Εργατικός Αγώνας

Η πολιτική Τραμπ και η  στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης

Η κρίση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης  έφερε στην εξουσία των ΗΠΑ τους ρεπουμπλικάνους του Ντόναλντ Τραμπ με ένα βαθιά διαφορετικό πολιτικό σχέδιο η εφαρμογή του οποίου εισάγει τον κόσμο ολόκληρο σε μία νέα φάση. Προμετωπίδα του έχει το Πρώτα η Αμερική και κύριο μέσο εφαρμογής του είναι οι δασμοί,  ο προστατευτισμός και οι απειλές.

Οι επιδιώξεις των ΗΠΑ  βρίσκονται στον αντίποδα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που προώθησε ο καπιταλιστικός κόσμος. Οι ανατροπές που προωθεί είναι μεγάλες και έχουν τέτοιο βάθος και χαρακτήρα που τα μέσα που μετέρχονται σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο που κανόνας ήταν – διαβούλευση, διαπραγμάτευση, οι συμφωνίες με σημαντικό ρόλο τη λειτουργία πολυμερών οργανισμών- με στόχο την επιδίωξη συμβιβασμών και ρυθμίσεων προφανώς ανισότιμων υπέρ των ισχυρότερων δεν ενδείκνυνται πλέον. Η αμερικάνικη διοίκηση δεν διαπραγματεύεται, τουλάχιστον μέχρι τώρα, αλλά λαμβάνει αποφάσεις  και τις επιβάλλει βασιζόμενη στη ισχύ της,  στις εξαρτήσεις που δημιουργεί και στις απειλές   προς κάθε κατεύθυνση.

Η βασική αιτία που ωθεί τις ΗΠΑ σε αυτή την πολιτική είναι η πολύπλευρη στασιμότητα τους  και σε αρκετές περιπτώσεις κρίση που πλήττει γενικά το δυτικό κόσμο και υποβαθμίζει τις ΗΠΑ από οικονομική πολιτική και στρατιωτική άποψη με πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα  τα τεράστια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος της χώρας που έφτασε τα 36 τρισεκατομμύρια δολάρια. Οι επιπτώσεις σε εκτεταμένα τμήματα της αμερικάνικης κοινωνίας ήταν φανερές.

Οι ΗΠΑ επέλεξαν την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία και με την βοήθεια της επιχειρούν να αντιμετωπίσουν σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν και άλλα που θα προκύψουν στο μέλλον. Κύριο αντίπαλο θεωρούν την Κίνα, θεωρούν ότι οι ευρωπαϊκές χώρες εκμεταλλεύτηκαν στην Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και ουσιαστικά δεν αναγνωρίζουν την ΕΕ, ενώ διατηρούν προνομιακές σχέσεις με χώρες της που διάκεινται φιλικά απέναντί τους.  Αντίστοιχη τακτική ασκούν απέναντι στον Καναδά το Μεξικό κ. α. Η τακτική που επέλεξαν οι ΗΠΑ για τον τερματισμό  του πολέμου στην Ουκρανία είναι ενδεικτική. Διαβουλεύονται με τη Ρωσία ως προνομιακό συνομιλητή μεταφέρουν τα συζητηθέντα στην ουκρανική πλευρά και απαιτούν να συμφωνήσει, ενώ η ΕΕ δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη.

Είναι μια επιθετική πολιτική προστατευτισμού στον αντίποδα της πολιτικής της “παγκοσμιοποίησης” που βάζει νέα εμπόδια στη διεθνοποίηση του κεφαλαίου χωρίς φυσικά να μπορεί να την ανατρέψει ολοκληρωτικά, αφού η διεθνοποίηση του κεφαλαίου είναι οικονομικός νόμος του καπιταλισμού. Μέσω της επιβολής δασμών, αλλά  και της απόσπασης πλούτου από διάφορες χώρες και με απειλές ακόμη και βία, κλασικό παράδειγμα η προσπάθεια να ελέγξει τα ορυκτά της Ουκρανίας, επιδιώκει να εξασφαλίσει συνθήκες υπεροχής της αμερικανικής οικονομίας απέναντι στον ανταγωνιστές της.

Βασικές παράμετροι της πολιτικής αυτής παγκόσμια είναι η ανακατάταξη των χωρών στην κλίμακα ισχύος με ωφέλεια των ΗΠΑ κυρίως, η δημιουργία νέων  συμμαχιών, το σταμάτημα των εν εξελίξει πολέμων, αφού  παντελής εξάλειψη των πολέμων δεν μπορεί να υπάρξει. Όλα αυτά οδηγούν σε μία λογική σφαιρών επιρροής.

Η ΕΕ  και γενικότερα οι χώρες της Ευρώπης  αιφνιδιάστηκαν και στη συνέχεια αποφάσισαν να αντιδράσουν και ίσως αυτή να ήταν η μοναδική επιλογή που τους έμενε. Προσπαθούν στο νέο σκηνικό που διαμορφώνεται να πλασαριστούν με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Παρά τις βαθιές αντιθέσεις τους επιδιώκουν να συνενώσουν δυνάμεις και ενιαία να αντιμετωπίσουν την απειλή και ανάλογα με τις εξελίξεις να πράξουν. Θέλουν να αποφύγουν τη μετωπική αντιπαράθεση και αναζητούν τον λιγότερο επώδυνο συμβιβασμό που σε τελική ανάλυση δεν θα είναι υπέρ τους.

Με πρωτοβουλία της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας προώθησαν σύμπηξη της συμμαχίας των Προθύμων με στόχο την ενίσχυση του ουκρανικού καθεστώτος και τη συνέχιση του αδιέξοδου και καταστροφικού πολέμου.  Ετοιμάζουν σχέδια για την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων ως εγγυητών της εκεχειρίας είτε ως δυνάμεων περιφρούρησης των μεγάλων πόλεων και στρατηγικών εγκαταστάσεων, αποστολή την οποία η Ρωσία θεωρεί  στρατιωτικό στόχο. Όμως οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της συμμαχίας των Προθύμων είναι μεγάλες και με τους συνολικούς στόχους που   Γαλλία και μεγάλη Βρετανία θέτουν λίγες χώρες συμφωνούν.

Η ΕΕ πέρα από την απάντηση στους δασμούς των ΗΠΑ με την επιβολή δασμών αποφάσισαν ένα τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα ύψους 850 δισεκατομμυρίων ευρώ καταρχήν σε βάθος τετραετίας εκ των οποίων 150 δισεκατομμύρια είναι δάνεια που θα συνάψει  η ΕΕ   θα αξιοποιήσουν τα κράτη μέλη και θα προστεθούν  στο δημόσιο χρέος τους. Υιοθέτησαν τη Λευκή Βίβλο για την ευρωπαϊκή άμυνα που την εισηγήθηκε η Κομισιόν και την ενέκρινε το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο με μεγάλη πλειοψηφία η οποία προήλθε από όλες τις πτέρυγές του.

Το παλιό δίλλημα κανόνια ή βούτυρο επιστρέφει με ένταση για τους λαούς της Ευρώπης

Όλοι αντιλαμβάνονται ότι το κόστος θα πέσει στις πλάτες των ευρωπαίων εργαζομένων. Τον πόλεμο επιβάλλουν αυτοί που ορκίζονταν ότι δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι ο πόλεμος μπορεί να επιστρέψει την καρδιά της Ευρώπης. Η πραγματικότητα είναι ότι ο πόλεμος με διαλείμματα ήταν πάντα εδώ και τώρα τον προωθούν με κάθε μέσο οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές ελίτ. Συνολικά το οικονομικό κόστος είτε του ευρωπαϊκού δανεισμού που θα διατεθεί και θα αξιοποιήσουν οι χώρες και θα χρεωθούν αντίστοιχα είτε οι πόροι  που θα διαθέσουν οι ίδιες θα πλήξουν τις κοινωνικές δαπάνες πρωτίστως που είναι και το πιο εύκολο θύμα, τους μισθούς και τις συντάξεις των εργαζομένων μέσω των περικοπών και της φορολογίας.

Προκειμένου να διευκολύνει η ΕΕ τις κυβερνήσεις να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες ενέκρινε τη ρήτρα διαφυγής χρέους για στρατιωτικές δαπάνες 1,5% του ΑΕΠ για 4 χρόνια με αναφορά στο 2021. Αυτό  δεν σημαίνει βέβαια ότι καταργείται η λιτότητα. Όπως τόνισε ο ευρωπαίος επίτροπος Οικονομίας οι νέοι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες δεν πρέπει να αλλάξουν και αυτό σημαίνει ότι η ρήτρα διαφυγής θα έχει μεταβατικό χαρακτήρα και ύστερα οι δαπάνες θα πρέπει να επανυπολογιστούν ή να υπάρξουν περικοπές σε άλλες κατηγορίες δαπανών. Με βάση τα παραπάνω οι δαπάνες του 1.5% θα υπολογίζονται στο έλλειμμα και συνολικά οι δαπάνες και τα δάνεια  θα προστίθεται στο δημόσιο χρέος, οπότε με τη λήξη της τετραετίας θα αυξηθεί απότομα η λιτότητα. Ο ισχυρισμός κυβερνητικών στελεχών ότι το 1,5% στρατιωτικές δαπάνες δεν θα υπολογίζεται στο έλλειμμα και θα αποτελεί δημοσιονομικό χώρο και θα μπορεί να χρηματοδοτήσει μέτρα υπέρ  των εργαζομένων είναι παραπλανητικός. Σε κάθε περίπτωση ο πυρετός της αύξησης των πολεμικών  δαπανών θα πλήξει τους εργαζόμενους, ιδιαίτερα φτωχότερα τμήματά τους και θα προστεθεί στην ακρίβεια, στους χαμηλούς μισθούς και συντάξεις, στην άσχημη κατάσταση του νοσοκομείων, της παιδείας και των δημόσιων υποδομών.

Οι στρατιωτικές δαπάνες είναι ιδιαίτερα άνισα κατανεμημένες μεταξύ των χωρών με τις μικρότερες ως ποσοστό του ΑΕΠ να έχει Ιρλανδία 0,22%, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται μαζί με την Πολωνία στην πρωτοπορία και πλησιάζουν του 4%. Στα τεράστια αυτά ποσά θα προστεθούν κι άλλα. Η ελληνική κυβέρνηση έφερε στη βουλή μεγάλο 12ετες εξοπλιστικό πρόγραμμα 25 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Ποιος κερδίζει από τους  εξοπλισμούς

Οι πολεμικές βιομηχανίες της ΕΕ κατέχουν την τρίτη θέση παγκοσμίως μετά από αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και της Κίνας και αφορά κυρίως τρεις χώρες τη Γερμανία τη Γαλλία και την Ιταλία.  Οι εταιρείες αυτών τον χωρών μαζί με εταιρείες χωρών που θεωρούνται σύμμαχες της ΕΕ  στην ανάπτυξη ευρωπαϊκού αμυντικού βραχίονα,  τη Μεγάλη Βρετανία,  την Τουρκία θα επωφεληθούν από τα τεράστια αυτά ποσά που δεν θα είναι φυσικά τα τελευταία. Οι Έλληνες εργαζόμενοι και μαζί οι εργαζόμενοι  της Ευρώπης θα αναλάβουν να  σώσουν την αμυντική βιομηχανία και γενικά τη βιομηχανία της Γερμανίας Γαλλίας και της Ιταλίας μαζί και την τουρκική αμυντική βιομηχανία και την βρετανική. Για τον έλληνα εργαζόμενο και το ελληνικό λαό το έργο επαναλαμβάνεται. Δισεκατομμύρια επί δισεκατομμυρίων για όπλα που δεν εξυπηρετούν την άμυνα της χώρας, αλλά τους σχεδιασμούς και τις ανάγκες του ΝΑΤΟ για να κάνει πολέμους. Τα όπλα που παραγγέλνονται δεν έχουν  καμία σχέση με τις αμυντικές ανάγκες της χώρας και τις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες υποτίθεται θα χρησιμοποιηθούν. Το κυβερνητικό αφήγημα είναι αντιλαϊκό φιλοπόλεμο και επικίνδυνο για τον ελληνικό λαό μπορεί να οδηγήσει σε περιπέτειες.

Ιδιαίτερα σοβαρή και επικίνδυνη επίπτωση της στροφής της ΕΕ  και της Ευρώπης στις πολεμικές προετοιμασίες είναι η στρατιωτικοποίηση της Γερμανίας. Αφού η χώρα αυτή οδήγησε σε δύο παγκόσμιους πολέμους με αμέτρητους νεκρούς καταστροφές και θύματα και της είχε απαγορευτεί ο επανεξοπλισμός πάνω από ένα ορισμένο επίπεδο, η ανάπτυξη ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων και η αποστολή στρατιωτών στο εξωτερικό, σήμερα όλα αυτά διαγράφονται χωρίς ουσιαστικά οι λόγο να έχουν εξαλειφθεί,  ίσα-ίσα που φαίνεται να εμφανίζονται απειλητικοί. Όμως οι ευρωπαίοι φίλοι της ειρήνης σπρώχνουν την ανθρωπότητα σε ένα επικίνδυνο δρόμο και ξεχνούν τις ιστορικές ευθύνες της Γερμανίας τον 20ο αιώνα, ακολουθούν ακριβώς στην τακτική που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις και το κεφάλαιο όταν μετά το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο εξόπλισαν τη Γερμανία με στόχο τότε να στρέψουν την επιθετικότητα της εναντίον της ΕΣΣΔ.

Για ποιο λόγο η ΕΕ οδηγεί στη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και τον πόλεμο.

Η βασική αιτία είναι η οικονομική στασιμότητα της ΕΕ και ιδιαίτερα ορισμένων χωρών της που στις περισσότερες  περιπτώσεις χρονίζει και δυνατότητα ανάκαμψης δεν διαφαίνεται. Από την έναρξη της κρίσης το 2008 ουσιαστική ανάκαμψη δεν υπήρξε. Η ΟΝΕ και το ευρώ έδωσαν τη δυνατότητα στις  χώρες του ιμπεριαλιστικού πυρήνα της ένωσης και πρωτίστως στη Γερμανία  να ξεζουμίσουν τις χώρες της νότιας Ευρώπης μεταφέροντας τεράστια ποσά και στη συνέχεια μέσω των μνημονίων η λεηλασία επεκτάθηκε. Έτσι διαμορφώθηκε στις ηγετικές χώρες της Ευρώπης εικόνα ανάπτυξης και δυναμισμού των οικονομιών τους.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε τα δεδομένα. Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες που στην αρχή του πολέμου δεν ενέδωσαν στις αμερικάνικες πιέσεις στην πορεία παρασύρθηκαν και επέβαλαν στη Ρωσία  πρωτοφανείς δασμούς που περισσότερο έπληξαν τις ίδιες και παράλληλα χορήγησαν πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ στην Ουκρανία. Το κόστος  της ενέργειας εκτινάχτηκε στα ύψη και ο ανταγωνισμός από την ανερχόμενη βιομηχανία της Κίνας επέδρασσε καταλυτικά  στο δυναμισμό των ευρωπαϊκών οικονομιών και κυρίως Γερμανίας.

Έγιναν προσπάθειες αναστροφής αυτών των  εξελίξεων με κύριο χαρακτηριστικό τους τη λιτότητα και τα περιοριστικά μέτρα τα οποία φυσικά δεν απέδωσαν. Τελευταία προσπάθεια αναζήτησης πολιτικής διεξόδου από τη στασιμότητα ήταν η έκθεση Ντράγκι που έδινε το βάρος σε μέτρα ανάπτυξης της ανταγωνιστικότητας, στον τεχνολογικό εξοπλισμό, την εισαγωγή την τεχνικής νοημοσύνης και γενικά στην αξιοποίηση σύγχρονων τεχνολογικών επιτευγμάτων που εξόφθαλμα είχαν υποτιμηθεί. Σημαντική, όχι όμως κυρία, παράμετρος στην έκθεση Ντράγκι ήταν η ανάπτυξη των στρατιωτικών δαπανών και της πολεμικής βιομηχανίας μέσω εξοπλιστικών προγραμμάτων.

Η πολιτική Τραμπ λειτούργησε ως πολιτικός εκβιασμός των ευρωπαϊκών ηγεσιών και αυτές επέλεξαν να αντιδράσουν και οδηγήθηκαν σε αναπροσανατολισμό των σχεδιασμών τους. Σε πρώτο πλάνο ήρθε η στροφή στην πολεμική οικονομία και στους εξοπλισμούς. Ιστορικά οι εξοπλισμοί και οι πόλεμοι αποδείχτηκαν το τελευταίο και πιο αποτελεσματικό φάρμακο για την αντιμετώπιση οικονομικής κρίσης στον καπιταλισμό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η μεγάλη παγκόσμια κρίση του 1929 ξεπεράστηκε οριστικά μόνο μέσω του 2ου παγκοσμίου πολέμου.

Οι τεράστιοι εξοπλισμοί που αποφασίστηκαν θα παραχθούν από τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες παραγωγής όπλων και πολεμοφοδίων και θεωρούν ότι θα δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη της βιομηχανίας συνολικά. Οι καταρρέουσες αυτοκινητοβιομηχανίες θα κάνουν στροφή στην παραγωγή οπλικών συστημάτων και οχημάτων, θα προχωρήσει ο τεχνολογικός εξυγχρονισμός και θα ξεπεραστεί η οικονομική κρίση.

Οι κίνδυνοι να πληγούν βαριά οι εργαζόμενοι και η νεολαία, να οξυνθούν οι ανταγωνισμοί και να βυθιστεί ο κόσμος στη φρίκη του πολέμου είναι μεγάλοι. Αντίστοιχη πρέπει να είναι η λαϊκή απάντηση.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας