Εργατικός Αγώνας

Αγώνας για δημόσιο σιδηρόδρομο και δημόσια αγαθά ή άσφαιρες αντικαπιταλιστικές φλυαρίες

Φαίνεται ότι η απόρριψη εκ μέρους του ΚΚΕ του αιτήματος επανακρατικοποίησης του σιδηροδρόμου χωρίς αποζημίωση και με έλεγχο των εργαζομένων και των κοινωνικών φορέων όσον αφορά την ασφαλή λειτουργία και την ανάπτυξη  του συναντά  αντιδράσειςστο εσωτερικό του κόμματος και στην κοινωνία. Η πρόσφατη παραίτηση συνδικαλιστή του ΠΑΜΕ λόγω της κάθετης διαφωνίας του με τη θέση του ΠΑΜΕ, οι έντονες διαφωνίες μεταξύ μελών και στελεχών του είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η θέση ότι δημόσιο και ιδιωτικό στον καπιταλισμό δεν υπηρετούν τα συμφέροντα των εργαζομένων αλλά του κεφαλαίου δεν γίνεται αποδεκτή δεν πείθει και δεν κινητοποιεί.

Έτσι εξηγούνται τα συνεχή σχόλια του Ριζοσπάστη και η αντίστοιχη αρθρογραφία το τελευταίο διάστημα. Πρόσφατο σχόλιο της εφημερίδας στο φύλλο  Παρασκευή 18 Απρίλη – Κυριακή 20 Απρίλη 2025 χαρακτήρισε την εκδήλωση της Πρωτοβουλίας για δημόσιο ασφαλή και ποιοτικό σιδηρόδρομο, τη λέξη πρωτοβουλία μάλιστα την έβαλε σε εισαγωγικά, ως πλυντήριο της σοσιαλδημοκρατίας και απόδειξη χρεοκοπίας. Οι υποτιμητικοί και ισοπεδωτικοί χαρακτηρισμοί είναι ένδειξη αδυναμίας. Αντί να αντιπαρατεθεί με συγκεκριμένα επιχειρήματα προτιμά τους υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς. Μπορεί κάποιος να βρίσκει   ασάφειες και αδυναμίες στην Πρωτοβουλία για δημόσιο σιδηρόδρομο και να κάνει κριτική ή και να την απορρίψει ολοκληρωτικά πρέπει όμως για να είναι πειστικός να αντιτάξει ένα σχέδιο δράσης με άξονα την τραγωδία αυτή και τις αιτίες της δημιούργησαν και στον τομέα αυτό το ΚΚΕ το διακρίνει αφωνία. Δεν συνιστά πρόταση και σχέδιο δράσης η καταγγελία του καπιταλισμού και των κερδών του κεφαλαίου. Σχέδιο είναι η προβολή συγκεκριμένου πλαισίου και στόχων που κινητοποιεί ευρύτερες δυνάμεις και δίνει απάντηση στα προβλήματα του τρένου, των μέσων μαζικής μεταφοράς και των υποδομών, γενικότερα των κοινωνικών αγαθών. Μάλλον η αδυναμία αυτή είναι πλέον  παγιωμένη στο ΚΚΕ.

Στο ίδιο φύλλο της εφημερίδας περιλαμβάνεται ολοσέλιδο άρθρο με τίτλο Κρατικοποίηση- εθνικοποίηση στη φαρέτρα του αστικού κράτους για τα συμφέροντα των ομίλων. Ασχολείται εκτενώς με το θέμα των κρατικοποιήσεων αναφέροντας ορισμένα συγκεκριμένα παραδείγματα. Όλα έχουν κάτι  κοινό μεταξύ τους,περιλαμβάνουν κρατικοποιήσεις ή ιδιωτικοποιήσεις που γίνονται με πρωτοβουλία του κράτους πάντα και στη βάση των αναγκών του συστήματος και των συγκεκριμένων κεφαλαίων σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Αναφέρεται στην βρετανική εταιρεία επεξεργασίας χάλυβα British Steel που πρόσφατα περιήλθε στην ιδιοκτησία του βρετανικού δημοσίου. Ήταν πριν χρόνια κρατική εταιρεία που ιδιωτικοποιήθηκε και πέρασε στην ινδική χαλυβουργία  Tata Steel και κατόπιν στον κινέζικο κολοσσό Jingye Group. Πρόκειται για επιχείρηση στρατηγικής σημασίας.  Ο λόγος της επανακρατικοποίησης είναι απλός. Στη σημερινή παγκόσμια οικονομική και πολιτική σύγκρουση μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων η Μεγάλη Βρετανία αφαίρεσε από την Κίνα μία ιδιαίτερα σημαντική εταιρεία μειώνοντας τις οικονομικές δυνατότητες της στη Μ Βρετανία  και στην Ευρώπη. Αυτό επέτασσε το  συμφέρον της βρετανικής ολιγαρχίας και των συμμάχων της. Αναφέρονται και άλλα παραδείγματα όπως η ιδιωτικοποίηση κατά 50% του λιμανιού του Αμβούργου στη μεγάλη ναυτιλιακή εταιρεία MSC, την επανακρατικοποίηση της γαλλικής πυρηνικής εταιρείας EDF κλπ.

Όλες αυτές οι αναφορές όμως δεν προσκομίζουν κάτι νέο, είναι πασίγνωστο φαινόμενο, ούτε κάποιο πρωτότυπο και αξιόλογο συμπέρασμα που μπορεί να οδηγήσει σε αναθεώρηση της στάσης του εργατικού κινήματος σχετικά με τις εθνικοποιήσεις μπορεί να εξαχθεί. Το κεφάλαιο και οι αστικές κυβερνήσεις δεν λειτουργούν, ποτέ  δεν λειτουργούσαν δογματικά είναι ιδιαίτερα ευέλικτο με κριτήριο πάντα τα κέρδη και τη διασφάλιση της σταθερότητας και της κυριαρχίας του και για τις μεγαλύτερες ιδιαίτερα καπιταλιστικές χώρες τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς τους.

Η British Steel πριν κάποια χρόνια δεν υπήρχε λόγος να μην είναι στο κινέζικο κεφάλαιο σήμερα όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά και για αυτό επανεθνικοποιείται. Οι βρετανικοί σιδηρόδρομοι καταρρέουν, το ιδιωτικό κεφάλαιο τους άφησε στην τύχη τους και το κράτος δεν είχε άλλη επιλογή από την εθνικοποίηση τους για να ξεχρεωθούν και να αναστηλωθούν με τα χρήματα των φορολογουμένων και στην πορεία είναι πολύ πιθανόν να ιδιωτικοποιηθούν ξανά. Τα ίδια ισχύουν για την EDF, αλλά και για χιλιάδεςεπιχειρήσεις μεγαλύτερες και μικρότερες.

Μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία οικυβερνήσεις των ιμπεριαλιστικών χωρών ανάγκασαν τεράστιες μονοπωλιακές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνταν οικονομικά στη Ρωσία να τα μαζέψουν και να φύγουν και ας είχαν πολύ μεγάλες απώλειες, αφού η θέση των κρατών που είχαν την έδρα τους είναι η υποστήριξη του Ουκρανίας με όλα τα μέσα και η εξώθηση της ρωσικής οικονομίας στον γκρεμό, άλλο αν στην πορεία δεν τους βγήκε.

Άλλο κλασικό παράδειγμα είναι ότι στο απόγειο του νεοφιλελευθερισμού οι  αστικές κυβερνήσεις διέθεσαν τρισεκατομμύρια δολάρια για να διασώσουν ιδιωτικές εταιρείες και να πάρουν τμήμα του μετοχικού τους κεφαλαίου προσωρινά για να το επιστρέψουν στους ιδιοκτήτες μετά τη διάσωσή τους.

Το κεφάλαιο δεν σκέφτεται ούτε λειτουργεί δογματικά είναι εύκαμπτο και πολύπειρο.

Το πρόβλημα με το δημοσίευμα του Ριζοσπάστη βρίσκεται στο γεγονός ότι όλα τα παραπάνω οδηγούν την εφημερίδα στο συμπέρασμα ότι: Είτε με τη μια, είτε με την άλλη μορφή ιδιοκτησίας, οι εταιρείες συνεχίζουν να δουλεύουν με τους όρους της καπιταλιστικής αγοράς και με σκοπό το κέρδος, τα βάρη φορτώνονται στον λαό μέσω της φορολογίας ή της αύξησης των τιμών, οι αντεργατικές ανατροπές συνεχίζονται κανονικά, ενώ σε όλες τις περιπτώσεις, κρατικοποιήσεις, «απελευθερώσεις» και ιδιωτικοποιήσεις έχουν τις «ευλογίες» του κεφαλαίου. Οι αναφορές, όμως, της εφημερίδας σε περιπτώσεις κρατικοποιήσεων και ιδιωτικοποιήσεων δεν οδηγούν σε ένα τέτοιο συμπέρασμα τραβώντας το μάλιστα από τα μαλλιά.

Η τακτική δεν διαμορφώνεται γύρω από πάγιες “αλήθειες” όπως η συγκεκριμένη, κρατικοποιήσεις και ιδιωτικοποιήσεις είναι πεδίο του καπιταλισμού για αυτό και το εργατικό κίνημα πρέπει πάση θυσία να  τις αποφεύγει αφού αποτελούν κίνδυνο θάνατο, αλλά  με βάση το συνυπολογισμό του συνόλου των παραγόντων που επιδρούν στη συγκεκριμένη περίπτωση και συγκεκριμένη συγκυρία και  καθένας φυσικά ανάλογα με το ειδικό του βάρος.

Δεν μπορεί να μη λαμβάνεται υπόψη ότι η γενική τάση σήμερα είναι η παράδοση στο ιδιωτικό κεφάλαιο κάθε είδους δημόσιου αγαθού και δημόσιας περιουσίας, αφού το κεφάλαιο δυσκολεύεται ιδιαίτερα να αναπαραχθεί και να ξεπεράσει την κρίση του. Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο κατακερματισμός και η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων είναι πολιτική της ΕΕ που κρίθηκε εντελώς αναγκαία και  εφαρμόστηκε σε πολλές χώρες. Πρέπει να συνυπολογιστεί ότι η τραγωδία των Τεμπών πυροδότησε την ανάπτυξη ενός ευρύτατου κινήματος που επιδρά βαθιά στη λαϊκή συμπεριφορά και ριζοσπαστικοποιεί συνειδήσεις και μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη καμπή την πολιτική ζωή της χώρας. Αρκεί πέρα από την καταγγελία της απόπειρας συγκάλυψης εκ μέρους της κυβέρνησης και την ανάγκη τιμωρίας των ενόχων, στόχων που σήμερα κυριαρχούν, να δοθεί ολοκληρωμένο περιεχόμενα στο σύνθημα Δεν έχω οξυγόνο, ο λαός δεν έχει οξυγόνο,  οι συνθήκες που επικρατούν τον πνίγουν. Για αυτό πρέπει να μπουν στο επίκεντρο οι αιτίες του εγκλήματος, ο κατακερματισμός και ιδιωτικοποίηση του σιδηροδρόμου και το αίτημα αιχμής είναι έξω ο ιδιώτης από το σιδηρόδρομο,λειτουργία του με ουσιαστικό ρόλο των εργαζομένων και του λαού. Ιδιαίτερα αν η λαϊκή δράση επεκταθεί και σε άλλα κρίσιμα ζητήματα όπως είναι τα νοσοκομεία που υποβαθμίζονται, η παιδεία που ιδιωτικοποιείται και πληρώνουν για τη δημόσια, υποτίθεται,  παιδεία οι οικογένειες, το περιβάλλον που καταστρέφεται, η λειψυδρία που χτυπά την πόρτα στις περισσότερες περιοχές της χώρας κ.α. Η εργατική και λαϊκή συνείδηση πλάθεται μέσω της δράσης για τα οξυμένα προβλήματα και προϋποθέτει αιτήματα που συνεγείρουν και παράλληλα απειλούν τους κυρίαρχους, αλλά και ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο και προσανατολισμό.

Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Ριζοσπάστης και η πολιτική αντίληψη που διαμορφώνεται στη βάση του είναι ξένα με την ιστορία του εργατικού κινήματος και την κομμουνιστική πρακτική, είναι στείρος δογματισμός. Σε πρόσφατο άρθρο που δημοσίευσε ο Εργατικός Αγώνας είχαμε παραθέσει αποσπάσματα από το Τι να κάνουμε του Λένιν που θεωρεί τον αγώνα για μεταρρυθμίσεις αναγκαίο στοιχείο της επαναστατικής πολιτικής υποταγμένο όμως στον αγώνα για το σοσιαλισμό.

Είναι ενδεικτικό επίσης το πλαίσιο των στόχων που έθεσαν ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι δύο  μήνες πριν από την επανάσταση του Οκτώβρη με τίτλο Η καταστροφή που μας απειλεί. Συγκεκριμένα αναφέρονται 5 στόχοι πάλης:

• Συνένωση όλων των τραπεζών σε μία, κρατικός έλεγχος πάνω στις πράξεις της ή εθνικοποίηση των τραπεζών.
• Εθνικοποίηση των καπιταλιστικών συνδικάτων, δηλαδή των μεγαλύτερων μονοπωλιακών ενώσεων των καπιταλιστών.
• Κατάργηση του εμπορικού εμπορίου.
• Αναγκαστικός συνδικαλισμός, δηλαδή υποχρεωτική οργάνωση σε ενώσεις των βιομηχάνων των εμπόρων και των επιχειρηματιών γενικά.
• Αναγκαστική συνένωση του πληθυσμού σε καταναλωτικούς συνεταιρισμούς, είτε ενθάρρυνση μιας τέτοια συνένωσης και έλεγχος πάνω σε αυτή.
Κανένας από τους στόχους αυτούς δεν είναι σοσιαλιστικός και αυτό το τονίζει ο συγγραφέας. Κάποιοι εφαρμόζονται στη Γερμανία του Bismarck. Στη συνένωση των τραπεζών και στην εθνικοποίηση των καπιταλιστικών συνδικάτων δεν περιλαμβάνεται καμία αλλαγή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των επιχειρήσεων, η εθνικοποίηση στην οποία αναφέρεται δεν αφορά την ιδιοκτησία τους. Όλοι οι στόχοι αυτοί ξεχωριστά παρμένοι θα μπορούσαν κάτω από ορισμένες συνθήκες να υλοποιηθούν από μία αστική κυβέρνηση, όμως όλοι μαζί ως αίτημα ενός ισχυρού επαναστατικού κινήματος αποκτούν τεράστια δύναμη κυρίως αναπλάθουν συνειδήσεις και συμπεριφορές δημιουργούν τεράστια γεγονότα.

Οι στόχοι αυτοί δεν απευθύνονταν στην κυβέρνηση Εσέρων και Μενσεβίκων να τους υλοποιήσει, αυτό ήταν αδύνατο. Ούτε ήταν τμήμα του κυβερνητικού προγράμματος των μπολσεβίκων όταν θα αναλάμβαναν την εξουσία. Απαντούσαν όμως πολύ πειστικά στην τεράστια αγωνία των Ρώσων εργατών και εργαζομένων πως θα αντιμετωπίσει η χώρα τους το χειμώνα και την πείνα που την απειλούσαν, πώς θα αντιμετωπιστούν οι τεράστιες απειλές και στόχο είχαν να κινητοποιήσουν το λαό να γείρει ο συσχετισμός δύναμης υπέρ των επαναστατικών δυνάμεων με στόχο την κατάληψη της εξουσίας. Με αυτό το πνεύμα τέθηκαν και όχι αν η αστική τάξη θα τους αποδεχτεί και καθόλου μέτρησε η δυνατότητά της να τους ευνουχίσει.

Μία τέτοια τακτική δεν είναι αποδεκτή από το ΚΚΕ,θεωρεί ότι η υπόθεση του σοσιαλισμού θα προχωρήσει με ιδεολογική ζύμωση  μεγάλα λόγια και καταγγελίες, με οικονομικά αιτήματα και με αξιοποίηση του κοινοβουλίου.

Το αίτημα εθνικοποίησης του σιδηροδρόμου χωρίς αποζημίωση με έλεγχο από τους εργαζόμενους του και τους κοινωνικούς φορείς με τους αναγκαίους πόρους για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξή του που θα τον καταστήσουν ασφαλή και προσιτό στους εργαζόμενους μπορεί να αγκαλιαστεί από τον ελληνικό λαό και να δώσει νέα δυναμική, ισχυρές βάσεις και περιεχόμενο στο κίνημα των  Τεμπών. Ιδιαίτερα αν οι στόχοι αυτοί εμπλουτιστούν με την προβολή αντίστοιχων αιτημάτων για άλλα μεγάλα προβλήματα και κυρίως για το σύνολο των κοινωνικών αγαθών.

 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας