Εργατικός Αγώνας

Δημογραφική κατάρρευση στην Ελλάδα

Η τελευταία έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ για το πρώτο τρίμηνο του 2025 δεν αφήνει περιθώρια για αυταπάτες. Ο δείκτης γεννητικότητας κατρακύλησε στο 1,3 – πολύ κάτω από το επίπεδο αναπαραγωγής των γενεών (2,1). Οι γεννήσεις μειώθηκαν δραματικά και η κοινωνία γερνάει με επιταχυνόμενο ρυθμό: το 2023 αντιστοιχούσαν 175 ηλικιωμένοι για κάθε 100 άτομα παραγωγικής ηλικίας, ενώ ο δείκτης γήρανσης (ηλικιωμένοι προς παιδιά) αυξήθηκε κι αυτός. Το καμπανάκι για το δημογραφικό δεν είναι καινούριο. Αυτό που αλλάζει είναι ότι πλέον χτυπάει πάνω από έναν μαζικό τάφο: τον τάφο που άνοιξαν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της λιτότητας, της ιδιωτικοποίησης και της κοινωνικής διάλυσης.

Η κατρακύλα στη γεννητικότητα δεν είναι ένα φυσικό φαινόμενο. Είναι ταξική επιλογή. Είναι το αποτέλεσμα δεκαετιών πολιτικών που ξεχαρβάλωσαν κάθε κοινωνική υποδομή φροντίδας και αναπαραγωγής. Ποια γυναίκα σήμερα μπορεί να φέρει στον κόσμο ένα παιδί και να μην νιώσει ότι ρισκάρει το βιοτικό της επίπεδο ή και την ίδια της την επιβίωση;

Το κόστος για μια γέννα στα ιδιωτικά μαιευτήρια φτάνει τα 2.000–4.000 ευρώ, ενώ ακόμα και στα δημόσια οι ελλείψεις, η υποστελέχωση και οι παρεχόμενες υπηρεσίες αναγκάζουν πολλές γυναίκες να πληρώνουν από την τσέπη τους. Το βρεφικό γάλα, τα πάνες, τα εμβόλια, οι γιατροί, κοστίζουν όσο ο μισός ή και ολόκληρος μισθός.

Η ανατροφή ενός παιδιού εξελίσσεται σε έναν ατελείωτο Γολγοθά εξόδων. Οι παιδικοί σταθμοί δεν επαρκούν και οι ιδιωτικοί είναι απλησίαστοι. Η συμμετοχή στον αθλητισμό, την τέχνη, την κοινωνικοποίηση κοστίζει. Το «δημόσιο» σχολείο είναι δημόσιο μόνο στα χαρτιά – οι γονείς πληρώνουν από τα φροντιστήρια, τα ιδιαίτερα, τα μεταφορικά, τα ξενόγλωσσα, μέχρι τις φωτοτυπίες και τις εκδρομές. Και όταν έρθει η ώρα για το πανεπιστήμιο, το «συνταγματικά κατοχυρωμένο δωρεάν» έχει καταργηθεί στην πράξη: ενοίκια, σίτιση, μετακίνηση, συγγράμματα, δίδακτρα για μεταπτυχιακά, όλα πληρωμένα από την τσέπη της εργατικής τάξης.

Την ίδια ώρα, η κραυγή αγωνίας για την «βιωσιμότητα του ασφαλιστικού» χρησιμοποιείται ως άλλοθι για νέες ανατροπές. Η ΕΛΣΤΑΤ και το κράτος παραδέχονται ανοιχτά ότι το ασφαλιστικό σύστημα στηρίζεται πλέον στις εισφορές των νέων για να πληρώνονται οι συντάξεις των ηλικιωμένων. Δηλαδή, παραδέχονται ότι τα ασφαλιστικά ταμεία δεν έχουν αποθεματικά  – γιατί επί δεκαετίες το κράτος, οι τραπεζίτες και οι εργοδότες τα λεηλατούσαν συστηματικά.

Κι αντί να τιμωρήσουν τους ενόχους, ενοχοποιούν τα θύματα. Οι ηλικιωμένοι –που δούλεψαν, πλήρωσαν, στήριξαν ολόκληρη την παραγωγική μηχανή– αντιμετωπίζονται σαν βάρος. Όπως ο κυνηγός πυροβολεί στο κεφάλι το γερασμένο κυνηγόσκυλο, έτσι και το κράτος προετοιμάζεται να «ξεφορτωθεί» όσους δεν είναι πια «παραγωγικοί». Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής (που παρουσιάζεται ως θετική είδηση) θα αξιοποιηθεί από το 2027 και μετά για την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, με βάση τον νόμο 3863/2010. Δηλαδή: ζήσε για να δουλεύεις, και δούλευε μέχρι να πεθάνεις.

Στον ίδιο χορό, μπαίνει και το θέμα της μετανάστευσης. Χρόνια τώρα, οι μετανάστες/ισσες αντιμετωπίζονταν ως απειλή, ως «λαθραίοι», ως «βάρος». Τώρα, που το σύστημα έχει ξεμείνει από εργατικά χέρια, τώρα που οι νέοι φεύγουν μαζικά στο εξωτερικό, το κράτος τους θέλει πίσω – ή θέλει «νέο αίμα» από άλλες χώρες, φτηνό, ελαστικό, αναλώσιμο. Η μετανάστευση παρουσιάζεται ως «λύση», όχι για να βελτιωθεί η ζωή των εργαζομένων, αλλά για να συνεχιστεί το ξεζούμισμα δίχως ανάσα.

Αυτό το σύστημα δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί. Το σχέδιο για το δημογραφικό με τα «100 μέτρα και 20 δισ. ευρώ» παραμένει στα χαρτιά γιατί η προτεραιότητα είναι τα μαχητικά αεροσκάφη, τα ενεργειακά μονοπώλια και τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων. Όλα τα υπόλοιπα είναι επικοινωνιακά φτιασίδια.

Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από ττην πάλη για την ανατροπή. Η οργάνωση της εργατικής τάξης για ένα σύστημα όπου η γέννηση, η φροντίδα, η μόρφωση, η υγεία, τα γηρατειά δεν θα είναι ιδιωτική υπόθεση, δεν θα είναι ατομικό πρόβλημα, αλλά συλλογική κοινωνική ευθύνη. Η προοπτική για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, χωρίς αγωνία για το αύριο, χωρίς στρατιές γερασμένων «άχρηστων» και νεαρών μεταναστών-αναλώσιμων, περνάει μέσα από τη ρήξη με το κεφάλαιο και το κράτος.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας