές πολιτικές, που έως σήμερα δεν επιτρέπουν την ενίσχυση του Ε.Σ.Υ. καθώς και με την λογική του «δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα» ενώ ταυτοχρόνως δίνονται εκατομμύρια από το Ταμείο Ανάκαμψης σε ιδιωτικές κλινικές για την παροχή «δωρεάν» χειρουργείων.
Η ανάγκη του λαού για δωρεάν, καθολική πρόσβαση σε ένα σύγχρονο και ασφαλές Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
Η Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας δεν λειτουργεί συμβουλευτικά, ούτε αρκείται στην συνταγογράφηση. Αναφέρεται σε μια δέσμη ολοκληρωμένων υπηρεσιών φροντίδας που απαιτούν την ύπαρξη στελεχωμένων (με προσωπικό και υλικοτεχνικά μέσα) δομών υγείας.
Παλεύουμε για:
- Αναβάθμιση των πρωτοβάθμιων δομών υγείας (κέντρα υγείας – πολυδύναμα περιφερικά ιατρεία – αγροτικά ιατρεία) με άμεσες προσλήψεις ιατρικού/νοσηλευτικού προσωπικού και τα απαραίτητα υλικοτεχνικά μέσα.
- Αναδιοργάνωση της δομής και λειτουργίας έτσι ώστε να καλύπτονται επαρκώς – με ποιοτικές υπηρεσίες ΠΦ όλες οι περιοχές της χώρας, ιδιαίτερα τα νησιά
- Άμεση στελέχωση του ΕΚΑΒ με προσωπικό άρτια και επιστημονικά καταρτισμένο.
- Μισθολογικές αυξήσεις του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.
- Δωρεάν Παροχή καταλύματος και διατροφής για όσους υπηρετούν σε τουριστικές περιοχές.
- Συνεχή και δωρεά εκπαίδευση και μετεκπαίδευση του προσωπικού.