Με μία συμφωνία 146 σελίδων ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλδημοκρατών για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας των δύο κομμάτων στη Γερμανία. Το κείμενο πήρε τον τίτλο Ευθύνη για την Γερμανία και τα βασικό του στίγμα είναι η στροφή στους πολεμικούς εξοπλισμούς και στις προετοιμασίες για ενδεχόμενη επίθεση που θα δεχτεί η χώρα, η ασφάλεια και η αντιμεταναστευτική πολιτική, ενώ τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα και η κοινωνική πολιτική πάνε σε δεύτερη μοίρα. Το κείμενο είναι ενδεικτικό των στόχων και των επιδιώξεων των δύο κομμάτων του γερμανικού κεφαλαίου του δεξιού και του σοσιαλδημοκρατικού από καιρό μεταλλαγμένου.
Βάζει τέλος στην “παράνομη” μετανάστευση ενισχύοντας τους συνοριακούς ελέγχους, την απέλαση όσων δεν έχουν χαρτιά, την αυστηροποίηση των κανόνων χορήγησης ασύλου. Οι κανονισμοί για συνένωση των οικογενειών προσφύγων αναστέλλονται, η διαδικασία απόκτησης γερμανικής υπηκοότητας γίνεται εξαιρετικά αυστηρή.
Κάνει λόγο για μεγάλη αύξηση των πολεμικών δαπανών και χαρακτηρίζει τη Ρωσία τις σημαντικότερη απειλή για τη Γερμανία. Ενισχύει την γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία και της επιχειρήσεις, μειώνει το φορολογικό συντελεστή των επιχειρήσεων και το φόρο ηλεκτρικής ενέργειας. Στον αντίποδα καταργεί το “εισόδημα του πολίτη” και θεσμοθετεί τη “βασική ασφάλεια για όσους αναζητούν εργασία”. Οι άνεργοι αν δεν αναζητούν με ενεργητικό τρόπο εργασία χάνουν όποια οφέλη είχαν. Θέτει ως στόχο τη συμπίεση και μείωση των ποσοστών του ΑFD, όμως η τελευταία δημοσκόπηση φέρνει πρώτο το κόμμα αυτό αυξημένο κατά 4%, ενώ οι χριστιανοδημοκράτες μειώνονται κατά 4%.
Η γερμανική βιομηχανία πολλαπλασιάζει την παραγωγή κάθε είδους οπλικών συστημάτων θεωρώντας ότι έτσι θα αντιμετωπιστεί ο “ρωσικός κίνδυνος”, θα θεραπευτούν όλα τα μεγάλα κοινωνικά οικονομικά πολιτικά και οικολογικά προβλήματα της χώρας που είναι ιδιαίτερα μεγάλα από τις απαρχαιωμένες και καταρρέουσες υποδομές ως το σύστημα υγείας το εκπαιδευτικό σύστημα το στεγαστικό πρόβλημα και ούτω καθεξής.
Τα μονοπώλια των όπλων τρίβουν τα χέρια τους. Αν οι εξοπλιστικές δαπάνες αυξηθούν κατά 2,5% ως 2% του ΑΕΠ υπολογίζει ο πρόεδρος της εξοπλιστικής βιομηχανίας Rheinmetall τότε οι παραγγελίες θα φτάσουν τα 400 δισεκατομμύρια ευρώ. Πραγματικό πάρτι. Ήδη η εταιρεία αυτή προκειμένου να καλύψει τη μεγάλη ζήτηση βρίσκεται σε συζητήσεις με τη VVolkswagen για να μετατρέψει εργοστάσιά της σε πολεμικές βιομηχανίες και το χειρότερο απ’ όλα το εργατικό συνδικάτο καλοβλέπει το ενδεχόμενο αυτό.
Με την κατάργηση του συνταγματικού φρένου χρέους και την απόφαση της ΕΕ να μην υπολογίζει στο κρατικό χρέος αμυντικές δαπάνες άνω του 1% η γερμανική κυβέρνηση έχει στη διάθεση της πολύ χρήμα.
Μένει να πειστούν οι εργαζόμενοι και να υποστηρίξουν, να ανεχτούν τουλάχιστον αυτή την πολιτική και να σιωπήσουν και για αυτό οι γερμανικές αρχές καταβάλλουν κάθε προσπάθεια. Η πιο πρόσφατη εξαγγελία για το kit 72 ωρών είναι ενδεικτική.
Η Γερμανία χρειάζεται όχι μόνο χρήμα και όπλα για την υπεράσπιση της, σημειώνει σε πρόσφατο άρθρο του περιοδικό Spiegel, η κοινωνία πρέπει σε περίπτωση ανάγκης να είναι πρόθυμη να στείλει τους γιους και τις κόρες της στον πόλεμο. Είναι όμως πρόθυμη;
Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση μεγάλου ινστιτούτου 76% των γερμανών επικροτεί τον επανεξοπλισμό ίσως όχι με τον ενθουσιασμό και τον πολεμικό πυρετό του 1914, αλλά τον επικροτεί. Οι γερμανικές ελίτ δεν φαίνεται κάτι να διδάχτηκαν από τους δύο παγκοσμίους πολέμους ή αν διδάχτηκαν κάτι το έχουμε ξεχάσει εκτός και αν θεωρούν την πολεμική προετοιμασία μοναδικό δρόμο για την επιβίωση της εξουσίας τους.